2. ΕΓΚΑΥΣΤΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Η εγκαυστική ζωγραφική, ονομάζεται και "ζωγραφική με ζεστό
κερί", είναι η δημιουργία ζωγραφικών έργων με τη χρήση
θερμασμένου κεριού στο οποίο έχει προστεθεί χρωστική ουσία.
Το υλικό αυτό, στην υγρή ή στην πιο συμπυκνωμένη μορφή του
(πάστα), απλώνεται στη επιφάνεια, συνήθως ξύλινη αλλά και σε
καμβά ή άλλα υλικά.
3.
4. ΨΗΦΙΔΩΤΟ
Ψηφιδωτό καλείται η τεχνική επένδυσης επιφανειών με μικρές,
συνήθως τετράγωνες, ψηφίδες από φυσικά πετρώματα ή υαλόμαζα
οι οποίες προσκολλώνται σε κατάλληλα διαμορφωμένο υπόστρωμα
από ασβεστοκονίαμα δημιουργώντας περίτεχνα διακοσμημένες
επιφάνειες.
5. ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Τα παλαιότερα σωζόμενα ψηφιδωτά εντοπίζονται στο χώρο της
Ανατολικής Μεσογείου και ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία και
χρονολογούνται στον 8ο π.Χ. αιώνα. Από το χώρο της
Ανατολικής Μεσογείου, η τεχνική των ψηφιδωτών
μεταλαμπαδεύτηκε στη Ρώμη τον 1ο π.Χ. αι. και από εκεί σε
ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι
που χρησιμοποίησαν ψηφιδωτά ευρέως σε επιτοίχιες εφαρμογές,
σε αψίδες και στην πεζοδρόμηση.
6. Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΨΗΦΙΔΟΓΡΑΦΙΑ
Στη βυζαντινή περίοδο η η ψηφιδογραφία έγινε η πιο προσφιλής
ζωγραφική τεχνοτροπία υποσκελίζοντας κάθε άλλη πλαστική μορφή και
κυρίως τη γλυτπτική. Η βυζαντινή ψηφιδογραφία αντανακλά τη δύναμη,
τον πλούτο και τον αισθητικό προβληματισμό της βυζαντινής
αυτοκρατορίας.Οι Βυζαντινοί ψηφιδογράφοι μετακαλούνται να
εργαστούν στο Κίεβο, στη Γελάτη της Γεωργίας, στη Βηθλεέμ, στη
Ραβέννα, τη Βενετία και τη Σικελία. Επίσης συνεργεία
Κωνσταντινουπολιτών ψηφιδογράφων διακόσμησαν και μουσουλμανικά
μνημεία: το Μεγάλο Τζαμί της Δαμασκού, τη Θόλο του Βράχου στα
Ιεροσόλυμα και το Τζαμί στην Κόρδοβα. Για το τελευταίο μνημείο οι
Βυζαντινοί τεχνίτες έφεραν ακόμα και τος ψηφίδες μαζί τους από τη
βυζαντινή πρωτεύουσα. Τη μεγάλη τους ακμή γνωρίζουν οι ψηφιδωτές
διακοσμήσεις κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι
Βυζαντινοί εκτός από επιδαπέδια και επιτοίχια ψηφιδωτά έφτιαχναν και
φορητές ψηφιδωτές εικόνες. Αντικαθιστούν την εξαιρετικά δαπανηρή
επένδυση με πλάκες μαρμάρου
9. ΘΕΟΦΑΝΗΣ Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ
Ο Θεοφάνης ο Κρητικός (Ηράκλειο 1490- Ηράκλειο 1559) ή
Θεοφάνης ο Κρης ή Θεοφάνης Μπαθάς Στρελίτζας, ήταν ένας
από τους εξέχοντες εικονογράφους της Κρητικής Σχολής στο
πρώτο μισό του 16ου αιώνα, και η πιο σημαντική φυσιογνωμία
στην καλλιτέχνιση εικονογραφιών και αγιογραφιών της
συγκεκριμένης περιόδου.
10. ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ
Όπως οι περισσότεροι κρητικοί ζωγράφοι της εποχής του, φαίνεται να έχει μερικώς επηρεαστεί
στην τεχνοτροπία του από τη δυτικότροπη έκφραση όπως αυτή του Μαρκαντόνιο Ραϊμόντι
(Marcantonio Raimondi) στη Σφαγή των Νηπίων και του Τζοβάνι Μπελλίνι στο Δείπνο στους
Εμμαούς, καθώς και από τις ξυλογραφίες του Άλμπρεχτ Ντύρερ σε σχέση με τα έργα του που
έχουν ως θεματολογία την Αποκάλυψη και βρίσκονται στη μονή της Μεγίστης Λαύρας.Επίσης
επιρροή στους ζωγράφους της Κρήτης έχει παρατηρηθεί και από τους ζωγράφους της
Κωνσταντινούπολης, ιδιαίτερα μετά την άλωση το 1453.
Κάποια από τα πρόσωπα που απεικονίζονται στα έργα του, είναι προσωποποιημένα ή
αντικρύζουν το θεατή, και οι σχηματισμοί των εικόνων του αποτυπώνονται έτσι ώστε να
αποδίδουν όγκο. Το έργο του είναι συγκεντρωμένο ως προς την οπτική προοπτική σε σύγκριση
με παλαιότερους Βυζαντινούς ζωγράφους, αλλά δε χρησιμοποιεί την τεχνική της γεωμετρικής
προοπτικής η οποία είχε εγκαθιδρυθεί στη Δύση την εποχή εκείνη.
Χαρακτηριστικό της τέχνης του είναι επίσης το γεγονός ότι επεκτάθηκε και σε μη καθιερωμένες
παραστάσεις, όπως η ονομασία των ζώων από τον Αδάμ, ή η κοίμηση του Οσίου Εφραίμ.
Το έργο και η τεχνοτροπία του άσκησαν σημαντική επιρροή στους μεταγενέστερους
εικονογράφους του Αγίου Όρους, κάτι που μαρτυρείται και από το γεγονός ότι το εγχειρίδιο
ζωγραφικής του 1730 με τίτλο Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης και αι κύριαι πηγαί αυτής που
συντάχθηκε από τον Διονύσιο τον εκ Φουρνά, αναφέρει το Θεοφάνη ως το πρότυπο προς
μίμηση.[
11.
12. ΑΝΤΟΝΕΛΛΟ ΝΤΑ ΜΕΣΣΙΝΑ
Ο Αντονέλλο ντα Μεσσίνα ή Αντονέλλο της Μεσσήνης (Antonello
da Messina, 1430 - Φεβρουάριος 1479) ήταν Ιταλός ζωγράφος από
τη Μεσσήνη της Σικελίας, κατά τη διάρκεια της Ιταλικής
Αναγέννησης. Ο Αντονέλλο άσκησε μεγάλη επιρροή στην ιταλική
ζωγραφική ιδίως στη Σχολή της Βενετίας. Από τα καλλίτερα γνωστά
του έργα είναι: ο "Κοντοτιέρος" (Μουσείο του Λούβρου), η
"Προσωπογραφία" (Μουσείο του Βερολίνου), το "Σώμα του Χριστού"
(Μουσείο της Βιέννης), ο "Άγιος Ιερώνυμος" (Μουσείο του
Λονδίνου), ο "Άγιος Σεβαστιανός" (Μουσείο της Δρέσδης) κ.ά.
13.
14.
15. ΔΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (1541 – 7 Απριλίου 1614), γνωστός επίσης με τo ισπανικό προσωνύμιο
El Greco,[i] δηλαδή Ο Έλληνας, ήταν Kρητικός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας της Ισπανικής
Αναγέννησης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την πατρίδα του,
δημιουργώντας το κύριο σώμα του έργου του στην Ιταλία και στην Ισπανία. Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως
αγιογράφος στην Κρήτη, που αποτελούσε τότε τμήμα της ενετικής επικράτειας, και αργότερα ταξίδεψε
στη Βενετία. Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως
τον Τιντορέττο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον
μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και
ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.
Υφολογικά, η τεχνοτροπία του Ελ Γκρέκο θεωρείται έκφραση της Βενετικής Σχολής και του μανιερισμού
όπως αυτός διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα.[1] Παράλληλα χαρακτηρίζεται από
προσωπικά στοιχεία, προϊόντα της τάσης του για πρωτοτυπία, τα οποία όμως δεν βρήκαν μιμητές
στην εποχή του, γεγονός που δεν ευνόησε και τη συνέχειά τους. Η μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε
τον μανιερισμό, αλλά και τα αμέσως μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα που δεν αντιμετώπισαν
ευμενώς το ύφος του και είχαν ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί το έργο του Γκρέκο τους επόμενους
αιώνες. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αναγνωρίστηκε ως πρόδρομος της μοντέρνας τέχνης που
αξιοποίησε στοιχεία της Ανατολικής και Δυτικής παράδοσης, και το έργο του επανεκτιμήθηκε,
διατηρώντας μέχρι σήμερα δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους μείζονες ζωγράφους όλων των
εποχών.
16.
17. ΚΑΡΑΒΑΤΖΟ
Ο Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζο (ιταλ.: Michelangelo Merisi da Caravaggio,
29 Σεπτεμβρίου 1571 - 18 Ιουλίου 1610), γνωστός περισσότερο απλά ως Καραβάτζο,
ήταν Ιταλός ζωγράφος, το έργο του οποίου ανήκει χρονικά στα τέλη του 16ου έως
τις αρχές του 17ου αιώνα. Αν και οι πρώιμοι πίνακές του περιλάμβαναν κυρίως
προσωπογραφίες, σταδιακά εξελίχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους
ζωγράφους θρησκευτικών σκηνών. Το νατουραλιστικό ύφος του και η ανάδειξη της
ανθρώπινης φύσης των αποστόλων και των μαρτύρων στα έργα του θεωρήθηκε
ότι εξυπηρετούσαν τις βλέψεις της Αντιμεταρρύθμισης.[1] Με την τεχνική του
κιαροσκούρο κατάφερε να ενισχύσει το δραματικό στοιχείο και το μυστηριακό
χαρακτήρα της πίστης, ενώ συνολικά η επαναστατική τεχνική των δραματικών
φωτοσκιάσεων του τενεμπρισμού, όπως την εισήγαγε ο Καραβάτζο, σφράγισε την
μπαρόκ σχολή της ζωγραφικής.[2]
Έχει χαρακτηριστεί ως ένας από τους πρώτους μοντέρνους ζωγράφους, ενώ
σημαντική θεωρείται η συνολική επίδρασή του στην ευρωπαϊκή ζωγραφική.[3] Παρά
την επίδραση που είχε το έργο του στην εποχή του, αλλά και τις ισχυρές αντιδράσεις
που προκάλεσε, περιέπεσε σε λήθη τους αιώνες που ακολούθησαν το θάνατό του,
για να επανέλθει στο προσκήνιο κυρίως στη διάρκεια του 20ού αιώνα,
καταλαμβάνοντας και διατηρώντας έως σήμερα περίοπτη θέση στην ιστορία της
ευρωπαϊκής τέχνης.
18.
19. ΜΙΧΑΗΛ ΑΓΓΕΛΟΣ
Ο Μικελάντζελο ντι Λοντοβίκο Μπουοναρότι Σιμόνι (Michelangelo di
Lodovico Buonarroti Simoni, 6 Μαρτίου 1475 - 18 Φεβρουαρίου 1564),
γνωστός περισσότερο ως Μιχαήλ Άγγελος, ήταν Ιταλός γλύπτης,
ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής της Αναγέννησης, που άσκησε
απαράμιλλη επίδραση στην ανάπτυξη της δυτικής τέχνης. Σήμερα
αναγνωρίζεται ως ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς στην
ιστορία της τέχνης. Υπήρξε ο μοναδικός καλλιτέχνης της εποχής, του
οποίου η βιογραφία εκδόθηκε πριν τον θάνατό του, στους Βίους του
Τζόρτζιο Βαζάρι, ο οποίος επέλεξε να τον τοποθετήσει στην κορυφή
των καλλιτεχνών, χρησιμοποιώντας για τον Μιχαήλ Άγγελο το
προσωνύμιο ο θεϊκός (Il Divino). Στα δημοφιλέστερα έργα του
ανήκουν οι νωπογραφίες που φιλοτέχνησε για το Παπικό
παρεκκλήσιο του Βατικανού (Καπέλα Σιξτίνα), το άγαλμα του Δαβίδ και
η Πιετά (αποκαθήλωση) στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου, στη Ρώμη.
20.
21. ΥΑΛΟΓΡΑΦΙΑ
είναι: "Χρωματισμένο γυαλί που χρησιμοποιείται για να κατασκευάσει κανείς
διακοσμημένα παράθυρα ή άλλα αντικείμενα, τα οποία διαπερνά το φως".
Επίσης, "Μια μορφή ζωγραφικής σε γυαλί που επιτρέπει στο φως να το
διαπερνά - αντίθετα με το σχέδιο ή την ζωγραφική σε μια επιφάνεια που
αντανακλά το φως - το βιτρώ stained glass ξεχωρίζει από σχεδόν όλες τις άλλες
μορφές τέχνης σε δύο διαστάσεις".
Η τέχνη αυτή καθιερώθηκε να λέγεται και Βιτρώ (γαλλικά: vitrail/vitraux) και
συγγενεύει με τη ζωγραφική και τα ψηφιδωτά. Χαρακτηριστικά δείγματα
υαλογραφίας αποτελούν οι πολύχρωμοι φεγγίτες των καθεδρικών ναών της
Ευρώπης. Ως τεχνική, διαθέτει μακρά ιστορία, στη διάρκεια της οποίας επήλθαν
σημαντικές διαφοροποιήσεις, τόσο ως προς την ίδια την τεχνική όσο και ως
προς την θεματολογία. Ειδικότερα οι αλλαγές που επέφερε η βιομηχανική
επανάσταση του 19ου αιώνα, καθώς και οι κοινωνικές τριβές που προέκυψαν,
απομυθοποίησαν, μεταξύ άλλων, σε μεγάλο βαθμό και την πανάρχαιη αυτή
τέχνη.