3. [ 3 ]
ΓΑΛΑΖΙΟ ΣΑΛΟΝΙ
Σήμερα αγόρασα ένα γαλάζιο σαλόνι
για το άδειο καθιστικό.
Βγήκα από το κατάστημα επίπλων στην Πειραιώς,
περπάτησα ώς τη στάση του λεωφορείου,
ένιωθα μια απερίγραπτη χαρά,
απ’ αυτές που προκύπτουν όταν θέλεις κάτι πολύ
και όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να μην το καταφέρεις,
αλλά λίγο πριν τα παρατήσεις
αυτό για το οποίο πάσχιζες πραγματοποιείται.
Ένα γαλάζιο σαλόνι.
Δεν το είχα φανταστεί έτσι,
μάλλον έψαχνα για ένα βαθύ μπλε.
Με φόβο μήπως ξεβάψει από τον ήλιο
διάλεξα άλλη απόχρωση στην ίδια παλέτα.
Περπατώ στην Πειραιώς.
Βγάζω το κινητό από την τσάντα μου
και σχηματίζω τον αριθμό σου
για να σε ευχαριστήσω με όλη μου την καρδιά
για τα χρήματα που μου έστειλες
όταν άλλαξα σπίτι
κι έμεινα χωρίς καναπέδες.
Μου είχες κάνει κατάθεση
λέγοντας πως είναι το δώρο σου
για το νέο σπιτικό
4. [ 4 ]
κι ευχήθηκες να το κάνω όμορφο,
όπως μ’ αρέσει,
και να σου κάνω βιντεοκλήση να το δεις.
Σχηματίζω τον αριθμό σου,
και τότε πύρινα δάκρυα
χαράζουν με ουλές στα ζυγωματικά μου
τις λέξεις
ΔΕΝ
ΖΕΙΣ
ΠΙΑ.
5. [ 5 ]
ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΥ ΕΒΙΝ
Το σώμα της δεν βρέθηκε.
Κάποιες αναμνήσεις
(της)
εντοπίστηκαν σκόρπιες στους δρόμους.
Έφεραν κηλίδες αίματος και
θραύσματα εικόνων από τις έσχατες στιγμές
που κανείς,
καμιά,
κανένα πλάσμα
δεν τολμούσε ν’ αγγίξει.
Η βέβηλη νεκρώσιμη ακολουθία
έμοιαζε με εμβατήριο
λίγο πριν τη μεγάλη επανάσταση.
Έκαψε τη μαντίλα της,
μανιασμένη κατέβηκε στην πορεία,
έκοψε την κοτσίδα της
–
πένθος βαρύ είχε σημάνει σ’ όλη τη Γη–
ούρλιαξε με δάκρυα αλληλεγγύης,
με φωνή αλλόκοτη που έβγαινε
απ’ το κέντρο της κοιλιάς της,
οικεία και ανοίκεια,
στ’ αυτιά της τόσο ξένη,
τραγουδούσε μαζί με τις άλλες,
είχαν γίνει μία,
είναι ΜΙΑ