1. 1. Μητρικής γλώσσης εγκώμιον
Γεώργιος Μπαμπινιώτης
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 02/02/2014 05:45
Η Διεθνής Ημέρα για τη μητρική γλώσσα που θα εορτασθεί σε λίγες μέρες δίνει
ευκαιρία για μερικές σκέψεις πάνω σ' αυτό το καίριο θέμα. Κάθε άνθρωπος όπου γης
διαθέτει ένα κοινό γνώρισμα: μαθαίνει εξ απαλών ονύχων τη μητρική του γλώσσα.
Πρόκειταιγια ένα προνόμιοτούανθρώπινουείδουςπουσυμβαδίζεικαιανατροφοδοτείται
από το έτερο μεγάλο χάρισμα τού ανθρώπου, τον νου. Νόηση και μητρική γλώσσα
ξεχωρίζουν τον άνθρωπο και μέσα από τη συγκρότηση κοινωνιών τού εξασφαλίζουν
«ποιότητα ζωής». Αυτό το διπλό χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι, άλλωστε, αυτό που τον
διαφοροποιεί ποιοτικά από όλα τα λοιπά έμβια όντα. Γιατί με τη μητρική του γλώσσα ο
άνθρωπος μπορεί να εκφράσει τον κόσμο, αφού πρώτα τον συλλάβει με τον νου του. Το
υπαρξιακό τρίπτυχο όντα τού κόσμου, έννοιες τού νου (με τις οποίες υπάρχουν για μας τα
όντα) και σημασίες / λέξεις τής μητρικής γλώσσας (με τις οποίες δηλώνονται οι έννοιες)
περιλαμβάνει ως αναπόσπαστο συστατικό τη γλώσσα.
Μιλώντας για γλώσσα αναφερόμαστεπρωτίστωςστημητρικήγλώσσα που είναι κτήμα
όλων. Αυτό δε που διακρίνει τη μητρική γλώσσα από οποιαδήποτε άλλη, από μία ή
περισσότερες ξένες γλώσσες που μαθαίνει κανείς, είναι ότι μόνο τη μητρική γλώσσα
κατακτά εις βάθος, τόσο σε λογικό επίπεδο (γραμματική και συντακτική δομή - λεξιλόγιο)
όσο και σε βιωματικό (συνθήκες πραγματικής χρήσης στη χώρα όπου ομιλείται μια
γλώσσα). Γι' αυτό οι γλωσσολόγοι επιφυλάσσουν για τη μητρική γλώσσα τον όρο
κατάκτηση (acquisition), ενώ για τη γνώση μιας ξένης γλώσσας χρησιμοποιούν σκόπιμα
έναν πιο «ήπιο» όρο, τον όρο (εκ) μάθηση (learning). Κατακτάς μόνο τη μητρική σου
γλώσσα, ενώ κάθε άλλη απλώς την μαθαίνεις, περισσότερο ή λιγότερο καλά.
Αυτό που πρέπει να τονιστεί και που κατεξοχήν διακρίνει τη μητρική από μια ξένη
γλώσσα είναι ότι για κάθε φυσικό ομιλητή η γνώση τής μητρικής γλώσσας δεν είναι ένα
απλό εργαλείο συνεννόησης («εργαλειακή αντίληψη»), αλλά είναι κύριο συστατικό τής
ταυτότητάς του, είναι ο πολιτισμός του μέσα από το ιστορικό εννοιολογικό φορτίο των
λέξεωνπου χρησιμοποιεί,είναι η ψυχοσύνθεσή του και η νοοτροπία τού λαού του, είναι ο
τρόπος που βλέπει και εκφράζει τον κόσμο του, είναι η σκέψη του, είναι η πατρίδα του.
Είναιδηλ. όλα τα στοιχεία που συνιστούν την «αξιακή αντίληψη» τής γλώσσας, μια έννοια
που υπερβαίνει κάθε απλή χρηστική αντίληψη.
Ο αξιακός αυτός χαρακτήρας τής γλώσσας κάνει ώστε κάθε γλώσσα να είναι ένα
ιδιαίτερο πολιτιστικό μέγεθος. Κάθε μητρική γλώσσα, ως διαχρονική έκφραση ενός
ολόκληρου λαού, συνιστά αυταξία. Οι δε πολλές χιλιάδες γλώσσες τού κόσμου συνιστούν
ένα σύνολο διαφορετικής σύλληψης, οργάνωσης και έκφρασης τού κόσμου, ένα σύνολο
ισότιμωναλλά διαφορετικών εν πολλοίς γλωσσών που όλες μαζί συνθέτουν την οικολογία
τής γλώσσας. Και είναι αυτή η διαφορετικότητα, η γλωσσική πολυμορφία που αποτελεί
αναπαλλοτρίωτη γλωσσική περιουσία των λαών, την πιο πολύτιμη κληρονομιά, η οποία
αξίζει τον σεβασμό μας. Οσο φυσική είναι η γλωσσική διαφοροποίηση (ακόμη και μεταξύ
των ατόμωνπου μιλούντην ίδια γλώσσα) άλλοτόσο «αφύσικη» είναι κάθε τεχνητή «κοινή
γλώσσα» (Εσπεράντο, Βολαπύκ κ.ά.) που φιλοδοξεί ουτοπικά να υποκαταστήσει τις
φυσικέςγλώσσες.Η «ύβρις» μιας δήθεν ενιαίαςγλώσσαςγια όλα τα έθνη τού κόσμου, δηλ.
μιας απόλυτα παγκοσμιοποιημένης γλώσσας, είναι μια άλλη έκφανση τής ανθρώπινης
2. αλαζονείας,ανάλογημεεκείνηπουπροκάλεσετηΒαβέλ,«τησύγχυσηγλωσσών». Η έννοια
μιας «ενιαίας γλώσσας» για όλους ούτε υπήρξε ποτέ ούτε μπορεί να υπάρξει, γιατί θα
προσκρούειπάντα σεμια αδήριτηγλωσσικήπραγματικότητα,στην εγγενή διαφοροποίηση
τής γλώσσας που διαμορφώνουν πάντα διαφορετικοί λαοί, με διαφορετικό πολιτισμό,
ιστορία και νοοτροπία. Το μόνο που μπορεί να υπάρξει - και έχει υπάρξει κατά καιρούς -
είναιμια ευρύτερηςχρήσεωςδεύτερηγλώσσα,μια ξένηδηλ. γλώσσα που χρησιμοποιείται
ως linguafranca,γλώσσα επικοινωνίαςγια πρακτικέςανάγκεςσυνεννόησης, η οποία συχνά
χαρακτηρίζεται υπεργενικευτικά και ως «κοινή γλώσσα».
Συνήθως θεωρούμε ως δεδομένη και συγκριτικά πιο εύκολη τη γνώση τής μητρικής
γλώσσας από εκείνη μιας ξένης γλώσσας. Η άποψη αυτή ισχύει με την έννοια ότι μια
σημαντική παράμετρος τής γλώσσας, το γλωσσικό περιβάλλον (οικογένεια, σχολείο,
κοινωνία,ΜΜΕ κ.ά.),πουπαίζεικαθοριστικόρόλοστηγνώσητής γλώσσας,συνοδεύεικατά
φυσικό τρόπο μόνο τη μητρική γλώσσα. Ετσι, δεν είναι τυχαίο που φυσικοί ομιλητές
χαρακτηρίζονται μόνο οι ομιλητές τής μητρικής γλώσσας. Ωστόσο, θα πρέπει να
παρατηρηθεί ότι, αν ζήσει κανείς επί μακρόν στη χώρα όπου ομιλείται μια γλώσσα και
ασχοληθεί συστηματικά με τη μάθησή της, τότε αποκτά μια βιωματική γνώση τής μη
μητρικής γλώσσας που μπορεί να εγγίσει τα όρια τής κατάκτησης.
Τέλος, ακόμη και προκειμένου για τη μητρική γλώσσα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε
όλη τη ζωή μας, απότηνώρα που γεννιόμαστεμέχριβαθέοςγήρατος, διατελούμε μονίμως
«μαθητές» τήςμητρικήςμαςγλώσσας,η δε κατάκτησή της σ' ένα απαιτητικό επίπεδο είναι
πάντα «έργο ζωής».
2. Δημοσθένης Κούρτοβικ, εφ. Τα Νέα, 19/5/2007
Φέτος είναι ξανά της μόδας, έπειτα από αρκετές δεκαετίες, οι εξώνυχες γόβες. Οι
ποιες; Πουθενά δεν θα συναντήσουμε αυτή τη λέξη. Σε κανένα γυναικείο ή lifestyle
περιοδικό. Δεν ξέρω καμιά Ελληνίδα κάτω των πενήντα που να τη χρησιμοποιεί. Στη θέση
της δίνει και παίρνει, σε όλες τις διαφημίσεις, όλα τα ρεπορτάζ αγοράς και όλα τα
αμάρανταακόμηγυναικεία χείλη,ηλέξηpeep-toe.Διότιάλλονα φοράςpeep-toe γόβεςκαι
άλλο εξώνυχες. Στην πρώτη περίπτωση αισθάνεσαι σικάτη, στη δεύτερη χωριάτα. Μια
μοντέρνα (αγγλική)ονομασίακάνειτοπαλιόκαινούργιοκαιτοσυνηθισμένογκλαμουράτο.
Για τον ίδιο λόγο, κανένα μαγαζί που θέλει να έχει κάποιο γόητρο δεν κάνει πια εγκαίνια.
Κάνει opening.
Δεν είμαιαπό εκείνουςπου κυνηγούν μετο τουφέκικάθεξένηλέξηπουτρυπώνειστην
πάνσεπτη κιβωτό της ελληνικής γλώσσας. Απεναντίας, πιστεύω πως πολλές έχουν εξαρχής
ή αποκτούνσιγά σιγά,χάρηστηνκοινωνικήπρακτική,νοηματικές αποχρώσεις που λείπουν
από τις αντίστοιχες «γνήσια» ελληνικές, αν υπάρχουν. Χρησιμοποίησα αρκετές τέτοιες
λέξειςστηνπροηγούμενηπαράγραφο.Αςπάρουμεπ.χ.την εξελληνισμένη «γκλαμουράτο»
ή την τυπολογικά αναφομοίωτη lifestyle.
Και στις δύο το θετικά φορτισμένο, αρχικά, νόημα έχει σήμερα μια τεταμένη
συμβιωτικήσχέση με μια δευτερογενήνοηματικήχροιά,ειρωνικήκαιαπαξιωτική.Αυτήτην
3. αμφισημία δεν μπορεί να την εκφράσει καμιά υπαρκτή ελληνική λέξη. Ή ας πάρουμε τη
λέξη killer.Τα λεξικά γράφουν ότι σημαίνει δολοφόνος, φονιάς. Δεν λέμε όμως κίλερ τον
οποιοδήποτεδολοφόνο,αλλά τονψυχρό,επαγγελματία εκτελεστή ή ένα αδίστακτο άτομο
που μετέρχεται κάθε μέσο για να πετύχει τον σκοπό του.
Ωστόσο,δενμπορώ να βρω καμιά δικαιολογία (αν και μπορώ, βέβαια, να βρω εύκολα
εξήγηση) για τιςπολλές αγγλικέςλέξεις και εκφράσεις που υποκαθιστούν σε σχεδόν όλους
τους κοινωνικούς χώρους τα ακριβή ελληνικά ισοδύναμά τους, τα οποία μάλιστα είναι
συχνά πιο ζωντανά καιπιο εύχρηστα.Δεν καταλαβαίνω, για παράδειγμα, τι κερδίζουμε με
το να λέμε τα σκαμπανεβάσματα «απς εν ντάουνς» (ups and downs). Η αγγλική έκφραση
είναι χλομότερη από την ελληνική, άσε που είναι και πιο δυσπρόφερτη για τους ΄Ελληνες.
Ακόμη χειρότερα, σε όχι λίγες περιπτώσεις η τυφλή μίμηση της αγγλικής φτωχαίνει
πραγματικά τολεξιλόγιο.Για παράδειγμα, η λέξη ball σημαίνει μπάλα, αλλά και μπαλιά. Η
αγγλική δεν έχει ειδική λέξη για τη δεύτερη έννοια. Ακούω όμως ολοένα συχνότερα στο
ραδιόφωνοκαιτηντηλεόρασηαθλητικούςρεπόρτερ να λένε φράσεις του τύπου «οι μέσοι
δεν μπορούν να περάσουν μπάλες για τους επιθετικούς».
Είναιδιάχυτη η αντίληψηότιγια την κατάκλυσητης ελληνικής από αγγλικές λέξεις και
εκφράσεις φταίνε οι διαφημιστές, οι τεχνοκράτες και η τηλεόραση. Μακάρι να ήταν τόσο
εντοπισμένες οι πηγές του προβλήματος. ΄Εχω ακούσει άπειρες φορές καθηγητές
πανεπιστημίου και συγγραφείς, που ξιφουλκούν δημόσια εναντίον του γλωσσικού
ενδοτισμού (πολλοί από αυτούς και εναντίον του ενδοτισμού της εξωτερικής πολιτικής
μας), να μιλούν ιδιωτικά για το «κόνσεπτ» του επόμενου «πρότζεκτ» τους, για το
«έντιτινγκ» και τα «προυφς» των υπό έκδοσιν βιβλίων τους, για το πόσο «τάιτ» είναι η
«ατζέντα» τους και πλήθος άλλα τέτοια. ΄Εχοντας ταξιδέψει σε πολλές χώρες, μπορώ να
επιβεβαιώσωμια εντύπωσηπου εκπλήσσειπολλούςξένουςόταν έρχονταιστην Ελλάδα:ότι
«ο πιο αντιαμερικανικός λαός του κόσμου» είναι γλωσσικά ο πιο αμερικανόδουλος!
Η ελληνική γλώσσα αντιστέκεται
3. Γιάννης Παπακώστας, εφ. Ελευθεροτυπία, 19/6/2006
Είναιγενικώς αποδεκτόότιηγλωσσικήαγωγήαποτελείμια διαδικασία πουαποσκοπεί
στην κατάκτηση ενός οργάνου, το οποίο βοηθά το άτομο να εντάξει τον εαυτό του στην
κοινωνία.Η κατάκτησήτουπαράλληλα δημιουργείαυτοπεποίθησηκαιάνεσηστοάτομονα
διατυπώνει τις απόψεις του γραπτώς και προφορικώς. Αποτελεί επομένως μια αξία η
γλώσσα και «κύριο παράγοντα για τη νόηση, για τις πράξεις και τις κοινωνικές του
σχέσεις»,για να επικαλεστούμετηνάποψη ενός πολύ γνωστού σήμερα γλωσσολόγου, του
Νόαμ Τσόμσκι.
Η εξέταση επίσης της σχέσης που μπορεί να έχουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
(ΜΜΕ) με τηνορθήχρήση της γλώσσας και κατ' επέκταση με τη γλωσσική καλλιέργεια του
κοινού, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, αφού η διαμεσολαβητική τους λειτουργία
πραγματοποιείται μέσω της γλώσσας. Τούτο σημαίνει ότι τα μέσα, αν και δεν αποτελούν
έναν από τους θεσμοθετημένους φορείς γλωσσικής αγωγής, εν τούτοις ο ρόλος τους είναι
καθοριστικός. Και είναι καθοριστικός, γιατί μπορούν και αποτελούν πρότυπα γλωσσικά.
Διαμορφώνουν στάσεις, ιδεολογίες, συνειδήσεις και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο
παρεμβαίνουν στην καθημερινή ζωή του τηλεθεατή.
4. Ο δημοσιογραφικός λόγος γίνεται όργανο και μηχανισμός που κατευθύνει την εθνική
μας γλώσσα προςμια φαινομενικήομοιογένεια,ηοποία συχνά χρησιμοποιείταιαπόάτομα
που το περιορισμένο λεξιλόγιό τους τα βολεύει και έτσι οδηγούμαστε στον εντοπισμό
παθολογικών συμπτωμάτων, χαρακτηριστικό γνώρισμα του οποίου είναι η λεξιπενία, το
πομπώδες και κραυγαλέο ύφος αλλά και -το κυριότερο- η αδυναμία διάρθρωσης και
διατύπωσης επιχειρημάτων και δημιουργίας διαλόγου. Και όπως γράφει ο Ελύτης, «εάν η
γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσο επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει
όμως ν' αποτελείκαιεργαλείομαγείαςκαιφορέα ηθικών αξιών.Προσκτάται η γλώσσα [...]
ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις». Στο μικρό αυτό απόσπασμα
επισημαίνουμε μερικές λέξεις-κλειδιά: η γλώσσα είναι εργαλείο μαγείας, είναι φορέας
αξιών. Συνδέεται με ανθρώπινες αξίες, με το ήθος του ανθρώπου. Θεωρώ ότι οι απόψεις
αυτές έχουν ανάγκη περαιτέρω σχολιασμού. Και ο σχολιασμός αυτός δεν χωρεί σ' ένα
κείμενο σαν αυτό. Απαιτείται διεξοδικότερη διερεύνηση και σπουδή.
Υπό την έννοια αυτή,τοΕΣΡθα μπορούσενα αναπτύξειέναν δημόσιοδιάλογο με τους
ραδιο-τηλεοπτικούς σταθμούς, δημόσιους και ιδιωτικούς, διοργανώνοντας για το σκοπό
αυτόένα συνέδριομεθέμα «Ελληνικήγλώσσα καιΜΜΕ». Στοσυνέδριοαυτό, με εισηγητές
ειδικούς επιστήμονες (πολιτικούς, γλωσσολόγους, φιλολόγους, δημοσιογράφους,
εκπροσώπουςτων καναλιώνκ.λπ.),θα ετίθετο δημοσίως το σοβαρό αυτό πρόβλημα (γιατί
σε πρόβλημα εξελίχτηκε), αφού οι ποικίλες παρεμβάσεις, οι οδηγίες δηλαδή και άλλες
παρεμφερείςυποδείξειςτουΕΣΡ -ακόμη και ποινές- δεν είχαν το παραμικρό αποτέλεσμα.
Με τοντρόποαυτόφρονώότι καιτα κανάλια θα ετίθεντοπροτων ευθυνών τους, όταν
μάλιστα ζωντανά παραδείγματα, καταγεγραμμένα από εκπομπές τους, θα φωτογράφιζαν
δημοσίως τη θλιβερή εικόνα που μερικά εμφανίζουν στον τομέα αυτό. Γιατί σε καμιά
περίπτωση δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι οι σταθμοί δεν διαθέτουν λογίους,
ευαίσθητα και καλλιεργημένα μέλη και συνεργάτες. Η εικόνα όμως που δείχνεται, από
άλλο λιγότερο κι από άλλο περισσότερο, είναι διαφορετική. Από ένα τέτοιο συνέδριο
σίγουρα θα συνειδητοποιούνταν ότι ο δημοσιογραφικός λόγος γίνεται όργανο και
μηχανισμός που κατευθύνει την εθνική μας γλώσσα και με την, εκ των πραγμάτων,
εξουσιαστικήτουδύναμηεπιδρά αποφασιστικά στο χώρο των εννοιών και της ιδεολογίας.
Ο δημοσιογραφικός λόγος άλλωστε είναι δημόσιος λόγος, και άρα επιδεκτικός κριτικής,
γιατί η εν γένει πολυπλοκότητα δημιουργεί τα γνωστά παθολογικά φαινόμενα· μια
παθογένεια που έχει πολλά επίπεδα.
4. Εφ. Τα Νέα, 30/1/1998
Επτά χιλιάδες επτακόσιοι είκοσι (7.720) τηλεθεατές διαμαρτύρονται για την
υποβάθμισητης ελληνικήςγλώσσαςαπότην τηλεόραση.Όπωςαναφέρουν χαρακτηριστικά
σε υπόμνημά του Συλλόγου Προστασίας Τηλεθεατών στον υπουργό Τύπου και ΜΜΕ, κ. Δ.
Ρέππα,τα πιο συνηθισμένα γνωρίσματα κακοποίησηςτηςγλώσσαςστην τηλεόρασηείναι:η
λεξιπενία και η εκφραστική ανεπάρκεια, οι παρατονισμοί, η γλωσσική ασάφεια και η
ανακρίβεια, οι κοινότοπες τυποποιημένες εκφράσεις, η εξοικείωση του κοινού σε
λανθασμένη προφορά.
5. Το υπόμνημα (συνοδεύεται από τις υπογραφές και προσυπογράφεται από 12 φορείς)
επιδόθηκε χθες στον υπουργό με την παράκληση να λάβει τα αναγκαία μέτρα. Οι
υπογραφέςσυγκεντρώθηκανστηνΑθήνα, την Πάτρα, την Εύβοια, την Κρήτη, τη Λέσβο, τα
Μέγαρα, τη Θήβα, την Ιθάκη, την Κάρπαθο και σε άλλα μέρη της χώρας.
«Έφαγε σπατ» και η γιαγιά κουφάθηκε...
5. Άννα Φραγκουδάκη*, εφ. Τα Νέα, 27/12/1997
Υπάρχει ένας μύθος, που αναφέρει ο Ηρόδοτος, για κάποιον αρχαιότατο βασιλιά που
έψαχνενα μάθειποια είναιη αυθεντική,ηπρώτη ανθρώπινηγλώσσα.Έδωσε,έτσι,διαταγή
να αναθρέψουνένα μωρόχωρίςνα τουμιλήσει κανέναςγια κάποια χρόνια.Και πίστευε ότι
το μωρό μεγαλώνοντας θα μιλήσει αυτή την πρώτη ανθρώπινη γλώσσα.
Παρά την παλαιότητά του, ο μύθος ότι υπάρχει μια πρώτη, μια αυθεντική γλώσσα,
επιζεί ακόμα σήμερα με πολλούς τρόπους. Πολλές γλώσσες ονομάστηκαν πρότυπες στην
Ιστορία του κόσμου, θεωρήθηκαν άφθαστες, τέλειες γλώσσες, και οι λίγοι μορφωμένοι
προσπάθησαν να τις διατηρήσουν ίδιες και απαράλλαχτες.
Πολλές φορές στην Ιστορία οι σοφολογιότατοι, οι δάσκαλοι και οι κυβερνήτες
αποφάσισαν να εμποδίσουν μια γλώσσα να αλλάξει, για να διατηρήσουν την
αυθεντικότητά της. Απέτυχαν κάθε φορά. Η γλώσσα ζει, διαρκεί, επειδή είναι το μόνο
κοινωνικόφαινόμενο,πουείναισυγχρόνως«μεταβλητό» και«αμετάβλητο» (όπως έγραψε
ο πατέρας της σύγχρονης γλωσσολογίας Φερδινάνδος ντε Σοσίρ).
Η γλώσσα ζει και διαρκεί,επειδήαλλάζεικαιαλλοιώνεται.Δηλαδή,μαθαίνειτονήπιοτη
γλώσσα που μιλούν οι δικοί του, άρα η ίδια γλώσσα περνάει από γενιά σε γενιά. Όμως,
κάθε γενιά αλλάζει και αλλοιώνει τη γλώσσα, γιατί αλλάζουν οι τρόποι σκέψης, οι
κοινωνικές σχέσεις, οι ιδέες και τα πράγματα. Όλες οι γλώσσες με τον καιρό αλλάζουν
ασταμάτητα.
Από τονΜεσαίωνα καιμέχρι τηνΑναγέννηση, τα λατινικά ήταν στην Ευρώπη η γλώσσα
των βασιλιάδων και της Εκκλησίας. Οι γλώσσες που μιλούσαν οι λαοί και εξελίχθηκαν στις
σημερινές ευρωπαϊκές γλώσσες, ονομάζονταν από τους βασιλιάδες και τους λίγους
μορφωμένους«χυδαία» ιδιώματα και«κατώτερες» ντοπιολαλιές.Ωστόσο, η αναπόφευκτη
εξέλιξη οδήγησε να παραμεριστούν τα «σπουδαία» και «άφθαστα» λατινικά και να
κυριαρχήσουν οι μοντέρνες γλώσσες.
Παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης γίνεται μεγάλη σύγκρουση για τη γλώσσα,
καθώς διαδίδονται οι ιδέες της ανεξαρτησίας και γεννιέται το όνειρο του ελληνικού
κράτους. Οι λίγοι μορφωμένοι διαφωνούν ποια θα πρέπει να είναι η γλώσσα του νέου
ελληνικού κράτους. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να είναι η αρχαία ελληνική.
Θεωρούσαντηγλώσσα που μιλούσαν οιΈλληνες τότε«χυδαία» και«κατώτερη» γλώσσα. Η
αναπόφευκτη εξέλιξη εμπόδισε αυτή την άποψη να νικήσει. Η μοντέρνα γλώσσα, τα
ελληνικά της εποχής, έγιναν η γλώσσα του ανεξάρτητου κράτους.
6. Οι γλώσσεςαλλάζουν,γιατίκάθεγενιά έχεινέες ιδέες, που γίνονται καινούργιες λέξεις.
Φτιάχνεινέα αντικείμενα πουκιαυτά γίνονταικαινούργιεςλέξεις.Αλλάζουν οι ανθρώπινες
σχέσεις καιοι αλλαγές αυτές γίνονται γλωσσικές αλλαγές. Αν μια γλώσσα δεν άλλαζε, δεν
θα μπορούσε να ονομάσει τα νέα αντικείμενα, τις νέες ιδέες, τις αλλιώτικες σχέσεις, άρα
θεωρητικά τουλάχιστονοιάνθρωποιθα την εγκατέλειπαν και η «αναλλοίωτη» γλώσσα θα
ξεχνιόταν και θα χανόταν.
Η ελληνικήγλώσσα είναι η πιο αρχαία της Ευρώπης. Μιλιέται χιλιάδες χρόνια. Από τότε
που πρωτομιλήθηκε,πέρασε πολλά στάδια και πολύ μεγάλες αλλαγές. Από αρχαιότατους
πολιτισμούς πέρασε μέσα στους αιώνες αλλάζοντας στο στόμα των ανθρώπων (με την
επικοινωνία) και έφτασε στη γλώσσα που μιλάμε σήμερα.
Η γλώσσα που μιλάμε σήμερα θ' αλλάξει κι αυτή, όπως άλλαξε από τον καιρό των
προπάππωνκαιτων παππούδωνμας. Αρκείνα διαβάσουμε ένα κομμάτι γραμμένο όταν οι
γονείςμας ήτανπαιδιά,για να δούμετην εξέλιξηκαιτη διαφορά.Αν,μάλιστα,διαβάσουμε
ένα κομμάτιγραμμένοότανοιπαππούδεςκαι οι γιαγιάδες μας ήταν παιδιά, χρειαζόμαστε
γλωσσάρι, για να το καταλάβουμε πλήρως.
Σε όλα τα σχολεία (και τα φροντιστήρια) της χώρας βασιλεύει μια προκατάληψη για τη
γλώσσα. Η εξέλιξη και η αλλαγή της θεωρείται παρακμή και είναι πλατιά διαδεδομένος ο
μύθος ότι οι νέεςγενιές μιλάνε μια γλώσσα «υποβαθμισμένη» και «φτωχή».Τα αναλυτικά
προγράμματα μιλάνε για «γλωσσική αγωγή» και «ορθή επικοινωνία». Δάσκαλοι και
καθηγητέςπιστεύουνότιτα παιδιά μιλάνελαθεμένα καιπασχίζουν να τα μάθουν να μιλάνε
«σωστά».Όμως,όλα τα παιδιά μιλάνε σωστά, μόνο που μιλάνε διαφορετικές ποικιλίες της
ελληνικής γλώσσας. Όλοι οι άνθρωποι (σε όλους τους πολιτισμούς και σε όλες τις εποχές)
ξέρουν να μιλούν.
Κανένας δεν έμαθε να μιλάει στα σχολεία, οι άνθρωποι μιλούσαν πριν υπάρξουν τα
σχολεία, μιλούσαν στους πολιτισμούς πριν από την ανακάλυψη της γραφής, όλοι οι
άνθρωποι μιλούν πολύ «σωστά» τη γλώσσα που έμαθαν από βρέφη, τη γλώσσα της
κοινωνικήςτουςομάδαςκαιεπικοινωνούν θαυμάσια με αυτή τη γλώσσα στις συνθήκες της
οικειότητας με την καθημερινή ομιλία.
Αυτό που δεν ξέρουν τα παιδιά μπαίνοντας στο σχολείο, είναι η επίσημη γλώσσα, η
σχολικήνόρμα,που είναιγραπτή,άρα στατικήκαιαλλάζειμεαργότερουςρυθμούςαπότην
ομιλούμενη. Λέγοντας, όμως, το σχολείο στα παιδιά ότι η γλώσσα που μιλούν δεν είναι
«σωστή», τα εμποδίζει να καταλάβουν τη διαφορά και τη διαφορετική χρησιμότητα
ανάμεσα στην ποικιλία που είναι η μητρική τους και στην επίσημη ποικιλία. Άρα, τα
εμποδίζει να καταλάβουν, γιατί πρέπει στο σχολείο να μάθουν μια νέα παραλλαγή της
ελληνικής, άλλη από αυτή που μιλούν καθημερινά σε συνθήκες οικειότητας.
Εκπρόσωποι των θεσμών κατακρίνουν τη γλωσσική αλλαγή και τη θεωρούν παρακμή της
γλώσσας,μολονότιείναιεπιστημονικά αναμφισβήτητοσήμεραότιοι γλώσσες ζουν, επειδή
αλλοιώνονται και αλλάζουν. Εκπρόσωποι των θεσμών προσπαθούν να εμποδίσουν τη
γλωσσική εξέλιξη, δήθεν για να «σώσουν» τη γλώσσα.
7. Η προσπάθεια είναιμάταιηαλλά και αντιδραστική. Μάταιη, γιατί σε όλες τις κοινωνίες
και γλώσσες, οι νέες ιδέες εκφράζονται με νέες λέξεις και οι κοινωνικές αλλαγές
εκφράζονταιμεαλλαγέςστη γλώσσα. Και αντιδραστική, γιατί εκείνοι που υπερασπίζονται
τη στατικήκαιγραπτήεπίσημημορφήτης γλώσσας,εκείνοιπουμάχονται να σταματήσουν
τη γλωσσικήαλλαγή,σετελικήανάλυση,είτετοθέλουν είτε όχι, υπερασπίζονται τις παλιές
ιδέες από την αλλαγή και τις κοινωνικές σχέσεις από την εξέλιξη.
6. Μαργαρίτα Πουρνάρα, εφ. Καθημερινή, 29/9/2000
Σε μια εποχή που η παγκοσμιοποίηση έχει τον πρώτο λόγο και η πολιτιστική
κληρονομιά κάθε χώρας απειλείται από την ομοιομορφία που επιβάλλουν τα οικονομικά
πρότυπα ανάπτυξης,επιβάλλεταιησυνεργασία και η εξεύρεση κοινών λύσεων. Αυτό ήταν
το κύριοσυμπέρασμα της3ης άτυπης συνάντησηςτων μελών του διεθνούς δικτύου για την
πολιτιστικήπολιτική,που πραγματοποιήθηκε στη Σαντορίνη το τριήμερο που μας πέρασε.
(...) Μέχρι το 2010 οι γλώσσες που ομιλούνται στη γη θα μειωθούν από τις 6.000 στις
3.000. «Στο Ρίο, όπου συγκεντρώθηκαν οι ηγέτες της ανθρωπότητας πριν από 10 χρόνια,
αποφάσισαννα προστατεύσουνόλα τα είδητουζωικού βασιλείουπουείναι σε κίνδυνο. Το
ίδιο θεωρώ ότι θα πρέπει να γίνει και για το ανθρώπινο είδος και τους πολιτισμούς»,
υπογράμμισε η κ. Σέιλα Κοπς.
7. Tα greeklish
Μόδα ή κυρίαρχοςτρόποςγραφής;Τα greeklish,ηελληνικήδηλαδήγλώσσα γραμμένη
με λατινικούςχαρακτήρες,γίνονταισήμερα ογρήγοροςτρόποςεπικοινωνίαςστοδιαδίκτυο,
τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και τα γραπτά μηνύματα των κινητών.
Η χρήση τους έχει προκαλέσει αντιδράσεις και ατελείωτες συζητήσεις, όχι μόνο από
τον ακαδημαϊκό χώρο, αλλά και από τον χώρο των σχολείων, για το εάν η χρήση τους
καταστρέφει την ελληνική γλώσσα.
«Άλλο γλώσσα κι άλλο γραφή της γλώσσας» ξεκαθαρίζει μιλώντας στο Αθηναϊκό-
Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Λατινικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο
Αθηνών, Ανδρέας Μιχαλόπουλος. «Δεν πιστεύω ότι τα greeklish συνιστούν απειλή για την
ελληνική γλώσσα και γι’ αυτό δε πρέπει να κινδυνολογούμε» συνεχίζει. Παρ’ όλα αυτά
υποστηρίζειότι μελέτες έχουν δείξει ότι οι μακροχρόνιοι χρήστες των greeklish τείνουν να
ξεχάσουν τη σωστή γραφή των λέξεων και γίνονται ανορθόγραφοι.
Ο φιλόλογος Νίκος Κονίδας δηλώνει ότι όλοι όσοι ασχολούνται με την ελληνική
γλώσσα έχουν επίγνωση του θέματος και ενημερώνονται συνεχώς για τις νέες τάσεις και
συνήθειες των μαθητών.
«Μόνη της, η τάση αυτή δε μπορεί να επηρεάσει την ελληνική γραφή. Δυστυχώς,
όμως, υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες όπως, η απουσία του βιβλίου από τον ελεύθερο
χρόνοπου οξύνουντοφαινόμενοτηςγλωσσικήςκρίσης» λέει. Επισημαίνει τους λόγους για
8. τους οποίους τα greeklish πρέπει να περιοριστούν, μιλώντας για τα προβλήματα που
δημιουργούν στην ορθογραφία, τη σύνταξη και γενικότερα στην έκφραση. Παρόλα αυτά
δεν αρνείται τη θετική πλευρά της χρήσης τους, που είναι το να «γράφεις γρήγορα». «Αν
υπάρχει χρήση με μέτρο θα οδηγηθούμε στον περιορισμό του φαινομένου» επισημαίνει.
Ο 17χρονος Νίκος Σερασκέρης, μαθητής Λυκείου, χρησιμοποιεί στις διαδικτυακές
συνομιλίες του τα greeklish. «Γράφω μόνο σε greeklish γιατί αποφεύγω να κάνω
ορθογραφικά λάθη και επικοινωνώ πιο γρήγορα και άμεσα με τους φίλους μου» λέει και
συνεχίζει: «Καταλαβαίνω ότι αυτό που κάνω υποβαθμίζει τη γλώσσα μου, αλλά συνεχίζω
να χρησιμοποιώ αυτόν τον τρόπο λόγω συνήθειας, αλλά και ευκολίας».
Η 18χρονη Φένια Τούτση, μαθήτρια λυκείου, λέει πως χρησιμοποιεί τα greeklish μόνο
στις συνομιλίες της στο facebook, φροντίζοντας, όπως λέει, να χρησιμοποιεί το
συγκεκριμένο τρόπο γραφής με μέτρο, καθώς πιστεύει ότι η υπερβολική χρήση των
greeklish, οδηγεί στην αποξένωση από την ελληνική γλώσσα. Θεωρεί πάντως, πως ο
συγκεκριμένος τρόπος, έχει πολλά θετικά στοιχεία. «Δε χρειάζεται να προσέχεις την
ορθογραφία, δε χρειάζονται τονισμοί και δεν αρνούμαι πως έχουν πια γίνει μόδα».
Υπάρχουν όμως κι αυτοί που κρατούν τη παράδοση της ελληνική γραφής όπως ο
δικηγόρος Μάνος Ατζαράκης. «Δεν θέλω να ξεχάσω να γράφω» δηλώνει απόλυτα και
προσθέτει:«Είναιμια μόδα που δε πρόκειταινα περάσειγιατίοιάνθρωποιπου δεν ξέρουν
να γράφουν,τουςαπωθείόλοκαι περισσότερο η ιδέα του να γράψουν στη γλώσσα τους».
Χαρακτηριστική ήταν η τοποθέτηση του καθηγητή Γλωσσολογίας, Γεωργίου
Μπαμπινιώτη σε ημερίδα του Ινστιτούτου Επαρχιακού Τύπου στα Χανιά.
«Εγώ θα έλεγα στον κόσμο που μας ακούει: «τη γλώσσα και τα μάτια σας». Θα έλεγα
ότι σε ημέρεςκρίσηςθα πρέπει να σκύψουμεσεό, τι καλύτεροδιαθέτειαυτόςοτόπος,που
είναι ο πολιτισμός μας, η παράδοση μας και με τον πιο εύγλωττο τρόπο η γλώσσα μας»,
ανέφερε ο κ. Μπαμπινιώτης και πρόσθεσε: «Δεν είναι απλό εργαλείο η γλώσσα. Είναι ο
πολιτισμός μας, είναι η ιστορία μας, είναι η σκέψη μας, είναι η νοοτροπία μας, είναι η
ταυτότητά μας. Πάνω από όλα η γλώσσα είναι αξία».
Ενώ για το φαινόμενο «greeklish» σχολίασε: «Τα greeklish είναι ο καλύτερος δρόμος
αποξένωσης από την εικόνα της λέξης. Αυτό μπορεί οι νέοι άνθρωποι να το πληρώσουν
ακριβά. Έχουμε ελληνικές γραμματοσειρές και μπορούμε, αξιοποιώντας το Διαδίκτυο και
τα ηλεκτρονικά μέσα, να χρησιμοποιούμε τις ελληνικές γραμματοσειρές που έχουν το
προτέρημα να δίνουντηνεικόνα τηςλέξης,τοοπτικόίνδαλμα,καινα μας συμφιλιώνουν με
την ορθογραφία της λέξης και με τη σημασία της».