2. Ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» χρησιμοποιείται για να
περιγράψει ένα σύνολο διαταραχών που μειώνουν την
ικανότητα ενός ατόμου να επικοινωνήσει ή να μάθει.
Πρόκειται για ένα πολυσυλλεκτικό όρο που μπορεί να
αναφέρεται σε πολύ διαφορετικές συνθήκες, όπως:
δυσκολίες αντίληψης, εγκεφαλικές δυσλειτουργίες,
αυτισμό, δυσλεξία, αναπτυξιακή αφασία κ.α.
Η πρώτη φορά που ο όρος μαθησιακή δυσκολία
εμφανίζεται στη βιβλιογραφία της ειδικής αγωγής είναι το
1963, από τον Samuel Kirk (Hammill, 1990). Ο Kirk
χρησιμοποίησε αυτό τον όρο για να αναφερθεί στην
περίπτωση ενός παιδιού και την αναντιστοιχία ανάμεσα
στις εμφανείς ικανότητες του να μάθει και την τελική του
απόδοση. Από τότε έχει παραχθεί ένα μεγάλο σύνολο
ορισμών ανάλογα με την κυρίαρχη αντίληψη κάθε εποχής
σχετικά με τη φύση των μαθησιακών δυσκολιών. Πρόκειται
για μια διαδικασία που δεν έχει περατωθεί ακόμη: Η
επιστημονική κοινότητα βρίσκεται σε μια διαρκή
προσπάθεια για βελτίωση του ορισμού.
2
3. Το εύρος των μαθησιακών δυσκολιών είναι πολυποίκιλο. Μια απλή κατηγοριοποίηση των
διάφορων τύπων μαθησιακών δυσκολιών καταλήγει σε τρεις βασικές κατηγορίες. Πιο
συγκεκριμένα, οι μαθησιακές δυσκολίες χωρίζονται σε:
Δυσκολίες λόγου και ομιλίας. Πρόκειται για δυσκολίες στην παραγωγή και κατανόηση
του προφορικού λόγου. Τέτοιες μπορεί να αφορούν την παραγωγή ήχων (άρθρωση),
τη μετατροπή ιδεών σε λόγο (έκφραση) ή την κατανόηση των λεγομένων του
συνομιλητή.
Δυσκολίες γραπτού λόγου. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να αφορούν προβλήματα στην
αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου, προβλήματα ορθογραφίας και γενικότερα
προβλήματα στην παραγωγή γραπτού λόγου. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η
περισσότερο γνωστή περίπτωση της δυσλεξίας (συχνά αναφέρεται και ως ειδική
μαθησιακή δυσκολία).
Δυσκολίες μαθηματικού λόγου. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν δυσκολίες που στην
αναγνώριση αριθμών και μαθηματικών συμβόλων, στην απομνημόνευση της
προπαίδειας, στην κατανόηση αφηρημένων μαθηματικών εννοιών και στην επίλυση
μαθηματικών προβλημάτων. Όπως και στην περίπτωση της προηγούμενης κατηγορίας
(δυσκολίες γραπτού λόγου), πρόκειται για μορφές μαθησιακής δυσκολίας που, για
προφανείς μάλλον λόγους, τις περισσότερες φορές ανιχνεύονται μετά την ένταξη του
ατόμου στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Άλλες δυσκολίες. Σε αυτή τη κατηγορία εντάσσονται δυσκολίες οι οποίες επηρεάζουν
σαφώς τη διαδικασία της μάθησης και μπορούν να ενταχθούν κάτω από τον όρο
"μαθησιακές δυσκολίες", χωρίς να εμπίπτουν σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες.
Τέτοιες είναι οι οπτικο-κινητικές διαταραχές.
3
4. Οι γονείς σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς
απευθύνονται στην Επαρχιακή Επιτροπή Ειδικής Αγωγής και
Εκπαίδευσης. Η συγκεκριμένη Επιτροπή έχει συσταθεί με
βάση τη νομοθεσία και είναι η αρμόδια επιτροπή, η οποία θα
ονομάσει τους επαγγελματίες από το χώρο της δημόσιας
εκπαίδευσης, οι οποίοι θα προβούν στην αξιολόγηση του
παιδιού.
Εκτός από τις αξιολογήσεις της Επαρχιακής Επιτροπής Ειδικής
Αγωγής και Εκπαίδευσης οι γονείς μπορούν να απευθυνθούν
για αξιολογήσεις και στον ιδιωτικό τομέα όπως από:
Ειδικό Παιδαγωγό, στην περίπτωση που οι δυσκολίες
εντοπίζονται μόνο στο μαθησιακό τομέα
Εκπαιδευτικό ή Σχολικό Ψυχολόγο
Κλινικό Ψυχολόγο, όταν το παιδί παρουσιάζει
συνοσηρότητα Μαθησιακών Δυσκολιών και
συναισθηματικών δυσκολιών
4
5. Η αντιμετώπιση των Μαθησιακών Δυσκολιών είναι
συνήθως το αποτέλεσμα μιας δουλειάς που παίρνει
κάποιο χρονικό διάστημα και από την άλλη δεν είναι
δουλειά ενός επαγγελματία, αλλά μιας ομάδας
επαγγελματιών. Οι γονείς θα πρέπει αναμφίβολα να
αποτελούν μέρος της συγκεκριμένης ομάδας.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες δε θεραπεύονται, αλλά
αντιμετωπίζονται. Όσο πιο νωρίς γίνει η διάγνωση
τόσες περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν για τη
βελτίωση της κατάστασης του ατόμου.
Τα παιδιά ανάλογα με τη σχολική βαθμίδα που
βρίσκονται λαμβάνουν και διαφορετικές μεθόδους
στήριξης. Για παράδειγμα στη Μέση εκπαίδευση τα
παιδιά λαμβάνουν συνδυαστικά με την ειδική
εκπαίδευση και λογοθεραπεία η οποία τους βοηθά να
αξιοποιήσουν στο μέγιστο τις δυνατότητές τους.
5
6. Μύθος Ανασκευή
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες
θεραπεύονται.
Είναι μια διαρκή και μόνιμη συνθήκη.
Υπάρχουν προγράμματα τα οποία
διευκολύνουν και βελτιώνουν τη
μάθηση.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες ξεπερνιούνται
με τον καιρό.
Πρόκειται για δια βίου δυσκολίες, οι
οποίες εμφανίζονται με διαφορετικό
τρόπο και με ένταση σε κάθε ηλικία.
Δεν εξαφανίζονται με τον χρόνο.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες είναι
αποτέλεσμα ανεπαρκούς διδασκαλίας.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες είναι
δυσκολίες υπάρχουν από τη γέννηση
του ανθρώπου. Δε δημιουργούνται από
την μη αποτελεσματική διδασκαλία.
6
7. Μαθητές με αναπηρία και ειδικές
εκπαιδευτικές ανάγκες θεωρούνται
όσοι για ολόκληρη ή ορισμένη
περίοδο της σχολικής τους ζωής
εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες
μάθησης εξαιτίας αισθητηριακών,
νοητικών, γνωστικών,
αναπτυξιακών προβλημάτων,
ψυχικών και νευροψυχικών
διαταραχών οι οποίες, σύμφωνα με
τη διεπιστημονική αξιολόγηση,
επηρεάζουν τη διαδικασία της
σχολικής προσαρμογής και μάθησης.
7
8. Νοητική αναπηρία
Η νοητική αναπηρία (ΝΑ), λέγεται και νοητική (καθ)υστέρηση,είναι μια σημαντικά
μειωμένη ικανότητα κατανόησης νέων ή σύνθετων πληροφοριών και μάθησης και
εφαρμογής νέων δεξιοτήτων (μειωμένη νοημοσύνη). Αυτό οδηγεί σε μειωμένη ικανότητα
ανεξάρτητης κοινωνικής λειτουργίας (μειωμένη κοινωνική λειτουργία) και ξεκινά πριν
από την ενηλικίωση, με διαρκή επίδραση στην ανάπτυξη. Η αναπηρία αυτή εξαρτάται
όχι μόνο από τις συνθήκες υγείας του παιδιού ή τις βλάβες, αλλά επίσης από το βαθμό
στον οποίο οι περιβαλλοντικοί παράγοντες υποστηρίζουν την ενσωμάτωση και την
πλήρη συμμετοχή του παιδιού στην κοινωνία.
Κινητικές αναπηρίες
Η κινητική αναπηρία εκδηλώνεται με διάφορες μορφές. Αυτού του είδους η διαταραχή
μπορεί να περιορίζει τη λειτουργία ολόκληρου του σώματος ή κάποιου μέρους του
σώματος (άνω άκρα, κάτω άκρα, σπονδυλική στήλη). Μπορεί να είναι προσωρινή ή
μόνιμη. Η κινητική αναπηρία μπορεί να οφείλεται σε διάφορες αιτίες, όπως στην
εγκεφαλική παράλυση, στη σκλήρυνση κατά πλάκας, σε τραυματισμούς στη σπονδυλική
στήλη, σε τραυματισμούς από αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, στη μυϊκή ατροφία.
Διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές
Με τον όρο Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές(ΔΑΔ) αναφερόμαστε σε μια ομάδα
διαταραχών που αφορούν την ανάπτυξη ενός συνόλου πολλαπλών βασικών ικανοτήτων
, με κύρια στοιχεία τη δυσκολία στην επικοινωνία και στην κοινωνικοποίηση.
8
9. Η εκπαιδευτική πολιτική για την Ειδική Αγωγή και
Εκπαίδευση ευνοεί την ένταξη των μαθητών με
αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα
σχολεία της γενικής εκπαίδευσης με την παροχή
κατάλληλων υποστηρικτικών δομών και υπηρεσιών.
Οι ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών με
αναπηρία ή και με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες
διερευνώνται και διαπιστώνονται από τα Κέντρα
Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (ΚΕΣΥ),
τις Επιτροπές Διεπιστημονικής Εκπαιδευτικής
Αξιολόγησης και Υποστήριξης και τα αναγνωρισμένα
από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων,
Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας Παιδιών και Εφήβων
άλλων Υπουργείων.
9
10. Βάσει της ατομικής αξιολόγησης και της εισήγησης των ΚΕΣΥ,
η εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία και ειδικές
εκπαιδευτικές ανάγκες μπορεί να παρέχεται στο πλαίσιο του
γενικού σχολείου, όπου υπάρχουν οι παρακάτω δυνατότητες
σχετικά με τη φοίτησή τους.
Συγκεκριμένα, οι μαθητές μπορούν να φοιτούν:
Στη συνήθη σχολική τάξη του γενικού σχολείου, εφόσον
πρόκειται για μαθητές με ήπιες μαθησιακές δυσκολίες,
υποστηριζόμενοι από τον εκπαιδευτικό της τάξης, ο οποίος
συνεργάζεται κατά περίπτωση με τα ΚΕΣΥ και με τους
Συντονιστές Εκπαιδευτικού Έργου γενικής και ειδικής και
ενταξιακής εκπαίδευσης.
Σε σχολική τάξη του γενικού σχολείου, με παράλληλη
στήριξη-συνεκπαίδευση από εκπαιδευτικούς Ειδικής
Αγωγής και Εκπαίδευσης, όταν αυτό επιβάλλεται από το
είδος και το βαθμό των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών
Σε ειδικά οργανωμένα και κατάλληλα στελεχωμένα
Τμήματα Ένταξης
10