Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
μουσικα οργανα
1. Πολλά από τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται στη δημοτική μουσική
είναι το λαγούτο, το σαντούρι και το βιολί, από τα οποία αποτελούνται οι
κομπανίες. Από τις αρχές του 20ου αιώνα το κλαρίνο άρχισε να
χρησιμοποιείται περισσότερο. Λίγα χρόνια αργότερα εμφανίστηκε το ντέφι και
το σαντούρι απομακρύνθηκε σιγά- σιγά. Σε πολλά πανηγύρια συναντάμε
διάφορα μουσικά όργανα όπως τον ζουρνά, το νταούλι , το μπουζούκι, την
αχλαδόσχημη λύρα και το λαγούτο. Οι πιο γνωστοί συνδυασμοί μουσικών
οργάνων είναι η νησιωτική ζυγιά με το βιολί και το λαγούτο ή η ζυγιά με τον
ζουρνά, το νταούλι ή το κλαρίνο με το βιολί και το λαγούτο.
Παραδοσιακα οργανα
2. Η κρητική λύρα είναι τρίχορδο, τοξωτό, απιδόσχημο μουσικό όργανο,
που κατέχει κεντρική θέση στην παραδοσιακή μουσική της Κρήτης και
άλλων νησιών του Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. Θεωρείται η πλέον
δημοφιλής παραλλαγή της βυζαντινής λύρας που χρησιμοποιείται
σήμερα
ΚΡΗΤΙΚΗ ΛΥΡΑ
3. Το λαούτο ή λαγούτο, είναι έγχορδο όργανο, που στην ελληνική παραδοσιακή μουσική χρησιμοποιείται κυρίως σαν
συνοδεία σε βιολί, λύρα ή άλλα όργανα.
Το λαούτο αποτελεί σύνθεση στοιχείων από την αρχαιοελληνική πανδούρα (μακρύ χέρι). Συγγενεύει με το ούτι αλλά
έχει μεγαλύτερο μπράτσο. Κουρδίζεται Μι λα ρε σολ, από κάτω προς τα πάνω. Είναι όργανο υποτιμημένο, ιδιαίτερα
στις στεργιανές περιοχές -χρησιμοποιείται όμως αρκετά στα νησιά- παρόλα αυτά οι δυνατότητές του είναι πολύ
μεγάλες. Ο δεξιοτέχνης του λαούτου Χρήστος Ζώτος συνέβαλλε στην ανάδειξη του λαούτου δημιουργώντας μια δική
του τεχνική.
Η οικογένεια του λαούτου, αποτελείται και από άλλα όργανα, όπως την λάφτα (η οποία λέγεται και πολίτικο λαούτο).
ΛΑΟΥΤΟ
4. Ο μπαγλαμάς ή μπαγλαμαδάκι, (εκ του τουρκικού bağlama), είναι νυκτό μουσικό όργανο, όπως κι ο ταμπουράς,
μετεξέλιξη της αρχαιοελληνικής πανδούρας[1] και μικρογραφία του μπουζουκιού, που χρησιμοποιείται στην
ελληνική λαϊκή μουσική. Κατά κανόνα έχει τρεις διπλές χορδές. Ο ήχος του μπαγλαμά είναι οξύς. Κάθε χορδή
κουρδίζεται μία οκτάβα υψηλότερα από την αντίστοιχη στο μπουζούκι.Ο λόγος που ο μπαγλαμάς έχει μικρότερες
διαστάσεις είναι ότι έτσι θα μπορούσαν οι παίχτες να τον κρύψουν εύκολα αφού απαγορευόταν επί τουρκοκρατίας
και μετέπειτα επί δικτατορίας (βλέπε αναφορές Ηλία Πετροπουλου).
ΜΠΑΓΛΑΜΑΣ
5. Το ούτι είναι νυκτό έγχορδο μουσικό όργανο, που κατάγεται από την Περσία και είναι αρκετά
διαδεδομένο στις μουσικές της Μέσης Ανατολής αλλά και στην ελληνική παραδοσιακή μουσική.
Συγγενεύει με το λαούτο.Το περσικό όργανο που οι Πέρσες το έλεγαν Μπαρπάτ (ούτι) έμοιαζε με το
αιγυπτιακό ούτι που έπαιζαν στην εποχή των Φαραώ πριν 3.500 χρόνια. Οι Άραβες πήραν τον
τρόπο παιξίματος αυτού του οργάνου από τους Πέρσες. Αυτό το όργανο αργότερα ονομάστηκε από
τους Άραβες al oud που σημαίνει στα αραβικά ξύλο και συγκεκριμένα ψηλό ξύλο. Από εκεί έχει πάρει
το ούτι την τελική του ονομασία.
ΟΥΤΙ
6. Η Ποντιακή λύρα είναι το κατ΄ εξοχήν μουσικό λαϊκό όργανο των Ελλήνων του
Πόντου που ανήκει στην κατηγορία των εγχόρδων τοξοτών μουσικών
οργάνων, δηλαδή που χειρίζονται με τόξο (κοινώς δοξάρι, ποντιακά: τοξάρ).
Το μήκος του κυμαίνεται από 55 μέχρι 60 εκατοστά
ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΛΥΡΑ
7. Το σαντούρι είναι έγχορδο κρουστό* επίπεδο μουσικό όργανο. Το όνομά του προέρχεται εκ της ελληνικής λέξεως ψαλτήριον
μέσω της περσικής γλώσσας σαντούρ (βλ. και ψαλτήρι).
Πρόκειται για αρχαίο μουσικό όργανο που επινοήθηκε πιθανόν στη Περσία από την οποία και διαδόθηκε τόσο προς την Ινδία
και την Κίνα, όσο και δυτικά στη Μέση Ανατολή και τη Βαλκανική. Κατασκευάζεται συνηθέστερα από ξύλο καρυδιάς. Έχει
σχήμα τραπεζοειδές επί του οποίου φέρονται οριζοντίως και επάλληλα 72 μεταλλικές χορδές, ανά τρεις για κάθε φθόγγο,
αποδίδοντας έτσι 24 νότες, με τις μεγαλύτερες σε μήκος χορδές στο κάτω μέρος και τις μικρότερες στο άνω. Οι χορδές του
οργάνου αυτού, "χορδίζονται" στο 1/4 με ειδικά "ωτία" που φέρονται συνηθέστερα επί της δεξιάς πλευράς του οργάνου και οι
οποίες κρούονται με μικρά ραβδία, οι άκρες των οποίων φέρουν μεταλλικές κοιλόμορφες σφύρες (σαν κουταλάκια
ΣΑΝΤΟΥΡΙ
8. ΤΖΟΥΡΑΣ
Ο τζουράς είναι νυκτό μουσικό όργανο, οκτάχορδο ή εξάχορδο. Θεωρείται μικρογραφία του
μπουζουκιού, καθώς έχει μανίκι και κεφαλάρι όμοιο, αλλά μικρότερο σκάφος, περίπου διπλάσιο
από τον μπαγλαμά. Κατασκευάζεται από τα ίδια υλικά και με παρόμοιες τεχνικές με το
μπουζούκι και ανήκει και αυτό το ίδιο, στα έγχορδα λαϊκά όργανα της οικογένειας των λαούτων,
εξέλιξη του ταμπουρά, που θεωρείται απόγονος της αρχαιοελληνικής πανδούρας ή πανδουρίδας
ή πανδούριο.[1]Το κούρδισμά του ειναι σε ΡΕ ΛΑ ΡΕ.Ο ήχος του θυμίζει μπουζούκι αλλά έχει τη
δική του ιδιαίτερη χροιά, γι' αυτό ο τζουράς έχει κατακτήσει την θέση που έχει σήμερα στην
ελληνική λαϊκή ορχήστρα.
9. Η φλογέρα είναι πνευστό μουσικό όργανο. Είναι κυλινδρικό, μακρόστενο, ανοικτό και στα δύο του άκρα, στο ένα
άκρο φέρει επιστόμιο που παράγει τις κύριες δονήσεις του ήχου, και κατά μήκος του κυλίνδρου φέρει
ευθυγραμμισμένες τρύπες, σε σχετικές αποστάσεις μεταξύ τους, τις οποίες κλείνει και ανοίγει με τα δάχτυλά του ο
οργανοπαίκτης καθώς παίζει. Είναι παραδοσιακό μουσικό όργανο που φτιάχνεται από καλάμι ή ξύλο, αλλά και πιο
σύγχρονα υλικά πλέον, όπως πλαστικό. Έχει διάφορα μεγέθη και απαντάται με μήκος από 15 ως και 50 περίπου
εκατοστά. Η φλογέρα, πέραν του ότι χρησιμοποιείται από τον λαό της ελληνικής υπαίθρου, είναι από τα μουσικά
όργανα που διδάσκονται τα παιδιά μουσική στα δημόσια σχολεία.
ΦΛΟΓΕΡΑ