ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΚΟΚΚΙΝΟΣ
Μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών από το 2007.
Απάνθισμα στίχων 2004-2015.
(επιτρέπεται οποιαδήποτε αναπαραγωγή του κειμένου με αναφορά στο δημιουργό του)
ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΚΟΚΚΙΝΟΣ
Μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών από το 2007.
Απάνθισμα στίχων 2004-2015.
(επιτρέπεται οποιαδήποτε αναπαραγωγή του κειμένου με αναφορά στο δημιουργό του)
΄Έντεκα αιώνια δευτερόλεπτα αγκιστρωμένα στο τώρα..΄΄
Ένας μικρός καλλωπισμός κι ένα διαστόλισμα άτυχων στίχων
που δεν ευδοκίμησαν στο διάστικτο γαλανό διάστημα...
George Kokkinos (Μια συλλογή κειμένων – αγαπημένων – χιουμοριστικών – που θα παραμείνουν στο συρτάρι για πολλές δεκαετίες ακόμα ..γιατί εκεί είναι η θέση τους :) )
(2006 – 2007)
The document discusses the history and development of a new technology. It describes how earlier versions influenced the creation of current models, which improved functionality. The document concludes by noting this new technology has the potential for significant, wide-ranging applications and benefits if further developed and adopted.
2. Σκέψεις για τη Λογοτεχνία σήμερα
(ή πού βαδίζουμε κύριοι;)
Εν αρχή και καλώς εχόντων των πραγμάτων, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι οι σύγχρονοι
¨γραφιάδες¨-συγγραφείς-ποιητές-κειμενογράφοι συνεχώς αυξάνονται με έναν αλματώδη
ρυθμό στις μέρες μας. Ίσως γιατί οι ανάγκες έκφρασης της σημερινής εποχής, σε στρέφουν
αναγκαστικά να διαγράψεις τον καημό σου μέσα στα μονοπάτια της λογοτεχνίας.
Λίγοι θα αντέξουν στο χρόνο και σίγουρα όσοι είχαν να μας πουν κάτι πρωτότυπο, ή που
άγγιξαν αισθητά τον δικό μας συναισθηματικό κόσμο, ή που μπόρεσαν να στηρίξουν
λογοτεχνικά ένα κείμενο που ¨στέκει¨ λογοτεχνικά…
Κι εδώ γεννάται ένα ερώτημα. Τι είναι αυτή η λογοτεχνία; Μπορούμε να την
χαρακτηρίσουμε λογοτεχνία ή είναι απλά μια καταγραφή σκέψεων ή ενός μονολόγου ενός
τρελού που έπιασε ένα μολύβι και άρχισε να γράφει…;
Υπάρχουν δύο απόψεις μέσα στο χώρο της λογοτεχνίας (τέχνης, καλλιτεχνίας ή εικαστικής
καταγραφής) όπου η μία υποστηρίζει πως θα πρέπει πρώτα να καταλαγιάσει ο θυμός σου,
να περάσει ο καημός, να ημερέψει το συναίσθημα και μετά αυτό που έζησες ή θέλησες να
μοιραστείς, να το καταγράψεις πράος. Η δεύτερη εκδοχή από αρκετούς οπαδούς, θέλει το
ακριβώς αντίθετο αυτής της διαδικασίας. Δηλαδή, να πιάσεις το μολύβι σου, να
καταγράψεις το συναίσθημα της στιγμής εκείνης, να περάσεις το μένος και το θυμό σου για
να καταλαγιάσει τελικά ο καημός, μέσα από αυτή την ενέργεια.
Δυστυχώς, η λογοτεχνία δεν είναι αυτό το ¨σκέφτομαι και γράφω¨ ενός θέματος που μας
μάθαιναν στο σχολείο. Αυτό το σκέφτομαι και γράφω είναι μια αρθρογραφία, ένα δοκίμιο
πάνω σε έναν τομέα, μια ανάπτυξη θέματος και σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί
¨λογοτεχνία¨ γιατί είναι έρευνα, δεν μεροληπτεί (αν θέλει να είναι αντικειμενική, αλλά
αντίθετα η λογοτεχνία μεροληπτεί εις βάρος κάποιου αντικειμένου που πραγματεύεται) και
σίγουρα δεν εμπεριέχει τη συναισθηματική φόρτιση αλλά και τον χαρακτήρα του γράφοντα
(γιατί ναι, μέσα από τα κείμενά μας διακρίνεται πολλές φορές και ο χαρακτήρας μας).
Τελικά είναι ποίηση; Είναι υποκριτική τέχνη η ποίηση; Τι άλλα είδη λογοτεχνίας έχουμε;
Είναι ένας ζωγραφισμένος πίνακας με μαρκαδόρο ή στυλό ή πένα ή μολύβι ένα
ολοκληρωμένο λογοτεχνικό έργο (ένα μυθιστόρημα, ένα ποίημα, ένα τραγούδι);
O ηθοποιός που πάνω στη σκηνή ερμηνεύει ρόλο αρχαίας τραγωδίας, εκείνη τη χρονική
στιγμή απαγγέλει ποίηση, γιατί η αρχαία τραγωδία είναι ποιητικό έργο. Ο τραγουδιστής
που πάνω στη σκηνή ερμηνεύει μια άρια όπερας, εκείνη τη στιγμή απαγγέλει ποίηση, γιατί
το λιμπρέτο μιας όπερας είναι ποιητικό έργο. Ο ¨γραφιάς¨ που περίτεχνα διακοσμεί έναν
κόσμο στο χαρτί με το μολύβι του, και σου μεταφέρει ένα άγνωστο ή παραμυθένιο
περιβάλλον στο οποίο σε βάζει μέσα να ενταχθείς και να τον αντιληφθείς, εκείνη τη χρονική
στιγμή δημιουργεί έναν πίνακα ζωγραφικής (άυλο αλλά τόσο υπαρκτό και ζωντανό) επειδή
χρησιμοποίησε αριστοτεχνικά τις ¨μπογιές¨ του. Ο στιχουργός που θα συγγράψει ένα
ρεφρέν με δύο κουπλέ για να έρθει στη συνέχεια ο μουσικός να επενδύσει σ΄ αυτό, να το
στηρίξει μουσικά, για να σου παρουσιάσει κι εκείνος με τη σειρά του έναν δικό του
φανταστικό κόσμο, έχει χρησιμοποιήσει έναν άυλο εικαστικό κόσμο για να σε βάλει μέσα
στο παιχνίδι του…
3. Στον κόσμο αυτό που ήρθαμε κι όλοι οι καλοί χωράμε, έχει τύχει πολλές φορές να
σκεφτούμε, αν όχι να συγγράψουμε κάτι που θα θέλαμε να ξεστομίσουμε αλλά τελικά δεν
το πράξαμε (δεν πήραμε καν ένα πρόχειρο χαρτί να το καταγράψουμε έτσι απλά) …αλλά το
αφήσαμε να ελλοχεύει στο υποσυνείδητο και να ξεχαστεί εκεί μέσα, άλλοτε ίσως από
ντροπή, άλλοτε από εγωϊσμό κι άλλοτε από την άποψη ¨..και ποιος θα μου πει μπράβο;¨
Την ψυχική ικανοποίηση των γραπτών μου, την πήρα με δύο τρόπους στη ζωή μου. Αρχικά
με ελάχιστους αναγνώστες που ήρθαν, με διάβασαν, ταυτίστηκαν μαζί μου και μου
απάντησαν: ΄΄..συγκινήθηκα΄΄ ή ΄΄πολύ ιδιαίτερη η γραφή σου΄΄, αλλά και από άλλους
μεγαλύτερους ηλικιακά αλλά και πιο ¨φτασμένους¨ και καθιερωμένους στο χώρο που μου
έδωσαν αξία, με διάβασαν και μου είπαν: ΄΄..αξίζεις, συνέχισε!΄΄..
Σας έβαλα στον δικό μου μαγικό κόσμο κύριοι ή σας έκανα να κλάψετε; Πέτυχα το σκοπό
μου! Είμαι λογοτέχνης ή ποιητής ή στιχουργός εν τέλει; Θα με κρίνει η ιστορία, όταν ο
ιστορικός της λογοτεχνίας του μέλλοντος έχει να πει κάτι και για μένα (εάν κι εφόσον δεν
περάσω πλήρως απαρατήρητος, πράγμα που θα σημαίνει ότι απέτυχα!).
Τελικά τι κέρδισα, τι αποκόμισα από όλο αυτό, τι πήρα; Πήρα τόση μεγάλη αγαλλίαση στην
ψυχή μου όταν άφησα το μολύβι, έκανα τις διορθώσεις, διακόσμησα το περιβάλλον,
έκοψα-έραψα-μοντάρισα-ξεμοντάρισα που τελικά το αποτέλεσμα με συνεπήρε, το
διάβασα αρκετές φορές, αναφέρθηκα σ΄ αυτό πολλές φορές σε συζητήσεις μου, το
ξαναδιάβασα μετά από χρόνια και με συνεπήρε πάλι σα να ήταν η πρώτη του φορά… !
Οι σύγχρονοι ¨γραφιάδες¨-συγγραφείς-ποιητές-κειμενογράφοι συνεχώς αυξάνονται με
έναν αλματώδη ρυθμό στις μέρες μας και πάντα θα προστίθενται νέοι συγγραφείς στον
μακρύ κατάλογο κατ΄ εξακολούθησιν (πρωτίστως οι κατ΄ εξακολούθηση συγγραφείς, κι
άλλοι που στην πορεία πολύ νωρίς θα εγκαταλείψουν) που άλλοτε θα στοχεύουν μέσα από
το εμπορικό (ευπώλητο ή εύπεπτο ανάγνωσμα που θα παρουσιάσουν) ή που απλά θα
θελήσουν να παρουσιάσουν για λιγότερους ένα εξίσου αξιολογότατο έργο που θα κριθεί
μακροχρόνια, αν αυτό ήταν άξιο να ¨σταθεί¨ και να παραμείνει στην αντίληψή μας…
Η ζωή μας, ένα μπουκάλι με πετρέλαιο
που το πίνουμε γουλιά-γουλιά τις νύχτες, με πασατέμπο
στάλα τη στάλα το πίνουμε, στο μπαλκόνι μονάχοι
κοιτάζοντας τα νυχτοπούλια στο ύπαιθρο
κι ύστερα δίνουμε μια, με τον αναπτήρα
και του βάζουμε φωτιά να γίνει πυροτέχνημα
η ζωή μας είναι ένα ρέμα δίχως τρεχούμενο νερό
ένα ξερό ποτάμι είναι η ζωή, που τρέχει ο αγέρας
εκεί που κατουράνε ζώα είναι η ψυχή μας
εκεί που αυτοκτονούνε οι αυτόχειρες παρθένοι
εκεί που μόλις πέσει ο ήλιος ανάποδα
μαζεύονται τα σκουπιδιάρικα αντάμα
με τ’ αποφάγια, απ’ τα πλουσιόσπιτα των Αθηνών
εκεί κοιμόμαστε και ξυπνάμε κι ονειρευόμαστε
εκεί μαθαίνουμε για τον έρωτα, μέσα σε γκρεμούς
που με την πρώτη στραβοτιμονιά μας φεύγει το τιμόνι
απ’ τα χέρια και πέφτουμε, ολοένα πέφτουμε
η ζωή μας ειν’ ένα δυστύχημα με το αυτοκίνητο
που καρφώνεται απάνω σε μια μάντρα με περικοκλάδες
4. που καρφώνεται στα σίδερα της Εθνικής
και γίνονται ένα με τον άνθρωπο
μέσα στα αίματα είναι πάντα η ζωή μας
σε διαδρόμους νοσοκομείων, ανάμεσα στα ράντζα
και σε ορούς καρφωμένους στα χέρια ερωτευμένων
μια σφαίρα είναι η ζωή μας που πετάγεται τη νύχτα
από ‘να όπλο και σφηνώνεται στον εγκέφαλο
κι άλλες φορές ένα πιάτο δηλητήριο
γαρνιρισμένο με σως, από χάπια για τα νεύρα
και καθαρό οινόπνευμα
ένα κρεβάτι από πάγο ειν’ η ζωή μας, τις μέρες
που κάθε τόσο λιώνει στάλα τη στάλα
στο πήγαιν’ έλα, όπως λιώνουν οι σόλες μας
σπίτι-δουλειά, δουλειά-σπίτι, φαρμακείο για τα χάπια
δουλειά για την αποτοξίνωση, σπίτι
για τον γαμημένο τον ύπνο μας μπροστά στην tv
ένα σπίρτο κι η αγάπη μας, που πήρε φωτιά
έλα σβήστο, θέλω να κοιμηθούμε. Η ζωή μας…
..θα φύγω μακριά σου
γιατί η ζωή δε με βαστάει πια να μένω στο φεγγάρι σου
εδώ οι ώρες και οι σκέψεις δε σηκώνουν τις ψυχές μου
έχω ξεχάσει τ’ όνομά σου
κι εγώ αρκετά σου κράτησα παρέα
καιρός να πάρω το βαπόρι και να φύγω για μια νέα αγάπη
τι κέρδισα άλλωστε από σένα και τι γύρεψα;
ήμουν φτερό κι ήσουν αγέρας που παρέσυρε σε δύστροπη αγάπη
την αγάπη μου...
τη μια γλυκό αεράκι που θροΐζει στοργικά τα θερινά βλαστάρια και της γης τ’
αγριολούλουδα
σα μητρικό χαδάκι που αλείφει το γυρτό κορμί για να περάσει ο πόνος
την άλλη αδιάκοπος βοριάς που σχίζει η μαχαιριά την άσπιλη καρδιά με φόρα...
το μπαϊράκι σου δεν πρόκαμα να κουμαντάρω
κι από ατρόμητος λοιπόν θαλασσοπόρος έφτασα ναύτης στο κατώφλι σου
ει καπετάνισσα θα φύγω μακριά, τ’ ακούς;
κι εσύ θα ψάχνεις χρόνους χίλιους για να βρεις τα βήματά μου
και θα φιλάς τις πέτρες όπου πάτησα να πάω
θα προσκυνάς κάθε σημείο του κορμιού σου που το θώπευσα
θ’ αναπολείς κάθε λεπτό που σε κοιτούσα μες τα μάτια...
καιρός να φύγω απ’ το λιμάνι τούτο για να βρω τα λογικά μου
κι ίσως αν είμαι τυχερός
μι’ αμόλυντη πριγκίπισσα να ‘ρθει να με διαλέξει
δε λογαριάζω τα παλάτια και στο τόνισα
μα στο δικό σου ουρανό δε με βαστά η ζωή κι έτσι θα πρέπει να χαθώ απ’ τον ορίζοντα
5. τι κέρδισα άλλωστε από σένα και τι γύρεψα;
ήμουν φτερό κι ήσουν αγέρας που παρέσυρε σε δύστροπη αγάπη
την αγάπη μου...
..ανάμεσα στις κίτρινες σελίδες η αγάπη
σ’ απόκρυφα κι αδιάβαστα βιβλία που τα γράψαμε
πανέμορφη, μη εφικτή μου αγαπημένη
εγώ ήμουν ζωή κι εσύ ήσουν το μελάνι
λευκή σαν τριαντάφυλλο και κόκκινη σα ρόδο
γαρύφαλλα σου τάξανε οι πρώην εραστές σου
ανθόσπαρτος κι ο δρόμος που διαβήκαμε
πετρόσπορο χτισμένο μονοπάτι τα φιλιά σου...
και τίποτα να μη θυμίζει τις ωραίες μέρες...
...τώρα που αστράφτει και βροντά
και κλαίει ο ουρανός
να μη μπορώ στα χέρια μου να σφίξω τη ζωή σου
να μη μπορώ να τραγουδήσω για τα μάτια σου
μήτε και των φιλιών, τη γλύκα των χειλιών σου
τι τραγική ειρωνεία
εμείς που αγαπηθήκαμε σαν άγνωστοι
να παραμένουμε άγνωστοι
εμείς που ερωτευτήκαμε τυχαία
στην τύχη ν’ αποθέτουμε τις λιγοστές ελπίδες
για να σμίξουμε...
...πιο πέρα τίποτα
απ’ τους ορίζοντες της όρασής σου
να περπατώ όπου κι αν τρέχεις
ν’ ακολουθώ, όπου περνάς
να υποκλίνομαι σ’ όσα υποκλίνεσαι
και να λατρεύω ό,τι αγαπάς
πιο πέρα τίποτα από τα μάτια σου
άλλο δε θέλω απ’ τη θωριά σου
να ‘ναι ανθόσπαρτος ο δρόμος που πήραμε
να ‘ναι πολύχρωμος μα να ‘ναι ο δικός σου
θέλω το όνειρο να ‘ναι ανεκτίμητο
τόσο ασήμαντο μα να ‘ναι δικό σου
θέλω να βλέπω όσα ζούνε στα μάτια σου
κι όταν πεθαίνουν να κλείνω τα βλέφαρα
θέλω ν’ ακούω όσα λένε τα χείλη σου
κι αν δε μιλάνε, να κλείσω τα μάτια
θέλω τα χείλη μου, πάνω στα χείλη σου
σ’ ένα ποτήρι που σπάει σε κομμάτια..
6. ..δεν είμαι εγώ αυτό που ορίζετε, δεν είμαι
είναι το σώμα μου αδειανό και πετρωμένο
κέρινη, κόκκινη καρδιά στέκει στα σπλάχνα μου
πάγος κομμένος κατρακυλάει στα βλέφαρά μου
και τα μαλλιά μου ελεύθερα ακολουθούν τη φόρα του άνεμου
το πεπρωμένο μου γραφτό και τυπωμένο
σ’ ένα βιβλίο που δε διάβασαν ακόμα
ημερολόγιο που το έφτιαξαν τα χρόνια
για να θυμούνται στις σελίδες πως πεθαίνω
σβήνω σα φλόγα όταν μόνος ξενυχτάω
μ’ αυτό το ωραίο, παγερό, αχανές μου βλέμμα
και με τα χέρια στο κορμί καρφιτσωμένα
μετράω τις δόσεις που βαράω της μοναξιάς
{μη με καλείτε μοναξιά..
ελεύθερος για μια ζωή να περιμένω
το ανέφικτο της προσδοκίας μου που μ’ έστησε..}
..ερωτευμένος ένιωσα μα κάτι με σκοτώνει
κι αυτό πονά χειρότερα κι από τη μοναξιά..
ό,τι κι αν λες, ό,τι κι αν σκέφτεσαι, τούτη η ώρα δε σηκώνει υποψίες
αυτός ο γελαστός καιρός δε μας σηκώνει άλλα λάθη
η μέρα, η νύχτα μας λυτρώνει μ’ ευτυχίες
έφταιξες, φταίω κι είναι πια στο παρελθόν
όλες οι μνήμες σε κουτάκια του μυαλού μας
τώρα τα χέρια μας ενώνονται σφιχτά μ’ ένα σκοπό
να οδηγήσουμε - πατώντας τέρμα της ζωής το γκάζι
- την αγάπη σε ευθείες -
{ζωές παράλληλες και όμοιες που θα ενώσουμε κι οι δυο}
πάνε σχεδόν δυο χρόνια που σε γνώρισα
κι αν με ρωτάς συνέχεια
γιατί σ’ αγάπησα, με μια αγάπη ως το Θεό
είναι γιατί τα χείλη σου μιλούσανε μ’ αλήθειες
κι όταν τα μάτια σου τα κοίταζα
όπως και τώρα σε κοιτώ
έβλεπα μέσα τους τον ίδιο μου εαυτό
αυτόν που άπλωνα μπροστά στα πόδια, να περάσεις
τι νόημα έχει να υπάρχουνε κι οι δυο;
αφού επάξια μου μοιάζεις και σου μοιάζω
κι όταν χωρίζουμε για λίγο, αδιαφορώ
αφού απόλυτα ταιριάζω, μου ταιριάζεις...
~~~
7. Στο απέναντι διαμέρισμα ξεκίνησε καυγάς
την ιστορία άρχισε ένας μαντραχαλάς
που είπε στο κορίτσι του “επ, τι κάνεις εκεί;”
κι εκείνη αποκρίθηκε
“μόνη μου θα τα φτιάξω, μόνη μου, άι από ‘κει!”
έτσι στα λόγια πιάστηκαν και μάχονταν για ώρα
και στο τραπέζι έπεσε του facebook μια εικόνα
- μου θύμισε κάτι από μας, του παρελθόντος χρόνου -
κι εκείνη του απάντησε
“τελείωσες, τελειώσαμε μωρό μου!”
εκείνος λες κι αρπάχτηκε γιατί μες το προφίλ της
δεν είχε μία φώτο που να’ ναι και μαζί της
είχε τους φίλους όλους, την οικογένειά της
τον είπε και ηλίθιο, μαλάκα κι άντε ...γεια της..
τις πόρτες όλες κλείσανε να μην ακούει ο κόσμος
και φτύνονταν και βρίζονταν, κουβέντες του υποκόσμου
τα πράγματά της μάζεψε στο τέλος σε βαλίτσα
- ποιος ξέρει τι ν’ απόγινε η ξανθιά κοπελίτσα;... -
πω, πω, νομίζω άργησα, φεύγω για συναυλία
αφήνω τα στιχάκια μου, το κλάμα και την πίκρα
όλα τα ωραία κάποτε μας λέγαν πως τελειώνουν
κι όμως δεν το περίμενα τα λόγια φαρμακώνουν.
άντε γεια σας τώρα…
~~~
΄΄τα αισθήματα ναυάγησαν ”
Να το γράψετε
κι ύστερα να τα κάψετε.
Τα συνθήματα με μαύρο μαρκαδόρο
΄΄…θυμάσαι το ουράνιο τόξο; Είμαστε οι πιο τυχεροί στον κόσμο. Είδαμε το ουράνιο τόξο
κοριτσάκι. Άλλοι θα το βλέπουν μεθαύριο στις φωτογραφίες...
Περιστρέφεσαι στα αδυσώπητα γρανάζια του συστήματος και του δίνεις τροφή να
επιβιώσει. Είσαι ένας ελεγκτικός μηχανισμός της οντότητάς σου και το σύστημα πλάθει το
μέλλον σου. Εσύ δεν αποφάσισες ποτέ για το σήμερα. Δεν αποφάσιζες ποτέ τις ενέργειές
σου ..
Επιβαίνουμε στο αεροπλάνο της απολυταρχίας. Μαζί μας πεθαίνει η αξιοκρατία και η
δημοκρατία που μας μάθαιναν στα σχολειά μας. Κοντά μας δεν υπάρχει σωσίβιο, ούτε και
αλεξίπτωτο...
Τα όνειρα που σου χάριζα κοριτσάκι, τα τσαλαπάτησαν.
Το εργοστάσιο παράγει νέα χείλη ροδοκόκκινα, γενετικά τροποποιημένα. Σκούριασαν τα
χέρια μου και κόλλησαν πάνω στο κορμί. Δεν μπορούν να σε πάρουν στην αγκαλιά τους..΄΄
(ολόκληρο)
8. Χωρίς συντηρητικά (διαβάζεται παγωμένο)
Τα δύσκολα δεν έφτασαν ακόμα κοριτσάκι. Μπορείς να φωνάξεις, να κατεβάσεις Θεούς και
Δαίμονες. Μπορείς να μιλήσεις για τις ιδέες σου και αμέσως μετά να τις καταραστείς. Είσαι
ένα φάντασμα που πλανάται τις νύχτες. Μα εσύ δε το γνωρίζεις. Δουλεύεις πέραν του
24ώρου για να μάθεις αν ακόμα υπάρχεις. Περιστρέφεσαι στα αδυσώπητα γρανάζια του
συστήματος και του δίνεις τροφή να επιβιώσει. Είσαι ένας ελεγκτικός μηχανισμός της
οντότητάς σου και το σύστημα πλάθει το μέλλον σου. Εσύ δεν αποφάσισες ποτέ για το
σήμερα. Δεν αποφάσιζες ποτέ τις ενέργειές σου. Γεννηθήκαμε σκλάβοι να πουλιόμαστε στα
σκλαβοπάζαρα των Εθνών. Είμαστε τροχοί κοριτσάκι. Ενός κατεστημένου που τρέχει με
χιλιάδες χιλιόμετρα την ώρα για το κέρδος. Επιβαίνουμε στο αεροπλάνο της απολυταρχίας.
Μαζί μας πεθαίνει η αξιοκρατία και η δημοκρατία που μας μάθαιναν στα σχολειά μας.
Κοντά μας δεν υπάρχει σωσίβιο, ούτε και αλεξίπτωτο. Μας έκλεψαν το αλεξίσφαιρο γιλέκο
που κάλυπτε την καρδιά μας. Εκείνα τα παπουτσάκια που σου αγόρασα, δεν ταιριάζουν στα
ποδαράκια σου. Φρόντισαν κάποιοι να τα πετσοκόψουν απ’ τα δάκτυλα. Κράτησαν τον
εγκέφαλό σου, μέσα στο κουτί με τα μάτια και τ’ αυτιά σου. Τα όνειρα που σου χάριζα
κοριτσάκι, τα τσαλαπάτησαν. Το εργοστάσιο παράγει νέα χείλη ροδοκόκκινα, γενετικά
τροποποιημένα. Σκούριασαν τα χέρια μου και κόλλησαν πάνω στο κορμί. Δεν μπορούν να
σε πάρουν στην αγκαλιά τους. Σε αγγίζω με τα σύρματα του τηλεφώνου και τα μάτια δεν
προδίδουν την αγάπη σου. Τα ‘φαγε το μηχάνημα της προόδου. Κι απ’ τα χείλη δεν
μαθαίνεται πια το καλημέρα. Ζεις ή πέθανες κοριτσάκι; Τα λιγοστά χρήματα που
απέμειναν, δε φτάνουν για το παγωτό. Μπορώ να σε κεράσω μόνο το σιρόπι καραμέλας.
Θα νιώθεις μια γλυκάδα στο στόμα, μα όχι απ’ το φιλί μου. Όχι. Οι ρόδες στο καροτσάκι
μου, τρύπησαν. Τώρα γέρνει. Περίμενε. Μην κατρακυλάς ακόμα. Περίμενε. Θα μιλήσω στον
καπετάνιο να κάνει στάση για μας. Θα πηδήξουμε μαζί απ’ τα σύννεφα. Θα είναι ωραία
εκεί πάνω. Θα κάνουμε έρωτα όπως πέφτουμε. Θα γυμνωθούμε. Θ’ αφήσουμε τα
παντελόνια και τα σώβρακα στους επόμενους. Θα πέσουμε μαζί κοριτσάκι. Θα
φουντάρουμε στην αμαρτία. Θ’ αλλάξουμε το χρώμα στο κορμί μας. Θα πάμε να
εισβάλουμε στα φαρμακεία. Θα σπάσουμε το τζάμι, να σηκώσουμε τα ράφια και τις
σύριγγες. Περίμενε. Τώρα γέρνει. Παίζει η μπάντα το πένθιμο εμβατήριο. Η μελαγχολία
μαθαίνει τρομπέτα και γράφει μπαλάντες. Ντύσου. Φόρεσε τη στολή της ανεργίας. Το
αυτοκόλλητο στο μέτωπο με τον αριθμό σου. Πάμε στη γιορτή. Σήκω απ’ το πάτωμα.
Πάτησαν οι προηγούμενοι με τις αρβύλες τους. Μη γλύφεις τα πεζοδρόμια. Θα πηδήξουμε
μαζί απ’ τα σύννεφα. Να περπατάς πάνω στα ψηλοτάκουνα. Να φαίνονται κάτασπρα απ’
τις εσοχές, τα κομμένα σου δάκτυλα. Σήκω απ’ το πάτωμα. Πάρε το σφουγγάρι. Άλειψε τις
πληγές σου με οινόπνευμα και πετρέλαιο. Κάψτες με το τσιγάρο και τον αναπτήρα. Κι
ύστερα θα έρθω, να τις πλύνω με το σάλιο μου, ν’ απογίνουν. Θυμάσαι το ουράνιο τόξο;
Είμαστε οι πιο τυχεροί στον κόσμο. Είδαμε το ουράνιο τόξο κοριτσάκι. Άλλοι θα το βλέπουν
μεθαύριο στις φωτογραφίες. Πάρε μαζί σου το χαλασμένο ραδιόφωνο με το καμένο ηχείο.
Το γουργουρητό του, κάνει ντουέτο με το στομάχι μου. Η μουσική δυναμώνει κι απλώνεται
στον ορίζοντα. Αισθάνομαι τυχερός που σ’ αντάμωσα κοριτσάκι. Θα μπορούσα να είχα
αγαπήσει τον εαυτό μου. Μα εσύ δε θα χωρούσες στα σπλάχνα του. Για δείξε μου τις
παλάμες σου. Άσε τον ιδρώτα να κυλήσει. Οι άνθρωποί σου θα σε κομματιάσουν, ανήμερα
της εορτής σου. Θα πουλήσουν το κορμί σου στους εμπόρους. Με τα χείλη και τ’ αυτιά σου,
θα φτιάξουν λουκάνικα. Τι χρώμα έχουν οι μαργαρίτες κοριτσάκι; Τις μαδάω, να μου πουν
τις αλήθειες σου. Χτυπάω τα φύλλα απ’ τις παπαρούνες στο χέρι, να ματώσουν. Κι ο ήχος
τους προδίδει τα μυστικά σου. Μη. Περίμενε. Όχι έτσι. Θα πηδήξουμε μαζί απ’ τα σύννεφα,
9. χωρίς εισιτήριο. Χωρίς να πάρουμε το εξιτήριο απ’ την εντατική. Περίμενε. Θα είναι ωραία
εκεί πάνω. Θα κάνουμε έρωτα όπως πέφτουμε. Κι όταν θα μας ανακαλύψουν οι απόγονοι
στις ανασκαφές, το στήθος θα μυρίζει απ’ τ’ άρωμά σου.
Περίμενε....
Αχ πολύ θα ήθελα να ήμουν κι εγώ ένας μεγάλος και τρανός ποιητής και να γράφω ωραία
και διαχρονικά ποιήματα !!!
Σαν αυτό, ας πούμε:
Τίτλος: ""Γεια σου Ελλαδάρα μου""
Υπότιτλος
"ο καλός χαρούμενος κύριος
θα πάει πάλι στο εμπορικό για ψώνια..
θα πάει να αγοράσει τούτη τη φορά μια μεγάλη τηλεόραση
περιχαρής και ευτυχισμένος που την βρήκε δε, σε προσφορά!
θα γυρίσει στη γυναίκα του, θα της τραβήξει δυο σκαμπίλια
θα δώσει χαρτζιλίκι στο παιδί, θα πάρει τηλέφωνο την γκόμενα
θα πάει το τζιπ για service και θα κλείσει διακοπές στις Μαλδίβες!
-όλα ωραία και καλά-"
…και εδώ υπάρχει όπως πάντα ένα θέμα με τα πνευματικά μας δικαιώματα, εμείς οι
άκυροι, οι τυχάρπαστοι, οι ηλεκτρονικοί, οι άσημοι άνθρωποι που γράφουμε στο νετ την
παπαρολογία μας!
Πολλές φορές αναρωτήθηκα στο παρελθόν, πήγα το έψαξα από εδώ, το έψαξα από εκεί και
τελικά έμαθα πως στην ουσία, μόνο οι εκδιδόμενοι "ποιητές" λαμβάνουν την τιμή να
κατοχυρωθούν επίσημα εφόσον το βιβλίο τους πάρει αριθμό ISBN ...
οι υπόλοιποι που κυκλοφορούμε στο διαδίκτυο σε συνέχειες
έχουμε λοιπόν 2 επιλογές, λιγότερο ασφαλείς, κι αν κάνω λάθος διορθώστε με παρακαλώ!
Η πρώτη είναι η κατοχύρωση μέσω συμβολαιογράφου, σε 2 αντίτυπα το έργο και με
πληρωμή ανάλογα με τον αριθμό των σελίδων γιατί μπαίνουν αρκετές σφραγίδες και
ζητούνται αρκετά ποσά για την όλη διαδικασία
Η δεύτερη επιλογή είναι με συστημένο γράμμα στον εαυτό μας, σε κλειστό σφραγισμένο
φάκελο που ποτέ και για κανέναν λόγο δεν αποσφραγίζεται, ώστε η ημερ/νία
ταχυδρόμησης να καλύπτει (υποτίθεται) τον γράφοντα σε περίπτωση δικαστηρίου ...
Δεν γνωρίζω να σας πω περισσότερα...
Σίγουρα όμως για εσάς που ασχολείστε και γράφετε, να γράφετε, αλλά όταν
δημοσιοποιείτε ηλεκτρονικά κάποια από τα πονήματά σας, να γνωρίζετε ότι επικουρικά,
λαμβάνεται υπόψιν σε κάθε περίπτωση και η ηλεκτρονική μεταφόρτωση (upload) των
κειμένων σας σε μία σελίδα όπως π.χ. το stixoi.info ή το προσωπικό σας blog...
10. Στιχο-οδοιπόρε, εσύ που επέλεξες να κινηθείς σε αυτά τα ιδιαίτερα και απόκοσμα
μονοπάτια της στιχουργικής-ποίησης-καταγραφής συναισθημάτων-σκέψεων, να ξέρεις ότι
δε θα βρεις το διάβα σου στρωμένο με ροδοπέταλα και γαρδένιες, ούτε κι ένα κόκκινο χαλί
να σε περιμένει να τον περάσεις, αλλά ούτε και θα γευτείς την οικονομική ευημερία που
φαντάστηκες μέσα από την εργασία που καταπιάστηκες και έφτασες εις πέρας.
Πολλά τα μονοπάτια που κινήθηκες, άλλοτε προβλήθηκες κι άλλοτε θέλησες να
κατακτήσεις την κορυφή, το πάνθεο των αθανάτων, άλλοτε απαρνήθηκες την δημοσιότητα
γιατί απογοητεύτηκες κι άλλοτε ξαναθέλησες να αγγίξεις την ψυχή κάποιων άλλων
ταπεινών και καταφρονημένων.
Χα! Θα έφαγες πόρτα, όταν χτύπησες τη θύρα, ίσως, ενός εκδοτικού οίκου, απαντώντας
σου πως το συγγραφικό σου έργο δεν ταιριάζει με την φιλοσοφία των εκδόσεων. Έτσι δεν
είναι;
Χα! Κάποιοι εκδότες που δεν τους ξέρει κανένας στο σύμπαν, πόσο μάλλον στην Ελλάδα, θα
σου ζήτησαν κάποιο ποσό δήθεν και καλά για να σου φτιάξουν 100 αντίτυπα (προσεχτικά
και διορθωμένα ¨φιλοτεχνημένα¨ σαν γραμματόσημα) έναντι ενός υψηλού ποσού για να
σου κάνουν και τον μεσάζοντα στη ¨διακίνηση¨.. Έτσι δεν είναι;
Χα! Θα σου υποσχέθηκαν κάποιοι ¨λογοτέχνες¨ προβολή μέσα από το περιοδικό ή την
ετήσια έκδοσή τους με ένα τετράστιχό σου, αλλά έπρεπε να πληρώσεις το αντίτυπο.. Έτσι
δεν είναι;
Χα! Κάποιοι ωραίοι ¨έμποροι¨ της έρμης και ριμάδας τέχνης που θέλουμε ονομάζουμε στην
χώρα μας λογοτεχνία (ή ποίηση) θα πρότειναν να σε εντάξουν σε μια ανθολογία ¨ποιητών¨
της γενιάς σου και καλά, χωρίς να έχεις ούτε ένα λεπτό κέρδος από την έκδοση και πώληση
των συλλογών τους σε διόλου ευκαταφρόνητη τιμή στο αντίτυπο, το οποίο έπρεπε και να
πληρώσεις, κι όλα αυτά για την δημόσια προβολή σου… Έτσι δεν είναι;
Χα! Σε κάτι περίεργους ¨διαγωνισμούς¨ λογοτεχνίας που συμμετείχες, θα σου έτυχε, δεν
μπορεί, να σου ζητήσουν να πληρώσεις τον ¨έπαινό¨ σου, αφού στην ουσία όλοι οι
συμμετέχοντες έπαιρναν κι έναν έπαινο (στον διαγωνισμό!) … Έτσι δεν είναι;
Χα! Θα διαπίστωσες ότι κάτι ¨ποιήτριες¨ που ξεκινήσατε μαζί (της γενιάς σου δηλαδή) και
που θεωρούσες πως δεν είναι ιδιαίτερα ταλαντούχες, εξελίχθηκαν πολύ γρήγορα
περιέργως σ΄ αυτό το χώρο, έβγαλαν βιβλία με ποιητικές συλλογές σε εκδοτικούς οίκους,
χωρίς να πληρώσουν κάτι ενώ προβλήθηκαν, αποκόμισαν κάποιο όφελος και κάποια στιγμή
πήρε και το αυτί σου για …ερωτικές σχέσεις με εκδότες περιοδικών κλπ… Έτσι δεν είναι;
Χα! Κι εκείνοι, οι έρμοι ¨ατάλαντοι¨ που μόλις εμφανίστηκαν στον ορίζοντα (γιατί σ΄ αυτή
τη χώρα όλοι είμαστε ¨συγγραφείς¨ βλέπεις), με τα λεφτάκια τους κυκλοφόρησαν σε
ιδιωτική έκδοση τα ¨πονήματά¨ τους (τα πρωτόλεια φυσικά) κι έχουν κι όλας ένα μυστήριο
ύφος, ένα τουπέ ¨ξέρεις ποιος είμαι εγώ;¨ θέλοντας να πάρουν πίσω τα έξοδα της έκδοσής
τους και την ψυχική ανάταση και αγαλλίαση ότι άξιζαν και κάτι παραπάνω τελικά… Έτσι δεν
είναι;
Χα! Θα βρέθηκες σίγουρα, δεν μπορεί, σε έναν χώρο από τους λεγόμενους ως ¨ποιητικά
στέκια¨ ή ¨ποιητικές βραδιές¨ ή ¨φιλολογικές συναθροίσεις¨ για να μάθεις τελικά πως
11. καθένας εκεί μέσα ενδιαφέρεται μόνο για τον εαυτό του και μόνο για τη δική του προβολή..
Έτσι δεν είναι;
Χα! Σου υποσχέθηκαν ότι θα σε διδάξουν την ¨ποιητική τέχνη¨ και την ¨δημιουργική
γραφή¨ κάποιοι παλιοί ¨συνάδελφοι¨-ομότεχνοι επί χρήμασι, αδρά αμειβόμενοι από την
στενά οικονομική σου τσέπη, και με τίτλους σπουδών κι όλας, ενώ οι ίδιοι αυτοί κύριοι
γνωρίζουν πολύ καλά πως το αντικείμενο δεν διδάσκεται όπως στο σχολείο, αλλά πρέπει να
το έχεις μέσα σου το μικρόβιο για να εκδηλωθεί σιγά-σιγά και με κόπο και με τα χρόνια, και
με καλλιέργεια και με επίπονες προσπάθειες διόρθωσης των κειμένων σου αλλά και με τις
εμπειρίες σου.. Έτσι δεν είναι;
Και τελικά που κατέληξες αγαπητέ γράφοντα; στο διαδίκτυο; ίσως να είσαι ο πλέον τυχερός
που δεν ανακατεύτηκες περισσότερο με όλα τα παραπάνω, αλλά πήρες μια μικρή (και
πικρή!) μόνο γεύση από την ενασχόλησή σου με τους υπονόμους της λογοτεχνίας!!
Φυσικά τα πράγματα δεν είναι μόνο έτσι! Υπάρχουν όπως θα διαπίστωσες και τα θετικά..
Ας πούμε, NAI, διάβασες και 5 αξιόλογα βιβλία ποίησης που κυκλοφόρησαν επίσημα και
ΕΠΡΕΠΕ να υπάρχουν και να εκδοθούν για να τα έχεις κι εσύ στο ράφι σου… Οι κανόνες
άλλωστε της αγοράς λένε, πως για να βγει στη διαδικασία παραγωγής ένα οποιοδήποτε
προϊόν πρέπει να υπάρξει και η σχετική ανάγκη της ζήτησης αυτού του προϊόντος…!
Οπότε τι χαλιέσαι; Μπορεί να διάβασες τους άλλους δωρεάν γύρω σου και αυτό που
αποκόμισες ψυχικά να μην μπορεί να σε καλύψει ούτε καν το 99% της επίσημης
κυκλοφορίας βιβλίων στην Ελλάδα, γιατί πολύ απλά κι αυτοί που δεν εκδόθηκαν ή που δεν
είχαν τα ¨φόντα¨ για να εκδοθούν (σύμφωνα με το δικό τους λογοτεχνικό εμπόριο) μπορεί
να χρίζουν τελικά τη μεγαλύτερη της προσοχής σου και τη σημαντικότερη σε αξία…
Ναι, υπάρχουν αξιόλογοι ομότεχνοι σε αυτό το χώρο που μπορούμε να τους
ανακαλύψουμε, είτε έχουν εκδοθεί είτε όχι καλέ μου στιχο-οδοιπόρε, εσύ που έμεινες στην
απ΄ έξω και επέλεξες να κινηθείς σε αυτά τα ιδιαίτερα και απόκοσμα μονοπάτια της
στιχουργικής, να έχεις ανοικτά τα ώτα (των μη ακουόντων) αλλά και τα μάτια ώστε να
αφουγκράζεσαι τον παλμό της εποχής σου και να τον μετουσιώνεις σε στίχους …
Έτσι δεν είναι;
΄΄Ο ποιητής ποιεί ήθος πρωτίστως
κι έπεται το πάθος
αγαλλιάζει η ψυχή του με το βάθος...
και μακραίνει σε απόκοσμους στιχουργικούς διαδρόμους
που δεν έπλασε ο νους!
συνήθως ξεμακραίνει
έχοντας μιαν απορία
τί στην ουσία είναι
ετούτη η προσμονή;
12. - μην είναι η ανάγκη της έκφρασης μεγάλη; -
σίγουρα τον αδίκησαν γι΄ αυτό και τέτοιο μένος
σίγουρα τον πλανέψανε κι έμεινε σαστισμένος
να ανακράζει δαίμονες κι άλλους Θεούς μ΄ οργή΄΄
…το άρωμά σου μες τις νυχτιές αργοσβήνει
σαν ένα ξέθαμπο, θολό, παραμυθένιο κάστρο
που παραμέλησαν εργάτες κι αυλικοί να το στολίσουν
που παραμέλησαν καιρό να το ξεχορτιαριάσουν ..
ζώστηκε από αστέρια τ’ άρωμά σου
κοιμήθηκε πάνω σε ιδρωμένα σεντόνια
μύρισε σα ροδόσταμο, κλεισμένο μέσα σ’ ένα γυάλινο βαζάκι
από γλυκό τριαντάφυλλο που μόλις τέλειωσε ..
μα κάποιος αφελής πήγε ευθύς κι άνοιξε το καπάκι
το άρωμά σου διαχύθηκε στην ατμόσφαιρα
και πέρασε δειλά-δειλά σ’ άλλα ρουθούνια ..
πλάγιασε σε ξεστρωμένα στρώματα ξενοδοχείου
ταξίδεψε χιλιόμετρα και περπάτησε στο διάβα σου
εντέλει έμεινε αφημένο πάνω σε χορτάρια του αγρού
δίπλα σε παπαρούνες και μαργαρίτες ..
κόλλησε πάνω στ’ αγριοκέρασα
όπως πέφτουν οι μέλισσες πάνω σε μοσχομύριστα άνθη
το άρωμά σου μύρισε Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο και Χειμώνα ..
άντεξε παράξενα, ιδιότροπα και κουρασμένα χρόνια
παρασύρθηκε από έρωτες δίχως ανταπόκριση και ουσία
το άρωμά σου καβάλησε το κορμί μου και το έκανε δικό του
13. κι ύστερα παρέμεινε φυλακισμένο ανάμεσα στα χέρια μου
παίζοντας κομπολόι με τα ιδανικά μου ..
μα τις νυχτιές ξανανιώνει … το άρωμά σου !
~~~
΄΄...ένα κρεβάτι από πάγο ειν’ η ζωή μας, τις μέρες
που κάθε τόσο λιώνει στάλα τη στάλα
στο πήγαιν’ έλα, όπως λιώνουν οι σόλες μας
σπίτι-δουλειά, δουλειά-σπίτι, φαρμακείο για τα χάπια
δουλειά για την αποτοξίνωση, σπίτι
για τον γαμημένο τον ύπνο μας μπροστά στην tv
ένα σπίρτο κι η αγάπη μας, που πήρε φωτιά
έλα σβήστο, θέλω να κοιμηθούμε. Η ζωή μας...
Η ζωή μας είναι, ένα μπουκάλι με πετρέλαιο
που το πίνουμε γουλιά-γουλιά τις νύχτες, με πασατέμπο
στάλα τη στάλα το πίνουμε, στο μπαλκόνι μονάχοι
κοιτάζοντας τα νυχτοπούλια στο ύπαιθρο
κι ύστερα δίνουμε μια, με τον αναπτήρα
και του βάζουμε φωτιά να γίνει πυροτέχνημα...΄΄
~~~