3. Ο ΧΟΡΟ ΣΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΡΑΓΩΔΙΑ
Ο δρόμος προς την τραγωδία.
Α. ΧΟΡΙΚΗ ΛΤΡΙΚΗ ΠΟΙΗΗ
Σα όςα ακολουθούν ςτην ειςαγωγό αναφορικϊ προσ τη γϋνεςη του δρϊματοσ και
ειδικότερα τησ τραγωδύασ, εύναι ςτηριγμϋνα ςτο ςύγγραμμα του Αριςτοτϋλη Περύ
Ποιητικόσ, ςτην Ελληνικό Γραμματολογύα του Α. Γεωργοπαπαδϊκου και ςτην Ιςτορύα
τησ Αρχαύασ Ελληνικόσ Λογοτεχνύασ των Easterling & Knox.
Οι αρχαύοι Έλληνεσ ονόμαζαν ωδϋσ ό μϋλη, ςτη ςτενό ςημαςύα τησ λϋξεωσ,
ποιόματα που όταν προοριςμϋνα να τραγουδηθούν και τα οπούα όταν ςυντεθειμϋνα
κατϊ ςτροφϋσ. Από τη μύα πλευρϊ ϋχουμε τισ μονωδύεσ, που εκφρϊζουν προςωπικϊ
ςυναιςθόματα του δημιουργού, και από την ϊλλη τα χορικϊ ϊςματα, δηλαδό τραγούδια
χορευτών τουσ οπούουσ δύδαςκε ο ποιητόσ. Σο μϋλοσ ό η ωδό καλλιεργόθηκε κυρύωσ από
τουσ Αιολεύσ, ενώ η χορικό πούηςη αναπτύχθηκε από τουσ Δωριεύσ.
Σο χορικό ϊςμα υποδιαιρεύται ςε διϊφορα εύδη. Από αυτϊ ϊλλα ϊςματα
αναφϋρονται ςτουσ θεούσ και ϊλλα ςτουσ ανθρώπουσ. Όπωσ εύπαμε, όλα τα χορικϊ
ϊςματα εκτελούνταν από χορό, που τον δύδαςκε ο ποιητόσ και ςυνοδεύονταν από
μουςικό που την ςυνϋθετε επύςησ ο ποιητόσ. Πιςτεύεται από τουσ μελετητϋσ ότι οι
ορχηςτικϋσ κινόςεισ των χορευτών υπαγόρευςαν τη διαύρεςη του χορικού ϊςματοσ ςε
ςτροφό, αντιςτροφό και ςε επωδό. Σα χορικϊ τραγούδια που αναφϋρονταν ςτουσ θεούσ
όταν αρχικϊ γνωςτϊ υπό τον γενικό τύτλο ύμνοι, αργότερα όμωσ επικρϊτηςαν
ειδικότερα ονόματα. Ο διθύραμβοσ, από τον οπούο πιςτεύεται από την πλειονότητα των
μελετητών ότι γεννόθηκε η τραγωδύα, όταν ςυνδεδεμϋνοσ από την αρχό με τη λατρεύα
του θεού Διονύςου και όταν ϊςμα παθητικό.
Ενώ ο προςωπικόσ λυριςμόσ ϋφταςε ςτην τελειότητα ςχεδόν αμϋςωσ μετϊ την
εμφϊνιςό του ςτη λογοτεχνύα, το χορικό ϊςμα λόγω τησ πολυπλοκότερησ τεχνικόσ του
αναπτύχθηκε ςιγϊ ςιγϊ. Κατϊ τον 7ο -6ο αι. π.Φ., ςύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ζούςε ςτην
αυλό του τυρϊννου τησ Κορύνθου Περύανδρου ο Αρύων ο Μηθυμναύοσ, ο οπούοσ
παρουςύαςε εκεύ τουσ πρώτουσ διθυρϊμβουσ.
Κατϊ τη δεύτερη εποχό τησ χορικόσ λυρικόσ πούηςησ (πρώτο μιςό του 6ου αι. π.Φ.)
το κϋντρο παραγωγόσ του ςυγκεκριμϋνου λογοτεχνικού εύδουσ εντοπύζεται ςτην
Μεγϊλη Ελλϊδα, και δεςπόζουςα μορφό εύναι ο τηςύχοροσ από την Ιμϋρα τησ ικελύασ.
Ο τηςύχοροσ ςτόλιςε τουσ ύμνουσ με διϊφορουσ μύθουσ. Κατϋςτηςε την όλη ςύνθεςη
ευλύγιςτη, διότι αντικατϋςτηςε τη μονοκόμματη και μονότονη ςτροφό του Αλκμϊνα με
τη διαύρεςη ςε τριϊδεσ. Κϊθε τριϊδα αποτελούνταν από μια ςτροφό, μιαν αντιςτροφό
και μιαν επωδό. Η διαύρεςη αυτό θα γύνει η βϊςη για την πιο πϋρα ανϊπτυξη τησ χορικόσ
πούηςησ. Η ςτροφό και η αντιςτροφό εύναι ακριβώσ ύδιεσ προσ το μϋτρο, ενώ ακολουθεύ
η επωδόσ ςε διαφορετικό μετρικό ςύνθεςη.
3
4. Μετϊ τον Πύνδαρο (περ. 518-446 π.Φ.) η χορικό πούηςη παρακμϊζει και γιατύ
ϋλειψαν οι μεγϊλοι χορικού ποιητϋσ και γιατύ το ενδιαφϋρον του κοινού και των ποιητών
τραβϊ ϋνα νϋο λογοτεχνικό εύδοσ: η τραγωδύα.
Β. ΣΟ ΔΡΑΜΑ
Σο δρϊμα προόλθε, όπωσ τα μυςτόρια ςτο Μεςαύωνα, από τη θρηςκεύα. Από την
αρχό ςυνδϋεται με τη λατρεύα του Διονύςου. Και ο ύδιοσ ο όροσ δρϊμα μασ οδηγεύ ςτα
δρώμενα, δηλαδό ςτισ προσ τιμόν του Διονύςου τελετϋσ, ςτισ οπούεσ, ενώπιον των
πιςτών θεατών, δεν διηγούνταν μόνο, αλλϊ και μιμούνταν, παρύςταναν δηλαδό τα πϊθη
και τισ περιπϋτειεσ του θεού. Σϋτοιεσ μιμικϋσ παραςτϊςεισ εύχαν βϋβαια και οι μύθοι
ϊλλων θεών, αλλϊ ςτα περιςςότερα μϋρη τησ Ελλϊδασ αυτϋσ ςυνδϋονταν με τη λατρεύα
του Διονύςου και τησ Δόμητρασ. Ιδιαύτερα η λατρεύα του Διονύςου περιελϊμβανε
μεταμφιϋςεισ και φαιδρϋσ εορτϋσ. Η ευθυμύα από την οινοποςύα, οι τραγόμορφοι
ακόλουθοι δαύμονεσ του θεού, οι ϊτυροι, τα χοντρϊ αςτεύα που ϋλεγαν μεταξύ τουσ οι
εορταςτϋσ, προκαλούςαν το γϋλιο. Ουςιώδεσ γνώριςμα τησ Διονυςιακόσ λατρεύασ όταν
φυςικϊ η ϋκςταςη, η ϊρςη δηλαδό από την ταυτότητα του πιςτού του θεού και η
κατϊληψό του από το πνεύμα του λατρευόμενου Διονύςου. Η μεταμφύεςη ςτα
διονυςιακϊ δρώμενα όταν αναγκαύα και η λατρεύα του θεού γινόταν ςε κατϊςταςη
ιερόσ μανύασ και ϋξαλλου ενθουςιαςμού.
τη μονογραφύα του Albin Lesky, Η τραγικό πούηςη των αρχαύων Ελλόνων, τόμοσ
Α΄, βρύςκονται ςυγκεντρωμϋνεσ και δοκιμϊζονται για την πειςτικότητϊ τουσ διϊφορεσ
θεωρύεσ τεκμηριωμϋνεσ ό μη που αφορούν ςτην προϋλευςη τησ τραγωδύασ. Η τραγωδύα
ϋλαβε το όνομϊ τησ από τουσ τραγουδιςτϋσ που επειδό όταν ντυμϋνοι με τραγοπροβιϋσ
ονομϊζονταν τρϊγοι και κϊποτε εκτελούςαν το θρηνητικό τουσ ϊςμα πϊνω ςτον
τραγόμορφο ςκοτωμϋνο θεό.
ύμφωνα με ϊλλεσ πηγϋσ η τραγωδύα πρωτοδιαμορφώθηκε ςτισ εαρινϋσ
λατρευτικϋσ πρϊξεισ που ςχετύζονταν με τα πϊθη του ενιαύςιου δαύμονα.
το πρώτο ςυνθετικό τησ λϋξησ τραγωδύα πρϋπει να δηλώνεται το πρόςωπο που
«ϊδει». Η τραγωδύα εξελύχτηκε από το ςατυρικό ςτοιχεύο, αλλϊ το εκτόπιςε βαθμιαύα
από την ορχόςτρα τησ. Ωςτόςο, δεν πρϋπει να ληςμονούμε το γεγονόσ ότι το ςατυρικό
δρϊμα και η τραγωδύα γρϊφονταν κατϊ κανόνα από τον ύδιο τον ποιητό. ε ό,τι αφορϊ
επομϋνωσ την πρώτη γϋνεςη του τραγικού εύδουσ, δεν πρϋπει να ϋχουμε κατϊ νουν το
εξελιγμϋνο ςατυρικό δρϊμα, αλλϊ μια μορφό χορικών παραςτϊςεων με δραματικό
περύβλημα, που εκτελούνταν από ςϊτυρουσ.
Τπϊρχει ακόμη και η θεωρύα που υποςτηρύζει ότι το ςατυρικό δρϊμα και η
τραγωδύα γεννόθηκαν χωριςτϊ και ενώθηκαν γύρω ςτο 501 π.Φ.
Ο
όροσ
βοηλϊτησ
διθύραμβοσ
μαρτυρεύ
ότι το ςυγκεκριμϋνο χορικό ϊςμα χρηςιμοποιούνταν ωσ λατρευτικό τραγούδι την ώρα
τησ ζωοθυςύασ. Ση ςτενό ςύνδεςη του ϊςματοσ με τον Διόνυςο υποδηλώνει και ϋνα
όςτρακο από την περύοδο τησ ακμόσ του ερυθρόμορφου ρυθμού, το οπούο απεικονύζει
ϋναν ιληνό να παύζει λύρα και από πϊνω ϋχει την επιγραφό ΔΙΘΤΡΑΜΒΟ.
4
5. τον ελληνικό χώρο η προώςτορύα των δύο δραματικών ειδών οδηγεύ ςτην
περιοχό τησ πρωτόγονησ όρχηςησ, με την οπούα ο ϊνθρωποσ ζητούςε να προφυλαχτεύ
από τουσ δαύμονεσ ό να εξαςφαλύςει την εύνοιϊ τουσ. Από αυτό το πρωταρχικό ςτϊδιο
προϋρχεται κυρύωσ η χρόςη του προςωπεύου που φορούςε ο Έλληνασ ηθοποιόσ και τησ
τραγωδύασ και τησ κωμωδύασ όλεσ τισ εποχϋσ. Οι ορχόςεισ με τα προςωπεύα μασ
θυμύζουν κυρύωσ τουσ ςϊτυρουσ, πρϊγμα που διευκολύνει την αυτόματη ςύνδεςη με
πλόθοσ ςυγγενικϋσ παραςτϊςεισ ϊλλων λαών. Ωςτόςο, δεν πρϋπει να ξεχνϊμε ότι το
προςωπεύο και η όρχηςη κϊποτε απλώνονταν πολύ πϋρα από τα όρια του κατοπινού
θεού του θεϊτρου.
Οι μεταμφιϋςεισ των εορταςτών του Διονύςου ςυνεχύςτηκαν και ςτο δρϊμα, γιατύ
και οι υποκριτϋσ και οι χορευτϋσ μεταμφιϋζονταν και φορούςαν προςωπεύο.
Τποτυπώδεισ δραματικϋσ παραςτϊςεισ φαύνεται ότι γύνονταν ςε διϊφορα μϋρη τησ
Ελλϊδασ, ιδύωσ ςτη βόρεια Πελοπόννηςο. Αλλϊ την τϋλεια διαμόρφωςό του το δρϊμα
την ϋλαβε ςτην Αττικό.
Γ. Η ΣΡΑΓΩΔΙΑ
Η τραγωδύα (τρϊγων ωδό, δηλ. τραγούδι των μεταμφιεςμϋνων ςε ατύρουσ
χορευτών) γεννόθηκε ςύμφωνα με τη μαρτυρύα τησ πραγματεύασ Περύ Ποιητικόσ του
Αριςτοτϋλη (1449a13-14) από τουσ εξϊρχοντεσ τον διθύραμβο, δηλαδό από τουσ
αυτοςχεδιαςμούσ των αρχηγών, πρωτοτραγουδιςτών των διθυραμβικών χορών, οι
οπούοι παρύςταναν ςτην αρχό μϊλλον το πρόςωπο του Διονύςου ό του ιληνού, του
παιδαγωγού του θεού, και κατόπιν και ϊλλων ηρώων.
Θεωρεύται πιθανόν ότι εκεύνοι που αποτελούςαν τουσ διθυραμβικούσ χορούσ όταν
μεταμφιεςμϋνοι ςε ατύρουσ (οι ϊτυροι εύχαν ανθρώπινη και ζωικό μορφό,
μπορούςαν δηλαδό να ϋχουν ουρϊ αλόγου και πόδια τρϊγου, τουσ ονόμαζαν τρϊγουσ
γιατύ τουσ φαντϊζονταν με πυκνό τρύχωμα, εύθυμουσ κι αςυγκρϊτητουσ, όχι για τη
μορφό τουσ) και ότι η λϋξη διθύραμβοσ προόλθε από το ουςιαςτικό τύτυροσ= τρϊγοσ, η
αρχικό τησ μορφό όταν τιτύραμβοσ (η κατϊληξη –αμβοσ πιθανόν προελληνικό) και
ςόμαινε ό, τι κατόπιν περύπου η λϋξη τραγωδύα. Ότι η τραγωδύα προόλθε από τη
διονυςιακό λατρεύα και εύναι μύα ανϊπτυξη και τελειοπούηςη του διθυρϊμβου, που
ψαλλόταν προσ τιμόν του Διονύςου, το αποδεικνύει και το γεγονόσ ότι οι τραγωδύεσ
διδϊςκονταν, παριςτϊνονταν μόνο κατϊ τισ διονυςιακϋσ εορτϋσ.
Για την ακρύβεια ςτην εξϋλιξη του διθυρϊμβου από τον αρχϋγονο
αυτοςχεδιαςμό ςε ϋντεχνη μορφό ςυνϋβαλε ϋνασ ς ημαντικόσ ποιητόσ και
μουςικόσ, ο Aρίων. Ο Aρύων πρώτοσ ςυνϋθεςε διθύραμβο, του ϋδωςε λυρικό
5
6. μορφό και αφηγηματικό περιεχόμενο και τον παρουςύαςε ςτην αυλό του
φιλότεχνου τυρϊννου Περύανδρου, ςτην Kόρινθο. O Aρύων παρουςύαςε τουσ
χορευτϋσ
μεταμφιεςμϋνουσ
ςε
ατύρουσ,
δηλαδό
με
χαρακτηριςτικϊ
τρϊγων, γι' αυτό και ονομϊςτηκε «ευρετόσ του τραγικού τρόπου». Oι
ϊτυροι, που ϋωσ τότε ενεργούςαν ωσ δαύμονεσ των δαςών, εντϊχθηκαν ςτη
λατρεύα του Διονύςου και αποτϋλεςαν μόνιμη ομϊδα που ακολουθούςε
παντού το θεό. Oι τραγόμορφοι αυτού τραγουδιςτϋσ ονομϊζονταν τραγ ῳδού.
Με πρότυπα διθυραμβικϊ ϊςματα, φαύνεται ότι δημιουργόθηκαν
τραγούδια με τα οπούα εξυμνούνταν όχι ο Διόνυςοσ ό ϊλλοι θεού, αλλϊ
όρωεσ και γενικϊ μυθικϊ πρόςωπα. Ο Ηρόδοτοσ ( Ε’ βιβλύο, 67.5) μασ
πληροφορεύ ότι οι ικυώνιοι ςτισ αρχϋσ του 6 ο υ αι. π.Φ. (επομϋνωσ πριν την
εμφϊνιςη τησ τραγωδύασ ςτην Αττικό) τιμούςαν με τραγικούσ χορούσ τον
τοπικό όρωα Άδραςτο.
Ωςτόςο το μεγϊλο βόμα για τη μετϊβαςη από το διθύραμβο ςτην
τραγωδύα ϋγινε όταν, ςτα μϋςα του 6 ο υ αιώνα π.Φ. ο ποιητόσ Θϋςπησ
ςτϊθηκε απϋναντι από το Xορό και ςυνδιαλϋχθηκε με ςτύχουσ, δηλαδό αντύ
να
τραγουδόςει
μια
ιςτορύα
ϊρχιςε
να
την
αφηγεύται.
τη
θϋςη
του ἐ ξϊρχοντοσ ο Θϋςπησ ειςόγαγε ϊλλο πρόςωπο, εκτόσ Xορού, τον
υποκριτό-ηθοποιό, ο οπούοσ ϋκανε διϊλογο με το Xορό, ςυνδυϊζοντασ το
επικό ςτοιχεύο (λόγοσ) με το αντύςτοιχο λυρικό (μουςικό)· ςυνϋπεια αυτόσ
τησ καινοτομύασ όταν η γϋννηςη τησ τραγωδύασ ςτην Aττικό. Η πρώτη
επύςημη «διδαςκαλύα» (παρϊςταςη) τραγωδύασ ϋγινε από το Θϋςπη το 534
π.Φ., ςτα Μεγϊλα Διονύςια. Ήταν η εποχό που την Αθόνα κυβερνούςε ο
τύραννοσ Πειςύςτρατοσ, ο οπούοσ ενύςχυςε τη λατρεύα του θεού Διονύςου.
αφώσ η προϋλευςη του εύδουσ εύναι καθαρϊ θρηςκευτικό. την πορεύα τησ η
τραγωδύα διατόρηςε πολλϊ διονυςιακϊ ςτοιχεύα, τα θϋματϊ τησ όμωσ δεν εύχαν ςχϋςη
με το Διόνυςο. Ωςτόςο, ςτα εξωτερικϊ τησ χαρακτηριςτικϊ η τραγωδύα ποτϋ δεν
απαρνόθηκε τη διονυςιακό τησ προϋλευςη. Κατϊ τη ςτιγμό που εμφανύζεται ο πρώτοσ
μεγϊλοσ τραγικόσ ποιητόσ, ο Αιςχύλοσ (αρχϋσ 5ου αι. π.Φ.), η αττικό τραγωδύα εύναι ϋνα
πούημα με θρηςκευτικό χαρακτόρα που παριςτϊνεται προσ τιμόν του Διονύςου, η
υπόθεςό του εύναι όμωσ ϊςχετη προσ τουσ μύθουσ του θεού. Ο χορόσ κατϋχει ςε αυτό
κυρύαρχη θϋςη. Έχει μόνο ϋναν υποκριτό. Εύναι θϋαμα ευγενϋσ και παθητικό, χωρύσ
ςπουδαύα όμωσ πλοκό και δρϊςη μηδαμινό.
6
9. ημϊδια ϋντονησ ύπαρξησ του χορού υπϊρχουν ςτην Ελληνικό μυθολογύα, ςτην
αρχαύα και την νεώτερη Ελληνικό ιςτορύα. Σα ευρόματα που περιϋχουν χορό εύναι
πολλϊ
και
υπϊρχουν
παντού
ςε
όλη
την
Ελλϊδα.
Ο ΦΟΡΟ ΣΗΝ ΣΡΑΓΨΔΙΑ
Σον παλαιό κυκλικό χορό απϊρτιζαν πενόντα ϊρρενεσ χορευτϋσ. Ο Αιςχύλοσ τον
διαύρεςε ςε τϋςςερα τμόματα καθϋνα από τα οπούα, αποτελούμενο από δώδεκα
χορευτϋσ, ανόκε ςε ϋνα από τα δρϊματα τησ τετραλογύασ. Ο οφοκλόσ αύξηςε τον
αριθμό των χορευτών ςε δεκαπϋντε και ο αριθμόσ αυτόσ παρϋμεινε ςταθερόσ. το
διθύραμβο ο χορόσ ςχημϊτιζε κύκλο, ςτην τραγωδύα ενδεχομϋνωσ να ςχημϊτιζε και
τετρϊγωνο για να μπορεύ να ςτρϋφεται προσ τη ςκηνό. Ο χορόσ με τον αυλητό μπροςτϊ
ϋμπαινε ςτην ορχόςτρα κατϊ ςτούχουσ (μϋτωπο 3, βϊθοσ 5) ό κατϊ ζυγϊ (μϋτωπο 5,
βϊθοσ 3) και ϋπαιρνε θϋςη μεταξύ θυμϋλησ και ςκηνόσ. Με βϊςη την κοινό λογικό όμωσ
κατϊ τη διϊρκεια τησ παρϊςταςησ θα μετακινούνταν εντόσ τησ ορχόςτρασ. Ήταν
ντυμϋνοσ απλϊ και ςοβαρϊ. Ένασ από τουσ χορευτϋσ εύχε πρωτεύοντα ρόλο και
αποκαλούνταν κορυφαύοσ. Διηύθυνε τισ κινόςεισ του χορού, εξόρχε του τραγουδιού και
διαλεγόταν ςε οριςμϋνα ςημεύα του ϋργου, με τουσ υποκριτϋσ. Μερικϋσ φορϋσ ο χορόσ
διαιρούνταν ςε δύο ημιχόρια, τα οπούα τραγουδούςαν αμοιβαύα τισ ςτροφϋσ και τισ
αντιςτροφϋσ και από κοινού την επωδό.
Η όρχηςη του χορού όταν ςεμνό και ονομαζόταν εμμϋλεια. Η πρώτη εύςοδοσ του
χορού ςτην ορχόςτρα ονομαζόταν πϊροδοσ. Ο αυλητόσ που ςυνόδευε το χορό ςτην
όρχηςη και ςτο τραγούδι, καθόταν πιθανότατα ςτα ςκαλοπϊτια του βωμού (θυμϋλησ).
Η ϋκταςη των χορικών ποικύλλει. τον Αιςχύλο κατϊ κανόνα τα χορικϊ εύναι
μακρϊ με πολλϊ ζεύγη ςτροφών και αντιςτροφών που διακρύνονται από τισ επωδούσ.
τον Ευριπύδη τα χορικϊ περιορύςτηκαν, τα ςτϊςιμα μϊλιςτα ςυνδϋονταν πολύ χαλαρϊ
με το επειςόδιο.
9
10. ΦΟΡΟ ΔΙΘΤΡΑΜΒΟΤ Η ΔΡΑΜΑΣΙΚΟ ΜΕΑ ΑΠΟ ΠΑΡΑΣΑΕΙ
ΑΓΓΕΙΨΝ
Παρϊςταςη διθυραμβικού χορού ςε ερυθρόμορφη κύλικα των αρχών του 5ου αιώνα
π.Φ. το κϋντρο αυλητόσ με διπλό αυλό ςυνοδεύει τα υπόλοιπα μϋλη του χορού. The
Metropolitan Museum of Art, Gift of Ernest Brummer, 1957. (57.12.21) All rights
reserved, The Metropolitan Museum of Art.
10
13. Ελικωτόσ κρατόρασ 400-395 π.Φ., ύψοσ 75 εκ. Naples, Museo Nazionale
Archeologico
Η παρϊςταςη του κρατόρα εύναι από τισ πιο ςημαντικϋσ ςχετικϊ με το αρχαύο
ελληνικό θϋατρο. ε δύο ευδιϊκριτεσ ζώνεσ απεικονύζονται ο ςυγγραφϋασ, οι μουςικού,
οι ηθοποιού και τα ϋνδεκα μϋλη του χορού ενόσ ςατυρικού δρϊματοσ. το μϋςο τησ
επϊνω ζώνησ, επϊνω ςε πολυτελό κλύνη, εικονύζονται αγκαλιαςμϋνοι ο Διόνυςοσ με την
Αριϊδνη, τη ςύντροφό του. την ϊκρη τησ ύδιασ ζώνησ κϊθεται ϊλλη γυναικεύα μορφό
που κρατϊ μϊςκα με τιϊρα, ϋνα εύδοσ καλύμματοσ κεφαλόσ, οικεύο ςε επύςημουσ
ανατολύτεσ, πιθανόν να εύναι η Παιδιϊ, η προςωποπούηςη των παιχνιδιών, επομϋνωσ και
13
14. των θεατρικών παραςτϊςεων. Μϊςκα κρατϊ και ο ηθοποιόσ που εικονύζεται πύςω από
το Διόνυςο, όπωσ και ϊλλοι δύο, που βρύςκονται δεξιϊ τησ Παιδιϊσ και οι οπούοι
υποδύονται τουσ ρόλουσ του Ηρακλό και του Παπποςιληνού. Σα ενδύματϊ τουσ εύναι
πλούςια διακοςμημϋνα.
το μϋςο τησ κϊτω ζώνησ κϊθεται ςε κλιςμό ο Θηβαύοσ αυλητόσ Πρόνομοσ,
ϋχοντασ μπροςτϊ του το λυρϊρη Φαρύνο. Πύςω του ο Νικόλεωσ, μϋλοσ του χορού,
φορώντασ τη μϊςκα του χορεύει "ςύκιννιν", τον αγαπητό χορό του ςατυρικού
δρϊματοσ. Αριςτερότερα κϊθεται ο ποιητόσ Δημότριοσ, δημιουργόσ του ϋργου,
κρατώντασ ςτο αριςτερό χϋρι κύλινδρο παπύρου. τα δύο ϊκρα τησ ςύνθεςησ
εικονύζονται τα υπόλοιπα μϋλη του χορού κρατώντασ τισ μϊςκεσ τουσ. Οι δύο τρύποδεσ,
ςτα ϊκρα ςχεδόν τησ ςύνθεςησ, υποδηλώνουν ύςωσ ότι η ςκηνό διαδραματύζεται ςτο
χώρο ενόσ ιερού του Διονύςου, ϊρα ςτο θϋατρο. Η παρουςύα του Ηρακλό, ςε ςυνδυαςμό
με την τιαφόρο γυναικεύα μϊςκα, μασ βεβαιώνει ότι η υπόθεςη του ϋργου ςχετιζόταν με
ϊθλο του όρωα ςτην Ανατολό με πρωταγωνύςτρια μια ηρωύδα. Οι δύο πιθανϋσ εκδοχϋσ
εύναι η ςωτηρύα τησ Ηςιόνησ, κόρη του βαςιλιϊ τησ Σρούασ Λαομϋδοντα, ό η περιπϋτεια
του Ηρακλό με την Ομφϊλη, τη βαςύλιςςα τησ Λυδύασ.
την ϊλλη όψη του αγγεύου εικονύζεται ο Διόνυςοσ με την Αριϊδνη, μαινϊδεσ, ςϊτυροι,
ϋνασ πϊνθηρασ κι ϋνασ ιπτϊμενοσ Έρωτασ.
Κωδωνόςχημοσ κρατόρασ που διαςώζεται ςτο Αρχαιολογικό Μουςεύο τησ πόλησ
Υερρϊρα τησ Ιταλύασ. Εύναι ερυθρόμορφοσ και απεικονύζει θεατρικό ςκηνό.
Παρουςιϊζει μύα μαινϊδα επύ ςκηνόσ να φορϊει ιμϊτιον, δϋρμα Υαύνου και ϋνα τρύχινο
14
15. χοντρό ύφαςμα, ενώ χορεύει ενώπιον ενόσ ϊνδρα, ο οπούοσ φορϊει υψηλϊ υποδόματα,
μακρύ χιτώνα και ιμϊτιον. Κρατϊει και ϋνα προςωπεύο ςτο αριςτερό του χϋρι. Σο
προςωπεύο ϋχει μαλλιϊ ωσ το ύψοσ του πηγουνιού και θα μπορούςε να αντιςτοιχεύ ςε
νεαρό ανδρικό ό γυναικεύο πρόςωπο. Οι μπότεσ υποδηλώνουν ότι πρόκειται για ϊνδρα,
αλλϊ υπϊρχει και το ενδεχόμενο να πρόκειται για ϋναν εκτεθηλυμϋνο Διόνυςο.
Ερυθρόμορφοσ κρατόρασ που αποδύδεται ςτον υρύςκο κατϊ το 500-450 π.Φ.
Διαςώζεται ςτην Ετρουρύα τησ Ιταλύασ ςτην πόλη Tarquinia. Παρουςιϊζει χορευτϋσ.
Μϊλλον πρόκειται για χορό κωμωδύασ.
ΠΡΟΕΓΓΙΗ ΣΟΤ ΡΟΛΟΤ ΣΟΤ ΦΟΡΟΤ ΣΗΝ ΣΡΑΓΨΔΙΑ ΟΙΔΙΠΟΤ
ΣΤΡΑΝΝΟ ΣΟΤ ΟΥΟΚΛΗ
Ι. ΠΕΡΙΛΗΧΗ ΤΠΟΘΕΗ
Ο Λϊιοσ, βαςιλιϊσ τησ Θόβασ, εύχε πϊρει χρηςμό πωσ το παιδύ που θα γεννούςε με
την Ιοκϊςτη, θα ςκότωνε τον πατϋρα του και θα παντρευόταν τη μητϋρα του. Έτςι,
όταν ο γιοσ τουσ γεννόθηκε τον ϊφηςαν ϋκθετο ςτο βουνό του Κιθαιρώνα. Κϊποιοσ
βοςκόσ βρόκε το βρϋφοσ και το ϋδωςε ςε ϊλλο βοςκό, που το παρϋδωςε ςτον αφϋντη
του, το βαςιλιϊ τησ Κορύνθου. Εκεύνοσ το ανϋθρεψε ςαν παιδύ του. Όταν ο Οιδύποδασ
μεγϊλωςε, αμφιβϊλλοντασ για την καταγωγό του, πόγε ςτο μαντεύο των Δελφών, όπου
πληροφορόθηκε πωσ υπόρχε χρηςμόσ, ςύμφωνα με τον οπούο θα ςκότωνε τον πατϋρα
του και θα ϋπαιρνε ωσ γυναύκα τη μητϋρα του. Θϋλοντασ να αποφύγει την
πραγματοπούηςη του φοβερού αυτού χρηςμού, δεν επιςτρϋφει ςτην Κόρινθο και ςε
εκεύνουσ που θεωρούςε γονεύσ του. το δρόμο του όμωσ ςυνϊντηςε και αμυνόμενοσ
ςκότωςε τον Λϊιο, αγνοώντασ πωσ εύναι ο πατϋρασ του. Όταν ϋφταςε ςτη Θόβα, ϋλυςε
το αύνιγμα τησ φύγγασ και κϋρδιςε τη βαςιλεύα τησ πόλησ, παντρεύτηκε την Ιοκϊςτη
και απϋκτηςε μαζύ τησ τϋςςερα παιδιϊ. Ση Θόβα όμωσ ϋπληξε φοβερόσ λοιμόσ για τον
15
16. οπούο υπεύθυνοσ όταν ο δολοφόνοσ του Λϊιου. Ο Οιδύποδασ αναλαμβϊνει να τον
ανακαλύψει και να ελευθερώςει την πόλη. την πορεύα τησ αναζότηςόσ του μαθαύνει
ότι εκεύνοσ δολοφόνηςε τον Λϊιο. Όχι μόνο εύναι δολοφόνοσ του Λϊιου, αλλϊ και
δολοφόνοσ του πατϋρα του, ενώ παντρεύτηκε τελικϊ τη μητϋρα του ζώντασ ςε
κατϊςταςη ϊγνοιασ. ςτερα από την αποκϊλυψη τησ τραγικόσ αλόθειασ η Ιοκϊςτη
απαγχονύζεται, ο Οιδύποδασ αυτοτυφλώνεται εκλιπαρώντασ για εξορύα και
ανηςυχώντασ για την τύχη των παιδιών του.
ΙΙ.ΠΡΟΨΠΑ ΣΟΤ ΕΡΓΟΤ
Οιδύποδασ, Ιοκϊςτη, Ιερϋασ, Κρϋοντασ, Σειρεςύασ, Άγγελοσ, Θερϊποντασ Λϊιου,
Εξϊγγελοσ
&
Φορόσ Θηβαύων γερόντων
ΙΙΙ. Ο ΡΟΛΟ ΣΟΤ ΦΟΡΟΤ ΣΗΝ ΕΞΕΛΙΞΗ ΣΟΤ ΜΤΘΟΤ
Πρώτο επειςόδιο: Σα λόγια του Φορού προκαλούν αγωνύα κι εςωτερικό δρϊςη
ςτο θεατό, αποτελώντασ δραματικό παρϊγοντα.
Πρώτο ςτϊςιμο: Οι ςκϋψεισ του Φορού επαναλαμβϊνουν λυρικϊ το περιεχόμενο
του α’ επειςοδύου. Αρχικϊ ο χορόσ ςκϋπτεται πϊνω ςτο χρηςμό και τη μαντεύα του
Σειρεςύα. ε αυτό το α’ ςτϊςιμο ο Φορόσ διερωτϊται μαζύ με τουσ θεατϋσ ποιοσ να εύναι
ϊραγε ο δολοφόνοσ του βαςιλιϊ των Θηβών, κι αν εύναι δυνατόν να μην εύναι αληθεύσ οι
μαντεύεσ του Σειρεςύα. Ο Φορόσ δεν προςθϋτει κανϋνα νϋο ςτοιχεύο προσ την εξϋλιξη τησ
πλοκόσ.
Κομμόσ Φορού: Ο Οιδύποδασ μϋνει αμετϊπειςτοσ, γιατύ αν δεχτεύ την αθωότητα
του Κρϋοντα, παραδϋχεται τη δικό του ενοχό. Εν τούτοισ δϋχεται να αφεθεύ ελεύθεροσ ο
Κρϋοντασ χϊρη ςτο Φορό. Ο Φορόσ ενδιαφϋρεται ϋντονα για την τύχη τησ πόλησ. Η
ςτιχομυθύα Φορού και Οιδύποδα εμπεριϋχει αληθινό δρϊςη.
Σϋταρτο ςτϊςιμο: Ωσ προσ το περιεχόμενο, τα λόγια του Φορού ενςαρκώνουν τισ
ςκϋψεισ των θεατών για το ϊςτατο, ευμετϊβλητο, εφόμερο τησ ανθρώπινησ
ευδαιμονύασ, ύςτερα από την αποκϊλυψη τησ οδυνηρόσ τραγικότητασ του όρωα. Η
φιλοςοφύα του Φορού για την ανθρώπινη μούρα χαρακτηρύζει το μϋγεθοσ των Θηβών.
Ο Φορόσ δεν αναφϋρεται ςτα εξόσ: β’ επειςόδιο και β’ ςτϊςιμο, γ’ επειςόδιο και γ’
ςτϊςιμο και ςτην ϋξοδο.
ΔΙΑΠΙΣΨΕΙ-ΤΜΠΕΡΑΜΑΣΑ
Καταλόγοντασ, η χορικό παρϊςταςη ωσ μϋροσ τησ αρχαύασ τραγωδύασ εύναι
ελκυςτικό ωσ πεδύο ϋρευνασ, αλλϊ ο πολυςύνθετοσ χαρακτόρασ τησ δύςκολα
αποκαλύπτεται ςτην ολότητϊ του. ύμφωνα με τισ μαρτυρύεσ του Αριςτοτϋλη ςτο Περύ
Ποιητικόσ και τουσ φιλολόγουσ που αποδϋχονται τη ςημαςύα τησ ςυγκεκριμϋνησ
πραγματεύασ ςε ζητόματα γϋνεςησ τησ αρχαύασ τραγωδύασ, η τραγωδύα κατϊγεται από
16
17. ϋνα αρχαώκό χορικό λυρικό εύδοσ, το διθύραμβο. Προϋρχεται από τουσ εξϊρχοντεσ του
ϋντεχνου διονυςιακού ύμνου, που όδη κατϊ τον 6ο αιώνα π.Φ. εύχε προςλϊβει γενικϊ
ηρωικό περιεχόμενο και δεν περιοριζόταν πια ςτην αφόγηςη των παθών του Διονύςου.
Οι εξϊρχοντεσ του διθυρϊμβου αποτϋλεςαν τουσ υποκριτϋσ τησ τραγωδύασ και η
τραγωδύα γεννιϋται τη ςτιγμό ακριβώσ που ςτο τραγούδι του χορού ο εξϊρχων
αποκρύνεται απαγγϋλλοντασ και όχι τραγουδώντασ. Σουλϊχιςτον αυτό εύναι η κυρύαρχη
τϊςη ςτην ϋρευνα τησ καταγωγόσ τησ τραγωδύασ. Τπϊρχουν βϋβαια και διαφορετικϋσ
ερμηνεύεσ των μαρτυριών τησ προαναφερθεύςασ αριςτοτελικόσ πραγματεύασ επϊνω
ςτο ζότημα τησ πρώτησ δημιουργύασ του ύψιςτου αυτού ποιητικού εύδουσ. Οι
πρωιμότερεσ ςωζόμενεσ τραγωδύεσ χαρακτηρύζονται από τη μεγαλύτερη ϋκταςη των
λυρικών μερών ϋναντι των διαλογικών, ενώ φορϋασ τησ εξϋλιξησ του μύθου, τησ πλοκόσ,
όταν τα αδόμενα μϋρη και όχι τόςο τα επειςόδια, όπωσ ςυμβαύνει από τη ςυμβολό του
οφοκλό και ϋπειτα. Σα τραγικϊ πϊθη, ο ϋλεοσ και ο φόβοσ, το μανθϊνειν, η οικεύα τησ
τραγωδύασ ηδονό, πραγματώνονταν μϋςα από το χορό. Άλλωςτε, πριν την ειςαγωγό
του οικοδομόματοσ τησ ςκηνόσ, ο χώροσ όπου δρούςαν οι υποκριτϋσ και ο χορόσ όταν η
ορχόςτρα.
Ο χορόσ όταν κύριο ςυςτατικό τησ θρηςκευτικόσ λατρεύασ και η προϋλευςό του
χϊνεται ςτο χώρο τησ προώςτορύασ και των πρωτόγονων κοινωνιών. την Αθόνα του
5ου αι. π.Φ., η ςυμμετοχό αρρϋνων εφόβων ςτον κύκλιο χορό του διθυρϊμβου
προετούμαζε τουσ Αθηναύουσ νϋουσ για την ειςαγωγό τουσ ςτην πολιτικό ζωό.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ
1. Μεγϊλη Σοβιετικό Εγκυκλοπαύδεια, Διευθ. ύνταξησ: Α.Μ. Προχοροφ. Ακϊδημοσ Α.Ε.,
Αθόνα 1981, τόμ. 22, λόμμα: μουςικό.
2. Αριςτοτϋλουσ, Περύ Ποιητικόσ, Μετϊφρ.: ύμοσ Μενϊρδοσ. Ειςαγωγό, Κεύμενο,
Ερμηνεύα: Ι. υκουτρόσ. Βιβλιοπωλεύο τησ Εςτύασ, Αθόνα, επανϋκδ. 2000. Ακαδημύα
Αθηνών, Ελληνικό Βιβλιοθόκη.
3. Γεωργοπαπαδϊκοσ, Α. Ελληνικό Γραμματολογύα. Από τισ αρχϋσ ωσ το τϋλοσ του 6ου αι.
μ.Χ. ΜΟΛΦΟ. Θεςςαλονύκη, 1997.
4. Lesky, Albin. Η τραγικό πούηςη των αρχαύων Ελλόνων. Τόμ. Α’. Από τη γϋνεςη του
εύδουσ ωσ τον Σοφοκλό. Μετϊφρ. Νύκοσ Φ. Φουρμουζιϊδησ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικόσ
Σραπϋζησ. Αθόνα, 1987.
5. Μιχαηλύδησ, όλων. Εγκυκλοπαύδεια τησ Αρχαύασ Ελληνικόσ Μουςικόσ. Μορφωτικό
Ίδρυμα Εθνικόσ Σραπϋζησ. Αθόνα, 2003.
6. ηφϊκησ, Γρηγ. Μ., «Μϋτρο, Μϋλοσ, Όψεισ: Η ςημαςύα τουσ για τη ςκηνικό ερμηνεύα
τησ τραγωδύασ» Λογεύον 1, Πανεπιςτόμιο Πατρών. 2011, ςελ.1-30.
7. WEBSTER, T.B.L., “Greek Dramatic Monuments from the Athenian Agora and Pnyx”,
Hesperia 29 (1960), ςελ. 254-284, πύν. 65-68.
17