SlideShare a Scribd company logo
1 of 4
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΜΗΛΙΩΝΗ ΑΚΡΟΚΕΡΑΥΝΙΑ
Τέλος, μέρα μεσημέρι, πέρασε η πρώτη ομάδα, καμιά εικοσαριά άντρες και τραγουδούσαν το Γοργοπόταμο.
Χωριάτισσες φάνηκαν στα παράθυρα, μερικοί γέροι βγήκαν στις αυλές. Εκείνοι διάβηκαν χωρίς να
σταματήσουν και το τραγούδι τους ακουγόταν ώσπου έφτασαν στην άλλη άκρη του χωρίου και σκαπέτησαν κατά
τα μέρη της Μουργκάνας. Τις άλλες μέρες αυτό γινόταν συχνά.
Ένα πρωινό ο γερο Μπίκος του χτύπησε την πόρτα, χαράματα ακόμα. Τον βρήκε στο κρεβάτι. «Δάσκαλε,
δάσκαλε», έλεγε σιγανά και τρέμαν τα σαγόνια του. «Φωτιά στον πέρα μαχαλά, καίνε το σπίτι του αγροφύλακα».
Ήρθε κι η δασκαλίνα, στάθηκαν κι οι τρεις μπροστά στο παραθύρι. Μαύρος καπνός καντηλιάζονταν ανάμεσα
στα δέντρα.
«Κι οι άνθρωποι;» ρώτησε ή γυναίκα. «Δεν πιστεύω να βρήκαν κανένα. Ό αγροφύλακας ξέρει τις τρύπες όλες..».
Η γυναίκα άναψε φωτιά, τους έψησε καφέ κριθαρίτικο. «Φαρμάκι πες, φαρμάκι καλύτερα να φαρμακώνουμε.
Σου τό 'λεγα, δάσκαλε, τούτο θά 'ναι χειρότερο απ' τ' άλλα. Τον Τούρκο τον φέρναμε βόλτα με τα γρόσια, ώσπου
ήρθε ή κακή του μέρα και γίνηκε το ελληνικό — κακή μας μέρα. Ταλιάνοι και γερμανοί μας ρήμαξαν. Τώρα
γίναμε οχτροί μεταξύ μας καί θά φάμε ό ένας τον άλλο. Τούτος είναι ο μεγάλος χαλασμός του Αγιοκοσμά...».

Όμως εκείνο το χειμώνα πραγματικά αγκομαχήσαμε. Στις επαρχίες έβραζε ο εμφύλιος κι είχαν κουβαλήσει μέσα
λεφούσια οι ανταρτόπληκτοι, από Πωγώνια και Κόνιτσα μέχρι Ζαγοροχώρια, Τσαμουριά και Λάκα-Σούλι.

Που λέτε, κίνησε τις προάλλες ένας γύφτος καβάλα στο γάιδαρο να πάει στα Ζαγοροχώρια για τράμπα, του καλού
καιρού. Στο δρόμο πέφτει πάνω σε μια ομάδα. «Από πού είσαι;» «Απ' τα καμποχωρια» «Πώς σε λένε;» «Φέζο,
Φέζο και Γιάννη». Φέζο με το παλιό, Γιάννη με το καινούργιο. «Γιατί βαφτίστηκες;» «'Έτσι μας είπαν». «Και δεν
μας λες, τον ρωτούν, με ποιους είσαι;» Κοιτάει τα καπέλα ο γύφτος να ιδεί κορώνα—ούτε κορώνα ούτε
γράμματα. «Μετ' εσάς», τους λέει. «Με ποιους;» «Μετ' εσάς», τίποτε άλλο, ώσπου τον στήσανε στα έξι και πάει
καλιά του. Οι φαντάροι γέλασαν: «Κι έτσι πού λές,μπάρμπα, ούτε αυτός έμαθε ούτε οι άλλοι». Γυρίζει τότε ένας
φαντάρος και ρωτάει το χωριάτη πού έλεγε την Ιστορία: «Να ήσουν εσύ τί θά 'λεγες;» Εκείνος στην αρχή
μαζεύτηκε, αλλά ξαφνικά φωτίστηκε και λέει: «θά τό 'παιζα κορώνα-γραμματα». Ό στρατιώτης όμως ήθελε νά τό
διασκεδάσει και στράφηκε στον ενα από τους γύφτους, στο γερο με τα κρεμασμένα μουστάκια και τη
λιγδιασμένη τραγιάσκα: «Αλήθεια, γέρο, εσείς οι γύφτοι με ποιους είστε;» Εκείνος χαμογέλασε πονηρά, έγεφε
στο πλάι το κεφάλι κι είπε όσο πιο κακομοίρικα μπορούσε:«Μετ' εσάς».

Δ. ΧΑΤΖΗ Η ΦΩΤΙΑ
«Ριχτήκανε στα κατώγια και διαγουμίσανε τα τροφίματα. Ρημάξανε τα σφαχτά και τα πουλερικά,
μπεκρουλιάσανε το κρασί κι όσο δε μπορέσανε να το πιούνε, άνοιξαν τις κάνουλες και τ' αφήσανε να χαθεί.
Αμολήσανε τα μουλάρια τους μέσα στα σπαρμένα χωράφια. Βρίσανε και φοβέρισαν τις γυναίκες και δείραν
καμπόσες.» «Στην αρχή έσφιγγε τα χέρια του και τον παρακαλούσε. Ύστερα έπεσε κάτου στα γόνατα κι έσκουζε
και παρακαλούσε και τα μάτια του τρέχανε δάκρυα. Οι γυναίκες κλαίγανε πίσωθέ του να βλέπουν το χάλι του.
Ένοιωθε τώρα τον κίντυνο να τον τριγυρίζει: σα μια μεγάλη φωτιά που σερνότανε μέσα στον κάμπο και που
κανένας δεν μπορούσε να της ξεφύγει»
Ύστερα... Ύστερα φάνηκαν όλα να τελείωσαν. Τα εγγλέζικα τάνκς ξεχύθηκαν απ' την Αθήνα και μπήκανε στις
χιονισμένες πολιτείες με τα κατάκλειστα παραθύρια και τις μανταλωμένες πόρτες. 0ι δικοί μας δώσανε τα
ντουφέκια τους. Στεκόντανε στη γραμμή με τα μάτια σκυμένα. Ένας -ένας προχωρούσαν, σταματούσαν μια
στιγμή σα να διστάζανε καί σα να μετάνιωναν, σφίγγανε το ντουφέκι με τα δυό τους τα χέρια και κατόπι το
πετούσαν βιαστικά στο σωρό και τρέχανε πίσω, χωρίς να γυρίσουνε να κοιτάξουν. Μα δέ φεύγανε. Λίγο
παρακάτου στεκόντανε πάλι, περιμένοντας και τους άλλους πού δεν μπορούσανε πια να χωρίσουν. Και τα
δάκρυα κυλούσαν μέσα στα γένεια τους.

     Όλα τα είδε, μοναχή της. Μ’αυτά τά ίδια τά μάτια της. Πώς πέταξαν όξω απ΄ τα νοσοκομεία τους
λαβωμένους μ’ ανοιχτές τις πληγές και τους κυνηγούσαν στους δρόμους και τους ρίχνανε πέτρες καί τίύς
γιουχάϊζαν. Στις πολιτείες, στα χωριά και στα σταυροδρόμια, είδε να ξεσκάβουν τους τάφους των σκοτωμένων
καί να σπάνε τα καντήλια πού άναβαν οι. χαροκαμένες μανούλες. Είδε να μπαίνουν σά λυσασμένα σκυλιά στα
σπίτια και να παίρνουν τους άντρες πουχανε πολεμήσει και να δέρνουν τις γυναίκες πού τους είχαν ξεπροβοδίσει
κρύβοντας τότες τά δάκρυα τους.
     Τώρα τ' αφήνανε κ' έτρεχαν. "Από πολιτεία σε πολιτεία, καθώς γυρνούσε πάνου καί κάτου, δλα μείνανε στο
νου της πνιγμένα σ' αυτά τα δάκρυα. Κανένας δε μιλούσε, δεν αντιστεκότανε πια. Κι ούτε βαρυγκομούσανε,
ούτε μετάνοιωναν για τα παλιά. Μόνο κλαίγανε — είδε χιλιάδες ανθρώπους να κλαίνε σφίγγοντας τα δόντια...


                                                                                                           1
ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΕΡΑΤΗ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΟΥ 43
«Έρχονται οι Εαμίτες! Με μπαμπεσιά είμαστε κυκλωμένοι! Κηρύχτηκε πια ανοιχτά ο πόλεμος μεταξύ μας! Τώρα
πια: όποιος φάει τον άλλον!» «Πάγωσα ολόκληρος όταν είδα το φανατισμό που ξέσπασε μετά κι όταν άκουσα τις
κραυγές και τα ουρλιάσματα του μίσους που γιομίσανε όλο το δωμάτιο -και ιδίως τη χαρά, το κέφι, τ'
αλληλοαγκαλιάσματα και τα φιλιά που επακόλουθη σαν ε, σα νάχε αναγγελθεί τούτη τη στιγμή το πιο
ευφρόσυνο γεγονός για τη δυστυχή σκλαβωμένη πατρίδα μας, σα νάχε σημάνει κανένας Ευαγγελισμός ή καμιά
Ανάσταση[...] Δεν ήξερα τι να κάνω. Στεκόμουν σε μια γωνιά, αμήχανος, ακίνητος, γιατί άξαφνα και τόσο
έντονα ένοιωσα πως μας χωρίζει άβυσσος. Πάγωσα είπα. Καταράστηκα την ώρα και τη στιγμή που βρέθηκα εδώ
πάνω -κι όχι επειδή ήμανε στη μια ή στην άλλη μερίδα.»
 «Και σε λίγο καιρό (μα ήταν να μη το περιμένει κανείς;), όταν πια αλληλοσκοτωθήκαμε στα γερά, όταν είμαστε
όσο μπορεί πιο ώριμοι για την αποσύνθεση, οι Γερμανοί άρχισαν την επίθεση τους, τις τελειωτικές
"εκκαθαριστικές επιχειρήσεις τους μεγάλης κλίμακος", όπως λέγανε μετά.» (σ. 112) «Θα περίμενε κανένας...
Βέβαια, σ' όποιον είχε μείνει λίγη καθαρή κρίση, θα περίμενε πως τουλάχιστον τούτη δω την ύστατη στιγμή θα
σταματούσαμε τον πόλεμο μεταξύ μας και ότι έστω και όχι ενωμένοι, αλλά χωριστά και καθένας για λογαριασμό
του θα χτυπούσαμε τον κοινό πανίσχυρο εχθρό[...] Κι όμως δεν έγινε τίποτα τέτοιο κι εδώ πάνω πια ήταν ένας
τραγέλαφος» (σ. 113-114).


ΝΙΚΟΥ ΚΑΣΔΑΓΛΗ ΣΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΤΗΣ ΜΥΛΟΠΕΤΡΑΣ
«Μα δεν τόνε θέλαν τον άλλον ισότιμο τους, στο πλευρό- τόνε θέλαν από κάτω, να τόνε διατάζουν. Κι αντίς να τα
βάλουνε με τους Γερμανούς, τσακώθηκαν μεταξύ τους, να καθαρίσουνε, λέει, το εσωτερικό μέτωπο. Ο γιος
έμαθε να φωνάζει τον πατέρα προδότη, και εκείνος πάλι τόνε τάραζε στο ξΎλο, να τόνε σωφρονίσει. Έχασε η
λέξη το νόημα της, έδειχνε, απλά, τον αντίπαλο- μόνο που πάσκιζε να φανατίσει-ο φανατισμός έγινε η άγρια,
παράλογη αρετή της εποχής.»

ΡΟΔΗ ΡΟΥΦΟΥ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑΣ
 «Ο απολογισμός ήταν τρομαχτικός. Χιλιάδες πτώματα θυμάτων του ΕΛΑΣ είχαν βρεθεί, κι ακόμα ξεθάβονταν
άλλα από ομαδικούς τάφους, πολλές φορές φριχτά παραμορφωμένα από βασανιστήρια: κομμένες μύτες κι αυτιά,
βγαλμένα μάτια[...]». «του ήταν αφόρητη η ιδέα του εμφύλιου πολέμου» .«Τώρα θάταν ανυπόφορο -τώρα πούχαν
μόλις γκρεμιστεί μέσα του τα ολιγαρχικά τείχη, τώρα πούχε νιώσει για πρώτη φορά, αληθινά, τη μεγάλη
αλληλεγγύη» (σ. 400).
ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΟΙ ΑΔΕΡΦΟΦΑΔΕΣ
«πότε ροβολούσαν χουγιάζοντας οι κοκκινοσκούφηδες, πότε έκαναν γιουρούσι οι μαυροσκούφηδες και
πιάνουνταν μέση με μέση κι άρχιζε το γλυκό το αδερφοφάγωμα.»
 «όταν πλάκωσε ο αδερφοσκοτωμός[...] ό,τι ως τότε κουφόβραζε μέσα τους, βουβό κι αφανέρωτο, ξεσπούσε
τώρα κι αυθαδίαζε λεύτερο· τινάχτηκε από τα στήθια τους αχαλίνωτη η αρχέγονη λαχτάρα του ανθρώπου να
σκοτώσει. Καθένας είχε κι ένα φίλο ακόμα ή κι αδερφό, που τον μισούσε, χρόνια, χωρίς αφορμή, κάποτε χωρίς κι
ο ίδιος να το ξέρει, στέρνιαζε χρόνια το μίσος και δεν έβρισκε κανάλι να βγει- και τώρα, να, ξαφνικά τους
μοίραζαν τουφέκια και χεροβομβίδες, ανέμιζαν απάνω από τα κεφάλια τους τρισεύγενες σημαίες, τους ξόρκιζαν
οι παπάδες, οι γαλονάδες, οι γαζετατζήδες, να σκοτώσουν το γείτονα και το φίλο και τον αδερφό - έτσι μονάχα,
τους φώναζαν, η πίστη κι η πατρίδα θα σωθούν. Ο φόνος, η παμπάλαιη ανάγκη του ανθρώπου, έπαιρνε ένα
υψηλό μυστικό νόημα, κι άρχισε το αδερφοκυνηγητό.»
 «Δε μου λέτε, πώς τα πάτε με τους αντάρτες;
-Δε βαστούμε πια, πάτερ άγιε, λιώσαμε.
-Σκοτώνετε! Σκοτώνετε! αυτά μου παράγγειλε η Παναγιά να σας πω, σκοτώνετε τους αντάρτες · δεν είναι αυτοί
άνθρωποι, είναι σκύλοι!» «Κάθε αντάρτης που πέφτει στα χέρια μας, μαχαίρι! Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα- σκοπός
μας είναι η σωτηρία της Ελλάδας!» «Έχουμε πια λιώσει από την αγρύπνια κι από την τρομάρα- και να 'μασταν
τουλάχιστο βέβαιοι πως πολεμούμε για καμιά μεγάλη ιδέα[...]»
 «ένα πράμα μονάχα θα 'θελα να ξέρω, για να μπορώ να βαστάξω τα όσα βλέπω εδώ και κάνω· ένα μονάχα: γιατί
πολεμώ; για ποιον πολεμώ; Πως εμείς εδώ, ο εθνικός στρατός, οι μαυροσκούφηδες, όπως μας λεν, πολεμούμε να
σώσουμε την Ελλάδα και πως οι οχτροί μας, αψηλά στα βουνά, οι κοκκινοσκούφηδες, πολεμούν να μοιράσουν
και να πουλήσουν την Ελλάδα. Αχ, ας μπορούσα να "ξέρα, να 'μουν βέβαιος! Τότε όλα ίσως θα δικαιώνουνταν
όλες μας οι θηριωδίες κι όλες οι συφορές που σκορπίζουμε, σκοτώνοντας, ξεσπιτώνοντας, καίγοντας, ατιμάζο-
ντας.»

                                                                                                           2
«Μα σιγά σιγά -τι 'ναι λοιπόν το βρωμερό επικίντυνο αυτό ζώο που το λέμε άνθρωπο;- σιγά σιγά αγρίευα- με το
να κάνω άθελα μου θυμωμένες χειρονομίες, θύμωσα· άρχισα να κοπανώ με λύσσα τα χέρια που 'ταν γαντζωμένα
στις πόρτες, ν' αδράχνω τις γυναίκες από τα μαλλιά και να τσαλαπατώ τα παιδιά με τις αρβύλες μου.»
«"Ντρέπουμαι, ντρέπουμαι" της είπα σιγά "ντρέπουμαι, κυρά μου, μα φαντάρος είμαι, έχασα τη λευτεριά, δεν
είμαι άνθρωπος· συχώρα με!"»

 «Αν βαστάξει ακόμα λίγον καιρό ο καταραμένος αυτός αδερφοφάς πόλεμος, θ' αρχίσουμε να τρώμε ο ένας τον
άλλον. Χάσαμε την ανθρωποσύνη μας, Χριστέ μου, αγριεύτηκαν τα μούτρα μας, ξαναγυρίσαμε πίσω στο άγριο
θεριό.»

 «Κανένας αρχηγός, μήτε κόκκινος μήτε μαύρος, δεν έχει μέσα του αλάκερη την Ελλάδα· όλοι τους την έχουν
μοιρασμένη, την έκαμαν, οι κακούργοι, δυο κομμάτια, σα να μην ήταν ζωντανή. Και το κάθε κομμάτι λύσσιαξε
και θέλει να φάει το άλλο. Βασιλιάδες, πολιτικάντηδες, γαλονάδες, δεσποτάδες, κοτζαμπάσηδες, καπετάνιοι του
βουνού, καπετάνιοι του κάμπου, όλοι, όλοι έχουν λυσσιάξει. Είναι λύκοι λιμασμένοι, πεινούν, κι είμαστε εμείς, ο
λαός, το κρέας, μας βλέπουν σαν κρέας, και μας τρώνε.» «Πότε τέλος πάντων θα γλιτώσουμε κι από τους δυο
δαιμόνους, να μείνουμε νοικοκυραίοι στο σπίτι μας; Μωρέ, δεν υπάρχουν Έλληνες να παραδώσουμε την
Ελλάδα;»

 «Τα κοράκια έβλεπαν πάλι τους ανθρώπους να μαζεύουνται, όλοι ετούτοι θα γίνουν ψοφίμια, λόγιαζαν μέσα στο
σίγουρο μυαλουδάκι τους, και προσγειώνουνταν μια στιγμή να τροχίσουν τα ραμφιά τους στις πέτρες. Ό,τι εμείς
οι άνθρωποι λέμε πόλεμο για την πίστη και την πατρίδα, τα κοράκια το λένε φαγοπότι- κι ό,τι εμείς λέμε ήρωα, τα
κοράκια το λένε νόστιμο κρέας.»

    Ό καπετάν βράχος, ως να δει το λοχαγό, τινάχτηκε· τον ζύγωσε αργά, τέντωσε το λαιμό του, τον κοίταζε. Το
 φως τώρα είχε πιάσει τον τρούλο της εκκλησιάς και σιγά σιγά κατέβαινε κι έπιανε την αυλή· τα πρόσωπα των
 ανθρώπων γυάλισαν κι ανάμεσα από τους αντάρτες φωτίστηκε χλωμή, με σφιμένα χείλια, με ανοιχτό λαιμό, η
 γυναίκα του λοχαγού, η μαυρομάτα.
    Ό καπετάνιος σκυφτός κοίταζε αχόρταγα το λοχαγό· κάμποση ώρα βουβός· τέλος, άνοιξε το στόμα του :
    —Εσύ 'σαι; εσύ, κυρ λοχαγέ; Πώς γίνηκες έτσι;
    Στράφηκε στα παλικάρια του :
    — Λύσετε τον, πρόσταξε· κόφτε τα σκοινιά ! Σηκώστε τον απάνω! 'Εσύ, εσύ ; πώς γέραζες, πώς έλιωσες, πώς
 άσπρισαν τά μαλλιά σου!
 Ο λοχαγός δάγκανε μανιασμένος τα μουστάκια, δε μιλούσε; το αίμα έτρεχε από το μεσοφρύδι του και μια
 σφαίρα είχε καρφωθεί στο δεξό του το αντικνήμι, θά 'χε σπάσει το κόκαλο και πονούσε· μα έσφιγγε τα δόντια
 του, να μη φωνάξει: «Δε θα φωνάξω» διαλογίζουνταν «δε θα ντροπιαστώ, θα πεθάνω όρθιος· θεέ μου, μη με
 αφήσεις να ξεπέσω!»
 Για πρώτη φορά ήρθε τώρα στο νου του δ θεός· ως τώρα, η τιμή, ή πατρίδα, η εγδίκηση, το μίσος, του
 τύφλωναν την ψυχή· και να, τώρα, στην άκρα απελπισία, η αιώνια, αμετασάλευτη γαλήνη και σιγουράδα, ο
 θεός. Καιρό είχε να χαμογελάσει ειρηνεμένος· σήκωσε το κεφάλι του και χαμογέλασε. Ό καπετάνιος τον
 κοίταζε με θαμασμό, με συμπόνια, με φρίκη· πώς έλιωσε ο ξακουστός ετούτος άντρας και φάνηκαν τα κόκαλα
 του ! ετούτος είναι ο μαυρομούστακος, λιγομίλητος λεβέντης πού γέμισε τ' αρβανίτικα βουνά με τ' όνομά του ;
 «Τι κρίμα, τι κρίμα» συλλογίζουνταν «τέτοιες ψυχές να μην είναι μαζί μας! "Επρεπε όλες οι αρετές να 'ναι στο
 στρατόπεδο το δικό μας, όλες οι αναντριές κι ατιμίες στους άλλους· μα έχουμε εμείς πολλούς άναντρους κι
 άτιμους, κι αυτοί πολλά παλικάρια· ο θεός, θαρρώ, ανακάτεψε τα χαρτιά, και τα 'χουμε χαμένα...»
 — Με θυμάσαι, κύρ λοχαγέ; τον ρώτησε· κοίταξε με καλά, με θυμάσαι;
    Ό λοχαγός αναμέρισε τα αίματα από τα μάτια του κι ευτύς γύρισε πέρα το πρόσωπο και δε μίλησε.
 —Στον Αλβανικό πόλεμο υπηρετούσα στο λόχο σου· είχα τότε άλλο όνομα· με αγαπούσες και μ' έκραζες
 Κουρσάρο· κι όταν ήταν καμιά επικίντυνη αποστολή, εμένα φώναζες. «Άιντε, Κουρσάρο» μου 'λεγες «κάμε
 πάλι το θάμα σου!» Κι όταν σε μια μάχη λαβώθηκες και στα δυο πόδια κι έπεσες κάτω κι όλοι σε παράτησαν,
 εγώ σε πήρα στον ώμο μου, πέντε ώρες, και σ' έφερα στο νοσοκομείο. Κι εσύ μέ είχες αγκαλιάσει από το λαιμό
 και μου 'λεγες: «Σε σένα χρωστώ τη ζωή μου .. Σε σένα χρωστώ τη ζωή μου...» Και τώρα γύρισε, ανάθεμα τον,
 ο χρόνος και σκοτώνουμε ο ένας τον άλλον...

 Αποσπάσματα από: ΡΙΚΗ ΒΑΝ ΜΠΟΥΣΧΟΤΕΝ, Περάσαμε πολλές μπόρες, κορίτσι μου…Πλέθρον/ Μαρτυρίες

   ….Κατά το τέλος του 1946, οι περισσότερες γυναίκες είχαν μείνει χωρίς άντρες στο σπίτι. Για τη Σουλτάνα Μπούμπαρη,
 η στιγμή που γέννησε την κόρη της ήταν η αρχή μιας οδυνηρής πορείας που θα τη στερούσε από την παρουσία των
 αδελφών της και του άντρα της. Τα τρία της αδέλφια και ο πατέρας της ξυλοκοπήθηκαν στα Γρεβενά ή πήγαν φυλακή.

                                                                                                                   3
Λίγο αργότερα ο άντρας της και ο κουνιάδος της φεύγουν στο βουνό.

  …..Τότε πήραν και τον αδελφό μου, τον ξυλοκόπησαν, τον πήγαν φυλακή, εννιά χρόνια. Τον είχαν δώδεκα χρόνια,
ύστερα είχε γίνει μια χάρη, είχαν τον πάρει και τον απόλυκαν, αλλά έφαγε ξύλο, ξύλο! Δώδεκα άτομα τον χτυπούσαν στα
Γρεβενά, έβαλαν έξω αυτοκίνητα, μηχανάκια, να μην ακούγεται μέσα. Τον πιάσαν οι Ραμμαίοι, γιατί δήθεν είχε πάρει
μέρος στη μάχη αυτή . Κι ήταν ο πατέρας μου φυλακή, παπάς, η γυναίκα αυτουνού του αδελφού μου, ο αδελφός μου ο
άλλος ο μικρότερος, τρία αδέλφια ήταν φυλακή κι αναγκάστηκε ύστερα ο αδελφός μου αυτός, που τον γύρευαν να τον
πιάσουν, αναγκάστηκε και πάει να παραδοθεί να απολυθούνε οι άλλοι τρεις. Τον είπαν, ο πρόεδρος, ο ένας, ο άλλος: «Έλα,
δεν θα σε κάνουν τίποτα, να παρουσιαστείς για να βγούνε οι άλλοι». Ήταν η γυναίκα τ' έγκυα κι έκανε και δίδυμα κιόλα.
Και αναγκάστηκε και πήγε (· · ·) Και τράβηξε ύστερα, είπαν δεν θα τον κάνουν τίποτα, αλλά ξύλο, ε, ξύλο!

      Δεν πήγε κανένας εθελοντής, λίγοι ήταν. Δεν ήθελαν να πάνε ο κόσμος. Κι ύστερα τους πήραν, όποιος τους
προλάβαινε. Πήγε ο άντρας μου αντάρτης, τον είχαν καλέσει να πάει στρατιώτης, η θητεία του, αλλά δεν πρόλαβε να πάει,
τους πήρανε ετούτοι, οι αντάρτες, όποιος τους προλάβαινε τους έπαιρνε. Πήγε πρώτα ο κουνιάδος μου, τους πήραν, όχι
πήγαν. Ήταν στρατιώτης ο κουνιάδος μου, κι έφυγε απ' το στρατό, ήρθε εδώ, τον επιστράτευσαν [οι αντάρτες]. Κι αυτός
δεν ήθελε να πάει. Και όταν έμαθε που επιστράτευσαν και τον αδελφό του, ήρθε και γέμισε σπυριά απ' τη στεναχώρια του.
«Αχ!» λέει, «Κατάλαβα, αχ», λέει, «ένας δεν θα μείνουμε». Κανένας δεν ήθελε να πάει, ποιος ήθελε να πάει να σκοτωθεί;
Τόσα παιδιά σκοτώθηκαν απ' το χωριό μας. Εκατόν τόσα παιδιά σκοτώθηκαν. Κανένας δεν ήθελε να πάει. Μερικούς τους
σβάρνιζαν και τους έπαιρναν. Δεν ήθελε ο κόσμος έξω να πάει. Αλλά, σ' είπα, ήταν όλα αυτά φτιαστά, να μας ξεπατώσουν.
Όπως μας ξεπάτωσαν και τώρα δεν μας λογαριάζει κανένας. Κι αυτοί πήραν τους άντρες μας κατά εδώ, εμείς πού να πάμε
ύστερα; Καθόμασταν στα σπίτια μας.

  Ο στρατός όμως, επειδή ήθελε να αφαιρέσει ορμητήρια των ανταρτών, είτε να τροφοδοτούνται από τους τοπικούς
παράγοντες, από τους χωρικούς, είτε να τους δίνουν διάφορες πληροφορίες, υπήρχε απόφαση, δεν ξέρω αν ήταν επίσημη ή
ανεπίσημη, ότι έπρεπε η ύπαιθρος όλη να αδειάσει και να μαζευτούν όλοι στις μεγάλες πόλεις. Ήταν οι λεγόμενοι
καταδιωκόμενοι. Φύγανε από τα χωριά ο κόσμος, είτε με το έτσι-θέλω, είτε με το καλό είτε με το κακό, και τους μαζέψανε
στις μεγάλες πόλεις και κάνανε παραπήγματα κλπ.. Μερικοί όμως απ' αυτούς... —αριστερίζοντες; πέσ' το αριστερίζοντες—
δεν θέλησαν να φύγουν από τα χωριά αυτά, επειδή είχαν τους λόγους τους να παραμείνουν, ή επειδή δεν θέλαν να μείνουν
στις πόλεις. Αυτούς έπρεπε πάση θυσία να τους φέρουν στις πόλεις μέσα, για να μην μπορούν να τροφοδοτούν τους
αντάρτες ή για να μην τους δίνουν πληροφορίες. Επειδή ο στρατός δεν μπορούσε να ασκήσει βία σ' αυτούς, διότι υπήρχε
και ο ΟΗΕ, υπήρχαν και δημοσιογράφοι κλπ., αυτήν την αποστολή την άχαρη την ανέλαβαν αυτές οι ομάδες οι εθνικές,
όπως ήταν του πατέρα μου, εναντίον αυτών των ανθρώπων. Κι είναι γεγονός ότι μερικοί απ' αυτούς τους ανθρώπους
υπέστησαν ταλαιπωρίες...

  Ο στρατός ήρθε πολλές φορές εδώ, γιατί εδώ τα υψώματα πάνω τα 'πιανε, κατέβαινε εδώ κάτω, λεηλατούσε, άρπαζε.
Ήρθαν εδώ στο σπίτι μου, το 'καναν άνω-κάτω, πήραν μέσα κάτι ψωμιά' αν ήταν να τα φάν', καλά έκαναν που τα πήραν,
αλλά πήραν και πράγματα, πήραν κάτι παπούτσια, πήραν κάτι κομμάτια άραφτο ύφασμα —γιατί αυτοί μπορεί να είχαν και
φιλενάδες, να τους δώσουν αυτά να τα στείλουν στα σπίτια τους και ξέρω εγώ.

  Το 'κανε κι ο ένας κι ο άλλος, οι δικοί μας, δεν ήταν ξένοι. Τώρα έγινε εμφύλιος πόλεμος, δεν ήταν ξένοι,
αναμεταξύ μας έγινε. Ο αδελφός μου ο Αντρέας αντάρτης, ο Θόδωρος αντάρτης, η Βάγια η αδελφή μου ανταρτίνα.
Και ο Γιάννης ο άλλος αδελφός μου ήταν στρατό, τον καλούσε η ηλικία. Τώρα πολεμούνταν ο ένας με τον άλλον,
αδέλφια με αδέλφια, είμασταν μια χαρά! Και τραυματίστηκαν και οι δυο. Και τα δυο τ' αδέλφια. Ο Γιάννης απού
ήταν στρατό τραυματίστηκε, πέντε μήνες στο νοσοκομείο έκανε, τραυματίζεται και ο Θόδωρος εδώ. Τώρα ο
πατέρας μου, πού να πάει ο καημένος, με τη μάνα; Να πάει στα Γρεβενά φοβόμασταν, απ' τς Ραμμαίοι. Τη μια τη
μέρα πάει στα Γρεβενά να δει εκείνο τον αδελφό μου, το μεγαλύτερο, την άλλη την ημέρα έπρεπε να πάει απάνω στο
βουνό να δει τον άλλον. Όχι εδωέ, μακριά! Τέτοια τραβήξαμε.

Αποσπάσματα από: ΡΙΚΗ ΒΑΝ ΜΠΟΥΣΧΟΤΕΝ, Περάσαμε πολλές μπόρες, κορίτσι μου…Πλέθρον/ Μαρτυρίες




                                                                                                                    4

More Related Content

What's hot

28 οκτωβριου 1940 ποιήματα
28 οκτωβριου 1940 ποιήματα28 οκτωβριου 1940 ποιήματα
28 οκτωβριου 1940 ποιήματαEleni Chrisanthakopoulou
 
ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ
 ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ
ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝΕλενη Ζαχου
 
η τιμη και το χρημα ολοκληρο
η τιμη και το χρημα  ολοκληροη τιμη και το χρημα  ολοκληρο
η τιμη και το χρημα ολοκληροEleni Kots
 
Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη Λασκαρίδου
Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη ΛασκαρίδουΛογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη Λασκαρίδου
Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη Λασκαρίδουlykkarea
 
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43Flora Kyprianou
 
Του Νεκρού Αδελφού
Του Νεκρού ΑδελφούΤου Νεκρού Αδελφού
Του Νεκρού ΑδελφούTheodora Koulinou
 
13 12 43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
13  12  43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ13  12  43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
13 12 43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥVassilios Kafantaris
 
Το '21 από ... την ανάποδη
Το '21 από ... την ανάποδηΤο '21 από ... την ανάποδη
Το '21 από ... την ανάποδηΗΒΗ ΜΙΤΙΝΤΖΗ
 
το κειμενο του βιβλιου
το κειμενο του βιβλιουτο κειμενο του βιβλιου
το κειμενο του βιβλιουEleni Kots
 
κεφαλόβρυσο 1943
κεφαλόβρυσο 1943κεφαλόβρυσο 1943
κεφαλόβρυσο 1943spmentis
 
Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟgioula3
 
Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)
Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)
Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)panat5lthes
 
ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ
ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ
ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ ΕΛΕΝΗ ΜΟΥΤΑΦΗ
 
Students' presentation antigone by el greco (2)
Students' presentation antigone by el greco (2)Students' presentation antigone by el greco (2)
Students' presentation antigone by el greco (2)Antonis Stergiou
 
οι πιτσιρικοι φυλλο εργασιας συγκριση
οι πιτσιρικοι  φυλλο εργασιας συγκρισηοι πιτσιρικοι  φυλλο εργασιας συγκριση
οι πιτσιρικοι φυλλο εργασιας συγκρισηDimitra Stefani
 
η γυναίκα στον αγώνα
η γυναίκα στον αγώναη γυναίκα στον αγώνα
η γυναίκα στον αγώναvaggeliskyriak
 

What's hot (18)

28 οκτωβριου 1940 ποιήματα
28 οκτωβριου 1940 ποιήματα28 οκτωβριου 1940 ποιήματα
28 οκτωβριου 1940 ποιήματα
 
ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ
 ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ
ΧΡΟΝΙΚΟ ΓΙΟΡΤΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 2018-19 1ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΩΝ ΜΟΥΔΑΝΙΩΝ
 
η τιμη και το χρημα ολοκληρο
η τιμη και το χρημα  ολοκληροη τιμη και το χρημα  ολοκληρο
η τιμη και το χρημα ολοκληρο
 
Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη Λασκαρίδου
Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη ΛασκαρίδουΛογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη Λασκαρίδου
Λογοτεχνικός Διαγωνισμός Καίτη Λασκαρίδου
 
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
Γιώργος Ιωάννου , 13 12-43
 
Του Νεκρού Αδελφού
Του Νεκρού ΑδελφούΤου Νεκρού Αδελφού
Του Νεκρού Αδελφού
 
13 12 43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
13  12  43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ13  12  43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
13 12 43 ioannou ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
 
Το '21 από ... την ανάποδη
Το '21 από ... την ανάποδηΤο '21 από ... την ανάποδη
Το '21 από ... την ανάποδη
 
το κειμενο του βιβλιου
το κειμενο του βιβλιουτο κειμενο του βιβλιου
το κειμενο του βιβλιου
 
κεφαλόβρυσο 1943
κεφαλόβρυσο 1943κεφαλόβρυσο 1943
κεφαλόβρυσο 1943
 
Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟΗ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΤΟ ΔΙΣΤΟΜΟ
 
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματαΔ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
Δ. Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα
 
Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)
Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)
Του Νεκρού Αδελφού (Εργασία Α΄ Λυκείου)
 
ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ
ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ
ΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ Β - ΙΘΑΚΗΣΙΩΝ ΑΓΟΡΑ - ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΑΠΟΔΗΜΙΑ
 
Γιωργος Σ. Κόκκινος 2017
Γιωργος Σ. Κόκκινος 2017Γιωργος Σ. Κόκκινος 2017
Γιωργος Σ. Κόκκινος 2017
 
Students' presentation antigone by el greco (2)
Students' presentation antigone by el greco (2)Students' presentation antigone by el greco (2)
Students' presentation antigone by el greco (2)
 
οι πιτσιρικοι φυλλο εργασιας συγκριση
οι πιτσιρικοι  φυλλο εργασιας συγκρισηοι πιτσιρικοι  φυλλο εργασιας συγκριση
οι πιτσιρικοι φυλλο εργασιας συγκριση
 
η γυναίκα στον αγώνα
η γυναίκα στον αγώναη γυναίκα στον αγώνα
η γυναίκα στον αγώνα
 

Viewers also liked

Viewers also liked (17)

What is meant by high-yield in stocks?
What is meant by high-yield in stocks?What is meant by high-yield in stocks?
What is meant by high-yield in stocks?
 
Community IT Webinar Series - Supporting Remote Workers
Community IT Webinar Series - Supporting Remote WorkersCommunity IT Webinar Series - Supporting Remote Workers
Community IT Webinar Series - Supporting Remote Workers
 
How to get Digital Marketing Certificate in Kolkata?
How to get Digital Marketing Certificate in Kolkata?How to get Digital Marketing Certificate in Kolkata?
How to get Digital Marketing Certificate in Kolkata?
 
Powerpoint icm community
Powerpoint icm communityPowerpoint icm community
Powerpoint icm community
 
Publicidad para seduceunbombero.com
Publicidad para seduceunbombero.comPublicidad para seduceunbombero.com
Publicidad para seduceunbombero.com
 
My User Manual
My User ManualMy User Manual
My User Manual
 
Tugas pti 7
Tugas pti 7Tugas pti 7
Tugas pti 7
 
La posada del silencio nº 76, curso vi
La posada del silencio nº 76, curso viLa posada del silencio nº 76, curso vi
La posada del silencio nº 76, curso vi
 
Surisa
SurisaSurisa
Surisa
 
December issue west coast times
December issue west coast timesDecember issue west coast times
December issue west coast times
 
THS home staging4
THS home staging4THS home staging4
THS home staging4
 
Referente Edmodo
Referente EdmodoReferente Edmodo
Referente Edmodo
 
Niveluri de integrare
Niveluri de integrareNiveluri de integrare
Niveluri de integrare
 
DVMS 21st Century Learning
DVMS 21st Century LearningDVMS 21st Century Learning
DVMS 21st Century Learning
 
Recreo mocoví cantado
Recreo mocoví  cantadoRecreo mocoví  cantado
Recreo mocoví cantado
 
CASE testimonial
CASE testimonialCASE testimonial
CASE testimonial
 
Cartones Clásicos
Cartones ClásicosCartones Clásicos
Cartones Clásicos
 

Similar to λογοτεχνικά παράλληλα στον εμφύλιο της κέρκυρας

τα χταποδακια
τα χταποδακιατα χταποδακια
τα χταποδακιαEleni Kots
 
Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)
Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)
Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)Eleni Kots
 
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥΟ ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ3odhmotiko
 
Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdf
Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdfΗ πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdf
Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdfalex gr
 
διηγημα 1 για ξενιτια
διηγημα 1 για ξενιτιαδιηγημα 1 για ξενιτια
διηγημα 1 για ξενιτιαlivaresi
 
+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου
+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου
+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ ΛυκείουEleni Vakana
 
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμόΜε την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμόΣΟΦΙΑ ΦΕΛΛΑΧΙΔΟΥ
 
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣEANDREAK
 
ο πονος του πολεμιστη
ο πονος του πολεμιστηο πονος του πολεμιστη
ο πονος του πολεμιστηgymagias
 
Γιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdf
Γιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdfΓιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdf
Γιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdfalex gr
 
ο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοί
ο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοίο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοί
ο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν ΣαλοίΒατάτζης .
 
χριστουγεννιάτικες ιστορίες
χριστουγεννιάτικες ιστορίεςχριστουγεννιάτικες ιστορίες
χριστουγεννιάτικες ιστορίεςgina zaza
 
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docxΔιδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docxTassos Karampinis
 
Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)
Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)
Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)Eirini Mousiadou
 
και η ποίησις είναι
και η ποίησις είναικαι η ποίησις είναι
και η ποίησις είναιLouiza Koustoubardi
 
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία. Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία. Nelly Zafeiriades
 

Similar to λογοτεχνικά παράλληλα στον εμφύλιο της κέρκυρας (20)

τα χταποδακια
τα χταποδακιατα χταποδακια
τα χταποδακια
 
Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)
Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)
Kαντατα, Τάσου ΛειβαδΊτη (Όλο)
 
Μέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Λογοτεχνία Β΄ Γυμνασίου
Μέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Λογοτεχνία Β΄ ΓυμνασίουΜέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Λογοτεχνία Β΄ Γυμνασίου
Μέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Λογοτεχνία Β΄ Γυμνασίου
 
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥΟ ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
 
Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdf
Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdfΗ πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdf
Η πρώτη επαφή μου με τη Μικρά Ασία.pdf
 
διηγημα 1 για ξενιτια
διηγημα 1 για ξενιτιαδιηγημα 1 για ξενιτια
διηγημα 1 για ξενιτια
 
+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου
+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου
+13-12-43, Γιώργος Ιωάννου, Γ΄ Λυκείου
 
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμόΜε την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
Με την ποίηση πολεμάμε το ρατσισμό
 
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
 
ο πονος του πολεμιστη
ο πονος του πολεμιστηο πονος του πολεμιστη
ο πονος του πολεμιστη
 
Μέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου
Μέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ ΓυμνασίουΜέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου
Μέλπω Αξιώτη, Από δόξα και θάνατο. Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Β΄ Γυμνασίου
 
28η Οκτωβρίου 1940 - 2015
28η Οκτωβρίου 1940 - 201528η Οκτωβρίου 1940 - 2015
28η Οκτωβρίου 1940 - 2015
 
Γιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdf
Γιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdfΓιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdf
Γιώργος Σεφέρης_ _Τα σπίτια που είχα μού τα πήραν_.pdf
 
ο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοί
ο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοίο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοί
ο Τρελλογιάννης της Αθήνας και Xαραλάμπης οι διά Χριστόν Σαλοί
 
χριστουγεννιάτικες ιστορίες
χριστουγεννιάτικες ιστορίεςχριστουγεννιάτικες ιστορίες
χριστουγεννιάτικες ιστορίες
 
Οι πιτσιρίκοι του Δ. Ψαθά
Οι πιτσιρίκοι του Δ. ΨαθάΟι πιτσιρίκοι του Δ. Ψαθά
Οι πιτσιρίκοι του Δ. Ψαθά
 
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docxΔιδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx
Διδώ Σωτηρίου. «Oι νεκροί περιμένουν».docx
 
Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)
Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)
Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη, Σεπτέμβρης 2014)
 
και η ποίησις είναι
και η ποίησις είναικαι η ποίησις είναι
και η ποίησις είναι
 
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία. Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
Η Έννοια του <<ξένου>> στη λογοτεχνία.
 

Recently uploaded

Εκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptx
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptxΕκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptx
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptx7gymnasiokavalas
 
RODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣH
RODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣHRODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣH
RODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣHROUT Family
 
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων - Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων -  Βυζαντινή ΑυτοκρατορίαΗ Δυναστεία των Παλαιολόγων -  Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων - Βυζαντινή Αυτοκρατορίαeucharis
 
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξειςΓιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξειςΟΛΓΑ ΤΣΕΧΕΛΙΔΟΥ
 
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptx
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptxΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptx
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptxssuserb0ed14
 
ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24
ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24
ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-242lykkomo
 
Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...
Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...
Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...Irini Panagiotaki
 
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdf
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdfΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdf
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdfssuserf9afe7
 
ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docx
ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docxΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docx
ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docxeucharis
 
Το άγαλμα που κρύωνε
Το άγαλμα που                       κρύωνεΤο άγαλμα που                       κρύωνε
Το άγαλμα που κρύωνεDimitra Mylonaki
 
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOYEKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOYssuser369a35
 
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της ΙταλίαςKonstantina Katirtzi
 
Οδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdf
Οδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdfΟδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdf
Οδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdfIrini Panagiotaki
 

Recently uploaded (13)

Εκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptx
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptxΕκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptx
Εκπαιδευτική επίσκεψη στο 1ο ΕΠΑΛ Καβάλας.pptx
 
RODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣH
RODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣHRODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣH
RODOPI CHALLENGE (ROC 50 MILES) 2024 ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣH
 
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων - Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων -  Βυζαντινή ΑυτοκρατορίαΗ Δυναστεία των Παλαιολόγων -  Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων - Βυζαντινή Αυτοκρατορία
 
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξειςΓιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
Γιορτή της μητέρας-Φύλλα εργασιών για όλες τις τάξεις
 
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptx
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptxΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptx
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ Ε.Ε..pptx
 
ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24
ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24
ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΕΣ_ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ endosxolikes 2023-24
 
Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...
Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...
Οδηγίες για τη δημιουργία διαδραστικών δραστηριοτήτων με την εφαρμογή Wordwal...
 
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdf
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdfΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdf
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ 2024 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.pdf
 
ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docx
ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docxΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docx
ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - Γεωγραφία .docx
 
Το άγαλμα που κρύωνε
Το άγαλμα που                       κρύωνεΤο άγαλμα που                       κρύωνε
Το άγαλμα που κρύωνε
 
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOYEKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
EKSETASTEA KAI DIDAKTEA YLH G TAKSHS GENIKOY LYKEIOY
 
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
2η Διεθνική Συνάντηση μαθητών και καθηγητών στο Σαλέρνο της Ιταλίας
 
Οδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdf
Οδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdfΟδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdf
Οδηγίες για τη δημιουργία Flashcard με το Quizlet.pdf
 

λογοτεχνικά παράλληλα στον εμφύλιο της κέρκυρας

  • 1. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΜΗΛΙΩΝΗ ΑΚΡΟΚΕΡΑΥΝΙΑ Τέλος, μέρα μεσημέρι, πέρασε η πρώτη ομάδα, καμιά εικοσαριά άντρες και τραγουδούσαν το Γοργοπόταμο. Χωριάτισσες φάνηκαν στα παράθυρα, μερικοί γέροι βγήκαν στις αυλές. Εκείνοι διάβηκαν χωρίς να σταματήσουν και το τραγούδι τους ακουγόταν ώσπου έφτασαν στην άλλη άκρη του χωρίου και σκαπέτησαν κατά τα μέρη της Μουργκάνας. Τις άλλες μέρες αυτό γινόταν συχνά. Ένα πρωινό ο γερο Μπίκος του χτύπησε την πόρτα, χαράματα ακόμα. Τον βρήκε στο κρεβάτι. «Δάσκαλε, δάσκαλε», έλεγε σιγανά και τρέμαν τα σαγόνια του. «Φωτιά στον πέρα μαχαλά, καίνε το σπίτι του αγροφύλακα». Ήρθε κι η δασκαλίνα, στάθηκαν κι οι τρεις μπροστά στο παραθύρι. Μαύρος καπνός καντηλιάζονταν ανάμεσα στα δέντρα. «Κι οι άνθρωποι;» ρώτησε ή γυναίκα. «Δεν πιστεύω να βρήκαν κανένα. Ό αγροφύλακας ξέρει τις τρύπες όλες..». Η γυναίκα άναψε φωτιά, τους έψησε καφέ κριθαρίτικο. «Φαρμάκι πες, φαρμάκι καλύτερα να φαρμακώνουμε. Σου τό 'λεγα, δάσκαλε, τούτο θά 'ναι χειρότερο απ' τ' άλλα. Τον Τούρκο τον φέρναμε βόλτα με τα γρόσια, ώσπου ήρθε ή κακή του μέρα και γίνηκε το ελληνικό — κακή μας μέρα. Ταλιάνοι και γερμανοί μας ρήμαξαν. Τώρα γίναμε οχτροί μεταξύ μας καί θά φάμε ό ένας τον άλλο. Τούτος είναι ο μεγάλος χαλασμός του Αγιοκοσμά...». Όμως εκείνο το χειμώνα πραγματικά αγκομαχήσαμε. Στις επαρχίες έβραζε ο εμφύλιος κι είχαν κουβαλήσει μέσα λεφούσια οι ανταρτόπληκτοι, από Πωγώνια και Κόνιτσα μέχρι Ζαγοροχώρια, Τσαμουριά και Λάκα-Σούλι. Που λέτε, κίνησε τις προάλλες ένας γύφτος καβάλα στο γάιδαρο να πάει στα Ζαγοροχώρια για τράμπα, του καλού καιρού. Στο δρόμο πέφτει πάνω σε μια ομάδα. «Από πού είσαι;» «Απ' τα καμποχωρια» «Πώς σε λένε;» «Φέζο, Φέζο και Γιάννη». Φέζο με το παλιό, Γιάννη με το καινούργιο. «Γιατί βαφτίστηκες;» «'Έτσι μας είπαν». «Και δεν μας λες, τον ρωτούν, με ποιους είσαι;» Κοιτάει τα καπέλα ο γύφτος να ιδεί κορώνα—ούτε κορώνα ούτε γράμματα. «Μετ' εσάς», τους λέει. «Με ποιους;» «Μετ' εσάς», τίποτε άλλο, ώσπου τον στήσανε στα έξι και πάει καλιά του. Οι φαντάροι γέλασαν: «Κι έτσι πού λές,μπάρμπα, ούτε αυτός έμαθε ούτε οι άλλοι». Γυρίζει τότε ένας φαντάρος και ρωτάει το χωριάτη πού έλεγε την Ιστορία: «Να ήσουν εσύ τί θά 'λεγες;» Εκείνος στην αρχή μαζεύτηκε, αλλά ξαφνικά φωτίστηκε και λέει: «θά τό 'παιζα κορώνα-γραμματα». Ό στρατιώτης όμως ήθελε νά τό διασκεδάσει και στράφηκε στον ενα από τους γύφτους, στο γερο με τα κρεμασμένα μουστάκια και τη λιγδιασμένη τραγιάσκα: «Αλήθεια, γέρο, εσείς οι γύφτοι με ποιους είστε;» Εκείνος χαμογέλασε πονηρά, έγεφε στο πλάι το κεφάλι κι είπε όσο πιο κακομοίρικα μπορούσε:«Μετ' εσάς». Δ. ΧΑΤΖΗ Η ΦΩΤΙΑ «Ριχτήκανε στα κατώγια και διαγουμίσανε τα τροφίματα. Ρημάξανε τα σφαχτά και τα πουλερικά, μπεκρουλιάσανε το κρασί κι όσο δε μπορέσανε να το πιούνε, άνοιξαν τις κάνουλες και τ' αφήσανε να χαθεί. Αμολήσανε τα μουλάρια τους μέσα στα σπαρμένα χωράφια. Βρίσανε και φοβέρισαν τις γυναίκες και δείραν καμπόσες.» «Στην αρχή έσφιγγε τα χέρια του και τον παρακαλούσε. Ύστερα έπεσε κάτου στα γόνατα κι έσκουζε και παρακαλούσε και τα μάτια του τρέχανε δάκρυα. Οι γυναίκες κλαίγανε πίσωθέ του να βλέπουν το χάλι του. Ένοιωθε τώρα τον κίντυνο να τον τριγυρίζει: σα μια μεγάλη φωτιά που σερνότανε μέσα στον κάμπο και που κανένας δεν μπορούσε να της ξεφύγει» Ύστερα... Ύστερα φάνηκαν όλα να τελείωσαν. Τα εγγλέζικα τάνκς ξεχύθηκαν απ' την Αθήνα και μπήκανε στις χιονισμένες πολιτείες με τα κατάκλειστα παραθύρια και τις μανταλωμένες πόρτες. 0ι δικοί μας δώσανε τα ντουφέκια τους. Στεκόντανε στη γραμμή με τα μάτια σκυμένα. Ένας -ένας προχωρούσαν, σταματούσαν μια στιγμή σα να διστάζανε καί σα να μετάνιωναν, σφίγγανε το ντουφέκι με τα δυό τους τα χέρια και κατόπι το πετούσαν βιαστικά στο σωρό και τρέχανε πίσω, χωρίς να γυρίσουνε να κοιτάξουν. Μα δέ φεύγανε. Λίγο παρακάτου στεκόντανε πάλι, περιμένοντας και τους άλλους πού δεν μπορούσανε πια να χωρίσουν. Και τα δάκρυα κυλούσαν μέσα στα γένεια τους. Όλα τα είδε, μοναχή της. Μ’αυτά τά ίδια τά μάτια της. Πώς πέταξαν όξω απ΄ τα νοσοκομεία τους λαβωμένους μ’ ανοιχτές τις πληγές και τους κυνηγούσαν στους δρόμους και τους ρίχνανε πέτρες καί τίύς γιουχάϊζαν. Στις πολιτείες, στα χωριά και στα σταυροδρόμια, είδε να ξεσκάβουν τους τάφους των σκοτωμένων καί να σπάνε τα καντήλια πού άναβαν οι. χαροκαμένες μανούλες. Είδε να μπαίνουν σά λυσασμένα σκυλιά στα σπίτια και να παίρνουν τους άντρες πουχανε πολεμήσει και να δέρνουν τις γυναίκες πού τους είχαν ξεπροβοδίσει κρύβοντας τότες τά δάκρυα τους. Τώρα τ' αφήνανε κ' έτρεχαν. "Από πολιτεία σε πολιτεία, καθώς γυρνούσε πάνου καί κάτου, δλα μείνανε στο νου της πνιγμένα σ' αυτά τα δάκρυα. Κανένας δε μιλούσε, δεν αντιστεκότανε πια. Κι ούτε βαρυγκομούσανε, ούτε μετάνοιωναν για τα παλιά. Μόνο κλαίγανε — είδε χιλιάδες ανθρώπους να κλαίνε σφίγγοντας τα δόντια... 1
  • 2. ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΕΡΑΤΗ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΤΟΥ 43 «Έρχονται οι Εαμίτες! Με μπαμπεσιά είμαστε κυκλωμένοι! Κηρύχτηκε πια ανοιχτά ο πόλεμος μεταξύ μας! Τώρα πια: όποιος φάει τον άλλον!» «Πάγωσα ολόκληρος όταν είδα το φανατισμό που ξέσπασε μετά κι όταν άκουσα τις κραυγές και τα ουρλιάσματα του μίσους που γιομίσανε όλο το δωμάτιο -και ιδίως τη χαρά, το κέφι, τ' αλληλοαγκαλιάσματα και τα φιλιά που επακόλουθη σαν ε, σα νάχε αναγγελθεί τούτη τη στιγμή το πιο ευφρόσυνο γεγονός για τη δυστυχή σκλαβωμένη πατρίδα μας, σα νάχε σημάνει κανένας Ευαγγελισμός ή καμιά Ανάσταση[...] Δεν ήξερα τι να κάνω. Στεκόμουν σε μια γωνιά, αμήχανος, ακίνητος, γιατί άξαφνα και τόσο έντονα ένοιωσα πως μας χωρίζει άβυσσος. Πάγωσα είπα. Καταράστηκα την ώρα και τη στιγμή που βρέθηκα εδώ πάνω -κι όχι επειδή ήμανε στη μια ή στην άλλη μερίδα.» «Και σε λίγο καιρό (μα ήταν να μη το περιμένει κανείς;), όταν πια αλληλοσκοτωθήκαμε στα γερά, όταν είμαστε όσο μπορεί πιο ώριμοι για την αποσύνθεση, οι Γερμανοί άρχισαν την επίθεση τους, τις τελειωτικές "εκκαθαριστικές επιχειρήσεις τους μεγάλης κλίμακος", όπως λέγανε μετά.» (σ. 112) «Θα περίμενε κανένας... Βέβαια, σ' όποιον είχε μείνει λίγη καθαρή κρίση, θα περίμενε πως τουλάχιστον τούτη δω την ύστατη στιγμή θα σταματούσαμε τον πόλεμο μεταξύ μας και ότι έστω και όχι ενωμένοι, αλλά χωριστά και καθένας για λογαριασμό του θα χτυπούσαμε τον κοινό πανίσχυρο εχθρό[...] Κι όμως δεν έγινε τίποτα τέτοιο κι εδώ πάνω πια ήταν ένας τραγέλαφος» (σ. 113-114). ΝΙΚΟΥ ΚΑΣΔΑΓΛΗ ΣΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΤΗΣ ΜΥΛΟΠΕΤΡΑΣ «Μα δεν τόνε θέλαν τον άλλον ισότιμο τους, στο πλευρό- τόνε θέλαν από κάτω, να τόνε διατάζουν. Κι αντίς να τα βάλουνε με τους Γερμανούς, τσακώθηκαν μεταξύ τους, να καθαρίσουνε, λέει, το εσωτερικό μέτωπο. Ο γιος έμαθε να φωνάζει τον πατέρα προδότη, και εκείνος πάλι τόνε τάραζε στο ξΎλο, να τόνε σωφρονίσει. Έχασε η λέξη το νόημα της, έδειχνε, απλά, τον αντίπαλο- μόνο που πάσκιζε να φανατίσει-ο φανατισμός έγινε η άγρια, παράλογη αρετή της εποχής.» ΡΟΔΗ ΡΟΥΦΟΥ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑΣ «Ο απολογισμός ήταν τρομαχτικός. Χιλιάδες πτώματα θυμάτων του ΕΛΑΣ είχαν βρεθεί, κι ακόμα ξεθάβονταν άλλα από ομαδικούς τάφους, πολλές φορές φριχτά παραμορφωμένα από βασανιστήρια: κομμένες μύτες κι αυτιά, βγαλμένα μάτια[...]». «του ήταν αφόρητη η ιδέα του εμφύλιου πολέμου» .«Τώρα θάταν ανυπόφορο -τώρα πούχαν μόλις γκρεμιστεί μέσα του τα ολιγαρχικά τείχη, τώρα πούχε νιώσει για πρώτη φορά, αληθινά, τη μεγάλη αλληλεγγύη» (σ. 400). ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΟΙ ΑΔΕΡΦΟΦΑΔΕΣ «πότε ροβολούσαν χουγιάζοντας οι κοκκινοσκούφηδες, πότε έκαναν γιουρούσι οι μαυροσκούφηδες και πιάνουνταν μέση με μέση κι άρχιζε το γλυκό το αδερφοφάγωμα.» «όταν πλάκωσε ο αδερφοσκοτωμός[...] ό,τι ως τότε κουφόβραζε μέσα τους, βουβό κι αφανέρωτο, ξεσπούσε τώρα κι αυθαδίαζε λεύτερο· τινάχτηκε από τα στήθια τους αχαλίνωτη η αρχέγονη λαχτάρα του ανθρώπου να σκοτώσει. Καθένας είχε κι ένα φίλο ακόμα ή κι αδερφό, που τον μισούσε, χρόνια, χωρίς αφορμή, κάποτε χωρίς κι ο ίδιος να το ξέρει, στέρνιαζε χρόνια το μίσος και δεν έβρισκε κανάλι να βγει- και τώρα, να, ξαφνικά τους μοίραζαν τουφέκια και χεροβομβίδες, ανέμιζαν απάνω από τα κεφάλια τους τρισεύγενες σημαίες, τους ξόρκιζαν οι παπάδες, οι γαλονάδες, οι γαζετατζήδες, να σκοτώσουν το γείτονα και το φίλο και τον αδερφό - έτσι μονάχα, τους φώναζαν, η πίστη κι η πατρίδα θα σωθούν. Ο φόνος, η παμπάλαιη ανάγκη του ανθρώπου, έπαιρνε ένα υψηλό μυστικό νόημα, κι άρχισε το αδερφοκυνηγητό.» «Δε μου λέτε, πώς τα πάτε με τους αντάρτες; -Δε βαστούμε πια, πάτερ άγιε, λιώσαμε. -Σκοτώνετε! Σκοτώνετε! αυτά μου παράγγειλε η Παναγιά να σας πω, σκοτώνετε τους αντάρτες · δεν είναι αυτοί άνθρωποι, είναι σκύλοι!» «Κάθε αντάρτης που πέφτει στα χέρια μας, μαχαίρι! Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα- σκοπός μας είναι η σωτηρία της Ελλάδας!» «Έχουμε πια λιώσει από την αγρύπνια κι από την τρομάρα- και να 'μασταν τουλάχιστο βέβαιοι πως πολεμούμε για καμιά μεγάλη ιδέα[...]» «ένα πράμα μονάχα θα 'θελα να ξέρω, για να μπορώ να βαστάξω τα όσα βλέπω εδώ και κάνω· ένα μονάχα: γιατί πολεμώ; για ποιον πολεμώ; Πως εμείς εδώ, ο εθνικός στρατός, οι μαυροσκούφηδες, όπως μας λεν, πολεμούμε να σώσουμε την Ελλάδα και πως οι οχτροί μας, αψηλά στα βουνά, οι κοκκινοσκούφηδες, πολεμούν να μοιράσουν και να πουλήσουν την Ελλάδα. Αχ, ας μπορούσα να "ξέρα, να 'μουν βέβαιος! Τότε όλα ίσως θα δικαιώνουνταν όλες μας οι θηριωδίες κι όλες οι συφορές που σκορπίζουμε, σκοτώνοντας, ξεσπιτώνοντας, καίγοντας, ατιμάζο- ντας.» 2
  • 3. «Μα σιγά σιγά -τι 'ναι λοιπόν το βρωμερό επικίντυνο αυτό ζώο που το λέμε άνθρωπο;- σιγά σιγά αγρίευα- με το να κάνω άθελα μου θυμωμένες χειρονομίες, θύμωσα· άρχισα να κοπανώ με λύσσα τα χέρια που 'ταν γαντζωμένα στις πόρτες, ν' αδράχνω τις γυναίκες από τα μαλλιά και να τσαλαπατώ τα παιδιά με τις αρβύλες μου.» «"Ντρέπουμαι, ντρέπουμαι" της είπα σιγά "ντρέπουμαι, κυρά μου, μα φαντάρος είμαι, έχασα τη λευτεριά, δεν είμαι άνθρωπος· συχώρα με!"» «Αν βαστάξει ακόμα λίγον καιρό ο καταραμένος αυτός αδερφοφάς πόλεμος, θ' αρχίσουμε να τρώμε ο ένας τον άλλον. Χάσαμε την ανθρωποσύνη μας, Χριστέ μου, αγριεύτηκαν τα μούτρα μας, ξαναγυρίσαμε πίσω στο άγριο θεριό.» «Κανένας αρχηγός, μήτε κόκκινος μήτε μαύρος, δεν έχει μέσα του αλάκερη την Ελλάδα· όλοι τους την έχουν μοιρασμένη, την έκαμαν, οι κακούργοι, δυο κομμάτια, σα να μην ήταν ζωντανή. Και το κάθε κομμάτι λύσσιαξε και θέλει να φάει το άλλο. Βασιλιάδες, πολιτικάντηδες, γαλονάδες, δεσποτάδες, κοτζαμπάσηδες, καπετάνιοι του βουνού, καπετάνιοι του κάμπου, όλοι, όλοι έχουν λυσσιάξει. Είναι λύκοι λιμασμένοι, πεινούν, κι είμαστε εμείς, ο λαός, το κρέας, μας βλέπουν σαν κρέας, και μας τρώνε.» «Πότε τέλος πάντων θα γλιτώσουμε κι από τους δυο δαιμόνους, να μείνουμε νοικοκυραίοι στο σπίτι μας; Μωρέ, δεν υπάρχουν Έλληνες να παραδώσουμε την Ελλάδα;» «Τα κοράκια έβλεπαν πάλι τους ανθρώπους να μαζεύουνται, όλοι ετούτοι θα γίνουν ψοφίμια, λόγιαζαν μέσα στο σίγουρο μυαλουδάκι τους, και προσγειώνουνταν μια στιγμή να τροχίσουν τα ραμφιά τους στις πέτρες. Ό,τι εμείς οι άνθρωποι λέμε πόλεμο για την πίστη και την πατρίδα, τα κοράκια το λένε φαγοπότι- κι ό,τι εμείς λέμε ήρωα, τα κοράκια το λένε νόστιμο κρέας.» Ό καπετάν βράχος, ως να δει το λοχαγό, τινάχτηκε· τον ζύγωσε αργά, τέντωσε το λαιμό του, τον κοίταζε. Το φως τώρα είχε πιάσει τον τρούλο της εκκλησιάς και σιγά σιγά κατέβαινε κι έπιανε την αυλή· τα πρόσωπα των ανθρώπων γυάλισαν κι ανάμεσα από τους αντάρτες φωτίστηκε χλωμή, με σφιμένα χείλια, με ανοιχτό λαιμό, η γυναίκα του λοχαγού, η μαυρομάτα. Ό καπετάνιος σκυφτός κοίταζε αχόρταγα το λοχαγό· κάμποση ώρα βουβός· τέλος, άνοιξε το στόμα του : —Εσύ 'σαι; εσύ, κυρ λοχαγέ; Πώς γίνηκες έτσι; Στράφηκε στα παλικάρια του : — Λύσετε τον, πρόσταξε· κόφτε τα σκοινιά ! Σηκώστε τον απάνω! 'Εσύ, εσύ ; πώς γέραζες, πώς έλιωσες, πώς άσπρισαν τά μαλλιά σου! Ο λοχαγός δάγκανε μανιασμένος τα μουστάκια, δε μιλούσε; το αίμα έτρεχε από το μεσοφρύδι του και μια σφαίρα είχε καρφωθεί στο δεξό του το αντικνήμι, θά 'χε σπάσει το κόκαλο και πονούσε· μα έσφιγγε τα δόντια του, να μη φωνάξει: «Δε θα φωνάξω» διαλογίζουνταν «δε θα ντροπιαστώ, θα πεθάνω όρθιος· θεέ μου, μη με αφήσεις να ξεπέσω!» Για πρώτη φορά ήρθε τώρα στο νου του δ θεός· ως τώρα, η τιμή, ή πατρίδα, η εγδίκηση, το μίσος, του τύφλωναν την ψυχή· και να, τώρα, στην άκρα απελπισία, η αιώνια, αμετασάλευτη γαλήνη και σιγουράδα, ο θεός. Καιρό είχε να χαμογελάσει ειρηνεμένος· σήκωσε το κεφάλι του και χαμογέλασε. Ό καπετάνιος τον κοίταζε με θαμασμό, με συμπόνια, με φρίκη· πώς έλιωσε ο ξακουστός ετούτος άντρας και φάνηκαν τα κόκαλα του ! ετούτος είναι ο μαυρομούστακος, λιγομίλητος λεβέντης πού γέμισε τ' αρβανίτικα βουνά με τ' όνομά του ; «Τι κρίμα, τι κρίμα» συλλογίζουνταν «τέτοιες ψυχές να μην είναι μαζί μας! "Επρεπε όλες οι αρετές να 'ναι στο στρατόπεδο το δικό μας, όλες οι αναντριές κι ατιμίες στους άλλους· μα έχουμε εμείς πολλούς άναντρους κι άτιμους, κι αυτοί πολλά παλικάρια· ο θεός, θαρρώ, ανακάτεψε τα χαρτιά, και τα 'χουμε χαμένα...» — Με θυμάσαι, κύρ λοχαγέ; τον ρώτησε· κοίταξε με καλά, με θυμάσαι; Ό λοχαγός αναμέρισε τα αίματα από τα μάτια του κι ευτύς γύρισε πέρα το πρόσωπο και δε μίλησε. —Στον Αλβανικό πόλεμο υπηρετούσα στο λόχο σου· είχα τότε άλλο όνομα· με αγαπούσες και μ' έκραζες Κουρσάρο· κι όταν ήταν καμιά επικίντυνη αποστολή, εμένα φώναζες. «Άιντε, Κουρσάρο» μου 'λεγες «κάμε πάλι το θάμα σου!» Κι όταν σε μια μάχη λαβώθηκες και στα δυο πόδια κι έπεσες κάτω κι όλοι σε παράτησαν, εγώ σε πήρα στον ώμο μου, πέντε ώρες, και σ' έφερα στο νοσοκομείο. Κι εσύ μέ είχες αγκαλιάσει από το λαιμό και μου 'λεγες: «Σε σένα χρωστώ τη ζωή μου .. Σε σένα χρωστώ τη ζωή μου...» Και τώρα γύρισε, ανάθεμα τον, ο χρόνος και σκοτώνουμε ο ένας τον άλλον... Αποσπάσματα από: ΡΙΚΗ ΒΑΝ ΜΠΟΥΣΧΟΤΕΝ, Περάσαμε πολλές μπόρες, κορίτσι μου…Πλέθρον/ Μαρτυρίες ….Κατά το τέλος του 1946, οι περισσότερες γυναίκες είχαν μείνει χωρίς άντρες στο σπίτι. Για τη Σουλτάνα Μπούμπαρη, η στιγμή που γέννησε την κόρη της ήταν η αρχή μιας οδυνηρής πορείας που θα τη στερούσε από την παρουσία των αδελφών της και του άντρα της. Τα τρία της αδέλφια και ο πατέρας της ξυλοκοπήθηκαν στα Γρεβενά ή πήγαν φυλακή. 3
  • 4. Λίγο αργότερα ο άντρας της και ο κουνιάδος της φεύγουν στο βουνό. …..Τότε πήραν και τον αδελφό μου, τον ξυλοκόπησαν, τον πήγαν φυλακή, εννιά χρόνια. Τον είχαν δώδεκα χρόνια, ύστερα είχε γίνει μια χάρη, είχαν τον πάρει και τον απόλυκαν, αλλά έφαγε ξύλο, ξύλο! Δώδεκα άτομα τον χτυπούσαν στα Γρεβενά, έβαλαν έξω αυτοκίνητα, μηχανάκια, να μην ακούγεται μέσα. Τον πιάσαν οι Ραμμαίοι, γιατί δήθεν είχε πάρει μέρος στη μάχη αυτή . Κι ήταν ο πατέρας μου φυλακή, παπάς, η γυναίκα αυτουνού του αδελφού μου, ο αδελφός μου ο άλλος ο μικρότερος, τρία αδέλφια ήταν φυλακή κι αναγκάστηκε ύστερα ο αδελφός μου αυτός, που τον γύρευαν να τον πιάσουν, αναγκάστηκε και πάει να παραδοθεί να απολυθούνε οι άλλοι τρεις. Τον είπαν, ο πρόεδρος, ο ένας, ο άλλος: «Έλα, δεν θα σε κάνουν τίποτα, να παρουσιαστείς για να βγούνε οι άλλοι». Ήταν η γυναίκα τ' έγκυα κι έκανε και δίδυμα κιόλα. Και αναγκάστηκε και πήγε (· · ·) Και τράβηξε ύστερα, είπαν δεν θα τον κάνουν τίποτα, αλλά ξύλο, ε, ξύλο! Δεν πήγε κανένας εθελοντής, λίγοι ήταν. Δεν ήθελαν να πάνε ο κόσμος. Κι ύστερα τους πήραν, όποιος τους προλάβαινε. Πήγε ο άντρας μου αντάρτης, τον είχαν καλέσει να πάει στρατιώτης, η θητεία του, αλλά δεν πρόλαβε να πάει, τους πήρανε ετούτοι, οι αντάρτες, όποιος τους προλάβαινε τους έπαιρνε. Πήγε πρώτα ο κουνιάδος μου, τους πήραν, όχι πήγαν. Ήταν στρατιώτης ο κουνιάδος μου, κι έφυγε απ' το στρατό, ήρθε εδώ, τον επιστράτευσαν [οι αντάρτες]. Κι αυτός δεν ήθελε να πάει. Και όταν έμαθε που επιστράτευσαν και τον αδελφό του, ήρθε και γέμισε σπυριά απ' τη στεναχώρια του. «Αχ!» λέει, «Κατάλαβα, αχ», λέει, «ένας δεν θα μείνουμε». Κανένας δεν ήθελε να πάει, ποιος ήθελε να πάει να σκοτωθεί; Τόσα παιδιά σκοτώθηκαν απ' το χωριό μας. Εκατόν τόσα παιδιά σκοτώθηκαν. Κανένας δεν ήθελε να πάει. Μερικούς τους σβάρνιζαν και τους έπαιρναν. Δεν ήθελε ο κόσμος έξω να πάει. Αλλά, σ' είπα, ήταν όλα αυτά φτιαστά, να μας ξεπατώσουν. Όπως μας ξεπάτωσαν και τώρα δεν μας λογαριάζει κανένας. Κι αυτοί πήραν τους άντρες μας κατά εδώ, εμείς πού να πάμε ύστερα; Καθόμασταν στα σπίτια μας. Ο στρατός όμως, επειδή ήθελε να αφαιρέσει ορμητήρια των ανταρτών, είτε να τροφοδοτούνται από τους τοπικούς παράγοντες, από τους χωρικούς, είτε να τους δίνουν διάφορες πληροφορίες, υπήρχε απόφαση, δεν ξέρω αν ήταν επίσημη ή ανεπίσημη, ότι έπρεπε η ύπαιθρος όλη να αδειάσει και να μαζευτούν όλοι στις μεγάλες πόλεις. Ήταν οι λεγόμενοι καταδιωκόμενοι. Φύγανε από τα χωριά ο κόσμος, είτε με το έτσι-θέλω, είτε με το καλό είτε με το κακό, και τους μαζέψανε στις μεγάλες πόλεις και κάνανε παραπήγματα κλπ.. Μερικοί όμως απ' αυτούς... —αριστερίζοντες; πέσ' το αριστερίζοντες— δεν θέλησαν να φύγουν από τα χωριά αυτά, επειδή είχαν τους λόγους τους να παραμείνουν, ή επειδή δεν θέλαν να μείνουν στις πόλεις. Αυτούς έπρεπε πάση θυσία να τους φέρουν στις πόλεις μέσα, για να μην μπορούν να τροφοδοτούν τους αντάρτες ή για να μην τους δίνουν πληροφορίες. Επειδή ο στρατός δεν μπορούσε να ασκήσει βία σ' αυτούς, διότι υπήρχε και ο ΟΗΕ, υπήρχαν και δημοσιογράφοι κλπ., αυτήν την αποστολή την άχαρη την ανέλαβαν αυτές οι ομάδες οι εθνικές, όπως ήταν του πατέρα μου, εναντίον αυτών των ανθρώπων. Κι είναι γεγονός ότι μερικοί απ' αυτούς τους ανθρώπους υπέστησαν ταλαιπωρίες... Ο στρατός ήρθε πολλές φορές εδώ, γιατί εδώ τα υψώματα πάνω τα 'πιανε, κατέβαινε εδώ κάτω, λεηλατούσε, άρπαζε. Ήρθαν εδώ στο σπίτι μου, το 'καναν άνω-κάτω, πήραν μέσα κάτι ψωμιά' αν ήταν να τα φάν', καλά έκαναν που τα πήραν, αλλά πήραν και πράγματα, πήραν κάτι παπούτσια, πήραν κάτι κομμάτια άραφτο ύφασμα —γιατί αυτοί μπορεί να είχαν και φιλενάδες, να τους δώσουν αυτά να τα στείλουν στα σπίτια τους και ξέρω εγώ. Το 'κανε κι ο ένας κι ο άλλος, οι δικοί μας, δεν ήταν ξένοι. Τώρα έγινε εμφύλιος πόλεμος, δεν ήταν ξένοι, αναμεταξύ μας έγινε. Ο αδελφός μου ο Αντρέας αντάρτης, ο Θόδωρος αντάρτης, η Βάγια η αδελφή μου ανταρτίνα. Και ο Γιάννης ο άλλος αδελφός μου ήταν στρατό, τον καλούσε η ηλικία. Τώρα πολεμούνταν ο ένας με τον άλλον, αδέλφια με αδέλφια, είμασταν μια χαρά! Και τραυματίστηκαν και οι δυο. Και τα δυο τ' αδέλφια. Ο Γιάννης απού ήταν στρατό τραυματίστηκε, πέντε μήνες στο νοσοκομείο έκανε, τραυματίζεται και ο Θόδωρος εδώ. Τώρα ο πατέρας μου, πού να πάει ο καημένος, με τη μάνα; Να πάει στα Γρεβενά φοβόμασταν, απ' τς Ραμμαίοι. Τη μια τη μέρα πάει στα Γρεβενά να δει εκείνο τον αδελφό μου, το μεγαλύτερο, την άλλη την ημέρα έπρεπε να πάει απάνω στο βουνό να δει τον άλλον. Όχι εδωέ, μακριά! Τέτοια τραβήξαμε. Αποσπάσματα από: ΡΙΚΗ ΒΑΝ ΜΠΟΥΣΧΟΤΕΝ, Περάσαμε πολλές μπόρες, κορίτσι μου…Πλέθρον/ Μαρτυρίες 4