8. Τα παλιά τα χρόνια τα παιδιά δεν είχαν ρολόι και δεν γνώριζαν την ώρα. Έτσι
χτυπούσε η καμπάνα στις εφτά. Οι μαθητές ντύνονταν και ετοιμάζονταν για το
σχολείο. Έβαζαν στην τσάντα τους λίγες ελιές, ντομάτα και ψωμί. Την τσάντα
τους την έραβε η μητέρα τους.
Όταν έφθαναν στο σχολείο κάθονταν όλοι στις θέσεις τους και περίμεναν τον
δάσκαλο. Όταν ερχόταν ο δάσκαλος, στέκονταν όλοι όρθιοι και του έλεγαν
καλημέρα και έκαναν την προσευχή τους. Ακολούθως άρχιζε το μάθημα.
Έκαναν ανάγνωση, Μαθηματικά, Μουσική, Γυμναστική, Θρησκευτικά και
Αγγλικά. Στο διάλειμμα έπαιζαν παιχνίδια, όπως βασιλέα, τρεχτό και σχοινάκι.
Η ώρα μια το μεσημέρι χτυπούσε η καμπάνα για να σχολάσουν. Πήγαιναν
στο σπίτι για να φάνε το μεσημεριανό τους και στις δύο η ώρα χτυπούσε πάλι
η καμπάνα για να επιστρέψουν στο σχολείο, μέχρι τις τέσσερις η ώρα.
Κάθε Δευτέρα ο δάσκαλος μόλις έμπαινε στην τάξη το πρώτο πράγμα που
έκανε ήταν να ελέγξει αν όλοι οι μαθητές είχαν μαντηλάκι στην τσάντα τους
και αν τα νύχια τους ήταν κομμένα.
Τα απογεύματα οι δάσκαλοι περνούσαν από τα σπίτια του χωριού και
έλεγχαν τι έκαναν τα παιδιά.
Επίσης κάθε Κυριακή ο δάσκαλος έπαιρνε παρουσίες στην
εκκλησία και όποιος έλειπε, τη Δευτέρα έμπαινε τιμωρία.