"Η κ. Νικολέτα Μπράτση, Αρχαιολόγος · Μέλος ΕΛΙΣΜΕ,
στην Ομιλία «Περί Ελληνικότητας Μνημείων & Προσώπων»
στις 1/11/2018 12:00,
στο ΕΛΙΣΜΕ.
https://www.facebook.com/events/182208982708452/"
1. Η επιστήμη της Αρχαιολογίας αρωγός
στην εδραίωση του γεωπολιτικού χάρτη
2. Ορισμός
η ανθρωπιστική επιστήμη, βασική επιδίωξη της οποίας αποτελεί η
ανασύνθεση και κατανόηση των κοινωνιών του παρελθόντος, κυρίως μέσα
από την επεξεργασία και τη μελέτη των υλικών καταλοίπων της ανθρώπινης
δραστηριότητας που έχουν διασωθεί ή έρχονται στο φως με τις ανασκαφές
και αποτελούν αυτό που θα λέγαμε «απομεινάρια» ή «λείψανα» του υλικού
πολιτισμού προγενέστερων κοινωνιών
περιλαμβάνει τόσο την Θεωρία όσο και την μέθοδο, οι οποίες βρίσκονται σε
μια διαρκή επίδραση και εξάρτηση μεταξύ τους ενώ ταυτόχρονα αντανακλά
και την ευφυΐα του σύγχρονου επιστήμονα, μιας και ο τελευταίος δεν βρίσκει
πουθενά έτοιμες απαντήσεις, αλλά προσπαθεί ο ίδιος να ανακαλύψει το
νόημα των πραγμάτων και να «αναστήσει» το παρελθόν μέσα από συνεχείς
πειραματισμούς και διατυπώσεις υποθέσεων
3. Διττή η φύση της υπόστασής της:
ανακάλυψη των θησαυρών
του παρελθόντος, σε
συνδυασμό
με το «δύσκολο» έργο της
ερμηνείας και κατανόησης
των ευρημάτων
4. Η Αρχαιολογία εντοπίζει:
την ιστορία των πραγματικών ανακαλύψεων των προγενέστερων
κοινωνιών
Την ιστορική διαδρομή του ανθρώπου
σαφή εικόνα του τρόπου της ανθρώπινης ζωής και δράσης και
γενικότερα της οργάνωσης των τότε κοινωνιών, φυλών και χωρών
την αδιαμφισβήτητη ταυτότητα των κοινωνιών μέσα στον
γεωγραφικό χάρτη.
6. Αρχαιολογικές Θέσεις
Οι χώροι μέσα στους οποίους εναποτέθηκαν και εντοπίστηκαν τα
διάφορα αρχαιολογικά κατάλοιπα,
μελετώνται ως αναπόσπαστο μέρος του ευρύτερου φυσικού
περιβάλλοντος και, συνεπώς, το βάρος πέφτει στις λεγόμενες
αρχαιολογικές γεωγραφικές περιοχές, οι οποίες είναι σαφώς πιο
οριοθετημένες τοπογραφικά και περιλαμβάνουν μια σειρά από
επιμέρους αρχαιολογικές θέσεις
7. Αρχαιολογικά Ευρήματα
σχετίζονται τόσο με το περιβάλλον μέσα στο οποίο
εντοπίστηκαν, όσο και με τα γύρω τους αντικείμενα και
κατά συνέπεια εντάσσονται σε ένα αρχαιολογικό
πλαίσιο, το οποίο ουσιαστικά είναι αυτό που
προσδιορίζει την ακριβή θέση του αντικειμένου στον
τόπο και το χρόνο.
8. Ιστορικές Περίοδοι:
Προϊστορία: Εποχή Λίθου και Χαλκού (400000-3200 και 3200-1050π.Χ.)
Αρχαιότητα: Γεωμετρική-Αρχαϊκή-Κλασική-Ελληνιστική-Ρωμαϊκή (9ος -8ος π.Χ., 8ος-
480π.Χ., 479-323π.Χ., )
Βυζάντιο: Πρώιμη-Μέση-Ύστερη (324μ.Χ. – 1453μ.Χ.)
Οθωμανικά: οθωμανική περίοδος (15ος – 18ος αι. μ.Χ.)
Νεοτέρα: Συγκρότηση Ελληνικού Κράτους (1821-1897)
Επέκταση Ελληνικού Κράτους (1897 – 1922)
Ελλάδα Μεσοπολέμου και Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1923 – 1945)
Σύγχρονη Ελλάδα (1945 και εξής)
10. Παλαιολιθική Εποχή:
Η Παλαιολιθική εποχή αντιστοιχεί στη γεωλογική περίοδο
του Πλειστόκαινου ή εποχή των Παγετώνων και καλύπτει
το χρονικό διάστημα από 2 εκατομμύρια μέχρι 12.000
χρόνια περίπου πριν από σήμερα.
Η πρωιμότερη ένδειξη ανθρώπινης παρουσίας στην
Ελλάδα είναι το ανθρώπινο κρανίο που βρέθηκε στα
Πετράλωνα Χαλκιδικής (Σπήλαιο Κόκκινες Πέτρες) και
ανήκει στον ανθρωπολογικό τύπο του Homo sapiens
praesapiens.
11. Κρανίο
Πετραλώνων
Ανήκει σε άντρα
ηλικίας 30-35
χρονών, ύψους
1,55-1,57.
Χρονολόγηση
κρανίου 400.000-
250.000 χρόνια
πριν από σήμερα
14. Σπήλαιο Θεόπετρας
Ο σχηματισμός του ασβεστολιθικού βράχου της
Θεόπετρας τοποθετείται στην ανώτερη Κρητιδική
περίοδο (137.000.000 - 65.000.000 χρόνια). Το
σπήλαιο άρχισε να κατοικείται κατά τη Μέση
Παλαιολιθική Εποχή (η οποία αρχίζει περίπου
πριν 130.000 χρόνια).
Εντοπίστηκαν δύο σκελετοί της Ανώτερης
Παλαιολιθικής Εποχής (14990-14060 π.Χ.) και τρεις
της Μεσολιθικής Περιόδου (7500-7000 περίπου
π.Χ.). Διασώζεται ένας γυναικείος σκελετός της
Μεσολιθικής εποχής (7.500-8.500ετών) και ένας
ανδρικός άνω-παλαιολιθικός (14.500 ετών), του
οποίου διασώθηκε δυστυχώς μόνο ο κρανιακός
του θόλος. Βρέθηκαν δύο αποτυπώματα που
όπως έδειξαν οι επιστημονικές μετρήσεις και
αναλύσεις ανήκουν σε δύο παιδιά (130.000 ετών)
αποτελούν σπανιότατο εύρημα όχι μόνο για τον
ελλαδικό αλλά και για τον ευρωπαϊκό χώρο.
Μεταξύ άλλων, στο σπήλαιο βρέθηκαν λίθινα
εργαλεία Παλαιολιθικής - Μεσολιθικής και
Νεολιθικής Εποχής, κεραμικά ευρήματα
Νεολιθικής, οστέινα εργαλεία, κοσμήματα από
όστρεο, ένα μοναδικό για τον ελλαδικό χώρο
χρυσό κόσμημα της Παλαιολιθικής.
Η επιστημονική σπουδαιότητα του σπηλαίου
κρίνεται ως πολύ σημαντική για την προϊστορία
όλου του Ελλαδικού χώρου καθώς είναι ένα από
τα λίγα σπήλαια στην Ελλάδα με τόσο μεγάλο
εύρος επιχώσεων που καλύπτουν την εξέλιξη του
ανθρώπου σε μία περίοδο πολύ καθοριστική για
την εξέλιξή του, της μετάβασης του, δηλαδή, από
τον Νεάντερταλ στον Homo sapiens (Μέση
Παλαιολιθική-Τέλη Νεολιθικής 3000π.Χ.).
21. α. Μινωική Κρήτη
Οι μινωικές εγκαταστάσεις: τοποθεσίες κυρίως σε εύφορες κοιλάδες και σε
πλαγιές βουνών, όπου βρίσκονταν άφθονες πηγές, και θέσεις που ήταν
από γεωγραφική άποψη σημαντικές για τις εξωτερικές σχέσεις του νησιού
και το εμπόριο. Η κατοίκηση αυτής της περιόδου εμφανίζεται πυκνότερη
στην κεντρική και την ανατολική Κρήτη και ιδιαίτερα στις περιοχές όπου
αργότερα κτίστηκαν και τα μινωικά ανάκτορα (Κνωσός, Φαιστός και τα
παραθαλάσσια ανάκτορα της Ζάκρου και των Μαλίων).
Η πρώτη μορφή γραφής που απαντά στη Μινωική Κρήτη, αλλά και στην
Ευρώπη γενικότερα, αντιπροσωπεύεται από ένα αινιγματικό εύρημα που
χρονολογείται στο δεύτερο τέταρτο της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., το δίσκο της
Φαιστού.
Χρησιμοποιήθηκαν τρία διαφορετικά συστήματα γραφής που διέκρινε
πρώτος ο Arthur Evans: η ιερογλυφική, η Γραμμική Α και η Γραμμική Β.
22. Δίσκος της
Φαιστού
χρονολογείται στο τέλος
της Μεσομινωικής
περιόδου, δηλαδή λίγο
πριν το 1600 π.X.
βρέθηκε το 1908 μέσα σε
ένα κτιστό διάχωρο της
βόρειας πτέρυγας του
ανακτόρου της Φαιστού
Η επιγραφή αποτελείται
από 242 σημεία που
εντάσσονται σε 61 ομάδες
Διοικητικού/οικονομικού
περιεχομένου
23. β. Ηπειρωτική
Ελλάδα
• Τα πιο χαρακτηριστικά
οικοδομικά κατάλοιπα της
περιόδου της ακμής είναι οι
οχυρωμένες ακροπόλεις που
χτίστηκαν γύρω στα μέσα του
14ου αιώνα π.Χ. στα
σημαντικότερα μυκηναϊκά
κέντρα. Τα τείχη των μυκηναϊκών
ακροπόλεων ήταν χτισμένα με τη
λεγόμενη κυκλώπεια τοιχοδομία
και οι είσοδοί τους ήταν
επιβλητικές μεγαλιθικές πύλες
(Μυκήνες, Τίρυνθα, Πύλος)
• Οι οικισμοί στη Μακεδονία και τη
Θράκη: ορθογώνια και αψιδωτά,
πασσαλόπηκτα (Μάνδαλο,
Σιταγροί, Ντικιλί Τας) και
σπανιότερα λιθόκτιστα κτήρια
(Καστανάς, Άγιος Μάμας,
Τούμπα Θεσσαλονίκης).
24. β. Ηπειρωτική
Ελλάδα
Η Γραμμική Β είναι η προσφορά των Μυκηναίων στα
πνευματικά επιτεύγματα του προϊστορικού Αιγαίου.
Το σημαντικότερο από τα μυκηναϊκά επιτεύγματα ήταν
η επινόηση της συλλαβικής γραφής Γραμμικής Β. Η
αποκρυπτογράφησή της από τους M. Ventris και J.
Chadwick το 1952 απέδειξε ότι η επίσημη γλώσσα της
μυκηναϊκής Ελλάδας ήταν η ελληνική, μεταθέτοντας
έτσι το όριο της ελληνικής ιστορίας κατά επτά αιώνες,
από την Προϊστορία στο στάδιο της Πρωτοϊστορίας.
• Γραφή :Οι γραπτές μαρτυρίες
της Γραμμικής Β προέρχονται
κυρίως από τις πινακίδες των
ανακτορικών αρχείων της Πύλου,
της Κνωσού και της Θήβας. Από
την Πύλο προέρχονται
περισσότερες από 1.000
πινακίδες και από την Κνωσό
περισσότερες από 3.000.
Λιγότερο πλούσια σε αρχειακά
ευρήματα είναι τα ανάκτορα των
Μυκηνών και της Τίρυνθας.
• Πύλος 30 γραφείς – Κνωσσός
100
• Η Γραμμική Β γραφόταν όπως
και η Γραμμική Α από τα
αριστερά προς τα δεξιά.
25. β. Ηπειρωτική Ελλάδα
Πύλος. Πινακίδα Γραμμικής Β με
καταγραφές στρατιωτικών και
ναυτικών συμφωνιών για την άμυνα
της Πύλου.
27. γ. Νησιά Αιγαίου
Η θάλασσα αυτή αποτελεί κατά την εποχή του Χαλκού (3200-1050
π.Χ.) την υδάτινη λωρίδα που ενώνει την ηπειρωτική Ελλάδα με τη
Μικρά Ασία, και την Κρήτη και το νότιο Αιγαίο με το
βορειοελλαδικό χώρο, τα νότια Βαλκάνια και τον Εύξεινο Πόντο,
συνιστώντας έτσι πεδίο έντονων οικονομικών, κοινωνικών και εν
γένει πολιτιστικών ζυμώσεων.
Στα αρχαιολογικά κατάλοιπα της Πολιόχνης Λήμνου
αναγνωρίζεται η αρχαιότερη πόλη της Ευρώπης με δομές
δημοκρατικές, ορατές στην ύπαρξη κοινοτικού χώρου
συνεδριάσεων, του λεγόμενου "Βουλευτηρίου".
Το Ακρωτήρι Θήρας αποτελεί μοναδικό κοσμοπολίτικο κέντρο
όπου συμβιώνουν στοιχεία της μινωικής Κρήτης (αρχιτεκτονική,
τοιχογραφίες, λατρεία) και του ανερχόμενου μυκηναϊκού κόσμου
μέσα σε έντονα κυκλαδικό κλίμα. Η έκρηξη του ηφαιστείου της
Θήρας (1628 π.Χ.), η αύξηση της μυκηναϊκής δύναμης και η
καταστροφή των μινωικών ανακτόρων (περίπου το 1450 π.Χ.)
σηματοδοτούν μια νέα πολιτιστική περίοδο στα νησιά του Αιγαίου.
28. γ. Νησιά Αιγαίου
Η αρχιτεκτονική μορφή και πολεοδομική εξέλιξη των νησιωτικών οικισμών:
Τέσσερα είναι τα πολεοδομικά σχήματα το ακανόνιστο ή προσθετικό, το
ακτινωτό ή περικεντρικό, το ορθογωνικό και το γραμμικό.
Ακτινωτή διάταξη μεμονωμένων κτισμάτων ή ομάδων κτηρίων του ίδιου
τύπου είναι γνωστή από τα νησιά του βόρειου και του ανατολικού Αιγαίου
(Θερμή Λέσβου, Ηραίο Σάμου και πιθανότατα και στον Ασώματο Ρόδου) ,
καθώς και από οικισμούς της δυτικής Μικράς Ασίας (π.χ. Tροία I, Besik-
Tepe, Demircihuyuk).
30. Μικρά Ασία
Ο γεωγραφικός χώρος της Μικράς Ασίας
ορίζεται προς τα δυτικά από το Αιγαίο
πέλαγος, προς τα βόρεια από την Προποντίδα
και τον Εύξεινο Πόντο, προς τα νότια από τη
Μεσόγειο, ενώ στα ανατολικά εκτείνεται ως τον
Τίγρη και τον Ευφράτη ή ακόμη ως τα όρη της
Αρμενίας.
Η δυτική Μικρά Ασία, περιορίζεται στα δυτικά
παράλια της Μικράς Ασίας, εν πολλοίς την
περιοχή όπου εντοπίζεται κυρίως η δράση των
Ελλήνων εποίκων.
Η Ιωνία είναι η περιοχή της κεντρικής παράλιας
Μικράς Ασίας και αποτέλεσε την καρδιά του
μικρασιατικού Ελληνισμού από την πρώιμη 1η
χιλιετία π.Χ. ως τα Ύστερα Ρωμαϊκά χρόνια.
31. Μικρά Ασία
Μινωϊτες και Μυκηναίοι Θαλασσοπόροι - Κατά τον 18ο αι. π. Χ.: ο πρώτος
ελληνικός αποικισμός – Οι κυριότερες αποικίες που δημιούργησαν εκεί, με βάση
τα πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα, είναι η Μίλητος και η παρακείμενη Ιασός
της Καρίας.
Mυκηναϊκό νεκροταφείο βρέθηκε στην Αλικαρνασσό του 1500 π.Χ. (ιδρύθηκε
περίπου το 1000 π.Χ. από Δωριείς - Θέσεις γύρω από την Αλικαρνασσό, όπως
το Asarlik και το Dirmil, έχουν ταφές με πρωτογεωμετρική κεραμική αθηναϊκού
τύπου)
Νέος αποικισμός: το φαινόμενο της εξάπλωσης του Ελληνισμού στο σύνολο
σχεδόν του μεσογειακού χώρου, από το 800 ως το 500 π. Χ. περίπου, δεν βρήκε
αμέτοχη την ελληνική Μικρά Ασία. Οι μεγάλες ελληνικές πόλεις της περιοχής
συμμετείχαν στο αποικιακό ρεύμα προς τη Δύση, τη βόρεια Αφρική, τη Θράκη
και τη Μαύρη Θάλασσα.
37. ¨Έφεσος και Μίλητος:
Το Αρτεμίσιο της Εφέσου
(μέσα 6ου αι. π.Χ.) και το
Διδυμαίο της Μιλήτου
(540-525 π.Χ.) ανήκουν
στους σημαντικότερους
και μεγαλοπρεπέστερους
ναούς της αρχαίας
ελληνικής αρχιτεκτονικής.
44. Στρατονίκεια
Καρίας
Μνημείο παγκόσμιας
πολιτιστικης κληρονομιάς της
Unesco.
Iιδρύθηκε από τον Σελευκίδη
βασιλιά Αντίοχο Α’ τον
Σωτήρα(281-261 π.Χ. ). Η
πόλη πήρε το όνομά της από
τη σύζυγό του Στρατονίκη και
στο μεγαλύτερο μέρος της
ιστορικής ζωής της,
κατοικήθηκε κυρίως από
ελληνικούς πληθυσμούς ή
πληθυσμούς που μιλούσαν
Ελληνικά.
Δεν υπάρχει άλλη πόλη όπου
οι κατασκευές έχουν
διασωθεί τόσο στο σύνολό
τους από την αρχαία
περίοδο.
45. Μικρά Ασία
μαρμάρινο αγαλμάτιο μικρού αγοριού,
του 1ου αι. π.Χ., το επονομαζόμενο
«προσφυγάκι»
Το νήπιο απεικονίζεται όρθιο, με
ελαφρώς σκυμμένη ράχη και λυγισμένα
πόδια, να κρατά στην αγκαλιά του ένα
μικρό μαλτέζικο σκυλάκι. Φορά κάπα με
κουκούλα, δεμένη κάτω από το λαιμό
του. Αποτελεί έργο της ώριμης
Ελληνιστικής εποχής, κατά την οποία
επιλέγονται χαριτωμένα θέματα της
καθημερινής ζωής, όπως μορφές
παιδιών με εμφανή –για πρώτη φορά
στην ιστορία της τέχνης– τα
χαρακτηριστικά της ηλικίας τους
(παχουλά χέρια και πόδια, τονισμένο
υπογάστριο, φουσκωμένα μάγουλα).
βρέθηκε το 1922 σε ανασκαφές στη
Νύσσα της Μ. Ασίας, με επικεφαλής
τον αρχαιολόγο Κωνσταντίνο
Κουρουνιώτη
46. Ελληνιστική
Περίοδος
Ως ελληνιστική ή αλεξανδρινή κοινή ορίζεται η
απλοποιημένη αττική κυρίως διάλεκτος, η οποία από
τους χρόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου και μέχρι
περίπου τον 6ο αιώνα μ.Χ. γίνεται η επίσημη γραπτή
και προφορική γλώσσα στις περιοχές της ανατολικής
Μεσογείου.
Η χρησιμοποίησή της από γλωσσικά ανομοιογενείς
πληθυσμούς είχε ως αποτέλεσμα πολλά δομικά
στοιχεία της να υποστούν απλοποιήσεις και
γενικεύσεις, προκειμένου να διευκολυνθούν οι
επικοινωνιακές ανάγκες και υιοθετήθηκαν αρκετές
ξένες λέξεις, κυρίως εβραϊκές και λατινικές.
Κίνημα αττικισμού, 1ος αι. π.Χ.: η αναγέννηση των
ελληνικών γραμμάτων μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με
τη χρησιμοποίηση της αττικής διαλέκτου του 5ου
αιώνα π.Χ. Αποτέλεσμα των επιρροών που άσκησαν
οι αττικιστές στους σύγχρονούς τους πνευματικούς
κύκλους υπήρξε η έντονη διαφοροποίηση ανάμεσα
στον προφορικό λόγο της εποχής τους -στην
ελληνιστική κοινή- και στο γραπτό, ο οποίος
προσπάθησε να μιμηθεί την κλασική αττική διάλεκτο.
Η διάσωση της
ελληνικής κοινής
48. Οινούσσες Χίου
Στην αρχαιότητα το νησί ήταν φημισμένο για το
καλό κρασί και πιστεύεται ότι από τη ρίζα της
λέξης οίνος προέρχεται και το όνομα Οινούσσες.
Αναφέρεται ήδη κατά τον 6ο αι. π.Χ. από τον
Εκαταίο, από τον Ηρόδοτο και αργότερα από
τον Θουκυδίδη. Ήταν ιδιοκτησία των κατοίκων
της Χίου. Ο Ηρόδοτος μάς πληροφορεί ότι όταν
οι Φωκαείς ζήτησαν από τους Χίους να τους
επιτρέψουν να εγκατασταθούν εκεί, ύστερα από
την καταστροφή της πόλης τους από τους
Πέρσες(540π.Χ.), οι Χίοι αρνήθηκαν να τους
πουλήσουν το νησί για να μην χάσουν τα
εμπορικά προνόμια και έτσι οι Φωκαείς
ξενιτεύτηκαν στην Κορσική.
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί συστηματικές
ανασκαφές, ωστόσο έχουν εντοπιστεί
αρχαιότητες όπως οικιστικά λείψανα και
ψηφιδωτά.
Χαρακτηρισμός ως ιστορικού διατηρητέου
μνημείου του κτιρίου του Φάρου Πασσά της
νήσου Οινουσσών Ν. Χίου. Αποτελεί σημαντικό
τεκμήριο για τη μελέτη της ιστορίας των
επικοινωνιών και της ναυσιπλοΐας στο Ανατολικό
Αιγαίο. Επίσης, αποτελεί σημείο αναφοράς των
ναυτικών και των κατοίκων της περιοχής ". ΦΕΚ
2001
49. Αγαθονήσι:
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει
η συστηματική ανασκαφική έρευνα
που πραγματοποιείται από την ΚΒ´
Εφορεία στο ακριτικό Αγαθονήσι
από το 2006. Η ανασκαφή στη
θέση «Καστράκι», σε ένα εξαιρετικά
δυσπρόσιτο βραχώδες ύψωμα,
αποκάλυψε οχυρωμένο οικισμό
των πρώιμων ελληνιστικών
χρόνων, πιθανώς το επίνειο της
αρχαίας πόλης της Τραγαίας.
Διερευνήθηκαν τα όρια του
οχυρωμένου μικρού οικισμού,
έκτασης 2,5 στρεμμάτων, που είναι
διευθετημένος σε άνδηρα και
χρονολογείται βάσει μορφολογικών
αρχιτεκτονικών στοιχείων στον
ύστερο 4ο-αρχές του 3ου αι. π.Χ.
50. Αγαθονήσι
Θέση Καστράκι: Στο
εσωτερικό του οχυρού και στο
ανώτερο άνδηρο,
αποκαλύφθηκε λαξευτή στο
βράχο δεξαμενή με στέγη για
την περισυλλογή των ομβρίων
υδάτων. Εργαστηριακές
εγκαταστάσεις επεξεργασίας
πορφύρας των ελληνιστικών
και ρωμαϊκών χρόνων, με
δεξαμενές εκτροφής οστρέων
murex brandaris,
εντοπίστηκαν κοντά στη
νοτιοανατολική πλευρά της
οχύρωσης.
51. Αγαθονήσι
Αξιοσημείωτη είναι επίσης η
ανεύρεση στο χώρο της
ανασκαφής 10.000
θραυσμάτων πήλινων
κυψελών για την παραγωγή
του περίφημου νησιωτικού
μελιού, υπολείμματα του
οποίου σώζονται ακόμη και
σήμερα σε θραύσμα κυψέλης
(εικ. Ύστερος 2ος-1ος αι. π.Χ.).
52. Αγαθονήσι - 2005
Κήρυξη ως αρχαιολογικών χώρων τριών περιοχών της νήσου Αγαθονησίου, του Νομού Δωδεκανήσου.
1.Αρχαιολογικός χώρος Κεφάλας. 2.Αρχαιολογικός χώρος Καστρακίου. 3.Αρχαιολογικός χώρος Θόλων.
Κηρύσσονται ως Αρχαιολογικοί Χώροι οι κάτωθι περιοχές της νήσου Αγαθονησίου, για την
αποτελεσματικότερη προστασία των αρχαιοτήτων που έχουν εντοπιστεί σε αυτές και οι οποίες
χρονολογούνται από τους προϊστορικούς έως και τους βυζαντινούς χρόνους.
Στην περιοχή περιλαμβάνονται οι ακόλουθες αρχαιότητες και μνημεία:
α. Αρχαία λατομεία και υπαίθριος χώρος λατρείας ιερού, στη θέση "Καβί",
β. Αρχαία φρεάτια (?βότσοι? ή "καταβόθρες"), στη θέση ?Φίδι? .
Γ. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και κεραμική ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, στις θέσεις "του Μπενέτου"
και ?Πρεζιβόλια?.
Δ. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα παλαιοχριστιανικών χρόνων, στη θέση "Τσαγγάρης".
Ε. Κατάλοιπα Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής, κάτω από τους σύγχρονους ναούς του Αγ. Ιωάννου του
Προδρόμου και της Αγ. Ειρήνης, στη θέση "Άγιος Ιωάννης".
Στ. Μονόχωρο Ναϋδριο του Αγ. Χαραλάμπους, με παλαιότερες πιθανόν φάσεις, και κεραμική της Τελικής
Νεολιθικής περιόδου, στη θέση "Κεφάλα".
Ζ. Αρχαίο νεκροταφείο, αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και κεραμική των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων,
στη θέση "Μικρό Δαμάκι" ή "Δαμάκια".
53. Αγαθονήσι - 2005
2. Αρχαιολογικός Χώρος Καστρακίου. Στην περιοχή περιλαμβάνονται οι
ακόλουθες αρχαιότητες και μνημεία:
α. Βραχοσκεπή, με κεραμική ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων στην
περιοχή του όρμου του Αγ. Γεωργίου.
Β. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ελληνιστικών και παλαιοχριστιανικών χρόνων,
στις θέσεις "Καρλαμπουκιά" και "Αλώνια".
Γ. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και κινητά ευρήματα ελληνιστικών και ρωμαϊκών
χρόνων, στη θέση "Χωράφι".
Δ. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ελληνιστικών χρόνων, στη θέση "Κλεφτός".
Ε. Οχυρό των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων, στη θέση "Καστράκι«.
54. Αγαθονήσι – 2005
3. Αρχαιολογικός Χώρος Θόλων
Στην περιοχή περιλαμβάνονται οι ακόλουθες αρχαιότητες και μνημεία:
α. Μνημειώδες κτιριακό συγκρότημα των πρωτοβυζαντινών χρόνων και
κατάλοιπα παλαιοχριστιανικού ναϋδρίου, βορειοδυτικά αυτού, στη θέση
"Θόλοι".
β. Κεραμική της Τελικής Νεολιθικής Περιόδου και αρχαία αρχιτεκτονικά
κατάλοιπα, στη θέση "Καλύβια".
55. Φαρμακονήσι
Η νησίδα αυτή του νότιου Αιγαίου, με
την αρχαία ονομασία «Φάρμακος» ή
«Φαρμακούσα», πήρε το όνομά της
εξαιτίας της εξαιρετικής πληθώρας
βοτάνων που ενδημούν στο νησί
αυτό, από το οποίο, σύμφωνα με τον
μύθο, ο Ιπποκράτης συνέλεγε τις
πρώτες ύλες για τα φάρμακά του.
Ανήκει στη μικρή νησιωτική ομάδα των
λεγόμενων μιλησιακών νησιών που είχαν
συμπεριληφθεί στην επικράτεια της
Μιλήτου, για την ελεύθερη και ασφαλή
διέξοδό της στον θαλάσσιο χώρο του
Αιγαίου.
Επιφανειακά ευρήματα, θραύσματα
πήλινων αγγείων και λίθινα εργαλεία
δείχνουν ότι η νησίδα κατοικήθηκε ήδη
από την προϊστορική περίοδο. Στο
ύψωμα Άγιος Γεώργιος, που δεσπόζει
και ελέχει τις θαλάσσιες διαδρομές,
διατηρούνται δύο πύργοι. Από τον
όρμο, το κύριο φυσικό λιμανάκι του
νησιού, έως την Παλιόμαντρα
υπάρχουν ίχνη κτισμάτων και
ψηφιδωτών δαπέδων της ύστερης
ρωμαϊκής περιόδου.
56. Αρκιοί/Αρκοί
Πρώτοι κάτοικοι ήταν οι Κάρες, μετά οι
Δωριείς και τέλος οι Ίωνες της Μιλήτου που
αξιοποίησαν τους Αρκιούς ως ενδιάμεσο
σταθμό στο δίαυλο Σάμου-Κω. Ίδρυσαν
μικρό οχυρό ώστε να μπορούν να
ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος του
περάσματος. Τα δεδομένα υποδεικνύουν
ότι το οχυρό ιδρύθηκε στα πρώτα
Ελληνιστικά χρόνια πιθανότατα με δύο
φάσεις κατασκευής. Η ΒΔ πλευρά του
κάστρου (τουλάχιστον ο πύργος)
χρονολογείται από τον 4ο αιώνα π.Χ.
Στη θέση Τηγανάκια, νότια του νησιού,
έχουν εντοπισθεί κεραμικά προϊστορικά της
νεολιθικής περιόδου. Στην περιοχή
Κουτσούρα στο ΒΑ σημείο του νησιού,
εντός της θάλασσας έχουν εντοπισθεί
κατασκευές.
2003: Κηρύσσεται ως αρχαιολογικός
χώρος η θαλάσσια περιοχή του
ακρωτηρίου Κουμαρός, νήσου Αρκιών,
όπως ορίζεται στο συνημμένο απόσπασμα
φύλλου χάρτου της Γεωγραφικής
Υπηρεσίας Στρατού, για λόγους
προστασίας των εντοπισμένων στην εν
λόγω περιοχή εναλίων αρχαιοτήτων. Στην
κήρυξη περιλαμβάνεται και η ζώνη αιγιαλού
της νησίδας Κουμαρός.
57. Λειψοί
Η ονομασία του νησιού είναι αρχαιότατη.
Κατά τη μυθολογία, οι Λειψοί είναι η μυθική
Ωγυγία, το νησί της Καλυψώς όπου
κατέφυγε ο Οδυσσέας. Ως «Λειψία»
εμφανίζεται σε επιγραφές προχριστιανικών
χρόνων, ενώ μεταγενέστερες ονομασίες το
αναφέρουν σαν: ο Λειψός – η Λειψώ και
τέλος, οι Λειψοί. Ως Λεψία επίσης
αναφέρεται και από τον Πλίνιο.
Οι Λειψοί φαίνεται να κατοικούνται από τα
προϊστορικά χρόνια (τουλάχιστον από την
6 π.Χ. χιλιετηρίδα) συνεχώς μέχρι σήμερα.
Σε σημεία του νησιού βρέθηκαν επιγραφές
και αγγεία που χρονολογούνται από τους
κλασσικούς χρόνους. Στο Λαογραφικό –
Εκκλησιαστικό Μουσείο του νησιού
σώζονται αγγεία Μυκηναϊκής (1600-1100
π.Χ.) και Γεωμετρικής εποχής (1110-800
π.Χ.).
Οι Κάρες κατοικούν τους Λειψούς στα 1370
π.Χ. Ακολουθούν οι Δωριείς (1200 π.Χ.) και
στη συνέχεια οι Ίωνες. Κατά τη διάρκεια του
Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.)
στους φυσικούς όρμους του νησιού
καταφεύγουν πλοία και των δύο αντιπάλων
παρατάξεων.
58. Λειψοί
Στη θέση «Κάστρο» υπήρχε
ακρόπολη (4ος αι. π.Χ.) με
νεκροταφείο, που βρίσκεται σε
μικρή απόσταση από τον
οικισμό των Λειψών.
Υπάρχουν λείψανα αρχαίας
οχύρωσης, κτισμάτων,
κεραμίδια και όστρακα από
αγγεία καθημερινής χρήσης.
59. Λειψοί - 2012
Εγκρίνεται η κήρυξη - οριοθέτηση των ακόλουθων αρχαιολογικών χώρων
νήσου Λειψών Δωδεκανήσου, Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, για την
προστασία των αρχαιοτήτων και αξιόλογων μνημείων του νησιού:
Ανατολικό τμήμα του νησιού, που οριοθετείται στα ανατολικά από τις
υπώρειες του λόφου Πλάκα και περιλαμβάνει την περιοχή του Αγίου
Νικολάου, όπου έχουν εντοπισθεί αρχαιότητες της Τελικής Νεολιθικής και της
Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, αλλά και παλαιοχριστιανικών χρόνων, το
σπήλαιο στη θέση Λιεντού της Τελικής Νεολιθικής Περιόδου, καθώς και την
ευρύτερη περιοχή του Κάστρου, με λείψανα αρχαίας μνημειώδους
οχύρωσης των ύστερων κλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Στον χώρο
αυτό έχουν εντοπιστεί παλαιοχριστιανικά κτιριακά λείψανα.
60. Ψέριμος
έχουν εντοπιστεί λείψανα αρχαίου οικισμού,
τον οποίον ορισμένοι αρχαιολόγοι ταυτίζουν
με τον δήμο Περραιωτάν.
H Ψέριμος περιλαμβανόταν μαζί με τα γύρω
νησάκια στις «νήσους τε Kαλύδνας» που
μνημονεύονται από τον Όμηρο. O Πλίνιος
την ονομάζει Pserema. Αποτέλεσε ήδη από
την Αρχαιότητα δήμο της Oμοπολιτείας Kω
και Kαλύμνου, γνωστό από ψήφισμα του α΄
μισού του 3ου αι. μ.Χ. Σε επιγραφή του 3ου
αιώνα αναγραφόταν η ονομασία Ψήριμος
μαζί με κατάλογο αρχόντων της Kω, δείγμα
της εξάρτησης του νησιού από την Kω. Στα
νεότερα χρόνια, ακολουθώντας τη μοίρα
των υπολοίπων νησιών της Δωδεκανήσου,
υποτάσσεται στην Oθωμανική Aυτοκρατορία
στις αρχές του 16ου αιώνα, το 1912 στους
Ιταλούς, ενώ το 1948 ενσωματώνεται στην
Eλλάδα.
Στο σύγχρονο οικισμό διατηρούνται
κατάλοιπα του αρχαίου, δηλαδή
υπολείμματα τοίχων, όστρακα από χρηστικά
αγγεία, τμήματα ελληνιστικών βωμών και
κάποια διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη.
Επίσης λείψανα παλαιοχριστιανικών
βασιλικών και αρχιτεκτονικών μελών.
61. Γυαλί Νισύρου
1953 / Κήρυξη νησίδας Γυαλί Νισύρου
ως αρχαιολογικού χώρου και τόπου
ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους για να
προστατευθεί η περαιτέρω καταστροφή
των αρχαιολογικών του στοιχείων καθώς
και οι ακτές και τα δάση του.
Τα ευρήματα δείχνουν περιορισμένη
ενασχόληση με τη γεωργία (μυλόλιθοι)
και εντατική άσκηση της κτηνοτροφίας.
Εξαιρετική σημασία για την πρώιμη
μεταλλουργία στο Αιγαίο έχουν δυο
πήλινες χοάνες για το λειώσιμο του
χαλκού.
62. Γυαλί Νισύρου
• Ευρήματα από προϊστορική
εγκατάσταση: χρονολογούνται στην
Tελική Nεολιθική περίοδο (4η χιλιετία
π.X.). Oι ανασκαφικές έρευνες στο
νοτιοδυτικό τμήμα του νησιού
αποκάλυψαν ένα ακέραιο νεολιθικό
κτίριο ελλειψοειδούς σχήματος,
λείψανα άλλων, καθώς και εκτεταμένο
νεκροταφείο.
• To νεκροταφείο περιλαμβάνει 70
τάφους. Είναι ορθογώνιοι, σκαμμένοι
στο έδαφος και έχουν τον ίδιο
προσανατολισμό. Το ανοιχτό τους
τμήμα θα πρέπει να σφραγιζόταν με
πλάκες σχιστόλιθου.
• Βρέθηκαν επτά σκελετοί.
63. Σύμη Ρόδου
Κατά το διάστημα 2007-2008,
πραγματοποιήθηκε η πρώτη
εκτεταμένη ανασκαφική έρευνα
στο νησί, στην περιοχή Μέσα
Νημπορειός (οικ. Devilliers).
Ερευνήθηκαν οικιστικά λείψανα
της ρωμαϊκής περιόδου, τα οποία
διατηρούνται σε εξαιρετικά καλή
κατάσταση και σε μεγάλο ύψος. Η
ανασκαφή αυτή παρουσιάζει
μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί η οικία
που αποκαλύφθηκε ανήκει στον
εκτεταμένο αρχαίο οικισμό
(λιμένας;) της περιοχής, την
ύπαρξη του οποίου υποδήλωνε η
πυκνή επιφανειακή κεραμική και
το μοναδικό ορατό μέχρι σήμερα
αρχαίο υπόσκαφο μνημείο
«Δώδεκα Σπήλια».
Κήρυξη μνημείων 1949.
64. Σύμη Ρόδου - 2011
Εγκρίνεται η κήρυξη ως αρχαιολογικών χώρων της νήσου Σύμης και των γειτονικών νησίδων
Νίμος, Αγ. Μαρίνα, Σεσκλί, Κουλουντρός, Αρτικονήσι, Τρούμπετο, Πήδημα και Μαρμαράς για την
αποτελεσματικότερη προστασία των αρχαιοτήτων, που βρίσκονται στις περιοχές αυτές και
χρονολογούνται από τα προϊστορικά έως τα μεταβυζαντινά χρόνια.
Εγκαταστάσεις του τέλους της Νεολιθικής και των αρχών της Πρώιμης Εποχής Χαλκού (λείψανα
προϊστορικής οχύρωσης στη θέση Δαφνί και νεολιθική εγκατάσταση στη θέση Πανορμίτης στη
νήσο Σύμη, προϊστορική εγκατάσταση στη θέση Κοκκινόχωμα στη νησίδα Σεσκλίo, της Μέσης
(στη θέση Κάστρο, στο Χωριό νήσου Σύμης) και των αρχών της Ύστερης Εποχής του Χαλκού
(οικισμός και τύμβος στη θέση Δρακούντα στη νήσο Σύμη), καθώς και των μυκηναϊκών χρόνων
(στην θέση Κάστρο), καθώς και άλλες αρχαιότητες προϊστορικές στις νησίδες Μαρμαράς και
Τρούμπετο.
Τμήματα οχυρώσεων και συναφών έργων και λοιπών εγκαταστάσεων κλασικής εποχής, ταφικό
μνημείο, αρχαίο νεκροταφείο, μνημειώδη κτίρια, ίχνη ελαιουργικών και αμπελοοινικών
εγκαταστάσεων –ληνοί, μεγάλος κιβωτιόσχημος τάφος και δύο θολωτά κτίσματα,
παλαιοχριστιανικά κατάλοιπα κ.α.
65. Καστελόριζο ή
Μεγίστη
Το Καστελόριζο ή Μεγίστη
πρωτοκατοικείται ήδη από την νεολιθική
εποχή, γεγονός που επιβεβαιώνεται από
τα αρχαιολογικά ευρήματα των
ανασκαφών που έλαβαν χώρα στην
περιοχή. Κατά τη μυκηναϊκή αλλά και
μινωική περίοδο, το νησί αποτέλεσε
σημαντικότατο εμπορικό κέντρο, εφόσον
το επέτρεπε και η προνομιακή-
στρατηγική θέση που διέθετε. Κατά τον
4ο αιώνα, η Μεγίστη, όπως ονομαζόταν
εκείνη την περίοδο, περνάει στην
διακυβέρνηση των Ροδίων. Παρ’ όλα
αυτά κόβει δικό της νόμισμα, γεγονός
που υποδηλώνει την αυτονομία της,
αλλά οικοδομούνται και τα φρούρια της
από κάποιον Ρόδιο έπαρχο, οπότε και
γίνεται αντιληπτή η γενικότερη ευημερία
που επικρατούσε στην περιοχή.
66. Καστελόριζο ή
Μεγίστη
Το αρχαιότερο και σημαντικότερο μνημείο
του νησιού, το Παλαιόκαστρο, βρίσκεται
στη δυτική πλευρά του Καστελόριζου.
Πρόκειται για την αρχαία ακρόπολη του
νησιού που χτίστηκε γύρω στον 3ο αιώνα
π.Χ. και χρησιμοποιήθηκε μέχρι και την
περίοδο της Ιταλοκρατίας.
Εντός της υπήρχε οικισμός με σπίτια,
δεξαμενές και εκκλησίες της
μεσοβυζαντινής περιόδου, από τις οποίες
οι δύο καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια
του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις μέρες
μας έχουν διασωθεί τμήματα των
κτισμάτων και των δεξαμενών, αλλά και
τμήματα του τείχους και εντός τους οι
εκκλησίες της Παναγίας του Κάστρου και
του Αγίου Στεφάνου, οι οποίες συνδέονται
με ένα βοτσαλωτό δάπεδο του 1858.
στη θέση Λιμενάρι, βρίσκονται τα
απομεινάρια των Κυκλώπειων τειχών, ενώ
στη δωρική ακρόπολη του 3ου αι. π.Χ.
Υπάρχει επιγραφή όπου αναγράφεται ο
όρος Μεγίστη.
67. Καστελόριζο ή
Μεγίστη
Ο Λυκιακός Τάφος: βρίσκεται
στα ανατολικά του λιμανιού.
Συμβολίζει ουσιαστικά τις σχέσεις
του νησιού με τα μικρασιατικά
παράλια, και συγκεκριμένα με
τους κατοίκους της περιοχής
Λυκίας, όπου λάτρευαν τον
Λύκιο Απόλλωνα ως λύκο.
Χρονολογείται στον 4ο π.Χ.
αιώνα και είναι θαλαμοειδής, με
αρχιτεκτονικά διαμορφωμένη
πρόσοψη σε κόγχη λαξευμένη
στο βράχο. Η θύρα είναι
διακοσμημένη με τριπλή ταινία
και στο εσωτερικό του υπάρχουν
νεκρικές κλίνες στις 3 πλευρές,
διατεταγμένες σε 2 επίπεδα.
68. Καστελόριζο ή
Μεγίστη
Το 1306, ο έλεγχος του
Καστελόριζου περνάει στα χέρια
των Ιωαννιτών Ιπποτών της
Ρόδου, οι οποίοι το
χρησιμοποιούσαν ως χώρο
εξορίας και για τον λόγο αυτό
χτίζουν το κάστρο, στο οποίο
οφείλεται και η μέχρι σήμερα
ονομασία της περιοχής
Στη συνέχεια περιέρχεται στα
χέρια των Οθωμανών, υπό την
ηγεσία του σουλτάνου Σουλεϊμάν
Β’.
απελευθερώθηκε τελικά από τους
Τούρκους το 1913.
Εικ. Χρυσό στεφάνι με φύλλα
κισσού από το Καστελόριζο, τέλη
4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ. Αθήνα,
ΕΑΜ
69. Καστελόριζο ή Μεγίστη
Κήρυξη ως αρχαιολογικού χώρου της νήσου Μεγίστης (Καστελλόριζου),
Δήμου Μεγίστης, Νομού Δωδεκανήσου/ ΦΕΚ 1999
"Κηρύσσεται ως αρχαιολογικός χώρος ολόκληρη η νήσος Μεγίστη για την
αποτελεσματικότερη προστασία των πολυάριθμων εντοπισμένων
αρχαιοτήτων στη νήσο: Λυκιακός τάφος 4ου αι. π.Χ., αρχαία ακρόπολη
(Παλαιόκαστρο), οχυρωμένες θέσεις (λείψανα μικρότερων ακροπόλεων και
πύργων-παρατηρητηρίων σε λόφους και βουνοκορφές σε όλη την έκταση
του νησιού), λείψανα αρχαίων οικισμών και ιερών, πατητήρια, υπολείμματα
αρχαίου ναού, θαλαμωτοί, κιβωτιόσχημοι, λακκοειδείς τάφοι, οικοδομικά
λείψανα αρχαίου θεάτρου, καθώς και ενάλιες αρχαιότητες στο Λιμάνι και το
Μανδράκι".
70. Στρογγύλη
Καστελόριζου
Η νησίδα Στρογγυλή, η οποία βρίσκεται
κοντά στο Καστελόριζο, κηρύχθηκε
αρχαιολογικός χώρος, έπειτα από τη
θετική γνωμοδότηση του Κεντρικού
Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ).
Υπάρχουν διάσπαρτες αρχαιότητες στη
μικρή της επιφάνεια, με πιο σημαντικές
τα κατάλοιπα ενός οχυρωματικού
πύργου της ελληνιστικής εποχής, που
έχει επίσης εξωτερικό περίβολο και
σύστημα δεξαμενών. Ο ορθογώνιος
πύργος - φρυκτωρία ανήκει, όπως και
οι πύργοι στο Καστελόριζο και στη
νησίδα Ρω, στο σύστημα των οχυρών
που είχαν κατασκευάσει οι Ρόδιοι για τον
έλεγχο των θαλάσσιων περασμάτων.
Είχαν δε χρήση και τα μετέπειτα χρόνια,
δηλαδή την περίοδο του Βυζαντίου, των
ιπποτών και της οθωμανικής
κυριαρχίας.
71. Σχετικά με την κήρυξη αρχαιολογικού χώρου στη νήσο
Στρογγύλη 2013
1. Η ελληνική θέση σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα των νησιών σε υφαλοκρηπίδα και άλλες
θαλάσσιες ζώνες είναι γνωστή, απολύτως σαφής και σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο. Όλα τα
νησιά (ανεξαρτήτως μεγέθους), εκτός των χωρικών τους υδάτων δικαιούνται υφαλοκρηπίδας και
όλων των άλλων θαλασσίων ζωνών (συνορεύουσα ζώνη, ΑΟΖ κλπ.), όπως ακριβώς και τα
ηπειρωτικά εδάφη. Η θέση αυτή ερείδεται στο Διεθνές Δίκαιο και ειδικότερα στο άρθρο 121 (2) της
Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας.
2. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα το ερώτημα για τη νήσο Στρογγύλη, η οποία ανήκει στο νησιωτικό
σύμπλεγμα Καστελόριζου, σημειώνω ότι:
α) Σύμφωνα με την ισχύουσα αρχαιολογική νομοθεσία η κήρυξη αρχαιολογικού χώρου, καθόλου
δεν συνεπάγεται απαγόρευση κάθε οικοδομικής δραστηριότητας στο νησί. Η κήρυξη μιας
περιοχής ως αρχαιολογικού χώρου σημαίνει ότι υπάρχει ενδιαφέρον και επιτήρηση της
αρχαιολογικής υπηρεσίας. Τέτοιοι αρχαιολογικοί χώροι υπάρχουν πάμπολλοι στην ηπειρωτική και
τη νησιωτική Ελλάδα. Άλλωστε ακόμη και αν δεν υπήρχε απλώς κήρυξη αρχαιολογικού χώρου,
αλλά θέσπιση αρχαιολογικής ζώνης αδόμητης ή περιορισμένης δόμησης (Α΄ ή Β΄) και πάλι θα
υπήρχε οικονομική δραστηριότητα. Στην προκειμένη φυσικά περίπτωση δεν τίθεται καν θέμα
αρχαιολογικής ζώνης, αλλά απλώς αρχαιολογικού χώρου.
72. Νήσος Ρω
Κήρυξη ως αρχαιολογικού
χώρου της νήσου Ρω, Δήμου
Μεγίστης, Νομού
Δωδεκανήσου. ΦΕΚ 1999
"Κηρύσσεται ως
αρχαιολογικός χώρος
ολόκληρη η νήσος Ρω για την
αποτελεσματικότερη
προστασία των πολυάριθμων
εντοπισμένων αρχαιοτήτων
στη νήσο και συγκεκριμένα
του ορθογώνιου πύργου
ελληνιστικής περιόδου με
χρήση έως και τα μεσαιωνικά
χρόνια και των διάσπαρτων
επιφανειακών ευρημάτων".
73. Ίμβρος και Τένεδος
Προϊστορικά ευρήματα σε τρεις λόφους της Ίμβρου αποδεικνύουν ότι οι θέσεις αυτές κατοικήθηκαν σε
όλη τη διάρκεια της Εποχής του Χαλκού, από την Πρωτοελλαδική ως και την Ύστερη Μυκηναϊκή
περίοδο. Τα νεολιθικά εργαλεία όμως που ανέφερε το 1908 ο C. Fredrich φανερώνουν δραστηριότητα
σε χρόνους ακόμη πρωιμότερους.
Η πόλη των Αθηνών δημιουργεί αποικία Αθηναίων κληρούχων (σημερινό Κάστρο, αρχες 5ου αι. π.Χ.).
Οι κληρούχοι, που παρέμεναν αθηναίοι πολίτες, οργάνωσαν τον Δήμο των «Αθηναίων των εν Ίμβρω»
κατά τα πρότυπα της αθηναϊκής πολιτείας, ακολούθησαν το αττικό μηνολόγιο, ονόμασαν τον
μεγαλύτερο ποταμό του νησιού Ιλισσό και χρησιμοποίησαν αθηναϊκούς τύπους στα νομίσματά τους.
Ενδείξεις για κατοίκηση σε άλλες θέσεις βρέθηκαν τόσο στη βόρεια πεδιάδα όσο και στη νότια ακτή
του νησιού. Στο νοτιοδυτικό άκρο της Ίμβρου τοποθετείται η θέση του αρχαίου Ναυλόχου, όπου
λέγεται ότι υπήρχε πηγή με μαγικές ιδιότητες.
Οι αθηναίοι κληρούχοι μετέφεραν μεν τις θρησκευτικές παραδόσεις της πατρίδας τους αλλά
ασπάστηκαν και τις τοπικές προελληνικές λατρείες: του Ερμή ως Ιμβράμου και Ορθάνη, των Μεγάλων
Θεών ή Καβείρων, της Κυβέλης, της Ίσιδος και του Διόνυσου, που εδώ λατρευόταν ως χθόνιος.
75. Τένεδος
Στην αρχαία νεκρόπολη, στο νότιο τμήμα της σημερινής πόλης, ανατολικά του υψώματος
Γενί Καλέ και δυτικά του αρχαίου λιμανιού, εντοπίστηκαν 49 τάφοι (ταφές σε πίθους 6ος-2ος
αιώνας π.Χ.), ταφικοί αμφορείς (5ος-4ος αιώνας π.Χ.), πήλινες σαρκοφάγοι και
θαλαμοειδείς τάφοι του 6ου και του 5ου αιώνα π.Χ.). Χρονολογούνται από την Πρώιμη
Εποχή του Χαλκού (πρώτο μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ.) ως και τους ρωμαϊκούς χρόνους
(2ος αιώνας π.Χ.) και παρέχουν πολλές πληροφορίες για την κοινωνία, την οικονομία και
την τέχνη της Τενέδου. Ανάμεσα στα κτερίσματα των τάφων και γκρίζα κεραμική, που στη
Μικρά Ασία σχετίζεται με τους Αιολείς, που εγκαταστάθηκαν στο νησί πριν από το 700 π.Χ.
Αρχαία πόλη της Τενέδου: τμήματα υπάρχουν κάτω από τη σημερινή κύρια κωμόπολη του
νησιού. Ήταν σχεδιασμένη με κάποιας μορφής τετραγωνισμό. Σώζονται λίγα κατάλοιπα:
αρχιτεκτονικά μέλη, τμήμα δρόμου και τμήμα του αρχαίου δικτύου αποχέτευσης. Το αρχαίο
θέατρο βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του υψώματος Γενί Καλέ. Στον κόλπο Σουλού
Μπαχτσέ, στη νοτιοδυτική παραλία του νησιού, κοντά στο Ναό της Αγίας Παρασκευής,
εντοπίστηκε ένας ακόμα αρχαίος οικισμός.
Η ακμή της σημειώθηκε κατά την Ελληνιστική Εποχή, όπως μαρτυρά η πλούσια νομισματική
της παραγωγή, από την οποία προέρχονται μερικά από τα πιο ασυνήθιστα και ωραιότερα
νομίσματα της αρχαίας ελληνικής νομισματοκοπίας.
76. Δραχμή Τενέδου – 5ος αι. π.Χ.
Εμπροσθότυπος: διπλή κεφαλή, γυναικεία και
ανδρική σε κατατομή.
Οπισθότυπος: Εντός περιγράμματος ο διπλός
πέλεκυς, η επιγραφή ΤΕΝΕΔΙΟΝ, βότρυς και
λύρα
100. Ελληνικές Αποστολές στο εξωτερικό
Τμήμα Εποπτείας Ελληνικών και Αλλοδαπών
Επιστημονικών Ιδρυμάτων και Συντονισμού Θεμάτων
Διεθνών Συνεργασιών και Οργανισμών
1. Αίγυπτος 10. Συρία
2. Αφγανιστάν 11. Τουρκμενιστάν
3. Βουλγαρία 12. Τουρκία
4. Ιορδανία
5. Ισπανία
6. Κουβέιτ
7. Κύπρος
8. Ομάν
9. Σουδάν
101. Αρχαιολογική Υπηρεσία
Ίδρυση 1833
Προεδρικό Διάταγμα 1927, ‘Περί τρόπου Εκτελέσεως Αρχαιολογικών Ανασκαφών’ .
Κωδικοποιημένος Νόμος ‘Περί Αρχαιοτήτων’, 1932.
Εγκύκλιος ΥΠΠΟ και Επιστημών 1982, ‘Ανασκαφές Ξένων Αρχαιολογικών Ιδρυμάτων που
λειτουργούν στην Ελλάδα’.
Νόμος 3028/2002, ‘Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει πολιτιστικής
κληρονομιάς’.
Διεθνής Σύμβαση της Unesco για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής
Κληρονομιάς, 1972.
Σύμβαση της Unesco για την Προστασία της υποβρύχιας (ενάλιας) Πολιτιστικής
Κληρονομιάς, 2001
Σύμβαση για την Διασφάλιση της Άυλης πολιτιστικής Κληρονομιάς, 2003.
102. Η προστασία των αρχαιολογικών και ιστορικών
αντικειμένων κατά τη Σύμβαση ΔΘ (Αρχαιολογική Ζώνη)
ΔΔΘ/Διάταξη του άρθρου 303 (1): καθιερώνει τη γενική υποχρέωση κρατών για διαφύλαξη
του ενάλιου αρχαιολογικού και ιστορικού υλικού και θεσπίζει την γενική υποχρέωση διεθνούς
συνεργασίας προς το σκοπό αυτό.
Σύμφωνα με τη Σύμβαση ΔΘ, όταν τα εν λόγω αντικείμενα βρίσκονται στα εσωτερικά ύδατα
και την αιγιαλίτιδα ζώνη υπάγονται στο καθεστώς κυριαρχίας του παράκτιου Κράτους. Όταν
βρίσκονται πέρα από το εξωτερικό όριο της αιγιαλίτιδας ζώνης και για περιοχή 24 μιλίων,
τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 303 (2), το οποίο θεσπίζει ένα τεκμήριο ή ένα «πλάσμα
δικαίου» υπέρ του παράκτιου κράτους, ήτοι δύναται να θεωρηθεί ότι διέπονται από την
παράκτια σχετική νομοθεσία, καθιερώνοντας κατ’ ουσιάν μία «αρχαιολογική ζώνη».
Αναφορικά με τα αντικείμενα πέραν των 24 ν.μ., το παράκτιο Κράτος δεν έχει, σύμφωνα με τη
Σύμβαση ΔΘ, ουδεμία αρμοδιότητα ή δικαίωμα, ενώ για τα αντικείμενα εκείνα που
εντοπίζονται στο Διεθνή Βυθό, το άρθρο 149 προβλέπει ότι θα διατηρούνται και θα
διατίθενται προς το συμφέρον ολόκληρης της ανθρωπότητας, λαμβανομένων υπόψη των
«προτιμησιακών δικαιωμάτων του Κράτους καταγωγής ή του Κράτους της ιστορικής ή
αρχαιολογικής ή πολιτιστικής καταγωγής».
103. Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων
Αποτελεί Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του ΥΠ.ΠΟ.Α με αρμοδιότητα σε όλη την Ελληνική
Επικράτεια. Ιδρύθηκε το 1976 (ΦΕΚ 207/Α/10-8-1976) και έχει ως αποστολή την προστασία των
ενάλιων αρχαιοτήτων, που συνίστανται σε ναυάγια αρχαίων πλοίων, οικισμών ή αρχαίων
λιμενικών εγκαταστάσεων, που βρίσκονται εντός των θαλασσών, των λιμνών και των ποταμών.
Από το 2003, που κηρύχτηκαν ως μνημεία τα ναυάγια πλοίων και αεροσκαφών άνω των 50
ετών από την ημερομηνία ναυαγήσεώς τους, συμπεριλαμβανομένων και των κινητών στοιχείων
που περικλείουν, διότι παρουσιάζουν ιστορικό, τεχνολογικό, επιστημονικό και πολιτιστικό
ενδιαφέρον, η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων προστατεύει και αυτά. (ΦΕΚ 1701/Β/19-11-2003)
104. Ναυάγιο και
Μηχανισμός
Αντικυθήρων
Βρέθηκε σε βάθος 60 μέτρων από
σφουγγαράδες σ' ένα ναυάγιο κοντά στα
Αντικύθηρα, μαζί με αγάλματα, όπως ο
γνωστός «Έφηβος». Αποτελούσαν πολύτιμα
αντικείμενα, που μετέφερε ρωμαϊκό πλοίο από
τη Ρόδο στη Ρώμη επί εποχής Ιούλιου
Καίσαρα στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ.
Ένα από τα πρώτα υπολογιστικά συστήματα.
Είναι ένας ωρολογιακός μηχανισμός με
δεκάδες οδοντωτούς τροχούς μεγάλης
ακριβείας, που περιστρέφονται γύρω από
πολλούς άξονες, όπως στα μηχανικά
ρολόγια. Η πιο αποδεκτή θεωρία σχετικά με τη
λειτουργία του υποστηρίζει ότι ήταν ένας
αναλογικός υπολογιστής, σχεδιασμένος να
υπολογίζει τις κινήσεις των ουράνιων
σωμάτων. Εκτιμάται ότι φτιάχτηκε γύρω στο
87 π.Χ. από τον ρόδιο αστρονόμο Γέμινο.
105. Ναυάγιο
Αντικυθήρων
Μεγάλης σημασίας επίσης είναι τα
κομμάτια αγάλματος (χάλκινο τμήμα με
πτυχώσεις ενδύματος και χάλκινο δεξί χέρι
από τον ώμο μέχρι τα δάχτυλα) που θα
«συναντήσουν» το άλλο κομμάτι του
αγάλματος (αριστερό χέρι) το οποίο
βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό
Μουσείο.
106. Ναυάγιο
Αντικυθήρων
Δισκόμορφο αντικείμενο - με 4
αποφύσεις και ισάριθμες οπές -
που αμέσως μόλις ανελκύστηκε
από τη θάλασσα εστάλη στο
Αττικό νοσοκομείο στην πρόσοψη
του οποίου φάνηκε από τη
ραδιοακτινογράφηση ότι είχε το
σχήμα ταύρου.
Άλλα ευρήματα: πλήθος
θραυσμάτων αμφορέων και
άλλων αγγείων, γυάλινα αγγεία,
χάλκινα σκεύη, καθώς και τα
χρυσά κοσμήματα, ορθογώνια
πρακτικώς ακέραιη πλάκα από
πολύχρωμο ερυθρωπό μάρμαρο,
ξύλινο τμήμα από το ίδιο το πλοίο
(κέλυφος και νομείς), ενσφράγιστη
λαβή αμφορέως, παρόμοια με δύο
άλλες που είχαν βρεθεί στις
παλαιότερες έρευνες.