2. Βιογραφία
Γεννήθηκε το 1797 στον οικισμό Αβορίτη του Κροκυλείου Φωκίδας και το
οικογενειακό του όνομα ήταν Τριανταφύλλου, του Δημητρίου και της Βασιλικής το
οποίο και απέκρυπτε επιμελώς στη νεαρή του ηλικία καθ' υπόδειξη της μητέρας του
λόγο φόβου περαιτέρω αντεκδικήσεων αφότου ο πατέρας του Δημήτρης είχε
φονευθεί υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες σε συμπλοκή με τους Τούρκους όταν ο
Μακρυγιάννης ήταν ενός έτους. Οι λόγοι της δολοφονίας του πατέρα του είναι
άγνωστοι: ίσως συνδέονται με περιστατικά του κλεφταρματολικού βίου της
οικογένειάς του. Ο σκοτωμός του Τριανταφύλλου θα πρέπει μάλλον να αποδοθεί στις
συνέπειες της εμπλοκής του σε λεηλατικές δραστηριότητες των κλέφτικων σωμάτων
του Καλλιακούδα και της διάλυσής αυτών. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, μετά από
επιδρομή των Τούρκων, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον Αβορίτι μαζί με την μητέρα
του Βασιλική και τα αδέρφια του και να εγκατασταθεί στη Λειβαδιά. Το 1811, η
οικογένειά του τον έστειλε στην Φωκίδα στην υπηρεσία του συγγενή Παναγιώτη
Λιδωρίκη,ο οποίος εκτελούσε χρέη ζαπίτη στην Δεσφίνα. Το 1817 άρχισε να
ασχολείται με το εμπόριο: ο Θανάσης Λιδωρίκης, ο ευεργέτης του του είχε αναθέσει
τη διαχείριση δικών του υποθέσεων και στηριζόμενος ο ίδιος ο Μακρυγιάννης στο
δίκτυο και την επιρροή του Λιδωρίκη, ανέπτυξε και δική του εμπορική δραστηριότητα.
Μέχρι το 1819 είχε αποκτήσει σημαντική κινητή και ακίνητη περιουσία. Στην Άρτα των
τελών της δεκαετίας του 1810 ανήκει στους οικονομικά ευκατάστατους
μικροεμπορευματίες και δανειστές.
3. Η μύηση στη Φιλική Εταιρία
Το 1820 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία, άγνωστο από ποιόν, αφού ο ίδιος
δεν τον ονομάζει στα Απομνημονεύματά του, είχε την ιδιότητα του κληρικού-
οικονόμου. Τον Σεπτέμβριο του 1820 φτάνει στην Άρτα ο βοεβόδας της
Ναυπάκτου Μπαμπά πασάς και συλλαμβάνει τον Θανάση Λιδωρίκη και τον
έμπιστό του Μακρυγιάννη, αλλά ο πρώτος κινητοποιώντας το δίκτυο των
γνωριμιών του στο αληπασαλίδικο και σουλτανικό περιβάλλον της Άρτας,
κατόρθωσε να απελευθερωθεί ο ίδιος και ο πρώην υποτακτικός του. Από
την Άρτα έφυγε στις 13 Μαρτίου 1821 και με ενδιάμεσο σταθμό το
Μεσολόγγι έφτασε στην Πάτρα με σκοπό να πραγματοποιήσει εμπορικό
ταξίδι αλλά και να πληροφορηθεί την όλη κατάσταση στην περιοχή για
λογαριασμό των Φιλικών της Άρτας. Στην Πάτρα έγινε αντιληπτός από τις
Τουρκικές αρχές και κινώντας υποψίες, βρίσκει προσωρινό καταφύγιο στο
Ρωσικό προξενείο και μετά από ανθρωποκυνηγητό διαφεύγει με μια
φελούκα. Επιστρέφοντας όμως στην Άρτα συλλαμβάνεται και φυλακίζεται
επειδή ήταν «ένα πρόσωπο του αληπασάδικου περιβάλλοντος που είχε
ύποπτες επαφές και μόλις γύρισε από έναν εξεγερμένο τόπο.» Τελικά με τη
βοήθεια του Ισμαήλ μπέη Κόνιτσα, Αλβανού αξιωματούχου
απελευθερώθηκε.
4.
5. Η επαναστατική του δράση
Τον Αύγουστο του 1821 έλαβε μέρος με 18 άντρες από την Άρτα, με την
ιδιότητα του μπουλουκτζή, και σε συνεργασία με το ένοπλο σώμα του
Γώγου Μπακόλα πήρε μέρος στη μάχη του Σταυρού στα Τζουμέρκα .
Συμμετείχε στη μάχη του Πέτα όπου τραυματίσθηκε ελαφρά στο πόδι και
στην πολιορκία της Άρτας και την εκπόρθησή της. Μετέβη στο Σερνικάκι
Σαλώνων, όπου ανάρρωνε μετά από ασθένεια. Επέλεξε να μείνει στην
Ανατολική Στερεά Ελλάδα κυρίως επειδή εντάχθηκε στα τοπικά δίκτυα
προυχόντων και ενόπλων που στήριζαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Με τον
τελευταίο πολέμησε στην κατάληψη της Αθήνας. Ως αναγνώριση των
υπηρεσιών του του προσφέρθηκε το αξίωμα του πολιτάρχη της
απελευθερωμένης πόλης. Έτσι ερχόταν σε άμεση επαφή με τους Έλληνες
που υπέφεραν από διάφορες αυθαιρεσίες από τον φρούραρχο της
Ακρόπολης Γιάννη Γκούρα. O Μακρυγιάννης εγκαταλείπει το Κάστρο της
Αθήνας και πηγαίνει στη Σαλαμίνα όπου συναντά τον Νικηταρά, ο οποίος
τον παροτρύνει να επιστρέψει στην Ρούμελη. Πηγαίνει κατευθείαν στην
Βελίτσα όπου συναντά τον Ανδρούτσο ο οποίος θα προσπαθήσει να τον
προσεταιριστεί να πάρουν από τον Γκούρα το κάστρο της Ακρόπολης. Το
1823 συνεργαζόμενος με το σώμα του Νικηταρά συμμετείχε σε μια σειρά
στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Στερεά Ελλάδα.
6. Η μεταπελευθερωτική του δράση
Καποδιστριακή περίοδος
Τον Απρίλιο του 1828 ο πεντακοσίαρχος Μακρυγιάννης
διορίστηκε από τη διοίκηση του Καποδίστρια Γενικός Αρχηγός
της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοποννήσου και της Σπάρτης.
Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Άργος. Εκεί έμεινε από
το 1829 έως το 1832,όταν λόγω του εμφυλίου μετά τη δολοφονία
του Καποδίστρια μετακόμμισε στο Ναύπλιο. Ο διορισμός του
δυσαρεστεί τους Πελοποννήσιους,διότι ήταν γνωστός σαν
κυβερνητικός κατά τον εμφύλιο πόλεμο και εχθρός του
Κολοκοτρώνη και των άλλων Πελοποννήσιων ανταρτών. Αιτείται
οικονομικής βοήθειας λόγω της δεινής οικονομικής του
κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει αφού τα οικονομικά του
αποθέματα είχαν ελαττωθεί λόγω των μισθών που είχε καταβάλει
στο στράτευμά του και λόγω των αγορών γης σε Αθήνα και
Πειραιά μεταξύ 1828-1829. Επίσης ζητά παραχωρητήρια εθνικών
γαιών στην Αττική έναντι όσων του όφειλαν οι Εθνικές Διοικήσεις
από την περίοδο της Επανάστασης. Στα 1829 ξεκινά τη
συγγραφή των Απομνημονευμάτων του .
7. • Ο Μακρυγιάννης επηρεασμένος από την όλη αντιπολιτευτική φημολογία-πως
δηλαδή ο Κυβερνήτης είχε συμβιβαστεί με την προοπτική περιορισμού του νέου
κράτους στην Πελοπόννησο- φημολογία που αποσκοπούσε στο να ανακτήσουν οι
ρουμελιώτες στρατιωτικοί την εξουσία στους απελευθερωμένους τόπους
διαφωνώντας με τον Κυβερνήτη, έκαναν τον Μακρυγιάννη να έλθει σταδιακά σε
ρήξη με τον Καποδίστρια. Τον Μάιο του 1830 αντικαθίσταται από τον Νικηταρά στη
θέση του αρχηγού της εκτελεστικής δύναμης. Του προτείνεται να αναλάβει
αστυνομικά καθήκοντα στα νησιά του Αιγαίου αλλά αρνήθηκε μη θέλοντας να
υφαρπάξει την δουλειά των εκεί αγωνιστών. Τελικά του απονεμήθηκε ο βαθμός του
χιλίαρχου και ορίστηκε μέλος του στρατιωτικού δικαστηρίου στο Άργος.
• Τον Αύγουστο του 1831 αποκαλύπτεται η δράση της μυστικής αντικαποδιστριακής
οργάνωσης Δύναμης ή του Ηρακλέους και καλούνται όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι να
ορκιστούν δημοσίως ό,τι δεν ανήκουν σε καμία τέτοια οργάνωση: ο Μακρυγιάννης
αρνήθηκε να δώσει τον όρκο που ήθελε η κυβέρνηση αντιπροτείνοντας δικό του
τύπο όρκου, τον οποίο όμως η Γραμματεία Στρατιωτικών αρνήθηκε και του
ανακοινώθηκε πως θεωρείτο εκτός υπηρεσίας. Μέσα στα αντικυβερνητικά σχέδια
του Μακρυγιάννη ήταν και η κατάληψη του Παλαμαδίου με σκοπό τον εξαναγκασμό
του Καποδίστρια για σύγκληση Συνέλευσης. Όμως ναυάγησε το σχέδιο επειδή οι
αντιπολιτευόμενοι στην Ύδρα δεν έδωσαν το αναγκαίο χρηματικό ποσό επειδή δεν
συμφωνούσαν μετο σχέδιο του στρατηγού. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια,
πήγε στην Κόρινθο μαζί με τους Κωλέττη, Κουντουριώτη, Ζαΐμη, και διατάχθηκε να
περάσει με τους άνδρες του στην Περαχώρα, όπου είχαν εγκατασταθεί οι
συνταγματικοί πληρεξούσιοι με τη νέα κυβέρνηση και μετά κινήθηκε δυτικά προς
την Ιτέα με σκοπό την ενίσχυση του Στάθη Κατζικογιάννη.
8. Το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και η κατοπινή δράση
Ως πληρεξούσιος Αθηνών, ο Μακρυγιάννης, συμμετείχε στις συζητήσεις που έλαβαν
χώρα στην Εθνοσυνέλευση τον Ιανουάριο του 1844 σχετικά με τα δικαιώματα των
ετεροχθόνων: υπήρξε ένας «από τους πιο θορυβώδεις αυτοχθονιστές » , καθώς αυτός
πρώτος άνοιξε το ζήτημα υποβάλλοντας το υπόμνημα επιτροπής για τον αποκλεισμό από
τις δημόσιες θέσεις των ετεροχθόνων. Η παρέμβαση αυτή θα στρέψει τη συζήτηση από
τον προσδιορισμό των προσόντων του Έλληνα πολίτη, στον προσδιορισμό των
προσόντων όσων αξιώνουν να καταλάβουν δημόσιες θέσεις. Στα Απομνημονεύματά του
όμως τοποθετείται διαφορετικά καθώς είναι επικριτικός της διαίρεσης που γέννησε το
ζήτημα ,την απέδιδε σε συνωμοσία των πολιτικών και των ξένων. Το καλοκαίρι του 1844
συμμετέχει στις εκλογές για την πρώτη Βουλή μετά το κίνημα του 1843, αλλά μειοψηφεί
με 1010 ψήφους και δεν εκλέχθηκε ανάμεσα στους τέσσερις βουλευτές της εκλογικής του
περιφέρειας. Κέρδισε όμως το 48% των ψήφων στην Αθήνα. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς
συμμετέχει στην έκδοση μιας εφημερίδος, της Εθνοκρατίας και ως μέλος της εκδοτικής
εταιρείας αναλαμβάνει το ταμείο. Τον Ιούνιο του 1845 προβαίνει στην αποκάλυψη μιας
αντισυνταγματικής μυστικής εταιρείας στον Υπουργό Στρατιωτικών Κίτσο Τζαβέλλα και
προειδοποιείται πως θα του γίνει απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του η οποία και γίνεται
από δύο άγνωστους άνδρες στις 22 Ιουνίου. Ο αντιπολιτευόμενος τύπος κατηγορεί τον
Μακρυγιάννη για επινοημένη από τον ίδιο απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του και για
σύμπραξη με την αντιπολίτευση του Μαυροκορδάτου. (Ιωάννης Δημάκης , Η πολιτειακή
μεταβολή του 1843 και το ζήτημα των αυτοχθόνων και ετεροχθόνων.)
9.
10. Η οικογενειακή κατάσταση και το τέλος της
ζωής του
Ο Μακρυγιάννης είχε παντρευτεί την Κατίγκω (Αικατερίνη) Σκουζέ, κόρη του Χατζή
Γεωργαντά Σκουζέ, από την οποία είχε αποκτήσει συνολικά 12 παιδιά: 10 αγόρια και 2
κορίτσια. Τέσσερα από τα αγόρια του πέθαναν ενώ ό ίδιος ζούσε. Την αρραβωνιάστηκε τον
Ιούνιο του 1825 και την νυμφεύτηκε στις 21 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους με κουμπάρο τον
Γιάννη Γκούρα, ενώ εκείνη ήταν 16 ετών. Το πρώτο παιδί του γεννήθηκε στα 1826 και έλαβε
το αρχαιοελληνικό όνομα Λεωνίδας. Το δεύτερο το όνομα του πατέρα του Μακρυγιάννη
Δημήτρη Τριανταφύλλου. Το τρίτο βαφτίστηκε Γιώργης, πήρε το όνομα του πατέρα της
Κατίγκως, αλλά και του δευτερότοκου αδελφού του Μακρυγιάννη. Το όνομα του τέταρτου
παιδιού του δεν διασώθηκε. Ο γιος του Δημήτρης πέθανε σε ηλικία 3,5 ετών ίσως από
κάποιο συστηματικό νόσημα, επειδή πάθαινε συχνά φλεγμονές, όπως τρικούκουλο , λίγερη,
φλεγμονή στον τράχηλο και στο γοφό .
Πέθανε στις 27 Απριλίου του 1864 στην Αθήνα εξ υπερβαλλούσης σωματικής
εξαντλήσεως σε ηλικία 67 ετών. Την επομένη έγινε η κηδεία στο μητροπολιτικό ναό. Τον
επικήδειο εκφώνησε ο γιατρός Αναστάσιος Γούδας και τον επιτάφιο ο Οδυσσέας Ιάλεμος.
11. ΗΤΑΝ ΜΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΠΌ ΤΙΣ ΜΑΘΗΤΡΙΕΣ
ΠΡΑΝΤΣΙΔΗ ΜΑΡΙΑΝΘΗ
ΝΤΕΟΥΔΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΗΛΙΑΝΑ
ΠΕΤΡΟΥ ΒΑΣΩ