Πασχαλινές λαμπάδες από τη Δ΄ τάξη του σχολείου μας.pptx
Κωστης Παλαμας
1. ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Η Μεγαλοσύνη των
λαών δεν μετριέται με
το στρέμμα. Με της
καρδιάς το πύρωμα
μετριέται και με το
αίμα
2. Γεννήθηκε στην Πάτρα στις 13 Ιανουαρίου
1859 από γονείς που κατάγονταν από το
Μεσολόγγι. Η οικογένεια του πατέρα του
ήταν οικογένεια λογίων, με αξιόλογη
πνευματική δραστηριότητα και
ασχολούμενων με τη θρησκεία: Ο
προπάππος του Παναγιώτης Παλαμάς
(1722-1803) είχε ιδρύσει στο Μεσολόγγι την
περίφημη "Παλαμαία Σχολή" και ο παππούς
του Ιωάννης είχε διδάξει στην Πατριαρχική
Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης. Ο θείος
του Ανδρέας Παλαμάς υπήρξε
πρωτοψάλτης και υμνογράφος, τον οποίο ο
Κωστής Παλαμάς αναφέρει στα "Διηγήματά"
του (Β' έκδοση, 1929, σελ. 200). Ο Μιχαήλ
Ευσταθίου Παλαμάς (αδελφός του Ανδρέα)
και ο Πανάρετος Παλαμάς ήταν ασκητές. Ο
Δημήτριος Ι. Παλαμάς, επίσης θείος του
Κωστή, ήταν ψάλτης και υμνογράφος στο
Μεσολόγγι.[1]
3. Όταν ο ποιητής ήταν 6 χρονών
έχασε και τους δύο γονείς του σε
διάστημα σαράντα ημερών
(Δεκέμβριος 1864-Φεβρουάριος
1865). Στενοί συγγενείς ανέλαβαν
τότε τα τρία παιδιά της οικογένειας:
το μικρότερο αδερφό του η αδερφή
της μητέρας του και εκείνον και το
μεγαλύτερο αδερφό του ο θείος τους
Δημήτριος Παλαμάς, που
κατοικούσε στο Μεσολόγγι. Εκεί
έζησε από το 1867 ως το 1875, σε
ατμόσφαιρα μάλλον δυσάρεστη και
καταθλιπτική, που ήταν φυσικό να
επηρεάσει τον ευαίσθητο ψυχισμό
του, όπως φαίνεται και από
ποιήματα που αναφέρονται στην
παιδική του ηλικία.
4. Μετά την αποφοίτησή του από
το γυμνάσιο, εγκαταστάθηκε
στην Αθήνα το 1875, όπου
γράφτηκε στην Νομική Σχολή.
Σύντομα όμως εγκατέλειψε τις
σπουδές του αποφασισμένος να
ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Το
πρώτο του ποίημα το είχε
γράψει σε ηλικία 9 ετών,
μιμούμενος τα πρότυπα της
εποχής του, "ποίημα για γέλια",
όπως το χαρακτήρισε αργότερα
ο ίδιος. Η αρχή του ποιήματος
εκείνου ήταν: "Σ΄ αγαπώ
εφώνησα, / κι εσύ μ΄ αστράπτον
βλέμμα /Μη - μ΄ απεκρίθης - μη
θνητέ, / τολμήσης να μιάνης / δια
της παρουσίας σου / τας ώρας
τας ωραίας / που έζησα στον
5. Από το 1875 δημοσίευε σε εφημερίδες και περιοδικά διάφορα
ποιήματα και το 1876 υπέβαλε στον Βουτσιναίο ποιητικό
διαγωνισμό την ποιητική συλλογή Ερώτων Έπη, σε
καθαρεύουσα, με σαφείς τις Σχολή|Α' Αθηναϊκής Σχολής]]. Η
συλλογή απορρίφθηκε με το χαρακτηρισμό "λογιωτάτου
γραμματικού ψυχρότατα στιχουργικά γυμνάσματα". Η
πρώτηεπιδράσεις της [[Α' Αθηναϊκή του αυτοτελής έκδοση ήταν
το 1878 το ποίημα "Μεσολόγγι". Από το 1898 εκείνος και οι δύο
φίλοι και συμφοιτητές του Νίκος Καμπάς (με τον οποίο
μοιραζόταν το ίδιο δωμάτιο) και Γεώργιος Δροσίνης άρχισαν να
συνεργάζονται με τις πολιτικές-σατιρικές εφημερίδες "Ραμπαγάς"
και "Μη χάνεσαι". Οι τρεις φίλοι είχαν συνειδητοποιήσει την
παρακμή του αθηναϊκού ρομαντισμού και με το έργο τους
παρουσίαζαν μια νέα ποιητική πρόταση, η οποία βέβαια
ενόχλησε τους παλαιότερους ποιητές: τους αποκαλούσαν
περιφρονητικά "παιδαρέλια" ή ποιητές της "Νέας Σχολής".
6. Το 1886 δημοσιεύτηκε η πρώτη του ποιητική
συλλογή Τραγούδια της Πατρίδος μου στη δημοτική
γλώσσα, η οποία εναρμονίζεται απόλυτα με το κλίμα
της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Το 1887 παντρεύτηκε
τη συμπατριώτισσά του Μαρία Βάλβη, με την οποία
απέκτησαν τρία παιδιά, μεταξύ των οποίων και ο
Λέανδρος Παλαμάς. το 1889 δημοσιεύτηκε ο Ύμνος
εις την Αθηνάν, αφιερωμένος στη γυναίκα του, για
τον οποίο βραβεύτηκε στον Φιλαδέλφειο ποιητικό
διαγωνισμό την ίδια χρονιά. Ένδειξη της καθιέρωσής
του ως ποιητή ήταν η ανάθεση της σύνθεσης του
Ύμνου των Ολυμπιακών Αγώνων, το 1896.
7. Το 1898, μετά το θάνατο του γιου του Άλκη σε ηλικία
τεσσάρων ετών, δημοσίευσε την ποιητική σύνθεση
"Ο Τάφος". Το 1897 διορίστηκε γραμματέας στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών, απ' όπου αποχώρησε το
1928. Από την ίδια χρονιά (1897) άρχισε να
δημοσιεύει τις σημαντικότερες ποιητικές του
συλλογές και συνθέσεις, όπως οι "Ίαμβοι και
Ανάπαιστοι" (1897), "Ασάλευτη Ζωή" (1904), "ο
Δωδεκάλογος του Γύφτου" (1907), "Η Φλογέρα του
Βασιλιά" (1910). Το 1918 του απονεμήθηκε το
Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ από το
1926 αποτέλεσε βασικό μέλος της Ακαδημίας των
Αθηνών, της οποίας έγινε πρόεδρος το 1930.
8. Κατά τον Ελληνοϊταλικό
πόλεμο του 1940 ο Κωστής
Παλαμάς μαζί με άλλους
Έλληνες λογίους
προσυπέγραψε την έκκληση
των Ελλήνων Διανοουμένων
προς τους διανοούμενους
ολόκληρου του κόσμου, με την
οποία αφ' ενός μεν
καυτηριάζονταν η κακόβουλη
ιταλική επίθεση, αφ' ετέρου δε,
διέγειρε την παγκόσμια κοινή
γνώμη σε επανάσταση
συνειδήσεων για κοινό νέο
πνευματικό Μαραθώνα.
9. Πέθανε στις 27 Φεβρουαρίου του 1943 έπειτα
από σοβαρή ασθένεια 40 ημέρες μετά το
θάνατο της συζύγου του (τον οποίο δεν είχε
πληροφορηθεί επειδή και η δική του υγεία
ήταν σε κρίσιμη κατάσταση). Η κηδεία του
έμεινε ιστορική, καθώς μπροστά σε
έκπληκτους Γερμανούς κατακτητές χιλιάδες
κόσμου τον συνόδευσε στην τελευταία του
κατοικία, στο Α΄ νεκροταφείο Αθηνών,
ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο.
10. Η οικία του Παλαμά στην
Πάτρα σώζεται ως σήμερα,
στην οδό Κορίνθου 241. Τρία
χρόνια πριν τη γέννηση του
Παλαμά στο ίδιο σπίτι
γεννήθηκε η μεγάλη Ιταλίδα
πεζογράφος Ματθίλδη Σεράο.
[2]
Ήταν υποψήφιος για το
Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας
αρκετές φορές από το 1926
έως το 1940.[3]
Σήμερα "τιμής ένεκεν" φέρεται
αφιερωμένη στο όνομά του
μεγάλη αίθουσα εκθέσεων του
πολυχώρου Τεχνόπολις στην
Αθήνα.
11. Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ
«Χτες βράδυ μια είδηση
ακατανόητη μας ήρθε. Μια
είδηση ασύλληπτη. Ο Γέρο-
Παλαμάς πέθανε. Είχαμε
ξεχάσει πως ήταν θνητός» –
γράφει στο προσωπικό της
ημερολόγιο η Ιωάννα
Τσάτσου...Γεννημένος στην
Πάτρα το 1859, ο Κωστής
Παλαμάς αποτέλεσε, έως και τον
θάνατό του, 84 χρόνια αργότερα,
κεντρική φυσιογνωμία της
πνευματικής ζωής της Ελλάδας.
Ποιητής και πεζογράφος,
κριτικός και αρθρογράφος,
σθεναρός υπέρμαχος της
δημοτικής, υπήρξε –κατά τον
Γεώργιο Σεφέρη– «το σημείο
όπου λύεται, και ξεσπά, και
12. Ηγετική μορφή της γενιάς του 1880,
που παρήγαγε πλούσιο ποιητικό έργο
και ανανέωσε τη λογοτεχνία μετά τα
χρόνια του ρομαντισμού,
υποστηρικτής του Χαρίλαου Τρικούπη
και της ιδέας της αστικής ανόρθωσης,
ο Παλαμάς ανέπτυξε, με τη συνολική
παρουσία και δράση του, μια έντονη
προβληματική γύρω από τις έννοιες
της πατρίδας και του πατριωτισμού,
του «ευγενέστερου –σύμφωνα με τον
ίδιο– των αισθημάτων». Θιασώτης της
εθνικής συσπείρωσης και
αναγέννησης, προσέφερε μια νέα
ανάγνωση στην ιστορία των
βυζαντινών χρόνων και εξέφρασε, με
το πλούσιο έργο του, την πίστη στην
ψυχή του Εθνους.
13. Η είδηση του θανάτου του
Παλαμά διαδόθηκε αστραπιαία.
Την επομένη, οι αθηναϊκές
εφημερίδες δημοσίευαν εκτενή
αφιερώματα στη ζωή και το έργο
του Ελληνα ποιητή. «Είταν απ’
τις σπάνιες φορές, δεν θυμάμαι
συγκεκριμένα καμία άλλη, που
μια αθηναϊκή καθημερινή
εφημερίδα είχε κάτι να μας πει»,
σχολίαζε σκωπτικά, αρκετά
χρόνια αργότερα, ο Αναστάσιος
Πεπονής, αναφερόμενος στο
καθεστώς λογοκρισίας που είχε
επιβληθεί στον Τύπο κατά τη
διάρκεια της τριπλής Κατοχής
του 1941-1944.
Η κηδεία του Παλαμά ετελέσθη
στις 28 Φεβρουαρίου 1943 από
14. Ο πνευματικός κόσμος της χώρας έδωσε
βροντερό «παρών»: Σπύρος Μελάς, Μαρίκα
Κοτοπούλη, Κωνσταντίνος Τσάτσος, Γιώργος
Θεοτοκάς, Αγγελος Σικελιανός, Ηλίας
Βενέζης, Ιωάννα Τσάτσου, Γιώργος
Κατσίμπαλης, κ.ά. Συγκλονιστική υπήρξε η
παρουσία του αθηναϊκού λαού, που κατά
χιλιάδες συγκεντρώθηκε στον περίβολο του
νεκροταφείου και γέμισε ασφυκτικά τον ναό
15. «Οι Επιστήμονες μαζί με τους
Επαγγελματίας, οι υπάλληλοι μαζί με τους
εμπόρους και με τους φοιτητάς, ηνωμένοι
όλοι με τα ίδια αισθήματα εμπρός εις τον
νεκρόν του μεγάλου ποιητού της Ελλάδος»,
έγραφε μεγάλη αθηναϊκή εφημερίδα λίγες
μέρες μετά.
Υπερβαίνοντας τα συμβατικά όρια του
γεγονότος, η τελετή σύντομα απέκτησε
αυθόρμητα χαρακτήρα εθνικής εκδήλωσης.
16. Πράγματι, σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η γερμανική
διοίκηση προωθούσε σειρά επώδυνων μέτρων (όπως για
παράδειγμα η έκδοση διατάγματος «πολιτικής επιστράτευσης»),
ο ελληνικός λαός δεν δίστασε να εκφράσει την έντονη
δυσαρέσκεια και αγανάκτησή του, παρά την παρουσία του
κατοχικού πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου, και
εκπροσώπων της φασιστικής Ιταλίας και του Γ΄ Ράιχ. «Αυτονών
και η παρουσία ερέθιζε τον κόσμο, που από την επικείμενη
κήρυξη της πολιτικής επιστρατεύσεως ήταν αυτές τις μέρες ήδη
ερεθισμένος», παρατηρούσε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος,
διερωτώμενος:
17. «Ποιος τους είπε νάρθουν να μαγαρίσουν με την παρουσία τους τη
λειτουργία μας;».
Η νεκρώσιμος ακολουθία ξεκίνησε στις 11.00 π.μ., χοροστατούντος του
Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού, ο οποίος και εκφώνησε επικήδειο
λόγο, μια «πατριωτική προσλαλιά» σύμφωνα με τον Γεώργιο Θεοτοκά.
Κατόπιν, ο Αγγελος Σικελιανός απήγγειλε «με μια φωνή όσο ποτέ
δυνατή» το ποίημα που είχε γράψει τα χαράματα της 28ης Φεβρουαρίου
προς τιμήν του μεγάλου ποιητή:
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες
βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ώς πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οιφοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!''
18. ΕΡΓΟ
Ο Παλαμάς ήταν ένας από τους
πολυγραφότερους Έλληνες λογοτέχνες και
πνευματικούς ανθρώπους. Δημοσίευσε
συνολικά σαράντα ποιητικές συλλογές,
καθώς και θεατρικά έργα, κριτικά και ιστορικά
δοκίμια, συγκριτολογικές μελέτες και
βιβλιοκριτικές. Την επιμέλεια της
επανέκδοσης των έργων του μετά το θάνατό
του ανέλαβε ο γιος του Λέανδρος Παλαμάς
επίσης ποιητής και κριτικός της λογοτεχνίας.
19. ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Το ποιητικό του έργο είναι μεγάλο σε έκταση και σε
σημασία και είχε τεράστια απήχηση στην εποχή του.
Διαμετρικά αντίθετες πολιτικές και πνευματικές
προσωπικότητες, όπως ο Κωνσταντίνος Τσάτσος
και ο Νίκος Ζαχαριάδης αισθάνθηκαν την ανάγκη να
τοποθετηθούν απέναντι στο Δωδεκάλογο του
Γύφτου. Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει πει ότι ο
Παλαμάς είχε μεγαλύτερη επιρροή από 10
Πρωθυπουργούς. Το ενδιαφέρον για το έργο του
μειώθηκε στη μεταπολεμική Ελλάδα, όταν αφενός
επικράτησαν διαφορετικά αισθητικά ρεύματα και
αφετέρου υποχώρησε το ενδιαφέρον για την ποίηση
γενικότερα.
20. Οι δύο πρώτες του συλλογές, Τραγούδια της πατρίδος μου και
Τα μάτια της ψυχής μου είχαν ακόμα απηχήσεις του ρομαντισμού
της Α' Αθηναϊκής Σχολής και κάποια κατάλοιπα καθαρεύουσας.
Η πρώτη σημαντική στάση στο έργο του ήταν η συλλογή Ίαμβοι
και Ανάπαιστοι (1897), κυρίως για την ανανεωμένη μετρική της,
με την εναλλαγή ιαμβικού και αναπαιστικού ρυθμού (ο ίδιος
επισήμανε ότι παρακινήθηκε από την μετρική του Κάλβου), αλλά
και για την εκφραστική λιτότητα και σαφήνεια. Το επόμενο έργο
του, ο Τάφος (1898), αποτελείται από ποιήματα - μοιρολόγια για
τον θάνατο του γιου του Άλκη. Η πρώτη περίοδος της
δημιουργίας του κλείνει με την συλλογή Ασάλευτη Ζωή (1904), η
οποία περιέχει υλικό από όλα τα προηγούμενα χρόνια της
δράσης του. Κεντρική θέση στη συλλογή έχουν τα ποιήματα Η
Φοινικιά (αναγνωρίζεται ως το καλύτερο ίσως έργο του),
Ασκραίος και Αλυσίδες (συναποτελούν την ενότητα "Μεγάλα
οράματα") και η ενότητα σονέτων Πατρίδες.
21. Η κορυφαία έκφραση της "λυρικής σκέψης" του
Παλαμά είναι Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907).
Στο πνευματικό του ταξίδι ο Γύφτος θα γκρεμίσει και
θα ξαναχτίσει τον κόσμον όλο. Θα απαρνηθεί τη
δουλειά, την αγάπη, τη θρησκεία, τους αρχαίους,
τους βυζαντινούς και όλες τις πατρίδες, αλλά και θα
τα αναστήσει όλα μέσα από την Τέχνη, μαζί και τη
μεγάλη χίμαιρα της εποχής, τη Μεγάλη Ιδέα. Θα
υμνήσει τον ελεύθερο λαό του, αλλά θα τραγουδήσει
και έναν νιτσεϊκό αδάκρυτο ήρωα. Θα καταλήξει
προσκυνώντας τη Φύση και την Επιστήμη.
22. 'Η Φλογέρα του βασιλιά (1910) διαδραματίζεται στο
Βυζάντιο και αφηγείται το ταξίδι του Βασίλειου Β'
("Βουλγαροκτόνου") στην Αθήνα. Κεντρικό σημείο
του έργου είναι το προσκύνημα του αυτοκράτορα
στον Παρθενώνα, που έχει γίνει ναός της Παναγίας.
Αυτό συμβολίζει για τον ποιητή τη σύνθεση και την
ενότητα όλης της ιστορίας του Ελληνισμού, αρχαίας,
βυζαντινής και σύγχρονης. Η έμπνευση της
Φλογέρας του Βασιλιά είναι αποτέλεσμα και του
ανανεωμένου τότε ενδιαφέροντος για το
Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αλλά κυρίως του
μακεδονικού αγώνα.
23. Μετά τις μεγάλες συνθέσεις επανήλθε σε μικρότερες
λυρικές φόρμες, με τις συλλογές Οι καημοί της
Λιμνοθάλασσας και Η Πολιτεία και η Μοναξιά (1912),
μαζί με τις οποίες εξέδωσε και τα σατιρικά ποιήματά
του (Σατιρικά γυμνάσματα). Στις επόμενες συλλογές
του γενικά δεν παρουσιάστηκε κάτι νέο στην
ποιητική του εξέλιξη, παρά μόνο στις τελευταίες, Ο
κύκλος των τετράστιχων (1929) και Οι νύχτες του
Φήμιου(1935): αποτελούνται αποκλειστικά από
σύντομα, τετράστιχα ποιήματα.
24. Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ
ΔΗΜΟΤΙΚΙΣΜΟ
Η εποχή της εμφάνισης του Κωστή Παλαμά, αλλά και των άλλων
ποιητών της Νέας Αθηναϊκής Σχολής συνέπεσε με την έξαρση
του προβληματισμού για το γλωσσικό ζήτημα: το 1888 εκδόθηκε
το Ταξίδι μου του Ψυχάρη, ενώ είχε προηγηθεί η διαμάχη
Κωνσταντίνου Κόντου- Δημ. Βερναρδάκη, το 1882. Ενώ
σταδιακά στην ποίηση η δημοτική καθιερώθηκε (με τη συμβολή
και των ποιητών της Νέας Αθηναϊκής Σχολής), στην πεζογραφία
(και φυσικά στον επίσημο λόγο) επικρατούσε η καθαρεύουσα. Ο
Παλαμάς, υποστηρικτής της δημοτικής, υποδέχθηκε με ευνοϊκή
κριτική το Ταξίδι μου: μια μόλις μέρα αφ' ότου το διάβασε,
έγραψε το άρθρο "Το επαναστατικόν βιβλίον του κ. Ψυχάρη",
εκφράζοντας ενθουσιώδεις κρίσεις, χωρίς βέβαια να παραλείψει
να επισημάνει και τις ακρότητες του συγγραφέα.
25. Η υποστήριξή του προς όλες τις
προσπάθειες καθιέρωσης της δημοτικής ήταν
συνεχής και έμπρακτη: συνεργαζόταν με το
περιοδικό-όργανο του δημοτικισμού Ο
Νουμάς από το πρώτο κιόλας τεύχος και στη
δημοτική έγραψε όχι μόνο τα ποιήματα, αλλά
και τα (λίγα) διηγήματά του.
26. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ενώ στο λογοτεχνικό (και
αργότερα και στο κριτικό) έργο χρησιμοποιούσε τη δημοτική, ως
Γραμματέας του Πανεπιστημίου ήταν υποχρεωμένος να
συντάσσει τα επίσημα έγγραφα σε αυστηρή καθαρεύουσα: όπως
ανέφερε ο ίδιος σε επιστολή του, στην φιλολογική του εργασία
ήταν "μαλλιαρός" και στην υπηρεσία του "αττικιστής απ' την
κορφή ως τα νύχια". Η επίσημη θέση του, όπως ήταν φυσικό,
δύσκολα μπορούσε να συνδυαστεί με την υποστήριξη στο
δημοτικισμό: βρέθηκε πολλές φορές στο επίκεντρο επιθέσεων,
ειδικά κατά τα "Ευαγγελικά" (1901) και τα "Ορεστειακά" (1903).
Παρά ταύτα ο ίδιος δε δίστασε να δηλώσει δημοσίως ότι ο
δημοτικισμός ήταν η αρετή του (1908).
27. ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ποιητικό έργο [Επεξεργασία]
Τραγούδια της πατρίδος μου
(1886)
Ύμνος εις την Αθηνάν (1889)
Τα μάτια της ψυχής μου (1892)
Ίαμβοι και ανάπαιστοι (1897)
Τάφος (1898)
Οι χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης
(1900)
Η ασάλευτη ζωή (1904)
Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου
(1907)
Η φλογέρα του Βασιλιά (1910)
Οι καημοί της λιμνοθάλασσας
(1912)
Σατιρικά Γυμνάσματα (1912)
Η πολιτεία και η μοναξιά (1912)
28. Βωμοί (1915)
Τα παράκαιρα (1919)
Τα δεκατετράστιχα (1919)
Οι πεντασύλλαβοι- Τα παθητικά κρυφομιλήματα- Οι λύκοι- Δυό
λουλούδια από τα ξένα (1925)
Δειλοί και σκληροί στίχοι (1928)
Ο κύκλος των τετράστιχων (1929)
Περάσματα και χαιρετισμοί (1931)
Οι νύχτες του Φήμιου (1935)
Βραδινή φωτιά (1944, μεταθανάτια έκδοση επιμελημένη από τον
γιό του Λέανδρο)
Η Κασσιανή
To φάντασμα
30. Κριτική-Δοκίμιο [Επεξεργασία]
Ήταν ένας από τους σημαντικότερους νεοέλληνες κριτικούς. Σε αυτόν οφείλεται η
επανεκτίμηση του έργου των Ανδρέα Κάλβου, Διονύσιου Σολωμού, της
Επτανησιακής Σχολής εν γένει, του Κώστα Κρυστάλλη και άλλων.
"Το έργο του Κρυστάλλη" (1894),
"Σολωμός Η ζωή και το έργο του" (1901)
"Γράμματα" (2 τόμοι, 1904 - 1907)
"Ηρωικά πρόσωπα και κείμενα" (1911)
"Τα πρώτα κριτικά" (1913)
"Αριστοτέλης Βαλαωρίτης" (1914)
"Βιζυηνός και Κρυστάλλης" (1916)
"Ιούλιος Τυπάλδος" (1916)
"Πως τραγουδούμε τον θάνατο της κόρης" (1918)
"Πεζοί δρόμοι" (3 τόμοι 1929 - 1933)
"Ο Γκαίτε στην Ελλάδα" (1932)
"Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου" (1933)
"Η ποιητική μου" (1933)
"Πεζοί δρόμοι. Κάποιων νεκρών η ζωή" (1934)
"Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου" 2ος τομος (1940).
31. Μεταφράσεις [Επεξεργασία]
"Β΄Ολυμπιονικός" του Πινδάρου εφημ.΄΄Εστία΄΄, 1896
"ΙΔ΄Ολυμπιονικός" Πινδάρου, εφημ. ΄΄Ακρόπολις΄΄, 1896
"Πρόας ο Νικίου" υπό Αντρέ Λωρί, έκδοση Διάπλασης των
Παίδων, 1898.
"Η Ελένη της Σπάρτης" του Αιμ. Βεράβεν 1906.
Σημειώνεται ότι πρώτα έργα του Κ. Παλαμά που μεταφράστηκαν
στην αγγλική γλώσσα ήταν "Η ασάλευτη ζωή", "Η τρισεύγενη", ο
"θάνατος παλληκαριού" και ακολούθησαν άλλα. Στη δε γαλλική
γλώσσα πρώτα ήταν "Ο τάφος", "Ο Δωδεκάλογος του γύφτου", ο
"θάνατος παλληκαριού" κ.ά., ενώ πλείστα αποσπάσματα άλλων
συλλογών μεταφράστηκαν σε διάφορες άλλες γλώσσες όπως
στη γερμανική, ιταλική, ισπανική αραβική και τουρκική γλώσσα.
32. ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΙΚΕΣ ΡΗΣΕΙΣ
Το καλό πρέπει να το παίρνουμε όπου το
βρίσκουμε.
Κάλλιο γλύστρα στο δρόμο το δικό σου
παρά στο δρόμο του άλλου να ‘σαι ορθός.
Και βρυσομάνα είν’ η γυναίκα· κι έρχονται
από κείνη
κι εσύ, αμαρτία, κι ο λυτρωμός κι η
ανάσταση και ο Χάρος.
33. Είν’ η ζωή αχαμνόδεντρο
σ’ ένα γκρεμόν επάνω.
Και ήταν οι καιροί που η Πόλη
πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε
και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε
και καρτέραγ’ ένα μακελάρη
(...)
Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει
Ασάλευτη δεν είναι καμιά ζωή
Λογής ταξίδια μ’ έχουν τρικυμίσει
μ’ είδαν τόποι, μου ανοίξανε ναοί
και τέχνες με περπάτησαν και η φύση.
34. Ο αντίλογος μ’ ανάθρεψε, με πότισε το μίσος.
Τη φλόγα άρπαξαν οι άνομοι
τη σβήσανε στα βαλτονέρια.
Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα,
μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα!
..κ' η Aθήνα ζαφειρόπετρα στης γης το
δαχτυλίδι.