2. Βασικές πληροφορίες:
Ανομοιογενής ομάδα διαταραχών δυσκολίες σχετικά με
την ακρόαση, ομιλία, ανάγνωση, γραφή, συλλογισμό ή
μαθηματικές ικανότητες
Εγγενείς στο άτομο
Μπορεί να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής
4. Κατηγοριοποίηση:
Βασικές κατηγορίες ΜΔ: Περιγραφή:
Δυσκολίες λόγου και ομιλίας Δυσκολίες στην παραγωγή και κατανόηση
του προφορικού λόγου. Άρθρωση,
έκφραση ή κατανόηση των λεγομένων του
συνομιλητή.
Δυσκολίες γραπτού λόγου Προβλήματα στην αποκωδικοποίηση του
γραπτού λόγου, την ορθογραφία και
γενικότερα την παραγωγή γραπτού λόγου.
Δυσκολίες μαθηματικού λόγου Δυσκολίες στην αναγνώριση αριθμών και
μαθηματικών συμβόλων, στην κατανόηση
αφηρημένων μαθηματικών εννοιών και
στην επίλυση
μαθηματικών προβλημάτων.
5. Διάγνωση:
Λήψη πλήρους ιατρικού ιστορικού
Κλινική αξιολόγηση
Χορήγηση σταθμισμένων
αναπτυξιακών εργαλείων
Συμπλήρωση ερωτηματολογίων
από τους γονείς και εκπαιδευτικούς
Ενδείξεις:
Δυσκολίες από μικρή ηλικία:
στην ανάγνωση
στη γραφή
στα μαθηματικά
σε βαθμό που η απόδοση του
μαθητή να είναι χαμηλότερη
του μέσου όρου
6. Αντιμετώπιση:
Ένταξη σε ειδικά προγράμματα
Βοήθεια από:
Εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής
Λογοθεραπευτές
Ψυχολόγους
Επιπλέον μαθήματα εντός ή εκτός σχολικού πλαισίου
7. Συμβουλές:
Προσοχή κατά την αναφορά στους γονείς
Αποφυγή έμφασης στα αρνητικά στοιχεία
Υποστήριξη μαθητή και οικογένειας
Συγκέντρωση πληροφοριών για τις ανάγκες των μαθητών
Συχνές συναντήσεις με τους γονείς/τακτική ενημέρωση
Συνεργασία με άλλους επαγγελματίες
Συχνές επιβραβεύσεις
8. Συμβουλές:
Ενθάρρυνση των παιδιών
Έλεγχος κατανόησης
Βοηθητικά αντικείμενα
Τροποποίηση εργασιών
Σύντομες και σαφείς
οδηγίες
Λίγες σημειώσεις στον πίνακα
Γραπτές και προφορικές
οδηγίες
Ανακεφαλαιώσεις
Θετικός τρόπος βαθμολόγησης
Επιπλέον χρόνος για
ερωτήσεις
Μαθησιακές δυσκολίες: γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών οι οποίες επηρεάζουν τη μαθησιακή ικανότητα και την εκπαιδευτική πορεία ενός ατόμου και εκδηλώνονται με δυσκολίες στις ικανότητες ακρόασης, ομιλίας, ανάγνωσης, γραφής, συλλογισμού ή μαθηματικών ικανοτήτων. Είναι εγγενείς στο άτομο και οι αιτίες τους μπορεί πολλές φορές να είναι σύνθετες ή και άγνωστες, αν και πιθανά κάποιες επιμέρους δυσκολίες οφείλονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος. Οι ΜΔ υπάρχουν για όλη τη διάρκεια της ζωής. Προβλήματα σε συμπεριφορές αυτοελέγχου, κοινωνικής αντίληψης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης μπορεί να συνυπάρχουν με αυτές, αλλά δεν συνιστούν από μόνα τους ΜΔ. Επίσης αξίζει να τονιστεί ότι οι ΜΔ δεν είναι ταυτόσημες με τον χαμηλό δείκτη νοημοσύνης.
Ο όρος "Μαθησιακές Δυσκολίες" ως διάγνωση είναι πολυσήμαντος: πολλές πιθανές αιτίες, συμπτώματα, θεραπείες και αποτελέσματα. Μερικοί άνθρωποι έχουν ένα μοναδικό, ξεχωριστό πρόβλημα που επηρεάζει λίγο τη ζωή τους, ενώ άλλοι έχουν διάφορες ΜΔ που αλληλοεπικαλύπτονται. Αυτό συμβαίνει μερικώς επειδή οι δυσκολίες αυτές μπορούν να παρουσιαστούν με πολλές μορφές: δύσκολο να γίνει η διάγνωση ή να εντοπισθούν οι αιτίες τους. Στην κατηγορία των Γενικευμένων ΜΔ: μαθητές με νοητικές/συναισθηματικές δυσκολίες που παρεμποδίζουν την έκφραση των μαθησιακών ικανοτήτων. Οι ΜΔ δηλαδή εκδηλώνονται ως δευτερογενές σύμπτωμα. Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες: αποτελούν νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Χωρίζονται σε ομάδες ανάλογα με το αν αφορούν διαταραχές στον γραπτό λόγο, στα μαθηματικά ή στη γραφή: πιο γνωστές τη δυσλεξία, τη δυσαριθμησία και τη δυσγραφία.
Μια απλή κατηγοριοποίηση των διάφορων τύπων: Δυσκολίες λόγου και ομιλίας: Δυσκολίες στην παραγωγή και κατανόηση του προφορικού λόγου. Αφορούν την παραγωγή ήχων (άρθρωση), τη μετατροπή ιδεών σε λόγο (έκφραση) ή την κατανόηση των λεγομένων του συνομιλητή. Δυσκολίες γραπτού λόγου: Αφορούν προβλήματα στην αποκωδικοποίηση του γραπτού λόγου, την ορθογραφία και γενικότερα την παραγωγή γραπτού λόγου. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται και η δυσλεξία. Δυσκολίες μαθηματικού λόγου: Δυσκολίες στην αναγνώριση αριθμών και μαθηματικών συμβόλων, στην κατανόηση αφηρημένων μαθηματικών εννοιών και στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων. Όπως και με τις δυσκολίες γραπτού λόγου, συνήθως ανιχνεύονται μετά την ένταξη του ατόμου στην εκπαιδευτική διαδικασία. (Άλλες δυσκολίες: Δυσκολίες οι οποίες επηρεάζουν σαφώς τη διαδικασία της μάθησης και μπορούν να ενταχθούν κάτω από τον όρο "μαθησιακές δυσκολίες", χωρίς να εμπίπτουν σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες.)
Η διάγνωση των ΜΔ πάντοτε γίνεται έπειτα από λήψη πλήρους ιατρικού ατομικού και οικογενειακού ιστορικού, κλινική αξιολόγηση και χορήγηση σταθμισμένων αναπτυξιακών εργαλείων από αναπτυξιολόγο, παιδοψυχολόγο και εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής και παράλληλα συμπλήρωση ερωτηματολογίων από τους γονείς και εκπαιδευτικούς (συνήθως από τον δάσκαλο της τάξης). Κυριότερες ενδείξεις για την ύπαρξη ΜΔ: οι εμμένουσες δυσκολίες στην ανάγνωση, στη γραφή και στα μαθηματικά κατά τα σχολικά έτη (εμφανείς από τις πρώτες κιόλας τάξεις του Δημοτικού Σχολείου). Θα πρέπει να επηρεάζουν την ακαδημαϊκή πορεία του ατόμου σε τέτοιο βαθμό ώστε η απόδοση του να είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο, δηλαδή χαμηλότερη από την αντίστοιχη απόδοση παιδιών ίδιας ηλικίας με φυσιολογικό νοητικό δυναμικό. Συχνά κατά την αξιολόγηση παιδιών με ΜΔ διαπιστώνονται επιπλέον δυσκολίες στην αντίληψη, στην κατανόηση, στον ρυθμό επεξεργασίας στη μνήμη και στην προσοχή. Οι δυσκολίες αυτές επηρεάζουν επιπλέον τη σχολική απόδοσή του. Πολλά παιδιά με ΜΔ μπορεί να εμφανίσουν αργότερα και άλλες ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές (συμπτωματολογία άγχους και κατάθλιψης, χαμηλή αυτοεκτίμηση, κακή εικόνα εαυτού και απόσυρση από τις κοινωνικές δράσεις ή επιθετική συμπεριφορά).
Όποιες δυσκολίες/ιδιαιτερότητες κι αν εμφανίζει κάποιος, ανεξαρτήτως βαθμού ή είδους, χρειάζεται έγκαιρη αναγνώριση και άμεση ένταξη σε πρόγραμμα παρέμβασης για την επίλυση των δυσκολιών αυτών. Στην έγκαιρη παρέμβαση μπορούν να βοηθήσουν κυρίως εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής, λογοθεραπευτές και ψυχολόγοι, με μαθήματα τα οποία πραγματοποιούνται εκτός σχολικού πλαισίου. Εξίσου εποικοδομητικά όμως είναι και τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας στα σχολεία, την ώρα του εκπαιδευτικού προγράμματος, με στόχο την ενίσχυση ορισμένων μαθητών. Πολλές από τις παρεμβάσεις ειδικής διαπαιδαγώγησης απευθύνονται τόσο στο παιδί όσο και στην οικογένεια, για τη στήριξη της.
Αναφορά στη σημασία σχολείου/εκπαιδευτικών. Ρόλος του σχολείου: ξεκινά από τον εντοπισμό των δυσκολιών και την πρώτη αναφορά στους γονείς. Οι γονείς στην αρχή ενδέχεται να είναι αρνητικοί/επιφυλακτικοί: ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να τους παρουσιάσει το ζήτημα με προσοχή και υπομονή. Μεγάλο λάθος η έμφαση μόνο στα αρνητικά στοιχεία που παρουσιάζει ένα παιδί: αυτό βάζει τους γονείς σε μια "στάση άμυνας". Υποστήριξη μαθητή και γονέα. Πρακτικές στο σχολείο: συγκέντρωση πληροφοριών για τις ανάγκες των μαθητών, συχνές συναντήσεις με τους γονείς και τακτική ενημέρωση, συνεργασία με άλλους επαγγελματίες οι οποίοι εργάζονται με το παιδί, συχνές επιβραβεύσεις.
Ενθάρρυνση των παιδιών, έλεγχος ως προς το ότι καταλαβαίνουν και θυμούνται τις οδηγίες που έχουν λάβει, παρότρυνση προς την χρήση βοηθητικών αντικειμένων (βιβλιοδείκτες ή χάρακες για να βλέπουν τι διαβάζουν, υπογραμμιστικά μαρκαδοράκια για να σημειώνουν σημαντικές πληροφορίες), τροποποίηση εργασιών, άμεσες, σύντομες και επεξηγηματικές οδηγίες, όχι πολλές σημειώσεις στον πίνακα: σβήνουμε πριν γράψουμε περισσότερα, συνδυασμός γραπτών και προφορικών οδηγιών/επεξηγήσεων, ανακεφαλαιώσεις, θετικός τρόπος βαθμολόγησης με έμφαση στα καλά σημεία, παραχώρηση χρόνου για ερωτήσεις πάνω σε πιθανές ελλείψεις ή πράγματα που δεν καταλαβαίνουν.