Διαχειρίζομαι το Πένθος Επιστρέφω στη ζωήΑννα Παππα
Το σχολείο, χώρος όπου σήμερα φοιτούν όλα τα παιδιά και για μακρύ χρονικό διάστημα έχει ευθύνη πέραν της μετάδοσης γνώσεων να διαχειριστεί τα συναισθήματα των παιδιών δημιουργώντας εκείνο το περιβάλλον και τις συνθήκες ώστε να μπορούν να εκφράζουν τις σκέψεις και τις αγωνίες τους. Τις περισσότερες φορές η ενεργητική ακρόαση των δασκάλων οδηγεί στη λύση όλων των προβλημάτων, χωρίς να απαιτείται η παρέμβαση "ειδικών" εκτός του σχολείου
Ως απόδημος Ελληνισμός ή ελληνική διασπορά χαρακτηρίζεται το σύνολο των εκπατρισμένων Ελλήνων, που μολονότι εγκαταστάθηκε, έστω και με σχετική μονιμότητα, σε χώρες ή περιοχές εκτός του εθνικού χώρου, εξακολουθεί να συντηρεί, σε επίπεδο συλλογικό ή και ατομικό, τις υλικές, πολιτιστικές και συναισθηματικές του σχέσεις με τη χώρα της άμεσης ή της παλαιότερης καταγωγής του. Ο όρος αυτός δίδεται σε αντιδιαστολή με τον ξενιτεμένο Ελληνισμό που περιλαμβάνει και Έλληνες που βρίσκονται μεν στο εξωτερικό αλλά δεν διαμένουν μόνιμα εκτός Ελλάδας. Με την αυτή σημασία του όρου αποδίδεται και για κάθε απόδημο Έλληνα ο όρος «Έλληνας του εξωτερικού». Η μακραίωνη ιστορία της ελληνικής διασποράς ξεκινά περίπου κατά τη δεύτερη χιλιετία και χωρίζεται συνήθως σε τρεις μεγάλες περιόδους, η καθεμία με διαφορετικά χαρακτηριστικά: τους τέσσερις αιώνες της τουρκοκρατίας, την περίοδο από τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την περίοδο μετά τη λήξη του πολέμου μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Διαχρονικά αίτια των μεταναστεύσεων θεωρούνται κυρίως οι πολιτικοστρατιωτικές ή οικονομικοκοινωνικές συνθήκες στον ελληνικό χώρο.
Διαχειρίζομαι το Πένθος Επιστρέφω στη ζωήΑννα Παππα
Το σχολείο, χώρος όπου σήμερα φοιτούν όλα τα παιδιά και για μακρύ χρονικό διάστημα έχει ευθύνη πέραν της μετάδοσης γνώσεων να διαχειριστεί τα συναισθήματα των παιδιών δημιουργώντας εκείνο το περιβάλλον και τις συνθήκες ώστε να μπορούν να εκφράζουν τις σκέψεις και τις αγωνίες τους. Τις περισσότερες φορές η ενεργητική ακρόαση των δασκάλων οδηγεί στη λύση όλων των προβλημάτων, χωρίς να απαιτείται η παρέμβαση "ειδικών" εκτός του σχολείου
Ως απόδημος Ελληνισμός ή ελληνική διασπορά χαρακτηρίζεται το σύνολο των εκπατρισμένων Ελλήνων, που μολονότι εγκαταστάθηκε, έστω και με σχετική μονιμότητα, σε χώρες ή περιοχές εκτός του εθνικού χώρου, εξακολουθεί να συντηρεί, σε επίπεδο συλλογικό ή και ατομικό, τις υλικές, πολιτιστικές και συναισθηματικές του σχέσεις με τη χώρα της άμεσης ή της παλαιότερης καταγωγής του. Ο όρος αυτός δίδεται σε αντιδιαστολή με τον ξενιτεμένο Ελληνισμό που περιλαμβάνει και Έλληνες που βρίσκονται μεν στο εξωτερικό αλλά δεν διαμένουν μόνιμα εκτός Ελλάδας. Με την αυτή σημασία του όρου αποδίδεται και για κάθε απόδημο Έλληνα ο όρος «Έλληνας του εξωτερικού». Η μακραίωνη ιστορία της ελληνικής διασποράς ξεκινά περίπου κατά τη δεύτερη χιλιετία και χωρίζεται συνήθως σε τρεις μεγάλες περιόδους, η καθεμία με διαφορετικά χαρακτηριστικά: τους τέσσερις αιώνες της τουρκοκρατίας, την περίοδο από τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και την περίοδο μετά τη λήξη του πολέμου μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Διαχρονικά αίτια των μεταναστεύσεων θεωρούνται κυρίως οι πολιτικοστρατιωτικές ή οικονομικοκοινωνικές συνθήκες στον ελληνικό χώρο.
Διδακτέα - Εξεταστέα ύλη για το μάθημα "Οικονομία" (ΑΟΘ) της Γ τάξης του Επαγγελματικού λυκείου. Μπορείτε να δείτε και αναλυτικά την ύλη του μαθήματος επιλέγοντας τον παρακάτω σύνδεσμο:
https://view.genially.com/6450d17ad94e2600194eb286
1. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Ρρζπει όμωσ να κεωροφμε αποδεικτικό ςθμάδι ότι ζχουν διαμορφωκεί τα μόνιμα ςτοιχεία
του χαρακτιρα μασ τθν ευχαρίςτθςθ ι τθ δυςαρζςκεια που ςυνοδεφει τισ πράξεισ μασ· γιατί
αυτόσ που μζνει μακριά από τισ ςωματικζσ θδονζσ και αυτό ακριβϊσ του προκαλεί
ευχαρίςτθςθ, είναι ςϊφρων, ενϊ αυτόσ που δυςαναςχετεί (με αυτό), (είναι) ζκλυτοσ και
αυτόσ που υπομζνει τουσ κινδφνουσ και χαίρεται ι τουλάχιςτον δεν δυςαρεςτείται, είναι
ανδρείοσ, ενϊ αυτόσ που δυςαρεςτείται (είναι) δειλόσ. Διότι θ θκικι αρετι ςχετίηεται με τθν
ευχαρίςτθςθ και τθ δυςαρζςκεια· γιατί για χάρθ τθσ ευχαρίςτθςθσ κάνουμε τιποτζνια
πράγματα, ενϊ εξαιτίασ τθσ δυςαρζςκειασ μζνουμε μακριά από τα ωραία πράγματα. Γι’ αυτό
πρζπει να ζχουμε διαπαιδαγωγθκεί από τθν πιο μικρι θλικία με τζτοιο τρόπο, όπωσ λζει ο
Ρλάτωνασ, ϊςτε και να ευχαριςτιόμαςτε και να χαιρόμαςτε και να δυςαναςχετοφμε με αυτά
που πρζπει· γιατί αυτι είναι θ ςωςτι παιδεία.
ΕΤΥΜΟΛΟΓΛΚΑ ΚΑΛ ΟΜΟΛΗΑ ΣΤΘ ΝΕΑ ΕΛΛΘΝΛΚΘ
ςθμεῖ ον < ςθμαίνω: αμφίςθμοσ, αξιοςθμείωτοσ, αςιμαντοσ, άςθμοσ, βιβλιόςθμο,
γραμματόςθμο, διάςθμοσ, δίςθμοσ, ζνςθμο, επιςιμανςθ, επίςθμοσ, παράςθμο, πολφςθμοσ,
προςιμανςθ, πρόςθμο, ςιμα, ςθμάδι, ςθμαία, ςιμανςθ, ςθμαντικόσ, ςιμαντρο, ςθμαςία,
ςθμαςιολογία, ςθμείο, ςθμειολογία, ςθμείωμα, ςθμείωςθ, χαρτόςθμο.
ποιεῖ ςκαι < ποιζω-ῶ αξιοποιιςιμοσ, απεριποίθτοσ, αποποίθςθ, αχειροποίθτοσ, εκποίθςθ,
:
κεοποίθτοσ, περιποιθτικόσ, ποίθμα, ποίθςθ, ποιθτισ, προςποιθτόσ.
ἐπιγινομζνθν < ἐπὶ + γί(γ)νομαι: άγονοσ, γενζκλια, γζνεςθ, γενζτειρα, γενετικόσ, γζνοσ,
γθγενισ, γονίδιο, γονιόσ, γόνοσ, γυνι, ενδογενισ, εξωγενισ, επίγονοσ, ευγενισ, νεογνό,
πολυγονία, πρόγονοσ, πρωτογενισ.
ἡδονὴν < ἥδομαι (= ευχαριςτιζμαι): αθδία, θδονι, θδονικόσ, θδονιςτισ, θδονοβλεψίασ,
θδυπάκεια, θδφποτο (= λικζρ).
λφπθν < λυπζομαι –οῦμαι: αλφπθτα, αξιολφπθτοσ, λυπθρόσ, λφπθςθ, λυπθτερόσ, περίλυποσ,
ςυλλυπθτιριοσ
ἀπεχόμενοσ < ἀπὸ + ἔχομαι (κ. ςεχ-, ἑχ-, ςχ-, ςχε- > ςχθ-): ανακωχι, αποχι, ζξθ, εξισ, εξοχι,
εξοχικόσ, ζξοχοσ, κακεξισ, καχεκτικόσ, καχεξία, παροχι, πάροχοσ, πρόςχθμα, προςχθματικόσ,
ραβδοφχοσ, ςκθπτοφχοσ, ςχεδιαςμόσ, ςχεδιαςτιριο, ςχεδιαςτισ, ςχζδιο, ςχεδόν, ςχζςθ,
ςχιμα.
χαίρων (κ. χαρ- + πρόςφυμα –j και με επζνκεςθ > χαίρω. Ο μζλλοντασ: χαιρ- και χαρ- +
πρόςφυμα –ε, με ζκταςθ –θ > χαιρ-ι-ς-ω, χαρ-ι-ς-ω με αποβολι του –ς ανάμεςα από τα
δφο φωνιεντα και ςυναίρεςθ > χαρι-ω > χαρζ-ω > χαρῶ χαρά, χαροφμενοσ, χαρμόςυνοσ,
):
χάρμα, χάρθ, περιχαρισ, άχαροσ, χαρμονι, χαριτωμζνοσ.
ἀχκόμενοσ < ἄχκομαι: ἀχκόμενοσ < ἄχκομαι < ἄχκοσ: άχκοσ, αγχόνθ, αχκοφόροσ, επαχκισ,
αχκθδϊν, ςειςάχκεια. ὑπομζνων < ὑπὸ + μζνω: ανυπόμονοσ, διαμονι, διαμονθτιριο,
εμμονι, ζμμονοσ, επιμονι, επίμονοσ, μενετόσ, μοναχικόσ, μοναχόσ, μονι, μόνιμοσ,
μονιμότθτα, μόνοσ, παραμονι, προςμονι, υπομονετικόσ, υπομονι.
λυποφμενοσ < λυπζομαι-οῦμαι < λφπθ: αλφπθτοσ, αξιολφπθτοσ, λφπθ, λυπθμζνοσ, λυπθρόσ,
περίλυποσ, ςυλλυπθτιρια. ἐςτὶ ν < εἰ μί: εξουςιαςτικόσ, εςκλόσ, ετυμολογία, ζτυμον,
οντολογία, οντολογικόσ, όντωσ, ουςία, ουςιαςτικόσ, ουςιϊδθσ, παρόν, παροντικόσ,
παρουςιαςτικό.
1
2. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
πράττομεν < πράττω (κ. πράγ-j-ω > πράττ(ςς)ω: απραγματοποίθτοσ, απράγμων, άπραγοσ,
άπρακτοσ, δυςπραγία, ειςπρακτικόσ, ευπραγία, πεπραγμζνα, πολυπράγμων, πράγμα,
πραγματικόσ, πρακτζο, πρακτικό, πράκτορασ, πρακτορείο, πράξθ, πραξικόπθμα.
δεῖ : αδζθτοσ, δζθςθ, ζνδεια, ενδεισ.
ἦχκαι < ἄγομαι: αγζλθ, άγθμα, αγρόσ, αγρότθσ, αγωγι, αγϊγι, αγωγιάτθσ, αγϊγιμοσ, αγωγόσ,
αγϊνασ, αγωνία, αγωνιςτικόσ, ακτίνα, άμαξα, αναγωγι, ανάγωγοσ, αξία, αξιόμαχοσ, άξιοσ,
άξονασ, αξονικόσ, απαγωγι, αρχθγόσ, διαγωγι, ειςαγωγζασ, ειςαγωγι, εξαγωγζασ, εξαγωγι,
επαγωγι, επαγωγικόσ, επείςακτοσ, ευάγωγοσ, καταγωγι, καταγϊγιο, κυνθγόσ, λοχαγόσ,
νθπιαγωγόσ, ξενάγθςθ, ξεναγόσ, οδθγόσ, παιδαγωγόσ, παραγωγι, παραγωγόσ, παράγωγοσ,
παρκεναγωγείο, προαγωγι, προακτζοσ, προςαγωγι, ςτρατθγόσ, ςυναγωγι, ςυναξάρι,
ςφναξθ, υδραγωγείο, χορθγία, χορθγόσ.
φθςὶ ν < φθμὶ (κ. φθ-, φᾱ-, φᾰ-, και με ετεροίωςθ φω-): άφατοσ, προφιτθσ, φιμθ, φωνι.
ὀρκὴ < (επίκ.) ὀρκόσ: αδιόρκωτοσ, ακατόρκωτοσ, διορκϊνω, διόρκωςθ, διορκωτισ,
επανορκϊνω, επανόρκωςθ, επιδιόρκωςθ, κατόρκωμα, κατορκϊνω, όρκιοσ, ορκολογιςμόσ,
ορκολογιςτισ, ορκϊνω, παλινόρκωςθ.
Θεματική οργάνωση της ενότητας
Α) «Σθμεῖ ον δὲ δεῖ ποιεῖ ςκαι… λυποφμενοσ δειλόσ.» Θ θδονι ι θ λφπθ ωσ απόδειξθ
διαμόρφωςθσ των ἕξεων Β) «Ρερὶ ἡδονὰσ… τῶ καλῶ ἀπεχόμεκα.» Θ θκικι αρετι ςυνδζεται
ν
ν
με τθν θδονι και τθ λφπθ. Οι ςυνικεισ θκικά λανκαςμζνεσ επιλογζσ των ανκρϊπων
Γ) «Διὸ δεῖ ἦχκαί πωσ… αὕτθ ἐςτίν.» Θ ορκι παιδεία ωσ αγωγι ςτα ςυναιςκιματα τθσ
θδονισ και τθσ λφπθσ
Ερμηνευτικά σχόλια
Α) «Σθμεῖ ον δὲ δεῖ ποιεῖ ςκαι… λυποφμενοσ δειλόσ.» Θ ΘΔΟΝΘ Ι Θ ΛΥΡΘ ΑΡΟΔΕΛΞΘ
ΔΛΑΜΟΦΩΣΘΣ ΤΩΝ ΕΞΕΩΝ
1. Σθμεῖ ον. Ο Αριςτοτζλθσ, αφοφ ζδειξε ότι ο εκιςμόσ οδθγεί ςτθ διαμόρφωςθ ζξεων,
δθλαδι ςτθν απόκτθςθ μόνιμων γνωριςμάτων του χαρακτιρα μασ, είναι υποχρεωμζνοσ να
δείξει ποιο είναι το αποδεικτικό ςτοιχείο ότι θ ζξθ διαμορφϊκθκε. Ζτςι αναφζρεται ςτο
«ςθμεῖ ον», δθλαδι ςτο αποδεικτικό ςτοιχείο που ςυνάγεται από το υλικό των αιςκιςεων
και τθ λογικι επεξεργαςία του. Επειδι, λοιπόν, το «ςθμεῖ ον» δεν είναι τυχαία ζνδειξθ, αλλά
επεξεργαςμζνο λογικά υλικό, αποτελεί αςφαλζσ μζςο για να ςτθρίξει κανείσ τθν αλικεια των
λεγομζνων του.
2. Σθμεῖ ον δὲ δεῖ ποιεῖ ςκαι τῶ ἕξεων τὴν ἐπιγινομζνθν ἡδονὴν ἢ λφπθν τοῖ σ ἔργοισ· Το
ν
ευχάριςτο ι δυςάρεςτο ςυναίςκθμα από τισ πράξεισ μασ απόδειξθ διαμόρφωςθσ των
«ἕξεων». Θ «ἕξισ» είναι το τζλοσ μιασ πορείασ εκιςμοφ και ςθμαίνει ότι ο άνκρωποσ ζχει
αποκτιςει με τον εκιςμό μόνιμα γνωρίςματα. Κριτιριο ότι ςυντελζςτθκε θ πορεία εκιςμοφ
και κρυςταλλϊκθκε ςε ζξθ είναι τα ευχάριςτα ι δυςάρεςτα ςυναιςκιματα που προκαλεί θ
επιτζλεςθ των πράξεων ςτον άνκρωπο. Χρειάηεται ωςτόςο να διευκρινίςουμε
προκαταρκτικά το περιεχόμενο με το οποίο χρθςιμοποιεί ο Αριςτοτζλθσ τισ ζννοιεσ τθσ
θδονισ και τθσ λφπθσ. Μποροφμε να ποφμε ότι ο φιλόςοφοσ διακρίνει τθν θδονι ςε «καλι»
και «κακι» ι ςε ανϊτερθ και κατϊτερθ αντίςτοιχα. Θ «καλι ι ανϊτερθ θδονι» ςυνδζεται με
τθν εγκράτεια και τθν αποχι του ανκρϊπου από τθν «κακι ι κατϊτερθ θδονι». Θ λφπθ
μπορεί να προκφπτει από τθν αδυναμία ι τθν απροκυμία του ανκρϊπου να αποφφγει τθν
«κακι ι κατϊτερθ θδονι» και να υποβάλει τον εαυτό του ςτθ δοκιμαςία τθσ εγκράτειασ.
Στθν προςπάκειά του να γίνει κάτοχοσ τθσ αρετισ ο άνκρωποσ ζχει ςυνεχϊσ ανάγκθ από
2
3. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
επιβεβαιϊςεισ για τθν ορκότθτα των ενεργειϊν του, για τθν ορκότθτα γενικά τθσ πορείασ
του. Ροιοσ ι τι κα τον βεβαιϊςει ότι πορεφεται ςτον δρόμο που κα τον οδθγιςει ςτθν αρετι
και όχι ενδεχομζνωσ ςτον δρόμο που κα τον οδθγιςει ςτο αντίκετό τθσ, ςτθν κακία; Θ
απάντθςθ του Αριςτοτζλθ είναι ότι υπάρχει ςτθν πραγματικότθτα ζνα αλάνκαςτο
αποδεικτικό ςτοιχείο: θ ευχαρίςτθςθ ι θ δυςαρζςκεια που ςυνοδεφει τισ πράξεισ μασ. Αν το
άτομο ενεργεί όπωσ ενεργεί και αυτό του προκαλεί ευχαρίςτθςθ, κα πει πωσ οι ενζργειζσ του
είναι ςωςτζσ. Αν, αντίκετα του προκαλοφν δυςαρζςκεια και λφπθ οι ενζργειζσ του, κα πει
πωσ ζχει πολφ δρόμο ακόμα μπροςτά του ωσ τθν κατάκτθςθ τθσ αρετισ. Ο Αριςτοτζλθσ
διατυπϊνει, λοιπόν, τθ κζςθ ότι τα ευχάριςτα ι δυςάρεςτα ςυναιςκιματα που ςυνοδεφουν
τθν επιτζλεςθ των πράξεϊν μασ αποτελοφν το κριτιριο ότι ζχουν διαμορφωκεί μζςα μασ τα
μόνιμα ςτοιχεία του χαρακτιρα μασ. Πταν, λοιπόν, κάνουμε ενάρετεσ πράξεισ και χάρθ ςε
αυτζσ αιςκανόμαςτε ευχαρίςτθςθ, αυτό ςθμαίνει ότι θ αρετι αποτελεί μόνιμο
χαρακτθριςτικό μασ. Γι' αυτό θ τζτοιου είδουσ θδονι αποτελεί αγακό για το οποίο δεν
πρζπει να αδιαφοροφμε. Άλλωςτε, αυτι είναι και θ επιβράβευςθ για τισ θκικζσ πράξεισ μασ.
Από τθν άλλθ, θ λφπθ που αιςκανόμαςτε, όταν πράττουμε ενάρετα, αποδεικνφει ότι δεν
ζχουμε κάνει κτιμα μασ τθν αρετι, δεν είμαςτε ακόμθ ενάρετοι, αλλά ακόλαςτοι.
3. «ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενοσ τῶ ςωματικῶ ἡδονῶ καὶ αὐτῷ τοφτῳ χαίρων ςϊφρων, ὁ δ’
ν
ν
ν
ἀχκόμενοσ ἀκόλαςτοσ, καὶ ὁ μὲν ὑπομζνων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ μὴ λυποφμενόσ γε
ἀνδρεῖ οσ, ὁ δὲ λυποφμενοσ δειλόσ.» Ραραδείγματα : Για να ςτθρίξει λογικά ο φιλόςοφοσ τθ
κζςθ ότι τα ευχάριςτα ι δυςάρεςτα ςυναιςκιματα αποδεικνφουν τθ διαμόρφωςθ ζξθσ,
χρθςιμοποιεί παραδείγματα με τα οποία φτάνει ςτο ςθμείο να υποςτθρίξει ότι δεν είναι
αρκετό να απζχει κανείσ από τισ ςωματικζσ θδονζσ για να δικαιοφται τον χαρακτθριςμό του
ςϊφρονα ανκρϊπου. Τον χαρακτθριςμό αυτό κα τον δικαιοφται, μόνο αν θ αποχι από τισ
ςωματικζσ θδονζσ γίνεται για αυτόν πθγι ευχαρίςτθςθσ και χαράσ. Κάτι παραπάνω: αν θ
αποχι από τισ ςωματικζσ θδονζσ του προκαλεί λφπθ και ςτενοχϊρια, τότε –και παρά τθν
αποχι του!- κα εξακολουκιςει να λζγεται = να είναι ακόλαςτοσ. Το ίδιο ςτθν περίπτωςθ τθσ
ανδρείασ: ανδρείοσ είναι αυτόσ που υπομζνει τα δεινά κι αυτό του προκαλεί χαρά ι, ζςτω,
δεν του προκαλεί λφπθ. Γιατί, αν του προκαλεί λφπθ, τότε δεν είναι ανδρείοσ, αλλά δειλόσ –
και ασ υπομζνει τα δεινά! Πτι αυτό ιταν μια βακιά πίςτθ του Αριςτοτζλθ το διαπιςτϊνουμε
και από τθ ςυχνότθτα με τθν οποία τθν πρόβαλλε (αἱ κατ’ ἀρετὴν πράξεισ εἰ ςὶ ν ἡδεῖ αι). Ασ
δοφμε όμωσ αναλυτικότερα αυτά τα παραδείγματα:
1ο παράδειγμα («ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενοσ … ἀκόλαςτοσ»): αν κανείσ κρατιζται μακριά από τισ
ςωματικζσ θδονζσ και αυτό του προκαλεί ευχάριςτα ςυναιςκιματα, τότε θ αποχι του αυτι
ςυνιςτά μόνιμο ςτοιχείο του χαρακτιρα του και είναι ςϊφρων, ενϊ αν θ αποχι αυτι του
προκαλεί δυςάρεςτα ςυναιςκιματα, τότε δεν του ζχει γίνει μόνιμο ςτοιχείο του χαρακτιρα
του και είναι ακόλαςτοσ. Επομζνωσ, δεν αρκεί να απζχει κανείσ από τισ ςωματικζσ θδονζσ για
να χαρακτθρίηεται ςϊφρων. Τον χαρακτθριςμό αυτό τον δικαιοφται, μόνο εάν θ αποχι αυτι
του προκαλεί ευχάριςτα ςυναιςκιματα. Για να γίνει πιο κατανοθτό το παράδειγμα, καλό
3
4. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
είναι να διευκρινιςτοφν τα εξισ: «ἡδονι»: είναι το ευχάριςτο ςυναίςκθμα, θ θκικι
ικανοποίθςθ, θ ανϊτερθ θδονι που ολοκλθρϊνει τον άνκρωπο και δεν προκαλείται από
ςωματικό ερζκιςμα. Για το ευχάριςτο ςυναίςκθμα που προκαλείται από ςωματικό ερζκιςμα,
ο Αριςτοτζλθσ χρθςιμοποιεί τον όρο «ςωματικαὶ ἡδοναί». Πταν ο Αριςτοτζλθσ μιλά για
αποχι από τισ ςωματικζσ θδονζσ («ἀπεχόμενοσ τῶ ςωματικῶ ἡδονῶ
ν
ν
ν»), δεν εννοεί τθν
πλιρθ αποχι από αυτζσ, αλλά τθν αποχι από τισ υπερβολικζσ ςωματικζσ θδονζσ, τθν
ζμμετρθ απόλαυςι τουσ. Θ πλιρθσ αποχι είναι, κατά τον φιλόςοφο, κακία και αναίςκθτοσ
αυτόσ που απζχει πλιρωσ από αυτζσ. «λφπθ»: είναι το δυςάρεςτο ςυναίςκθμα. «ςϊφρων»:
είναι αυτόσ που χρθςιμοποιεί τθ λογικι του ϊςτε να ενεργεί ςωςτά, ο εγκρατισ, αυτόσ που
τθρεί το μζτρο. Θ αποχι από τισ ςωματικζσ θδονζσ τοφ προκαλεί ευχάριςτα ςυναιςκιματα,
γιατί μπορεί και επιβάλλεται ς’ αυτζσ και αποδεικνφει ςτον εαυτό του τθν ιςχυρι του
κζλθςθ. «ἀκόλαςτοσ»: είναι αρχικά αυτόσ που δίνεται ςτισ ςωματικζσ θδονζσ δίχωσ μζτρο.
Στθν ενότθτα που εξετάηουμε ακόλαςτοσ είναι αυτόσ που απζχει από τισ ςωματικζσ θδονζσ,
επιβάλλεται ς’ αυτζσ, αλλά θ αποχι αυτι του προκαλεί δυςάρεςτα ςυναιςκιματα. Λυπάται,
όταν δεν μπορεί να ικανοποιιςει τισ επικυμίεσ του για απόλαυςθ των ςωματικϊν θδονϊν.
2ο παράδειγμα («καὶ ὁ μὲν ὑπομζνων … δειλόσ»): αν κάποιοσ υπομζνει τουσ κινδφνουσ τθσ
μάχθσ ι τισ αντιξοότθτεσ τθσ ηωισ και αυτό του προκαλεί ευχάριςτα ι τουλάχιςτον όχι
δυςάρεςτα ςυναιςκιματα, τότε αυτό είναι πια μόνιμο ςτοιχείο του χαρακτιρα του και είναι
ανδρείοσ. Αν όμωσ υπομζνει τουσ κινδφνουσ με δυςαρζςκεια, τότε το να υπομζνει τουσ
κινδφνουσ δεν του ζχει γίνει ακόμθ μόνιμο ςτοιχείο του χαρακτιρα του και είναι δειλόσ. Σε
τελικι ανάλυςθ, αν θ πράξθ ανδρείασ μάσ ευχαριςτεί, αυτό δείχνει ότι μζςα μασ ζχει
ςχθματιςτεί και ςτακεροποιθκεί θ ἕξισ να πράττουμε ανδρεία. Αντίκετα, αν μασ προκαλεί
λφπθ θ πράξθ μασ, θ λφπθ αυτι δείχνει ότι θ πράξθ μασ δεν είναι εκδιλωςθ ἕξεωσ, αλλά
είναι αντίκετθ με αυτι και τθν φκείρει. Ασ διευκρινίςουμε τϊρα τουσ εξισ όρουσ:
«ἀνδρεῖ οσ»: αιςκάνεται ικανοποίθςθ, χαρά, όταν αντιμετωπίηει τα δεινά. Αυτό δεν ςθμαίνει
ότι δεν νιϊκει το ςυναίςκθμα του φόβου, αλλά μπορεί και επιβάλλεται ς’ αυτό και το
ξεπερνά κι αυτό είναι ςτοιχείο τθσ αρετισ.
«δειλόσ»: λυπάται, όταν βρίςκεται αντιμζτωποσ με τισ δυςκολίεσ, και νιϊκει υπερβολικό
φόβο ςτθν αντιμετϊπιςθ των κινδφνων. Ο φόβοσ του υπερβαίνει τα όρια του μζτρου και δεν
μπορεί να τον ξεπεράςει. Αυτό είναι ςτοιχείο τθσ κακίασ.
Β) «Ρερὶ ἡδονὰσ… τῶ καλῶ ἀπεχόμεκα.» Θ ΘΚΛΚΘ ΑΕΤΘ ΣΥΝΔΕΕΤΑΛ ΜΕ ΤΘΝ ΘΔΟΝΘ ΚΑΛ
ν
ν
ΤΘ ΛΥΡΘ. ΟΛ ΣΥΝΘΚΕΛΣ ΕΡΛΛΟΓΕΣ ΤΩΝ ΑΝΚΩΡΩΝ.
1. «Ρερὶ ἡδονὰσ γὰρ καὶ λφπασ ἐςτὶ ν ἡ ἠκικὴ ἀρετι·» Τα παραδείγματα που αναφζρκθκαν
προθγουμζνωσ οδθγοφν τον Αριςτοτζλθ ςτθ διατφπωςθ του ςυμπεράςματόσ του, ότι θ θκικι
αρετι ςυνδζεται με τα ευχάριςτα και τα δυςάρεςτα ςυναιςκιματα. Δεν αρκεί, λοιπόν, να
κάνει κάποιοσ θκικζσ πράξεισ για να κεωρθκεί ότι ζχει κατακτιςει τισ θκικζσ αρετζσ, αλλά και
να βιϊνει ευχάριςτα ςυναιςκιματα μζςα από αυτζσ. Αν οι πράξεισ αυτζσ δεν προκαλοφν
4
5. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
χαρά, αλλά είναι αποτζλεςμα επιβολισ και καταναγκαςμοφ και προκαλοφν δυςάρεςτα
ςυναιςκιματα, δεν μπορεί να χαρακτθριςτεί θκικά ενάρετοσ αυτόσ που τισ πράττει. Ο
Αριςτοτζλθσ, λοιπόν, δεν αναφζρεται ςτον ςυνεχι εςωτερικό αγϊνα που απαιτείται για τθν
κατάκτθςθ των θκικϊν αρετϊν, αλλά τονίηει ότι αυτζσ δθμιουργοφν ευχάριςτα
ςυναιςκιματα ςτον θκικό άνκρωπο. Θ αρετι δθλαδι ρυκμίηει τα ςυναιςκιματα τθσ θδονισ
και τθσ λφπθσ ςτθν ψυχι του ανκρϊπου και κζτει μζτρο ςε αυτά και ςυνεπϊσ ςυνδζεται όχι
μόνο με το κακαρά λογικό μζροσ τθσ ψυχισ, αλλά και με το άλογο, το λεγόμενο επικυμθτικό.
Σ’ αυτό το ςθμείο, μάλιςτα, με τθ ςφνδεςθ θκικισ και ςυναιςκθμάτων, διαφαίνονται και
ςτοιχεία ψυχολογίασ, τθσ οποίασ ο Αριςτοτζλθσ ζκεςε τισ βάςεισ και κεωρείται κεμελιωτισ
τθσ. Θ θκικι ςυνδζεται ςτενά με ςυναιςκιματα και επικυμίεσ (ενϊ κάποιεσ κεωρίεσ τθ
ςχετίηουν με το διανοθτικό κυρίωσ μζροσ του ανκρϊπου). Τθν ίδια ιδζα, ότι δθλαδι αἱ
ἡδοναὶ καί αἱ λῦπαι επθρεάηουν αποφαςιςτικά τθ ηωι των ατόμων και των κοινωνιϊν, τθ
ςυναντοφμε και ςτον Ρλάτωνα: «νόμων δὲ πζρι διαςκοπουμζνων ἀνκρϊπων ὀλίγου πᾶςά
ἐςτιν ἡ ςκζψισ πζρι τε τὰσ ἡδονὰσ καὶ τὰσ ἐν τε πόλεςιν καὶ ἐν ἰ δίοισ ἔκεςιν». Ο Αριςτοτζλθσ
όμωσ ςυςτθματοποίθςε περιςςότερο από τον δάςκαλό του τθν εξζταςθ των ςυναιςκθμάτων,
και είδε τα ςυναιςκιματα με λιγότερθ, γενικά, αυςτθρότθτα από εκείνον.
2. «διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λφπθν τῶ καλῶ ἀπεχόμεκα». Οι
ν
ν
ςυνικεισ θκικά λανκαςμζνεσ επιλογζσ των ανκρϊπων. Ο Αριςτοτζλθσ αιτιολογεί ςτο ςθμείο
αυτό το προθγοφμενο ςυμπζραςμα. Αν ςυγκρίνουμε τθν αναφορά τθσ θδονισ με εκείνθ ςτθν
αρχι τθσ ενότθτασ, γίνεται φανερό ότι πρζπει να διακρίνουμε μεταξφ «καλϊν» και «κακϊν»
θδονϊν: οι πρϊτεσ ςυντείνουν ςτθ διατιρθςθ τθσ μεςότθτασ και του ορκοφ λόγου, ενϊ οι
δεφτερεσ ζχουν το αντίκετο αποτζλεςμα. Θ παιδεία λοιπόν κακιςτά τον άνκρωπο ικανό να
διακρίνει μεταξφ «καλϊν» και «κακϊν» θδονϊν και να επιλζγει τισ πρϊτεσ. Εκτόσ λοιπόν από
τθν θδονι, τθ χαρά δθλαδι και τθν ευχαρίςτθςθ που προκαλοφν οι πράξεισ τθσ αρετισ,
υπάρχει και θ θδονι που ςυνοδεφει ςυχνά και τισ ευτελείσ μασ πράξεισ. Στο ςυγκεκριμζνο
εδάφιο χρθςιμοποιεί τον όρο «ἡδονὴ» με τθν αρνθτικι ςθμαςία τθσ. Σθμαίνει, δθλαδι, τθν
άμετρθ επικυμία, τον ακόρεςτο πόκο. Πςοι ζχουν διαμορφϊςει κακζσ «ἕξεισ» και,
επομζνωσ, δεν ζχουν κατακτιςει τισ θκικζσ αρετζσ, πράττουν ευτελείσ και αςιμαντεσ
πράξεισ, γιατί αυτζσ τουσ δθμιουργοφν ευχάριςτα ςυναιςκιματα. Αντίκετα, αποφεφγουν τισ
θκικζσ πράξεισ, για να αποφφγουν να βιϊςουν δυςάρεςτα ςυναιςκιματα. Αυτι θ θδονι
είναι μάλιςτα και που μασ παραςζρνει ςτο να τισ πράττουμε –όπωσ υπάρχει και θ λφπθ, θ
ςτενοχϊρια δθλαδι και θ δυςαρζςκεια που ςυνοδεφει, επίςθσ ςυχνά, και τισ όμορφεσ
πράξεισ και ενζργειζσ μασ, κάτι που μασ κάνει τελικά να τισ αποφεφγουμε. Γι’ αυτό και όταν
κάποια ςτιγμι ο Αριςτοτζλθσ κα φτάςει να ςυηθτά (Θκικά Νικομάχεια 1109 α30εξ.) τουσ
πρακτικοφσ τρόπουσ με τουσ οποίουσ ο κακζνασ κα πρζπει να βοθκά τον εαυτό του να
αποκτιςει τθν αρετι, δεν κα παραλείψει να τονίςει ότι το κάκε άτομο οφείλει να εξετάηει να
δει προσ τα ποφ είναι εὐκατάφορον, ποιεσ είναι δθλαδι οι φυςικζσ ροπζσ του, κάτι που κα το
καταλάβει «ἐκ τῆσ ἡδονῆσ καὶ λφπθσ τῆσ γινομζνθσ περὶ ἡμᾶσ», από τθν ευχαρίςτθςθ
δθλαδι και τθ δυςαρζςκεια που ςυνοδεφουν τισ πράξεισ μασ και τισ ενζργειζσ μασ. Γι’ αυτό
5
6. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
και κα ςυςτιςει ςτθ ςυνζχεια να είμαςτε ςτο μζγιςτο δυνατό βακμό προςεκτικοί ςε ό,τι
αφορά «τὸ ἡδὺ καὶ τὴν ἡδονιν· οὐ γὰρ ἀδζκαςτοι κρίνομεν αυτιν».
3. Διαγραμματικι παρουςίαςθ τθσ επιτζλεςθσ μιασ θκικισ πράξθσ με τα ςυναιςκιματα που
βιϊνουν αυτοί που ζχουν κατακτιςει ωσ ἕξιν τισ θκικζσ αρετζσ και αυτοί που δεν τισ ζχουν
κατακτιςει ωσ ἕξιν. Πςοι κατζχουν τισ θκικζσ αρετζσ βιϊνουν ευχάριςτα ςυναιςκιματα με
τθν εκτζλεςθ μιασ θκικισ πράξθσ και γι' αυτό τισ επιδιϊκουν, βιϊνουν δυςάρεςτα
ςυναιςκιματα με τθν εκτζλεςθ μιασ μθ θκικισ πράξθσ (θ άποψθ αυτι αφινεται να εννοθκεί
από τα ςυμφραηόμενα). Πςοι δεν κατζχουν τισ θκικζσ αρετζσ βιϊνουν δυςάρεςτα
ςυναιςκιματα με τθν εκτζλεςθ μιασ θκικισ πράξθσ και γι' αυτό τθν αποφεφγουν, βιϊνουν
ευχάριςτα ςυναιςκιματα με τθν εκτζλεςθ μιασ μθ θκικισ πράξθσ.
4. Οι ςθμαςίεσ τθσ λζξθσ «ἡδονὴ» ςτθν ενότθτα . Στθν ενότθτα αυτι θ λζξθ «ἡδονὴ»
αναφζρεται ςε δφο ςθμεία με δφο διαφορετικζσ ςθμαςίεσ. Στθν αρχι του κειμζνου («… τὴν
ἐπιγινομζνθν ἡδονὴν ἢ λφπθν τοῖ σ ἔργοισ») αποκτά τθ ςθμαςία των «καλϊν» θδονϊν, οι
οποίεσ επιφζρουν ζλλογθ χαρά και ικανοποίθςθ ςτον άνκρωπο εξαιτίασ των θκικϊν του
πράξεων και ςυντείνουν ςτθ διατιρθςθ τθσ μεςότθτασ και του ορκοφ λόγου. Στο τζλοσ του
κειμζνου («διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν») θ θδονι ανικει ςτθν κατθγορία
των «κακϊν» θδονϊν, που ξεπερνοφν τα όρια του μζτρου, βρίςκονται ςτθν υπερβολι τθσ
απόλαυςθσ των πακϊν, κυριαρχοφν ςτθ λογικι του ανκρϊπου και τον απομακρφνουν από
τθν αρετι. Για τον Αριςτοτζλθ ζχει τεράςτια ςθμαςία θ «ἡδονὴ» ςτθ ηωι του ανκρϊπου.
Επειδι, λοιπόν, αυτι ακολουκεί τισ πράξεισ μασ και αποτελεί τθν επιβράβευςι μασ γι' αυτζσ,
πρζπει να αιςκανόμαςτε τθν «καλι», τθν ανϊτερθ θδονι και να τθν επιλζγουμε, για να
οδθγθκοφμε ςτθν θκικι αρετι. Λκανοί να τθ διακρίνουμε και να τθν επιλζξουμε από τισ
«κακζσ» θδονζσ κα γίνουμε μόνο με τθν ορκι παιδεία.
Γ) «Διὸ δεῖ ἦχκαί… αὕτθ ἐςτίν.» Θ ΟΚΘ ΡΑΛΔΕΛΑ ΩΣ ΑΓΩΓΘ ΣΤΑ ΣΥΝΑΛΣΚΘΜΑΤΑ ΤΘΣ
ΘΔΟΝΘΣ ΚΑΛ ΤΘΣ ΛΥΡΘΣ
1. Οριςμόσ τθσ παιδείασ. Θ πλατωνικι διδαςκαλία εκτίκεται ςτουσ Νόμουσ (653b - c). Τθ
διδαςκαλία αυτι κυμικθκε ο Αριςτοτζλθσ, κάτι που δείχνει, φυςικά, τθ μεγάλθ τιμι που
ζτρεφε για αυτόν. Δεν δυςκολεφεται κακόλου να πει κανείσ πωσ είναι, ίςωσ, ο πιο
ςθμαντικόσ οριςμόσ τθσ αγωγισ –και είναι πολλοί, ωσ γνωςτόν, οι οριςμοί που δοκιμάςτθκαν
ωσ ςιμερα για τθν ζννοια αυτι: «Θ πιο ςωςτι παιδεία, θ πιο ςωςτι αγωγι είναι αυτι που
μασ κάνει ικανοφσ να χαιρόμαςτε με ό,τι αξίηει και να λυποφμαςτε για ό,τι αξίηει»– και,
φυςικά, οι μεγάλεσ ιδζεσ βρίςκονται ςτο ςτόμα ενόσ μεγάλου μάςτορθ του λόγου και τθν πιο
δυνατι, τθν πιο επιγραμματικι διατφπωςθ! Ο Αριςτοτζλθσ ςυμφωνεί με τον Ρλάτωνα (ςτουσ
Νόμουσ) και διατυπϊνει κι ο ίδιοσ τθ κζςθ ότι ςτθ διαμόρφωςθ των μόνιμων ςτοιχείων του
χαρακτιρα μασ ςθμαντικό ρόλο παίηει θ ορκι αγωγι και ιδιαίτερα από πολφ μικρι θλικία. Το
ανκρϊπινο περιβάλλον του παιδιοφ (γονείσ και δάςκαλοι), οφείλει από νωρίσ να επεμβαίνει,
να κακοδθγεί, να του υποδεικνφει τισ πράξεισ για τισ οποίεσ πρζπει να νιϊκει ευχάριςτα
6
7. ΑΛΣΤΟΤΕΛΘ «ΘΚΛΚΑ ΝΛΚΟΜΑΧΕΛΑ» - 5θ ενότθτα
ςυναιςκιματα και να το βοθκιςει να αςκθκεί ς’ αυτζσ. Με τθν επιβράβευςθ των θκικϊν
πράξεων και τθν αποδοκιμαςία των μθ θκικϊν πράξεων κα το βοθκιςει να επιδιϊκει μόνο
τισ πρϊτεσ, αφοφ μόνο αυτζσ κα του προςφζρουν τθ χαρά τθσ επιβράβευςθσ, ςυναίςκθμα
που προτιμά να αιςκάνεται κάκε άνκρωποσ. Ο φιλόςοφοσ επιςθμαίνει τον κεφαλαιϊδουσ
ςθμαςίασ ρόλο που ζχει θ παιδεία ςτθ διάπλαςθ του ικουσ του ανκρϊπου, θ οποία πρζπει
να παρζχεται από μικρι θλικία. Ρροςδιορίηει τθν ζναρξθ τθσ παιδευτικισ αγωγισ ςτθν πολφ
μικρι θλικία «εὐκὺσ ἐκ νζων», δείχνοντασ μάλλον τθ μεγάλθ ςθμαςία που ζχει θ επίδραςθ
των φορζων αγωγισ ςτον αδιαμόρφωτο ακόμθ άνκρωπο. Ζτςι, κα επζλκει ο εκιςμόσ ςε
ενάρετεσ - θκικζσ πράξεισ, ο οποίοσ κα ςυνεχιςτεί και ςε μεγαλφτερεσ θλικίεσ, μζχρι να
διαμορφωκοφν τα μόνιμα ςτοιχεία του χαρακτιρα.
2. Οι παιδαγωγικζσ αντιλιψεισ του Ρλάτωνα και του Αριςτοτζλθ και θ ςφγχρονθ
παιδαγωγικι. Θ ςφγχρονθ παιδαγωγικι αποδζχεται τθν άποψθ ότι ο άνκρωποσ πρζπει να
διαπαιδαγωγείται από πολφ μικρι θλικία. Επίςθσ, αναγνωρίηει τθν αξία και τθ ςυμβολι τθσ
θκικισ επιβράβευςθσ. Διάςταςθ απόψεων μποροφμε να παρατθριςουμε ωσ προσ τον
χαρακτιρα τθσ αγωγισ: θ πλατωνικι αγωγι ζχει χαρακτιρα περιςςότερο αυταρχικό. Οι
φορείσ αγωγισ προςπακοφν να επιβάλουν ςτο παιδί τισ δικζσ τουσ επιλογζσ και δεν το
αφινουν να ενεργιςει ελεφκερα. Αντίκετα, θ ςφγχρονθ παιδαγωγικι προωκεί τθν ελεφκερθ
και ενεργθτικι ςυμμετοχι του παιδιοφ ςτθ διαδικαςία τθσ αγωγισ. Αυτό πρζπει να αφινεται
να αναπτφξει ελεφκερα τθν προςωπικότθτά του, να κάνει τισ επιλογζσ του, να αναλαμβάνει
τθν ευκφνθ τουσ και να μακαίνει μζςα από τα λάκθ του. Ο ρόλοσ των φορζων αγωγισ είναι
να το κακοδθγιςουν και να το προςτατζψουν από ςθμαντικζσ παρεκτροπζσ χωρίσ να
επιβάλουν ςυμπεριφορζσ.
3. Θ κοινωνικι διάςταςθ τθσ αρετισ. Για άλλθ μια φορά ςτο κείμενο του Αριςτοτζλθ
διαφαίνεται θ κοινωνικι διάςταςθ τθσ αρετισ, κακϊσ θ πόλθ (μζςω των νομοκετϊν), αλλά
και θ οικογζνεια και το ςτενό κοινωνικό περιβάλλον είναι αυτοί που ζχουν τθν ευκφνθ για
τθν κατάκτθςθ τθσ θκικισ αρετισ από τουσ ανκρϊπουσ. Θ αρετι, λοιπόν, ζχει κοινωνικό
χαρακτιρα, επειδι: οι πράξεισ μασ ςυντελοφνται μζςα ςτο κοινωνικό περιβάλλον και ζχουν
αντίκτυπο ςτον κοινωνικό περίγυρο, ο κοινωνικόσ περίγυροσ προςδιορίηει το πόςο θκικζσ
είναι οι πράξεισ μασ και μασ αποδίδει θκικοφσ χαρακτθριςμοφσ ςφμφωνα με αυτζσ, κάκε
κοινωνία - πολιτεία αξιολογεί ποιεσ πράξεισ είναι θκικζσ και μασ υποχρεϊνει με τθν παιδεία
και τθν αγωγι να τισ ακολουκιςουμε.
ΑΛΣΚΘΤΛΚΑ ΣΧΟΛΛΑ Ρροκειμζνου ο Αριςτοτζλθσ να τονίςει τα ευχάριςτα και δυςάρεςτα
ςυναιςκιματα που ακολουκοφν τισ θκικζσ και μθ θκικζσ πράξεισ και για να διαφοροποιιςει
τα χαρακτθριςτικά που αντιςτοιχοφν ςε όςουσ διακζτουν και ςε όςουσ δεν διακζτουν τισ
θκικζσ αρετζσ, ςυςςωρεφει ηεφγθ αντικετικϊν εννοιϊν: ἡδονὴ ≠ λφπθ - χαίρων ≠ ἀχκόμενοσ ςϊφρων ≠ ἀκόλαςτοσ - ἀνδρεῖ οσ ≠ δειλὸσ - φαῦλα ≠ καλὰ - χαίρω ≠ λυποῦμαι
7