2. Μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες
θεωρούνται όσοι για ολόκληρη ή ορισμένη περίοδο της σχολικής
τους ζωής εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες μάθησης εξαιτίας:
αισθητηριακών, νοητικών, γνωστικών, αναπτυξιακών
προβλημάτων, ψυχικών και νευροψυχικών διαταραχών οι
οποίες, σύμφωνα με τη διεπιστημονική αξιολόγηση, επηρεάζουν
τη διαδικασία της σχολικής προσαρμογής και μάθησης.
Ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» χρησιμοποιείται για να
περιγράψει ένα σύνολο διαταραχών που μειώνουν την
ικανότητα ενός ατόμου να επικοινωνήσει ή να μάθει. Πρόκειται
για ένα πολυσυλλεκτικό όρο που μπορεί να αναφέρεται σε πολύ
διαφορετικές συνθήκες, όπως: δυσκολίες αντίληψης,
εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, αυτισμό, δυσλεξία, αναπτυξιακή
αφασία κ.α.
3. Σε αντίθεση με την διάγνωση κάποιας απλής ασθένειας όπως η
«ανεμευλογιά» ή η «γρίπη», όταν πρόκειται για την διάγνωση
μιας «Μαθησιακής Δυσκολίας» τα πράγματα αλλάζουν καθώς
αποτελεί έναν ευρύ όρο, ο οποίος καλύπτει πολλές πιθανές
αιτίες, συμπτώματα, θεραπείες και αποτελέσματα. Μερικοί
άνθρωποι μπορεί να έχουν ένα μοναδικό, ξεχωριστό μαθησιακό
πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει λίγο τη ζωή τους, ενώ άλλοι
παρουσιάζουν διάφορες Μαθησιακές Δυσκολίες που
αλληλοεπικαλύπτονται. Το γεγονός ότι οι δυσκολίες αυτές
μπορούν να εμφανιστούν σε πολλές μορφές καθιστά δύσκολη
την διάγνωση ή ακόμα και τον εντοπισμό τους.
4. Σε ένα γενικό πλαίσιο, η αιτιολογία των μαθησιακών δυσκολιών είναι
οργανικής φύσεως. Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι αποτέλεσμα κάποιας
νευρολογικής διαταραχής, η οποία σχετίζεται με κληρονομικούς παράγοντες
και αφορά ελλείμματα τα οποία πλήττουν τον τρόπο λειτουργίας ορισμένων
περιοχών του εγκεφάλου με συνέπεια την εμφάνιση δυσκολιών στο παιδί στη
διάκριση των ήχων και των γραπτών συμβόλων. H επικράτηση βιολογικών
συντελεστών είναι καθοριστική για την εμφάνιση της διαταραχής.
5. Το εύρος των μαθησιακών δυσκολιών είναι πολυποίκιλλο.
Παρόλα αυτά με βάση μια απλή κατηγοριοποίηση, υπάρχουν
τέσσερις κατηγορίες:
Δυσκολίες λόγου και ομιλίας. Πρόκειται για δυσκολίες στην
παραγωγή και κατανόηση του προφορικού λόγου. Τέτοιες μπορεί
να αφορούν την παραγωγή ήχων (άρθρωση), τη μετατροπή
ιδεών σε λόγο (έκφραση) ή την κατανόηση των λεγομένων του
συνομιλητή.
Δυσκολίες γραπτού λόγου. Οι δυσκολίες αυτές μπορεί να
αφορούν προβλήματα στην αποκωδικοποίηση του γραπτού
λόγου, προβλήματα ορθογραφίας και γενικότερα προβλήματα
στην παραγωγή γραπτού λόγου. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και
η περισσότερο γνωστή περίπτωση της δυσλεξίας (συχνά
αναφέρεται και ως ειδική μαθησιακή δυσκολία).
6. Δυσκολίες μαθηματικού λόγου. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν
δυσκολίες που στην αναγνώριση αριθμών και μαθηματικών συμβόλων,
στην απομνημόνευση της προπαίδειας, στην κατανόηση αφηρημένων
μαθηματικών εννοιών και στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων.
Όπως και στην περίπτωση της προηγούμενης κατηγορίας (δυσκολίες
γραπτού λόγου), πρόκειται για μορφές μαθησιακής δυσκολίας που, για
προφανείς μάλλον λόγους, τις περισσότερες φορές ανιχνεύονται μετά την
ένταξη του ατόμου στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Άλλες δυσκολίες. Σε αυτή τη κατηγορία εντάσσονται δυσκολίες οι
οποίες επηρεάζουν σαφώς τη διαδικασία της μάθησης και μπορούν να
ενταχθούν κάτω από τον όρο "μαθησιακές δυσκολίες", χωρίς να
εμπίπτουν σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες. Τέτοιες είναι οι οπτικο-
κινητικές διαταραχές.
8. Είναι η εξελικτική δυσκολία στην επεξεργασία του γραπτού λόγου και κατά
συνέπεια δυσκολία στην ανάγνωση, δυσανάλογα επίμονη προς την ηλικία και το
νοητικό δυναμικό του μαθητή, και επίσης επίμονη αδυναμία στην εκμάθηση της
ορθογραφίας των λέξεων. Σε πολλές περιπτώσεις, η δυσλεξία φαίνεται να
κληρονομείται. Δεν είναι ασθένεια, αλλά μια διαφορετικότητα στη δομή του
εγκεφάλου, η οποία χρειάζεται ένα διαφορετικό τρόπο διδασκαλίας. Τα άτομα με
δυσλεξία είναι χαρισματικά και πολύ παραγωγικά.
– Δυσκολίες στην ανάγνωση (αργός ρυθμός ανάγνωσης, διστακτική και συλλαβική
ανάγνωση, λάθη σε επίπεδο σύγχυσης βασικών αντιστοιχιών ήχων και γραπτών
συμβόλων, λάθη με οπτικές ομοιότητες γραμμάτων, παράλειψη, αντικατάσταση,
αντιμετάθεση γραμμάτων, συλλαβών ή και λέξεων, ελλιπής κατανόηση του
κειμένου, χάσιμο της σειράς του βιβλίου).
– Δυσκολίες στη γραφή (πολλά ορθογραφικά λάθη, παραλείψεις, προσθέσεις,
αντιμεταθέσεις, αντικαταστάσεις γραμμάτων, συλλαβών & λέξεων, κακογραφία,
ακαταστασία, μουντζούρες στο γραπτό, αδικαιολόγητα κενά, κατάργηση των
διαστημάτων, απουσία σημείων στίξης, απουσία κεφαλαίων ή παρεμβολή τους
ανάμεσα στα πεζά).
– Δυσκολίες στα μαθηματικά (προβλήματα στην άμεση μνήμη, όταν
ενασχολούνται με αριθμητικές πράξεις, απώλεια θέσης ή σειράς στην πρόσθεση
στηλών με αριθμούς, δυσκολία εκμάθησης της προπαίδειας).
9. Πολλά παιδιά, ιδιαίτερα στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού,
χαρακτηρίζονται από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς
ζωηρά, υπερκινητικά, απρόσεκτα, δραστήρια ή ανυπάκουα.
Αυτή η συμπεριφορά, αν και δυσκολεύει τη ζωή των γονέων και
των δασκάλων, θεωρείται έως μια ηλικία φυσιολογική. Παρ' όλα
αυτά, όμως, επιβαρύνουν την καθημερινή ζωή του παιδιού,
καθώς και τη σχολική επίδοσή του. Τι γίνεται, όμως, όταν ένα
παιδί δεν μπορεί να συγκεντρωθεί σχεδόν καθόλου στα
μαθήματά του; Τι γίνεται, όταν δεν μπορεί να κάνει τις εργασίες
του; Όταν δεν έχει την υπομονή να καθίσει σε ένα σημείο σχεδόν
ποτέ; Τότε, πιθανόν το παιδί να πάσχει από Διαταραχή
Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ – Υ). Η
διαταραχή αυτή είναι πολύ συχνή κυρίως στα αγόρια και τα
χαρακτηριστικά της είναι τρία: η υπερκινητικότητα, η
ελλειμματική προσοχή και η παρορμητικότητα.