4. ΈΝΑΣ, ΔΊΧΩΣ
ΗΒιέννη; Δίχως τη Βιέννη. Ένας άντρας που περπατά σε
έναν κατεστραμμένο δρόμο, απαριθμεί μες στο μυαλό
του τα ονόματα από όλες εκείνες τις πανάκριβες μάρκες των
οποίων τα κεντρικά καταστήματα, πριν από μόλις δύο εβδομά-
δες, κόμπαζαν με τις –δίχως καμία άλλη διακόσμηση– βιτρίνες
τους. Αυτός ο άνθρωπος δεν είχε όνομα. Δεν ήταν τίποτα. Ούτε
κανένας, ούτε κάποιος, ουδείς χαρακτηρισμός τού ταίριαζε.
Είχε εγκατασταθεί στο Χρυσό Εμπορικό Τρίγωνο, στη
γωνία των οδών Γκράμπεν και Κόλμαρκτ, βρίσκοντας κατα-
φύγιο σε ένα από τα πολυτελή μαγαζιά που κατεργάζονταν τα
χοντρά μπρούτζινα πλέγματα ασφαλείας για τα γυάλινα δια-
χωριστικά των καθεδρικών ναών. Κατάφερε να μπει μέσα
στο κατάστημα έχοντας μόνο ένα μπαστούνι. Μπροστά υπήρ-
χαν δερμάτινα καθίσματα ενώ στο πίσω δωμάτιο, που ήταν
αποκλειστικά για το προσωπικό, γαλλικό μεταλλικό νερό,
σαμπάνια και αφρώδης οίνος Crémant ροζέ. Ο άντρας μάζεψε
μερικά πράγματα από κάτω. Τα εμπορεύματα είχαν πέσει από
τα ράφια, η γούνα που είχαν οι λευκές, άχαρες κούκλες της
βιτρίνας –δίχως πρόσωπο, τα πάντα εδώ υπονοούνταν απλώς–
είχε γλιστρήσει από τους ώμους τους στο πάτωμα, δύο είχαν
σπάσει τα χέρια τους πέφτοντας, μία είχε χάσει το κεφάλι της.
5. 5 ΚΆΡΙΝ ΠΈΣΚΑ
Εκείνος συγκέντρωσε τους πεσόντες στα αριστερά των δύο
δοκιμαστηρίων, τα οποία ήταν εξοπλισμένα με μία σεζ λογκ το
καθένα. Το δεξί το είχε για να κοιμάται, χρησιμοποιώντας μια
βιζόν για κουβέρτα και μια ζιμπελίνα για μαξιλάρι.
Το κτίριο με το πολυτελές κατάστημα στο ισόγειο, που
από πάνω του είχε δικηγορικά γραφεία και ιατρεία, καθώς και
μια ηλικιωμένη που εξακολουθούσε να μένει στο διαμέρισμά
της, αυτό ήταν που του πρόσφερε καταφύγιο τώρα, μετά την
καταστροφή. Τα γύψινά του είχαν πέσει, όπως επίσης και το
μεγαλύτερο τμήμα της στέγης. Στους πιο πάνω ορόφους υπήρ-
χαν πολλά παράθυρα χωρίς κουφώματα, παρά μόνο χοντρές
τρύπες στους τοίχους, που είχαν μαυρίσει από την κάπνα.
Ο άντρας αναρωτιόταν αν ήταν έξυπνο που έμενε εδώ. Σκε-
φτόταν καθισμένος, κρυμμένος στη σκιά, για να μπορεί να κοι-
τάζει έξω χωρίς όμως να τον ανακαλύψει κανείς από τον δρόμο.
Καθόταν με ένα κασμιρένιο κασκόλ που είχε τυλίξει εφτά φορές
γύρω απ’ τον λαιμό του και φορούσε ένα αντρικό παντελόνι, με
το κάτω μέρος του να έχει κολλήσει σφιχτά πάνω στις γάμπες
του, ενώ το πάνω μέρος κάπως πιο μπόλικο, με τον καβάλο να
κεντράρει είκοσι εκατοστά πάνω απ’ τα γόνατα.
Καθότανεκεί,τυλιγμένοςρούχα,φορώνταςμοντέρναπαντε-
λόνια, παπούτσια με έντονα χρώματα στα πόδια –το νούμερό
του το είχε βρει στην αποθήκη, όπως κι όλα τα άλλα δηλαδή–,
ένα μοχέρ πουλόβερ σε ανοιχτό πράσινο χρώμα, ένα τζάκετ σε
στρατιωτικό στιλ, φτιαγμένο όμως από εξαιρετικά λεπτό ύφα-
σμα για αερόστατα με πουπουλένια επένδυση, σε σχέδιο παραλ-
λαγής. Στο κεφάλι του είχε ένα καπέλο σε στιλ Burberry, από
απαλό καρό ύφασμα, και γυαλιά προστασίας οθόνης, κοκάλινα,
όμως με μεγάλους βραχίονες. Το σκούρο υλικό δεν χλώμιαζε
καθόλου το δέρμα του, ίσα ίσα τόνιζε το σχήμα του προσώπου
καθώς επίσης και αυτήν τη μοναδικότητα, αυτό το παρόν του
άντρα που δεν είχε υπάρξει ποτέ ξανά ως τώρα δίχως.
Όλη του η ύπαρξη ήταν χωρίς όνομα, δίχως δουλειά και
6. 6
Η ΒΙΈΝΝΗ ΣΕ ΑΠΟΣΎΝΘΕΣΗ
σπίτι. Ούτε φιλίες, ούτε οικογένεια, ούτε επιθυμίες ή υποχρε-
ώσεις, διαβατήριο ή ΑΦΜ. Είχε ζήσει χωρίς να τον προσέξει
κανείς, δίχως να τον πάρει είδηση κανένα μάτι. Έπαιρνε το
φαγητό του από το Λεωφορείο της Πρόνοιας, συνήθως στον
κεντρικό σταθμό του Πράτερστερν, για να τρώει μακριά από
τους άλλους· ποτέ δεν τον είχε προσέξει κανένας, ποτέ δεν τον
είχαν ρωτήσει αν ήθελε να πάει κι αυτός στο άσυλο, μάλιστα
τους τελευταίους χειμώνες που ήταν πραγματικά πολύ κρύοι,
προτιμούσε περισσότερο να κουρνιάζει σε κάποιο κατάστημα
επίπλων για να βγάλει στα κρυφά τη νύχτα και να εξαφανι-
στεί το πρωί χωρίς να αφήσει ίχνη. Είχε για χρόνια σχεδιά-
σει ο ίδιος τη ζωή του, τηρώντας οικειοθελή απόσταση από
αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «το σύστημα της κοινωνίας» όποτε
μιλούσε, πράγμα αρκετά σπάνιο, καθώς δεν έλεγε ούτε τέσσε-
ρις προτάσεις τη βδομάδα. Θα μπορούσε να έχει συνεχιστεί
έτσι, με απώτερο σκοπό να μείνει στην ησυχία του και το έπα-
θλο για αυτό να είναι ο βαθμός στον οποίο θα τελειοποιούσε
το αόρατο προφίλ του.
Μετά την καταστροφή, ο άντρας περιπλανιόταν στο
κέντρο, αόρατος στους άλλους επιζώντες που έπεφταν πάνω
του περαστικοί στα προάστια. Αρκεί να έκανε λίγο στην άκρη,
να ακουμπούσε σε μια κολόνα κι αμέσως γινόταν τμήμα του
περιβάλλοντος το οποίο, λόγω της κατάρρευσης και της εκτε-
ταμένης καταστροφής, δεν είχε πια να επιδείξει τίποτα που να
παραπέμπει σε κάποιου είδους ατομικότητα, ή μάλλον καλύ-
τερα, έπρεπε να προσπαθήσει κανείς για να διακρίνει τα όποια
δείγματα ατομικότητας. Μπορεί να μην υπήρχε πια ο καθε-
δρικός ναός του Αγίου Στεφάνου ώστε να προσανατολιστείς,
ούτε και το Haas-Haus ή η εκκλησία του Αγίου Μιχαήλ, και
η Στήλη της Πανώλης στο Γκράμπεν να είχε εξαφανιστεί κι
αυτή, γιατί το Γκράμπεν είχε δικαιολογήσει κυριολεκτικά το
όνομά του.1
Όμως ήταν μερικά πράγματα που δήλωναν την
1. Graben: τάφρος.