2. • Λούστρος ονομάζεται το επάγγελμα του
πλανόδιου που γυαλίζει τα παπούτσια των
περαστικών.
• Το επάγγελμα αυτό ήταν πολύ συνηθισμένο
πίσω στη δεκαετία του ’50 και του ’60.
• Συνήθως τριγύριζε στα διάφορα καφενεία
για να βρει πελάτες.
• Η λέξη «λούστρος» ήταν συνώνυμη του
σημερινού γύφτου και αποτελούσε βρισιά.
• Το επάγγελμα ήταν ταπεινό από τη φύση
του, ο λούστρος πολλές φορές δε κοιτούσε
ψηλά στον πελάτη όσο διαρκούσε η δουλειά
του εκτός αν ήταν ανάγκη να του πει κάτι.
• Πολλές φορές ιδιαίτερα παλιότερα οι
λούστροι ήταν παιδιά.
3. Διαδικασία
• Ο πελάτης άπλωνε το πόδι του στο στη
μπρούτζινη συνήθως βάση απ’το κασέλι και
όλα τα άλλα τα αναλάμβανε ο λούστρος.
• Πρώτα δίπλωνε το μπατζάκι, μη λερωθεί,
και έχωνε χαρτόνια από τσιγαρόκουτα στα
πλάγια για να προστατέψει την κάλτσα.
• Έπειτα, ξεσκόνιζε με βούρτσα το παπούτσι,
έβαζε λίγη αλοιφή από το μπουκαλάκι με
το κατάλληλο χρώμα, και την άπλωνε
παντού με την βούρτσα.
• Με ελαφρύ κτύπημα της βούρτσας στο
παπούτσι έδινε το σύνθημα στον πελάτη να
αλλάξει πόδι και επαναλάμβανε την
διαδικασία.
• Τέλος, επέστρεφε στο πρώτο πόδι για να
του δώσει το τελικό γυάλισμα με πανί και
με ειδική αλοιφή.
4. Εργαλεία και πληρωμή
• Στην δουλειά του λούστρου
χρησιμοποιείται κασελάκι που
έχει μέσα τα βερνίκια και δύο
βούρτσες για το γυάλισμα των
παπουτσιών
• Παρόλο που ο λούστρος είχε
πολλούς πελάτες, η αμοιβή για
κάθε ζευγάρι παπουτσιών ήταν
μόνο μία δραχμή.
5. Η δουλειά του λούστρου τα τελευταία χρόνια
• Διαδεδομένη σε πολλά μέρη του
κόσμου, η δουλειά του λούστρου
εξαφανίζεται σταδιακά στην Ευρώπη
και τη Βόρεια Αμερική.
• Σήμερα το λουστράρισμα σχεδόν
πάντα θεωρείται περισσότερο ένα
τέχνασμα, παρά μια πραγματική
δουλειά.
• Στις περισσότερες χώρες,
συμπεριλαμβανόμενη και η Ελλάδα,
το επάγγελμα αυτό δεν ασκείται από
πολλούς.