2. Ο Ταλεϋράνδος, όπως είναι εξελληνισμένα γνωστός ο Σαρλ-Μωρίς ντε
Ταλεϋράν (-Περιγκόρ), πρίγκιπας του Μπενεβέντο [Charles-Maurice
de Talleyrand (-Périgord), Prince de Bénévent], ο Γάλλος πολιτικός
και διπλωμάτης η προσωπικότητα του οποίου υπήρξε δεσπόζουσα
στη γαλλική αλλά και ευρύτερα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή για
μισό περίπου αιώνα, γεννήθηκε το 1754 στο Παρίσι όπου και πέθανε
το 1838.
Χάρη στην ικανότητά του να επιβιώνει πολιτικά, κατόρθωνε να
αναλαμβάνει υψηλά αξιώματα τόσο κατά τη διάρκεια της Γαλλικής
Επανάστασης και την περίοδο του Ναπολέοντος, όσο και μετά την
παλινόρθωση των Βουρβόνων και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του
Λουδοβίκου – Φιλίππου.
3. Όμως, σε τι διέφερε η διπλωματία του Ταλεϋράνδου από την
παραδοσιακή δραστηριότητα των προκατόχων του, των παλιών
βιρτουόζων σ’ αυτή την τέχνη; Με λίγα λόγια, να πώς θα μπορούσαμε
να διατυπώσουμε αυτή τη διαφορά:
Ο Ταλεϋράνδος ήταν ο διπλωμάτης της ανερχόμενης αστικής τάξεως
κατά την αρχική περίοδο καμία αλλαγή της νικηφόρας επιθέσεως του
κεφαλαίου και της καταρρεύσεως του φεουδαρχικού συστήματος. Ο
Ταλεϋράνδος ήταν ο πρώτος που κατάλαβε προς ποια κατεύθυνση
έπρεπε να αλλάξουν μορφή οι παλιές διπλωματικές συνήθειες.
4. Ο Ταλεϋράνδος είχε δύο βασικές αρχές και, οδηγούμενος από αυτές, σαν
από φάρο στη θαλασσοταραχή, έφερνε διαδοχικά σε πέρας τις πάντοτε
επικερδείς για τον εαυτό του προδοσίες. Να πώς θα μπορούσαμε να
διατυπώσουμε αυτές τις αρχές του.
Πρώτον. Η διατήρηση ή η παλινόρθωση του φεουδαρχικού
καθεστώτος στη Γαλλία του τέλους του 18ου και των αρχών του 19ου
αι. ήταν απολύτως αδύνατη. Γι’ αυτό πρόδωσε τη μοναρχία του
Λουδοβίκου ΙΣΤ’ και προσχώρησε στα 1789 στην αστική επανάσταση.
Γι’ αυτό επίσης, αργότερα, πρόδωσε για δεύτερη φορά τους
Βουρβώνους και τάχθηκε με το μέρος της αστικής Ιουλιανής
μοναρχίας του Λουδοβίκου – Φιλίππου μετά τη νικηφόρα επανάσταση
του Ιουλίου του 1830.
Δεύτερον. Η ίδρυση μιας παγκόσμιας μοναρχίας με κατακτητικούς
πολέμους και η καθυπόταξη όλων των ευρωπαϊκών μοναρχιών στη
Γαλλική Αυτοκρατορία ήταν εγχείρημα απραγματοποίητο και
παράλογο, που θα οδηγούσε τη Γαλλία στην καταστροφή. Γι’ αυτό
πρόδωσε το Ναπολέοντα, στην αρχή (1808-1813) μυστικά και
αργότερα (στα 1814) ανοιχτά και τάχθηκε με το μέρος των εχθρών
του αυτοκράτορα.
5. Ζώντας στην εποχή της μεγάλης αστικής επαναστάσεως, αργότερα
στον καιρό της αστικής αυτοκρατορίας και σε συνέχεια στις ημέρες
των καταδικασμένων σε αποτυχία προσπαθειών της αριστοκρατίας
για να υποτάξει την αστική τάξη που δυνάμωνε σε κάθε δεκαετία που
περνούσε, επειδή, τέλος, έζησε στα χρόνια του τελικού θριάμβου της
μεγαλοαστικής τάξεως κατά τη βασιλεία του Λουδοβίκου – Φιλίππου,
ο πρίγκιπας Ταλεϋράνδης, επίσκοπος του Ωτέν, απαρνήθηκε την τάξη
του, γιατί κατάλαβε ότι ήταν πια καταδικασμένη, και άρχισε να
υπηρετεί την ξένη γι’ αυτόν τάξη, στην οποία η ιστορία επεφύλασσε τη
νίκη.
6. Μελετώντας τη ζωή του Ταλεϋράνδου, μπορεί να παρακολουθήσει
κανείς εύκολα τον αγώνα της τάξεως που πεθαίνει με την τάξη που
έρχεται να την αντικαταστήσει. Και σε τούτη τη μακρόχρονη ζωή δεν
βρίσκουμε ούτε το παραμικρό ίχνος αμφιβολίας, τύψεως ή
μεταμέλειας. Αντικρύζοντας την ιστορία σαν ένα αδιάκοπο παιχνίδι
δυνάμεων, ο Ταλεϋράνδης μόνο με απορία και περιφρόνηση βλέπει
εκείνους που δεν τρέχουν αμέσως με το μέρος του νικητή, αλλά
εξακολουθούν να βασανίζονται από τελείως ακατανόητες για εκείνον
ταλαντεύσεις και δισταγμούς. Οι προδοσίες του, τα περάσματά του
από το ένα στρατόπεδο στο άλλο, όλες αυτές οι μανούβρες, που τις
έκανε με πρωτοφανή αμεριμνησία, «χωρίς αγώνα, χωρίς μοιραία
σκέψη», όλα αυτά είναι εμφανή ορόσημα στην ιστορία της
«εδραιώσεως» της αστικής τάξεως, από την εποχή που με τα χείλη του
Σεγιές είχε διακηρύξει για πρώτη φορά ότι θα γίνει «το παν», ως τη
στιγμή που ο Καζιμίρ Περιέ και ο Γκιζώ τη συγχάρηκαν επίσημα για
την τελική επίτευξη του σκοπού της.
7. Όσον αφορά τη γνώμη που είχαν οι άλλοι γι’ αυτόν;
Τον πρίγκιπα Ταλεϋράνδο δεν τον έλεγαν απλώς ψεύτη, αλλά «πατέρα της
ψευτιάς». Και, πραγματικά, κανείς δεν επέδειξε ποτέ τέτοιο ταλέντο στη
συνειδητή διαστρέβλωση της αλήθειας, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να
διατηρεί το εντελώς ανέμελο ύφος και την αδιατάρακτη ηρεμία που έχουν
μόνο οι λευκές σαν περιστέρια ψυχές. Κανείς δεν έφτασε σε τόση τελειότητα
υποκρισίας, όπως αυτός ο εξαιρετικός στο είδος του άνθρωπος. Ακόμα και οι
παρατηρητές και οι επικριτές των πράξεών του, που τον θεωρούσαν
ενσάρκωση όλων των ελαττωμάτων, σχεδόν ποτέ δεν τον χαρακτήρισαν
υποκριτή. Αυτό το επίθετο όμως του είναι κάπως αταίριαστο, γιατί είναι πολύ
αναιμικό κι ελάχιστα εκφραστικό γι’ αυτόν.
8. Ο Ταλεϋράνδος γεννήθηκε σχεδόν αμέσως μετά το θάνατο του
Μοντεσκιέ, την εποχή που οι πρώτοι φυσιοκράτες άρχισαν να
αναπτύσσουν τις θεωρίες τους, τότε που μεσουρανούσε ήδη το όνομα
του Βολταίρου και είχε αρχίσει να γίνεται γνωστό το όνομα του Ζαν –
Ζακ Ρουσσώ, τότε που γύρω στον Ντιντερώ και στον Ντ’ Αλαμπέρ
σχηματιζόταν ήδη το επιτελείο της Εγκυκλοπαίδειας. Πέθανε στα
1838, στην εποχή της τελικής νίκης και της αναμφισβήτητης
κυριαρχίας της αστικής τάξεως. Όλη η ζωή του πέρασε με φόντο τον
επίμονο αγώνα της αστικής τάξεως για την εξουσία και την πότε
αδύναμη, πότε λυσσώδη άμυνα των κατάλοιπων του φεουδαρχικού
καθεστώτος, με φόντο τις ταλαντεύσεις της Ρωμαιοκαθολικής
Εκκλησίας μεταξύ των εκπροσώπων της φεουδαρχίας, που
ψυχορραγούσε, και των νικηφόρων αστών κατακτητών, που δρούσαν
στην αρχή μέσα στη Γαλλία με τη λαιμητόμο, και αργότερα έξω από τη
Γαλλία με τη μεγάλη ναπολεόντεια στρατιά.
9. Οι ευγενείς και η αστική τάξη ήταν οι δύο δυνάμεις που βρίσκονταν
στο επίκεντρο των γεγονότων, οι δυνάμεις που η καθεμιά τους
μπορούσε, σε περίπτωση νίκης, να φορτώσει όποιον ήθελε με
χρυσάφι, τίτλους και παράσημα, να του χαρίσει τσιφλίκια και
πύργους, να τον περιβάλλει με πολυτέλεια και εξουσία. Το παν ήταν
μην λαθέψεις στους υπολογισμούς, να μην ποντάρεις σε παλιάλογο,
σύμφωνα με την παλιά αγγλική έκφραση. Ο Ταλεϋράνδος δεν λάθεψε
στην εκλογή του.
10. Ο πρίγκιπας Κάρολος
– Μαυρίκιος
Ταλεϋράνδος –
Περιγκόρ ήρθε στον
κόσμο στις 2
Φεβρουαρίου 1754
στο Παρίσι. Ήταν
γόνος μιας πολύ
ξακουστής,
αριστοκρατικής, αλλά
ξεπεσμένης
οικογένειας. Οι
πρόγονοί του ζούσαν,
από τον 10ο αιώνα,
στην Αυλή των
πρώτων Καπετιδών.
11. Η έναρξη της Επαναστάσεως βρήκε τον Ταλεϋράνδο στην περίοδο που
έφτιαχνε ήδη μια λαμπρή σταδιοδρομία. Ως γόνος πολύ
αριστοκρατικής και παλιάς, αλλά ξεπεσμένης οικογένειας, και χωρίς
να έχει πραγματικά σοβαρές σχέσεις, στα τριάντα τέσσερα χρόνια του
είχε γίνει κιόλας επίσκοπος και ήταν υποψήφιος για καρδινάλιος. Ενώ
είχε μπει στον κόσμο χωρίς καμιά οικονομική βάση, είχε τώρα
διάφορα και αρκετά σημαντικά, αν και πολύ επισφαλή έσοδα, που τα
συμπλήρωνε με πετυχημένες οικονομικές κομπίνες.
12. Η άλωση της Βαστίλλης ήταν γι’ αυτόν φοβερή βροντή κεραυνού, που
έδειχνε ότι η τόσο επικίνδυνη πολιτική της βασιλικής Αυλής, η
πολιτική της ανίσχυρης, αλλά προκλητικής αντιστάσεως, έθετε στην
ημερήσια διάταξη τον ένοπλο αγώνα για την εξουσία ανάμεσα στην
Επανάσταση και στην αντεπανάσταση. Η πλημμύρα κατέκλυζε όχι
μόνο ένα μέρος του καραβιού, αλλά απειλούσε να το βουλιάξει
γρήγορα ολόκληρο. Χρειάζονταν ταχύτατες και μάλιστα οριστικές,
τελεσίδικες αποφάσεις.
13. Ο Ταλεϋράνδος ήξερε πολύ καλά ότι το παλιό καθεστώς έπρεπε να
κατεδαφιστεί χωρίς καθυστέρηση και να γίνουν όλες οι
μεταρρυθμίσεις που απαιτούσε η αστική τάξη. Αυτό όμως έπρεπε,
κατά τη γνώμη του, να γίνει από τους «ίδιους»: η ίδια η κυβέρνηση
έπρεπε να δουλέψει για λογαριασμό της αστικής τάξεως, χωρίς να
αφήσει το τιμόνι από τα χέρια της. Για τον Ταλεϋράνδο, η Επανάσταση
ήταν από την αρχή και έμεινε ως το τέλος της ζωής του φαινόμενο
εντελώς απαράδεκτο, εχθρικό και ολέθριο. Ποτέ, ούτε για μια στιγμή,
δεν δέχτηκε ειλικρινά, δεν παραδέχτηκε με τη θέλησή του την πλήρη
μεταβίβαση της εξουσίας στον επαναστατημένο λαό. Ούτε για μια
στιγμή δεν γοητεύθηκε από τις νέες ιδέες, τις νέες προοπτικές και τα
απελευθερωτικά ονειροπολήματα για «ισότητα», όπως συνέβη σε
μερικούς άλλους αριστοκράτες, στον Λαφαγιέτ, στον Λαροσφουκώ –
Λιανκούρ και στον Μονμορανσύ, στα τελευταία χρόνια πριν από την
Έπανάσταση. Αποτροπιασμός και φόβος, αυτά ήταν τα μόνα
αισθήματα που ένιωσε ο Ταλευράνδος για τον επαναστατημένο λαό.
14. Ωστόσο, η οξυδέρκεια και η εξυπνάδα του υπαγόρευαν ότι η πολιτική
της ταλαντεύσεως ανάμεσα στην αδυναμία και στη βία, η πολιτική
των παραχωρήσεων και του πείσματος, ήταν η χειρότερη απ’ όλες. Ο
τρόμος του όμως μπροστά στην επερχόμενη απότομη και αιματηρή
ανατροπή ήταν τόσο μεγάλος του προκαλούσε τόσο μίσος η ιδέα για
την ενδεχόμενη κατάρρευση του καθεστώτος, ώστε ο Ταλεϋράνδος –
για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή του- αποφάσισε, πριν περάσει
στο στρατόπεδο του παντοδύναμου εχθρού, να δοκιμάσει να
αγωνιστεί εναντίον του, χρησιμοποιώντας ανοιχτά τη βία. Ποτέ
άλλοτε δεν επιχείρησε κάτι τέτοιο.
15. Με φοβίζει
περισσότερο ένας
στρατός από 100
πρόβατα που τα
οδηγεί ένα λιοντάρι,
παρά ένας στρατός
100 λιονταριών που
τα οδηγεί ένα
πρόβατο.
Ποτέ να μην
μιλάς άσχημα
για τον εαυτό
σου.
Οι γυναίκες μπορεί να
συγχωρέσουν κάποιον
που εκμεταλλεύτηκε
την ευκαιρία, ποτέ
όμως κάποιον που την
έχασε.
Ο πλούτος δεν
αλλάζει τους
ανθρώπους,
απλώς ρίχνει τις
μάσκες τους.
Το να είσαι μέσα
στον κόσμο, τι
ενόχληση! Το να
μην είσαι, τι
δράμα.
Η ομιλία δόθηκε
στον άνθρωπο
για να κρύβει
τις σκέψεις του.
Η τέχνη της
πολιτικής είναι να
προβλέπεις το
αναπόφευκτο και να
επισπεύδεις την
εμφάνισή του.
Για να κάνεις
καριέρα, πρέπει να
φοράς όλο γκρίζα, να
είσαι πάντα στη
σκιά, να μη δείχνεις
πρωτοβουλία.
Αποφθέγματα