3. Τα πέντε μέλη της Συνάντησης Βιβλίου, τον πρώτο μήνα
μετά την ίδρυσή της, συζητούσαν για τον Νικ Χόρνμπι1
και τις παράλογες ιδέες του –όπως όλοι συμφωνούσαν– κου-
νώντας παράλληλα αποδοκιμαστικά το κεφάλι τους. Ωστόσο,
μόνο η Μαρτίνα και ηΛάρα είχαν διαβάσει το βιβλίο. ΟΑντρι-
άνο, σ’ όλη τη διάρκεια της συνάντησης, στο μεγάλο σπίτι του
Μαξ, στεκόταν με κρασί και πατατάκια στα χέρια μπροστά
από το τραπέζι για τα απεριτίφ, ενώ ο Σεμπάστιαν ντρεπόταν
για την αμέλειά του και σιωπηλός προσπαθούσε να χαμογελά-
σει απολογητικά κάθε φορά που η Μαρτίνα του ζητούσε να πει
κάτι. Αργά το απόγευμα, το οποίο κύλησε βασανιστικά αργά,
η Λάρα πρότεινε στη συνέχεια να διαβάσουν το βιβλίο του
Έριχ Κέστνερ Στο χείλος της αβύσσου2
.
Η επόμενη συνάντηση κύλησε παρόμοια. Εκείνοι που είχαν
διαβάσει το βιβλίο έλεγαν έξυπνα πράγματα: όλοι συμπονούσαν
τον ευαίσθητο διανοούμενο που ζούσε σ' έναν κόσμο γεμάτο
1. Ο Nicholas Peter John Hornby είναι Άγγλος συγγραφέας και στι-
χουργός. Είναι περισσότερο γνωστός για τα απομνημονεύματά του
Fever Pitch και τα μυθιστορήματα High Fidelity και About a Boy, τα
οποία διασκευάστηκαν σε ταινίες μεγάλου μήκους.
2. Ο Emil Erich Kästner (1899-1974) ήταν Γερμανός συγγραφέας, εκ-
δότης και σεναριογράφος. Έγινε ιδιαίτερα γνωστός από τα παιδικά του
έργα. Έγραψε επίσης πολλά κείμενα σατιρικού και κοινωνικοκριτικού
περιεχομένου. Το έργο του Der Gang der Hunde, που θεωρείται το
αριστούργημά του, έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά με τον τίτλο Στο
χείλος της αβύσσου από τις εκδόσεις Πόλις.
4. 4 ΊΖΑΜΠΕΛ ΒΆΝΓΚΕΡ
διαφθορά και ηθική κατάπτωση. Η Μαρτίνα, ο Σεμπάστιαν και η
Λάρα μπόρεσαν να ταυτιστούν με τον κύριο Φάμπιαν κι ένιωθαν
όπως ο πρωταγωνιστής – χωρίς έναν στόχο στη ζωή τους να τους
εμπνέει, παρατηρούσαν, θαρρείς, τον κόσμο μέσα από μια βιτρίνα
αμέτοχοι, ενώ σε κάθε γωνιά απειλούνταν με κατάρρευση.
ΟΑντριάνο είχε την άποψη ότι ο Φάμπιαν δεν έχει δουλέψει
ποτέ πραγματικά και πως είναι τεμπέλης, ενώ ο Μαξ δεν μπο-
ρούσε να εξηγήσει την έλλειψη φιλοδοξίας του πρωταγωνιστή.
Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης, εμφανίστηκαν οι πρώτες
παραφωνίες στις διαπροσωπικές σχέσεις αυτών των σχεδόν
ξένων μεταξύ τους ανθρώπων: ο Μαξ έβρισκε όλους σχεδόν
τους παρόντες ελαφρώς ανόητους και με παρωχημένες ιδέες, η
Λάρα είχε εκνευριστεί με τον Αντριάνο που ήπιε όλο το κρασί
χωρίς να έχει καθόλου τρόπους και η Μαρτίνα ευχαρίστως θα
απάλλασσε τον Σεμπάστιαν από την ντροπή του δίνοντάς του
μία στο κεφάλι με μια εφημερίδα – πολύ ελαφριά φυσικά.
Πέρασαν βδομάδες, κανείς σχεδόν δεν διάβασε άλλο βιβλίο,
και τα πρόσωπα γνωρίστηκαν μεταξύ τους. Κατά κύριο λόγο, στο
μπαρ που κρατούσε ηΛάρα όπου και μετέφεραν τις συναντήσεις
τους όταν ηΛάρα τσέπωσε, δήθεν κατά λάθος, ένα χρυσό ψαλίδι
χαρτιού σε μορφή γερανού3
από του Μαξ. Ντράπηκε τόσο που
κέρασε τους υπόλοιπους μερικούς γύρους σφηνάκια στο μπαρ.
Και φιστίκια, τον Σεμπάστιαν. Η Μαρτίνα σκεφτόταν πού θα
βρει ένα ψαλίδι-γερανό για τη Λάρα, ο Μαξ το διασκέδαζε και
τουίταρε αμέσως μια σαρδόνια σχετική ρήση, ο Αντριάνο ήταν
χαρούμενος που άλλαξαν χώρο και ο Σεμπάστιαν δεν ήξερε αν
πρέπει να επανεξετάσει την εικόνα που έχει για τη Λάρα και τι
σήμαινε αυτό για τον ίδιο.
Κάποια μέρα, ύστερα από μια ιδιαίτερα κουραστική συνά-
3. Ο γερανός είναι καλοβατικό πτηνό της οικογενείας των Γερανιδών,
που απαντά και στον ελλαδικό χώρο.
5. 5
ΣΤΟ ΣΤΈΚΙ
ντηση γεμάτη σιωπή, βλέμματα όλο δυσφορία, αναστεναγμούς
εκνευρισμού και δηλώσεις σχετικά με την παρακμή του βιβλίου
ως μέσου, ο Αντριάνο, που είχε φτιαχτεί, έριξε την ιδέα στην
επόμενη συνάντησή τους, σε είκοσι μέρες, να παίξουν ρώσικη
ρουλέτα. Ο Μαξ, η Μαρτίνα, ο Σεμπάστιαν και η Λάρα τον
κοίταξαν σαστισμένοι, όμως ο Αντριάνο έδωσε πειστικά επιχει-
ρήματα. Η αυτοκτονία ως έκφραση μιας κατεξοχήν αισθητικής
ύπαρξης, η αυτοκτονία ως ιστορικό πέρασμα από τη ζωή, η
αυτοκτονία ως η πιο δημοφιλής μορφή θανάτου στα μέσα
ενημέρωσης. Ο Αντριάνο δεν μπόρεσε να εκφραστεί έτσι, αλλά
αυτό εννοούσε.
Ήταν χειμώνας, που όλα έχουν μια λίγο πιο μελοδραμα-
τική επίδραση. Η πρόταση έγινε ομόφωνα δεκτή. Ο Μαξ δεν
σκόπευε να συμμετάσχει. Ήθελε απλώς να δει μέχρι πού θα
έφταναν οι άλλοι. Η Μαρτίνα νόμιζε ότι ήταν ένα αστείο, ο
Σεμπάστιαν ταράχτηκε πολύ και η Λάρα βρήκε την ιδέα κωμι-
κοτραγική – προπαντός, επειδή μέχρι την επόμενη συνάντηση
θα έπρεπε να διαβάσουν Προυστ. Η ζωή είναι πολύ σύντομη
για να διαβάζεις Προυστ. ΟΑντριάνο υποσχέθηκε να φροντίσει
για το περίστροφο. Ο Μαξ, ελαφρώς αναστατωμένος, έβγαλε
την πιστωτική του κάρτα για να χρηματοδοτήσει το αστείο.
Έπρεπε να είναι ένα ωραίο περίστροφο. Η Μαρτίνα γελούσε
υστερικά κι άρχισε αμέσως να φτιάχνει ένα χλιδάτο απεριτίφ.
Ο Σεμπάστιαν αποφάσισε να συζητήσει το σχέδιο με την ψυχο-
λόγο του και, για σιγουριά, να διαβάσει τελικά και Προυστ. Η
Λάρα διατύπωνε ήδη νοερά ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα που
θα ξεχείλιζε από ρητορικά υφολογικά μέσα και το οποίο θα
μπορούσε να δημοσιεύσει σ’ ένα λογοτεχνικό περιοδικό.
Σάββατο, 1η μέρα
Την επόμενη μέρα, ο Αντριάνο πηγαίνει σε ένα οπλοπωλείο που
γνωρίζει επειδή περνάει συχνά από εκεί. Σφυρίζει ένα τραγούδι
6. 6 ΊΖΑΜΠΕΛ ΒΆΝΓΚΕΡ
των Deep Purple ικανοποιημένος και στέκεται για λίγο μπροστά
από το μαγαζί για να ανάψει ένα τσιγάρο. Τραβάει τον καπνό
βαθιά μες στα πνευμόνια του. Όλο αυτό το διάστημα, που το
κάπνισμα του έχει προκαλέσει πολλές μικρές πνευμονικές
εμβολές χωρίς να αντιληφθεί τίποτα επειδή το σώμα του διαλύει
πάλι τους θρόμβους, έχει αναπτύξει χρόνια πνευμονική υπέρ-
ταση. Τα συμπτώματα –τη ναυτία, την ταχυπαλμία, τη ζάλη και
την περιστασιακή δύσπνοια– δεν τα παρατηρεί πια.
Ανακαλύπτει ένα μικρό μπαρ δίπλα στο μαγαζί. Είναι λίγο
μετά το μεσημέρι. Δύο γυναίκες με λεοπάρ κολάν και αξιο-
πρόσεκτα μακριά περιποιημένα νύχια τσακώνονται δυνατά
στα πορτογαλικά μπροστά από το μπαρ. Παραδίπλα, ένας
άντρας γύρω στα σαράντα, με πλατιά μύτη και φαλάκρα, κλο-
τσάει οργισμένος τον τοίχο. Δύο αστυνομικοί βρίσκονται στην
απέναντι μεριά του δρόμου και παίζουν πέτρα-ψαλίδι-χαρτί. Ο
πιο κοντός χάνει, και αρχίζει να τις πλησιάζει για να διευθετή-
σει τον καβγά. Δύο έφηβοι παρακολουθούν διασκεδάζοντας.
Ο Αντριάνο δεν ενδιαφέρεται για την έκβαση του γεγονότος.
Γεμάτος ευφορία, που έχει να νιώσει πολύ καιρό, κι όσο πιο
δυναμικά του επιτρέπει το ταλαιπωρημένο, αλλά ανθεκτικό,
σώμα του, μπαίνει στο κατάστημα.
Είναι περήφανος για τον εαυτό του που κατορθώνει τελικά
να κάνει ακόμα μία καλή πράξη προς το τέλος της ζωής του:
Με την ακριβή αγορά του, υποστηρίζει ένα μικρό ανεξάρτητο
κατάστημα, που μπορεί να μην έχει κάποιον προφανή λόγο
ύπαρξης για τους περαστικούς αλλά για κάποιον άλλο σημαίνει
τα πάντα – ένα από εκείνα τα καταστήματα όπου δεν μπαίνει πια
κανείς, όπου το αφεντικό, συνήθως από την εποχή του λίθου,
κάθεται άπραγο, χωρίς ποτέ να μπορεί να πληρώσει έστω κι
έναν μισθό, και που πρέπει τελικά να κλείσει το μαγαζί του,
που αποτελεί το έργο της ζωής του, λόγω έλλειψης πελατών,
πράγμα που καταστρέφει την πίστη προς τον εαυτό του και
την ύπαρξη πιθανών ομοϊδεατών στον κόσμο, και εξαφανίζει