Η ιστορία και η φιλοσοφία της επιστήμης χαρακτηρίζονται τόσο από λόγο όσο και από αντίλογο: στη θέση ότι υπάρχουν διυποκειμενικά και διαχρονικά κριτήρια/αξίες που διέπουν την επιστημονική δραστηριότητα, αντιπαρατίθεται η αντίθετη θέση, η οποία υποστηρίζει, τη συγχρονική, τοπική και υποκειμενική έκφανση αυτών των κριτηρίων. Στην ορθολογικότητα της επιστημονικής σκέψης που δικαιώνει τη συνεχή διεύρυνση της εξηγηματικής ισχύος της επιστήμης, την επιστημονική εξέλιξη δηλαδή, αντιπαρατίθεται το μη ορθολογικό και ενδεχομενικό στοιχείο που υποστηρίζει την ασυνέχεια της επιστημονικής εξέλιξης.
(Θετικισμός • Popper • Lakatos • Laudan • Kuhn • Feyerabend • Ενόραση ή ορθολογισμός)
Η ιστορία και η φιλοσοφία της επιστήμης χαρακτηρίζονται τόσο από λόγο όσο και από αντίλογο: στη θέση ότι υπάρχουν διυποκειμενικά και διαχρονικά κριτήρια/αξίες που διέπουν την επιστημονική δραστηριότητα, αντιπαρατίθεται η αντίθετη θέση, η οποία υποστηρίζει, τη συγχρονική, τοπική και υποκειμενική έκφανση αυτών των κριτηρίων. Στην ορθολογικότητα της επιστημονικής σκέψης που δικαιώνει τη συνεχή διεύρυνση της εξηγηματικής ισχύος της επιστήμης, την επιστημονική εξέλιξη δηλαδή, αντιπαρατίθεται το μη ορθολογικό και ενδεχομενικό στοιχείο που υποστηρίζει την ασυνέχεια της επιστημονικής εξέλιξης.
(Θετικισμός • Popper • Lakatos • Laudan • Kuhn • Feyerabend • Ενόραση ή ορθολογισμός)
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. ENOTHTA ΤΡΙΤΗ: ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ. 2. Eμπειρισμός, στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. ENOTHTA ΤΡΙΤΗ: ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ. 1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός), στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Βασικές Επισημάνσεις για ζητήματα Λογικής
Εισήγηση του Ι.Π. Αμπελά, Καθηγητή του ΠΠΓΕΛ Ευαγγελικής Σχολής στο πλαίσιο του Εργαστηρίου Φιλοσοφίας (Δράση Ενδοσχολικής Επιμόρφωσης)
Κεφάλαιο 3: Αναζητώντας τη γνώση. Ενότητα 1. Το ερώτημα για τη δυνατότητα της...Kostas Vakouftsis
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. Ενότητα 1. Το ερώτημα για τη δυνατότητα της γνώσης 1. Η σκεπτικιστική πρόκληση-Διαφορετικά είδη σκεπτικισμού. α) Αμφισβήτηση της δυνατότητας γνώσης και επιδίωξη της αταραξίας (αρχαίος σκεπτικισμός), στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Αρχαία Ελληνικά Γ' Λυκείου: Εισαγωγή - Σωκράτης & Πλάτων: Ερωτήσεις & ΑπαντήσειςThanos Stavropoulos
Όλες οι ερωτήσεις των κριτηρίων αξιολόγησης του Κ.Ε.Ε. μαζί με ενδεικτικές απαντήσεις από την Εισαγωγή των αρχαίων ελληνικών γ' λυκείου (θεωρητικής κατεύθυνσης) για τον Σωκράτη και Πλάτωνα.
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. ENOTHTA ΤΡΙΤΗ: ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ. 2. Eμπειρισμός, στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. ENOTHTA ΤΡΙΤΗ: ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ. 1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός), στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Βασικές Επισημάνσεις για ζητήματα Λογικής
Εισήγηση του Ι.Π. Αμπελά, Καθηγητή του ΠΠΓΕΛ Ευαγγελικής Σχολής στο πλαίσιο του Εργαστηρίου Φιλοσοφίας (Δράση Ενδοσχολικής Επιμόρφωσης)
Κεφάλαιο 3: Αναζητώντας τη γνώση. Ενότητα 1. Το ερώτημα για τη δυνατότητα της...Kostas Vakouftsis
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. Ενότητα 1. Το ερώτημα για τη δυνατότητα της γνώσης 1. Η σκεπτικιστική πρόκληση-Διαφορετικά είδη σκεπτικισμού. α) Αμφισβήτηση της δυνατότητας γνώσης και επιδίωξη της αταραξίας (αρχαίος σκεπτικισμός), στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Αρχαία Ελληνικά Γ' Λυκείου: Εισαγωγή - Σωκράτης & Πλάτων: Ερωτήσεις & ΑπαντήσειςThanos Stavropoulos
Όλες οι ερωτήσεις των κριτηρίων αξιολόγησης του Κ.Ε.Ε. μαζί με ενδεικτικές απαντήσεις από την Εισαγωγή των αρχαίων ελληνικών γ' λυκείου (θεωρητικής κατεύθυνσης) για τον Σωκράτη και Πλάτωνα.
Διδακτική πρόταση - Παρουσίαση με διαφάνειες του Κεφαλαίου 3: Αναζητώντας τη γνώση. ENOTHTA ΤΡΙΤΗ: ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ. 3. Η ανάγκη μιας συνθετικής προσέγγισης (Καντ), στο μάθημα της Φιλοσοφίας της Β’ τάξης Ημερησίου Γενικού Λυκείου με βάση το σχολικό βιβλίο Αρχές Φιλοσοφίας των Σ. Βιρβιδάκη, Β. Καρασμάνη, Χ. Τουρνά.
Weatherman 1-hour Speed Course for Web [2024]Andreas Batsis
Εκλαϊκευμένη Διδασκαλία Μετεωρολογίας. Η συγκεκριμένη παρουσίαση παρέχει συνοπτικά το 20% της πληροφορίας σχετικά με το πως λειτουργεί ο καιρός, η οποία πληροφορία θα παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα να ερμηνεύει το 80% των καιρικών περιπτώσεων με τη χρήση ιντερνετικών εργαλείων. Η λογική της παρουσίασης βασίζεται κατά κύριο λόγο στην εφαρμογή και δευτερευόντως στην επιστημονική ερμηνεία η οποία περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα.
η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου (2) (1)
1. Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας
της Επιστήμης
Διπλωματική εργασία
Η Σχέση μεταξύ του επιστημονικού ρεαλισμού και του κατασκευαστικού
εμπειρισμού. Ο Bastiaan Cornelis van Fraassen
Ζυγούλης Φώτιος
Α. Μ. 220122
Επιβλέπων καθηγητής
Στάθης Ψύλλος
ΑΘΗΝΑ 2013
2. 2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ.
Εισαγωγή……………………………………………………………………………3
Α. 1. Τι είναι ο Επιστημονικός Ρεαλισμός………………………………………...4
Α. 2. Επιχειρήματα υπέρ του Επιστημονικού Ρεαλισμού……………………….13
Β. Τι υποστηρίζει ο Bastiaan van Fraassen για τον Επιστημονικό Ρεαλισμό...17
Γ. 1. Τι είναι ο Κατασκευαστικός Εμπειρισμός……………………………….. .32
Γ. 2. Επιχειρήματα υπέρ του Κατασκευαστικού Εμπειρισμού………………...47
Δ. Οι διαφορές μεταξύ του Επιστημονικού Ρεαλισμού και του Κατασκευαστικού
Εμπειρισμού. Σύγκριση των θεωριών…………………………………………...54
Ε. Κριτική στον Κατασκευαστικό Εμπειρισμό του Bastiaan van Fraassen…..62
Επίλογος…………………………………………………………………………...76
Βιβλιογραφία……………………………………………………………………...77
2
3. 3
Εισαγωγή.
Το θέμα της παρούσης διπλωματικής εργασίας αφορά στον διάλογο μεταξύ
δύο σημαντικών φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής μας, του επιστημονικού
ρεαλισμού και του κατασκευαστικού εμπειρισμού.
Ο διάλογος αυτός εκτίνεται στα θέματα της επιστημονικής εξήγησης, της
αλήθειας, της εμπειρικής επάρκειας των θεωριών και της διάκρισης της
πραγματικότητας σε παρατηρήσιμη και μη παρατηρήσιμη.
Ο διάλογος αυτός ξεκίνησε την δεκαετία του 1980 οπότε και δημοσιεύθηκε το
περίφημο έργο του Bas van Fraassen Η επιστημονική εικόνα. Το έργο αυτό αποτελεί
«μια ανάσα φρέσκου αέρα» στην προβληματική για τη σχέση εμπειρισμού και
επιστημονικού ρεαλισμού.
Για την ολοκλήρωση της εργασίας αυτής κατέφυγα στα έργα του Bas van
Fraassen: The Scientific Image και The Scientific Representation, όπως και σε έργα
των πολεμίων του : Στάθη Ψύλλου, F. Muller και J. Ladyman.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή Στάθη Ψύλλο για την βοήθεια την
οποία μου παρέσχε στην ολοκλήρωση της εργασίας μου.
3
4. 4
Α. 1. Τι είναι ο Επιστημονικός Ρεαλισμός.
Ως επιστημονικός ρεαλισμός χαρακτηρίζεται η άποψη που πρεσβεύει ότι όταν
μια επιστημονική θεωρία γίνεται αποδεκτή, τότε η ίδια η θεωρία ή και τα διάφορα
επιμέρους στοιχεία της θεωρίας αυτής γίνεται αποδεκτό ότι συσχετίζονται με τον
πραγματικό κόσμο.
Ο επιστημονικός ρεαλισμός υποστηρίζει δηλαδή ότι οι επιστημονικές θεωρίες
περιγράφουν τα πράγματα όπως ακριβώς είναι και δεν αποτελούν απλώς χρήσιμα
εργαλεία για να εξηγήσουν, να προβλέψουν και να ελέγξουν τις εμπειρίες μας. Οι
επιστημονικές θεωρίες ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και δεν έχουν μια
εργαλειακή αξία κατανόησης του κόσμου μας.1 Αντίθετα ο λεγόμενος αντιρεαλισμός
υποστηρίζει ότι οι θεωρίες γίνονται αποδεκτές όταν αυτές αποτελούν χρήσιμα
εργαλεία κατανόησης του κόσμου μας είτε διότι έχουν μια αναπαραστατική αξία είτε
όχι (όπως για παράδειγμα υποστηρίζει ο van Fraassen με τη θεωρία του για τη
διάσωση των παρατηρήσιμων φαινομένων).
Ο Στάθης Ψύλλος2 προτείνει τρείς θέσεις ως κύριες συνιστώσες του
επιστημονικού ρεαλισμού:
1. Την Μεταφυσική θέση: Ο κόσμος έχει μια καθορισμένη και ανεξάρτητη από
τον νου δομή.
2. Την Σημασιολογική θέση: Οι επιστημονικές θεωρίες πρέπει να λαμβάνονται
τοις μετρητοίς και μπορούν να είναι αληθείς ή ψευδείς.
3. Την Επιστημική θέση: Οι επιτυχημένες στις προβλέψεις τους επιστημονικές
θεωρίες είναι καλά επικυρωμένες και προσεγγιστικώς αληθείς για τον κόσμο
1
Η εργαλειοκρατία θεωρεί τα αντικείμενα της γνώσης πραγματιστικά, ως εργαλεία για τους
ανθρώπινους σκοπούς και θεωρεί την εμπειρική επάρκεια παρά την αλήθεια ως κέντρο της επιστήμης.
2
Psillos Stathis, Scientific Realism, How Science tracks truth, Routledge, London, 1999.
4
5. 5
Η 3η θέση, υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος, η επιστημική αισιοδοξία διακρίνει
τον επιστημονικό ρεαλισμό από αγνωστικιστικές ή σκεπτικιστικές εκδοχές του
εμπειρισμού (παραδείγματος χάριν η περίπτωση του Bastiaan van Fraassen).
Η θεώρηση αυτή του επιστημονικού ρεαλισμού αφορά τόσο τις
παρατηρήσιμες όσο και τις μη παρατηρήσιμες οντότητες. Οι απαγωγικές (abductive)
μέθοδοι θεωρείται - σύμφωνα με την θεώρηση αυτή του επιστημονικού ρεαλισμού-
ότι τείνουν να παράγουν προσεγγιστικώς αληθείς πεποιθήσεις και θεωρίες.
Μια περαιτέρω ταξινόμηση του επιστημονικού ρεαλισμού έχει γίνει από τους
Newton - Smith3 οι οποίοι διακρίνουν τις εξής τρείς συνιστώσες του επιστημονικού
ρεαλισμού:
1. Μια Οντολογική συνιστώσα: Οι επιστημονικές θεωρίες είναι αληθείς ή
ψευδείς, αναλόγως της περίπτωσης, σύμφωνα με το πώς αντικειμενικά είναι ο
κόσμος, ανεξάρτητα από εμάς.
2. Μια Αιτιώδης συνιστώσα: Αν μια θεωρία είναι αληθινή, οι θεωρητικοί της
όροι είναι αιτιωδώς υπεύθυνοι για τα παρατηρούμενα φαινόμενα.
3. Μια Eπιστημολογική συνιστώσα: Μπορούμε να έχουμε ισχυρούς λόγους να
πιστεύουμε ότι μπορούμε να κρίνουμε ποιά είναι αληθής μεταξύ δυο
αντιμαχόμενων θεωριών.
Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, μπορούν να υπάρξουν δύο είδη
αντιρεαλισμού, εκείνος που απορρίπτει την οντολογική συνιστώσα όπως η
εργαλειοκρατία, και εκείνος που απορρίπτει την επιστημολογική συνιστώσα
όπως ο κατασκευαστικός εμπειρισμός του Bastiaan van Fraassen4.
3
Newton-Smith, W. H. [1989b]: 'The Truth in Realism' Dialectica, 43
4
Bastiaan van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, Leader Books, 2008.
5
6. 6
Ανακύπτει το εξής ερώτημα: Πώς μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο εάν
αυτός είναι ανεξάρτητος από τις δυνατότητές μας να τον γνωρίσουμε και να τον
ερμηνεύσουμε μέσω των επιστημονικών θεωριών μας;
Ο Arthur Fine «εξέφρασε τον φιλοσοφικό προβληματισμό που περιβάλλει το
πιο πάνω ερώτημα αναφερόμενος σε μια υποτιθέμενη αμοιβαιότητα και μόλυνση
κατά την αλληλεπίδρασή μας με τον κόσμο»5 Δεν μπορεί, υποστηρίζει ο Fine,
παρά να υπάρχει μια αμοιβαία σχέση ανάμεσα σε εμάς και τον κόσμο. Όταν
αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο οι πληροφορίες που λαμβάνουμε για αυτόν είναι
«μολυσμένες». Είναι δυνατόν οι οντότητες, οι οποίες γίνονται αντιληπτές από
εμάς, να είναι ταυτόχρονα ανεξάρτητες;
O Στάθης Ψύλλος υποστηρίζει ότι « η θέση της ανεξαρτησίας του κόσμου από
το νου προβάλλει δύο ισχυρισμούς ταυτόχρονα: από τη μία επιτρέπει μια δυνατή
απόκλιση ανάμεσα στο τι προκύπτει ως υπάρχον από το κατάλληλο σύνολο
γνωσιακών πρακτικών και καταστάσεων και από την άλλη βεβαιώνει πως ο, τι
υπάρχει στον κόσμο - η σε κάθε περίπτωση ένα μεγάλο μέρος του – δεν
συγκροτείται από νοητικό υλικό».6 Τι υποστηρίζει ο επιστημονικός ρεαλισμός για
αυτό το θέμα;
Οι επιστημονικές θεωρίες που είναι επιτυχημένες, είναι οι καλώς
επικυρωμένες και προσεγγιστικώς αληθείς για τον κόσμο. Το επιχείρημα αυτό
αποδέχεται σιωπηρώς ότι οι επιτυχημένες εμπειρικά θεωρίες συνιστούν «την
καλύτερη εξήγηση της επιτυχίας της επιστήμης». 7
5
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια εκδ. Οκτώ Αθήνα 2009, σελ 103.
6
Αυτ., σελ. 104. (τα πλάγια γράμματα είναι του συγγραφέως).
7
Αυτ., Σελ. 14. (τα πλάγια γράμματα είναι του συγγραφέως).
6
7. 7
Ο Στάθης Ψύλλος8 θέτει το ερώτημα: «Είναι οι επιστημονικές θεωρίες
αληθείς επειδή ο κόσμος έχει μια ανεξάρτητη δομή ή ο κόσμος έχει μια
ανεξάρτητη δομή επειδή οι θεωρίες είναι αληθείς;»
Για τον ρεαλισμό, συνεχίζει ο Στάθης Ψύλλος, είναι η ανεξάρτητη δομή του
κόσμου η οποία καθιστά κάποιες από τις θεωρίες αληθείς. Εδώ υπεισέρχεται το
πρόβλημα της αιτιακής εξάρτησης της επιστήμης από τον κόσμο. Μπορεί κανείς
να υποστηρίξει ότι το αντικείμενο των επιστημονικών θεωριών εξαρτάται
οντολογικά από την επιστημονική μεθοδολογία;
Το αντικείμενο των επιστημονικών θεωριών είναι ο κόσμος μας και η
επιστήμη είναι αυτή η οποία σύμφωνα με τον ρεαλισμό θα επιχειρήσει να τον
ερμηνεύσει ανιχνεύοντας την αλήθεια σταδιακά. Η αλήθεια σχετίζεται, σύμφωνα
με τον επιστημονικό ρεαλισμό πάντοτε, με επικυρωμένες προβλέψεις για την
πραγματικότητα.
Ο ρεαλισμός, λέει ο Putnam9, «είναι η μόνη φιλοσοφία επιστήμης η οποία δεν
μετατρέπει την επιτυχία της επιστήμης σε θαύμα». Η ρήση αυτή του Putnam,
υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος10 εκφράζει τη θεώρηση ότι οι εμπειρικώς επιτυχείς
επιστημονικές θεωρίες θα έπρεπε να γίνονται αποδεκτές ως αληθείς.
Οδηγούμαστε κατά τον τρόπο αυτό στην λεγόμενη «επιστημολογία της
καλύτερης εξήγησης». Αυτό σημαίνει ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός προσφέρει
την καλύτερη εξήγηση για μια εργαλειοκρατική θεώρηση της αξίας της
επιστήμης.
Σε τι μας βοηθά αυτή η συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση: «Επιτρέπει
στους επιστήμονες να αποδεχθούν υποθέσεις για τις μη παρατηρήσιμες αιτίες των
8
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια εκδ. Οκτώ Αθήνα 2009. Οι υπογραμμίσεις είναι του
συγγραφέως.
9
Putnam H. Mathematics, Matter and Method, Cambridge, Cambridge University Press, 1975.
10
Psillos Stathis, Theory, Science and Realism, Lecture Notes, LSE, 1995.
7
8. 8
φαινομένων στη βάση του ότι οι υποθέσεις αυτές παρέχουν τις καλύτερες
εξηγήσεις αυτών των φαινομένων».11
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εξήγηση που προσφέρει ο επιστημονικός
ρεαλισμός για τον κόσμο απηχεί μια βασική οντολογική θέση σύμφωνα με την
οποία ο κόσμος είναι πραγματικός και έχει αντικειμενική υπόσταση. Η επιστήμη
μας δίδει τα εργαλεία για την κατανόηση αυτού του κόσμου κατά το δυνατόν.
Είναι εύκολα αντιληπτό ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός συνδέεται άρρηκτα με
τις έννοιες της αντικειμενικότητας και της αλήθειας. Θα λέγαμε ότι έργο και
σκοπός της επιστήμης είναι η αναζήτηση της βαθύτερης πραγματικότητας των
οντοτήτων που προκαλούν τα συμβάντα στον κόσμο μας.
Ο επιστημονικός ρεαλισμός, σε αντίθεση με τον εμπειρισμό, επιθυμεί να
βαδίσει πίσω από τα φαινόμενα, πίσω από τα δεδομένα της αισθητηριακής
εμπειρίας. Ο Michael Devitt υποστηρίζει ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός
αποδέχεται την ύπαρξη των οντοτήτων και θεωρεί ότι αυτή η αποδοχή είναι η
«υπαρξιακή διάσταση» του ρεαλισμού. 12 Αυτή την διάσταση την μάχονται αυτοί
που είναι σκεπτικιστές απέναντι στη δυνατότητα της επιστήμης να μας δίδει
ακριβή εικόνα της πραγματικότητας.
Ο παραπάνω θεωρητικός υποστηρίζει ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός αφορά
τις μη παρατηρήσιμες οντότητες. Αυτή η συσχέτιση του επιστημονικού
ρεαλισμού με τον κόσμο, ο οποίος δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο παρατήρησης,
μας οδηγεί στην «ανεξάρτητη» διάσταση του ρεαλισμού.
Μπορούμε να πούμε ότι στο πλαίσιο της σχέσης αυτής ο
επιστημονικός ρεαλισμός βασίζεται σε δύο αξιώματα οντολογικού χαρακτήρα.
11
Αυτ., σελ 15.
12
Michael Devitt, Scientific Realism and Truth, Princeton University Press, 1996.
8
9. 9
1. Οι περισσότερες από τις μη παρατηρήσιμες οντότητες τις οποίες
πρεσβεύουν επιστημονικές θεωρίες υπάρχουν ανεξάρτητα από τη
σκέψη μας.
2. Οι περισσότερες από τις παραπάνω οντότητες διατηρούν τις ιδιότητες
που τους προσδίδει η επιστήμη.
Ο επιστημονικός ρεαλισμός αποτελεί, σύμφωνα με τον Στάθη Ψύλλο, τον
συνδυασμό δύο ισχυρισμών: ενός μετριοπαθούς και ενός πιο τολμηρού. «Ο
μετριοπαθής ισχυρισμός είναι ότι υπάρχει ένας ανεξάρτητος και σε μεγάλο
βαθμό, μη παρατηρήσιμος μέσω των αισθήσεων κόσμος, τον οποίο η επιστήμη
προσπαθεί να χαρτογραφήσει. Ο πιο τολμηρός ισχυρισμός είναι ότι αν και ο
κόσμος είναι ανεξάρτητος και μη παρατηρήσιμος από τις αισθήσεις (τουλάχιστον
σε κάποια τμήματά του), η επιστήμη μπορεί να (και ήδη έχει) φτάσει σε μια
λιγότερο ή περισσότερο πιστή αναπαράστασή του».13
Ο Στάθης Ψύλλος πρεσβεύει έναν επιστημικού χαρακτήρα καθορισμό του
επιστημονικού ρεαλισμού.14 Τι πρεσβεύει η επιστημική θέση;
Στο πλαίσιο αυτής της θέσης, οι μέθοδοί μας, μας επιτρέπουν μια λογική
αξιολόγηση του αιτήματος ότι «η σύνθεση της φύσης των πραγμάτων
περιέχεται σε διαφορετικές μεταξύ τους και ασύμβατες επιστημονικές
θεωρίες»15 Ο επιστημονικός ρεαλισμός θεωρεί ότι οι σημερινές επιστημονικές
θεωρίες μας είναι αληθείς και ότι η ιστορία της επιστήμης αυτό φανερώνει,
την ανάπτυξη θεωριών οι οποίες είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αληθείς.
«Ένα κίνητρο για μια επιστημική προσέγγιση στην αλήθεια είναι ότι
13
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια …, ό.π., σελ.16.
14
Psillos Stathis, How Science tracks truth, Routledge, 1999
15
Michael Esfeld, The controversial relationships between Science and Philosophy, A critical
assessment, Rome 2006.
9
10. 10
προσθέτει στην αλήθεια ένα ανθρώπινο πρόσωπο: την καθιστά
προσπελάσιμη».16
Όσον αφορά στην ιστορία της επιστήμης και τη σχέση της με τον επιστημονικό
ρεαλισμό μπορεί να ειπωθεί ότι πολλές θεωρίες απεδείχθησαν προϊόντος του χρόνου
λανθασμένες. Ας θυμηθούμε τις θεωρίες του Αριστοτέλη για τις κρυστάλλινες
σφαίρες που υποτίθεται ότι περιβάλλουν τη γήινη σφαίρα και τη θεωρία του
Κοπέρνικου για τη βαρύτητα. Οι παραπάνω θεωρίες αντιμετωπίζονται από την
σκοπιά της σύγχρονης επιστήμης ως θεμελιωδώς λανθασμένες.
Πρέπει να σκεφτούμε όμως ότι οι θεωρίες αυτές παρόλο που ήταν
λανθασμένες υπήρξαν επιτυχείς στην εποχή τους στην προσπάθεια του ανθρώπου να
εξηγήσει τον κόσμο και να προβλέψει κάποια συμβάντα τα οποία ήταν
παρατηρήσιμα. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι οι θεωρίες του Αριστοτέλη ή του
Νεύτωνα δεν εξυπηρέτησαν την προσπάθεια των ανθρώπων για να επιτύχουν
ακρίβεια στην ερμηνεία των γεγονότων.
Πολλές φορές ερμηνείες ήταν επιτυχείς και ταυτόχρονα λανθασμένες. 17 Αυτό
σημαίνει ότι και οι σημερινές θεωρίες που έχουμε στην επιστήμη ενδέχεται να μην
είναι αληθείς.18 Το γεγονός αυτό όμως ενδέχεται να υπονομεύει τον επιστημονικό
ρεαλισμό; Τι μπορεί να απαντήσει ο επιστημονικός ρεαλισμός σε αυτό το
επιχείρημα;
Απαντά με την εξής πρόταση: Αντί να λέμε ότι οι επιτυχημένες επιστημονικές
θεωρίες είναι εξ ολοκλήρου αληθείς, ισχυριζόμαστε ότι είναι προσεγγιστικώς αληθείς
και αυτό εξηγεί την επιτυχία τους. Έχουμε παρατηρήσει όντως στην πορεία της
επιστημονικής εξέλιξης ότι λανθασμένες θεωρίες πολλές φορές μας οδηγούν σε
16
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια εκδ. Οκτώ Αθήνα 2009, σελ 19.
17
Pierre Cruse, On Scientific Realism, Richmond Journal of Philosophy, Volume 3, 2003
18
Η θεώρηση αυτή για την επιστήμη ονομάζεται πεσιμιστική επαγωγή διότι εισάγει την γενίκευση της
ιστορίας των λανθασμένων θεωριών στην πορεία της επιστήμης.
10
11. 11
επιτυχείς προβλέψεις. Οι ρεαλιστές μπορούν να ισχυρισθούν ότι επιτυχείς είναι οι
επιστημονικές θεωρίες οι οποίες κάνουν επιτυχείς προβλέψεις. Επιτυχείς δε είναι οι
προβλέψεις που αφορούν καινά, νέα φαινόμενα της πραγματικότητας. Εδώ
υπεισέρχεται το πρόβλημα της έννοιας της επιστημονικής προόδου καθώς και ο
ρόλος των καινοφανών προβλέψεων στην υπεράσπιση του επιστημονικού ρεαλισμού.
Σύμφωνα με τον Popper παρατηρείται ότι διαμέσου της επιστημονικής
εξέλιξης από τις επιστημονικές θεωρίες του 17ου αιώνα μέχρι και αυτές του 20ου
αιώνα υπάρχει μια ασυμμετρία μεταξύ των παλαιών και των νεότερων θεωριών. Η
επιστημονική πρόοδος κατά τον Popper είναι η εισαγωγή καινοφανών κατηγοριών
και εννοιών οι οποίες δεν αποτελούν, απαραίτητα και άμεσα, επακόλουθα των
παλαιότερων θεωριών και δεν σχετίζονται με την αντίληψη που είχαν οι άνθρωποι,
για την πραγματικότητα, στο πλαίσιο προηγούμενων θεωριών. Προτείνει τη θεωρία
της «διαψευσιμότητας των θεωριών» σε αντίθεση με τον Kuhn που προτείνει την
αναγκαιότητα συνεχούς «επαλήθευσης του επιστημονικού παραδείγματος».
Υπάρχει και η αντίληψη «αντί να αντιμετωπίζουμε τη θεωρία ως σύνολο
ισχυρισμών που είναι αληθείς ή ψευδείς, θα μπορούσαμε να την αντιμετωπίζουμε ως
ένα κατηγόρημα το οποίο είναι αληθές για ορισμένα συστήματα και μη αληθές για
άλλα».19
Για τον ρεαλισμό, υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος,20 αυτό που καθιστά
συγκεκριμένες επιστημονικές θεωρίες αληθείς είναι η ανεξάρτητη δομή του κόσμου.
Η θέση της ανεξαρτησίας του κόσμου από τον νου είναι μια «αντι – αναγωγιστική» 21
θέση με την έννοια ότι απορρίπτει την αναγωγιμότητα του περιεχομένου του κόσμου
σε οντότητες με νοητικά χαρακτηριστικά. Στο πλαίσιο της ανεξάρτητης αυτής δομής
19
Clark Glymour, Ο Ρεαλισμός και η Φύση των Θεωριών, στο συλλογικό έργο Introduction to the
Philosophy of Science Prentice – Hall 1992.
20
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια …, ό.π., σελ. 45.
21
Αυτ., σελ. 104.
11
12. 12
συμβαίνουν γεγονότα τα οποία είναι δυνατόν προσεγγιστικώς να προβλεφθούν –
σύμφωνα με τον επιστημονικό ρεαλισμό – και να εξηγηθούν από συγκεκριμένες
επιστημονικές θεωρίες. Υφίσταται μια αισιόδοξη στάση πίσω από αυτή την αντίληψη
του επιστημονικού ρεαλισμού. Όταν αποδεχόμαστε ότι η επιστήμη είναι αιτιακά
εξαρτημένη από τον κόσμο δεν αποδεχόμαστε ότι οι οντότητες τις οποίες εξετάζουμε
συγκροτούνται αιτιακά ως οντότητες από τις γνωσιακές μας ικανότητες.
Πρέπει να πούμε εδώ ότι οι οντότητες που «η επιστήμη μελετά και για τις
οποίες ανακαλύπτει αλήθειες κρίνονται ως ανεξάρτητες από μας υπο μια λογική
έννοια: δεν είναι το λογικό επακόλουθο των δικών μας εννοιολογήσεων και
θεωρήσεων»22.
Στο επόμενο κεφάλαιο θα περάσουμε να δούμε διεξοδικά τα επιχειρήματα
υπέρ του επιστημονικού ρεαλισμού.
Α. 2. Επιχειρήματα υπέρ του Επιστημονικού Ρεαλισμού.
22
Αυτ., σελ. 47.
12
13. 13
A. 2. 1. Το επιχείρημα του μη θαύματος (The No Miracle Argument).
O Putnam όπως προηγουμένως είδαμε υποστήριξε ότι: «Ο ρεαλισμός είναι η
μόνη φιλοσοφία της επιστήμης που δεν μετατρέπει την επιτυχία της επιστήμης σε
θαύμα».
Δοθείσης της επιτυχίας των επιστημονικών θεωριών σε εμπειρικό επίπεδο θα
ήταν σχεδόν σύμπτωση απίθανη εάν αυτές οι θεωρίες ήταν προσεγγιστικώς αληθείς.
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τείνουν να πιστεύσουν σε θαύματα, άρα τείνουν να
αποδεχθούν τον επιστημονικό ρεαλισμό.
O van Fraassen δεν θέτει απαραιτήτως θέμα επιλογής η μη του επιστημονικού
ρεαλισμού. Ξεφεύγει από το δίλημμα αυτό και συσχετίζει την προβληματική του με
την θεωρία της φυσικής επιλογής.
Υποστηρίζει δηλαδή ότι « κάθε επιστημονική θεωρία έρχεται για να ζήσει
μέσα σε ένα κλίμα έντονου ανταγωνισμού, μέσα σε έναν αγώνα αλληλοεξόντωσης.
Μόνον οι επιτυχείς θεωρίες επιβιώνουν, αυτές που όντως συλλαμβάνουν τις ενεργεία
κανονικότητες της φύσης».23 Οι Smart24 και Putnam25 οι οποίοι πρότειναν αυτό το
επιχείρημα για τον επιστημονικό ρεαλισμό υποστήριξαν ότι εάν οι θεωρητικές
οντότητες που εμπλέκονται στις επιστημονικές θεωρίες δεν υπήρχαν, και οι ίδιες οι
θεωρίες ήταν τουλάχιστον προσεγγιστικώς αληθείς, τότε η αποδεδειγμένη επιτυχία
της επιστήμης σε όρους προβλέψεων θα αποτελούσε σίγουρα ένα θαύμα. Αυτό που
μπορεί κανείς να αποκομίσει από την προβληματική αυτή είναι ότι η επιστήμη είναι
23
Basil van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, Leader Books, Αθήνα 2008, σελίδα 62
24
Smart J. J. C. “Philosophy and Scientific Realism”, Routledge, London 1963. O Smart Jack
επιχειρηματολόγησε εναντίον της εργαλειοκρατίας η οποία υποστηρίζει ότι ένας μεγάλος αριθμός
παρατηρήσιμων φαινόμενων οντολογικώς ασυνδέτων μεταξύ τους συσχετίζονται μέσω μιας
εργαλειοκρατικής θεώρησης. Ο επιστημονικός ρεαλισμός λέει ο Smart J. δεν αφήνει τίποτε στην τύχη.
Οι οντότητες (οι μη παρατηρήσιμες) από τις επιστημονικές θεωρίες υπάρχουν για τούτο και οι θεωρίες
είναι αληθείς.
25
Putnam H. Mathematics, Matter and Method Volume 1, Cambridge, Cambridge University Press,
1975.
13
14. 14
σε καλό δρόμο. Αυτό θα σήμαινε ότι θα βρισκόμασταν στην πορεία ανίχνευσης μιας
επιτυχίας βασισμένης στην εμπειρία.
Αυτό σημαίνει όμως ότι το επιχείρημα του μη θαύματος δεν μας οδηγεί σε ένα
οριστικό συμπέρασμα. Ο επιστημονικός ρεαλισμός βρήκε υποστηρικτές:
α) στην διαψευσιμότητα του Popper o οποίος επιτέθηκε στην
εργαλειοκρατία.
Πως ο επιστημονικός ρεαλισμός βρήκε υποστηρικτές; Όταν ο Popper έρχεται
σε αντίθεση με την εργαλειοκρατία, έρχεται ταυτόχρονα αντίθετος με την θέση της
τελευταίας για την υιοθέτηση της εμπειρικής επάρκειας των επιστημονικών θεωριών
ως κριτηρίου για την επιτυχία των θεωριών αυτών. Ο ρεαλισμός εμπλέκεται με την
έννοια της αλήθειας. Όχι όμως με την έννοια της ως αποτίμησης (υπο μια έννοια
επιστημικής – γνωσιακής ορθότητας). Η έννοια μιας μη επιστημικής προσέγγισης της
αλήθειας αφορά την ανεξαρτησία του κόσμου από το νου. Η υπεράσπιση του
επιστημονικού ρεαλισμού, υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος, προϋποθέτει μια μη
επιστημική έννοια της αλήθειας.
και β) στην ανάπτυξη από τον Boyd μιας εξηγητικού χαρακτήρα άποψης του
επιχειρήματος για την μη μετατροπή της επιτυχίας της επιστήμης σε θαύμα
Η εξήγηση του Boyd στόχευσε στις επιστημονικές μεθόδους μέσω μιας
ανθρωποκεντρικής οπτικής της επιστήμης στην οποία επέδρασαν οι ιδέες των Kuhn
και Feyerabend. Ο Boyd φέρνοντας σε αντίθεση τον ρεαλισμό με τον εμπειρισμό και
τον κατασκευαστισμό θεώρησε ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός μας προσφέρει την
καλύτερη δυνατή εξήγηση (Inference to the Best Explanation, IBE).
14
15. 15
Α. 2. 2. Το επιχείρημα της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση. (Inference to the
Best Explanation)
«Ο ρεαλισμός συγκρούεται με την εργαλειοκρατία – σύμφωνα με την οποία οι
επιστημονικές θεωρίες είναι απλά εργαλεία για τον συντονισμό όλων των εμπειρικών
νόμων και την πρόβλεψη των φαινομένων. Κριτήριο επιτυχίας της θεωρίας δεν είναι
η αλήθεια αλλά μια ασθενέστερη έννοια που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εμπειρική
επάρκεια, το γεγονός δηλαδή ότι η θεωρία σώζει τα φαινόμενα».26
Όταν αντιμετωπίζουμε πολλές υποθέσεις οι οποίες ερμηνεύουν την
πραγματικότητα, την εξηγούν με διαφορετικό τρόπο η καθεμιά, τότε επιλέγουμε αυτή
την υπόθεση, η οποία μας προσφέρει την καλύτερη εξήγηση. Το επιχείρημα της
συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση είναι γνωστό και ως επιχείρημα της απαγωγής «
abductive argument». «Η συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση επιτρέπει στους
επιστήμονες να αποδεχθούν υποθέσεις για τις μη παρατηρήσιμες αιτίες των
φαινομένων στη βάση του ότι οι υποθέσεις αυτές παρέχουν τις καλύτερες εξηγήσεις
αυτών των φαινομένων».27 Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αντικειμενικός σκοπός
του Επιστημονικού Ρεαλισμού είναι η παραγωγή προσεγγιστικώς αληθών υποθέσεων
για τις παρατηρήσιμες αλλά και για τις μη παρατηρήσιμες οντότητες του κόσμου.
Ο Στάθης Ψύλλος, μπορούμε να θεωρήσουμε, ότι ανάμεσα στον (τολμηρό)
και (μετριοπαθή) ρεαλισμό, επιλέγει τον πρώτο. «Ο μετριοπαθής ισχυρισμός είναι ότι
υπάρχει ένας ανεξάρτητος και σε μεγάλο βαθμός μη παρατηρήσιμος μέσω των
αισθήσεων κόσμος τον οποίο η επιστήμη επιχειρεί να χαρτογραφήσει. Ο πιο
τολμηρός ισχυρισμός είναι ότι αν και ο κόσμος είναι ανεξάρτητος και σε κάποια
τμήματά του τουλάχιστον μη παρατηρήσιμος από τις αισθήσεις, η επιστήμη μπορεί
26
Στάθης Ψύλλος, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ. 15.
27
Αυτ., σελ. 15.
15
16. 16
να (και ήδη έχει) φτάσει σε μια λιγότερο ή περισσότερο πιστή αναπαράσταση του
επιτρέποντας μας να γνωρίσουμε την αλήθεια».28
Χαρακτηριστικά υποστηρίζει ότι ο ρεαλισμός αποτελεί περισσότερο την
καλύτερη παρά την μοναδική εξήγηση της επιστήμης. 29 Συνάγεται λοιπόν ότι η
επιτυχία της επιστήμης δεν εξαρτάται από ένα θαύμα αλλά από μια προσεγγιστικώς
αληθή επιστημονική θεωρία ανάμεσα σε άλλες θεωρίες. « Δεν θεωρούν όλοι οι
οπαδοί του ρεαλισμού την απαγωγική υποστήριξη της συναγωγής στην καλύτερη
εξήγηση κεντρική στην υπεράσπιση του ρεαλισμού».30
Τι σημαίνει όμως καλύτερη εξήγηση;
«Η απαγωγική υπεράσπιση του ρεαλισμού μπορεί να προχωρήσει μόνον εντός
ενός ευρέως νατουραλιστικού πλαισίου στο οποίο η κατηγορία της κυκλικότητας
χάνει την αξία της».31 Αν αποτύχει η απαγωγή τότε καμία εμπειρική γνώση δεν είναι
δυνατή. Ο επιστημονικός ρεαλισμός λοιπόν τροποποιεί το επιχείρημα υπέρ του
ρεαλισμού: «Η καλύτερη εξήγηση της επιτυχίας μιας επιστημονικής θεωρίας είναι η
απόδειξη της ύπαρξης των μη παρατηρήσιμων οντοτήτων και η απόδειξη ότι
διαθέτουν ιδιότητες αντιστοιχούσες στην επιστημονική αυτή θεωρία».32
28
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ. 15, 16
29
Psillos Stathis, Scientific Realism, How Science tracks truth, Routledge, London, 1999.
30
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ. 54.
31
Αυτ., σελ. 55.
32
Michael Devitt, Scientific Realism and Truth, …, ό.π.
16
17. 17
B. Τι λέει για τον Επιστημονικό Ρεαλισμό ο B. Van Fraassen.
«Τι είναι επιστημονικός ρεαλισμός;» διερωτάται ο van Fraassen.
Σύμφωνα με τον B. Van Fraassen η επιστήμη σκοπεύει να μας δώσει μια
κυριολεκτικώς αληθή περιγραφή του πως είναι ο κόσμος και η αποδοχή μιας
επιστημονικής θεωρίας ενέχει την πεποίθηση ότι αυτή είναι αληθής. Αυτή είναι, λέει
ο van Fraassen η ορθή διατύπωση του επιστημονικού ρεαλισμού.
Η διατύπωση αυτή εμπεριέχει δύο χαρακτηριστικά:
1. Είναι επιστημική διότι η αποδοχή της θεωρίας ταυτοποιείται και
αναγνωρίζεται μέσω της πίστης στην αλήθεια που έχει μέσα της αυτή
η θεωρία. «Ο καθένας θα συμφωνήσει ότι η απλότητα, το μεγάλο
πληροφοριακό περιεχόμενο, η προβλεπτική ισχύς και η εξηγητική
ικανότητα είναι επίσης αρετές της επιστημονικής θεωρίας». 33 Το
χαρακτηριστικό αυτό δεν εξηγεί τις αιτίες της πίστης μας στη θεωρία
αυτή.
2. Είναι πραγματολογική διότι αποσκοπεί να παρέχει μια κυριολεκτική
ερμηνεία του κόσμου. «Το πρόβλημα της αποσαφήνισης της
κυριολεκτικής ερμηνείας ανήκει στη φιλοσοφία της γλώσσας».34 Δεν
είναι απαραίτητο να ισχυριζόμαστε ότι η επιστήμη πραγματικά μας
παρέχει μια αλήθεια διότι πολλές φορές δεν μας την παρέχει.
Ο αντιρεαλισμός, λέει ο van Fraassen, αποτελεί μια θέση σύμφωνα με την
οποία οι επιστημονικές θεωρίες δεν είναι απαραίτητο να είναι αληθείς για να
είναι καλές. Εάν όμως ο τύπος αντιρεαλισμού του van Fraassen οικοδομεί
33
B. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 13.
34
Αυτ., σελ. 16.
17
18. 18
θεωρίες χωρίς να πιστεύει στην αλήθεια τους τότε ποια πρέπει να είναι η
στάση μας;
O van Fraassen υποστηρίζει: «Η επιστήμη σκοπεύει να μας δώσει
θεωρίες οι οποίες να είναι εμπειρικά επαρκείς και η αποδοχή μιας θεωρίας
ενέχει ως πεποίθηση μόνον ότι αυτή είναι εμπειρικά επαρκής». 35 Η
διατύπωση αυτή ονομάζεται κατασκευαστικός εμπειρισμός.
Μια θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής εάν «σώζει τα φαινόμενα», «εάν
έχει τουλάχιστον ένα μοντέλο με το οποίο συμφωνούν όλα τα ενεργεία
φαινόμενα».
Εάν δηλαδή όλα όσα λέει η θεωρία για τα παρατηρήσιμα φαινόμενα
είναι αλήθεια, η εμπειρική επάρκεια διασώζει όλα τα φαινόμενα τελικά, όχι
μόνον αυτά τα οποία παρατηρούμε αλλά και αυτά που θα μπορούσαμε να
παρατηρήσουμε. Εάν πρόκειται να παρατηρήσουμε κάτι, τότε μια εμπειρικά
επαρκής θεωρία θα έλεγε μόνον αληθινά πράγματα για αυτό το
παρατηρούμενο, λέει ο van Fraassen.
Η αποδοχή μιας θεωρίας περιέχει όλες τις μορφές δέσμευσης και
ένταξης σε ερμηνευτικά προγράμματα. Η αποδοχή αυτή αποκαλύπτει μια
πραγματολογική διάσταση αποδοχής της θεωρίας. Η αποδοχή μιας θεωρίας,
μας λέει ο van Fraassen, έχει μια πραγματολογική διάσταση. Η διάσταση αυτή
σχετίζεται άμεσα με την ένταξη της θεωρίας σε ένα ερευνητικό πλαίσιο, σε
ένα ερευνητικό πρόγραμμα. Η διάσταση αυτή αφορά τη χρησιμότητα της
θεωρίας ανεξάρτητα αν είναι εμπειρικά επαρκής. Για να μπορεί μια
επιστημονική θεωρία να σταθεί στο στερέωμα της επιστημονικής κοινότητας
απαιτείται και αυτή η πραγματολογική όψη της. Το να εξηγεί συγκεκριμένα
φαινόμενα δεν αποτελεί απαραίτητα το μοναδικό χαρακτηριστικό μιας
35
B. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 18.
18
19. 19
θεωρίας. Το πλαίσιο αυτό μιας θεωρίας καθιστά αυτήν ικανή να ανταποκριθεί
στις απαιτήσεις επικράτησής της μέσα σε μια επιστημονική κοινότητα
σχετίζεται με τις προτάσεις της, με το ακροατήριο και με τις περιστάσεις των
γεγονότων.36
Άρα πραγματολογική αρετή, πραγματολογική διάσταση χαρακτηρίζει
μια επιστημονική θεωρία όταν αυτή όχι μόνο εξηγεί συγκεκριμένα γεγονότα
αλλά αποτελεί και μια έκφραση μιας συμφωνίας – πλαισίου που διέπει μια
επιστημονική κοινότητα.
Οι λεγόμενες πραγματολογικές προϋποθέσεις αφορούν το γενικότερο
πλαίσιο, το γενικότερο κοσμοείδωλο στα όρια του οποίου αναδύονται οι
επιστημονικές θεωρίες. Οι επιστημονικές θεωρίες σύμφωνα με τον Bas. Van
Fraassen εντάσσονται σε ένα τρίπτυχο εξήγησης των φαινομένων: θεωρία –
γεγονός – πλαίσιο.37 «Η επιστημονική εξήγηση δεν είναι καθαρή επιστήμη
αλλά μια εφαρμογή της επιστήμης. Είναι μια χρήση της επιστήμης για την
ικανοποίηση κάποιων επιθυμιών μας ‘ και αυτές οι επιθυμίες είναι εντελώς
συγκεκριμένες σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, αλλά είναι πάντα επιθυμίες για
περιγραφικές πληροφορίες. Το ακριβές περιεχόμενο της επιθυμίας και η
αποτίμηση του πόσο καλά ικανοποιείται αυτή, ποικίλει από πλαίσιο σε
πλαίσιο».Συμπεραίνει λοιπόν ο van Fraassen ότι δεν νομιμοποιούμαστε να
θεωρήσουμε την εξηγητική επιτυχία ως μαρτυρία υπέρ της αλήθειας μιας
επιστημονικής θεωρίας. Μόνον η εμπειρική επάρκεια και ισχύς μιας
επιστημονικής θεωρίας αποτελεί μια ασφαλή οδό της έρευνας. Λέει μάλιστα
ότι «δεν είναι ανορθόλογο κάποιος να δεσμεύεται μόνον στην έρευνα για
θεωρίες που είναι εμπειρικά επαρκείς, για θεωρίες των οποίων τα μοντέλα
36
Αυτ., σελ.143.
37
Αυτ., σελ 241.
19
20. 20
συμφωνούν προς τα παρατηρήσιμα φαινόμενα, ενώ αναγνωρίζει πως ό, τι
μετρά ως παρατηρήσιμο φαινόμενο είναι συνάρτηση του ποια είναι η
επιστημική κοινότητα (πως το παρατηρήσιμο είναι παρατηρήσιμο από εμάς)»38
Β. 1. Η Διχοτομία μεταξύ Θεωρίας και Παρατήρησης.
38
Αυτ., σελ. 29.
20
21. 21
Σύμφωνα με τον G. Maxwell, η διάκριση μεταξύ θεωρίας και
παρατήρησης δεν είναι δυνατή. Και τούτο διότι:
1. Η γλώσσα μας είναι μολυσμένη, επηρεασμένη από τη θεωρία.
2. Υπάρχει μια συνέχεια μεταξύ παρατήρησης και θεωρητικής
συναγωγής εξηγήσεων.
3. Τίποτε κατά βάση δεν είναι μη παρατηρήσιμο.
Σύμφωνα με τον van Fraassen, δεν μας ενδιαφέρει αν η γλώσσα μας
εμπεριέχει θεωρία. Από συνήθεια λέμε για παράδειγμα ότι ο ήλιος ανατέλλει
αν και δεν είναι αλήθεια. Επίσης, παρόλο που υπάρχει μια συνέχεια μεταξύ
παρατήρησης, δεν υπάρχει συνέχεια από τα παρατηρήσιμα στα μη
παρατηρήσιμα. Η έννοια «παρατηρήσιμο» αναφέρεται σε οντότητες που
μπορούν να περιγραφούν επακριβώς.
Ρωτά ο van Fraassen: Ποια είναι η καταλληλότερη μορφή αποδοχής
μιας θεωρίας; Η πεποίθησή μας ότι η θεωρία ως όλον είναι αληθής ή κάτι
39
άλλο; Το να αποδεχθεί κανείς μια θεωρία σημαίνει το να σχηματίσει την
πεποίθηση ότι είναι εμπειρικά επαρκής. «Αυτό που λέει η θεωρία για το
παρατηρήσιμο – από εμάς- είναι αληθές.
Ο van Fraassen δίνει επίσης σημασία στο ρόλο της διχοτομίας μεταξύ
παρατήρησης και θεωρίας. Και τούτο λόγω της δέσμευσής του προς την
έννοια της εμπειρικής επάρκειας ως αληθείας συγκεκριμένου μέρους μιας
θεωρίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντί του διαχωρισμού μεταξύ
παρατήρησης και θεωρίας οδεύουμε σε έναν διαχωρισμό μεταξύ αληθείας και
επιτυχίας στις προβλέψεις.
Λέει ο van Fraassen ότι δεν πρέπει να συγχέουμε το παρατηρείν με το
παρατηρείν ότι. Προϋποτίθεται μια εννοιολογική σύλληψη της οντότητας η
39
Αυτ., σελ. 28.
21
22. 22
οποία γίνεται αντικείμενο παρατήρησης. Το γεγονός ότι παρατηρούμε κάτι
σημαίνει ότι το παρατηρούμε έχοντας κατά νου μια συγκεκριμένη στάση, ένα
οπτικό πρίσμα υπο το οποίο το παρατηρούμενο γίνεται αντικείμενο
παρατήρησης. Θα λέγαμε καλύτερα ότι το παρατηρούμενο είναι
παρατηρήσιμο. Ο Στάθης Ψύλλος υποστηρίζει ότι οι ρεαλιστές δεν είναι
αναγκασμένοι να αρνηθούν ότι η εννοιολογική δραστηριότητα είναι ουσιώδης
για να γνωρίσουμε τον κόσμο. Θεωρεί όμως παράλληλα ότι η ανθρώπινη
σκέψη δεν έχει τη δυνατότητα να καθορίσει την πραγματικότητα των
οντοτήτων. Εδώ αντιλαμβανόμαστε την αναγκαιότητα της διάκρισης μεταξύ
παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου.
Το μη παρατηρήσιμο έχει τη δυνατότητα αργότερα να καταστεί
παρατηρήσιμο. Το θέμα όμως είναι, διερωτάται ο van Fraassen, εάν η
ταξινόμηση των οντοτήτων σε παρατηρήσιμες και μη παρατηρήσιμες έχει ή
δεν έχει σημασία για αυτή την ύπαρξη των δυνατών να παρατηρηθούν
οντοτήτων;
Εδώ υπεισέρχεται, σύμφωνα με τον van Fraassen, η έννοια της
επιστημικής κοινότητας. Η αποδοχή μιας θεωρίας από ένα επιστημικό πλαίσιο
σημαίνει την αποδοχή της εμπειρικής της επάρκειας, δηλαδή της αλήθειας
της, νοούμενης είτε ως αντιστοιχίας, είτε ως μιας γνωσιακής, επιστημικής
ορθότητας.40
Β. 2. Συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση.
Η εφαρμογή της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση, στην επιστήμη,
σχετίζεται με την επιλογή ενός εύρους επιλογών. Ο van Fraassen επικαλείται τον
Sellars ο οποίος λέει: «Το να έχουμε καλούς λόγους να υποστηρίζουμε μια θεωρία
40
Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ 19.
22
23. 23
είναι ipso facto το να υποστηρίζουμε ότι οι οντότητες που αξιώνει η θεωρία
υπάρχουν». Το επιχείρημα αυτό του Sellars επικαλείται σύμφωνα με τον van Fraassen
τον κανόνα της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση.
Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι το να ακολουθούμε κάποιον κανόνα
συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση είναι μια ψυχολογική υπόθεση που εξηγεί
καλύτερα την εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας.
Επίσης ο van Fraassen θεωρεί ότι ακόμη και αν πιστώσουμε στην συναγωγή
αυτή επιτυχία και επάρκεια, πώς θα γνωρίζουμε ότι οδηγεί στην αλήθεια; Στην
διάρκεια της ιστορίας αναδύθηκαν πολλές λαθεμένες επιστημονικές θεωρίες. Πώς
μπορεί να ξεπεράσει το πρόβλημα αυτό ο επιστημονικός ρεαλισμός καταφεύγοντας
στο προσεγγιστικώς αληθές;
Τίθεται τελικά το ερώτημα: Τι σημαίνει αλήθεια κατά προσέγγιση, σεβόμενη
την συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση; Δεδομένου ενός εύρους θεωριών
εναλλακτικών επιλογών , ο επιστημονικός ρεαλισμός θεωρεί ότι πρέπει να
πιστέψουμε ότι μια τουλάχιστον θεωρία είναι αληθής. Είμαστε σίγουροι ότι αυτό το
εύρος των θεωριών περιλαμβάνει μια τουλάχιστον αληθή θεωρία;
Τίθεται επίσης και ένα άλλο ερώτημα: «Τι σημαίνει καλύτερη εξήγηση»;
«Έχει ευρέως υποστηριχθεί ότι η χρήση από τους ρεαλιστές μιας συναγωγής στην
καλύτερη εξήγηση για την υπεράσπιση της θεωρίας τους είναι κυκλική και συνιστά
λήψη του ζητουμένου καθώς θεωρεί δεδομένη την αξιοπιστία ενός τύπου συναγωγής
ο οποίος αμφισβητείται από τους μη ρεαλιστές».41 Ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί ότι η
κατηγορία της κυκλικότητας χάνει την αξία της στο πλαίσιο εντός ενός
νατουραλιστικού πλαισίου. Και αυτό γιατί δεν ζητείται η δικαιολόγηση όπως λέει των
απαγωγικών μεθόδων με την ιντερναλιστική έννοια (όπως γνωρίζουμε
ιντερναλιστικές απόψεις είναι ο θεμελιωτισμός και ο συνεκτικισμός) αλλά η εξήγηση
41
Αυτ., σελ. 55.
23
24. 24
τους με την επιστημολογική εξτερναλιστική έννοια (θυμόμαστε την αξιοπιστοκρατία
– reliabilism).
Θεωρεί λοιπόν ο Στάθης Ψύλλος ότι δεν υφίσταται θέμα κυκλικότητας στην
εξήγηση αυτή και αυτό άπτεται της απαγωγικής υπεράσπισης της Συναγωγής στην
καλύτερη εξήγηση. Φιλόσοφοι όπως ο Ψύλλος, ο Boyd, o Trout επιχειρούν να
εξουδετερώσουν την κατηγορία αυτή της κυκλικότητας της ΣΚΕ (Συναγωγή στην
Καλύτερη Εξήγηση) θεωρούντες ότι η απαγωγή αποτελεί το μόνο τύπο ενισχυτικής
συναγωγής. Σε μια δημοσίευση του ο Bas van Fraassen42 στην οποία
επιχειρηματολογεί εναντίον του Στάθη Ψύλλου,43 όσον αφορά την απαγωγή και τη
συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση, θεωρεί ότι τα επιχειρήματά του εναντίον της ΣΚΕ
δεν ανατρέπονται από την επιχειρηματολογία του Ψύλλου ο οποίος αποτυγχάνει –
κατά την γνώμη του Van Fraassen πάντοτε – να αποδείξει ότι η αποκήρυξη της ΣΚΕ
από τον Van Fraassen αποδυναμώνει την θέση του για τον καθαρό σκεπτικισμό.
Ο Στάθης Ψύλλος στη δημοσίευσή του για τον απαγωγικό συλλογισμό 44
θεωρεί ότι ο van Fraassen αναρωτιέται για το αν αξίζει κανείς να εμπιστεύεται
πρακτικές τέτοιου είδους. Αναλύοντας ο Στάθης Ψύλλος τη στάση του van Fraassen
για την απαγωγή αναφέρεται σε δύο επιχειρήματα του τελευταίου εναντίον της
συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση. Στο επιχείρημα (from the bad lot) και στο
επιχείρημα (from indifference) . Όσον αφορά στο πρώτο επιχείρημα ο Στάθης Ψύλλος
επιθυμεί να αποδείξει ότι και οι δύο πλευρές, οι επιστημονικοί ρεαλιστές και οι
οπαδοί του κατασκευαστικού εμπειρισμού, χρειάζεται να επικαλεστούν ένα είδος
προνομίου ώστε να έχουν θεμελιωμένες κρίσεις που απαιτούν από τις επιστημονικές
θεωρίες. Όσον αφορά στο δεύτερο επιχείρημα, ο Στάθης Ψύλλος επιθυμεί να δείξει
42
Bas van Fraassen, “A Defence of Van Fraassen’ s Critique of Abductive Inference: Reply to Psillos”
The Philosophical Quarterly, Vol. 47, No 188 (305 – 321)
43
Stathis Psillos, “On Van Fraassen‘s Critique of Abductive Reasoning”, Philosophical Quarterly,
Volume 46, Issue 182 (January 1996), 31 – 47.
44
Stathis Psillos, “On Van Fraassen‘s Critique of Abductive Reasoning”, Philosophical Quarterly,
Volume 46, Issue 182 (January 1996), 31 – 47
24
25. 25
ότι κρίσεις πάνω σε κατά προσέγγιση αληθείς θεωρίες δεν επηρεάζονται πλέον
περισσότερο από το επιχείρημα (from indifference) όσο οι κρίσεις προερχόμενες από
την εμπειρική επάρκεια.
Καταλήγοντας ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί ότι ο van Fraassen αποτυγχάνει να
υπονομεύσει την απαγωγή. Σύμφωνα με τον Στάθη Ψύλλο, όχι μόνο αποτυγχάνει ο
van Fraassen να την υπονομεύσει αλλά ακόμη και εάν επιτύγχανε, θα υπονόμευε
εξίσου και απαραιτήτως την δική του εμπειριστική θέση μειώνοντας την σε έναν
καθαρό σκεπτικισμό.
Ο van Fraassen αντιλέγων45 θεωρεί ότι ο Στάθης Ψύλλος διακρίνει μεταξύ
οριζόντιας και κάθετης συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση. Σύμφωνα με τον Στάθη
Ψύλλο ο van Fraassen αμφισβητεί μόνον τη κάθετη έννοια της ΣΚΕ. Ο van Fraassen
όμως υποστηρίζει ότι ο Στάθης Ψύλλος λέγοντας αυτό, διαπράττει ένα λάθος το
οποίο αποτελεί προϊόν παρερμηνείας.
Ο van Fraassen συνεχίζει λέγοντας ότι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν
αποτελεί μια επιστημολογία αλλά μια οπτική υπο την οποία θεωρείται η επιστήμη. Οι
οπαδοί του κατασκευαστικού εμπειρισμού και οι οπαδοί του επιστημονικού
ρεαλισμού αποτελούν δύο κατηγορίες φιλοσόφων, συνεχίζει ο van Fraassen, οι οποίοι
έχουν διαφορετική οπτική γωνία υπο την οποία βλέπουν την επιστήμη. Η τάση λέει ο
van Fraassen, να συγχέονται ο κατασκευαστικός εμπειρισμός με τον επιστημονικό
αγνωστικισμό έχει οδηγήσει σημαντικά στην εξώθηση στα άκρα ενός σκεπτικισμού.
Ο Στάθης Ψύλλος, υποστηρίζει ο van Fraassen, δεν ξεχωρίζει πάντοτε τους
κύριους στόχους του, τον κατασκευαστικό εμπειρισμό, ως θέση αντιτιθέμενη στον
επιστημονικό ρεαλισμό.
45
Bas van Fraassen, “A Defence of Van Fraassen’ s Critique of Abductive Inference: Reply to Psillos”
The Philosophical Quarterly, Vol. 47, No 188 (305 – 321)
25
26. 26
Ο van Fraassen απορρίπτει τον επιστημονικό ρεαλισμό όχι διότι θεωρεί αυτόν
παράλογο αλλά διότι απορρίπτει τον «πληθωρισμό μεταφυσικής» 46 που τον
συνοδεύει. Ο Στάθης Ψύλλος, αναφερόμενος στο «σχεδίασμα για μια επιστημολογία»
του van Fraassen, λέει ότι ο τελευταίος προτείνει ότι η μοναδική πίστη στην
εμπειρική επάρκεια των θεωριών μπορεί να βασισθεί στην μαρτυρία. Ο van Fraassen
αντιτείνει ότι η εμπειρική επάρκεια μιας υπόθεσης είναι πάντοτε περισσότερο
αξιόπιστη από την αλήθεια αυτής της υπόθεσης.
Η διαφορά με τον επιστημονικό ρεαλισμό στο θέμα αυτό, σύμφωνα πάντα με
τον van Fraassen, άπτεται της σημασίας της ΣΚΕ ως εξήγησης ή μάλλον ως επαρκούς
εξήγησης.
Ο Στάθης Ψύλλος, απαντώντας στην θεώρηση αυτή του van Fraassen, λέει
ότι ο τελευταίος διατηρεί μια επιλεκτική στάση απέναντι στην ΣΚΕ θεωρώντας ότι η
ΣΚΕ δεν εγγυάται την αξιοπιστία όταν η δυνατότητα της εξήγησης από τις
αποδείξεις – μαρτυρίες εκτείνεται στο κόσμο των μη παρατηρήσιμων.
Β. 3. Τα όρια της απαίτησης για εξήγηση.
47
Ο van Fraassen αναφερόμενος στον Smart και τα επιχειρήματά του για τον
επιστημονικό ρεαλισμό (διάκριση μεταξύ αληθών και απλώς χρήσιμων θεωριών)
υποστηρίζει ότι η χρησιμότητα μιας θεωρίας δεν είναι παρά μια απλή διαπίστωση. Το
46
Bas van Fraassen, “A Defence of Van Fraassen’s Critique of Abductive Inference: Reply to Psillos”
The Philosophical Quarterly, Vol. 47, No 188, 317.
47
B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ. 37.
26
27. 27
γεγονός ότι τα παρατηρήσιμα φαινόμενα εμφανίζουν βασικές κανονικότητες αποτελεί
επίσης μια διαπίστωση.
Ο Smart υποστηρίζει ότι η εργαλειακή χρησιμότητα πάνω στην οποία
βασίζονται οι θέσεις του αντιρεαλισμού μπορεί να εξηγηθεί μόνον μέσω αναφοράς
τους στην αλήθεια των θέσεων αυτών.
Ο αντίλογος του van Fraassen απέναντι στην παραπάνω θέση είναι ότι η
εμπειρική επάρκεια μας παρέχει μια εξήγηση. Το εξηγητέον αποτελεί τον τελικό
στόχο της επιστήμης. Η εμπειρική επάρκεια υπερκαλύπτει όλα τα φαινόμενα, ακόμη
και τις κανονικότητες των μη παρατηρήσιμων φαινομένων.
«Από τις αντιπαραθέσεις του Μεσαίωνα ανακαλούμε την νομιναλιστική
απάντηση ότι οι βασικές κανονικότητες είναι απλώς γυμνές κανονικότητες, μη
επιδεχόμενες εξήγησης».48 Δύο συμβάντα τα οποία είναι αποτέλεσμα σύμπτωσης
μεταξύ τους μπορούν να εξηγηθούν ανεξάρτητα. Ο van Fraassen παρέχει ένα
παράδειγμα από την κβαντική μηχανική όπου οι συσχετισμοί δεν έχουν πραγματικά
κοινή αιτία με την παραδοσιακή έννοια.
Β. 4. Περιορισμοί στην εξήγηση.
Στην πραγματικότητα, λέει ο van Fraassen, δεν προσδοκούμε ότι οι θεωρίες
μας θα «σώζουν» τις κοινές καθημερινές μας γενικεύσεις, αφού ούτε εμείς οι ίδιοι
έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στην αυστηρή καθολικότητά τους. 49 Οι εμπειρικές
48
Αυτ., σελ. 38.
49
B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ 50.
27
28. 28
γενικεύσεις των παρατηρήσιμων φαινομένων υπόκεινται σε εξαιρέσεις. Ο Sellars
υποστηρίζει ότι πρέπει να απευθυνθούμε στο μη παρατηρήσιμο ώστε να εξηγήσουμε
τις παρατηρήσιμες μη κανονικότητες. « Αν όλες οι μη παρατηρήσιμες οντότητες δεν
υπάρχουν, αν οι θεωρητικοί ισχυρισμοί δεν είναι καλά επικυρωμένες και αληθείς
περιγραφές ενός μη παρατηρήσιμου κόσμου, τότε δεν είναι δυνατόν να εξηγήσουμε
την εμπειρική επιτυχία της επιστήμης και την πρόβλεψη συσχετισμών μεταξύ των
παρατηρήσιμων οντοτήτων».50
Β. 5. Το Ύστατο Επιχείρημα.
Ο Putnam ερχόμενος σε διάλογο με τον Michael Dummett για την διατύπωση του
επιστημονικού ρεαλισμού προσφέρει ένα νέο επιχείρημα για την υπεράσπισή του, το
λεγόμενο Ύστατο Επιχείρημα51: « Το θετικό επιχείρημα για τον ρεαλισμό είναι ότι
50
Psillos Stathis, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ 50.
51
Putnam Hilary, Mathematics, Matter and Method, Cambridge, Cambridge University Press, 1975,
Vol 1 σελ. 69.
28
29. 29
αποτελεί τη μόνη φιλοσοφική θέση που δεν καθιστά θαύμα την επιτυχία της
επιστήμης». Απέναντι στην ρήση αυτή του Putnam ο van Fraassen λέει σαρκαστικά
ότι «υπάρχει στον κόσμο η κανονικότητα ότι οι επιστημονικές προβλέψεις συνήθως
εκπληρώνονται και αυτή η κανονικότητα απαιτεί συνήθως μια εξήγηση. Άπαξ και
ικανοποιηθεί αυτή η απαίτηση της εξήγησης, έχουμε φθάσει δικαιωματικά στο
ύστατο τέλος των εξηγήσεων».52
Ο van Fraassen θεωρεί αυτή την ικανοποίηση για εξήγηση πολύ παραδοσιακή.
Θεωρεί ότι κάθε θεωρία έρχεται για να ζήσει σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Μόνον οι επιτυχείς θεωρίες επιβιώνουν. Υποστηρίζει δηλαδή ότι η επιτυχία της
επιστήμης δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη διότι δεν είναι θαύμα. Πρέπει όμως να
προβληματισθούμε γιατί επιλέγουμε μια θεωρία βασιζόμενοι στην εμπειρική της
επάρκεια. Τι σημαίνει λοιπόν εμπειρική επάρκεια; Και ποια η σχέση της εμπειρικής
επάρκειας με την επιτυχία μιας θεωρίας να συλλάβει τις κανονικότητες της φύσης; Η
ερώτηση αυτή μας οδηγεί σε ατραπούς που σχετίζονται με το εξηγητέο. Θα
ασχοληθούμε με αυτό το θέμα στο επόμενο κεφάλαιο.
Β. 6. «Σώζειν τα Φαινόμενα».
Όταν έρχονται σε διάλογο οι ρεαλιστές με τους αντιρεαλιστές, για τις
επιστημονικές θεωρίες, επιθυμούν να εκθέσουν τις θεωρίες τους για το πώς
βλέπει ο καθένας τους τον κόσμο. Ο ρεαλιστής θεωρεί την αλήθεια των
επιστημονικών θεωριών ως κριτήριο της ισχύος τους, ενώ ο αντιρεαλιστής
52
B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ 60.
29
30. 30
θεωρεί ότι η επιστήμη ασχολείται με κάποιες παρατηρήσιμες περιοχές της
πραγματικότητας, με άλλα λόγια το περιεχόμενο μιας θεωρίας που ασχολείται με
πράγματα τα οποία είναι δυνατόν να παρατηρηθούν επηρεάζει την εμπειρική
επάρκεια της θεωρίας αυτής.
Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι το τι είναι παρατηρήσιμο αποτελεί κάτι
ανεξάρτητο από τα ζητήματα που η θεωρία θέτει. Η θεωρία ενδέχεται να έχει μια
συγκεκριμένη εσωτερική δομή ενδέχεται επίσης να αποτελεί μέρος ενός
γενικότερου επιστημονικού παραδείγματος ή προγράμματος.
Η σχέση θεωρίας και παρατηρήσιμου - επισημάνθηκε και ανωτέρω –
επηρεάζεται από τη σχέση παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου. Η
εννοιολόγηση μιας παρατήρησης, μιας περιγραφής της πραγματικότητας αποτελεί
αντικείμενο ταξινόμησης στην επιστημονική κοινότητα και δεν μπορεί να
επηρεάσει καθοριστικά τη διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη
παρατηρήσιμου. Η διάκριση αυτή, λέει ο van Fraassen, μεταξύ του
παρατηρήσιμου και του όλου της πραγματικότητας αποτελεί ανθρωποκεντρικό
γνώρισμα.
Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός του van Fraassen πρεσβεύει ότι «αυτό που
ενδιαφέρει την επιστήμη είναι η εμπειρική επάρκεια και όχι η αναζήτηση της
αλήθειας που εκτείνεται πέραν αυτής.»53 Άρα έχουμε μια περιγραφή ενός
τμήματος της πραγματικότητας σε αντιδιαστολή από το όλον της
πραγματικότητας. Ο επιστημονικός ρεαλισμός, λέει ο van Fraassen, αισθάνεται
άβολα με αυτή τη διάκριση. Αυτό που έχει σημασία, συνεχίζει, «είναι η εμπειρική
επάρκεια και όχι η αλήθεια ή το ψεύδος των περιγραφών που υπερβαίνουν τα
παρατηρήσιμα φαινόμενα. Η εμπειρική επάρκεια συσχετίζει τη θεωρία προς τα
53
B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ 95.
30
31. 31
ενεργεία φαινόμενα».54 Άλλο πράγμα λοιπόν είναι η εμπειρική επάρκεια και άλλο
η αλήθεια.
Τι σημαίνει να είναι η θεωρία εμπειρικά επαρκής: Ο van Fraassen υποστηρίζει
ότι αυτό συμβαίνει όταν η θεωρία αυτή έχει κάποιο μοντέλο τέτοιο ώστε να
υπάρχει ισομορφισμός των φαινομένων που η θεωρία περιγράφει. Πολλές φορές
τα φαινόμενα που η θεωρία περιγράφει συσχετίζονται στο μοντέλο αυτό τυχαία.
Συσχετιζόμενα τα φαινόμενα αυτά στο μοντέλο της θεωρίας καθίστανται και
αυτά θεωρία.
Η θεωρία ως μεταβλητή παρουσιάζεται ενίοτε ως «μεταφυσικό φορτίο» κατά
τον van Fraassen. Θυμόμαστε στο κεφάλαιο για την Συναγωγή στην Καλύτερη
Εξήγηση την αναφορά του ίδιου για τον «πληθωρισμό μεταφυσικής» στον
επιστημονικό ρεαλισμό. Εξαιτίας τούτου υφίστανται δύο επιστημικές στάσεις
απέναντι σε μια θεωρία, η αντιμετώπισή της ως αληθούς και η αντιμετώπισή της
ως εμπειρικά επαρκούς. Το θέμα για τον van Fraassen είναι ότι ο ισχυρισμός της
εμπειρικής επάρκειας είναι ασθενέστερος του ισχυρισμού της αλήθειας της
θεωρίας και σωζόμαστε κατά τον τρόπο αυτό από τη μεταφυσική διατηρώντας
λιγότερες δογματικές βεβαιότητες.
Γ 1. Τι είναι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός.
Γ 1 α) Η Εμπειρική Επάρκεια.
Ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί55 ότι «οι εμπειρικές προτάσεις ξεχωρίζουν από τις
άλλες όχι γιατί παίζουν το ρόλο του θεμελίου αλλά γιατί παίζουν το ρόλο του
54
Αυτ., σελ 99. Τα πλάγια γράμματα είναι του συγγραφέα.
55
Στάθης Ψύλλος, «Εμπειρία: Θεμελίωση ή περιορισμός;» κείμενο από τις Πανεπιστημιακές Διαλέξεις
του συγγραφέα στο τμήμα ΜΙΘΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μάρτιος 2004 Αθήνα στην ιστοσελίδα:
http://old.phs.uoa.gr/~psillos/
31
32. 32
υπονομευτή. Και τούτο γιατί δεν είναι εύκολα υπονομεύσιμες». Τι πετυχαίνουμε
μέσω της εμπειρίας μας; Να αντιληφθούμε τον κόσμο. Τη γύρω μας
πραγματικότητα. Η εμπειρία μας προσφέρει δεδομένα μέσω των αισθήσεών μας.
Έχουμε όμως το δικαίωμα να βασισθούμε στα δεδομένα των αισθήσεων μας; Η
μήπως η αποδοχή αυτών των δεδομένων μας βοηθά απλώς να ερμηνεύσουμε τον
κόσμο, να «σώσουμε τα φαινόμενα»;
Το ερώτημα που μας βασανίζει εδώ άπτεται της υπόστασης της ίδιας της
επιστήμης. Είναι δυνατόν η παρατήρηση των φαινομένων μέσω των αισθήσεών
μας να «καταδεικνύει με αναμφίβολο τρόπο τις υποτιθέμενες αιτιακές συνδέσεις
που βρίσκονται πίσω από αυτά;» 56 Το πρόβλημα αυτό οδήγησε, σύμφωνα με τον
van Fraassen, στον φιξιοναλισμό του P. Duhem αλλά και στην αντίδραση του
λογικού εμπειρισμού του H. Riechenbach. Η επιστήμη τώρα πια, ισχυρίζεται ο
van Fraassen, αποσκοπεί «στο να βρει μια περιγραφή η οποία να εξηγεί τις
παρατηρήσιμες διαδικασίες».
Ο, τι δηλαδή είναι παρατηρήσιμο περιγράφεται από την επιστημονική θεωρία
η οποία «σώζει τα φαινόμενα». Πρόκειται περί μιας εμπειριστικής τοποθέτησης
του van Fraassen η οποία αφορά την κατασκευή παραδειγμάτων – μοντέλων
επαρκών για την εξήγηση των φαινομένων. Η θεωρία του van Fraassen, σύμφωνα
με τον Ian Hacking57, αρνείται το επιστημολογικό συστατικό στις επιστημονικές
θεωρίες, δεν δέχεται δηλαδή ότι μπορούμε να έχουμε εγγυημένη πίστη στις
θεωρίες. Είτε είναι αληθείς, είτε ψευδείς δεν έχει σημασία για εμάς, προκειμένου
να κατανοήσουμε τις μη παρατηρήσιμες οντότητες δεν διαθέτουμε καμία
εγγυημένη θεωρία.
56
Bas van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ.2. (το ερωτηματικό είναι του γράφοντος της
παρούσα εργασία).
57
Ian Hacking, Representing and Intervening, εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα 2002, σσ: 59 – 60.
32
33. 33
Μπορούμε να αποδείξουμε ότι υπάρχουν ηλεκτρόνια; Υπάρχει
πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να παρατηρηθεί από εμάς τους ανθρώπους.
Συνεχιστής του Hume, ο Bas van Fraassen, ονομάζει τον εαυτό του
κατασκευαστικό εμπειριστή. Εμπειριστή όμως όχι με την μορφή που έδωσαν στον
εμπειρισμό οι λογικοί θετικιστές (Carnap R. και άλλοι). Θεωρεί ότι οι θεωρίες
πρέπει να λαμβάνονται κυριολεκτικά αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι αληθείς.
Ο Bas van Fraassen αντιτίθεται στη μεταφυσική. Λέει χαρακτηριστικά στην
Επιστημονική Εικόνα στο 3ο κεφάλαιο ότι η απόδειξη της εμπειρικής επάρκειας
είναι κατά πολύ ασθενέστερη από την απόδειξη της αλήθειας και ο περιορισμός
αυτός μας απελευθερώνει από τη μεταφυσική. Ο Bas van Fraassen, λέει ο Ian
Hacking, είναι υπέρ της παρατήρησης και ενάντια στις αιτίες. Υποβαθμίζει τη
σημασία της εξήγησης, δεν πιστεύει ότι η εξήγηση οδηγεί στην αλήθεια. 58
Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός του van Fraassen θεωρεί ότι το να
αποδεχθούμε μια θεωρία σημαίνει για μας να πιστέψουμε ότι είναι εμπειρικά
επαρκής. Η διαμάχη για το αν μια θεωρία σώζει τα φαινόμενα μπορεί να
ερμηνεύσει τον κόσμο είναι πολύ παλαιά. Μας αναφέρει χαρακτηριστικά ο P.
Duhem την αντίθεση μεταξύ αβερροϊστών και οπαδών του πτολεμαϊκού
συστήματος. « Οι αβερροϊστές θεωρούσαν ότι είναι δυνατόν από ένα μεταφυσικό
δόγμα να συναχθεί μια αστρονομική θεωρία, ενώ οι οπαδοί του πτολεμαϊκού
συστήματος πίστευαν ότι ο ακριβής έλεγχος των φαινομένων μέσω της
παρατήρησης μπορούσε να αποδώσει βεβαιότητα»
«Ακολουθώντας αντίθετες διαδρομές, συνεχίζει ο P. Duhem, κατέληξαν και οι
δύο πλευρές στο ίδιο λάθος: θεωρούσαν ότι οι υποθέσεις στις οποίες βασίζεται η
θεωρία τους έχουν αληθινή υπόσταση». Αυτό περίπου υπονοούσε ο Πάπας
Ουρβανός όταν υπενθύμιζε στον Γαλιλαίο ότι όσο πολλές και αν είναι οι
58
Αυτ., σελ 87.
33
34. 34
εμπειρικές επιβεβαιώσεις δεν μπορούν ποτέ να μετατρέψουν μια υπόθεση σε
βεβαιότητα.59 Ο ινστρουμενταλισμός60 του Duhem τον οδηγεί στην παραδοχή ότι
δεν είναι αναγκαία η γνώση μιας μη παρατηρήσιμης πραγματικότητας πίσω από
τα αντιληπτά φαινόμενα. Πέρα από την εμπειρική επαλήθευση υπάρχει η
μεταφυσική. Η μεταφυσική είναι κάτι που απεχθάνεται ο Bas van Fraassen, όπως
και ο P. Duhem. Βέβαια στον Duhem δεν απαντάται η έννοια της εμπειρικής
επάρκειας αλλά μόνον η σύμπτωση της επιστημονικής θεωρίας με τα φαινόμενα,
όπως και η φόρτιση της επιστημονικής παρατήρησης από τη θεωρία (theory –
laden) που πολλές φορές οδηγεί, σύμφωνα με τον Ian Hacking61 σε μια εκδοχή
ιδεαλισμού.
Τελικά μπορούμε να πούμε ότι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός αφορά μια σε
μια εμπειρική διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμων και μη παρατηρήσιμων
φαινομένων και σε έναν επιστημολογικό διαχωρισμό μεταξύ πίστης και
επιστημονικών παραδοχών. Μπορεί λοιπόν να επικεντρωθεί η ανάλυσή μας στο
διαχωρισμό μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου για να αντιληφθούμε
την έννοια της εμπειρικής επάρκειας του κατασκευαστικού εμπειρισμού του van
Fraassen. Θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την παραδοχή ότι δεν υπάρχουν
αποχρώντες λόγοι οι οποίοι μας οδηγούν στην υπόθεση ότι οι παρατηρήσιμες
οντότητες που προέρχονται από την παρατήρηση μας μέσω των αισθήσεων είναι
περισσότερο πραγματικές από τις μη παρατηρήσιμες οντότητες οι οποίες
προέρχονται από μια εργαλειοκρατικού τύπου ανακάλυψη.
Επίσης πρέπει να παραδεχθούμε ότι τόσο οι παρατηρήσιμες όσο και οι μη
παρατηρήσιμες οντότητες είναι φορτισμένες από θεωρία. Ο κατασκευαστικός
59
P. Duhem, …, ό.π., σελ 206
60
Ο P. Duhem προσφέρει και επιχειρήματα κατά του ινστρουμενταλισμού. Προσπάθησε να
συμβιβάσει μια μορφή ινστρουμενταλισμού με μια μορφή του επιστημονικού ρεαλισμού. Περισσότερα
στο επίμετρο Β’ του Σώζειν τα Φαινόμενα : «Η Φιλοσοφία της Επιστήμης του P. Duhem, Μεταξύ
επιστήμης και μεταφυσικής», Στάθης Ψύλλος και Μιλένα Ιβάνοβα, σσ 255-298.
61
Ian Hacking, Representing and Intervening, …, ό.π., σελ. 181.
34