2. Χόρχε Μπουκάι
• Ο Χόρχε Μπουκάι γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου
1949 στην πρωτεύουσα της Αργεντινής, το
Μπουένος Άιρες.
• Στην ηλικία των δεκατριών άρχισε να δουλεύει και
ασχολήθηκε με διάφορες δουλειές π.χ. πωλητής
βιβλίων, καλτσών, οδηγός ταξί κ.α.
3. Χόρχε Μπουκάι
• Το 1973 αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του
Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες.
• Ειδικεύτηκε στη θεραπεία των νοητικών ασθενειών
εργαζόμενος στο νοσοκομείο «Κάρμεν» της Καλιφόρνιας και
την κλινική της «Σάντα Μόνικα» του Μπουένος Άιρες.
• Εργάστηκε ως συντονιστής θεραπευτικών ομάδων στη
Γρανάδα, στην Ισπανία και στο Μεξικό.
4. Χόρχε Μπουκάι
• Είναι γιατρός ψυχοθεραπευτής και επίσης έχει
γράψει βιβλία τα δώδεκα από τα οποία έχουν
μεταφραστεί σε πάνω από δεκαεφτά γλώσσες.
• Έχει κάνει διαλέξεις και σεμινάρια στην Αργεντινή,
στην Ισπανία, στις ΗΠΑ και στην Ιταλία.
5. Χόρχε Μπουκάι
Μερικά από τα πιο γνωστά του βιβλία είναι:
• Γράμματα για την Κλαούντια
• Να σου πω μια ιστορία
• Ιστορίες να σκεφτείς
• Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας
Επίσης έχει κάνει και μία σειρά βιβλίων τα οποία
αποτελούνται από:
• Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης
• Ο δρόμος της συνάντησης
• Ο δρόμος των δακρύων
• Ο δρόμος της ευτυχίας
6. Χόρχε Μπουκάι
• Στον Μπουκάι του αρέσει να αυτοαποκαλείται «επαγγελματίας βοηθός»
επειδή, σύμφωνα με αυτόν, μέσω των διαλέξεών του και των βιβλίων
του, επιδιώκει να προσφέρει θεραπευτικά εργαλεία, έτσι ώστε όλοι να
είναι σε θέση να θεραπεύσουν τον εαυτό τους. Συγκεκριμένα έχει πει:
• «Έπρεπε επίσης να δώσω ορισμό στον εαυτό μου, για μην είμαι
ξεχωριστός από τους άλλους. Δεν ήμουν αυτό που ήταν οι
υπόλοιποι, αλλά τι ήμουν; Έτσι έπρεπε να βρω έναν νέο τρόπο για
να ορίσω τον εαυτό μου. Και τον βρήκα: «επαγγελματίας βοηθός».
«Βοηθός» για τη βοήθεια και «επαγγελματίας» επειδή έχω
εκπαιδευτεί για τη δουλειά και πληρώνομαι για να την κάνω »
7. Χόρχε Μπουκάι
• Η κοινωνία φέρνει ευθύνη για τα προβλήματα ενός ατόμου μόνο
μέχρι να γίνει ενήλικας.
• Δουλεύω για την ιδέα Ανάλαβε την ζωή σου, αυτό που έχεις είναι
δική σου ευθύνη. Πιστεύω ότι ο κόσμος δεν είναι μέρος για
ανταγωνισμό, αλλά για να προσφέρεις και να μοιράζεσαι, και μια
απαραίτητη προϋπόθεση είναι να κοιτάξει κανείς τον ίδιο του τον
εαυτό.
8. Η αλληγορίας της άμαξας (Ο δρόμος
της απεξάρτησης )
Όταν ήρθαμε στον κόσμο, βγήκαμε από το «σπίτι» μας και βρήκαμε μπροστά
μας ένα δώρο: το σώμα μας. Μια άμαξα που σχεδιάστηκε ειδικά για τον
καθένα από μας. Ένα όχημα ικανό να προσαρμόζεται στις αλλαγές που
φέρνει ο χρόνος, αλλά και να παραμένει απαράλλαχτο σε όλη τη διάρκεια
του ταξιδιού. Λίγο μετά τη γέννηση, το σώμα μας κατέγραψε μια
επιθυμία, μια ανάγκη, μια ενστικτώδη απαίτηση, και κινήθηκε. Η άμαξα
αυτή – το σώμα -, δεν θα είχε καμία χρησιμότητα χωρίς άλογα.
Τα άλογα είναι οι επιθυμίες μας. Τότε εμφανίζεται ο ρόλος του αμαξά: το
μυαλό, η διάνοιά μας, η ικανότητά μας για λογική σκέψη. Ο αμαξάς θα
διαχειριστεί όσο καλύτερα γίνεται το πέρασμά μας από αυτή τη ζωή.
Πρέπει να ξέρουμε ότι ο καθένας από εμάς είναι, τουλάχιστον οι τρεις
αυτές προσωπικότητες που συνεργάζονται… Εσύ είσαι, αναγνώστη, η
άμαξα, εσύ τα άλογα κι ο αμαξάς σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, που
είναι η ίδια σου η ζωή. Εσύ θα φροντίσεις να υπάρχει αρμονία ανάμεσα
σ’ αυτά τα τρία μέρη και να μην παραμελήσεις κανέναν από αυτούς τους
τρεις πρωταγωνιστές.
9. Η αλληγορίας της άμαξας (Ο δρόμος
της απεξάρτησης )
Μην αφήσεις το κορμί σου να το παρασύρουν μόνο οι ορμές, τα συναισθήματα ή τα
πάθη σου. Θα είναι φοβερά επικίνδυνο και μπορεί να αποβεί εις βάρος σου. Μ’
άλλα λόγια, χρειάζεσαι το μυαλό για να βάλεις κάποια τάξη στη ζωή σου. Ο
αμαξάς χρειάζεται για να καθορίζει τον δρόμο, την πορεία. Τα άλογα είναι, όμως,
αυτά που πραγματικά οδηγούν την άμαξα. Μην επιτρέψεις στον αμαξά να τα
παραμελεί. Έχουν ανάγκη από τροφή και προστασία, γιατί… τι θα έκανες χωρίς
άλογα; Τι θα ήσουν αν είχες μόνο σώμα και μυαλό; Πώς θα ήταν η ζωή σου αν δεν
είχες καμία επιθυμία; Θα ζούσες όπως αυτοί που περνάνε από τον κόσμο χωρίς
να έχουν επαφή με τα συναισθήματά τους, αφήνοντας μόνο το μυαλό τους να
οδηγεί την άμαξα.
Φυσικά, ούτε την άμαξα μπορείς να παραμελήσεις, γιατί πρέπει να κρατήσει για όλο
το ταξίδι. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να την επισκευάζεις, να τη φροντίζεις, να τη
λουστράρεις, να κάνεις δηλαδή ό,τι απαιτείται για τη συντήρησή της. Αν δεν την
προσέχει κανείς, η άμαξα χαλάει, κι άμα χαλάσει η άμαξα, τελειώνει το ταξίδι.
Όταν λοιπόν είμαι σε θέση να τα ενσωματώσω όλα αυτά, όταν ξέρω ότι είμαι το
σώμα μου, ο πονοκέφαλος και η πείνα μου, το κέφι, οι επιθυμίες και τα ένστικτά
μου… ότι είμαι ακόμη οι στοχασμοί, ο νους που σκέφτεται και οι εμπειρίες μου…
τότε είμαι έτοιμος να πορευτώ, με τα κατάλληλα εφόδια, τον δρόμο που σήμερα
επιλέγω για μένα.
10. Ιστορίες του Μπουκάι
Ιστορίες για να σκεφτείς
• Ο ερευνητής:
• https://fairytalesdreams.wordpress.com/2013/03/19/%ce%bf-
%ce%b5%cf%81%ce%b5%cf%85%ce%bd%ce%b7%cf%84%ce%ae%cf%82/
• Η πόλη των πηγαδιών:
• https://fairytalesdreams.wordpress.com/2012/05/03/%ce%b7-%cf%80%cf%8c%ce%bb%ce%b7-
%cf%84%cf%89%ce%bd-%cf%80%ce%b7%ce%b3%ce%b1%ce%b4%ce%b9%cf%8e%ce%bd/
• Ο μικρός Πάντσο:
• https://fairytalesdreams.wordpress.com/2012/03/17/%cf%84%ce%b1-
%cf%80%ce%b1%ce%b9%ce%b4%ce%b9%ce%ac-%ce%ae%cf%84%ce%b1%ce%bd-
%ce%bc%cf%8c%ce%bd%ce%b1/
• Το μυστικό της χαράς:
• https://www.dinfo.gr/%CF%87%CF%8C%CF%81%CF%87%CE%B5-
%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BA%CE%AC%CE%B9-%CF%84%CE%BF-
%CE%BC%CF%85%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%84%CE%B7%CF%82-
%CF%87%CE%B1%CF%81%CE%AC%CF%82/
• Ο δρόμος της απεξάρτησης – Φύλλα πορείας Ι
• https://enallaktikidrasi.com/2019/06/jorge-bucay-alligoria-tis-amaksas/
11. Ο ερευνητής (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
• Αυτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου τον οποίο εγώ θα
χαρακτήριζα ερευνητή… Ερευνητής είναι κάποιος που ψάχνει, όχι
απαραιτήτως κάποιος που βρίσκει. Ούτε είναι κάποιος που ξέρει
στα σίγουρα τι είναι αυτό που ψάχνει. Είναι, απλώς, κάποιος για
τον οποίο η ζωή αποτελεί μια αναζήτηση. Μια μέρα, ο ερευνητής
διαισθάνθηκε ότι έπρεπε να πάει προς την πόλη του Καμίρ. Είχε
μάθει να δίνει μεγάλη σημασία στα προαισθήματα του, που
πήγαζαν από ένα μέρος δικό του μεν, άγνωστο δε. Μετά από δύο
μέρες πορείας στους σκονισμένους δρόμους, διέκρινε από μακριά
το Καμίρ. Λίγο πριν φτάσει στο χωριό, του τράβηξε την προσοχή
ένας λόφος, δεξιά από το μονοπάτι. Ήταν σκεπασμένος από
υπέροχη πρασινάδα και γεμάτος με δέντρα, πουλιά και μαγευτικά
λουλούδια. Τον περιτριγύριζε κάτι σαν μικρός φράχτης φτιαγμένος
από βαμμένο ξύλο.
12. Ο ερευνητής (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
• Μια μπρούντζινη πορτούλα τον προσκαλούσε να μπει. Ξαφνικά,
αισθάνθηκε να ξεχνά το χωριό και υπέκυψε στην επιθυμία του να
ξαποστάσει για λίγο σ’ εκείνο το μέρος. Ο ερευνητής πέρασε την είσοδο κι
άρχισε να βαδίζει αργά δίπλα στις λευκές πέτρες που ήταν
τοποθετημένες ανάκατα ανάμεσα στα δέντρα. Άφησε το βλέμμα του να
ξαποστάσει σαν την πεταλούδα, σε κάθε λεπτομέρεια του πολύχρωμου
αυτού παραδείσου. Τα μάτια του, όμως, ήταν μάτια ερευνητή, κι ίσως γι’
αυτό ανακάλυψε εκείνη την επιγραφή πάνω σε μια απ’ τις πέτρες:
• Αμπντούλ Ταρέγκ: έζησε 8 χρόνια, 6 μήνες, δύο εβδομάδες και 3 μέρες.
Τρόμαξε λίγο συνειδητοποιώντας ότι εκείνη η πέτρα δεν ήταν απλώς μια
πέτρα: ήταν μια ταφόπλακα.
Λυπήθηκε όταν σκέφτηκε ότι ένα παιδί τόσο μικρής ηλικίας ήταν θαμμένο
σ’ εκείνο το μέρος.
Κοιτάζοντας γύρω του, ο άνθρωπος ότι και η διπλανή πέτρα είχε μια
επιγραφή. Πλησίασε να τη διαβάσει. Έλεγε:
• Γιαμίρ Καλίμπ: έζησε 5 χρόνια, 8 μήνες και 3 εβδομάδες.
13. Ο ερευνητής (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
• Ο ερευνητής αισθάνθηκε φοβερή συγκίνηση. Αυτό το πανέμορφο μέρος
ήταν νεκροταφείο, και κάθε πέτρα ήταν ένας τάφος. Μία μία, άρχισε να
διαβάζει τις πλάκες. Όλες είχαν παρόμοιες επιγραφές: ένα όνομα και τον
ακριβή χρόνο ζωής του νεκρού. Αλλά αυτό που τον τάραξε περισσότερο
ήταν η διαπίστωση ότι ο άνθρωπος που είχε ζήσει τον πιο πολύ καιρό,
μόλις που ξεπερνούσε τα έντεκα χρόνια… Νικημένος από μια αβάσταχτη
θλίψη, έκατσε κι άρχισε να κλαίει. Ο φύλακας του νεκροταφείου που
περνούσε από εκεί τον πλησίασε. Τον κοίταξε να κλαίει για λίγο σιωπηλός,
και μετά τον ρώτησε αν έκλαιγε για κάποιον συγγενή. «Όχι, για κανέναν
συγγενή» είπε ο ερευνητής. «Τι συμβαίνει σ’ αυτό το χωριό; Τι πράγμα
φοβερό έχει αυτός ο τόπος; Γιατί έχει τόσα πολλά νεκρά παιδιά θαμμένα
σ’ αυτό το μέρος; Ποια είναι η τρομερή κατάρα που βαραίνει αυτούς τους
ανθρώπους και τους έχει υποχρεώσει να φτιάξουν ένα νεκροταφείο για
παιδιά;»
14. Ο ερευνητής (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
• Ο ηλικιωμένος χαμογέλασε και είπε: «Μπορείτε να
ηρεμήσετε. Δεν υπάρχει τέτοια κατάρα. Αυτό που
συμβαίνει είναι ότι εδώ έχουμε ένα παλιό έθιμο. Θα
σας εξηγήσω …» Όταν ένας νέος συμπληρώνει τα
δεκαπέντε του χρόνια, οι γονείς του τού χαρίζουν ένα
τετράδιο όπως αυτό που έχω εδώ, για να το κρεμάει
στο λαιμό. Είναι παράδοση στον τόπο μας. Από τη
στιγμή εκείνη κι έπειτα, κάθε φορά που κάποιος
απολαμβάνει έντονα κάτι, ανοίγει το τετράδιο και
σημειώνει:
Στα δεξιά, αυτό που απόλαυσε.
Στ’ αριστερά, πόσο χρόνο κράτησε η απόλαυση.
15. Ο ερευνητής (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
• «Έστω ότι γνώρισε μια κοπέλα και την ερωτεύτηκε. Πόσο κράτησε
το μεγάλο αυτό πάθος και η χαρά της γνωριμίας τους; Μια
εβδομάδα; Δύο; Τρεις και μισή; Και μετά, η συγκίνηση του πρώτου
φιλιού, η θαυμάσια ευχαρίστηση του πρώτου φιλιού … Πόσο
κράτησε; Μόνο το ενάμισι λεπτό του φιλιού; Δύο μέρες; Μια
εβδομάδα; Και η εγκυμοσύνη, και η γέννηση του πρώτου παιδιού;
Και ο γάμος των φίλων; Και το ταξίδι που πάντα ήθελε; Και η
συνάντηση με τον αδελφό που γυρίζει από μια μακρινή χώρα;
Πόσο κράτησε στ’ αλήθεια η απόλαυση αυτών των αισθήσεων;
Ώρες; Μέρες;
Έτσι , συνεχίζουμε να σημειώνουμε στο τετράδιο κάθε λεπτό που
απολαμβάνουμε … Κάθε λεπτό. Όταν κάποιος πεθαίνει, έχουμε τη
συνήθεια να ανοίγουμε το τετράδιο του και να αθροίζουμε το
χρόνο της απόλαυσης για να τον γράψουμε πάνω στον τάφο του.
Γιατί αυτός είναι για εμάς ο μοναδικός και πραγματικός χρόνος
ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΖΗΣΕΙ.»
16. Ο ερευνητής (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
• Πόσες τελικά στιγμές απ’ τον χρόνο μας έχουμε βιώσει την ευτυχία;
Μήπως η ζωή μας έχει γίνει τόσο πολύ γρήγορη που ξοδεύουμε τον χρόνο
μας για να εργαζόμαστε, για να πληγώνουμε τους άλλους και για να
αφήνουμε στιγμές να περνούν;
• Αλήθεια αν εσείς σκεφτείτε όλο αυτό τον χρόνο που έχετε ζήσει, πόσες
στιγμές ευτυχίας μπορείτε να καταγράψετε στο δικό σας τετράδιο;
17. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Ζούσε κάποτε, πριν πολλά χρόνια, ένας βασιλιάς πολύ θλιμμένος που είχε έναν υπηρέτη χαρούμενο και αισιόδοξο. Κάθε
πρωί ξυπνούσε τον βασιλιά πηγαίνοντας του το πρόγευμα, τραγουδούσε χαρούμενα στιχάκια, του έκανε αστείους
μορφασμούς. Στο κεφάτο πρόσωπό του υπήρχε πάντα ένα μεγάλο φωτεινό χαμόγελο, αλλά και όλη του η ζωή ήταν
ήρεμη και ευτυχισμένη. Κάποια μέρα ο βασιλιάς δεν άντεξε και τον ρώτησε:
– Ποιό είναι το μυστικό σου;
– Ποιό μυστικό Μεγαλειότατε;
– Μην κάνεις ότι δεν καταλαβαίνεις. Ποιό είναι το μυστικό της χαράς σου. Λέγε γρήγορα.
– Μα… δεν υπάρχει μυστικό Μεγαλειότατε.
– Πως τολμάς να λες ψέματα σ´εμένα. Έχω κόψει κεφάλια για πολύ μικρότερες προσβολές, από ένα ψέμα.
– Πιστέψτε με Μεγαλειότατε, σας παρακαλώ, δεν σας κρύβω τίποτα. Δεν υπάρχει κανένα μυστικό.
– Και πως τα καταφέρνεις βρε ανόητε και είσαι όλη την μέρα τόσο κεφάτος; Σε έχω παρακολουθήσει, σε βλέπω. Όλο
χαχαχού και αστεία είσαι.
– Μα Μεγαλειότατε, η ζωή ήταν τόσο γενναιόδωρη μαζί μου. Η Λαμπροσύνη σας με τιμά και με έχει στην υπηρεσία της.
Με την γυναίκα μου και τα παιδιά μου μένουμε σ´ένα ωραίο σπίτι που μας παραχώρησε το παλάτι. Μας προσφέρετε
ρούχα και τροφή για όλους μας, δωρεάν εκπαίδευση στα παιδιά μου, επί πλέον δε, η Μεγαλειότητα σας μου
πληρώνει και ένα μικρό μηνιαίο επίδομα, που ικανοποιεί τις μικροεπιθυμίες μας. Πως να μην είμαι ευτυχισμένος;
– Άκου, ηλίθιες δικαιολογίες Έχω χορτάσει από τους συμβούλους μου. Αν δεν μου πεις το μυστικό της χαράς σου, η
υπομονή μου θα εξαντληθεί και μαζί της και το κεφάλι στους ώμους σου. Είναι αδύνατον να είναι κάποιος
ευτυχισμένος με αυτά που μου παρέθεσες.
– Μα Βασιλιά μου σας παρακαλώ πιστέψτε με. Δεν σας κρύβω κάτι. Πως θα μπορούσα άλλωστε. Δεν υπάρχει μυστικό.
– Χάσου από μπροστά μου ηλίθιε, πριν φωνάξω το δήμιο. Γελοίε. Καραγκιόζη.
18. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Ο υπηρέτης χαμογέλασε, έκανε μια βαθειά υπόκλιση, και βγήκε από το δωμάτιο. Τον
βασιλιά όμως, δεν τον χωρούσε ο τόπος. Του φαινόταν τόσο παράλογο ο βαλές
του να είναι τόσο ευτυχισμένος, ζώντας σε δανεικό σπίτι, τρώγοντας από τα
περισσεύματα των αυλικών, φορώντας ρούχα από δεύτερο χέρι. Αφού κατάφερε
κάπως να ηρεμήσει, φώναξε τον πιο σοφό σύμβουλό του και του διηγήθηκε την
συζήτηση και την απορία του.
– Πες μου γέροντα, γιατί ο άνθρωπος αυτός είναι ευτυχισμένος;
– Α, Μεγαλειότατε, επειδή προφανώς βρίσκεται έξω από τον κύκλο.
– Έξω από που;
– Μα από τον κύκλο.
– Γι’ αυτό είναι ευτυχισμένος;
– Όχι μεγαλειότατε, γι αυτό δεν είναι δυστυχισμένος.
-Δεν καταλαβαίνω γέροντα. Δηλαδή όποιος είναι στον κύκλο είναι δυστυχής; Εγώ
είμαι δυστυχής διότι είμαι μέσα στον κύκλο;
– Ακριβώς βασιλιά μου.
– Και πως βγήκε;
– Δεν μπήκε ποτέ.
– Βάλθηκες να με τρελάνεις κι εσύ γέροντα. Τι στην οργή κύκλος είναι αυτός και γιατί
μας προκαλεί θλίψη;
19. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
– Είναι ο κύκλος του ενενήντα εννέα.
– Και πως λειτουργεί αυτός ο διαολόκυκλος;
– Μεγαλειότατε είναι δύσκολο να σας τον εξηγήσω με λόγια, μπορώ όμως να σας τον δείξω στην
πράξη.
– Δηλαδή τι θα κάνεις;
– Αν μου επιτρέψετε θα βάλω τον υπηρέτη σας στον κύκλο.
– Πως δηλαδή, θα τον σπρώξεις; είπε ο βασιλιάς κοροϊδευτικά.
– Δεν θα χρειαστεί βασιλιά μου. Αν βρει την ευκαιρία θα μπει μόνος του.
– Και καλά, όταν μπει δεν θα δει ότι αυτό τον έκανε δυστυχισμένο, ώστε να βγει κατευθείαν;
– Θα το αντιληφθεί, αλλά δεν θα θέλει να φύγει.
– Δηλαδή μου λες ότι θα καταλάβει πως αν μπει στον κύκλο θα δυστυχήσει, αλλά παρόλα αυτά
θα μπει οικιοθελώς και δεν πρόκειται να ξαναβγεί;
– Ακριβώς Μεγαλειότατε. Κανένας δεν θέλει να βγει από τον κύκλο του ενενήντα εννέα. Όσο και
αν τον κάνει δυστυχισμένο. Θα μάθεις λοιπόν πως λειτουργεί ο κύκλος, αλλά εσύ θα χάσεις
έναν εξαίρετο υπηρέτη και το παλάτι έναν χαρούμενο άνθρωπο.
– Δεν με νοιάζει. Τι πρέπει να κάνουμε; Πότε ξεκινάμε;
– Σήμερα το βράδυ βασιλιά μου. Θα περάσω να σε πάρω. Θα έχεις ετοιμάσει ένα σακί με
ενενήνταεννέα φλουριά. Ούτε ένα περισσότερο, ούτε ένα λιγότερο.
20. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Πράγματι, την νύχτα ο σοφός πέρασε να πάρει τον βασιλιά. Πήγαν μαζί στο σπιτάκι
του υπηρέτη, στην άκρη της αυλής του παλατιού, κρύφτηκαν και περίμεναν να
ξημερώσει. Μόλις αχνοφέγγισε και άναψε στο δωμάτιο ένα κερί, ο σοφός έβαλε
στο σακούλι ένα μήνυμα που έλεγε:
• Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ. ΕΙΝΑΙ ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΣΑΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΣ. ΑΠΟΛΑΥΣΕ ΤΟΝ. ΜΗΝ ΠΕΙΣ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΠΩΣ ΤΟΝ ΒΡΗΚΕΣ.
Έδεσε το σακί στην πόρτα του υπηρέτη, χτύπησε δύο φορές και έτρεξε να
ξανακρυφτεί. Όταν υπηρέτης βγήκε ξαφνιασμένος, ο βασιλιάς παρακολουθούσε
πίσω από έναν θάμνο. Τον είδε να διαβάζει το μήνυμα και να ανοίγει το πουγκί.
Είδε την έκπληξη στο πρόσωπό του, το αρχικό φόβο, την καχύποπτη, ερευνητική
ματιά μήπως ήταν κανένας τριγύρω. Τον είδε να σφίγγει το πουγκί στην αγκαλιά
του, να ανοίγει το πουκάμισο και να το βάζει στο στήθος του, να χώνεται γρήγορα
σπίτι του. Μόλις άκουσαν την κλειδαριά να διπλοαμπαρώνει, ο βασιλιάς με τον
σοφό πλησίασαν στο παράθυρο για να κατασκοπεύσουν. Ο υπηρέτης είχε ρίξει
στο πάτωμα τα πιατικά που ήσαν στο τραπέζι, αφήνοντας μόνο το κερί.
Καθισμένος σε μια καρέκλα άδειαζε το περιεχόμενο. Τα μάτια ήταν γουρλωμένα,
κόντευαν να βγουν έξω από τις κόγχες.
21. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Ήταν φανερό δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε. Ένα βουνό από
χρυσά φλουριά. Ένας θησαυρός. Όλος δικός του. Αυτός που δεν είχε ποτέ
ως τώρα στην ζωή ακουμπήσει έστω ένα χρυσό φλουρί, τώρα είχε ένα
μικρό βουνό από αυτά. Δικά του. Άρχισε να τα χαζεύει και να τα κάνει
στοίβες. Τα κοίταζε πως άστραφταν στο φως του κεριού και χαζογελούσε.
Τα συγκέντρωνε, τα σκόρπιζε για να ακούει το κουδούνισμά τους. Και όλο
χαμογελούσε. Παίζοντας άρχισε να τοποθετεί σε στοίβες των δέκα. Μια
δεκάδα, δύο δεκάδες, τρείς, τέσσερις, πέντε, έξι… Ταυτόχρονα έκανε και
το άθροισμα. Πενήντα, εξήντα, εβδομήντα, ογδόντα, ενενήντα, εκατ…
Πού είναι το τελευταίο; Ξαναμετρά μία μία τις στοίβες να βρει το λάθος,
τίποτα. Τα στήνει σε κολώνες, την μία δίπλα στην άλλη, μήπως κάποια
προεξέχει… Τίποτα. Η τελευταία κολώνα ελλειμματική. Μόνο εννέα
φλουριά. Κοιτάζει ερευνητικά το τραπέζι, σηκώνει το κερί, γυρίζει το μέσα
έξω στο σακούλι… Τίποτα. Γονατίζει και αρχίζει να ψάχνει στο πάτωμα.
Δεν μπορεί τα φλουριά ΕΠΡΕΠΕ να είναι εκατό.
-Δεν είναι δυνατόν, μονολογούσε όσο έψαχνε. Κάπου πρέπει να μου έπεσε…
Κάπου πρέπει να είναι. Με λήστεψαν! Αλήτες! Κερατάδες! Με κλέψανε!
22. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Γονατισμένος κοιτούσε πάνω στο τραπέζι, έβλεπε τις κολώνες με τα φλουριά
και αισθανόταν πως κάτι του είχε διαφύγει. Δεν μπορεί, κάπου έκανε
λάθος. Αδύνατον η μία κολώνα να είναι κουτσή. Αλλά το φλουρί που
έλειπε, πουθενά. Τελικά σαν να το πήρε απόφαση. Ενενήντα εννέα
φλουριά, είναι πολλά λεφτά… συλλογίστηκε. Μπορώ να ζήσω την
υπόλοιπη ζωή σαν άρχοντας… συνέχισε. Αλλά δεν είναι στρογγυλός
αριθμός, ρε γαμώτο. Το εκατό, μάλιστα, είναι στρογγυλός αριθμός. Τώρα
μου λείπει ένα. Ο βασιλιάς και ο σοφός σύμβουλος κοιτούσαν από το
παράθυρο. Το πρόσωπο του υπηρέτη δεν ήταν το ίδιο. Ήταν σκεπτικός,
σκυθρωπός με χείλη στενά, τραβηγμένα. Με μάτια μισόκλειστα έξυνε το
κεφάλι του. Κάτι σκεπτόταν. Μάζεψε τα φλουριά στο σακούλι και
κοιτάζοντας καχύποπτα ολόγυρα, το έκρυψε προσεκτικά, όσο πιο
αθόρυβα μπορούσε πίσω από ένα σωρό καυσόξυλα. Ύστερα πήρε χαρτί
και μολύβι και κάθισε να κάνει λογαριασμούς.
– Πόσο καιρό πρέπει να κάνω οικονομίες, ώστε να αποκτήσω και το εκατοστό
φλουρί;
Ο υπηρέτης μιλούσε μόνος, παραμιλούσε ασυναίσθητα.
23. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
– Θα βρω και δεύτερη δουλειά, θα δουλέψω σκληρά για ένα διάστημα, μέχρι να το κερδίσω.
Μετά όμως μεγάλε… άραγμα. Ναι, με εκατό φλουριά, μπορεί ένας άνθρωπος να μην
δουλεύει. Μπορεί να ζει δίχως σκοτούρες. Είσαι πλούσιος! Είσαι άρχοντας! Δεν υπάρχει
λόγος να δουλεύεις. αγόρι μου!
Τελείωσε τους υπολογισμούς του. Αν δούλευε σκληρά κι έβαζε στην άκρη όλο το μηνιάτικο του
και ότι έξτρα χρήματα έπαιρνε, σε πέντε το πολύ έξι χρόνια θα μπορούσε να αγοράσει ένα
χρυσό φλουρί.
– Έξι χρόνια είναι πάρα πολλά, μονολόγησε. Θα μπορούσα όμως να βάλω και την γυναίκα μου να
δουλέψει. Κάποια δουλειά θα βρει να κάνει στην πολιτεία. Θα μπορούσε να καθαρίζει σπίτια.
Αλλά κι εγώ, πέντε η ώρα τελειώνω από το παλάτι. Μπορώ να κάνω το βοηθό σε κανένα
μάστορα, δύο τρεις ώρες μέχρι να νυχτώσει.
Ξαναπιάνει το μολύβι και αρχίζει πάλι τους υπολογισμούς. Με την έξτρα δουλειά τη δική του και
την συνεισφορά της γυναίκας του θα μάζευε τα χρήματα για το φλουρί σε τρία χρόνια.
Εξακολουθούσε να είναι πολύς, πολύς καιρός.
– Ίσως θα μπορούσαμε να κάνουμε και κάποιες οικονομίες. Να πουλήσουμε ας πούμε λίγο από
το φαγητό. Έτσι κι αλλιώς το πολύ φαί, κακό κάνει. Άσε που μια και είναι τζάμπα, το’ χουμε
παρακάνει. Και τα χειμωνιάτικα παπούτσια. Τι χρειάζονται; Μπαίνει η Άνοιξη. Έρχονται
ζέστες. Και τα επανωφόρια μπορώ να το πουλήσω. Να πουλήσω… Να πουλήσω… Πρέπει να
γίνουν θυσίες. Άλλωστε θα πιάσουν τόπο. Σε δύο χρονάκια το πολύ θα αγοράσουμε το
φλουρί που μας λείπει και μετά… ποιός μας πιάνει μετά. Θα είμαστε πλούσιοι. Ό,τι μας
γυαλίζει θα το αγοράζουμε. Αυτό είναι. Δύο χρόνια στο τούνελ και μετά…
24. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Ο βασιλιάς και ο σύμβουλος γύρισαν στο παλάτι.
Ο υπηρέτης είχε μπει στον κύκλο του ενενήντα εννέα.
Τους μήνες που ακολούθησαν, ο υπηρέτης έβαλε σε εφαρμογή τα σχέδια
που είχε αποφασίσει εκείνο το πρωινό. Δούλευε πολύ, κουραζόταν,
κακοκοιμόταν, αλλά επέμενε στην απόφασή του. Ένα πρωινό, μπήκε με το
πρωινό στο δωμάτιο του βασιλιά, αργός, κακόκεφος, αμίλητος, όπως
συνήθιζε τελευταία.
– Μα καλά, τί έπαθες εσύ; ρωτά τάχα ανήξερος ο βασιλιάς.
– Μια χαρά είμαι Μεγαλειότατε. Θέλετε τίποτε άλλο;
– Μέρες έχω να σ´ακούσω να τραγουδάς. Σου συμβαίνει κάτι;
– Αν δεν κάνω λάθος, η δουλειά μου είναι σας σερβίρω και να σας βοηθώ να
ντυθείτε. Δεν κάνω τη δουλειά μου; Την κάνω και μάλιστα άψογα,
συνέχισε. Δεν με προσλάβατε για γελωτοποιό ούτε για τραγουδιστή.
Μετά από μερικούς μήνες, ο βασιλιάς έδιωξε τον υπηρέτη από το παλάτι.
Δεν είναι ευχάριστο να περιβάλλεσαι από κακόκεφους, μουρτζούφληδες
υπαλλήλους.
25. Το μυστικό της χαράς (Ιστορίες για να
σκεφτείς)
Ο ασπρομάλλης ψυχαναλυτής έκανε μια παύση και κοίταξε προσεκτικά τον ασθενή του.
Προσπάθησε να διαβάσει τα συναισθήματα από την ιστορία στο πρόσωπό του. Ανακάθισε
στην πολυθρόνα του, πήρε το ποτήρι δίπλα του και ρούφηξε μια μεγάλη γουλιά σάκε.
Καθάρισε την φωνή του και συνέχισε:
– Βλέπεις Ντεμιάν, εσύ, εγώ και όλοι μας έχουμε εκπαιδευθεί σ´αυτήν την ηλίθια ιδεολογία.
Πάντοτε κάτι μας λείπει για να νιώσουμε ικανοποιημένοι, και δυστυχώς μόνο αν είσαι
ικανοποιημένος μπορείς να απολαύσεις όσα έχεις.
– Γι αυτό, μάθαμε πως τάχα η ευτυχία θα έλθει όταν ολοκληρώσουμε αυτό που μας λείπει… Και
επειδή πάντα κάτι λείπει, ξαναγυρίζουμε στην αρχή και δεν απολαμβάνουμε ποτέ την ζωή…
Τι θα συνέβαινε όμως, αν η φώτιση ερχόταν στις ζωές μας και αντιλαμβανόμαστε, έτσι
ξαφνικά, ότι τα ενενήντα εννιά φλουριά μας είναι το 100% του θησαυρού; Ότι δεν μας
λείπει τίποτα, κανένας δεν μας έκλεψε τίποτα, το εκατό δεν είναι καθόλου πιο στρογγυλός
αριθμός από το ενενήντα εννιά; Ότι αυτό, είναι μόνο μια παγίδα, ένα καρότο που έβαλαν
μπροστά μας, για να είμαστε βλάκες, για να σέρνουμε το κάρο, κουρασμένοι, κακόκεφοι,
δυστυχείς και συμβιβασμένοι; Μια παγίδα για να μην σταματήσουμε ποτέ να σπρώχνουμε
και να μείνουν όλα όπως έχουν. Αιωνίως τα ίδια. Πόσα θα άλλαζαν αν μπορούσαμε να
απολαύσουμε τους θησαυρούς μας, έτσι ακριβώς όπως είναι. Έτσι ακριβώς όπως τους
κατέχουμε. Προσοχή όμως Ντεμιάν. Το να παραδεχτείς ότι το ενενηνταεννιά είναι ο
θησαυρός, δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψεις τους στόχους σου. Δεν σημαίνει
άραγμα, συμβιβασμός με οτιδήποτε. Γιατί άλλο το να παραδέχεσαι, κι άλλο το να
συμβιβάζεσαι.