3. Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ
29 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1863-
29 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1933
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ «ΕΛΛΗΝΑΣ,
ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΟΣ ΣΤΟ ΠΝΕΥΜΑ»
4. Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (29 Απριλίου1863 - 29
Απριλίου1933)
Ενα σύντομο αυτοβιογραφικό σημείωμα του ποιητή:
«Είμαι Κωνσταντινουπολίτης την καταγωγήν, αλλά
εγεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια - σ' ένα σπίτι της οδού
Σερίφ· μικρός πολύ έφυγα, και αρκετό μέρος της
παιδικής μου ηλικίας το πέρασα στην Αγγλία. Κατόπιν
επισκέφθην την χώραν αυτήν μεγάλος, αλλά για μικρόν
χρονικόν διάστημα. Διέμεινα και στη Γαλλία. Στην
εφηβικήν μου ηλικίαν κατοίκησα υπέρ τα δύο έτη στην
Κωνσταντινούπολη. Στην Ελλάδα είναι πολλά χρόνια
που δεν επήγα. Η τελευταία μου εργασία ήταν
υπαλλήλου εις ένα κυβερνητικόν γραφείον εξαρτώμενον
από το υπουργείον των Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου.
Ξέρω Αγγλικά, Γαλλικά και ολίγα Ιταλικά».
5. O μικρός Kωνσταντίνος Kαβάφης, σε ηλικία 2 ετών,
ανάμεσα στους αδελφούς του Tζων (αριστερά) και Παύλο
(δεξιά). H χρονολογία στη φωτογραφία γραμμένη με το χέρι
του ποιητή.
• 1863: γεννιέται στην Αλεξάνδρεια της
Αιγύπτου στις 17 Απριλίου ο
Κων/νος Καβάφης, γιος του
μεγαλέμπορου βαμβακιού και
σημαντικού οικονομικού παράγοντα
της ελληνικής παροικίας Πέτρου-
Ιωάννου Καβάφη και της Χαρίκλειας
Φωτιάδη, με καταγωγή από την
Κωνσταντινούπολη.
6. Η Χαρίκλεια Φωτιάδη- Καβάφη στα
πρώτα χρόνια του γάμου της στην
Αγγλία- η φωτογραφία αυτή βρισκόταν
κορνιζαρισμένη στο σαλόνι του
Καβάφη
• 1870: Με τον θάνατο του πατέρα
του αρχίζει η παρακμή της
οικογένειάς του.
• 1872-1877: Η μητέρα του Χαρίκλεια
Καβάφη υποχρεώνεται να φύγει
από την Αλεξάνδρεια και να
μετακομίσει με τα παιδιά της, πρώτα
στο Λονδίνο και μετά στο
Λίβερπουλ.Η οικογενειακή επιχείρηση
καταστρέφεται
• 1877: επιστρέφει στην Αλεξάνδρεια.
Κατά το 1881-1882 φοιτά στο Λύκειο
Ερμής
7. • 1882-1885: με την οικογένειά του θα
μετακομίσει εκ νέου, αυτή τη φορά
στην Κωνσταντινούπολη. Έκδηλώνει
το ενδιαφέρον να ασχοληθεί με τη
δημοσιογραφία και την πολιτική. Το
1884 ξεκινά η ενασχόλησή του με την
ποίηση.
Το διαβατήριο του Καβάφη
«Επάγγελμα: Ποιητής»,
με διπλή χρονολογία γέννησης
(και οι δύο λανθασμένες!)
8. 1885: επιστρεφει στην Αλεξάνδρεια.
Αποκτά ελληνική υπηκοότητα και
εργάζεται ως δημοσιογράφος σε
περιοδικά και στην εφημερίδα
Ομόνοια
1889: προσλαμβάνεται στην Εταιρεία
Αρδεύσεων
9. O Ιωάννης-Κωνσταντίνος
Καβάφης (1861-1923) γνωστός ως
Τζον
• 1891: στέλνει το ποίημα Κτίσται στο
Αττικόν Ημερολόγιον
• 1897: εκδίδει Τα Τείχη με παράλληλη
μετάφραση από τον αδελφό του
Τζον με τον οποίο ταξιδεύει στο
Παρίσι και το Λονδίνο
10. Γρηγόριος Ξενόπουλος 1867-1951
• 1902: ταξιδεύει για πρώτη
φορά στην Ελλάδα και
συγκεκριμένα την Αθήνα,
όπου γνωρίζεται με τους
ομοτέχνους του Γρηγόριο
Ξενόπουλο και Ιωάννη
Πολέμη.
• 1903: επισκέπτεται ξανά την
Αθήνα, ενώ ο Ξενόπουλος
γράφει στο περιοδικό
Παναθήναια το ιστορικό
άρθρο Ένας Ποιητής, που
αποτελεί την πρώτη
εγκωμιαστική παρουσίαση
του καβαφικού έργου στο
ελλαδικό κοινό.
11. Ένας ποιητής
• Eίνε πολύς καιρός, δέκα ίσως και δώδεκα χρόνια,
αφότου εδιάβασα εις κάποιον Hμερολόγιον το
πρώτον του ποίημα. Eπεγράφετο «Tαραντίνοι».
Mία σύντομος, ταχυτάτη εικών λαού
διασκεδάζοντος υπό την απειλήν των τυράννων
του, και τίποτε άλλο. Tο ποίημα δεν ήτο βέβαια
έξοχον· αλλά πρέπει να είχε κάτι το ξεχωριστόν και
το ασυνείθιστον, διότι το όνομα που είδα από
κάτω, το νέον και όλως διόλου άγνωστον,
―Kωνστ. Π. Kαβάφης,― μου εκαρφώθη από τότε.
Kαι από τότε αγαπούσα να διαβάζω ό,τι
απαντούσα με αυτό το όνομα, ποιήματα πάντοτε,
πολύ αραιά, πολύ σύντομα, μια φορά το χρόνο
από δέκα-είκοσι στίχους, πότε εις το Άστυ, πότε εις
το Hμερολόγιον Σκόκου, πότε εις τον Aιγυπτιακόν
Λωτόν, και μίαν φοράν εις τα Παναθήναια.
• Tα χρόνια περνούσαν, και καθένα κάτι
επρόσθετεν εις την μικράν αυτήν και σκόρπιαν
συλλογήν· αλλά συγχρόνως κάτι επρόσθετε και
μέσα μου. Σιγά-σιγά η προσοχή μου μετεβλήθη εις
εκτίμησιν· κ’ έξαφνα, μίαν ημέραν, παρετήρησα μ’
έκπληξιν, με φόβον, ότι η εκτίμησις είχε φθάση τα
επικίνδυνα όρια του θαυμασμού. Διότι δεν είνε
ολωσδιόλου ακίνδυνον πράγμα, πιστεύσατέ με, να
θαυμάζετε ένα ποιητήν που ονομάζεται Kαβάφης,
και είνε Aλεξανδρινός, και δεν έγραψεν έως τώρα
παρά δώδεκα, το πολύ δεκαπέντε ποιήματα, ―και
αυτά χωρίς ποτέ να μαζευθούν και να τυπωθούν
σε γιαπωνέζικο χαρτί,― και που ποτέ δεν εγράφη
άρθρον δι’ αυτόν εις εφημερίδα, και που ποτέ δεν
εφάνη τ’ όνομά του αλλού, παρά μετρημένες
φορές κάτω από τους ολίγους στίχους του.
12. • 1907: εγκαθίσταται στο σπίτι της
οδού Λέψιους 10, όπου και θα
περάσει το υπόλοιπο της ζωής του,
δημιουργώντας το σημαντικότερο
τμήμα του έργου του.
13. Ο διάδρομος
Το γραφείο του ποιητή
Ένα από τα στέκια του ποιητή:
το ζαχαροπλαστείο του Παστρούδη
Ένα δωμάτιο του σπιτιού
έχει μετατραπεί σήμερα
σε αναγνωστήριο.
Το διαμέρισμα του Καβάφη
στο δεύτερο πάτωμα της οδού
Lepsius 10.
Ο σημερινός
φύλακας του
μουσείου στην
κρεβατοκάμαρα
του ποιητή
Το σπίτι του Καβάφη
14. ΔΥΝΑΜΩΣΙΣ
Όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει,
να βγει απ’ το σέβας κι από την υποταγή.
Από τους νόμους μερικούς θα τους φυλάξει,
αλλά το περισσότερο θα παραβαίνει
και νόμους κι έθιμα κι απ’ την παραδεγμένη
και την ανεπαρκούσα ευθύτητα θα βγει.
Όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει,
να βγει απ’ το σέβας κι από την υποταγή.
Από τες ηδονές πολλά θα διδαχθεί.
Την καταστρεπτική δε θα φοβάται πράξι.
Το σπίτι το μισό πρέπει να γκρεμισθεί.
Έτσι θ’ αναπτυχθεί ενάρετα στην γνώσι.
Όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει,
να βγει απ’ το σέβας κι από την υποταγή.
15. • Η φήμη του διαρκώς εξαπλώνεται
και στο διαμέρισμά του τον
επισκέπτονται προσωπικότητες της
λογοτεχνίας από την Ελλάδα και το
εξωτερικό, όπως ο φουτουριστής
Τομάσο Μαρινέτι, ο Αντρέ Μαλρό, ο
Νίκος Καζαντζάκης, ο Κώστας
Ουράνης και η Μυρτιώτισσσα
16. • 1911: θα γράψει το περίφημο
ποίημά του Ιθάκη που θα γίνει
σύμβολο του ανθρώπου που
αγωνιζόμενος να πραγματώσει τους
στόχους του ζει μια ζωή πλέρια σε
εμπειρίες και νόημα. Το ποίημα
ενέπνευσε κορυφαίους
δραματουργούς και μεταφράστηκε
σε πολλές ξένες γλώσσες
17.
18. • 1912: ξεκινούν τα επικριτικά σχόλια
για την ποιητική του δημιουργία από
αθηναϊκούς και αλεξανδρινούς
κύκλους
• 1914: γνωρίζεται με τον σπουδαίο
Άγγλο μυθιστοριογράφο Έντουαρντ
Μόργκαν Φόρστερ και συνδέεται
μαζί του με φιλία. Πέντε χρόνια
αργότερα, ο Φόρστερ θα συστήσει
τον Καβάφη στο αγγλικό κοινό
19. Οι αδελφοί Αλέκος και
Σπύρος Σεγκόπουλος
• 1917: γνωρίζεται με τον Αλέκο
Σεγκόπουλο, κατά κάποιους νόθο
γιο του και μετέπειτα γενικό
κληρονόμο του.
• 1922: παραιτείται από την Υπηρεσία
Αρδεύσεων για να αφοσιωθεί στο
ποιητικό του έργο. «Επιτέλους
απελευθερώθηκα από αυτό το
μισητό πράγμα», γράφει κάπου.
20. • Το 1930 αρχίζει να υποφέρει από τον
λάρυγγά του. Οι γιατροί
διαπιστώνουν καρκίνο. Ο Καβάφης
δεν μπορεί να μιλήσει και το 1932
υποβάλλεται σε τραχειοτομία στην
Αθήνα.
• Το 1933 επιστρέφει στην
Αλεξάνδρεια, με την υγεία του
διαρκώς να χειροτερεύει. Στις αρχές
Απριλίου μεταφέρεται στο Ελληνικό
Νοσοκομείο και στις 2 το πρωί της
29ης Απριλίου, ημέρας των
γενεθλίων του, ο ποιητής αφήνει την
τελευταία του πνοή, σε ηλικία 70
ετών.
21. ΚΕΡΙΑ
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τι γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τι γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
22. Ιδιόρρυθμος, παράξενος,
δύσκολος, εκλεκτικός και
ασκητικός άνθρωπος.
Κουβαλούσε στο σώμα του το
πάθος της ψυχής του.
Το άλλο πάθος του ήταν η
τραγική οδύνη της ηθελημένης
μοναξιάς του και της
απομόνωσης από το πλήθος,
μολονότι ζούσε μαζί του ως
«κοσμικός αναχωρητής»
23. ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου
όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.
Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ώς που να γίνει σα μια ξένη φορτική.
24. Ελεγειακή και λυρική, πέραν των υπολοίπων,
η ποίησή του προχωρά στα μύχια της ψυχής
για να κατακτήσει τη δική της αλήθεια και να
κατακτηθεί από τις εμπειρίες της ζωής.
Διδακτική, ιδιότυπη και προδρομική έχει ως
καίρια γνωρίσματά της τη
φιλοσοφική διάθεση, την
ιστορικότητα, τη
λιτότητα και την απουσία των παραδοσιακών
λυρικών σχημάτων.
25. ΣΑΤΡΑΠΕΙΑ
Τι συμφορά, ενώ είσαι καμωμένος
για τα ωραία και μεγάλα έργα
η άδικη αυτή σου η τύχη πάντα
ενθάρρυνσι κ’ επιτυχία να σε αρνείται·
να σ’ εμποδίζουν ευτελείς συνήθειες,
και μικροπρέπειες, κι αδιαφορίες.
Και τι φρικτή η μέρα που ενδίδεις,
(η μέρα που αφέθηκες κ’ ενδίδεις),
και φεύγεις οδοιπόρος για τα Σούσα,
και πηαίνεις στον μονάρχην Aρταξέρξη
που ευνοϊκά σε βάζει στην αυλή του,
και σε προσφέρει σατραπείες και τέτοια.
Και συ τα δέχεσαι με απελπισία
αυτά τα πράγματα που δεν τα θέλεις.
Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι’ άλλα κλαίει·
τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ’ ανεκτίμητα Εύγε·
την Aγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους.
Aυτά πού θα σ’ τα δώσει ο Aρταξέρξης,
αυτά πού θα τα βρεις στη σατραπεία·
και τη ζωή χωρίς αυτά θα κάμης.
26. Με πυκνό και δραματικό λόγο εκφράζει τα προσωπικά του αδιέξοδα, αναζητά,
αισθάνεται, ανακαλύπτει κι αποκαλύπτει στον εαυτό του, τις προσωπικές του
επιθυμίες και τις αντίστοιχες της ποίησής του και μέσα από αυτή αυτοανακαλύπτεται.
27. Η γλώσσα του έχει ρυθμό προφορικό, μια αίσθηση ποιότητας,
όπως ο ίδιος την όριζε.
28. Δεν μπορείς να γίνεις ποιητής» υποστήριζε
ο Byron «αν δεν είσαι ερωτευμένος ή
δυστυχισμένος»· κι ο Καβάφης υπήρξε
και τα δύο, τα έζησε έντονα και τα δύο.
Μακριά από όλους κι από όλα υπήρξε
μόνιμα ερωτευμένος με τη ζωή, τα νιάτα,
τους εφήβους, αλλά εξαιτίας ακριβώς
αυτού του του έρωτα και της συστολής
του να το ομολογήσει, είναι
δυστυχισμένος. Την ψυχή του, τις
επιθυμίες του επιθυμούσε να τις κρύβει
από την κοινωνική αποδοκιμασία και
μόνο μέσα από την ποίησή του κατάφερε
να την ομολογήσει.
29. Μακρυά
Θάθελα αυτήν την μνήμη να την πω...
Μα έτσι εσβύσθη πια... σαν τίποτε δεν
απομένει —
γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου
χρόνια κείται.
Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί...
Εκείνη του Aυγούστου — Aύγουστος ήταν;
— η βραδυά...
Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ,
μαβιά...
A ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί.
30. Αναγκάστηκε να ζει στο
περιθώριο των ερώτων του,
πάλευε για να ομολογήσει όσα
ήθελε να μείνουν κρυφά.
Έμεινε κρυμμένος στα τείχη
του κι οργάνωσε αντίστοιχα τη
ζωή του. Αναζήτησε τις άνομες
ηδονές, διψούσε γι΄ αυτές.
31. Μέρες του 1908
Τον χρόνο εκείνον βρέθηκε χωρίς δουλειά·
και συνεπώς ζούσεν απ’ τα χαρτιά,
από το τάβλι, και τα δανεικά.
Μια θέσις, τριώ λιρών τον μήνα, σε μικρό
χαρτοπωλείον του είχε προσφερθεί.
Μα την αρνήθηκε, χωρίς κανένα δισταγμό.
Δεν έκανε. Δεν ήτανε μισθός γι’ αυτόν,
νέον με γράμματ’ αρκετά, και είκοσι πέντ’
ετών.
32. Η μόνη του διέξοδος υπήρξε η μεταμόρφωση της σάρκας σε λόγο, μεταφέροντας τα
μηνύματα του αισθησιασμού του σε φιλοσοφικές ιδέες, τις οποίες συχνά ενέταξε με
τρόπο μεγαλοφυή στο ιστορικό υλικό του ελληνικού και ελληνιστικού χώρου.
Στα 200 π.X.
33. Η ποίησή του έχει
απογυμνωθεί από οτιδήποτε
περιττό. Ο στίχος του είναι
σμιλεμένος με τρόπο τέτοιο,
ώστε να ενταχθεί το πάθος, η
μουσικότητα και να γίνει
εικόνα, ιδέα, πράξη ζωής. Δεν
του λείπει ούτε ο πόνος ούτε
το παράπονο.
34. Απολείπειν ο θεός Αντώνιον
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ', ακούσθει
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές -
την τύχη σου που ενδίδει πιά, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα
θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που
φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις
πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μιά
τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και
παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που
χάνεις.
35. Μέσα από την ποίησή του μιλά για τα
προβλήματα και τους προβληματισμούς
του, εντάσσει τους προσωπικούς του
μύθους στην τέχνη του χωρίς να την
προσωποποιεί, κάνοντας την οικουμενική
και διαχρονική. Βλέπει τα πράγματα με
σοφία, αλλά μέσα σ΄ αυτή βάζει τη
ζωντάνια, τη σφριγηλότητα του πάθους.
Βλέπει τους εφιάλτες του να καραδοκούν,
αγωνιά, αλλά πάντα βρίσκει ένα αντίδοτο
στη θύμηση και την τέχνη του.
36. Το πρώτο σκαλί
Εις τον Θεόκριτο παραπονιούνταν
μια μέρα ο νέος ποιητής Ευμένης·
«Τώρα δυο χρόνια πέρασαν που
γράφω
κ’ ένα ειδύλλιο έκαμα μονάχα.
Το μόνον άρτιόν μου έργον είναι.
Aλλοίμονον, είν’ υψηλή το βλέπω,
πολύ υψηλή της Ποιήσεως η σκάλα·
κι απ’ το σκαλί το πρώτο εδώ που
είμαι
ποτέ δεν θ’ ανεβώ ο δυστυχισμένος.»
Είπ’ ο Θεόκριτος· «Aυτά τα λόγια
ανάρμοστα και βλασφημίες είναι.
Κι αν είσαι στο σκαλί το πρώτο,
πρέπει
νάσαι υπερήφανος κ’ ευτυχισμένος.
Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι·
τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.
Κι αυτό ακόμη το σκαλί το πρώτο
πολύ από τον κοινό τον κόσμο
απέχει.
Εις το σκαλί για να πατήσεις τούτο
πρέπει με το δικαίωμά σου νάσαι
πολίτης εις των ιδεών την πόλι.
Και δύσκολο στην πόλι εκείνην είναι
και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν.
Στην αγορά της βρίσκεις Νομοθέτας
που δεν γελά κανένας τυχοδιώκτης.
Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι·
τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.»
37. Έχει επηρεαστεί από τον
ρομαντισμό, τον
παρνασσισμό, τον
συμβολισμό και τον
ρεαλισμό, αλλά έχει
καταφέρει να
συγχωνεύσει τα στοιχεία
τους με τρόπο ευφυή,
δίνοντας πάντα ένα
αποτέλεσμα μοναδικό.
38. Η Πόλις
Είπες· «Θα πάγω σ' άλλη γή, θα πάγω σ' άλλη θάλασσα,
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ' είν' η καρδιά μου -- σαν νεκρός -- θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμό αυτόν θα μένει.
Οπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα».
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ' ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού -- μη ελπίζεις --
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Ετσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ' όλην την γή την χάλασες.
39. The City
You said, "I will go to another land, I will go to another sea.
Another city will be found, better than this.
Every effort of mine is condemned by fate;
and my heart is -- like a corpse -- buried.
How long in this wasteland will my mind remain.
Wherever I turn my eyes, wherever I may look
I see the black ruins of my life here,
where I spent so many years, and ruined and wasted."
New lands you will not find, you will not find other seas.
The city will follow you. You will roam the same
streets. And you will age in the same neighborhoods;
in these same houses you will grow gray.
Always you will arrive in this city. To another land -- do not hope --
there is no ship for you, there is no road.
As you have ruined your life here
in this little corner, you have destroyed it in the whole world.
40. «Για τον Καβάφη, πάντως, η Αλεξάνδρεια
είναι ένα πλάσμα αγαπημένο… Ο Καβάφης
αγάπησε με πάθος τούτη τη μεγάλη πολιτεία,
την πολυτάραχη και πολυθόρυβη, την πλούσια
και φτωχή, την τόσο απασχολημένη από τις
δουλειές και τις απολαύσεις της, ώστε να μην
προλαβαίνει να συλλογιστεί το
κονιορτοποιημένο παρελθόν της… Τούτος ο
αστός (ο Καβάφης) εκεί γεύτηκε τις ηδονές του,
εκεί γνώρισε τους θριάμβους του και τις
αποτυχίες του, εκεί διέτρεξε τους κινδύνους
του, εκεί αξιώθηκε, με τον τρόπο του, τη δική
του «αμίμητη» ζωή»
Μ. Γιουρσενάρ, «Κριτική παρουσίαση του Κ. Π.
Καβάφη», μτφ. Γ. Π. Σαββίδη, εκδ. Χατζηνικολή, σσ.
43-46
41. 80 χρόνια συμπληρώθηκαν από
το θάνατο του Κ.Π.Καβάφη και
η ποίησή παραμένει επίκαιρη.
Τα ποιήματά του διαβάζονται
και γοητεύουν τους ανθρώπους
του 21ου αιώνα. Γίνονται φωνές
που μας μιλούν στο μυαλό και
στην καρδιά μας για να μας
ξυπνούν και να μας καθοδηγούν
να πράττουμε το σωστό, το
ωραίο, το υψηλό……