4. Δημιουργία Μιχαηλίδης Πέτρος
Paul Gauguin: Από πού ερχόμαστε; Τι είμαστε; Πού πάμε;
Από πού ερχόμαστε; Τι είμαστε; Πού πάμε; είναι ο τίτλος ενός από τους γνωστότερους ζωγραφικούς πίνακες του Γάλλου ζωγράφου Πωλ Γκωγκέν.
To 1897 ο μεγάλος ζωγράφος Paul Gauguin βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση. Η υγεία και τα οικονομικά του επιδεινώνονται. Αποκαρδιωμένος, θα προσπαθήσει να θέσει τέρμα
στη ζωή του πίνοντας αρσενικό.
Αφήνει παρακαταθήκη το magnus opus του «Από πού ερχόμαστε; Ποιοί είμαστε; Πού πάμε;», που αποτελεί ένα είδος καλλιτεχνικής διαθήκης. Το δηλητήριο δεν θα
επιδράσει, αλλά δεν θα αργήσει να τον βρει ο θάνατος.
Αν διαβάσουμε τον πίνακα από δεξιά προς αριστερά, βλέπουμε την πορεία του ανθρώπου, από τη γέννηση ως το θάνατο.
Ο Γκωγκέν ενέγραψε τον τίτλο αυτό – στα γαλλικά – στην άνω αριστερή γωνία του πίνακα: D’où Venons Nous / Que Sommes Nous / Où Allons Nous. Στην άνω δεξιά γωνία
υπέγραψε και έβαλε την ημερομηνία του πίνακα: P. Gauguin / 1897.
Δημιουργημένος στην Ταϊτή, ο πίνακας βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης, στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ.
Ο Γκωγκέν έφυγε για την Ταϊτή το 1891, αναζητώντας μια πιο απλή και στοιχειώδη κοινωνία από αυτήν της γενέτειράς του Γαλλίας. Παράλληλα με διάφορους άλλους πίνακες
που δημιούργησε και οι οποίοι εκφράζουν μία υψηλά ατομιστική μυθολογία, ξεκίνησε τον πίνακα αυτό το 1897 και τον ολοκλήρωσε το 1898, θεωρώντας τον αριστούργημα και
αποκορύφωμα των σκέψεών του.
5. Δημιουργία Μιχαηλίδης Πέτρος
Οι έφοροι του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης όπου βρίσκεται σήμερα ο πίνακας, συνεχώς ανανεώνουν τη λίστα του ιστορικού ιδιοκτησίας του πίνακα, θεωρώντας
πως ο κατάλογός τους δεν είναι πλήρης. Σε κάθε περίπτωση το 1898 ο Γκωγκέν έστειλε τον πίνακα στο ζωγράφο και συλλέκτη Ζωρζ-Ντανιέλ ντε Μονφρίντ (Georges-Daniel
de Monfreid) στο Παρίσι. Ακολούθως, πωλήθηκε σε διάφορους άλλους Παριζιάνους και Ευρωπαίους εμπόρους και συλλέκτες μέχρι την αγορά του από την Γκαλερί Μαρί
Χάρριμαν στη Νέα Υόρκη το 1936. Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης τον απέκτησε από τη Γκαλερί Μαρί Χάρριμαν στις 16 Απριλίου 1936.
Ο πίνακας εκτίθετο στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου στην έκθεση «Από τον Σεζάν στον Πικάσο»(«Cézanne to Picasso») από τις 17 Φεβρουαρίου μέχρι τις 12 Μαΐου 2007.
Από τότε έχει επιστραφεί στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. Έχει περίπου 1,5 μ. ύψος και πάνω από 3,60 μ. μήκος.
Ο Γκωγκέν – αφού είχε ορκιστεί πως θα αυτοκτονούσε μετά την ολοκλήρωση του πίνακα, κάτι που είχε επιχειρήσει νωρίτερα – υπέδειξε πως ο πίνακας πρέπει να «διαβαστεί»
από δεξιά προς αριστερά, με τις τρεις μείζονες ομάδες προσώπων να απεικονίζουν τα ερωτήματα που θέτει ο τίτλος. Οι τρεις γυναίκες με το παιδί αντιπροσωπεύουν το ξεκίνημα
της ζωής. Η μεσαία ομάδα συμβολίζει την καθημερινή εμπειρία της νεαρής ενήλικης ζωής. Στην τελευταία ομάδα, σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, βλέπουμε «μια γριά γυναίκα η
οποία καθώς προσεγγίζει το θάνατο εμφανίζεται συμφιλιωμένη και παραιτημένη στις σκέψεις της»· στα πόδια της «ένα περίεργο άσπρο πουλί… αναπαριστά τη ματαιότητα των
λέξεων.» Το μπλε είδωλο στο υπόβαθρο προφανώς απεικονίζει ό,τι ο Γκωγκέν περιέγραφε ως «το Επέκεινα». Για το σύνολο της απεικόνισης είπε, «Πιστεύω πως αυτός ο
πίνακας όχι μόνο ξεπερνά όλους τους προηγούμενούς μου, αλλά κι ότι δεν θα ξανακάνω κάτι καλύτερο – ή τουλάχιστον όμοιο του.»
Ο πίνακας αποτελεί επίταση της πρωτοποριακής μεταϊμπρεσιονιστικής τεχνοτροπίας του Γκωγκέν. Η τέχνη του τόνισε τη ζωντανή χρήση χρωμάτων και πυκνών πινελιών με
τη βούρτσα, που αποτελούν αρχές των ιμπρεσιονιστών, ενώ αποσκοπούσε στη διαβίβαση συναισθηματικού και εκφραστικού σφρίγους. Αναδύθηκε σε συνδυασμό με άλλα
αβάν γκαρντ κινήματα του εικοστού αιώνα, συμπεριλαμβανομένων του κυβισμού και του φωβισμού.
Ο Γκωγκέν υπήρξε μαθητής στο Petit Séminaire de La Chapelle-Saint-Mesmin, έξω από την Ορλεάνη, από την ηλικία των έντεκα ως δεκάξι. Τα μαθήματά του εκεί
περιελάμβαναν μία τάξη Καθολικής λειτουργίας. Ο δάσκαλος της τάξης αυτής ήταν ο Επίσκοπος της Ορλεάνης Φελίξ-Αντουάν-Φιλιμπέρ Ντυπανλού (Félix-Antoine-Philibert
Dupanloup). Ο Ντυπανλού είχε καταστρώσει τη δική του κατήχηση για να εδραιωθεί στα μυαλά των νέων μαθητών, και για να τους οδηγήσει προς πρέποντες πνευματικούς
αναλογισμούς για τη φύση της ζωής. Τα τρία θεμελιώδη ερωτήματα της κατήχησης ήταν: «Από πού έρχεται η ανθρωπότητα;», «Πού πηγαίνει;». «Πώς προχωρά η
ανθρωπότητα;». Αν και στη μετέπειτα ζωή του ο Γκωγκέν υπήρξε κραυγαλέα αντικληρικός, αυτά τα ερωτήματα από την κατήχηση του Ντουπανλούπ είχαν προφανώς
αποτυπωθεί στο μυαλό του.
Πηγή: Ιστότοπος Αντιφωνίες