2. Μαορύ
Μαορύ, Μαόρι ό Μϊορι (Māori) εύναι το όνομα
ιθαγενούσ πληθυςμού τησ Νϋασ Ζηλανδύασ, και τησ
γλώςςασ του.
Η λϋξη māori ςημαύνει «κανονικόσ» ό «κοινόσ» ςτην
Μαορύ γλώςςα και διακρύνει τα θνητϊ όντα από τουσ
θεούσ. Η λϋξη ϋχει ςυγγενεύσ όρουσ ςε μερικϋσ ϊλλεσ
Πολυνηςιακϋσ γλώςςεσ όπωσ τα Χαβαώανϊ ςτα οπούα
η λϋξη maoli ςημαύνει «ντόπιοσ, ιθαγενόσ, αληθινόσ ό
πραγματικόσ». Εύναι επύςησ το όνομα των ανθρώπων
και τησ γλώςςασ των Νόςων Κουκ, που αναφϋρονται
ωσ Μαορύ Νόςων Κουκ.
3. Πολιτιςμόσ Μαορύ
Οι Ανατολικού Πολυνόςιοι πρόγονοι των Μαορύ όταν κυνηγού, ψαρϊδεσ και καλλιεργητϋσ. Μετϊ την ϊφιξό τουσ ςτη Νϋα
Ζηλανδύα, οι Μαορύ ϋπρεπε να προςαρμόςουν ϊμεςα τον υλικό τουσ πολιτιςμό και τισ γεωργικϋσ πρακτικϋσ ςτο κλύμα τησ νϋασ
γησ, που όταν κρύο και δριμύ ςε ςχϋςη με την τροπικό Πολυνηςύα. Απαιτόθηκε μεγϊλη ιδιοφυύα για να καλλιεργόςουν τα τροπικϊ
φυτϊ που εύχαν φϋρει μαζύ τουσ από την Πολυνηςύα, όπωσ τα τϊρο, κουμϊρα, κολοκύθεσ και γιαμ. Αυτό όταν ιδιαύτερα δύςκολο
ςτισ ψυχρότερεσ νότιεσ περιοχϋσ τησ χώρασ. Σο χαρακεκε (λινϊρι) χρηςιμοποιόθηκε ωσ υποκατϊςτατο των φύλλων φούνικα και
των ινών ιβύςκου για την καταςκευό ψϊθων, καλαθιών, ςχοινιού, αλιευτικών διχτυών και ρουχιςμού. τισ εποχικϋσ
δραςτηριότητεσ περιλαμβϊνονταν η καλλιϋργεια κηπευτικών, το ψϊρεμα και το κυνόγι πτηνών. Βαςικϊ καθόκοντα όταν
χωριςμϋνα για ϊντρεσ και γυναύκεσ, αλλϊ υπόρχαν επύςησ πολλϋσ ομαδικϋσ δραςτηριότητεσ όπωσ η ςυλλογό τροφόσ και η
καλλιϋργεια τροφόσ, και οι πολεμικϋσ δραςτηριότητεσ. Η τϋχνη όταν και εύναι προεξϋχον μϋροσ του πολιτιςμού όπωσ μαρτυρεύται
από τη ςμύλευςη ςπιτιών, κανό, όπλων και ϊλλων αντικειμϋνων. Οι ϊνθρωποι φορούςαν επύςησ πολύ διακοςμημϋνα προςωπικϊ
κοςμόματα, και οι υψηλόβαθμοι εύχαν ςυχνϊ ςε μεγϊλο βαθμό τατού.
Σο marae εύναι ϋνα κοινοτικό τελετουργικό κϋντρο όπου λαμβϊνουν χώρα ςυναντόςεισ και τελετϋσ ςύμφωνα με τα παραδοςιακϊ
πρωτόκολα. Σο μϊραε ςυμβολύζει την ενότητα τησ ομϊδασ και γενικϊ αποτελεύται από μια ανοιχτό περιοχό με γραςύδι μπροςτϊ
από ϋνα μεγϊλο ςμιλευμϋνο ςπύτι ςυνϊντηςησ, μαζύ με μύα αύθουςα τραπεζαρύασ και ϊλλεσ εγκαταςτϊςεισ απαραύτητεσ για να
παρϋχουν ϊνετη παραμονό ςτισ επιςκϋπτριεσ ομϊδεσ. τη μϊραε λαμβϊνουν χώρα επύςημεσ λειτουργύεσ όπωσ επύςημα
καλοςωρύςματα, γιορτϋσ, γϊμοι, βαπτύςεισ, επανενώςεισ φυλών, και tangihanga (κηδεύεσ). Οι γηραιότεροι ϋχουν την εξουςύα ςτη
μϊραε, και μεταλαμπαδεύουν ςτουσ νεώτερουσ παραδόςεισ και πολιτιςτικϋσ πρακτικϋσ όπωσ μύθουσ, τραγούδια, ό τισ τϋχνεσ τησ
υφαντικόσ ό ςμύλευςησ. Οι ντόπιοι και οι επιςκϋπτεσ πρϋπει να ςεβαςτούν ςυγκεκριμϋνουσ κανόνεσ, ιδιαύτερα κατϊ τα
τελετουργικϊ τησ ςυνϊντηςησ.
5. Θρηςκεύα Μαορύ
Η θρηςκεύα των Μαορύ εύναι ςτενϊ ςυνδεδεμϋνη με τη φύςη και τουσ προγόνουσ, και όλα τα πρϊγματα θεωρεύται πωσ ϋχουν μια
δύναμη ζωόσ ό mauri, αφού όλα τα ζώντα όντα ςυνδϋονται από μύα κοινό καταγωγό μϋςω τησ ό γενεαλογύασ. Μερικού ϊνθρωποι ό
αντικεύμενα περιϋχουν mana - πνευματικό δύναμη ό ουςύα. ε ςυμφωνύα με την Πολυνηςιακό παρϊδοςη, ο Σανγκαρόα. Ο Σϊνε
εύναι ο θεόσ του δϊςουσ και η καταγωγό όλων των πτηνών, και ο Ρόνγκο (Rongo) εύναι ο θεόσ των ειρηνικών δραςτηριοτότων και
τησ γεωργύασ. ύμφωνα με κϊποιουσ ο ανώτατοσ θεόσ των Μαορύ εύναι ο Ιό ,ωςτόςο η ιδϋα αυτό εύναι αμφιςβητόςιμη. Σο tapu
μπορεύ να ερμηνευθεύ ωσ "ιερό", ωσ "πνευματικόσ περιοριςμόσ" ό "ςυνεπαγόμενη απαγόρευςη". Περιλαμβϊνει κανόνεσ και
απαγορεύςεισ. Τπϊρχουν δύο εύδη ταπού, το ιδιωτικό (ςε ςχϋςη με τα ϊτομα) και το κοινό ταπού (ςχετικό με τισ κοινότητεσ). Ένα
πρόςωπο, ϋνα αντικεύμενο ό ϋνα μϋροσ, που εύναι ταπού, δεν πρϋπει να ακουμπηθεύ από ϊνθρωπο, ςε μερικϋσ περιπτώςεισ, ούτε
καν να πληςιαςτεύ (εξ ου και η λϋξη μασ "ταμπού"). Ένα πρόςωπο, ϋνα αντικεύμενο ό ϋνα μϋροσ μπορεύ να ιεροποιηθεύ με ταπού γι α
ςυγκεκριμϋνο χρονικό διϊςτημα. τισ παλαιότερεσ εποχϋσ, τα υψηλόβαθμα μϋλη τησ φυλόσ δεν θα ϊγγιζαν αντικεύμενα που
ανόκαν ςε χαμηλόβαθμα μϋλη. Αυτό θεωρεύτο "μόλυνςη" και τα χαμηλόβαθμα ϊτομα δεν μπορούςαν να αγγύξουν τα αποκτόματα
ενόσ υψηλόβαθμου ατόμου. Η ποινό όταν ο θϊνατοσ. Μια παραβύαςη του ταπού μπορούςε να εύχε φρικτϋσ
ςυνϋπειεσ, περιλαμβανομϋνων του θανϊτου του παραβϊτη μϋςω αρρώςτειασ ό ςτα χϋρια αυτού που επηρεϊςτηκε από την
προςβολό. ε παλαιότερεσ εποχϋσ το φαγητό που μαγειρευόταν για ϋναν υψηλόβαθμο ςεν μπορούςε να καταναλωθεύ από ϋναν
κατώτερο. Σο ςπύτι ενόσ αρχηγού όταν ταπού, και ακόμα και ο αρχηγόσ ςεν μπορούςε να φϊει φαγητό ςτο εςωτερικό του ςπιτιού
του. Όχι μόνο τα ςπύτια των υψηλόβαθμων θεωρούνταν ταπού αλλϊ ακόμα και τα αντικεύμενα που εύχαν ςτην κατοχό τουσ όπωσ ο
ρουχιςμόσ. Οι χώροι ταφόσ και τα μϋρη θανϊτου όταν πϊντα ταπού, και οι τοποθεςύεσ αυτϋσ ςυχνϊ περιβϊλλονταν από
προςτατευτικό φρϊκτη. την προ-επαφόσ κοινωνύα το ταπού όταν μια από τισ ιςχυρότερεσ δυνϊμεισ ςτη ζωό των Μαορύ. Ωςτόςο
ςτισ αρχϋσ τησ δεκαετύασ του 1800, οι Μαορύ δϋχτηκαν με ενθουςιαςμό τον Χριςτιανιςμό και τισ αρχϋσ του και τισ προςϊρμοςαν
ςτον πολιτιςμό τουσ. όμερα, το ταπού τηρεύται ακόμη ςε θϋματα ςχετικϊ με αρρώςτεια, θϊνατο και ταφό.