Ο Θουκυδίδης συνοψίζει το ιδεώδες του Αθηναίου πολίτη στον Επιτάφιο που εκφώνησε ο Περικλής στην αργή του Πελοποννησιακού πολέμου:
Αγαπούμε το ωραίο και μένουμε απλοί - αγαπούμε τη θεωρία και δεν καταντούμε νωθροί. Ο πλούτος στέκει για μας πιο πολύ αφορμή για κάποιο έργο παρά για παινεψιές και λόγια – και τη φτώχια του να την παραδεχτεί κανείς, δεν είναι ντροπή - πιο ντροπή είναι να μην κοιτάξει δουλεύοντας να την ξεφύγει. Και είμαστε οι ίδιοι που φροντίζουμε και για τα δικά μας και για τα πολιτικά μαζί πράγματα, κι ενώ καθένας μας κοιτάζει τη δουλειά του, άλλος άλλη, δεν κατέχουμε γι’ αυτό λιγότερο τα πολιτικά. Γιατί είμαστε οι μόνο που όποιον δεν παίρνει καθόλου μέρος σ αυτά, τον θαρρούμε έναν άνθρωπο όχι ήσυχο μόνο άχρηστο, κι ακόμα που ή παίρνουμε οι ίδιοι, την απόφαση που ταιριάζει ή τουλάχιστο φτάνουμε σε μια σωστή κρίση για τα πράγματα- γιατί δεν πιστεύουμε πως τα λόγια φέρνουν βλάβη στα έργα - να μη διδαχθούμε πρώτα με το λόγο, πριν φτάσουμε να ενεργήσουμε όσα πρέπει αυτό είναι που θαρρούμε πιο βλαβερό …. Με δυο λόγια: λέω πως η πόλη μας στο σύνολό της είναι το σχολείο της Ελλάδας
(40, 1-2 και 2 ,41, 1. Μτφρ. L Θ. Κακριδής, εκδ. βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 19&6),
----------------
Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου μᾶλλον καιρῷ ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον. ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι· μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ' ἀχρεῖον νομίζομεν, καὶ οἱ αὐτοὶ ἤτοι κρίνομέν γε ἢ
2. ΟΙ ΤΑΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΪΚΗΟΙ ΤΑΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΪΚΗ
ΚΟΙΝΩΝΙΑ.ΚΟΙΝΩΝΙΑ.
Οι τάξεις στα χρόνια τηςΟι τάξεις στα χρόνια της
αθηναϊκής κοινωνίας ήταν τρείςαθηναϊκής κοινωνίας ήταν τρείς
ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΠΟΛΗΤΕΣΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΠΟΛΗΤΕΣ
ΟΙ ΜΕΤΟΙΚΟΙΟΙ ΜΕΤΟΙΚΟΙ
ΚΑΙ ΟΙ ΔΟΥΛΟΙΚΑΙ ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ
(ΠΕΡΙΚΛΗΣ)(ΠΕΡΙΚΛΗΣ)
3. Στην κλασική Αθήνα, η ιδιότητα του πολίτη ήταν
αποκλειστικό προνόμιο ενός περιορισμένου αριθμού
ελεύθερων, ενήλικων αντρών. Με βάση το νόμο του
Περικλή (451 π.Χ.), βασική προϋπόθεση για την ιδιότητα
του πολίτη αποτελούσε η αθηναϊκή καταγωγή και από
τους δύο γονείς (εξ αμφοίν αστών).
Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, ο συγκεκριμένος
νόμος απέβλεπε στον περιορισμό εκείνων που
απολάμβαναν τα προνόμια του αθηναίου πολίτη.
Αντίθετα, άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το μέτρο
αποσκοπούσε στην προστασία του ίδιου του συστήματος
της δημοκρατίας.
Η ανεξέλεγκτη αύξηση του αριθμού των πολιτών έθετε το
πολίτευμα σε κίνδυνο, καθώς αρχή της δημοκρατίας είναι
η άμεση συμμετοχή όλων των πολιτών.
4. Κάθε αθηναίος πολίτης εγγραφόταν στο μητρώο του
δήμου, απ' όπου καταγόταν ο πατέρας του, αφού αρχικά
είχε πιστοποιηθεί και η αθηναϊκή καταγωγή της μητέρας
του. Αυτό διαπιστωνόταν με έμμεσο τρόπο, δηλαδή με
έλεγχο της πολιτογράφησης του πατέρα της, εφόσον η
ίδια, όπως όλες οι γυναίκες, δεν είχε πολιτικά
δικαιώματα. Η εγγραφή λοιπόν στο μητρώο ήταν η
βασική προϋπόθεση για την πιστοποίηση των αθηναίων
πολιτών. Επειδή όμως στην Αθήνα η διάκριση μεταξύ
αστού και πολίτη δεν ήταν τόσο ευδιάκριτη, ο ρόλος των
φρατριών εξακολουθούσε να είναι σημαντικός στον
καθορισμό των γνήσιων πολιτών.
5. • Oι Αθηναίοι παραχωρούσαν σε πολύ ειδικές
περιπτώσεις το δικαίωμα του πολίτη και σε μη
Αθηναίους. Κατά την κρίσιμη περίοδο του
Πελοποννησιακού πολέμου, για παράδειγμα,
δόθηκε το δικαίωμα του πολίτη στους Πλαταιείς,
με σκοπό την ενδυνάμωση της υπάρχουσας
συμμαχίας. Mετά τη ναυμαχία των Αργινουσών
(406 π.Χ.), το δικαίωμα αυτό παραχωρήθηκε
στους Σαμίους και σε ορισμένους δούλους για τη
σύμπραξή τους με τους Αθηναίους.
6. Με τον όρο μέτοικος εννοείτο κατά την αρχαιότητα εκείνος
που κατοικούσε στα όρια μιας πόλης-κράτους αλλά δεν
καταγόταν από αυτήν. Οι μέτοικοι είχαν συνήθως
περιορισμένα ή καθόλου πολιτικά δικαιώματα. Ο όρος είναι
κυρίως γνωστός από την αρχαία Αθήνα, την πόλη που
συγκέντρωνε τους περισσότερους ξένους λόγω της αίγλης
και της οικονομικής ανάπτυξής της.
7. Πολιτικά δικαιώματα στην αρχαία Αθήνα χορηγούνταν μόνο σε
ειδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες μη πολίτες πρόσφεραν
σημαντικές υπηρεσίες στην πόλη και μπορούσαν να γίνουν
ισοτελείς, αλλά όχι πολίτες.Αυτή ήταν η προστασία του συστήματος,
καθώς ο ξένος δεν μπορούσε να συμμετέχει στις αποφάσεις του
Δήμου ή να διεκδικήσει κάποιο είδος πολιτικής εξουσίας. Όσον
αφορά στην οικονομική βοήθεια της αθηναϊκής δημοκρατίας προς
τους μη πολίτες ήταν μάλλον ανύπαρκτη, καθώς δε δικαιούνταν
μισθού. Αντίθετα, υπήρξαν οικονομικές υποχρεώσεις των μετοίκων
προς την πόλη, όπως το μετοίκιον, που συγκαταλεγόταν στα
επίσημα έσοδα του κράτους ή τα θεωρικά (για τους εύπορους
μετοίκους). Η αθηναϊκή δημοκρατία δεν κατόρθωσε, παρά τον
γόνιμο σπόρο της, να μεταβληθεί σε οικονομική δημοκρατία. Το
μικρό χρονικό διάστημα των μεταρρυθμίσεων που απέδωσαν μετά
τους περσικούς πολέμους ένα είδος οικονομικής δημοκρατίας, δε
διατηρήθηκε επί μακρόν και δεν αγκάλιασε τις πληθυσμιακές
ομάδες των μη πολιτών.
8. Οι μέτοικοι συμμετείχαν ενεργά στις στρατιωτικές
δραστηριότητες ως στρατιώτες κυρίως σε συνοριακά
φυλάκια, όπως επίσης και στους περισσότερους
παραγωγικούς τομείς και όσον αφορά στο εμπόριο, ο ρόλος
τους υπήρξε κυριαρχικός. Τα μεγάλα δημόσια έργα, οι
περισσότερες βιοτεχνίες και αρκετά επαγγέλματα που
σχετίζονταν με τις επιστήμες, τις τέχνες, τη φιλοσοφία και τη
ρητορική είχαν περιέλθει στα χέρια τους. Για να μη χάσει
αυτό το σημαντικό κεφάλαιο η Αθήνα, έδινε στους μετοίκους
γενικά τα ίδια δικαιώματα ενώπιον των δικαστηρίων, όπως
και στους πολίτες. Ο Αναξαγόρας, ο Δημόκριτος, ο
Ιππόδαμος, ο Αριστοτέλης και άλλες σημαντικές
φυσιογνωμίες της κλασικής Αθήνας είναι παραδείγματα
τέτοιων ανθρώπων που δεν κατείχαν την ιδιότητα του
πολίτη, αλλά πρόσφεραν σημαντικές υπηρεσίες στην πόλη.
(Πομπή μετοίκων πιθανόν για την κατασκευή του
Παρθενώνα)
9. Στην Aθήνα, μετά την απαγόρευση από το Σόλωνα της
υποδούλωσης αθηναίων πολιτών εξαιτίας χρεών τους (αρχές
6ου αιώνα π.Χ.), οι δούλοι προέρχονταν κατά κανόνα από
άλλες περιοχές. Oι αγοραπωλησίες δούλων
πραγματοποιούνταν κάθε μήνα στην περιοχή των
μεταλλείων στο Σούνιο, και στο άστυ στην Αγορά.
Η τιμή της αγοράς τους ποίκιλλε ανάλογα με την ηλικία, το
φύλο, την καταγωγή, τις σωματικές ή τις πνευματικές
ικανότητες του προσφερόμενου δούλου. Oι δούλοι, οι οποίοι
ανταλλάσσονταν με χρήματα, ονομάζονταν αργυρώνητοι.
Aπό μία στήλη πώλησης δούλων που βρέθηκε στην Aττική,
και χρονολογείται στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ., τα παιδιά
πωλούνταν 70 δραχμές (τα αμόρφωτα παιδιά 50 δραχμές),
ενώ οι άντρες 200 δραχμές. Τα παραπάνω ποσά απέκλιναν
σημαντικά στις περιπτώσεις πώλησης διακεκριμένων
προσώπων, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του
φιλοσόφου Πλάτωνα που πουλήθηκε ως σκλάβος στην
Αίγινα και ο αγοραστής του πλήρωσε 2000 ή 3000 δραχμές.
Oι δούλοι, οι οποίοι ανταλλάσσονταν με αλάτι αποκαλούνταν
αλώνητοι.
10. Οι δούλοι διακρίνονταν σε κατηγορίες ανάλογα με την
εργασία που προσέφεραν. Έτσι διαμορφώνονται οι εξής
κατηγορίες: οικιακοί δούλοι, εργάτες μεταλλείων, "χωρίς
οικούντας", δημόσιοι δούλοι.
O δούλος θεωρούνταν απόκτημα, κτήμα έμψυχο, που -όπως
κάθε κινητό αγαθό- αγοράζεται και πωλείται, ενοικιάζεται,
κληροδοτείται ή δωρίζεται. ’τομο χωρίς νομική υπόσταση,
πρωτοβουλίες και γνώμη, ο δούλος ήταν προσκολλημένος
στον κύριό του, αποτελούσε -όπως χαρακτηριστικά γράφει
στα Πολιτικά ο Αριστοτέλης- μέρος του κυρίου, κατά κάποιον
τρόπο έμψυχο μέρος του σώματός του, αλλά ξεχωριστό.
11. Ιδιοκτήτης δούλων, δεσπότης, μπορούσε να γίνει κάθε
ελεύθερο άτομο, πολίτης, μέτοικος ή ξένος. Ένας μικρός
αριθμός δούλων, επιφορτισμένων με την ασφάλεια της
πόλης, ήταν ιδιοκτησία του δήμου των Αθηναίων. Aντικείμενο
ιδιοκτησίας ο ίδιος, καταγραμμένος όχι στα μητρώα, αλλά
στους περιουσιακούς καταλόγους, ο δούλος δεν είχε κανένα
δικαίωμα ιδιοκτησίας, εκτός αν ο κύριος τού επέτρεπε να
κρατάει κάποιο μέρος των χρημάτων που κέρδιζε από τις
ποικίλες υπηρεσίες, που προσέφερε. Όμως τα έσοδα αυτά
ανήκαν, από νομική άποψη, στον κύριό του.
Στην Αθήνα, το δικαίωμα της ζωής ήταν εξασφαλισμένο
στους δούλους. Ενώ ο κύριος δεν μπορούσε να σκοτώσει το
δούλο του, ο αθηναϊκός νόμος επέτρεπε το βασανισμό ή την
κακομεταχείρισή του από τον ιδιοκτήτη του. H θνησιμότητα
των δούλων ήταν βέβαια υψηλή σε περιπτώσεις
απάνθρωπων συνθηκών εργασίας, όπως για παράδειγμα
στα μεταλλεία του Λαυρίου.