1. Η κοινωνία της Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ.
Κατά τον 5ο
αιώνα η κοινωνική διαστρωμάτωση στην Αθήνα είναι:
πολίτες, μέτοικοι και δούλοι.
Πολιτικά δικαιώματα είχαν μόνον οι πολίτες.
Οι πολίτες
Αθηναίοι πολίτες ήσαν όλοι οι εγγεγραμμένοι στο μητρώο του δήμου, κάτοικοι της πόλης που
ανήκαν στις Αθηναϊκές φυλές.
Στην κλασική Αθήνα, η ιδιότητα του πολίτη ήταν αποκλειστικό προνόμιο ενός
περιορισμένου αριθμού ελεύθερων, ενήλικων αντρών.
Με βάση το νόμο του Περικλή (451 π.Χ.), βασική προϋπόθεση για την ιδιότητα του πολίτη
αποτελούσε η αθηναϊκή καταγωγή και από τους δύο γονείς (εξ αμφοίν αστών).
Κάθε αθηναίος πολίτης εγγραφόταν στο μητρώο του δήμου, απ' όπου καταγόταν ο πατέρας
του, αφού αρχικά είχε πιστοποιηθεί και η αθηναϊκή καταγωγή της μητέρας του.
Oι Αθηναίοι παραχωρούσαν σε πολύ ειδικές περιπτώσεις το δικαίωμα του πολίτη και σε μη
Αθηναίους!
Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, για παράδειγμα, δόθηκε το δικαίωμα του
πολίτη στους Πλαταιείς, για να ενισχύσουν την Αθηναϊκή συμμαχία.
Οι πολίτες στα αξιώματα
• Όλοι οι πολίτες έχουν πρόσβαση στα ανώτατα αξιώματα.
• Για το αξίωμα του στρατηγού έπρεπε όμως να διαθέτουν ακίνητη περιουσία στην
Αττική.
• Στο δικαστήριο της Ηλιαίας και στην Βουλή μπορούσαν να μετάσχουν όλοι οι πολίτες
με κλήρωση.
• Στα άλλα δημόσια αξιώματα με εκλογή.
Οι ασχολίες των πολιτών
Ένα πολύ μικρό ποσοστό των πολιτών ήταν οι
ιδιοκτήτες γεωργικών εκτάσεων, βιοτεχνικών
εργαστηρίων και εμπορικών καταστημάτων.
2. Η πλειοψηφία των πολιτών ήταν αγρότες που διέθεταν μικρές γεωργικές ιδιοκτησίες και
ένα ζευγάρι βόδια (ζευγίτες). Οι φτωχοί πολίτες (θήτες) διέθεταν ελάχιστη περιουσία και
έπαιρναν θέση κωπηλάτη στα πολεμικά σκάφη.
Οι μέτοικοι
Οι μέτοικοι ήταν ξένοι που ζούσαν και εργάζονταν ελεύθερα στην Αθήνα ως τεχνίτες και
έμποροι και δεν είχαν δικαίωμα γαιοκτησίας.
Πλήρωναν ετήσιο φόρο, το «μετοίκιον», αξίας 12 δραχμών για τους άντρες και 6
δραχμών για τις γυναίκες. Tο μετοίκιο αντιστοιχούσε στο ημερομίσθιο ενός εργάτη.
Οι πλουσιότεροι μέτοικοι ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν έναν επιπλέον φόρο,
την εισφορά -όπως και οι πλουσιότεροι αθηναίοι πολίτες- σε κρίσιμες περιστάσεις, όπως
ο πόλεμος.
Οι μέτοικοι δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και έπρεπε να έχουν κάποιο Αθηναίο
«προστάτη» που τους αντιπροσώπευε στα δικαστήρια και στις συναλλαγές τους με το
δημόσιο.
Μπορούσαν να έχουν χρήματα και μεγάλη περιουσία, όχι όμως μεγάλη ακίνητη
περιουσία και μεταλλεία.
Πολιτικά δικαιώματα σε μετοίκους δίνονταν σε εξαιρετικές περιπτώσεις λόγω της
μεγάλης τους συμβολής στην ανεξαρτησία της πόλης, δηλαδή γίνονταν ισοτελείς.
Οι μέτοικοι συμμετείχαν ενεργά στην κοινωνική ζωή της Αθήνας. Οργάνωναν συμπόσια,
συμμετείχαν στις γιορτές της πόλης, συνέβαλλαν στην ίδρυση βωμών και στην ανέγερση
κτιρίων. Πολύ συχνά η εκκλησία του Δήμου ψήφιζε τιμητικά ψηφίσματα για τους
μετοίκους που αναλάμβαναν μεγάλες χορηγίες προς την πόλη.
Ανάμεσα στους μετοίκους υπήρχαν πολλοί ονομαστοί φιλόσοφοι, ποιητές και
καλλιτέχνες: Αναξαγόρας, Δημόκριτος, Πρωταγόρας, Ιππίας, Ιππόδαμος, Αριστοτέλης και
πλήθος άλλοι σημαντικοί άνδρες της αρχαιότητας εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα γιατί
εκτιμούσαν τις συνθήκες ζωής που εξασφάλιζε η αθηναϊκή δημοκρατία.
Αθηναίος που έχανε τα πολιτικά του δικαιώματα περιέπιπτε στην κατάσταση του
μετοίκου.
Μέτοικος που δεν μπορούσε να πληρώσει τα χρέη του γινόταν δούλος.
Δούλος που απελευθερώνονταν γινόταν μέτοικος.
Οι δούλοι
Την εποχή του Περικλή υπήρχαν στην Αθήνα περίπου 100.000 δούλοι, που αναλογούσαν σε
40.000 ενήλικους άντρες πολίτες. Οι περισσότεροι δούλοι ήταν αιχμάλωτοι πολέμου.
Οι δούλοι διακρίνονταν σε κατηγορίες:
3. οικιακοί δούλοι
εργάτες μεταλλείων
"χωρίς οικούντες"
δημόσιοι δούλοι
Δούλους δεν είχαν μόνο οι αριστοκράτες. Ακόμη και οικογένειες που καλλιεργούσαν ένα μικρό
χωράφι είχαν δούλους, που βοηθούσαν σε όλες τις εργασίες στο σπίτι και στο κτήμα. Την
αμοιβή του δούλου που απασχολούνταν στα δημόσια έργα την έπαιρνε ο κύριός του.
O δούλος θεωρούνταν κτήμα έμψυχο, που αγοράζεται–πουλιέται-νοικιάζεται-κληροδοτείται ή
δωρίζεται, όπως κάθε κινητό αγαθό.
Δεν είχε νομική υπόσταση, ούτε γνώμη, δεν έπαιρνε πρωτοβουλίες. Αποτελούσε μέρος του
κυρίου του (Πολιτικά , Αριστοτέλης).
Οι δούλοι δεν καταγράφονταν στα μητρώα, αλλά στους περιουσιακούς καταλόγους εφόσον
θεωρούνταν ιδιοκτησία κάποιου.
Ιδιοκτήτης δούλων, δεσπότης, μπορούσε να γίνει κάθε πολίτης, μέτοικος ή ξένος.
Ο δούλος δεν είχε κανένα δικαίωμα ιδιοκτησίας, εκτός αν ο κύριος τού επέτρεπε να κρατάει
κάποιο μέρος των χρημάτων που κέρδιζε από τις διάφορες υπηρεσίες που πρόσφερε. Όμως τα
έσοδα αυτά ανήκαν, από νομική άποψη, στον κύριό του.
Oι αγοραπωλησίες δούλων πραγματοποιούνταν κάθε μήνα στην περιοχή των μεταλλείων στο
Σούνιο και στην Αγορά της Αθήνας.
Η τιμή της αγοράς κάθε δούλου διέφερε ανάλογα με την ηλικία, το φύλο, την καταγωγή, τις
σωματικές ή τις πνευματικές του ικανότητες.
Oι δούλοι που ανταλλάσσονταν με χρήματα,
ονομάζονταν αργυρώνητοι.
Oι δούλοι που ανταλλάσσονταν με αλάτι αποκαλούνταν αλώνητοι.
Οι δημόσιοι δούλοι πολλές φορές ασκούσαν καθήκοντα γραφέων, κυρίως όμως
απασχολούνταν στα δημόσια έργα, ως εργάτες ή ειδικευμένοι τεχνίτες. Μικρός ήταν ο αριθμός
των δημόσιων δούλων και είχαν ως έργο την ασφάλεια της πόλης: 300 Σκύθες τοξότες
αποτελούσαν αστυνομική δύναμη.
Κριτική κατά της δουλείας ασκήθηκε από ελάχιστους στοχαστές της κλασικής Αρχαιότητας,
ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται ο τραγικός ποιητής Eυριπίδης, ο μαθητής του
Γοργία Aλκιδάμας και ο Φιλήμονας.
Η ζωή των δούλων
Ο αθηναϊκός νόμος απαγόρευε στον δεσπότη να σκοτώσει το δούλο του, επέτρεπε
όμως το βασανισμό ή την κακομεταχείρισή του.
H θνησιμότητα των δούλων ήταν υψηλή σε περιπτώσεις απάνθρωπων συνθηκών
εργασίας, όπως για παράδειγμα στα μεταλλεία του Λαυρίου.
Σε πιο καλή μοίρα βρίσκονταν οι περισσότεροι δούλοι- τεχνίτες ή αγρότες, αλλά
κυρίως αυτοί που είχαν υψηλή εξειδίκευση, πως για παράδειγμα οι ζωγράφοι.
4. Στην καλύτερη θέση βρίσκονταν οι δημόσιοι δούλοι, όπως επίσης και εκείνοι που
εργάζονταν ανεξάρτητα («χωρίς οικούντες»), καταβάλλοντας στον κύριό τους μια
εισφορά. Στην κατηγορία αυτή ανήκαν κυρίως οι δούλοι που ασχολούνταν με το
εμπόριο ή με τραπεζικές εργασίες.