1. Η ετερότητα μέσα από την ποίηση
Λίνα Κουλιούμπα
Νικηφόρος Κύρκου
Γιώργος Βαρελτζής
Μανώλης Λαμπρινάκης
Γιώργος Γεωργίου
Β1
2. Τι είναι ετερότητα;
Πολύς λόγος γίνεται για τον “Άλλο” στις μέρες μας και
συνήθως το μυαλό μας πάει στον ξένο, τον μετανάστη. Η
ετερότητα ωστόσο είναι μέρος της ζωής μας, είτε μιλάμε
για ετερότητα ως προς τον πολιτισμό και την κουλτούρα,
είτε ετερότητα στη θρησκεία, είτε αναφερόμαστε σε
οτιδήποτε διαφορετικό. Ο “Άλλος” μπορεί να είναι ο
μαθητής με μαθησιακές δυσκολίες ή με ειδικές ανάγκες και
δεξιότητες, ο οικονομικά “κατώτερος”, εκείνος με
διαφορετική μορφή οικογένειας. “Άλλος” μπορεί να είναι
εκείνος που έχει διαφορετική σωματική διάπλαση ή απλώς
κάποιος που τα ενδιαφέροντά του είναι διαφορετικά από της
πλειοψηφίας. “Άλλος” είναι ακόμα ο μεγαλύτερος ή ο
“μικρός” της πρώτης τάξης που οι “μεγάλοι” δε θέλουν να
κάνουν παρέα μαζί του.
3. Η ετερότητα μέσα από την ποίηση
Στην εποχή της
παγκοσμιοποίησης η
ετερότητα είναι μέρος
της ζωής μας, είτε
μιλάμε για ετερότητα ως
προς τον πολιτισμό, την
κουλτούρα, τη θρησκεία,
τη γλώσσα, είτε
αναφερόμαστε σε
οτιδήποτε διαφορετικό.
4. Η ετερότητα μέσα
από την ποίηση
Η ποίηση αντλώντας τα θέματά της μέσα από την
πραγματικότητα δεν θα μπορούσε να μείνει
ανεπηρέαστη. Συνιστά λοιπόν έναν τόπο αποδοχής
της διαφορετικότητας, ενώ παράλληλα προσφέρει
πρότυπα συμπεριφοράς. Μέσα από την ποίηση
λοιπόν θα ασχοληθούμε με:
Την έννοια της ετερότητας στις διάφορες μορφές
της : φυλετική, κοινωνική.
Την αναγκαιότητα της συνύπαρξης παρά την
ετερότητά μας!!!!
5. «Για ένα παιδί που κοιμάται»
Η ετερότητα στο θέμα των μεταναστών
Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του
εικοστού αιώνα, μετά την κατάρρευση των
καθεστώτων των ανατολικών χωρών, μεγάλο μέρος
του πληθυσμού τους μετακινήθηκε σε ευρωπαϊκές
χώρες, με σκοπό την εξεύρεση εργασίας. Από την
εποχή αυτή και ως τις μέρες μας ζουν και
βιοπαλεύουν στη χώρα μας χιλιάδες οικονομικοί
μετανάστες, όπως το παιδί του ποιήματος, που
κερδίζει το ψωμί του στα φανάρια της λεωφόρου
και κοιμάται στο μηχανοστάσιο του εργοστασίου.
6. «Για ένα παιδί που κοιμάται»
Η ετερότητα στο θέμα των μεταναστών
Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο.
Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο,
Οι μηχανές, αποσταμένες μα άγρυπνες,
Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες
Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος
Κοντά στη σκάρα του ατμού,
Με του αδερφού του το παλτό σκεπασμένος
Ξεκουράζεται.
Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια
Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο.
Εισπράττει κέρματα ή
την εύλογη αγανάκτηση. Περιμένει το
επόμενο φανάρι.
Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί
Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα,
Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα.
Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του,
Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του
Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο,
Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα
Μόλις θυμάται.
Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του,
Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα.
Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης
θάλασσας,
Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου
Ενός ανίκητου στρατηλάτη,
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη,
Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.
Καμιά φορά πιο εγκάρδια
Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας,
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.
7. Η ετερότητα έχει τόσες μορφές που ίσως να
είναι δύσκολο να μιλάμε για ομοιότητα.
Αν επικεντρωθούμε στην
ετερότητα ως προς την
εθνικότητα, το πιο σημαντικό
είναι να μην ξεχνάμε ότι κι
εμείς, οι γηγενείς, οι ντόπιοι,
είμαστε οι ''Άλλοι'', οι
διαφορετικοί για τους
μετανάστες μαθητές. Όπως
εμείς βρίσκουμε δύσκολο να
τους καταλάβουμε, άλλο τόσο
δυσκολεύονται κι αυτοί να
ενταχθούν και να κατανοήσουν
τις συνήθειές μας. Χρειάζεται
και οι δυο, ντόπιοι και
μετανάστες, να κάνουμε
βήματα μπροστά και να
συναντηθούμε στη μέση!!!
8. Από το «Εγώ» στο «Εμείς»
Ο «Άλλος» είναι αυτός που
μου επιτρέπει μια
ασφαλή πορεία προς την
αυτογνωσία. Όσο πιο
οικείος και αποδεκτός μού
γίνεται ο Άλλος, όταν βλέπω
τον εαυτό μου στα λάθη και
στις αδυναμίες του, όσο πιο
πολύ κατανοώ τους λόγους
– αιτίες του, τόσο κατανοώ
εμένα. Ο φόβος του Άλλου
εκτοπίζεται από την
κατανόηση και αποδοχή της
διαφορετικότητας. Αυτό
είναι το πέρασμα από το
«Εγώ» στο «Εμείς»!!!
9. “Όταν ήρθαν να πάρουν”
Πάστορας Martin Niemöller
«Όταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους δεν
αντέδρασα.
Δεν ήμουν τσιγγάνος.
Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές
δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν κομμουνιστής.
Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν
αντέδρασα.
Δεν ήμουν Εβραίος.
Όταν ήρθαν να πάρουν εμένα δεν είχε
απομείνει κανείς για να αντιδράσει.»
10. “Όταν ήρθαν να πάρουν”
Πάστορας Martin Niemöller
Για σένα που νομίζεις..
ότι η δική σου σειρά δε θα φτάσει ποτέ..
ότι επειδή ακόμη δε χρειάστηκε να πας στο νοσοκομείο
και να σε διώξουν
γιατί δεν έχεις λεφτά..
Ότι επειδή ακόμη έχεις ένα πιάτο φαί, δε θα στο πάρουν
Ότι ακόμη δε σου πήραν το σπίτι του πατέρα σου
για χρέη στο Δημόσιο, θα τη γλυτώσεις
Ότι επειδή το παιδί σου ακόμη είναι στο σχολείο, θα
συνεχίσει..
Ότι η ζωή σου δεν επηρεάζεται από εκείνη του διπλανού
σου..
11. H αναγκαιότητα της συνύπαρξης παρά
την ετερότητά μας!!!!
« Βλέπεις, είπε, είναι οι Άλλοι
και δε γίνεται Αυτοί χωρίς
Εσένα
και δε γίνεται μ’ Αυτούς χωρίς,
Εσύ
Βλέπεις, είπε, είναι οι Άλλοι
Και ανάγκη πάσα να τους
αντικρίσεις
Η μορφή σου αν θέλεις
ανεξάλειπτη να ΄ναι
Και να παραμένει αυτή.»
Οδυσσέας Ελύτης
12. Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν' αγωνίζεσαι
για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους , θα φωνάξεις
τα χείλη σου θα ματώσουν απ' τις φωνές
Το πρόσωπό σου θα ματώσει απ' τις
σφαίρες
μα δε θα κάνεις ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου θα ' ναι μια πετριά
στα τζάμια των πολεμοκάπηλων.
Κάθε χειρονομία σου θα 'ναι
για να γκρεμίζει την αδικία.
Δεν πρέπει ούτε στιγμή να
υποχωρήσεις,
ούτε στιγμή να ξεχαστείς.
Είναι σκληρές οι μέρες που ζούμε.
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
13. ΜΗ ΜΕ ΦΩΝΑΖΕΙΣ «ΞΕΝΟ»!
Επειδή άλλη μάνα με γέννησε
και σ' άλλη γλώσσα άκουσες εσύ
τα όμορφα παιδικά σου παραμύθια...
μη με φωνάζεις «ξένο»
το ψωμί σου δε διαφέρει απ' το δικό μου
το χέρι σου είναι όμοιο με το δικό μου,
σαν τη φωτιά καίει
και η δική μου φωτιά.
Γιατί λοιπόν με φωνάζεις «ξένο»;
Επειδή σ' άλλους δρόμους βρέθηκα
και σ άλλο λαό γεννήθηκα
και άλλες θάλασσες γνώρισα
και απ‘ αλλού σάλπαρα;
Αλλά το ίδιο άγχος κρύβουμε κι οι δυο….
από τότε που σύνορα δεν είχαν τεθεί
κι ανάμεσά μας ακόμη δεν είχαν φθάσει
όσοι διχάζουν
και σκοτώνουν το φτωχό,
όσοι εφεύραν αυτή τη λέξη
τη σκληρή: «ξένος».
λέξη παγωμένη και γεμάτη θλίψη
που θυμίζει αλησμοσύνη κι εξορία.
Αν θέλεις το καλό μου να είσαι
καλός
σταμάτα τώρα να με φωνάζεις
«ξένο»
αν θέλεις, κοίταξέ με στα μάτια,
πιο πέρα απ' το μίσος
ας φθάσει η ματιά σου,
ας ξεπεράσει φόβο, εγωισμό.
Για δες, άνθρωπος είμαι κι εγώ
Όχι, δεν είμαι «ξένος»!
΄Αγνωστος Μετανάστης
14. ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ
Για τον όρο «μετανάστες»
Ο Γερμανός συγγραφέας
Μπέρτολτ Μπρεχτ (1898-
1956) έγραψε το ποίημα
αυτό το 1937, όταν ζούσε ως
αυτοεξόριστος στη
Σκανδιναβία, κατατρεγμένος
από τη χιτλερική εξουσία.
Πολλοί δημοκρατικοί
καλλιτέχνες και
διανοούμενοι διώχτηκαν ή
αναγκάστηκαν να
εγκαταλείψουν τη χώρα τους,
για να γλιτώσουν από την
ηθική και σωματική τους
εξόντωση.
15. ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ
Για τον όρο «μετανάστες»
Λαθεμένο μού φαινόταν πάντα τ' όνομα που μας δίναν: «Μετανάστες».
Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο,
δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη. Ούτε
και σε μιαν άλλη χώρα μπήκαμε
να μείνουμε για πάντα εκεί, αν γινόταν.
Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνήγησαν, μας προγράψανε.
Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα 'ναι, μα εξορία.
Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά
στα σύνορα,
προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό
σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη, πνίγοντας μ' ερωτήσεις
κάθε νεοφερμένο, χωρίς τίποτα να ξεχνάμε, τίποτα
ν' απαρνιόμαστε,
χωρίς να συχωράμε τίποτ' απ' όσα έγιναν, τίποτα δε συχωράμε.
Α, δε μας ξεγελάει τούτη η τριγύρω σιωπή! Ακούμε ίσαμ' εδώ
τα ουρλιαχτά που αντιλαλούν απ' τα στρατόπεδά τους. Εμείς
οι ίδιοι
μοιάζουμε των εγκλημάτων τους απόηχος, που κατάφερε
τα σύνορα να δρασκελίσει. Ο καθένας μας,
περπατώντας μες στο πλήθος με παπούτσια ξεσκισμένα,
μαρτυράει την ντροπή που τη χώρα μας μολεύει.
Όμως κανένας μας δε θα μείνει εδώ.
Η τελευταία λέξη δεν ειπώθηκε ακόμα.
16. ΑΣΠΡΟ ΧΕΡΙ - ΜΑΥΡΟ ΧΕΡΙ
Λευκό χέρι το ένα
ανδρικό.
Μαύρο το άλλο-
άνυδρο
πεινασμένο
κάτισχνο
με κατάμαυρη βουβή πικρία
τούτο το σκελετωμένο χέρι του παιδιού
στην Καραμοτζά της Ουγκάντα
και που πέθανε περιμένοντας και περιμένοντας
της λευκής φυλής το χρέος το υπερήμερο.
Τώρα στη λευκή παλάμη
η κατάμαυρη παλάμη του παιδιού.
Χειραψία πένθιμη συγκλονιστική
σπάταλε
-σε άσκοπες τροφές
σε πολεμικά παιχνίδια
σε πυρηνικούς πύραυλους-
και άκαρδε της άκαρδης λευκής φυλής μας
αιώνα.
Ντρέπομαι.
Γιάννη Κουτσοχέρα
17. Ποίημα που προτάθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη ως το καλύτερο ποίημα
του 2006, γραμμένο από ένα παιδί από την Αφρική.
Η φυλετική ετερότητα
«Όταν γεννιέμαι, είμαι μαύρος
Όταν μεγαλώσω, είμαι μαύρος
Όταν κάθομαι στον ήλιο, είμαι
μαύρος
Όταν φοβάμαι, είμαι μαύρος
Όταν αρρωσταίνω, είμαι μαύρος
Κι όταν πεθαίνω, ακόμα είμαι
μαύρος
Κι εσύ λευκέ άνθρωπε
Όταν γεννιέσαι, είσαι ροζ
Όταν μεγαλώνεις, γίνεσαι λευκός
Όταν κάθεσαι στον ήλιο, γίνεσαι
κόκκινος
Όταν κρυώνεις, γίνεσαι μπλε
Όταν φοβάσαι, γίνεσαι κίτρινος
Όταν αρρωσταίνεις, γίνεσαι
πράσινος
Κι όταν πεθαίνεις, γίνεσαι γκρι
Και αποκαλείς εμένα έγχρωμο;».
18. “Στην κοιλάδα με τους ροδώνες”
Τι νιώθετε και τι σκέφτεστε με την πρώτη ανάγνωση;
«Αλήθεια - των αδυνάτων
αδύνατο
ποτές δεν εκατάφερα να
καταλάβω,
αυτά τα όντα που δεν
βλέπουνε
το τερατώδες κοινό
γνώρισμα τ’ ανθρώπου,
το εφήμερο της παράλογης
ζωής του
κι ανακαλύπτουνε διαφορές
γιομάτοι μίσος διαφορές
σε χρώμα δέρματος, φυλή,
θρησκεία»
Νίκος Εγγονόπουλος
19. Ο Άλλος δεν είναι τελικά παρά ο διπλανός σου στο θρανίο, αυτός
που βλέπεις κάθε μέρα, ο συμπαίχτης σου που δεν μπορεί να βάλει
ένα καλάθι, ο γείτονάς σου. Αν απορρίψεις όλα τα διαφορετικά, αν τα
αντιμετωπίσεις με εχθρότητα και υπεροψία, τότε ακολουθείς ένα
δρόμο μοναχικό!!!