2. Η ιστορία που θα σας πω,
μιλά για τη ζαβολιά και τον χαμό.
Σε μια κασετίνα πολύχρωμη
και φαρδιά,
ζούσαν κάποιοι
με ανθρώπινη μιλιά.
1 2
3. Ζούσε μια γόμα άσπρη και στρουμπουλή
που μέλημα της ήταν να σβήνει
κάθε λάθος στη ζωή.
Δίπλα της έμεναν χρώματα πολλά.
Κόκκινο, πράσινο, κιτρινωπό,
που ομόρφαιναν κάθε σχέδιο παιδικό.
Μια ξύστρα μεταλλική,
που ,αν και γριά ήτανε θαυματουργή.
Σε κάθε στραμπούληγμα ή κάταγμα σοβαρό,
εκείνη ήξερε πάντα το γιατρικό.
Υπήρχε ένας χάρακας διαφανής,
που ήταν καμαρωτός και ευθυτενής.
Μετρούσε απόσταση μεγάλη, μικρή
και ίσιωνε το κορμί του
για μια ευθεία γραμμή.
3 4
4. Η ζωή στη κασετίνα
κυλούσε με ηρεμία και τάξη.
Ο ένας τον άλλον
τον είχε μη βρέξει και μη στάξει.
Μα μια μέρα,
ένας συγκάτοικος από το πουθενά,
τάραξε τα γαλήνια νερά.
Ήταν ένα μολύβι, μαύρο, ζωηρό,
που έφερε μαζί του τον μαύρο χαμό.
Φαμπέριο,
το φώναζαν μεγάλοι και μικροί
και ήταν από χώρα ξωτική.
Δεν είχε τρόπους. Ευγένεια καμιά.
Και ο πισινός του δεν καθόταν πουθενά.
5 6
7. Σε ένα χαρτί έγραψε
" δεν σε 'χω φίλη, φύγε
μακριά"
και έκανε τη Περσεφόνη
να κλαίει με αναφιλητά.
11 12
8. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά,
μουτζούρωσε μια υπέροχη ζωγραφιά.
Τα χρώματα απελπισμένα τραβούσαν τα μαλλιά
και η γόμα πονούσε σε πλάτη και πλευρά.
Ο χάρακας έτρεχε, για να του δώσει μια στον ποπό,
μα ο Φαμπέριος ήταν γρήγορος σαν τον λαγό.
Γελούσε, συνέχιζε τη ζαβολιά
και όλοι του φώναζαν "σταμάτα πια".
Η μόνη που περίμενε σε μια γωνιά ήταν η ξύστρα.
Θυμάστε; Εκείνη η γριά.Τα χρόνια της, της είχαν πει,
ότι η κάθε δύσκολη στιγμή θέλει σοφία και
υπομονή.
13 14
9. Ο Φαμπέριος συνέχιζε κάθε τρέλα
που του ερχόταν στο μυαλό,
ώσπου κάποια στιγμή έγινε το κακό.
Καθώς πήγε να μουτζουρώσει του
βιβλίου το χαρτί, έσπασε η μύτη του και
έβαλε φωνή:
-Βοήθεια! Βοήθεια! Πονάω πολύ.
Τρέξτε. Τρέξτε αδελφοί!
Όλοι τον κοίταζαν με μάτια ανοιχτά και
έλεγαν:
-Καλά να πάθει μετά από τόση ζαβολιά.
15 16
10. Πλησίασε η ξύστρα η γκρι για να γιάνει τη πληγή.
-Το λάθος μπορεί να γίνει σωστό
και το κακό να γίνει καλό.
Έλα να ξύσω τη πληγή και από δω και πέρα
ας σταματήσει η καταστροφή.
Ο Φαμπέριος, μέσα στον πόνο,
τα λόγια τα έκανε γιορτή και άλλαξε,
ευχαριστώντας τη ξύστρα τη μεταλλική.
Ευχαριστώ!
Ευχαριστώ!
Ευχαριστώ!
Ευχαριστώ!
17 18
11. Τώρα θα τον δεις να μοιράζει λόγια
αγάπης
δεξιά κι αριστερά.
Να στέλνει φιλιά σε όποιον τα ζητά.
Σχεδιάζει ότι θέλει και ότι σκεφτεί
και περιμένει τα χρώματα
να περάσουν από το άσπρο χαρτί.
Σ'αγαπώ!
Σ'αγαπώ!
Ευχαριστώ!
Ευχαριστώ!
Θες να σε βοηθήσω;
Θες να σε βοηθήσω;
Πρόσεχε!
Πρόσεχε!
19 20
12. Η μούντζα έγινε δάχτυλα κλειστά,
μια παλάμη που χαιρετά
και προσφέρει μόνο χαρά.
-Φαμπέριε είμαι περήφανη πολύ,
γιατί έκανες ομορφιά την
καταστροφή,
είπε η ξύστρα η σοφή.
Και όλοι έζησαν καλά.
Τα χρώματα γελούν ξανά.
Ο χάρακας μας τραγουδά.
Και η γόμα σταμάτησε τα παυσίπονα
και τα ηρεμιστικά.
21 22
13. Ε! Τώρα αν δείτε κάπου και μία μολυβιά,
μη το πείτε πουθενά.
Κλειδώστε αυτή τη ζαβολιά,
μέσα στην καρδιά.
23 24