SlideShare a Scribd company logo
1 of 51
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΟΥ
Η κατάσταση που παρουσιάζεται
στα παιδιά και στους εφήβους που δυσφορούν
με το ανατομικό τους φύλο χωρίς να παρουσιάζουν
κάποια ανατομική ή άλλη βιολογική ανωμαλία
ονομάζεται Διαταραχή Ταυτότητας Φύλου (Δ.Τ.Φ.)
Στην κατάσταση αυτή τα παιδιά ή οι έφηβοι
παρουσιάζουν έντονη ταύτιση με το αντίθετο φύλο
και προτιμούν ρόλους του αντίθετου φύλου.
Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να διευκρινίσουμε
τι εννοούμε όταν αναφερόμαστε σους όρους ταυτότητα του φύλου
(Gender Identity) και ρόλος του φύλου (Gender Role).
Ο όρος ταυτότητα του φύλου
υποδηλώνει την πεποίθηση του ατόμου
ότι ανήκει στο ένα φύλο και όχι στο άλλο
ενώ ο ρόλος του φύλου
την εμφανή κοινωνική συμπεριφορά.
Η ταυτότητα του φύλου αρχίζει
να διαμορφώνεται αρκετά νωρίς στη ζωή του
παιδιού, στην περίοδο μεταξύ 18 και 36 μηνών και
είναι αποτέλεσμα της αλληλοεπίδρασης βιολογικών
και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Επιδημιολογία
Η Δ.Τ.Φ. στα παιδιά και στους εφήβους θεωρείται
σπάνια.
Δεν υπάρχουν επαρκείς μελέτες
για την εκτίμηση της συχνότητας της διαταραχής αν
και υποστηρίζεται ότι είναι πιο συχνή
στα αγόρια παρά στα κορίτσια.
Το σίγουρο είναι ότι τα αγόρια παραπέμπονται
στους ειδικούς πιο συχνά από ότι τα κορίτσια
ίσως εξαιτίας κοινωνικών παραγόντων
που κάνουν πιο ανεκτή μια αρρενωπότητα
στα κορίτσια από ότι μια θηλυπρέπεια στα αγόρια.
Αιτιολογία
Η Δ.Τ.Φ. στα αγόρια περιγράφηκε
για πρώτη φορά από τον ψυχαναλυτή Maurice Friend
και συνεργάτες και στη συνέχεια αποτέλεσε
αντικείμενο μελέτης πολλών άλλων ερευνητών και
κλινικών.
Μέσα από τις έρευνες προκύπτει ότι
η αιτιολογία της Δ.Τ.Φ. είναι πολύπλοκη
και οφείλεται στην αλληλεπίδραση βιολογικών
και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Βιολογικοί Παράγοντες
Θεωρείται πιθανό ότι διάφορες ορμόνες επιδρούν κατά
την ενδομήτριο ζωή
και διαμορφώνουν αρσενικές και θηλυκές στάσεις και
αντιλήψεις εαυτού.
Η υπόθεση αυτή είναι εξαιρετικά δύσκολο
να αποδειχθεί αντικειμενικά.
Περιβαλλοντικοί Παράγοντες
Η επίδραση των παραγόντων αυτών
είναι πιο προσιτή στην παρατήρηση
και αυτοί οι παράγοντες έχουν μελετηθεί περισσότερο
στα αγόρια παρά στα κορίτσια.
Ανάμεσα σ’ αυτούς στη βιβλιογραφία
ως περισσότερο σημαντικοί αναφέρονται:
Η προτίμηση των γονιών για το φύλο του παιδιού
πριν από τη γέννησή του.
Κλινικές παρατηρήσεις και έρευνες υποστηρίζουν ότι
το 50% των γονιών αποκτά παιδί που δεν ανήκει στο επιθυμητό
φύλο.
Αυτή η επιθυμία από μόνη της
δεν είναι δυνατό να οδηγήσει
στην εκδήλωση της διαταραχής.
Φαίνεται ότι
εκείνο που έχει σημασία είναι
το κατά πόσο πίσω από αυτή την επιθυμία
κρύβονται ανάγκες του ίδιου του γονιού, ιδιαίτερα
της μητέρας, που προέρχονται
από τη δική της παιδική ηλικία
και επηρεάζουν τη τάση και τη συμπεριφορά της
στην ανατροφή του παιδιού με τέτοιο τρόπο ώστε
να εμφανίζεται τελικά η διαταραχή.
Τραυματικά γεγονότα ζωής της οικογένειας.
Πολύ συχνά στην οικογένεια του παιδιού
με Δ.Τ.Φ. αναφέρονται τραυματικά γεγονότα κατά τη
διάρκεια των τριών πρώτων χρόνων της ζωής του,
όπως
ο θάνατος ενός παιδιού – ιδιαίτερα κοριτσιού –
σοβαρή ασθένεια του παιδιού
ή κάποιου άλλου μέλους της οικογένειας κ.α.
Αυτά τα γεγονότα ασκούν μια τραυματική επίδραση
στη μητέρα και επηρεάζουν στη συνέχεια
τη σχέση της με το παιδί της.
Σχέση γονέα – παιδιού
Η σχέση γονέα – παιδιού αποτελεί
παράγοντα εξαιρετικής σημασίας τόσο για τα αγόρια
όσο και για τα κορίτσια με Δ.Τ.Φ.
Στα αγόρια παρατηρείται
μια πάρα πολύ στενή σχέση μεταξύ μητέρας και γιου
και μια αποστασιοποιημένη σχέση πατέρα – γιου.
Ως αποτέλεσμα της στενής σχέσης με τη μητέρα το αγόρι
δεν μπορεί να ξεχωρίσει επαρκώς τον εαυτό του
από το θηλυκό σώμα και τη θηλυπρεπή συμπεριφορά της.
Στην περίπτωση του κοριτσιού μια ποικιλία παραγόντων
φαίνεται να εμποδίζουν την ανάπτυξη μιας στενής σχέσης
μεταξύ μητέρας – κόρης και σαν συνέπεια αυτής της αποτυχίας
προκύπτει μια υποτίμηση της θηλυκότητας
και μια υπερεκτίμηση της αρρενωπότητας.
Σύμφωνα με κάποιες μελέτες
περίπου το 50% των μητέρων των αγοριών
με Δ.Τ.Φ. παρουσιάζουν κατάθλιψη
ενώ σύμφωνα πάντα με την ίδια συγγραφέα
όλες οι μητέρες παρουσιάζουν
δυσκολίες προσωπικότητας.
Άλλες μελέτες, όμως, υποστηρίζουν ότι
οι γονείς των παιδιών με Δ.Τ.Φ.
δεν διαφέρουν από γονείς παιδιού
που παρουσιάζουν άλλα προβλήματα.
Είναι πιθανόν διάφοροι παράγοντες κινδύνου
να δρουν αθροιστικά ή συνδυαστικά προκειμένου
να εμφανιστεί η Δ.Τ.Φ.
Κοινωνική διαμόρφωση και ενίσχυση
Υποστηρίζεται από κάποιους ότι
οι γονείς ή άλλα σημαντικά πρόσωπα
κοινωνικοποιούν ένα παιδί σ’ ένα ρόλο φύλου
που χαρακτηρίζει πιο συχνά το αντίθετο φύλο.
π.χ.,
ντύνουν το αγόρι με κοριτσίστικα ρούχα,
εξασφαλίζουν κοριτσίστικα παιχνίδια, και
ενισχύουν συμπεριφορές κοινωνικές που χαρακτηρίζουν
τα κορίτσια ή το αντίθετο εάν πρόκειται για κορίτσια.
Επίσης,
διάφορα λεκτικά σχόλια των γονιών δείχνουν ότι
απαξιώνουν το φύλο του παιδιού και δίνουν αξία στο άλλο φύλο.
Οι παραπάνω συμπεριφορές είναι πιο σπάνιες,
ενώ συχνότερα η συμπεριφορά και η στάση των γονιών δηλώνει
ανοχή και ενθάρρυνση παθολογικών συμπεριφορών
από την πλευρά του παιδιού.
Κλινική εικόνα
Έναρξη:
Μεταξύ των δύο και τριών πρώτων χρόνων ζωής του
παιδιού συνήθως εμφανίζονται τα πρώτα
συμπτώματα της διαταραχής.
Αυτά τα παιδιά και οι έφηβοι
χαρακτηρίζονται από συμπεριφορές που δηλώνουν
μια πολύ έντονη και επίμονη
ταύτιση με το άλλο φύλο
που μπορεί να εμφανιστεί
με τους παρακάτω τρόπους:
Στα παιδιά:
• Μια επαναλαμβανόμενη δηλωμένη επιθυμία να ανήκουν στο
άλλο φύλο ή επιμονή ότι ανήκουν στο άλλο φύλο.
• Προτιμούν να ντύνονται με ρούχα του αντίθετου φύλου.
• Προτιμούν τους ρόλους του άλλου φύλου σε παιχνίδια που
απαιτούν παίξιμο ρόλων ή φαντασιώνουν επίμονα ότι
ανήκουν στο άλλο φύλο.
• Παρουσιάζουν μια έντονη επιθυμία να συμμετέχουν σε
στερεότυπα παιχνίδια και δραστηριότητες του άλλου φύλου.
• Έντονη προτίμηση να παίζουν με συνομηλίκους του
αντίθετου φύλου.
Στους εφήβους:
• Δηλωμένη επιθυμία να ανήκουν στο άλλο φύλο.
• Συχνή μεταμφίεση στο άλλο φύλο.
• Πεποίθηση ότι έχουν τα τυπικά αισθήματα και τις
τυπικές αντιδράσεις του άλλου φύλου.
• Επίμονη δυσφορία του παιδιού για το φύλο του ή
αίσθηση ότι δεν του ταιριάζει ο ρόλος του φύλου
του που μπορεί να εκδηλωθεί με οποιοδήποτε από
τα παρακάτω:
• Επίμονη ενασχόληση γύρω από τους τρόπους με τους
οποίους θα μπορούσαν να απαλλαγούν από τα
πρωτογενή και δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου
τους:
π.χ.
να πάρουν ορμόνες ή να υποβληθούν
σε χειρουργικές επεμβάσεις ή άλλες διαδικασίες για να
πετύχουν σωματικές μεταβολές προκειμένου να
αποκτήσουν
χαρακτηριστικά του αντίθετου φύλου.
Η κατάσταση αυτή προκαλεί
σημαντικές δυσκολίες και έκπτωση
στην συνολική λειτουργικότητα του παιδιού
(κοινωνική, μαθησιακή, κλπ.).
Χρειάζεται να γνωρίζουμε ότι
κάποια συμπτώματα ή συμπεριφορές
τροποποιούνται στην πορεία του χρόνου
Ανάλογα με την ηλικία και
την αναπτυξιακή φάση του παιδιού,
ενώ κάποια άλλα εμφανίζονται με μια σταθερότητα.
Σταθερό σύμπτωμα
καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας φαίνεται
να αποτελεί η προτίμηση
των ετερόφυλων συνομηλίκων,
ενώ η προτίμηση των ρόλων
του άλλου φύλου μπορεί να εμφανίσει σημαντικές
αλλαγές,
κυρίως στην εφηβεία.
Μεγαλύτερα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό
να εκφράζουν λεκτικά την επιθυμία να αλλάξουν
φύλο σε σχέση με τα μικρότερα.
Η δυσφορία για το φύλο
μπορεί να εκφραστεί σ’ αυτά τα παιδιά
με άλλους τρόπους, όπως με απαξίωση του φύλου τους και
εξιδανίκευση του άλλου φύλου.
Η επιθυμία για αλλαγή φύλου
δεν έχει την ίδια σημασία στα παιδιά κάτω των 10-11 ετών,
μ’ αυτή που έχει για τους εφήβους.
Στην πρώιμη παιδική ηλικία
η επιθυμία αυτή μπορεί να σχετίζεται
τόσο με τη γνωστική δυνατότητα του παιδιού,
όσο και με οικογενειακούς και άλλους παράγοντες
που κάνουν το παιδί να πιστεύει ότι ένας γονιός
θα προτιμούσε να ανήκει στο άλλο φύλο.
Η Δ.Τ.Φ. πρέπει να διακριθεί
από κάποιες άλλες καταστάσεις στα παιδιά και τους εφήβους
που εμφανίζονται με κάποιες συμπεριφορές
που μοιάζουν με εκείνες της Δ.Τ.Φ.
Στα αγόρια χρειάζεται να γίνει διάκριση της Δ.Τ.Φ.
με την νεανική μη αρρενωπότητα.
Αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται από:
μια δυσκολία του παιδιού με τους ομόφυλους συνομηλίκους
τους,
αποφυγή των σκληρών και επιθετικών παιχνιδιών, και
μια αμηχανία του παιδιού για το φύλο του.
Αυτά τα αγόρια, όμως, δεν επιθυμούν να είναι κορίτσια,
ούτε δείχνουν ενδιαφέρον για τη θηλυκότητα.
Περισσότερο μοιάζει να αισθάνονται
ανεπαρκείς ως αρσενικά και έτσι σχηματίζουν
μια αρνητική εκτίμηση για τον εαυτό τους.
Στα κορίτσια χρειάζεται να γίνει διάκριση
από το αγοροκόριτσο.
Τα αγοροκόριτσα έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά
με τα κορίτσια με Δ.Τ.Φ. αλλά έχουν τουλάχιστον
τρία χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν:
Δεν νιώθουν δυστυχισμένα επειδή είναι θηλυκά,
όπως συμβαίνει στα κορίτσια με Δ.Τ.Φ.
Προτιμούν να ντύνονται με αγορίστικα ρούχα
αλλά δεν δείχνουν την αποστροφή που εμφανίζουν
τα κορίτσια με Δ.Τ.Φ. εάν απαιτηθεί να ντυθούν κοριτσίστικα.
Δεν εκφράζουν δυσφορία για το φύλο τους.
Θεραπεία
Για την αντιμετώπιση της Δ.Τ.Φ. απαιτείται θεραπεία.
Αυτή έχει καλύτερα αποτελέσματα
όταν εφαρμόζεται κατά την παιδική ηλικία
παρά στην εφηβεία.
Η πιθανότητα μείωσης της δυσφορίας
για το φύλο μετά την εφηβεία είναι σχεδόν
ανύπαρκτη χωρίς θεραπεία.
Το παιδί παραμένει αποκλεισμένο από την ομάδα
των συνομηλίκων του και με σημαντικές συνέπειες
στην εξέλιξή του και με υπαρκτό τον κίνδυνο
να αναπτύξει είτε ομοφυλοφιλία είτε Δ.Τ.Φ.
στην ενήλικο ζωή.
Έχουν δοκιμαστεί πολλές και διαφορετικές θεραπευτικές
τεχνικές για τη θεραπείας της Δ.Τ.Φ.
π.χ.
θεραπεία συμπεριφοράς,
ψυχανάλυση,
ψυχοθεραπεία,
οικογενειακή θεραπεία
ή συνδυασμός αυτών.
Η ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού
στοχεύει βραχυπρόθεσμα στη μείωση
ή την εξαφάνιση του κοινωνικού αποκλεισμού του
παιδιού
και μακροπρόθεσμα στην πρόληψη
της ομοφυλοφιλίας ή της Δ.Τ.Φ. στην ενήλικο ζωή.
Σημαντική και απαραίτητη είναι
η βοήθεια προς τους γονείς ώστε αυτοί:
• Να αποδεχθούν τη δυσκολία του παιδιού τους και
να χειριστούν σωστά την προβληματική
συμπεριφορά του.
• Να ενισχυθεί ο πατέρας ή άλλο αρσενικό μέλος
της οικογένειας σε μια πιο στενή και ενεργητική
σχέση με το παιδί στην περίπτωση των αγοριών και
να ενθαρρύνουν τη σχέση του παιδιού με
ομόφυλους συνομηλίκους.
Συχνά είναι απαραίτητη και βοηθά πολύ
η ψυχοθεραπεία ιδιαίτερα της μητέρας.
Γενικά,
Τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά
και οι συμπεριφορές που σχετίζονται με το φύλο,
περιγράφονται σαν τρεις ξεχωριστές κατηγορίες,
αν και στην πραγματικότητα δεν είναι ανεξάρτητες,
αλλά άμεσα αλληλεπιδρούν
και επηρεάζει η μία την άλλη.
Οι όροι που χρησιμοποιούνται για τις κατηγορίες
αυτές είναι:
• ταυτότητα φύλου,
• ρόλος του φύλου, και
• σεξουαλικός προσανατολισμός.
• Ταυτότητα φύλου:
Ο όρος ταυτότητα φύλου αναφέρεται
στην αναγνώριση του εαυτού σαν άντρα ή γυναίκα.
Εγκαθίσταται νωρίς κατά την παιδική
ηλικία (2ο - 3ο χρόνο της ζωής),
οπότε το παιδί αποκτά την ικανότητα:
να διακρίνει σαφώς τους άντρες από τις γυναίκες,
να αντιλαμβάνεται σωστά το δικό του φύλο, και
να αναγνωρίζει ότι όταν μεγαλώσει το αγόρι
θα γίνει άντρας και το κορίτσι γυναίκα.
Η ταυτότητα φύλου
δεν επηρεάζεται από την παρουσία ορμονών
πριν ή μετά την γέννηση.
Επί πλέον φαίνεται ότι δεν καθορίζεται
από το βιολογικό φύλο του ατόμου,
αλλά εξαρτάται σημαντικά από διαδικασίες μάθησης
και εκπαίδευσης (2,3,4).
Η σημασία της ανατροφής σαν αγόρι ή σαν κορίτσι στην
διαμόρφωση της ταυτότητας φύλου είναι φανερή
σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις ερμαφροδιτισμού (παράλληλη
παρουσία και θηλυκών και αρσενικών γεννητικών αδένων και
οργάνων) ή ψευδοερμαφροδιτισμού
(παράλληλη παρουσία θηλυκών και αρσενικών γεννητικών οργάνων με
φυσιολογικούς όμως γεννητικούς αδένες),
όπου το παιδί αναπτύσσει θηλυκότητα ή αρρενωπότητα,
ανάλογα με τον τρόπο που οι γονείς το μεγαλώνουν.
• Ρόλος φύλου:
Αναφέρεται στις διαφορετικές συμπεριφορές και
χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, που έχουν οι
άνδρες και οι γυναίκες
και που είναι κοινωνικά αποδεκτές
ως θηλυκότητα ή ανδρισμός.
• Σεξουαλικός προσανατολισμός:
Καθορίζεται από την σεξουαλική απάντηση
του ατόμου σε διάφορα ερεθίσματα, και κυρίως
από το φύλλο που προκαλεί σωματική ερωτική έλξη.
Ψυχαναγκαστική –καταναγκαστική διαταραχή
Καμιά φορά οι έφηβοι αισθάνονται
να παρενοχλούνται συστηματικά από πολύ αγχώδεις
σκέψεις
που δεν τις κάνουν συνειδητά
αλλά που «πετάγονται» ξαφνικά μέσα στο μυαλό τους.
Οι ιδέες αυτές εμμένουν,
τις προσδιορίζουμε ως ψυχαναγκαστικές
και τους βασανίζουν χωρίς να μπορούν
να τις σταματήσουν
( όπως πχ. Ο φόβος μήπως κάνουν κακό
σε κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο
ή άλλους, ή ο φόβος μήπως μεταδώσουν μικρόβια κλπ).
Πολλοί από εκείνους τους εφήβους
που έχουν τέτοιες έμμονές,
επαναλαμβάνουν συχνά κάποιες κινήσεις
ή ενέργειες χωρίς να το θέλουν,
αλλά
που νιώθουν κατά κάποιο τρόπο
την ακατανίκητη παρόρμηση να τις κάνουν
– σαν να τους εξαναγκάζει σε αυτές ένα κομμάτι του εαυτού τους.
Καταλαβαίνουν ότι αυτές οι ψυχαναγκαστικές σκέψεις
προέρχονται από το μυαλό τους
ή ότι αυτή η καταναγκαστική ενέργειά τους
(επαναλαμβανόμενο πλύσιμο χεριών ή μέτρημα κ.α.)
μπορεί να είναι άσκοπη ή και ενοχλητική,
αλλά νιώθουν παγιδευμένοι.
Αισθάνονται ανήμποροι να τη σταματήσουν.
Η ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή,
μπορεί να εμφανιστεί από την παιδική ηλικία
αλλά παίρνει την πλήρη της μορφή στην εφηβεία.
Συνοδεύεται από αγχώδεις
και καταθλιπτικές εκδηλώσεις.
Τα παιδιά και οι έφηβοι που παρουσιάζουν
αυτή τη διαταραχή είναι:
υπερβολικά ευσυνείδητοι, τελειομανείς, σεβαστικοί,
υπάκουοι, ανησυχούν για τις πιθανές επιπτώσεις των
πράξεών τους, και είναι πάντα πρόθυμοι
να ζητήσουν συγγνώμη.
Τους απασχολεί ο θάνατος
και έχουν ερωτήματα θρησκευτικού περιεχομένου
κλπ..
Μπορούν κάποιες φορές να φανούν επιθετικοί
κυρίως όταν προσπαθούν να περιορίσουν τις
συγκρούσεις τους.
Συγκεκριμένα, ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική
διαταραχή παρουσιάζει περίπου
το 2% των εφήβων.
Με την κατάλληλη θεραπεία
αντιμετωπίζονται αρκετά αποτελεσματικά.
Συμπτώματα
• Οι έφηβοι αισθάνονται ένα βαθύ και ανεξέλεγκτο
άγχος από τις ψυχαναγκαστικές ιδέες τους και
οι τελετουργίες –καταναγκασμοί τους βοηθούν να το
εξορκίσουν και να απαλλαγούν έστω λίγο από
αυτό. Μπορεί να πλένουν κάθε τόσο χωρίς εμφανή λόγο
τα χέρια τους ή να μετρούν από το 200 έως το 300 ή να
λένε μια συγκεκριμένη φράση κλπ.
• Έτσι, οι περισσότεροι από όσους παρουσιάζουν
ψυχαναγκαστικές ιδέες κατά κανόνα εκδηλώνουν και
αυτές τις καταναγκαστικές πράξεις. Υπάρχουν πάντως και
άτομα που υποφέρουν από έντονο άγχος και έμμονες
ιδέες αλλά δεν εκδηλώνουν την αντίστοιχη τελετουργική
συμπεριφορά.
• Οι πιο συνηθισμένες «τελετουργίες» είναι το
πλύσιμο των χεριών για τα κορίτσια και ο
επανέλεγχος για τα αγόρια. Ενώ δηλαδή τα κορίτσια
τείνουν να πλένουν πολύ συχνά τα χέρια τους ή το
σώμα τους ή τα μαλλιά τους, τα αγόρια τείνουν να
ελέγχουν ξανά και ξανά αν ξέχασαν να βάλουν κάτι
στη σάκα τους ή αν έκλεισαν την πόρτα, το
θερμοσίφωνα κ.λπ.
• Επίσης, συνηθισμένη «τελετουργία» αποτελεί
η αναφορά ενός ονόματος που σημαίνει κάτι για
τον έφηβο ή το άγγιγμα ενός συγκεκριμένου
αντικειμένου που για τους ίδιους λειτουργεί σαν
«φυλαχτό» και το μέτρημα.
• Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να έχουν την έμμονη
ιδέα ότι θα βλάψουν κάποιον άλλο άνθρωπο χωρίς
να το θέλουν ή ότι θα κάνουν κάτι «κοινωνικά μη
αποδεκτό», όπως π.χ. ότι θα αρχίσουν να βρίζουν
χυδαία ή ότι θα προχωρήσουν σε μια
ανάρμοστη ερωτική κίνηση. Άλλοι έχουν εμμονή με
τη θρησκεία ή με κάποιο φιλοσοφικό θέμα που
μένει άλυτο για όλους, αλλά για εκείνους αποκτά
ζωτική σημασία και «δεν φεύγει από το μυαλό
τους».
Η ψυχαναγκαστική ιδέα τείνει να «πετάγεται»
στα καλά καθούμενα και να τους προκαλεί
αναστάτωση ή μπορεί και να τριγυρίζει
συνέχεια μέσα στο μυαλό τους.
Η Ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή
ανήκει στις αγχώδεις διαταραχές
και αντιμετωπίζεται επαρκώς αρκεί
ο γονιός να αναζητήσει βοήθεια από ειδικό.
Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα
μπορεί να τους ανακουφίσουν
αλλά είναι σημαντικό να υπάρχει
ψυχολογική βοήθεια.
Σε αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται ότι
ενδείκνυται η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία
που βοηθά τον έφηβο να περιορίσει τις
ιδεοληψίες και τις «τελετουργίες» του.
Ο φόβος και το άγχος
είναι κοινά χαρακτηριστικά
της ανθρώπινης φύσης.
Η δυσκολία έγκειται στο να διακρίνουμε
πότε το άγχος είναι φυσιολογικό
και πότε γίνεται παθολογικό.
Αυτή η διάκριση είναι
ακόμη πιο δύσκολη στα παιδιά.
Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε
ποιοι είναι οι φυσιολογικοί φόβοι και τα άγχη
σε κάθε αναπτυξιακό στάδιο, ώστε να μπορούμε
να εξακριβώσουμε εάν ένα παιδί πάσχει
από κάποια σχετική διαταραχή.
Καθώς μεγαλώνουν όμως,
αποκτούν εμπειρίες και αυξάνουν τις γνωστικές τους
ικανότητες, επομένως οι φόβοι και οι ανησυχίες
τους αλλάζουν.
Τα βρέφη τείνουν να φοβούνται
τους άγνωστους ανθρώπους, τους δυνατούς
θορύβους και τα απρόσμενα αντικείμενα,
τα παιδιά φοβούνται τον αποχωρισμό από τους
γονείς τους, τα ζώα, τους δυνατούς θορύβους,
το σκοτάδι και την τουαλέτα.
Ειδικότερα,
μεταξύ 4 και 6 χρονών,
οι κυρίαρχοι φόβοι τους περιλαμβάνουν
απαγωγείς, κλέφτες, φαντάσματα και τέρατα.
Στα έξι τους χρόνια φοβούνται τον σωματικό τραυματισμό,
το θάνατο και την αποτυχία της ανάπτυξης τους.
Οι τελευταίοι φόβοι μπορεί να διαρκέσουν
μέχρι και την πρώιμη εφηβεία.
Στα δέκα με έντεκα, οι φόβοι τους σχετίζονται
με την κοινωνική σύγκριση, την εξωτερική τους εμφάνιση,
την προσωπική επαφή και τις σχολικές επιδόσεις.
Όλοι αυτοί οι φόβοι και οι ανησυχίες είναι πιθανό να παρεμβαίνουν
μέχρι την ενήλικη ζωή τους και εάν δεν αντιμετωπιστούν καταλλήλως
σε μικρή ηλικία, είναι πιθανό να αποτελέσουν την ρίζα πολλών προβλημάτων
που θα εμφανιστούν στο μέλλον τους.
Το άγχος όμως βιώνεται με τον ίδιο τρόπο
από όλους όσους πλήττει;
Η απάντηση είναι όχι.
Υπάρχουν πολλοί τύποι διαταραχών άγχους
και ο καθένας από αυτούς ορίζεται από διαφορετικά
συμπτώματα.
Αυτό είναι κοινό σε όλες τις ηλικίες
συμπεριλαμβανομένης της παιδικής
και εφηβικής.
Οι βασικοί τύποι διαταραχών του άγχους,
βάση του DSM-IV, είναι οι ακόλουθοι:
• Διαταραχή Άγχους Αποχωρισμού
• Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή
• Ειδική Φοβία
• Κοινωνική Φοβία
• Κρίσεις Πανικού
• Αγοραφοβία
• Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή
• Διαταραχή μετά από Ψυχοτραυματικό Στρες
Τα διαγνωστικά σημάδια που παρατηρήσουμε
σε ένα παιδί ή έναν έφηβο και υποδεικνύουν ότι
βιώνουν έντονο άγχος που μπορεί να ξεπερνά
τα όρια του φυσιολογικού (συμπτώματα):
• Μη ρεαλιστικές και υπερβολικές ανησυχίες.
• Διαρκής ανάγκη για επιβεβαίωση.
• Υπερβολική ανησυχία για καταστάσεις του παρελθόντος ή του μέλλοντος
• Παράπονα χωρίς κάποια φυσική αιτία
• Νευρικότητα ή το αίσθημα ότι “είναι στα καρφιά”
• Κόπωση
• Δυσκολία συγκέντρωσης
• Ευερεθιστότητα
• Αναστάτωση κατά τον αποχωρισμό από τους γονείς
• Άρνηση να πάει στο σχολείο
• Κρίσεις πανικού
• Αποφυγή καταστάσεων
• Αναστάτωση λόγω κοινωνικών συνθηκών
• Φοβίες
• Εμμονές και εξαναγκασμοί
Παράγοντες που επηρεάζουν τις διαταραχές άγχους σε
παιδιά και εφήβους
Υπάρχουν κάποιοι παράγοντες
που συντελούν στη παρουσία
ή όχι διαταραχών άγχους στα παιδιά
και τους εφήβους.
Ως παράγοντες κινδύνου χαρακτηρίζονται
οι μεταβλητές, οι οποίες, εφόσον παρουσιαστούν,
αυξάνουν την πιθανότητα ένα παιδί ή ένας έφηβος
να αναπτύξει μια διαταραχή έναντι μιας άλλης.
Προστατευτικοί παράγοντες είναι
οι ακριβώς αντίθετοι. Αυτοί, δηλαδή, που βοηθούν, ενισχύουν
ή μεταβάλλουν την αντίδραση του ατόμου έναντι
συγκεκριμένων περιβαλλοντικών ερεθισμάτων.
• Παράγοντες κινδύνου μπορούν να είναι οι
ακόλουθοι:
• Το φύλλο. Με εξαίρεση την Ψυχαναγκαστική
Καταναγκαστική Διαταραχή και πιθανόν τις
κοινωνικές φοβίες, οι γυναίκες έχουν διπλάσιο
κίνδυνο για τις περισσότερες διαταραχές άγχους, σε
σχέση με τους άνδρες.
• Ένα πλήθος παραγόντων που πιθανόν αυξάνουν το
καταγεγραμμένο κίνδυνο στις γυναίκες,
περιλαμβάνουν ορμονικούς παράγοντες,
πιέσεις να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων και
λιγότερους αυτοπεριορισμούς στο να αναφέρουν το
άγχος στους γιατρούς.
• Η ηλικία. Γενικότερα, οι φοβίες, η ψυχαναγκαστική-
καταναγκαστική διαταραχή και το άγχος του αποχωρισμού
εμφανίζονται στη πρώιμη παιδική ηλικία του ατόμου, ενώ η
κοινωνικές φοβίες και η διαταραχή πανικού εμφανίζονται
κατά την εφηβεία.
Έρευνες αναφέρουν ότι το 3-5 % των παιδιών
και των εφήβων έχουν κάποια διαταραχή άγχους.
• Στην ουσία όμως, αυτό είναι πιθανό να είναι και μια
λανθασμένη εκτίμηση, ειδικά εφόσον τα συμπτώματα στα
παιδιά μπορεί να διαφέρουν από αυτά των ενηλίκων.
Μια έρευνα αναφέρει ότι
εάν αυτά τα παιδιά μπορούσαν να εντοπιστούν σε ηλικία 2
ετών θα ήταν πολύ πιο πιθανό να αντιμετωπιστούν
και να αποφευχθούν μεταγενέστερες διαταραχές άγχους.
• Η προσωπικότητα. Η προσωπικότητα κάθε παιδιού
μπορεί να προοιωνίζει μεγαλύτερο ή μικρότερο κίνδυνο
για μελλοντική εμφάνιση διαταραχών άγχους, επειδή τα
παιδιά διαχειρίζονται διαφορετικά τα ερεθίσματα που
λαμβάνουν.
• Οικογενειακό ιστορικό και δυναμική στην οικογένεια.
Οι διαταραχές άγχους επαναλαμβάνονται στις οικογένειες.
Οι γενετικοί παράγοντες παίζουν ρόλο σε κάποιες
περιπτώσεις, οι σημαντικότεροι παράγοντες όμως είναι
συχνά οι δυναμικές μέσα σε μια οικογένεια και η
ψυχολογική επιρροή.
Τα παιδιά τείνουν να μιμούνται
τις συμπεριφορές που βλέπουν στους γονείς τους και
το κοντινό τους περιβάλλον,
επομένως αν, για παράδειγμα,
η μητέρα φοβάται έντονα τις κατσαρίδες,
το παιδί βλέπει τη δυσαρέσκεια
και το άγχος στις εκφράσεις της
και λαμβάνει το μήνυμα ότι όντως
το συγκεκριμένο ερέθισμα
προκαλεί αρνητικά συναισθήματα.
• Κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες. Το άγχος συνδέεται
άμεσα με την έλλειψη κοινωνικών δεσμών και το αίσθημα
εχθρότητας στο περιβάλλον.
Προστατευτικοί παράγοντες
μπορούν να είναι οι ακόλουθοι:
• Προσαρμοστικότητα: είναι η ικανότητα που μας βοηθά να
αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις και να τις διαχειριζόμαστε
αποτελεσματικά. Παράγοντες που ενισχύουν την
προσαρμοστικότητα είναι οι ακόλουθοι: θετική και ενεργή
στάση απέναντι στη ζωή, αρμονικό και σταθερό περιβάλλον
με τους γονείς και τους οικείους ενήλικες.
• Όταν τα παιδιά υποστηρίζονται από τους γονείς και νιώθουν
ασφάλεια, μαθαίνουν να είναι πιο ενεργητικά και επίμονα
όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
• Θετικές μελλοντικές προσδοκίες: η ύπαρξη τους είναι επίσης
ένας πολύ σημαντικός μηχανισμός στην πρόληψη του άγχους.
Τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να τις αναπτύξουν έχοντας
έναν ενήλικα, ο οποίος θα πιστεύει στις προσπάθειες και τις
ικανότητες τους όταν παρουσιάζονται δύσκολες καταστάσεις.
• Ικανότητα επίλυσης προβλημάτων: είναι πολύ χρήσιμη όταν
το παιδί προσπαθεί να αναπτύξει το αίσθημα της
αυτεπάρκειας (self–efficacy).
Οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους
να αναπτύξουν αυτή την ικανότητα αλληλεπιδρώντας
μαζί τους και εναθαρρύνοντάς τα να βρίσκουν ιδέες
για πιθανές εκβάσεις ενός προβλήματος.
Σαν αποτέλεσμα το παιδί μαθαίνει να βρίσκει λύσεις μόνο του
και αποκτά την ικανότητα να χειρίζεται όποιες δύσκολες
συνθήκες προκύψουν στη ζωή του.
Οι διαταραχές άγχους σε παιδιά και εφήβους,
εάν δεν αντιμετωπιστούν,
επιμένουν και οδηγούν σε ψυχολογικά
προβλήματα στην ενήλικη ζωή.
Μπορεί επίσης να είναι παράγοντες κινδύνου
για τη ανάπτυξη παιδικής ψυχοπαθολογίας
(συνοσυρότητα), όπως οι διαταραχές διάθεσης
και τα προβλήματα συμπεριφοράς.
Επιπλέον,
το άγχος μπορεί να συσχετιστεί με πολλά κοινωνικά
προβλήματα, όπως αρνητική αυτοεικόνα, εξάρτηση από
τους γονείς σε κοινωνικές καταστάσεις, μοναχικότητα
και ανεπαρκής ικανότητα
επίλυσης προβλημάτων.
O Bandura όρισε την «αυτεπάρκεια»
ως μια υποκειμενική εκτίμηση που κάνει το άτομο,
όσον αφορά τη δυνατότητά του
να οργανώσει και να εκτελέσει
μια σειρά ενεργειών για την αποτελεσματική
επίτευξη ενός έργου ή την αντιμετώπιση
μιας κατάστασης.
Αναφέρεται, με άλλα λόγια,
στις πεποιθήσεις που έχουμε για το κατά πόσον
θα μπορέσουμε να φέρουμε σε πέρας με επιτυχία
μια δραστηριότητα ή να αντεπεξέλθουμε
αποτελεσματικά στις απαιτήσεις ενός ρόλου
ή μιας προβληματικής κατάστασης.

More Related Content

Similar to ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ.pptx

Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...
Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...
Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...Κατερίνα Παστήλα
 
Έφηβοι και εξαρτήσεις
Έφηβοι και εξαρτήσεις Έφηβοι και εξαρτήσεις
Έφηβοι και εξαρτήσεις efgaitan
 
Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ...
 Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ... Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ...
Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ...1gympyl
 
Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)
Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)
Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)lykkarea
 
σχολικός εκφοβισμός τελικό
σχολικός εκφοβισμός  τελικόσχολικός εκφοβισμός  τελικό
σχολικός εκφοβισμός τελικόpkarkaveli
 
Εφηβεία(ομαδα 3η)
Εφηβεία(ομαδα 3η)Εφηβεία(ομαδα 3η)
Εφηβεία(ομαδα 3η)6lykeiovolou
 
ομαδα 1
ομαδα 1ομαδα 1
ομαδα 1mnikol
 
ομαδα 1
ομαδα 1ομαδα 1
ομαδα 1mnikol
 
Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;
Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;
Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;Irini Andrioti, PMP, GCDF
 
Bullying ομαδα-δ 2014-15
Bullying ομαδα-δ 2014-15Bullying ομαδα-δ 2014-15
Bullying ομαδα-δ 2014-15gregtheodor
 
γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5
γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5
γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5Georgia Siabalioti
 
Εφηβεύω , Μέρος α'
Εφηβεύω , Μέρος α' Εφηβεύω , Μέρος α'
Εφηβεύω , Μέρος α' Μaria Demirakou
 
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκαςΜαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκαςΑντιγόνη Κριπαροπούλου
 
κακοποίηση παιδιών
κακοποίηση παιδιώνκακοποίηση παιδιών
κακοποίηση παιδιώνgdo
 
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)Αντιγόνη Κριπαροπούλου
 
Eφηβεία η άγρια ηλικία
Eφηβεία η άγρια ηλικίαEφηβεία η άγρια ηλικία
Eφηβεία η άγρια ηλικίαΜaria Demirakou
 
H εφηβεία και τα προβλήματα της
H εφηβεία και  τα προβλήματα τηςH εφηβεία και  τα προβλήματα της
H εφηβεία και τα προβλήματα της4o Lykeio Alex/polis
 
διατροφικες διαταραχες εφηβεια παιδοψυχιατρος 2017
διατροφικες διαταραχες εφηβεια   παιδοψυχιατρος 2017διατροφικες διαταραχες εφηβεια   παιδοψυχιατρος 2017
διατροφικες διαταραχες εφηβεια παιδοψυχιατρος 2017psaltakis
 

Similar to ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ.pptx (20)

Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...
Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...
Η ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΔΙΑΓΩΓΗΣ ΩΣ ΜΟΡΦΗ ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟ...
 
Έφηβοι και εξαρτήσεις
Έφηβοι και εξαρτήσεις Έφηβοι και εξαρτήσεις
Έφηβοι και εξαρτήσεις
 
Girl boy2003-4
Girl boy2003-4Girl boy2003-4
Girl boy2003-4
 
Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ...
 Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ... Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ...
Ευαισθητοποίηση εκπαιδευτικών και παρεμβατικά προγράμματα για την προώθηση τ...
 
Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)
Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)
Εφηβεία: Προβλήματα και Προβληματισμοί (Α1)
 
σχολικός εκφοβισμός τελικό
σχολικός εκφοβισμός  τελικόσχολικός εκφοβισμός  τελικό
σχολικός εκφοβισμός τελικό
 
Εφηβεία(ομαδα 3η)
Εφηβεία(ομαδα 3η)Εφηβεία(ομαδα 3η)
Εφηβεία(ομαδα 3η)
 
ομαδα 1
ομαδα 1ομαδα 1
ομαδα 1
 
ομαδα 1
ομαδα 1ομαδα 1
ομαδα 1
 
Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;
Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;
Tι θα γίνει όταν μεγαλώσει;
 
Bullying ομαδα-δ 2014-15
Bullying ομαδα-δ 2014-15Bullying ομαδα-δ 2014-15
Bullying ομαδα-δ 2014-15
 
γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5
γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5
γραπτή εργασία στο μάθημα της σχολικής κοινωνικής ζωής A5
 
Εφηβεύω , Μέρος α'
Εφηβεύω , Μέρος α' Εφηβεύω , Μέρος α'
Εφηβεύω , Μέρος α'
 
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκαςΜαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας
 
κακοποίηση παιδιών
κακοποίηση παιδιώνκακοποίηση παιδιών
κακοποίηση παιδιών
 
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)
Μαθαίνοντας το ρόλο του άνδρα και το ρόλο της γυναίκας (Πολιτική Παιδεία)
 
Eφηβεία η άγρια ηλικία
Eφηβεία η άγρια ηλικίαEφηβεία η άγρια ηλικία
Eφηβεία η άγρια ηλικία
 
H εφηβεία και τα προβλήματα της
H εφηβεία και  τα προβλήματα τηςH εφηβεία και  τα προβλήματα της
H εφηβεία και τα προβλήματα της
 
ριψοκίνδυνες συμπεριφορές
ριψοκίνδυνες συμπεριφορέςριψοκίνδυνες συμπεριφορές
ριψοκίνδυνες συμπεριφορές
 
διατροφικες διαταραχες εφηβεια παιδοψυχιατρος 2017
διατροφικες διαταραχες εφηβεια   παιδοψυχιατρος 2017διατροφικες διαταραχες εφηβεια   παιδοψυχιατρος 2017
διατροφικες διαταραχες εφηβεια παιδοψυχιατρος 2017
 

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ.pptx

  • 1.
  • 2. ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΟΥ Η κατάσταση που παρουσιάζεται στα παιδιά και στους εφήβους που δυσφορούν με το ανατομικό τους φύλο χωρίς να παρουσιάζουν κάποια ανατομική ή άλλη βιολογική ανωμαλία ονομάζεται Διαταραχή Ταυτότητας Φύλου (Δ.Τ.Φ.) Στην κατάσταση αυτή τα παιδιά ή οι έφηβοι παρουσιάζουν έντονη ταύτιση με το αντίθετο φύλο και προτιμούν ρόλους του αντίθετου φύλου. Στο σημείο αυτό κρίνεται σκόπιμο να διευκρινίσουμε τι εννοούμε όταν αναφερόμαστε σους όρους ταυτότητα του φύλου (Gender Identity) και ρόλος του φύλου (Gender Role).
  • 3. Ο όρος ταυτότητα του φύλου υποδηλώνει την πεποίθηση του ατόμου ότι ανήκει στο ένα φύλο και όχι στο άλλο ενώ ο ρόλος του φύλου την εμφανή κοινωνική συμπεριφορά. Η ταυτότητα του φύλου αρχίζει να διαμορφώνεται αρκετά νωρίς στη ζωή του παιδιού, στην περίοδο μεταξύ 18 και 36 μηνών και είναι αποτέλεσμα της αλληλοεπίδρασης βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
  • 4. Επιδημιολογία Η Δ.Τ.Φ. στα παιδιά και στους εφήβους θεωρείται σπάνια. Δεν υπάρχουν επαρκείς μελέτες για την εκτίμηση της συχνότητας της διαταραχής αν και υποστηρίζεται ότι είναι πιο συχνή στα αγόρια παρά στα κορίτσια. Το σίγουρο είναι ότι τα αγόρια παραπέμπονται στους ειδικούς πιο συχνά από ότι τα κορίτσια ίσως εξαιτίας κοινωνικών παραγόντων που κάνουν πιο ανεκτή μια αρρενωπότητα στα κορίτσια από ότι μια θηλυπρέπεια στα αγόρια.
  • 5. Αιτιολογία Η Δ.Τ.Φ. στα αγόρια περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον ψυχαναλυτή Maurice Friend και συνεργάτες και στη συνέχεια αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης πολλών άλλων ερευνητών και κλινικών. Μέσα από τις έρευνες προκύπτει ότι η αιτιολογία της Δ.Τ.Φ. είναι πολύπλοκη και οφείλεται στην αλληλεπίδραση βιολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
  • 6. Βιολογικοί Παράγοντες Θεωρείται πιθανό ότι διάφορες ορμόνες επιδρούν κατά την ενδομήτριο ζωή και διαμορφώνουν αρσενικές και θηλυκές στάσεις και αντιλήψεις εαυτού. Η υπόθεση αυτή είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί αντικειμενικά.
  • 7. Περιβαλλοντικοί Παράγοντες Η επίδραση των παραγόντων αυτών είναι πιο προσιτή στην παρατήρηση και αυτοί οι παράγοντες έχουν μελετηθεί περισσότερο στα αγόρια παρά στα κορίτσια. Ανάμεσα σ’ αυτούς στη βιβλιογραφία ως περισσότερο σημαντικοί αναφέρονται: Η προτίμηση των γονιών για το φύλο του παιδιού πριν από τη γέννησή του. Κλινικές παρατηρήσεις και έρευνες υποστηρίζουν ότι το 50% των γονιών αποκτά παιδί που δεν ανήκει στο επιθυμητό φύλο.
  • 8. Αυτή η επιθυμία από μόνη της δεν είναι δυνατό να οδηγήσει στην εκδήλωση της διαταραχής. Φαίνεται ότι εκείνο που έχει σημασία είναι το κατά πόσο πίσω από αυτή την επιθυμία κρύβονται ανάγκες του ίδιου του γονιού, ιδιαίτερα της μητέρας, που προέρχονται από τη δική της παιδική ηλικία και επηρεάζουν τη τάση και τη συμπεριφορά της στην ανατροφή του παιδιού με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζεται τελικά η διαταραχή.
  • 9. Τραυματικά γεγονότα ζωής της οικογένειας. Πολύ συχνά στην οικογένεια του παιδιού με Δ.Τ.Φ. αναφέρονται τραυματικά γεγονότα κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων χρόνων της ζωής του, όπως ο θάνατος ενός παιδιού – ιδιαίτερα κοριτσιού – σοβαρή ασθένεια του παιδιού ή κάποιου άλλου μέλους της οικογένειας κ.α. Αυτά τα γεγονότα ασκούν μια τραυματική επίδραση στη μητέρα και επηρεάζουν στη συνέχεια τη σχέση της με το παιδί της.
  • 10. Σχέση γονέα – παιδιού Η σχέση γονέα – παιδιού αποτελεί παράγοντα εξαιρετικής σημασίας τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια με Δ.Τ.Φ. Στα αγόρια παρατηρείται μια πάρα πολύ στενή σχέση μεταξύ μητέρας και γιου και μια αποστασιοποιημένη σχέση πατέρα – γιου. Ως αποτέλεσμα της στενής σχέσης με τη μητέρα το αγόρι δεν μπορεί να ξεχωρίσει επαρκώς τον εαυτό του από το θηλυκό σώμα και τη θηλυπρεπή συμπεριφορά της. Στην περίπτωση του κοριτσιού μια ποικιλία παραγόντων φαίνεται να εμποδίζουν την ανάπτυξη μιας στενής σχέσης μεταξύ μητέρας – κόρης και σαν συνέπεια αυτής της αποτυχίας προκύπτει μια υποτίμηση της θηλυκότητας και μια υπερεκτίμηση της αρρενωπότητας.
  • 11. Σύμφωνα με κάποιες μελέτες περίπου το 50% των μητέρων των αγοριών με Δ.Τ.Φ. παρουσιάζουν κατάθλιψη ενώ σύμφωνα πάντα με την ίδια συγγραφέα όλες οι μητέρες παρουσιάζουν δυσκολίες προσωπικότητας. Άλλες μελέτες, όμως, υποστηρίζουν ότι οι γονείς των παιδιών με Δ.Τ.Φ. δεν διαφέρουν από γονείς παιδιού που παρουσιάζουν άλλα προβλήματα. Είναι πιθανόν διάφοροι παράγοντες κινδύνου να δρουν αθροιστικά ή συνδυαστικά προκειμένου να εμφανιστεί η Δ.Τ.Φ.
  • 12. Κοινωνική διαμόρφωση και ενίσχυση Υποστηρίζεται από κάποιους ότι οι γονείς ή άλλα σημαντικά πρόσωπα κοινωνικοποιούν ένα παιδί σ’ ένα ρόλο φύλου που χαρακτηρίζει πιο συχνά το αντίθετο φύλο. π.χ., ντύνουν το αγόρι με κοριτσίστικα ρούχα, εξασφαλίζουν κοριτσίστικα παιχνίδια, και ενισχύουν συμπεριφορές κοινωνικές που χαρακτηρίζουν τα κορίτσια ή το αντίθετο εάν πρόκειται για κορίτσια. Επίσης, διάφορα λεκτικά σχόλια των γονιών δείχνουν ότι απαξιώνουν το φύλο του παιδιού και δίνουν αξία στο άλλο φύλο. Οι παραπάνω συμπεριφορές είναι πιο σπάνιες, ενώ συχνότερα η συμπεριφορά και η στάση των γονιών δηλώνει ανοχή και ενθάρρυνση παθολογικών συμπεριφορών από την πλευρά του παιδιού.
  • 13. Κλινική εικόνα Έναρξη: Μεταξύ των δύο και τριών πρώτων χρόνων ζωής του παιδιού συνήθως εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα της διαταραχής. Αυτά τα παιδιά και οι έφηβοι χαρακτηρίζονται από συμπεριφορές που δηλώνουν μια πολύ έντονη και επίμονη ταύτιση με το άλλο φύλο που μπορεί να εμφανιστεί με τους παρακάτω τρόπους:
  • 14. Στα παιδιά: • Μια επαναλαμβανόμενη δηλωμένη επιθυμία να ανήκουν στο άλλο φύλο ή επιμονή ότι ανήκουν στο άλλο φύλο. • Προτιμούν να ντύνονται με ρούχα του αντίθετου φύλου. • Προτιμούν τους ρόλους του άλλου φύλου σε παιχνίδια που απαιτούν παίξιμο ρόλων ή φαντασιώνουν επίμονα ότι ανήκουν στο άλλο φύλο. • Παρουσιάζουν μια έντονη επιθυμία να συμμετέχουν σε στερεότυπα παιχνίδια και δραστηριότητες του άλλου φύλου. • Έντονη προτίμηση να παίζουν με συνομηλίκους του αντίθετου φύλου.
  • 15. Στους εφήβους: • Δηλωμένη επιθυμία να ανήκουν στο άλλο φύλο. • Συχνή μεταμφίεση στο άλλο φύλο. • Πεποίθηση ότι έχουν τα τυπικά αισθήματα και τις τυπικές αντιδράσεις του άλλου φύλου. • Επίμονη δυσφορία του παιδιού για το φύλο του ή αίσθηση ότι δεν του ταιριάζει ο ρόλος του φύλου του που μπορεί να εκδηλωθεί με οποιοδήποτε από τα παρακάτω:
  • 16. • Επίμονη ενασχόληση γύρω από τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να απαλλαγούν από τα πρωτογενή και δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου τους: π.χ. να πάρουν ορμόνες ή να υποβληθούν σε χειρουργικές επεμβάσεις ή άλλες διαδικασίες για να πετύχουν σωματικές μεταβολές προκειμένου να αποκτήσουν χαρακτηριστικά του αντίθετου φύλου.
  • 17. Η κατάσταση αυτή προκαλεί σημαντικές δυσκολίες και έκπτωση στην συνολική λειτουργικότητα του παιδιού (κοινωνική, μαθησιακή, κλπ.). Χρειάζεται να γνωρίζουμε ότι κάποια συμπτώματα ή συμπεριφορές τροποποιούνται στην πορεία του χρόνου Ανάλογα με την ηλικία και την αναπτυξιακή φάση του παιδιού, ενώ κάποια άλλα εμφανίζονται με μια σταθερότητα.
  • 18. Σταθερό σύμπτωμα καθ’ όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας φαίνεται να αποτελεί η προτίμηση των ετερόφυλων συνομηλίκων, ενώ η προτίμηση των ρόλων του άλλου φύλου μπορεί να εμφανίσει σημαντικές αλλαγές, κυρίως στην εφηβεία. Μεγαλύτερα παιδιά είναι λιγότερο πιθανό να εκφράζουν λεκτικά την επιθυμία να αλλάξουν φύλο σε σχέση με τα μικρότερα.
  • 19. Η δυσφορία για το φύλο μπορεί να εκφραστεί σ’ αυτά τα παιδιά με άλλους τρόπους, όπως με απαξίωση του φύλου τους και εξιδανίκευση του άλλου φύλου. Η επιθυμία για αλλαγή φύλου δεν έχει την ίδια σημασία στα παιδιά κάτω των 10-11 ετών, μ’ αυτή που έχει για τους εφήβους. Στην πρώιμη παιδική ηλικία η επιθυμία αυτή μπορεί να σχετίζεται τόσο με τη γνωστική δυνατότητα του παιδιού, όσο και με οικογενειακούς και άλλους παράγοντες που κάνουν το παιδί να πιστεύει ότι ένας γονιός θα προτιμούσε να ανήκει στο άλλο φύλο.
  • 20. Η Δ.Τ.Φ. πρέπει να διακριθεί από κάποιες άλλες καταστάσεις στα παιδιά και τους εφήβους που εμφανίζονται με κάποιες συμπεριφορές που μοιάζουν με εκείνες της Δ.Τ.Φ. Στα αγόρια χρειάζεται να γίνει διάκριση της Δ.Τ.Φ. με την νεανική μη αρρενωπότητα. Αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται από: μια δυσκολία του παιδιού με τους ομόφυλους συνομηλίκους τους, αποφυγή των σκληρών και επιθετικών παιχνιδιών, και μια αμηχανία του παιδιού για το φύλο του. Αυτά τα αγόρια, όμως, δεν επιθυμούν να είναι κορίτσια, ούτε δείχνουν ενδιαφέρον για τη θηλυκότητα.
  • 21. Περισσότερο μοιάζει να αισθάνονται ανεπαρκείς ως αρσενικά και έτσι σχηματίζουν μια αρνητική εκτίμηση για τον εαυτό τους. Στα κορίτσια χρειάζεται να γίνει διάκριση από το αγοροκόριτσο. Τα αγοροκόριτσα έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τα κορίτσια με Δ.Τ.Φ. αλλά έχουν τουλάχιστον τρία χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν: Δεν νιώθουν δυστυχισμένα επειδή είναι θηλυκά, όπως συμβαίνει στα κορίτσια με Δ.Τ.Φ. Προτιμούν να ντύνονται με αγορίστικα ρούχα αλλά δεν δείχνουν την αποστροφή που εμφανίζουν τα κορίτσια με Δ.Τ.Φ. εάν απαιτηθεί να ντυθούν κοριτσίστικα. Δεν εκφράζουν δυσφορία για το φύλο τους.
  • 22. Θεραπεία Για την αντιμετώπιση της Δ.Τ.Φ. απαιτείται θεραπεία. Αυτή έχει καλύτερα αποτελέσματα όταν εφαρμόζεται κατά την παιδική ηλικία παρά στην εφηβεία. Η πιθανότητα μείωσης της δυσφορίας για το φύλο μετά την εφηβεία είναι σχεδόν ανύπαρκτη χωρίς θεραπεία. Το παιδί παραμένει αποκλεισμένο από την ομάδα των συνομηλίκων του και με σημαντικές συνέπειες στην εξέλιξή του και με υπαρκτό τον κίνδυνο να αναπτύξει είτε ομοφυλοφιλία είτε Δ.Τ.Φ. στην ενήλικο ζωή.
  • 23. Έχουν δοκιμαστεί πολλές και διαφορετικές θεραπευτικές τεχνικές για τη θεραπείας της Δ.Τ.Φ. π.χ. θεραπεία συμπεριφοράς, ψυχανάλυση, ψυχοθεραπεία, οικογενειακή θεραπεία ή συνδυασμός αυτών. Η ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού στοχεύει βραχυπρόθεσμα στη μείωση ή την εξαφάνιση του κοινωνικού αποκλεισμού του παιδιού και μακροπρόθεσμα στην πρόληψη της ομοφυλοφιλίας ή της Δ.Τ.Φ. στην ενήλικο ζωή.
  • 24. Σημαντική και απαραίτητη είναι η βοήθεια προς τους γονείς ώστε αυτοί: • Να αποδεχθούν τη δυσκολία του παιδιού τους και να χειριστούν σωστά την προβληματική συμπεριφορά του. • Να ενισχυθεί ο πατέρας ή άλλο αρσενικό μέλος της οικογένειας σε μια πιο στενή και ενεργητική σχέση με το παιδί στην περίπτωση των αγοριών και να ενθαρρύνουν τη σχέση του παιδιού με ομόφυλους συνομηλίκους. Συχνά είναι απαραίτητη και βοηθά πολύ η ψυχοθεραπεία ιδιαίτερα της μητέρας.
  • 25. Γενικά, Τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά και οι συμπεριφορές που σχετίζονται με το φύλο, περιγράφονται σαν τρεις ξεχωριστές κατηγορίες, αν και στην πραγματικότητα δεν είναι ανεξάρτητες, αλλά άμεσα αλληλεπιδρούν και επηρεάζει η μία την άλλη. Οι όροι που χρησιμοποιούνται για τις κατηγορίες αυτές είναι: • ταυτότητα φύλου, • ρόλος του φύλου, και • σεξουαλικός προσανατολισμός.
  • 26. • Ταυτότητα φύλου: Ο όρος ταυτότητα φύλου αναφέρεται στην αναγνώριση του εαυτού σαν άντρα ή γυναίκα. Εγκαθίσταται νωρίς κατά την παιδική ηλικία (2ο - 3ο χρόνο της ζωής), οπότε το παιδί αποκτά την ικανότητα: να διακρίνει σαφώς τους άντρες από τις γυναίκες, να αντιλαμβάνεται σωστά το δικό του φύλο, και να αναγνωρίζει ότι όταν μεγαλώσει το αγόρι θα γίνει άντρας και το κορίτσι γυναίκα.
  • 27. Η ταυτότητα φύλου δεν επηρεάζεται από την παρουσία ορμονών πριν ή μετά την γέννηση. Επί πλέον φαίνεται ότι δεν καθορίζεται από το βιολογικό φύλο του ατόμου, αλλά εξαρτάται σημαντικά από διαδικασίες μάθησης και εκπαίδευσης (2,3,4). Η σημασία της ανατροφής σαν αγόρι ή σαν κορίτσι στην διαμόρφωση της ταυτότητας φύλου είναι φανερή σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις ερμαφροδιτισμού (παράλληλη παρουσία και θηλυκών και αρσενικών γεννητικών αδένων και οργάνων) ή ψευδοερμαφροδιτισμού (παράλληλη παρουσία θηλυκών και αρσενικών γεννητικών οργάνων με φυσιολογικούς όμως γεννητικούς αδένες), όπου το παιδί αναπτύσσει θηλυκότητα ή αρρενωπότητα, ανάλογα με τον τρόπο που οι γονείς το μεγαλώνουν.
  • 28. • Ρόλος φύλου: Αναφέρεται στις διαφορετικές συμπεριφορές και χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, που έχουν οι άνδρες και οι γυναίκες και που είναι κοινωνικά αποδεκτές ως θηλυκότητα ή ανδρισμός. • Σεξουαλικός προσανατολισμός: Καθορίζεται από την σεξουαλική απάντηση του ατόμου σε διάφορα ερεθίσματα, και κυρίως από το φύλλο που προκαλεί σωματική ερωτική έλξη.
  • 29. Ψυχαναγκαστική –καταναγκαστική διαταραχή Καμιά φορά οι έφηβοι αισθάνονται να παρενοχλούνται συστηματικά από πολύ αγχώδεις σκέψεις που δεν τις κάνουν συνειδητά αλλά που «πετάγονται» ξαφνικά μέσα στο μυαλό τους. Οι ιδέες αυτές εμμένουν, τις προσδιορίζουμε ως ψυχαναγκαστικές και τους βασανίζουν χωρίς να μπορούν να τις σταματήσουν ( όπως πχ. Ο φόβος μήπως κάνουν κακό σε κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο ή άλλους, ή ο φόβος μήπως μεταδώσουν μικρόβια κλπ).
  • 30. Πολλοί από εκείνους τους εφήβους που έχουν τέτοιες έμμονές, επαναλαμβάνουν συχνά κάποιες κινήσεις ή ενέργειες χωρίς να το θέλουν, αλλά που νιώθουν κατά κάποιο τρόπο την ακατανίκητη παρόρμηση να τις κάνουν – σαν να τους εξαναγκάζει σε αυτές ένα κομμάτι του εαυτού τους. Καταλαβαίνουν ότι αυτές οι ψυχαναγκαστικές σκέψεις προέρχονται από το μυαλό τους ή ότι αυτή η καταναγκαστική ενέργειά τους (επαναλαμβανόμενο πλύσιμο χεριών ή μέτρημα κ.α.) μπορεί να είναι άσκοπη ή και ενοχλητική, αλλά νιώθουν παγιδευμένοι. Αισθάνονται ανήμποροι να τη σταματήσουν.
  • 31. Η ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή, μπορεί να εμφανιστεί από την παιδική ηλικία αλλά παίρνει την πλήρη της μορφή στην εφηβεία. Συνοδεύεται από αγχώδεις και καταθλιπτικές εκδηλώσεις. Τα παιδιά και οι έφηβοι που παρουσιάζουν αυτή τη διαταραχή είναι: υπερβολικά ευσυνείδητοι, τελειομανείς, σεβαστικοί, υπάκουοι, ανησυχούν για τις πιθανές επιπτώσεις των πράξεών τους, και είναι πάντα πρόθυμοι να ζητήσουν συγγνώμη.
  • 32. Τους απασχολεί ο θάνατος και έχουν ερωτήματα θρησκευτικού περιεχομένου κλπ.. Μπορούν κάποιες φορές να φανούν επιθετικοί κυρίως όταν προσπαθούν να περιορίσουν τις συγκρούσεις τους. Συγκεκριμένα, ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή παρουσιάζει περίπου το 2% των εφήβων. Με την κατάλληλη θεραπεία αντιμετωπίζονται αρκετά αποτελεσματικά.
  • 33. Συμπτώματα • Οι έφηβοι αισθάνονται ένα βαθύ και ανεξέλεγκτο άγχος από τις ψυχαναγκαστικές ιδέες τους και οι τελετουργίες –καταναγκασμοί τους βοηθούν να το εξορκίσουν και να απαλλαγούν έστω λίγο από αυτό. Μπορεί να πλένουν κάθε τόσο χωρίς εμφανή λόγο τα χέρια τους ή να μετρούν από το 200 έως το 300 ή να λένε μια συγκεκριμένη φράση κλπ. • Έτσι, οι περισσότεροι από όσους παρουσιάζουν ψυχαναγκαστικές ιδέες κατά κανόνα εκδηλώνουν και αυτές τις καταναγκαστικές πράξεις. Υπάρχουν πάντως και άτομα που υποφέρουν από έντονο άγχος και έμμονες ιδέες αλλά δεν εκδηλώνουν την αντίστοιχη τελετουργική συμπεριφορά.
  • 34. • Οι πιο συνηθισμένες «τελετουργίες» είναι το πλύσιμο των χεριών για τα κορίτσια και ο επανέλεγχος για τα αγόρια. Ενώ δηλαδή τα κορίτσια τείνουν να πλένουν πολύ συχνά τα χέρια τους ή το σώμα τους ή τα μαλλιά τους, τα αγόρια τείνουν να ελέγχουν ξανά και ξανά αν ξέχασαν να βάλουν κάτι στη σάκα τους ή αν έκλεισαν την πόρτα, το θερμοσίφωνα κ.λπ. • Επίσης, συνηθισμένη «τελετουργία» αποτελεί η αναφορά ενός ονόματος που σημαίνει κάτι για τον έφηβο ή το άγγιγμα ενός συγκεκριμένου αντικειμένου που για τους ίδιους λειτουργεί σαν «φυλαχτό» και το μέτρημα.
  • 35. • Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να έχουν την έμμονη ιδέα ότι θα βλάψουν κάποιον άλλο άνθρωπο χωρίς να το θέλουν ή ότι θα κάνουν κάτι «κοινωνικά μη αποδεκτό», όπως π.χ. ότι θα αρχίσουν να βρίζουν χυδαία ή ότι θα προχωρήσουν σε μια ανάρμοστη ερωτική κίνηση. Άλλοι έχουν εμμονή με τη θρησκεία ή με κάποιο φιλοσοφικό θέμα που μένει άλυτο για όλους, αλλά για εκείνους αποκτά ζωτική σημασία και «δεν φεύγει από το μυαλό τους». Η ψυχαναγκαστική ιδέα τείνει να «πετάγεται» στα καλά καθούμενα και να τους προκαλεί αναστάτωση ή μπορεί και να τριγυρίζει συνέχεια μέσα στο μυαλό τους.
  • 36. Η Ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή ανήκει στις αγχώδεις διαταραχές και αντιμετωπίζεται επαρκώς αρκεί ο γονιός να αναζητήσει βοήθεια από ειδικό. Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα μπορεί να τους ανακουφίσουν αλλά είναι σημαντικό να υπάρχει ψυχολογική βοήθεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται ότι ενδείκνυται η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία που βοηθά τον έφηβο να περιορίσει τις ιδεοληψίες και τις «τελετουργίες» του.
  • 37. Ο φόβος και το άγχος είναι κοινά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης φύσης. Η δυσκολία έγκειται στο να διακρίνουμε πότε το άγχος είναι φυσιολογικό και πότε γίνεται παθολογικό. Αυτή η διάκριση είναι ακόμη πιο δύσκολη στα παιδιά. Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε ποιοι είναι οι φυσιολογικοί φόβοι και τα άγχη σε κάθε αναπτυξιακό στάδιο, ώστε να μπορούμε να εξακριβώσουμε εάν ένα παιδί πάσχει από κάποια σχετική διαταραχή.
  • 38. Καθώς μεγαλώνουν όμως, αποκτούν εμπειρίες και αυξάνουν τις γνωστικές τους ικανότητες, επομένως οι φόβοι και οι ανησυχίες τους αλλάζουν. Τα βρέφη τείνουν να φοβούνται τους άγνωστους ανθρώπους, τους δυνατούς θορύβους και τα απρόσμενα αντικείμενα, τα παιδιά φοβούνται τον αποχωρισμό από τους γονείς τους, τα ζώα, τους δυνατούς θορύβους, το σκοτάδι και την τουαλέτα.
  • 39. Ειδικότερα, μεταξύ 4 και 6 χρονών, οι κυρίαρχοι φόβοι τους περιλαμβάνουν απαγωγείς, κλέφτες, φαντάσματα και τέρατα. Στα έξι τους χρόνια φοβούνται τον σωματικό τραυματισμό, το θάνατο και την αποτυχία της ανάπτυξης τους. Οι τελευταίοι φόβοι μπορεί να διαρκέσουν μέχρι και την πρώιμη εφηβεία. Στα δέκα με έντεκα, οι φόβοι τους σχετίζονται με την κοινωνική σύγκριση, την εξωτερική τους εμφάνιση, την προσωπική επαφή και τις σχολικές επιδόσεις. Όλοι αυτοί οι φόβοι και οι ανησυχίες είναι πιθανό να παρεμβαίνουν μέχρι την ενήλικη ζωή τους και εάν δεν αντιμετωπιστούν καταλλήλως σε μικρή ηλικία, είναι πιθανό να αποτελέσουν την ρίζα πολλών προβλημάτων που θα εμφανιστούν στο μέλλον τους.
  • 40. Το άγχος όμως βιώνεται με τον ίδιο τρόπο από όλους όσους πλήττει; Η απάντηση είναι όχι. Υπάρχουν πολλοί τύποι διαταραχών άγχους και ο καθένας από αυτούς ορίζεται από διαφορετικά συμπτώματα. Αυτό είναι κοινό σε όλες τις ηλικίες συμπεριλαμβανομένης της παιδικής και εφηβικής.
  • 41. Οι βασικοί τύποι διαταραχών του άγχους, βάση του DSM-IV, είναι οι ακόλουθοι: • Διαταραχή Άγχους Αποχωρισμού • Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή • Ειδική Φοβία • Κοινωνική Φοβία • Κρίσεις Πανικού • Αγοραφοβία • Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή • Διαταραχή μετά από Ψυχοτραυματικό Στρες
  • 42. Τα διαγνωστικά σημάδια που παρατηρήσουμε σε ένα παιδί ή έναν έφηβο και υποδεικνύουν ότι βιώνουν έντονο άγχος που μπορεί να ξεπερνά τα όρια του φυσιολογικού (συμπτώματα): • Μη ρεαλιστικές και υπερβολικές ανησυχίες. • Διαρκής ανάγκη για επιβεβαίωση. • Υπερβολική ανησυχία για καταστάσεις του παρελθόντος ή του μέλλοντος • Παράπονα χωρίς κάποια φυσική αιτία • Νευρικότητα ή το αίσθημα ότι “είναι στα καρφιά” • Κόπωση • Δυσκολία συγκέντρωσης • Ευερεθιστότητα • Αναστάτωση κατά τον αποχωρισμό από τους γονείς • Άρνηση να πάει στο σχολείο • Κρίσεις πανικού • Αποφυγή καταστάσεων • Αναστάτωση λόγω κοινωνικών συνθηκών • Φοβίες • Εμμονές και εξαναγκασμοί
  • 43. Παράγοντες που επηρεάζουν τις διαταραχές άγχους σε παιδιά και εφήβους Υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που συντελούν στη παρουσία ή όχι διαταραχών άγχους στα παιδιά και τους εφήβους. Ως παράγοντες κινδύνου χαρακτηρίζονται οι μεταβλητές, οι οποίες, εφόσον παρουσιαστούν, αυξάνουν την πιθανότητα ένα παιδί ή ένας έφηβος να αναπτύξει μια διαταραχή έναντι μιας άλλης. Προστατευτικοί παράγοντες είναι οι ακριβώς αντίθετοι. Αυτοί, δηλαδή, που βοηθούν, ενισχύουν ή μεταβάλλουν την αντίδραση του ατόμου έναντι συγκεκριμένων περιβαλλοντικών ερεθισμάτων.
  • 44. • Παράγοντες κινδύνου μπορούν να είναι οι ακόλουθοι: • Το φύλλο. Με εξαίρεση την Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή και πιθανόν τις κοινωνικές φοβίες, οι γυναίκες έχουν διπλάσιο κίνδυνο για τις περισσότερες διαταραχές άγχους, σε σχέση με τους άνδρες. • Ένα πλήθος παραγόντων που πιθανόν αυξάνουν το καταγεγραμμένο κίνδυνο στις γυναίκες, περιλαμβάνουν ορμονικούς παράγοντες, πιέσεις να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων και λιγότερους αυτοπεριορισμούς στο να αναφέρουν το άγχος στους γιατρούς.
  • 45. • Η ηλικία. Γενικότερα, οι φοβίες, η ψυχαναγκαστική- καταναγκαστική διαταραχή και το άγχος του αποχωρισμού εμφανίζονται στη πρώιμη παιδική ηλικία του ατόμου, ενώ η κοινωνικές φοβίες και η διαταραχή πανικού εμφανίζονται κατά την εφηβεία. Έρευνες αναφέρουν ότι το 3-5 % των παιδιών και των εφήβων έχουν κάποια διαταραχή άγχους. • Στην ουσία όμως, αυτό είναι πιθανό να είναι και μια λανθασμένη εκτίμηση, ειδικά εφόσον τα συμπτώματα στα παιδιά μπορεί να διαφέρουν από αυτά των ενηλίκων. Μια έρευνα αναφέρει ότι εάν αυτά τα παιδιά μπορούσαν να εντοπιστούν σε ηλικία 2 ετών θα ήταν πολύ πιο πιθανό να αντιμετωπιστούν και να αποφευχθούν μεταγενέστερες διαταραχές άγχους.
  • 46. • Η προσωπικότητα. Η προσωπικότητα κάθε παιδιού μπορεί να προοιωνίζει μεγαλύτερο ή μικρότερο κίνδυνο για μελλοντική εμφάνιση διαταραχών άγχους, επειδή τα παιδιά διαχειρίζονται διαφορετικά τα ερεθίσματα που λαμβάνουν. • Οικογενειακό ιστορικό και δυναμική στην οικογένεια. Οι διαταραχές άγχους επαναλαμβάνονται στις οικογένειες. Οι γενετικοί παράγοντες παίζουν ρόλο σε κάποιες περιπτώσεις, οι σημαντικότεροι παράγοντες όμως είναι συχνά οι δυναμικές μέσα σε μια οικογένεια και η ψυχολογική επιρροή.
  • 47. Τα παιδιά τείνουν να μιμούνται τις συμπεριφορές που βλέπουν στους γονείς τους και το κοντινό τους περιβάλλον, επομένως αν, για παράδειγμα, η μητέρα φοβάται έντονα τις κατσαρίδες, το παιδί βλέπει τη δυσαρέσκεια και το άγχος στις εκφράσεις της και λαμβάνει το μήνυμα ότι όντως το συγκεκριμένο ερέθισμα προκαλεί αρνητικά συναισθήματα.
  • 48. • Κοινωνικοί και οικονομικοί παράγοντες. Το άγχος συνδέεται άμεσα με την έλλειψη κοινωνικών δεσμών και το αίσθημα εχθρότητας στο περιβάλλον. Προστατευτικοί παράγοντες μπορούν να είναι οι ακόλουθοι: • Προσαρμοστικότητα: είναι η ικανότητα που μας βοηθά να αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις και να τις διαχειριζόμαστε αποτελεσματικά. Παράγοντες που ενισχύουν την προσαρμοστικότητα είναι οι ακόλουθοι: θετική και ενεργή στάση απέναντι στη ζωή, αρμονικό και σταθερό περιβάλλον με τους γονείς και τους οικείους ενήλικες. • Όταν τα παιδιά υποστηρίζονται από τους γονείς και νιώθουν ασφάλεια, μαθαίνουν να είναι πιο ενεργητικά και επίμονα όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
  • 49. • Θετικές μελλοντικές προσδοκίες: η ύπαρξη τους είναι επίσης ένας πολύ σημαντικός μηχανισμός στην πρόληψη του άγχους. Τα παιδιά και οι έφηβοι μπορούν να τις αναπτύξουν έχοντας έναν ενήλικα, ο οποίος θα πιστεύει στις προσπάθειες και τις ικανότητες τους όταν παρουσιάζονται δύσκολες καταστάσεις. • Ικανότητα επίλυσης προβλημάτων: είναι πολύ χρήσιμη όταν το παιδί προσπαθεί να αναπτύξει το αίσθημα της αυτεπάρκειας (self–efficacy). Οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν αυτή την ικανότητα αλληλεπιδρώντας μαζί τους και εναθαρρύνοντάς τα να βρίσκουν ιδέες για πιθανές εκβάσεις ενός προβλήματος. Σαν αποτέλεσμα το παιδί μαθαίνει να βρίσκει λύσεις μόνο του και αποκτά την ικανότητα να χειρίζεται όποιες δύσκολες συνθήκες προκύψουν στη ζωή του.
  • 50. Οι διαταραχές άγχους σε παιδιά και εφήβους, εάν δεν αντιμετωπιστούν, επιμένουν και οδηγούν σε ψυχολογικά προβλήματα στην ενήλικη ζωή. Μπορεί επίσης να είναι παράγοντες κινδύνου για τη ανάπτυξη παιδικής ψυχοπαθολογίας (συνοσυρότητα), όπως οι διαταραχές διάθεσης και τα προβλήματα συμπεριφοράς. Επιπλέον, το άγχος μπορεί να συσχετιστεί με πολλά κοινωνικά προβλήματα, όπως αρνητική αυτοεικόνα, εξάρτηση από τους γονείς σε κοινωνικές καταστάσεις, μοναχικότητα και ανεπαρκής ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.
  • 51. O Bandura όρισε την «αυτεπάρκεια» ως μια υποκειμενική εκτίμηση που κάνει το άτομο, όσον αφορά τη δυνατότητά του να οργανώσει και να εκτελέσει μια σειρά ενεργειών για την αποτελεσματική επίτευξη ενός έργου ή την αντιμετώπιση μιας κατάστασης. Αναφέρεται, με άλλα λόγια, στις πεποιθήσεις που έχουμε για το κατά πόσον θα μπορέσουμε να φέρουμε σε πέρας με επιτυχία μια δραστηριότητα ή να αντεπεξέλθουμε αποτελεσματικά στις απαιτήσεις ενός ρόλου ή μιας προβληματικής κατάστασης.