1. 50, 51 Παρωδία δίκης
50
Μόλις (ο Θηραμένης), αφού είπε αυτά, σταμάτησε και η βουλή φανερά τον επιδοκίμασε με
φωνές, ο Κριτίας επειδή γνώριζε ότι, αν επέτρεπε στη βουλή να αποφασίσει γι' αυτόν, θα
γλίτωνε κι αυτό δεν μπορούσε να το ανεχθεί, αφού πλησίασε και συζήτησε λίγο με τους
Τριάκοντα, βγήκε έξω και διέταξε αυτούς που κρατούσαν φανερά τα εγχειρίδια να σταθούν
κοντά στα κιγκλιδώματα της βουλής.
51
Κι αφού μπήκε πάλι μέσα, είπε: "Εγώ, βουλευτές, νομίζω ότι έργο του άξιου ηγέτη πρέπει να
είναι, όταν βλέπει τους φίλους του να εξαπατώνται, να μην το επιτρέπει. Κι εγώ λοιπόν αυτό θα
κάνω. Γιατί κι αυτοί που στέκονται (στα κιγκλιδώματα) δηλώνουν ότι δε θα μας (το)
επιτρέψουν, να αθωώσουμε τον άνθρωπο που φανερά βλάπτει την ολιγαρχία. Γιατί βέβαια
υπάρχει (απόφαση) στους καινούριους νόμους να μην εκτελείται κανείς απ'' όσους ανήκουν
στους τρεις χιλιάδες χωρίς τη δική σας ψήφο, μα για όσους είναι έξω από τον κατάλογο
αρμόδιοι να θανατώνουν να είναι οι Τριάκοντα. Εγώ λοιπόν, είπε, αυτόν εδώ το Θηραμένη τον
διαγράφω από τον κατάλογο με τη σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και αυτόν, είπε, εμείς τον
καταδικάζουμε σε θάνατο".
Βιβλίο 2. Κεφάλαιο 3. §17-49 Περίληψη
Καθώς πλήθαιναν οι αυθαιρεσίες του καθεστώτος και οι άδικες εκτελέσεις πολιτών, πολλοί
άρχισαν να ανησυχούν και να προσπαθούν να αντιδράσουν. O Θηραμένης υποστήριξε και πάλι ότι
θα έπρεπε να μοιραστούν την εξουσία με αρκετούς άλλους. O Κριτίας και άλλοι από τους
Τριάκοντα διάλεξαν τρεις χιλιάδες Αθηναίους, για να μετέχουν στην άσκηση της εξουσίας. O
Θηραμένης έκρινε παράλογο το μέτρο και τις μεθοδεύσεις, οι αντίπαλοί του όμως αφόπλισαν
όλους τους άλλους Αθηναίους, εκτός από τους «Τρισχιλίους». Κυριάρχησε πλέον η τρομοκρατία.
Σκότωσαν πολλούς ή από προσωπικό μίσος ή για τα χρήματά τους. Αποφάσισαν να συλλάβει ο
καθένας τους από ένα μέτοικο, να τον σκοτώσουν και να δημεύσουν την περιουσία του. Τέλος,
έκριναν ότι ο Θηραμένης ήταν σοβαρό εμπόδιο στις αυθαιρεσίες τους και άρχισαν να τον
συκοφαντούν στους βουλευτές, στον καθένα ξεχωριστά, ότι είναι επικίνδυνος για το καθεστώς.
Κατόπιν κάλεσαν σε συνεδρία τη Βουλή και ειδοποίησαν τους πιο αδίστακτους νεαρούς,
(«παρακρατικούς»), να είναι εκεί με μαχαίρια κάτω από τη μασχάλη. O Κριτίας στην αγόρευσή
του κατηγόρησε τον Θηραμένη ως αναξιόπιστο πολιτικό («κόθορνο», σαν το υπόδημα των
ηθοποιών του θεάτρου που ταίριαζε και στα δύο πόδια), συμφεροντολόγο, ύπουλο και προδότη. O
Θηραμένης στην απολογία του υποστήριξε ότι πάντα πολιτεύθηκε με μετριοπάθεια και σύνεση, ότι
οι ακρότητες του καθεστώτος των Τριάκοντα και οι αδικίες προκαλούν δίκαιες αντιδράσεις και ότι
ποτέ, σε δημοκρατικό ή σε τυραννικό καθεστώς, δεν επεδίωξε να στερήσει τίμιους πολίτες από τα
πολιτικά τους δικαιώματα.
2. 52, 53 Η αντίδραση του Θηραμένη
52
Μόλις άκουσε αυτά ο Θηραμένης, πήδησε πάνω στο βωμό και είπε: «Εγώ, είπε, άντρες,
ικετεύω, σε ό,τι πιο δίκαιο υπάρχει, να μην έχει ο Κριτίας το δικαίωμα να διαγράψει ούτε
εμένα ούτε όποιον θέλει από εσάς, αλλά σύμφωνα με αυτόν το νόμο που αυτοί έγραψαν για
όσους βρίσκονται στον κατάλογο, σύμφωνα με αυτόν κι εσείς πρέπει να αποφασίσετε για μένα.
53
Κι αυτό βέβαια, είπε, μα τους θεούς δεν το αγνοώ, ότι δηλαδή καθόλου δε θα είναι αρκετός να
με προστατέψει αυτός ο βωμός, αλλά θέλω και αυτό να αποδείξω, ότι δηλαδή αυτοί δεν είναι
μόνο οι πιο άδικοι απέναντι στους ανθρώπους, αλλά και απέναντι στους θεούς είναι
ασεβέστατοι. Μ' εσάς όμως, είπε, άντρες καλοί και ενάρετοι, απορώ που δε θα βοηθήσετε τους
εαυτούς σας, παρόλο που γνωρίζετε ότι καθόλου το δικό μου όνομα δεν είναι πιο εύκολο να
διαγραφεί από του καθενός από σας».
54-56 Η εκτέλεση του Θηραμένη
54
Ύστερα από αυτό διέταξε ο κήρυκας των Τριάκοντα τους Έντεκα να συλλάβουν το Θηραμένη·
κι όταν εκείνοι μπήκαν μέσα με τους βοηθούς τους, με επικεφαλής τους το Σάτυρο, τον
θρασύτατο κι αναιδέστατο, είπε ο Κριτίας «Σας παραδίδουμε, είπε, αυτόν εδώ τον Θηραμένη
που έχει καταδικαστεί σύμφωνα με το νόμο. Εσείς πάρτε τον και οδηγήστε τον εκεί που πρέπει
για να κάνετε τα υπόλοιπα».
55
Μόλις είπε αυτά, τον έσυρε ο Σάτυρος από το βωμό, τον τραβούσαν και οι υπηρέτες. Κι ο
Θηραμένης, όπως ήταν φυσικό, επικαλούνταν και θεούς και ανθρώπους να δουν όσα γίνονταν.
Και οι βουλευτές δεν αντιδρούσαν, και επειδή έβλεπαν τους όμοιους με το Σάτυρο στα
κιγκλιδώματα και το χώρο μπροστά στο βουλευτήριο γεμάτο φρουρούς, και επειδή ήξεραν ότι
είχαν έρθει οπλισμένοι με μαχαίρια.
56
Αυτοί οδήγησαν τον άντρα μέσα από την αγορά ενώ αυτός κραυγάζοντας φανέρωνε στον κόσμο
όσα πάθαινε. Λένε και μια φράση, κι αυτή δική του. Όταν ο Σάτυρος είπε ότι θα κλάψει, αν δε
σωπάσει, ρώτησε: «Κι αν σωπάσω», είπε, «δε θα θρηνήσω άραγε;» Και όταν βέβαια,
αναγκασμένος να πεθάνει, ήπιε το κώνειο, είπαν πως, ό,τι είχε μείνει, αφού το έριξε μακριά
παίζοντας κότταβο, είπε: «Αυτό στην υγεία του γενναιόδωρου Κριτία». Κι αυτό βέβαια το
ξέρω, ότι αυτές οι κουβέντες δεν είναι αξιόλογες, μα εκείνο θεωρώ αξιοθαύμαστο για τον
άνθρωπο, όταν βρισκόταν κοντά στο θάνατο ούτε η αυτοκυριαρχία ούτε η διάθεση για αστεία
έλειψαν από την ψυχή του.