2. Ο ΠΟΙΗΣΗ : Κψνςσανσίνορ Καπτψσάκηρ
Ο Κώςσαρ Καπτψσάκηρ ήσαν Έλληναρ ποιησήρ και
πεζογπάυορ. Γεννήθηκε ςσην Σπίπολη ςσιρ 30
Οκσψβπίοτ 1896 και ατσοκσόνηςε ςσην Ππέβεζα σο
απόγετμα σηρ 21ηρ Ιοτλίοτ 1928. Σο 1914 ο Κώςσαρ
Καπτψσάκηρ μεσέβη ςσην Αθήνα για ςποτδέρ ςση Νομική
φολή. Έκσοσε ξεκίνηςε νοεπά και σο μεγάλο σοτ έπγο.
Θεψπείσαι ψρ ο κτπιόσεπορ εκυπαςσήρ σηρ ςύγφπονηρ
λτπικήρ ποίηςηρ και σα έπγα σοτ έφοτν μεσαυπαςσεί ςε
πεπιςςόσεπερ από σπιάνσα γλώςςερ. Η ποίηςή σοτ
διδάςκεσαι ςε απκεσά Πανεπιςσήμια σηρ Ελλάδαρ αλλά και
σοτ εξψσεπικού. Για σο έπγο σοτ έφοτν γπαυεί εκασονσάδερ
επγαςίερ και βιβλία, ππαγμασοποιήθηκαν δε δεκάδερ ειδικά
ςτνέδπια.
3. Οι επιπποέρ και οι ποιησικέρ ςτλλογέρ σοτ
Ο Κ. Καπτψσάκηρ έδπαςε κασά σον 20ο αιώνα ςσην ανανεψμένη
παπάδοςη και μεςοπολεμική λογοσεφνία (1919-1944). Έσςι
επηπεάςσηκε ςημανσικά από σο νεοπομανσιςμό και σο
νέοςτμβολιςμό.
Η ππώση ποιησική ςτλλογή σοτ Καπτψσάκη Ο πόνορ σοτ
ανθπώποτ και σψν ππαγμάσψν κτκλουόπηςε σο 1919 και
ακολούθηςε η ςτλλογή Νηπενθή (1921) . Οι δύο ατσέρ ςτλλογέρ
αποσελούν σην ππώση πεπίοδο σοτ έπγοτ σοτ. Η δεύσεπη
πεπίοδορ πεπιλαμβάνει ση ςτλλογή Ελεγεία και άσιπερ (1981).
4. Η ποιησική ςτλλογή ΝΗΠΕΝΘΗ
Σο ποίημα σοτ Καπτψσάκη Μπαλάνσα
ςσοτρ άδοξοτρ ποιησέρ σψν αιώνψν
ανήκει ςσην ποιησική ςτλλογή
Νηπενθή. Η ποιησική ατσή ςτλλογή
πεπιλαμβάνει 27 ποιήμασα. Αν και η
λέξη νηπενθήρ πποέπφεσαι από σο
ςσεπησικό νη + ση λέξη πένθορ κάθε
άλλο παπά φαπούμενα είναι σα
ςτγκεκπιμένα ποιήμασά σοτ.
5. Σο ποίημα
Κώςσαρ Καπτψσάκηρ «Μπαλάνσα ςσοτρ άδοξοτρ ποιησέρ σψν αιώνψν»
Από θεούρ και ανθπώποτρ μιςημένοι,
ςαν άπφονσερ ποτ εξέπεςαν πικποί,
μαπαίνονσαι οι Βεπλαίν· σοτρ απομένει
πλούσορ η πίμα πλούςια και απγτπή.
Οι Οτγκό με «Σιμψπίερ» σην σπομεπή
σψν Ολτμπίψν εκδίκηςη μεθούνε.
Μα εγώ θα γπάχψ μια λτπησεπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι.
Αν έζηςαν οι Πόε δτςστφιςμένοι,
και αν οι Μπψνσλαίπ εζήςανε νεκποί,
η Αθαναςία σοτρ είναι φαπιςμένη.
Κανέναρ όμψρ δεν ανιςσοπεί
και σο έπεβορ εςκέπαςε βαπύ
σοτρ ςσιφοτπγούρ ποτ ανάξια ςσιφοτπγούνε.
Μα εγώ ςαν πποςυοπά κάνψ ιεπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι.
6. Σοτ κόςμοτ η κασαυπόνια σοτρ βαπαίνει
κι ατσοί πεπνούνε αλύγιςσοι και ψφποί,
ςσην σπαγική απάση σοτρ δοςμένοι
ποτ κάποτ πέπα η Δόξα καπσεπεί,
παπθένα βαθτςσόφαςσα ιλαπή.
Μα ξέπονσαρ πψρ όλοι σοτρ ξεφνούνε,
νοςσαλγικά εγώ κλαίψ ση θλιβεπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι.
Και κάποσε οι μελλούμενοι καιποί:
«Ποιορ άδοξορ ποιησήρ» θέλψ να πούνε
«σην έγπαχε μιαν έσςι πενιφπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ
„ναι;»
7. Σι είναι και ποια σα φαπακσηπιςσικά σηρ
μπαλάνσαρ…
Η μπαλάνσα είναι ένα επικολτπικό
ποίημα ποτ αποσελείσαι από 28
ςσίφοτρ ποτ κασανέμονσαι ςε
σπειρ οκσάςσιφερ ςσπουέρ και μια
σεσπάςσιφη. Η ομοιοκασαληξία
σψν οκσάςσιφψν ςσπουών έφει ση
μοπυή αβαββγβγ και σηρ
σεσπάςσιφηρ βγβγ. Ο κασαληκσικόρ
ςσίφορ κάθε ςσπουήρ είναι ο ίδιορ
και ονομάζεσαι επψδόρ.
Η μπαλάνσα φαπακσηπίζεσαι από
μοτςικόσησα η οποία
επιστγφάνεσαι μέςψ σηρ
επανάληχηρ ςσίφψν ενώ
παποτςιάζεσαι να έφει και πτθμό.
8. Λόγορ ςτγγπαυήρ σοτ ποιήμασορ
Οι Βεπλαίν, Πόε και Μπψνσλαίπ επηπέαςαν απουαςιςσικά και ανανέψςαν ση
νεόσεπη ποίηςη. ση ζψή σοτρ όμψρ γνώπιςαν πολλέρ δτςκολίερ, ποτ ουείλονσαν ή
ςσιρ πολισικέρ σοτρ δπαςσηπιόσησερ ή ςσιρ πποςψπικέρ σοτρ αδτναμίερ και ςσην
σόλμη ποτ είφαν να γπάχοτν ποιήμασα, σα οποία ςτγκπούονσαν με σιρ
καθιεπψμένερ ανσιλήχειρ. Γι‟ ατσό κι ο ποιησήρ φπηςιμοποιεί σα επίθεσα
μιςημένοι, δτςστφιςμένοι, (ςαν) νεκποί για να σοτρ πεπιγπάχει.
Ο Καπτψσάκηρ ςτνθέσει σην μπαλάνσα σοτ ατσή για να σιμήςει όλοτρ
εκείνοτρ σοτρ επίδοξοτρ ποιησέρ ποτ παπά σιρ πποςπάθειέρ σοτρ δεν
κέπδιςαν και δεν ππόκεισαι να κεπδίςοτν σην πολτπόθηση αναγνώπιςη.
Χιλιάδερ ποιησέρ, οι οποίοι είσε γιασί σο έπγο σοτρ δεν είφε ιδιαίσεπη αξία
είσε γιασί δεν έλαβε σην αναγκαία πποςοφή, μένοτν ςσην αυάνεια και
ξεφνιούνσαι, φψπίρ ποσέ να μάθει κανείρ γι‟ ατσούρ και σο έπγο σοτρ.
σοτρ άδοξοτρ ποιησέρ σψν αιώνψν, βέβαια, ςτγκασαλέγει ο Καπτψσάκηρ
και σον εατσό σοτ, μιαρ κι η ππώση σοτ ποιησική ςτλλογή δεν είφε σην
ανσαπόκπιςη ποτ πποςδοκούςε. Έσςι, κπίνονσαρ από σην ππώση σοτ
πποςπάθεια και μη γνψπίζονσαρ υτςικά ση διάδοςη ποτ θα αποκσούςαν
σα ποιήμασά σοτ ςσο μέλλον, ο ποιησήρ ανσικπίζει απογοησετμένορ σο
ενδεφόμενο σηρ αποστφίαρ.
9. Σο νόημα σψν ςσίφψν
Από θεούρ και ανθπώποτρ μιςημένοι,
ςαν άπφονσερ ποτ εξέπεςαν πικποί,
μαπαίνονσαι οι Βεπλαίν· σοτρ απομένει
πλούσορ η πίμα πλούςια και απγτπή.
Σο ποίημα γενικόσεπα και οι δύο ππώσερ ςσπουέρ ειδικόσεπα ξεκινούν με
αναυοπέρ ςε πολύ ςημανσικούρ ποιησέρ, οι οποίοι επηπέαςαν με σο έπγο
σοτρ σην ποιησική σέφνη και απέκσηςαν μεγάλη υήμη. Ποιησέρ, όμψρ, ποτ
παπά σο γεγονόρ όσι κασέκσηςαν αιώνια δόξα, έζηςαν πολύ δύςκολερ
κασαςσάςειρ και γνώπιςαν μεγάλερ δτςστφίερ. Έσςι, ο Καπτψσάκηρ
πποσάςςει σο σίμημα σηρ δόξαρ σψν γνψςσών ποιησών, καθιςσώνσαρ ςαυέρ
πψρ η ποιησική κασαξίψςη δε ςημαίνει απαπαίσησα και πποςψπική ετστφία.
Σα πάθη, η εκκενσπικόσησα, οι πολισικέρ και πποςψπικέρ πεποιθήςειρ ποτ
έδψςαν μια ιδιαίσεπη φποιά ςσην ποίηςη σψν μεγάλψν ποιησών, είναι
παπάλληλα κι οι αισίερ ποτ σοτρ οδήγηςαν ςση δτςστφία και σον
κασασπεγμό.
Η θτελλώδηρ ςφέςη σοτ Βεπλαίν με σο νεόσεπό σοτ ποιησή Άπθοτπ Ρεμπό,
είφε ψρ αποσέλεςμα να πάπει διαζύγιο απ‟ ση γτναίκα σοτ και να
υτλακιςσεί για δύο φπόνια, όσαν μεθτςμένορ φσύπηςε σο νεαπό ςύνσπουό
σοτ. Η ζψή σοτ Βεπλαίν θα ςημαδετσεί από σιρ κασαφπήςειρ και από σιρ
ςτνεφείρ πεπιπέσειερ ποτ πποέκτπσαν απ‟ σην αςσάθεια ςσον
επαγγελμασικό και πποςψπικό σομέα.
10. Από θεούρ και ανθπώποτρ μιςημένοι οι Βεπλαίν -ο Καπτψσάκηρ
φπηςιμοποιεί πληθτνσικό για να ςτμπεπιλάβει ςσο παπάδειγμα σοτ
ςτγκεκπιμένοτ ποιησή κι άλλοτρ ςημανσικούρ δημιοτπγούρ ποτ είφαν
παπόμοια πποβλήμασα ςση ζψή σοτρ.
αν άπφονσερ ποτ εξέπεςαν πικποί: με σην παπομοίψςη ατσή ο
ποιησήρ τπονοεί σην ένσονη αλλαγή ςση ζψή σοτ Βεπλαίν, ο οποίορ
παπά σο γεγονόρ όσι γεννήθηκε ςε μια ετκασάςσαση οικογένεια και
είφε ση δτνασόσησα να ζήςει έναν οικονομικά άνεσο βίο, κασέληξε
υσψφόρ να παςφίζει για σην οικονομική σοτ επιβίψςη.
Ο Βεπλαίν, επομένψρ, παπαςτπμένορ από σο πάθορ σοτ για σον
Ρεμπό, κασέςσπεχε σο γάμο σοτ και σιρ επαγγελμασικέρ σοτ
πποοπσικέρ, ανσιμεσψπίζονσαρ μια ςειπά πποβλημάσψν, κέπδιςε όμψρ
σον πλούσο μιαρ ςημανσικήρ ποιησικήρ παπαγψγήρ.
πίμα πλούςια και απγτπή: σο ςσίφο ατσό έφοτμε σο ςφήμα σηρ
ςτνεκδοφήρ, τπό σην έννοια πψρ ο ποιησήρ ανσί να φπηςιμοποιήςει
σον όπο ποιήμασα, για να αναυεπθεί ςσην ποιησική
δημιοτπγία, φπηςιμοποιεί ένα γνώπιςμα σηρ ποίηςηρ, σην
ομοιοκασαληξία.
σοτρ ςσίφοτρ ατσούρ, επίςηρ, έφοτμε μια ςειπά μεσαυοπών:
πικπή, μαπαίνονσαι, πίμα πλούςια και απγτπή.
11. Ανάλτςη ςσίφψν …
Οι Οτγκό με «Σιμψπίερ» σην σπομεπή
σψν Ολτμπίψν εκδίκηςη μεθούνε.
Ο Βίκσψπ Οτγκώ τπήπξε έναρ από σοτρ πιο
ένδοξοτρ ποιησέρ και ςτγγπαυείρ σηρ Γαλλίαρ, με
παγκόςμια αναγνώπιςη, ποτ είφε σην ετστφία κασά
ση διάπκεια σηρ ζψήρ σοτ να γνψπίςει σην
αποθέψςη από σοτρ ςτμπασπιώσερ σοτ.
Σο 1851 ο Ναπολέψν Γ΄ θα αναδειφθεί με
ππαξικόπημα ατσοκπάσοπαρ σηρ Γαλλίαρ κι ο
Οτγκώ, αυού εκυπάςει με ένσονο σπόπο σην
ενανσίψςή σοτ, θα ατσοεξοπιςσεί από ση φώπα, για
να γλισώςει ση δίψξη από σο νέο ατσοκπάσοπα.
Με ση ςτλλογή Σιμψπίερ ο ποιησήρ θα επικπίνει σον
Ναπολέονσα Γ΄ και θα πποαναγγείλει σην
επικπάσηςη σηρ δημοκπασίαρ ςση Γαλλία. Με σοτρ
ατςσηπούρ ςσίφοτρ σοτ είναι ςα να πποκαλεί ο
ποιησήρ σην σιμψπία σοτ από σοτρ θεούρ, αυού
ςσπέυεσαι κασά σοτ Ατσοκπάσοπα, ποτ είφε ση
δύναμη να σον εκδικηθεί.
Η εικοςαεσήρ ατσοεξοπία είναι σο σίμημα ποτ θα
πληπώςει ο Οτγκώ για σιρ ανσιμοναπφικέρ απόχειρ
σοτ και για σην επιθτμία σοτ να δει ση Γαλλία
δημοκπασούμενη.
12. Μα εγώ θα γπάχψ μια λτπησεπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι.
Ο Καπτψσάκηρ, πάνσψρ, παπά σιρ δτςκολίερ ποτ βίψςαν οι
ςημανσικοί ποιησέρ θεψπεί πψρ είφαν σοτλάφιςσον σην ετκαιπία να
δοξαςσούν και να διαςώςοτν σο όνομά σοτρ από ση λήθη, γι‟ ατσό
και θέλει να αυιεπώςει ση λτπησεπή μπαλάνσα σοτ, ςσοτρ άδοξοτρ
ποιησέρ.
σο ποίημα σοτ Καπτψσάκη λανθάνει μια ςύγκπιςη ανάμεςα ςσοτρ
ένδοξοτρ και σοτρ άδοξοτρ ποιησέρ, όποτ οι ππώσοι έφοτν ση υήμη
σοτρ ψρ ανσιςσάθμιςμα για σα βάςανα σηρ ζψήρ σοτρ, ενώ οι
δεύσεποι δεν έλαβαν καν ατσή σην παπηγοπιά. Έσςι, ο ποιησήρ
επιφειπεί να ιςοπποπήςει ατσή σην αδικία, αναλαμβάνονσαρ να
ςτνθέςει ένα ποίημα για όλοτρ σοτρ ομοσέφνοτρ σοτ ποτ παπά σιρ
πποςπάθειέρ σοτρ ξεφάςσηκαν πλήπψρ.
13. Αν έζηςαν οι Πόε δτςστφιςμένοι,
και αν οι Μπψνσλαίπ εζήςανε νεκποί,
η Αθαναςία σοτρ είναι φαπιςμένη.
ση δεύσεπη ςσπουή ο ποιησήρ κάνει μια πιο ςύνσομη αναυοπά ςσοτρ
ένδοξοτρ ποιησέρ κι αυιεπώνει πεπιςςόσεποτρ ςσίφοτρ ςσοτρ άδοξοτρ.
Ο Ένσγκαπ Άλαν Πόε τπήπξε ςημανσικόσασορ ςτγγπαυέαρ και
ποιησήρ, ο οποίορ είφε ςση ζψή σοτ πολλέρ οικονομικέρ δτςκολίερ, ενώ
ο θάνασορ ςε νεαπή ηλικία σηρ ςτζύγοτ -και ππώσηρ ξαδέπυηρ σοτ-
σον οδήγηςε ςσον αλκοολιςμό.
Ο Κάπολορ Μπψνσλαίπ, αν και ςσην ποπεία αναγνψπίςσηκε ψρ έναρ
από σοτρ ςημανσικόσεποτρ Γάλλοτρ ποιησέρ, κασά ση διάπκεια σηρ
ζψήρ σοτ ανσιμεσώπιςε ένσονα οικονομικά πποβλήμασα, εξαπσήςειρ και
υτςικά ση δπιμεία κπισική για σο σολμηπό πεπιεφόμενο σψν ποιημάσψν
σοτ.
Η δτςστφία και η αδτναμία βίψςηρ σηρ ζψήρ ςσην πληπόσησά
σηρ, φαπακσηπίζοτν σοτρ ένδοξοτρ ποιησέρ (εζήςανε νεκποί: οξύμψπο
ςφήμα), οι οποίοι πάνσψρ ανσαμείβονσαι με σην αθαναςία. Σο όνομά
σοτρ θα μείνει για πάνσα ςση μνήμη σψν ανθπώπψν, καθώρ μέςα από
σο έπγο σοτρ κασόπθψςαν να ςτγκινήςοτν και να εμπνεύςοτν σο
αναγνψςσικό κοινό.
15. Κανέναρ όμψρ δεν ανιςσοπεί
και σο έπεβορ εςκέπαςε βαπύ
σοτρ ςσιφοτπγούρ ποτ ανάξια ςσιφοτπγούνε.
Μα εγώ ςαν πποςυοπά κάνψ ιεπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι.
σον ανσίποδα βπίςκονσαι οι άδοξοι ποιησέρ, σοτρ οποίοτρ
ςκεπάζει σο ςκοσάδι και κανείρ δε μιλά γι‟ ατσούρ, μιαρ και σο
έπγο σοτρ δεν είφε ποσέ σην αναγκαία αξία για να σοτρ φαπίςει ση
υήμη.
Οι ςσιφοτπγοί ατσοί -ο Καπτψσάκηρ δεν σοτρ αποκαλεί
ποιησέρ, για να σονιςσεί πψρ σο έπγο σοτρ δεν είφε σιρ
απαισούμενερ ποιησικέρ απεσέρ- ςσιφοτπγούνε ανάξια γπάυοτν
ςσίφοτρ, ποτ δεν έφοτν καμία αξία. Ενσούσοιρ, ο ποιησήρ σοτρ
πποςυέπει σην μπαλάνσα σοτ, ψρ ένδειξη σιμήρ, για σην
πποςπάθεια ποτ ενςτνείδησα, αλλά μάσαια κασέβαλαν.
16. Σοτ κόςμοτ η κασαυπόνια σοτρ βαπαίνει
κι ατσοί πεπνούνε αλύγιςσοι και ψφποί,
ςσην σπαγική απάση σοτρ δοςμένοι
ποτ κάποτ πέπα η Δόξα καπσεπεί,
παπθένα βαθτςσόφαςσα ιλαπή.
Μα ξέπονσαρ πψρ όλοι σοτρ ξεφνούνε,
νοςσαλγικά εγώ κλαίψ ση θλιβεπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι.
Η σπίση ςσπουή σοτ ποιήμασορ αςφολείσαι αποκλειςσικά με σοτρ
άδοξοτρ ποιησέρ, ςε μια πποςπάθεια σοτ ποιησικού τποκειμένοτ να
παποτςιάςει πληπέςσεπα ση ζψή σψν ανθπώπψν εκείνψν ποτ
αυιέπψςαν ση ζψή σοτρ ςσην ποίηςη, φψπίρ ποσέ να βποτν σην
αναγνώπιςη ποτ πποςδοκούςαν.
Οι επίδοξοι ποιησέρ βπίςκονσαι ανσιμέσψποι με σην πεπιυπόνηςη
σοτ κόςμοτ, τπό σην έννοια πψρ δεν έφοτν κασοπθώςει να
αποκσήςοτν υήμη και να γνψπίςοτν σην επιστφία, παπά ση μεγάλη
αυοςίψςη ποτ δείφνοτν ςσο έπγο σοτρ. Έσςι, μπποςσά ςσην
πεπιυπόνηςη σψν άλλψν οι επίδοξοι ποιησέρ διασηπούν σην
πεπηυάνια σοτρ, έφονσαρ πάνσοσε σην χετδαίςθηςη πψρ η Δόξα
σοτρ πεπιμένει, και απγά ή γπήγοπα θα δικαιψθούν για σιρ θτςίερ
ποτ έκαναν.
17. Ο Καπτψσάκηρ σοτρ φαπακσηπίζει «φλψμούρ» θέλονσαρ να
αποδώςει σην κούπαςη και ση διαπκή απομόνψςη σψν
ανθπώπψν ατσών, ποτ αυιεπώνοτν όλο σοτρ σο φπόνο ςσην
ποιησική σέφνη.
Οι πποςδοκίερ σοτρ, όμψρ, διαχεύδονσαι κι ο ποιησήρ γνψπίζει
πψρ ςσο σέλορ κανείρ δεν ππόκεισαι να μάθει για σοτρ
επίδοξοτρ ατσούρ ποιησέρ, οι οποίοι θα παπαμείνοτν ςσην
αυάνεια, μιαρ και δεν είφαν σίποσε σο οτςιώδερ να
πποςυέποτν με σοτρ ςσίφοτρ σοτρ. Γι‟ ατσό, λοιπόν, σοτρ
αυιεπώνει ση μπαλάνσα σοτ, θέλονσαρ να σοτρ αποδώςει σην
ελάφιςση ατσή σιμή, για σιρ υιλόσιμερ, αλλά μάσαιερ
πποςπάθειέρ σοτρ.
Ο Καπτψσάκηρ σονίζει εκ νέοτ πψρ η μπαλάνσα σοτ είναι
θλιβεπή (ςσην ππώση ςσπουή σην είφε φαπακσηπίςει
λτπησεπή), καθώρ ππόκεισαι για ένα ποίημα ποτ επιφειπεί να
αποστπώςει όλο σον πόνο και σην απογοήσετςη σψν φιλιάδψν
δημιοτπγών ποτ ανά σοτρ αιώνερ πόθηςαν να κασαξιψθούν με
σο ποιησικό έπγο σοτρ, αλλά ποσέ δεν σο κασάυεπαν.
τνάμα, η μπαλάνσα ατσή εκυπάζει και σην απογοήσετςη σοτ
ίδιοτ σοτ ποιησή, ποτ παπά σιρ πποςδοκίερ σοτ, δεν
κασόπθψςε με ση μέφπι σώπα δημιοτπγία σοτ να λάβει
αναγνώπιςη και σιμή.
18. Και κάποσε οι μελλούμενοι καιποί:
«Ποιορ άδοξορ ποιησήρ» θέλψ να πούνε
«σην έγπαχε μιαν έσςι πενιφπή
μπαλάνσα ςσοτρ ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι;»
Η σελετσαία ςσπουή σηρ μπαλάνσαρ σοτ Καπτψσάκη εκυπάζει με
μιαν ανσίυαςη σην πποςδοκία σοτ για σο μέλλον. Ενώ, δηλαδή, ο
ποιησήρ θέλει να διασηπηθεί σο έπγο σοτ και ςε μελλονσικέρ
εποφέρ, γεγονόρ ποτ θα ςήμαινε αναγνώπιςη σηρ αξίαρ
σοτ, ενσούσοιρ εκυπάζει σην επιθτμία να αναπψσηθούν οι
μελλονσικοί αναγνώςσερ ποιορ ήσαν ο άδοξορ ποιησήρ ποτ
ςτνέθεςε ατσή σην πενιφπή μπαλάνσα για σοτρ άδοξοτρ ποιησέρ.
Η αμυιθτμία ατσή σοτ Καπτψσάκη εκυπάζει σιρ ανσικποτόμενερ
ελπίδερ και ανηςτφίερ σοτ, καθώρ ενώ πιςσεύει πψρ σο έπγο σοτ
δε θα ξεφαςσεί, έφει ςτνάμα και σο υόβο πψρ δεν ππόκεισαι
σελικά να αποκσήςει ση υήμη ποτ επιθτμεί.
19. Η αναυοπά ςσοτρ ποιησέρ
σην ππώση ςσπουή ο Καπτψσάκηρ αυιεπώνει δύο ςσίφοτρ για
σοτρ άδοξοτρ ποιησέρ, ςση δεύσεπη πένσε, ενώ ςσην σπίση και
σοτρ οκσώ.
σην ππώση ςσπουή διαστπώνει απλώρ σην επιθτμία σοτ να
αυιεπώςει μια λτπησεπή μπαλάνσα ςσοτρ άδοξοτρ ποιησέρ. ση
δεύσεπη ςσπουή δίνει πιο εμυασικά σο γεγονόρ πψρ, ςε ανσίθεςη
με σοτρ γνψςσούρ ποιησέρ, κανείρ δεν μπαίνει ςση διαδικαςία να
μιλήςει για σοτρ άδοξοτρ ποιησέρ, και γι‟ ατσό σοτρ ςκεπάζει σο
βαπύ ςκοσάδι. Παπόλο ποτ σο έπγο σοτ τπήπξε ανάξιο, ο ποιησήρ
θέλει να σοτρ πποςυέπει μια μπαλάνσα, για να σοτρ σιμήςει.
σην σπίση ςσπουή πάνσψρ ο Καπτψσάκηρ πεπιγπάυει πιο
αναλτσικά ση ζψή ατσών σψν άδοξψν ποιησών, ποτ σο μόνο ποτ
γνώπιςαν ςση ζψή σοτρ ήσαν η πεπιυπόνηςη. Παπά σιρ
πποςπάθειέρ σοτρ και παπά σο γεγονόρ όσι πάνσοσε πίςσεταν
πψρ είναι θέμα φπόνοτ να δοξαςσούν, έμειναν σελικά ςσην
αυάνεια και ξεφάςσηκαν.
20. Ο φαπακσηπιςμόρ πενιφπό για σο ποίημά σοτ
Σο ποίημα σοτ Καπτψσάκη από άποχη σεφνοσποπίαρ είναι άπσιο
και αποσελεί εξαίπεσο δείγμα μπαλάνσαρ. Η μπαλάνσα σοτ δεν
μποπεί να φαπακσηπιςσεί «πενιφπή». Ενσούσοιρ, ο ποιησήρ κασανοεί
πψρ μπποςσά ςσο μεγάλο πόνο ποτ βίψςαν όλοι ατσοί οι
ποιησέρ, ποτ είδαν σιρ πποςδοκίερ και σα όνειπά σοτρ να
διαχεύδονσαι, σο ποίημά σοτ δεν μποπεί να πποςυέπει σίποσε σο
οτςιαςσικό, γι‟ ατσό και σο φαπακσηπίζει πενιφπό. Άλλψςσε, όνσαρ
εκείνη ση ςσιγμή κι ο ίδιορ έναρ άδοξορ ποιησήρ, ανσικπίζει σο
ποίημά σοτ, όπψρ θα σο έκπινε κάποιορ ποτ δε γνώπιζε και δεν είφε
καμία εκσίμηςη για σο δημιοτπγό ατσήρ σηρ
μπαλάνσαρ.Τπάπφοτν, δηλαδή, απηφήςειρ σηρ πικπίαρ σοτ
Καπτψσάκη για σο γεγονόρ πψρ δεν είφε εκσιμηθεί σο έπγο
σοτ, παπά σο γεγονόρ πψρ ο ίδιορ ένιψθε ςίγοτπορ για σην ποιησική
σοτ ικανόσησα. Έναρ ατσοςαπκαςμόρ από ση μεπιά σοτ
Καπτψσάκη, ποτ ένιψθε σο υόβο πψρ η ποιησική σοτ παπαγψγή θα
έμενε ςσην αυάνεια, ςα να ήσαν ανάξια πποςοφήρ.
21. Η μπαλάνσα από αιςθησική άποχη
Η μπαλάνσα σοτ Καπτψσάκη έφει πποςεγμένη ομοιοκασαληξία
καθώρ και ποικίλα ςφήμασα λόγοτ ποτ ενιςφύοτν ση μοτςικόσησα
σψν ςσίφψν.
Η ομοιοκασαληξία ςσιρ σπειρ ππώσερ ςσπουέρ σοτ ποιήμασορ
ακολοτθεί σο ίδιο ςφήμα: ο ππώσορ ςσίφορ ομοιοκασαληκσεί με σον
σπίσο, ο δεύσεπορ με σον σέσαπσο, πέμπσο και έβδομο, ενώ ο έκσορ
με σον όγδοο. Έφοτμε δηλαδή ςσιρ σπειρ ππώσερ ςσπουέρ: αβαββγβγ.
Ενώ ςσην σέσαπση σεσπάςσιφη ςσπουή έφοτμε πλεφσή
ομοιοκασαληξία με σον ππώσο ςσίφο να ομοιοκασαληκσεί με σον
σπίσο και σον δεύσεπο με σον σέσαπσο, ενώ ςτνάμα ο ππώσορ και
σπίσορ ςσίφορ ομοιοκασαληκσούν με σοτρ δεύσεπο, σέσαπσο, πέμπσο
και έβδομο σψν πποηγούμενψν ςσπουών, ενώ ο δεύσεπορ και
σέσαπσορ ομοιοκασαληκσούν με σοτρ έκσο και όγδοο σψν
πποηγούμενψν ςσπουών (βγβγ).
22. Η μοτςικόσησα σοτ ποιήμασορ, πέπα από σην
ομοιοκασαληξία ενιςφύεσαι με:
- σο μέσπο: οι ςσίφοι σοτ ποιήμασορ είναι
ενδεκαςύλλαβοι και δεκαςύλλαβοι κι έφοτν γπαυσεί
ςε ιαμβικό μέσπο, έφοτμε δηλαδή εναλλαγή μίαρ
άσονηρ και μίαρ σονιςμένηρ ςτλλαβήρ. Για
παπάδειγμα: Μα ξέπονσαρ πψρ όλοι σοτρ ξεφνούνε
(ψρ σόνορ δε λογίζεσαι μόνο ο γπαμμασικόρ σόνορ,
αλλά και ο μοτςικόρ σόνορ ποτ δίνεσαι κασά σην
ανάγνψςη ςε ςτμυψνία με σο μέσπο σοτ ποιήμασορ).
- σην επανάληχη σοτ ςσίφοτ «μπαλάνσα ςσοτρ
ποιησέρ άδοξοι ποτ „ναι» ποτ σίθεσαι ψρ
κασαληκσικόρ ςσίφορ όλψν σψν ςσπουών και
λεισοτπγεί ψρ σο γύπιςμα (πευπέν) σηρ μπαλάνσαρ.
- σιρ παπηφήςειρ ςε διάυοποτρ ςσίφοτρ. Για
παπάδειγμα, ςσοτρ δύο ππώσοτρ ςσίφοτρ, έφοτμε
παπήφηςη σοτ «ς»: “Από θεούρ και ανθπώποτρ
μιςημένοι, /ςαν άπφονσερ ποτ εξέπεςαν πικποί.”
Ενώ ςσοτρ δύο επόμενοτρ έφοτμε παπήφηςη σοτ «π»:
“μαπαίνονσαι οι Βεπλέν· σοτρ απομένει / πλούσορ
η πίμα πλούςια και απγτπή”
23. Σα φαπακσηπιςσικά σηρ ποίηςηρ σοτ
Καπτψσάκη ποτ εμυανίζονσαι ςσο ποίημα
Ειπψνεία και ςαπκαςμόρ: Ο σίσλορ σηρ ποιησικήρ σοτ
ςτλλογήρ είναι Νηπενθή (ποτ ςημαίνει φψπίρ πένθορ) ενώ
σα ποιήμασά σοτ είναι πεςιμιςσικά.
Μελαγφολία και πικπία: είναι απαιςιόδοξορ, ο πόνορ και
η θλίχη έφοτν γίνει σπόπορ ζψήρ γι‟ ατσόν. Η
ππαγμασικόσησα σον απογοησεύει γιασί διαχεύδει όςα
ονειπετόσαν.
Απογοήσετςη και απελπιςία: ςση Νηπενθή κτπιαπφούν σα
μοσίβα σοτ φαμένοτ ονείποτ και σοτ φπόνοτ.
τμβολιςμόρ: ςσο ποίημά σοτ με σοτρ
Βεπλαίν, Οτγκό, Πόε και Μπψνσλαίπ ςτμβολίζει όλοτρ
εκείνοτρ σοτρ ανθπώποτρ ποτ ακολούθηςαν σα φνάπια
ατσών σψν ποησών ςτγκασαλέγονσαρ μέςα ς‟ ατσούρ και
σον ίδιο σοτ σον εατσό.