1. είναι η παρουσίαση ενός
κειμένου
με σύντομο τρόπο.
Στην περίληψη
αναφέρουμε μόνο τις βασικές
πληροφορίες του κειμένου
και τη γράφουμε σε μια
παράγραφο, όσες παραγράφους κι
αν έχει το κείμενο.
Προετοιμασία
Διαβάζω καλά και
καταλαβαίνω
το κείμενο.
Υπογραμμίζω τις
σημαντικές φράσεις
ή λέξεις.
Φτιάχνω
πλαγιότιτλους
Σύνταξη Περίληψης
Γράφω στην αρχή της
περίληψης μια φράση
που να παρουσιάζει το
θέμα του κειμένου.
Αποδίδω το
περιεχόμενο του
κειμένου με τη
βοήθεια των
πλαγιότιτλων.
Συμπυκνώνω την
τελευταία
ενότητα
σε μια πρόταση.
Πώς γράφω μια περίληψη;
2. Η π ερίληψή ΠΡΕΠ ΕΙ να περιλαμ βάνει:
- Πού συμβαίνει η ιστορία μας;
- Πότε συμβαίνει;
- Ποιος είναι ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας;
- Ποια άλλα πρόσωπα συμμετέχουν στην
ιστορία;
- Πώς εξελίσσεται η ιστορία;
• Πώς αρχίζει.
• Πώς εξελίσσεται.
• Πώς τελειώνει.
- Τι νιώθουν τα πρόσωπα
της ιστορίας (συναισθήματα).
Η π ερίληψή ΔΕΝ Π ΡΕΠΕΙ να περιλαμ βάνει:
- Λεπτομέρειες
- Παραδείγματα
- Αναφορές του συγγραφέα σε λόγια άλλων
- Επεξηγήσεις
- Απαριθμήσεις
- Αυτούσιες φράσεις του κειμένου
- Ερωτήσεις
- Δικά μας σχόλια
- Μεταφορές - Παρομοιώσεις
Λέξεις και εκφράσεις
που εξασφαλίζουν συνοχή στην περίληψη:
Πρόλογος: στην αρχή, στον πρόλογο, το κείμενο μας
ενημερώνει για, αναφέρεται σε, ο συγγραφέας
ασχολείται με, αναφέρεται σε, εξετάζει
Κύριο μέρος: στη συνέχεια, ύστερα, έπειτα, σύμφωνα
με το συγγραφέα, κατά την άποψη του συγγραφέα, ο
συγγραφέας αναφέρει, επισημαίνει, σημειώνει,
τονίζει, υπογραμμίζει, ισχυρίζεται, πιστεύει,
παρατηρεί, διαπιστώνει, διευκρινίζει, επεξηγεί,
αιτιολογεί δικαιολογεί, συγκρίνει, αντιπαραθέτει,
υπερασπίζεται, συμφωνεί, ταυτίζεται, απορρίπτει,
αντικρούει, δείχνει, αποδεικνύει, συμπληρώνει,
προσθέτει
Επίλογος: τέλος, τελικά, συμπερασματικά,
εν κατακλείδι, κλείνοντας,
ολοκληρώνοντας,
ο συγγραφέας καταλήγει,
συμπεραίνει
3. Η Ευρώπη και ο Ταύρος
Στα πολύ παλιά τα χρόνια, τότε που κυρίαρχος του κόσμου ήταν ο Δίας,
ζούσε λίγο μακριά από μας, στη σημερινή Συρία, μια κοπέλα πάρα πολύ όμορφη,
που την έλεγαν Ευρώπη. Την έλεγαν έτσι, επειδή τάχα είχε ευρύ (φαρδύ)
πρόσωπο. Σήμερα θα τη λέγαμε «φεγγαροπρόσωπη». Τόσο ωραίο κι ακτινοβόλο
ήταν το πρόσωπο της και τόσο μεγάλη η όλη ομορφιά κι η χάρη της, που όλος ο
κόσμος μιλούσε γι' αυτή και καμάρωναν γι' αυτό και οι δυο γονιοί της, ο βασιλιάς
της χώρας ο Αγήνορας κι η γυναίκα του η Τηλεφάεσσα. Τσούρμο οι υποψήφιοι
γαμπροί έφταναν απ' όλες τις άκρες της Γης να ζητήσουν από τον πατέρα της το
χέρι της.
Η φήμη της ομορφιάς της έφτασε και στον Όλυμπο. Τ' άκουσε κι ο Δίας
και χάιδεψε τα γένια του. «Να 'ναι τάχα έτσι που τα λένε;», σκέφτηκε. Και χωρίς
να χάσει καιρό, κάποια μέρα που η Ήρα έλειπε από τον Όλυμπο σε κάποια γιορτή
που είχαν για χάρη της, παίρνει το σκήπτρο του και κρυφά, μην τον πάρουν
είδηση κι οι άλλοι θεοί, το σκάει απ' το παλάτι του και μια και δυο, κάμπους και
βουνά και θάλασσες περνάει και, να σου τον, φτάνει στη χώρα του Αγήνορα.
Τραβούσε ίσια για την πρωτεύουσα, αλλά, για καλό και για κακό, σταμάτησε λίγο
πιο έξω, για να σκεφτεί πώς θα πλησιάσει στο παλάτι, δίχως να τον γνωρίσει
κανένας.
Κι εκεί που στεκόταν, στην άκρη ενός καταπράσινου λιβαδιού, κοντά
στην ακρογιαλιά, βλέπει να φτάνουν από πέρα μια παρέα όμορφες κοπέλες, η μια
πιο όμορφη από την άλλη. Έρχονταν τα κοριτσόπουλα τραγουδώντας και
σκόρπισαν μες στο ανθόσπαρτο λιβάδι κι άρχισαν να μαζεύουν λουλούδια και να
πλέκουν μ' αυτά γιρλάντες και στεφάνια και να στολίζουν τα μαλλιά τους και να
καμαρώνουν και να χαίρονται την ομορφιά τους και την άνοιξη.
Κοιτάζει ο Δίας και δε χορταίνει να βλέπει. Και να, ανάμεσά τους η κόρη
του Αγήνορα, η Ευρώπη. Λάμπει και ξεχωρίζει ανάμεσα στις άλλες, όπως το
φεγγάρι ανάμεσα στ' αστέρια της νύχτας.
— Ευρώπη!... Ευρώπη!..., της φωνάζουν οι φίλες της και της φέρνουν τα πιο
όμορφα λουλούδια.
— Α, αυτή λοιπόν είναι..., έκαμε ο Δίας. Δεν έχουν άδικο που τόσο πολύ μιλάνε
για την ομορφιά της.
Μέσα στο νου του τώρα πιο βαθιά καρφώθηκε η σκέψη να την αρπάξει.
Ναι, αλλά πώς; Πώς να πλησιάσει εκείνο το τρελό κοριτσομάνι; Αλλά ο
παμπόνηρος θεός δεν άργησε να βρει τον τρόπο: Μεταμορφώθηκε σε ωραίο, πολύ
ωραίο, ταύρο, που όχι μόνο το τρίχωμά του είχε χίλια δυο ωραία χρώματα κι
έλαμπε σα μαλαματένιο, μα κι η ανάσα του μοσκομύριζε κι αυτή σαν μοσκοβολιά
από ολάνθιστο τριαντάφυλλο.
Έτσι μεταμορφωμένος, πλησίασε τις κοπέλες κι έκανε τάχα πως βόσκει
ανάμεσά τους ξένοιαστος. Τον είδαν εκείνες και τον περιτριγύρισαν.
— Καλέ, κοιτάξτε τι ωραίος ταύρος! Ελάτε! Προσέχετε κάτι; Κι η ανάσα του
μοσκοβολά σαν τριαντάφυλλο.
Τ' άκουσε αυτά κι η Ευρώπη κι ήρθε γεμάτη περιέργεια κοντά του. Την είδε ο
ταύρος- Δίας και πήγε και γονάτισε μπροστά στα πόδια της.
— Θαύμα είναι, λέει κι η Ευρώπη.
Τον χαϊδεύει κι έτσι όπως τον βλέπει ήρεμο, πάει και κάθεται πάνω στη
ράχη του και λέει μάλιστα και στις φίλες της να κάνουν το ίδιο. Δεν πρόφτασε
όμως να καλοκαθίσει κι ο ταύρος μεμιάς σηκώνεται και με την Ευρώπη στη ράχη
του το βάζει στα πόδια. Βουτά στη θάλασσα και φτάνει κολυμπώντας στην Κρήτη.
Εκεί η Ευρώπη γέννησε το Μίνωα και το Ραδάμανθη. Κι από τότε η ήπειρος που
είναι πάνω από την Κρήτη πήρε το όνομα Ευρώπη.
Χάρης Σακελλαρίου
Η ομορφιά της
Ευρώπης
Η φήμη της
Ευρώπης
Η Ευρώπη και
η παρέα της
Ο Δίας
αναγνωρίζει
την Ευρώπη
Ο Δίας αποφασίζει
να κλέψει την
Ευρώπη και
μεταμορφώνεται
σε ταύρο.
Η Ευρώπη
πλησιάζει και
θαυμάζει τον
ταύρο.
Η αρπαγή της
Ευρώπης και η
ονομασία της
ηπείρου.
Περίληψη
Παλιά ζούσε στη Συρία μια όμορφη
κοπέλα που την έλεγαν Ευρώπη. Το όνομά
της προερχόταν από το ότι είχε φαρδύ
πρόσωπο. Γονείς της ήταν ο βασιλιάς
Αγήνορας και η Τηλεφάεσσα. Η ομορφιά της
είχε γίνει γνωστή σε όλον τον κόσμο. Για
αυτήν έμαθε και ο Δίας που κρυφά πήγε στη
χώρα της για να τη δει. Σε ένα λιβάδι
συνάντησε μια παρέα όμορφων κοριτσιών.
Ανάμεσά τους ο Δίας αναγνωρίζει στην
Ευρώπη και αποφασίσει να την κλέψει.
Μεταμορφώνεται σε ταύρο και πλησιάζει
την παρέα των κοριτσιών. Τα κορίτσια
θαμπώνονται από την ομορφιά του ταύρου.
Η Ευρώπη τον πλησιάζει και τον θαυμάζει.
Αυτός σκύβει μπροστά της. Η κοπέλα
κάθεται επάνω του και εκείνος φεύγει μαζί
της. Την πηγαίνει στην Κρήτη όπου αποκτάει
μαζί της δύο παιδιά. Από τότε η ήπειρος
βόρεια της Κρήτης ονομάστηκε Ευρώπη.
4. Διαβάζω το παρακάτω κείμενο.
Υπογραμμίζω τις σημαντικότερες λέξεις ή φράσεις σε κάθε παράγραφο.
Προσπαθώ να τις ενώσω και να γράψω την περίληψη του κειμένου.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ετοιμοθάνατος βασιλιάς. Ήταν
πανίσχυρος, αλλά ήταν πολύ βαριά άρρωστος και απελπιζόταν: «Είναι δυνατόν
ένας τόσο ισχυρός βασιλιάς να πρέπει να πεθάνει; Τι κάνουν οι μάγοι μου; Γιατί
δεν με γλιτώνουν;» Αλλά οι μάγοι το είχαν βάλει στα πόδια, από φόβο μήπως
τους πάρει το κεφάλι. Μόνο ένας είχε απομείνει, ένας γέρος μάγος, που κανένας
δεν του έδινε σημασία, γιατί ήταν μάλλον ιδιότροπος κι ίσως λίγο
τρελούτσικος. Εδώ και πολλά χρόνια ο βασιλιάς δεν τον συμβουλευόταν, όμως
αυτή τη φορά πρόσταξε να τον καλέσουν.
- Μπορείς να σωθείς, είπε ο μάγος, αλλά με μία συμφωνία: να παραχωρήσεις για
μία μέρα το θρόνο σου στον άνθρωπο που θα σου μοιάζει πιότερο απ’ όλους τους
ανθρώπους. Έτσι θα πεθάνει αυτός στη θέση σου.
Αμέσως βγήκε φιρμάνι σ’ όλο το βασίλειο: «Όσοι μοιάζουν στο βασιλιά
να παρουσιαστούν στην Αυλή μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες, αλλιώς θα
θανατωθούν.» Παρουσιάστηκαν πολλοί: κάποιοι είχαν γενειάδα ίδια με του
βασιλιά, αλλά η μύτη τους ήταν λίγο πιο μακριά ή λίγο πιο κοντή κι ο μάγος
τούς απέρριπτε. Άλλοι έμοιαζαν στο βασιλιά όπως ένα πορτοκάλι μοιάζει με το
διπλανό του στο καφάσι του μανάβη, αλλά ο μάγος τους απέρριπτε, γιατί είτε
τους έλειπε ένα δόντι ή είχαν μια κρεατοελιά στην πλάτη.
- Μα εσύ τους απορρίπτεις όλους, διαμαρτυρόταν ο βασιλιάς στο μάγο του. Άσε
με να δοκιμάσω εγώ μ’ έναν απ’ όλους, να γίνει μια αρχή.
- Άδικα θα παιδευτείς, αποκρινόταν ο μάγος.
Ένα βράδυ, ο βασιλιάς κι ο μάγος του έκαναν περίπατο στις επάλξεις
της πόλης και κάποια στιγμή ο μάγος φώναξε: «Να ο άνθρωπος που σου μοιάζει
πιότερο απ’ όλους!» Και με τα λόγια αυτά, έδειξε ένα ζητιάνο σακάτη, καμπούρη,
μισότυφλο, βρώμικο και γεμάτο πληγές.
- Μα πώς είναι δυνατόν; διαμαρτυρήθηκε ο βασιλιάς. Αμέτρητες διαφορές μάς
χωρίζουν.
- Ένας βασιλιάς ετοιμοθάνατος, επέμενε ο μάγος, μοιάζει μονάχα με τον πιο
φτωχό, τον πιο κακότυχο της πόλης. Εμπρός, άλλαξε αμέσως ρούχα μαζί του για
μία μέρα, βάλε τον στο θρόνο και θα σωθείς.
Αλλά ο βασιλιάς δε θέλησε με κανένα τρόπο να παραδεχτεί πώς
έμοιαζε μ’ έναν ζητιάνο. Γύρισε στο παλάτι κατσουφιασμένος και άκεφος και το
ίδιο βράδυ πέθανε, με το στέμμα στο κεφάλι και το σκήπτρο σφιχτά στην
παλάμη.
Από το βιβλίο «Παραμύθια από το τηλέφωνο», του Τζιάνι Ροντάρι
Εγώ πηγαίνω στη Δευτέρα κι η Μυρτώ στην Τετάρτη. Δεν
πηγαίνουμε όμως σχολείο, μας κάνει ο παππούς μάθημα στο
σπίτι. Κάθε χρόνο δίνουμε εξετάσεις, σαν διδαχθείσες κατ’ οίκον
και περνούμε τις τάξεις. Σε δημόσιο σχολείο δεν θέλουν να μας
στείλουν, γιατί εκεί, λέει ο παππούς, έχει τόσα παιδιά σε κάθε
τάξη, που μπορεί να περάσει μισός χρόνος και να μη σε σηκώσουν
για μάθημα. Είναι και το ιδιωτικό σχολείο του κυρίου Καρανάση
στη γειτονιά μας, μα αυτό, λέει ο μπαμπάς, δεν είναι «για το
βαλάντιό μας».
Όταν πέσαμε πια στα κρεβάτια μας να κοιμηθούμε,
άρχισε η Μυρτώ να λέει πως εγώ έφταιγα που τη μάλωσε ο
παππούς για την προπαίδεια, γιατί ρώτησα αν θα μπορέσει στ'
αλήθεια να πετάξει ο άνθρωπος. Πού να ξέρω εγώ ότι, για να
πετάξει ο άνθρωπος, χρειάζεται κανείς να ξέρει απέξω κι
ανακατωτά την προπαίδεια;
Μπορούσε, όμως, ποτέ Κυριακάτικα να πάνε όλα καλά; Αν
πηγαίναμε σχολείο, θα μας άρεσε η Κυριακή, που θα μέναμε στο
σπίτι. Ενώ τώρα…
— Αχ, να πηγαίναμε σχολείο… λέω δυνατά, αλλά η Μυρτώ κάνει
πως δεν ακούει. Τότε είπα ακόμα πιο δυνατά:
— ΕΥ-ΠΟ; ΛΥ-ΠΟ;
— ΛΥ-ΠΟ, ΛΥ-ΠΟ, απάντησε εκείνη κάτω από τα σκεπάσματα.
Αυτά δεν ήταν βυζαντινά, αλλά μια δική μας γλώσσα, που
μόνο οι δυο μας την καταλαβαίναμε. ΕΥ-ΠΟ, θα πει πολύ
ευχαριστημένη. ΛΥ-ΠΟ, πολύ λυπημένη. Αν δεν το ρωτούσαμε κάθε
βράδυ η μια στην άλλη, δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε. Δεν
ξέρω γιατί, τις Κυριακές, σχεδόν πάντα, απαντούσαμε ΛΥ-ΠΟ, ΛΥ-
ΠΟ.Από το βιβλίο
«Το καπλάνι της βιτρίνας», της Άλκης Ζέη
Διαβάζω το παρακάτω κείμενο.
Υπογραμμίζω τις σημαντικότερες λέξεις ή φράσεις σε κάθε παράγραφο.
Προσπαθώ να τις ενώσω και να γράψω την περίληψη του κειμένου.