3. Σ' ένα παλιό τούρκικο ςπίτι
Σ' ένα παλιό τούρκικο ςπίτι
κλείςτηκα μέρεσ και παλεύω
με τουσ λεκέδεσ του αςβέςτη.
Μετρώ τα ξύλα ςτο ταβάνι, βρίςκω τα νερά∙
δίνω ονόματα, τουσ δίνω την καρδιά μου.
Ύςτερα παίρνει και φυςά.
Σαρώνονται χαρέσ και γνωριμίεσ.
Ξανά μονάχοσ με τα ξύλα και τισ πέτρεσ.