3. Πολιτικά στρατευμένος από νεαρή ηλικία στο χώρο της ανανεωτικής αριστεράς. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου καταδικάστηκε από το στρατοδικείο σε θάνατο για την παράνομη πολιτική του δράση (1949). Αποφυλακίστηκε με τη γενική αμνηστία του 1951.
6. Η γενιά αυτή που έζησε την κατοχή και την αντίσταση, σημαδεύτηκε από τον χαρακτηρισμό “ ποίηση της ήττας ”, καθώς πολλοί δημιουργοί της διέγραψαν την πορεία από την αισιόδοξη πίστη στο κομμουνιστικό όραμα, στην απαισιοδοξία που προέκυψε από τη διάψευση των προσδοκιών τους. Κατέληξαν στη διαπίστωση που θα τους απορρυθμίσει: “ η ποιητική λειτουργία είναι τόσο περιθωριακή όσο και αναποτελεσματική ...”
7.
8. α. η αντιστασιακή ή κοινωνική (Μ. Αναγνωστάκης,
40. Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ. Το ποίημα ανήκει στη συλλογή Ο Στόχος (1970). Πρωτοδημοσιεύτηκε στα Δεκαοχτώ Κείμενα, που η έκδοσή τους αποτέλεσε την πρώτη πράξη ομαδικής δημόσιας αντίστασης των πνευματικών ανθρώπων κατά της δικτατορίας . Είναι ποίημα πολιτικό. Απηχεί την πολιτική και κοινωνική κατάσταση από τη μετακατοχική περίοδο και τη στρατιωτική δικτατορία.
41. Στην οδό Αιγύπτου ―πρώτη πάροδος δεξιά― Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως. Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε. Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται, Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες· Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους. Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται η Τράπεζα Συναλλαγών ― εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται― Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως ― εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν― Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησιές Η Ελλάς των Ελλήνων .
42.
43. Το ποίημα κινείται σε δυο χρονικά επίπεδα, το παρόν (1969) και το παρελθόν , με επίκεντρο την οδό Αιγύπτου.
44. Στο επίπεδο του παρόντος οι λέξεις φορτίζονται και με μια λανθάνουσα σημασία .
65. Μανόλης Αναγνωστάκης: Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ. Το ποίημα ανήκει στη συλλογή Ο Στόχος (1970). Πρωτοδημοσιεύτηκε στα Δεκαοχτώ Κείμενα, που η έκδοσή τους αποτέλεσε την πρώτη πράξη ομαδικής δημόσιας αντίστασης των πνευματικών ανθρώπων κατά της δικτατορίας. Είναι ποίημα πολιτικό, όπως εξάλλου και πολλά άλλα ποιήματα του Αναγνωστάκη, και απηχεί την πολιτική και κοινωνική κατάσταση από τη μετακατοχική περίοδο και τη στρατιωτική δικτατορία. Επιτύμβιον Το ποίημα ανήκει στην ποιητική συλλογή Ο Στόχος (1970), που περιέχει ποιήματα γραμμένα στην περίοδο της δικτατορίας (1967-1974).
66. Πέθανες- κι έγινες και συ: ο καλός, O λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης. Tριάντα έξη στέφανα σε συνοδέψανε, τρεις λόγοι αντιπροέδρων, Eφτά ψηφίσματα για τις υπέροχες υπηρεσίες που προσέφερες. A, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο τόξερα τί κάθαρμα ήσουν, Tί κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα Kοιμού εν ειρήνη, δεν θα 'ρθώ την ησυχία σου να ταράξω. (Eγώ, μια ολόκληρη ζωή μες στη σιωπή θα την εξαγοράσω Πολύ ακριβά κι όχι με τίμημα το θλιβερό σου το σαρκίο.) Kοιμού εν ειρήνη. Ως ήσουν πάντα στη ζωή: ο καλός, O λαμπρός άνθρωπος, ο οικογενειάρχης, ο πατριώτης. Δε θά 'σαι ο πρώτος ούτε δα κι ο τελευταίος.
67.
68. Το ποίημα είναι ένα είδος ποιητικού επικηδείου που απαγγέλλει ο ποιητής σε μορφή διαλογικού μονολόγου προς έναν υποθετικό ακροατή, τον νεκρό.
69. Ο νεκρός πρωταγωνιστής δεν ενδιαφέρει ως συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά ως τυπικό δείγμα της μεταπολεμικής ελληνικής αστικής κοινωνίας στην οποία στοχεύει ο ποιητής.
70. Το συναίσθημα αντιπαλότητας που διακατέχει τον ποιητή είναι για το όλον και όχι για το μέρος.
71.
72. Στην πρώτη δίνεται η άποψη των πολλών για τον θανόντα. Είναι έντονη η σαρκαστική διάθεση.
73. Στη δεύτερη υπάρχει η άμεση αντίληψη του ποιητή. Αποδίδεται η ουσία και όχι η απατηλή εικόνα.
74. Στους στίχους 8-9 αποτυπώνεται μια πικρία και υπάρχει εξομολογητικός τόνος .
75. Ο τόνος του ποιήματος είναι σαρκαστικός με κυρίαρχη τη διδακτική πρόθεση .
78. Η χρήση του δευτέρου προσώπου εκφράζει την ανάγκη για επικοινωνία.
79.
80. Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα, Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση. Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα, Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην Ήπειρο Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ' άλλα χρόνια, Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς, Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου. Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε, Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση. (Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)
81.
82. Αντιπαρατίθεται η γενιά των νέων με τη γενιά των παλιών αγωνιστών τους οποίους εκπροσωπεί ο ποιητής.
83. Μέσα από το σαρκασμό καταγγέλλεται η ψευτιά, η απουσία αγωνιστικής δράσης και η κυριαρχία της ευζωίας.
98. Κ.Π. Καβάφης Νέοι της Σιδώνος (400 μ.X.) Ο ηθοποιός που έφεραν για να τους διασκεδάσει απήγγειλε και μερικά επιγράμματα εκλεκτά. Η αίθουσα άνοιγε στον κήπο επάνω· κ’ είχε μιαν ελαφρά ευωδία ανθέων που ενώνονταν με τα μυρωδικά των πέντε αρωματισμένων Σιδωνίων νέων. Διαβάσθηκαν Μελέαγρος, και Κριναγόρας, και Pιανός. Μα σαν απήγγειλεν ο ηθοποιός, «Aισχύλον Ευφορίωνος Aθηναίον τόδε κεύθει -» (τονίζοντας ίσως υπέρ το δέον το «αλκήν δ’ ευδόκιμον», το «Μαραθώνιον άλσος»), πετάχθηκεν ευθύς ένα παιδί ζωηρό, φανατικό για γράμματα, και φώναξε·
99. «A δεν μ’ αρέσει το τετράστιχον αυτό. Εκφράσεις τοιούτου είδους μοιάζουν κάπως σαν λιποψυχίες. Δώσε — κηρύττω — στο έργον σου όλην την δύναμί σου, όλην την μέριμνα, και πάλι το έργον σου θυμήσου μες στην δοκιμασίαν, ή όταν η ώρα σου πια γέρνει. Έτσι από σένα περιμένω κι απαιτώ. Κι όχι απ’ τον νου σου ολότελα να βγάλεις της Τραγωδίας τον Λόγο τον λαμπρό — τι Aγαμέμνονα, τι Προμηθέα θαυμαστό, τι Ορέστου, τι Κασσάνδρας παρουσίες, τι Επτά επί Θήβας— και για μνήμη σου να βάλεις μ ό ν ο που μες στων στρατιωτών τες τάξεις, τον σωρό πολέμησες και συ τον Δάτι και τον Aρταφέρνη.»