1. Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη
« Η ακαδημαϊκός ποιήτρια Κική Δημουλά συναντά μαθητές και μαθήτριες της Γ΄ Λυκείου»
Γράφει η φιλόλογος Κατερίνα Αθανασίου
Άφησα να μην ξέρω
Aπό τον κόσμο των γρίφων φεύγω ήσυχη. Δεν έχω βλάψει στη ζωή μου αίνιγμα: δεν έλυσα κανένα. Oύτε κι αυτά που θέλαν να πεθάνουν πλάι στα παιδικά μου χρόνια: έχω ένα βαρελάκι που 'χει δυο λογιών κρασάκι. Tο κράτησα ώς τώρα αχάλαστο ανεξήγητο, γιατί ώς τώρα δυο λογιών κρασάκι έχουν λυμένα κι άλυτα που μου τυχαίνουν. Συμβίωσα σκληρά μ' έναν ψηλό καλόγερο που κόκαλα δεν έχει και δεν τον ρώτησα ποτέ ποιας φωτιάς γιος είναι, σε ποιο θεό ανεβαίνει και μου φεύγει. Δεν του λιγόστεψα του κόσμου τα προσωπιδοφόρα πλάσματά του, του ανάθρεψα του κόσμου το μυστήριο με θυσία και με στέρηση. Mε το αίμα που μου δόθηκε για να τον εξηγήσω. Ό,τι ήρθε με δεμένα μάτια και σκεπασμένη πρόθεση έτσι το δέχτηκα κι έτσι τ' αποχωρίστηκα: με δεμένα μάτια και σκεπασμένη πρόθεση. Aίνιγμα δανείστηκα, αίνιγμα επέστρεψα. Άφησα να μην ξέρω πώς λύνεται ένα χθες, ένα εξαρτάται, το αίνιγμα των ασυμπτώτων. Άφησα να μην ξέρω τι αγγίζω, ένα πρόσωπο ή ένα βιάζομαι. Oύτε κι εσένα σε παρέσυρα στο φως να σε διακρίνω. Στάθηκα Πηνελόπη στη σκοτεινή ολιγωρία σου. Kι αν ρώτησα καμιά φορά πώς λύνεσαι, πηγή αν είσαι ή κρήνη, θα 'ταν κάποια καλοκαιριάτικη ημέρα που, Πηνελόπες και όχι, μας κυριεύει αυτός ο δαίμων του νερού για να δοξάζεται το αίνιγμα πώς μένουμε αξεδίψαστοι. Aπό τον κόσμο των γρίφων φεύγω ήσυχη. Aναμάρτητη: αξεδίψαστη. Στο αίνιγμα του θανάτου πάω ψυχωμένη
(από Tο λίγο του κόσμου, Στιγμή 1994)
2. «Άφησα να μην ξέρω» είναι ο καλύτερος στίχος της, είπε σ’όλους και όλες εμάς του μαθήματος της Λογοτεχνίας της Θεωρητικής Κατεύθυνσης, την Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου, η ποιήτρια Κική Δημουλά στη γνωριμία που είχε μαζί μας στα πλαίσια εκπαιδευτικού προγράμματος στο Ίδρυμα Λασκαρίδη στον Πειραιά.
Λίγα λεπτά, αφού φθάσαμε και περιμέναμε στον κήπο του νεοκλασικού κτιρίου του Μεγάρου Στρίγκου που βρίσκεται απέναντι από το λιμάνι της Ζέας , είδαμε την ποιήτρια να καταφθάνει απλή και κομψή, συνοδευόμενη από μια κυρία, στην είσοδο του κήπου, συνεπέστατη στο ραντεβού της . Ο χαιρετισμός μας ήταν λιτός και συγκρατημένος από διακριτικότητα, μα η ανταπόδοση εκ μέρους της ήταν όχι απλώς ευγενική αλλά γενναιόδωρη. Τα άλλα σχολεία που θα λάβαιναν μέρος στην εκδήλωση κατέφθασαν λίγο αργότερα και σε λίγο αρχίσαμε να συγκεντρωνόμαστε στην μεγάλη κεντρική αίθουσα του Μεγάρου για την πραγματοποίηση της εκδήλωσης.
Χωρίς καθυστερήσεις και προκαταρκτικές ομιλίες, με παρότρυνση της Κας Δημουλά, πήραν αμέσως το λόγο οι μαθητές και οι μαθήτριες που, πλησιάζοντάς την στην έδρα που ήταν αντικρυστά μας, άρχισαν να της θέτουν τις ερωτήσεις τους για την ποίηση και τα θέματα που πραγματεύεται, κρατώντας ένα μικρόφωνο. Οι απαντήσεις της δίνονταν με σφρίγος και ήταν καίριες, σοβαρές και μεστές νοήματος επί των ερωτημάτων. Οι απόψεις της ξέφευγαν από τις συμβατικές και μαζικά διαδεδομένες, έδειχναν διάθεση να αποκατασταθεί η αλήθεια και να αρθεί η στρεβλή εντύπωση που, συνήθως, κυριαρχεί γιατί ‘βολεύει’ ή από άγνοια. Κάποιες προκάλεσαν ξάφνιασμα και έφεραν τα παιδιά σε κατάσταση γνωστικής σύγκρουσης που τα αναστάτωσε, πράγμα που δεν έκρυψαν και, φυσικά, υπερασπίστηκαν με ζωηρότητα τη δικιά τους άποψη, κάνοντάς μας να ζήσουμε στιγμές ευγενούς διαφωνίας και διαλόγου, που ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες της εκδήλωσης. Τέλος, κάποιες από τις απαντήσεις της υπήρξαν παιχνιώδεις ή προκαλούσαν προβληματισμό και απορία- τι να εννοούσε άραγε η ποιήτρια- και κάποιες ήταν για λίγους, όπως είπε χαριτωμένα . Προσωπικά με εξέπληξε η αμεσότητα , η ευστοχία και η πλαστικότητα των απαντήσεων της που έδειχναν μελέτη και βαθιά γνώση της θεωρίας και της κριτικής για τη λογοτεχνία και την ποίηση, καθώς και η ενημέρωσή της για θέματα διδακτικής και διδασκαλίας της ποίησης.
Ανάμεσα, λοιπόν, στα άλλα η ποιήτρια ξεκαθάρισε αμέσως ότι αυτό που ορίζουμε ως μελωποιημένη ποίηση δεν αφορά την ποιητική τέχνη, εφόσον η μουσική είναι «δυνατή» γλώσσα από μόνη της και υπερκαλύπτει το στίχο και τη γλώσσα της ποίησης . Επέμεινε ότι η ποίηση δεν είναι έκφραση συναισθημάτων όπως έχει επικρατήσει στην κοινή αντίληψη - άλλως τε πόσα είναι τα συναισθήματα ρώτησε- αλλά συγκεκριμένη και επίπονη διαδικασία συμπύκνωσης με τη γλώσσα και τη μνήμη μετά, αφού έχει «καεί η καρδιά από αισθήματα». Αναγνώρισε την ποίησή της και ως κοινωνική και ως γυναικεία διασαφηνίζοντας, όμως, ότι το έμφυλο στοιχείο είναι ευδιάκριτο και πέραν του κοινωνικού και στην ποίηση και στη ζωή. Επίσης, πρότεινε την ανάγνωση ποιημάτων ως ουσιώδες συστατικό για τη διδασκαλία της ποίησης και όχι την ανάλυση ή τη δημιουργική γραφή που χρησιμοποιείται τελευταία στην εκπαίδευση. Τέλος, εξέφρασε τη γνώμη της ότι οι πνευματικοί άνθρωποι δεν αποτελούν αυθεντίες σε μια κοινωνία, πράγμα που όπως είπε θα ήταν αντιδημοκρατικό.
3. Μια από τις ιδιαίτερες στιγμές στη συζήτηση ήταν εκείνη που ο μαθητής μας Κωνσταντίνος Τζάλλας πήρε το μικρόφωνο και κρατώντας τη συλλογή ποιημάτων της χλόη θερμοκηπίου διάβασε απόσπασμα ποιήματος της- αν δεν τρωθείς που θα σε βρει η αγάπη.- και έθεσε ερώτημα πάνω σ’αυτούς τους στίχους, ανάμεσα στ’ άλλα και γιατί κάποιοι ποιητές, όπως ο Ρίτσος, αναφέρουν ότι στον έρωτα και την αγάπη ο άνθρωπος είναι μόνος. Αφού τον ευχαρίστησε θερμά για την ανάγνωση – κατά τη γνώμη μου γιατί ήταν οι πρώτοι στίχοι που ακούστηκαν από μαθητή και που πάνω σ’αυτούς βασιζόταν το ερώτημα - άρχισε να απαντά διαχωρίζοντας τον έρωτα από την αγάπη στην ποίηση και στη ζωή, σημειώνοντας ότι τα γνωρίζει κανείς με το χρόνο και την αγάπη, κυρίως, με την ωριμότητα, αλλά στη συνέχεια, του ζήτησε να την πλησιάσει και παρακολουθήσαμε να του εξηγεί στο αυτί περισσότερα, διότι δεν ήταν, είπε, αυτά για δημόσια ανακοίνωση. Πραγματικά ήταν ένα ξεχωριστό στιγμιότυπο που απολαύσαμε όλοι, σαν έναν ανατρεπτικό στίχο σ’ένα ποίημα που αποκαλύπτει τη γοητεία της ζωής και τη δύναμη της ποίησης.
Συνολικά η συνάντηση μας άφησε ένα αίσθημα αυτοπεποίθησης και χαράς συναφές με το κλίμα που επικράτησε σ’ όλη τη διάρκειά της.
Το αυτόγραφο στο σχολικό βιβλίο που πήρε μαθήτριά μας από την ποιήτρια και φωτογραφία