3. ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ
Ο τσαγκάρης της δεκαετίας του 70 ήταν χωμένος σε
ένα σωρό από παπούτσια και η δουλειά του ήταν
πραγματική τέχνη!
Άνοιγε τα στενά παπούτσια με τα καλαπόδια του,
άλλαζε χρώματα, έραβε τα ανοιγμένα και γενικά
επιδιόρθωνε τα πάντα μια και πριν πετάξουμε τα
παπούτσια μας πάντα τα πηγαίνανε στον τσαγκάρη.
5. ΓΑΝΩΤΗΣ (ΚΑΛΑΝΤΖΗΣ)
Τα χάλκινα οικιακά σκεύη, όπως τα καζάνια, τα κουτάλια, τα
πιρούνια χρειάζονταν, συχνά πυκνά, γαλβανισμό και
στίλβωμα με κασσίτερο ή αλλιώς γάνωμα.
Ο γανωτής έστηνε την γκαζιέρα του στην αυλή του σπιτιού,
έλιωνε τον κασσίτερο, κράταγε το σκεύος με την τσιμπίδα
πάνω από τη φωτιά και έριχνε μέσα το νησιαντήρι (χλωριούχο
αμμώνιο), για να στρώσει καλύτερα το καλάι (κασσίτερος)
πάνω στο χάλκωμα. Το άπλωνε σ’ όλη την επιφάνεια του
σκεύους μ’ ένα χοντρό βαμβακερό ύφασμα και στη συνέχεια
το βουτούσε σε μια λεκάνη με κρύο νερό, που του έδινε η
νοικοκυρά του σπιτιού. Το τελικό σκούπισμα γινόταν με
βαμβάκι, ώστε να αποκτήσει το σκεύος την απαραίτητη
γυαλάδα.
Το «γάνωμα», το οποίο επιβαλλόταν για λόγους υγείας,
κυρίως στα σκεύη που χρησιμοποιούσαν στο μαγείρεμα,
προσέφερε πελατεία ολόκληρο το χρόνο.
6. ΑΒΔΕΛΛΑΣ
Έχοντας τις ρίζες του στον 19ο αιώνα, το επάγγελμα του
αβδελλά συντηρήθηκε μέχρι και τα μισά του
προηγούμενου, όσο οι βδέλλες χρησιμοποιούνταν
ακόμα για θεραπευτικούς σκοπούς.
Σε περιπτώσεις πίεσης ή πονοκεφάλων, οι βδέλλες ήταν
το «εργαλείο» για τις τοπικές αφαιμάξεις.
Οι πρώτοι που εξάσκησαν το εν λόγω επάγγελμα, ήταν
οι αθίγγανοι, οι οποίοι έμπαιναν ξυπόλητοι στα νερά και
συνέλεγαν τις βδέλλες με τα χέρια. Στη συνέχεια τις
τοποθετούσαν, συνήθως ανά δυάδες, σε μικρά βαζάκια,
τα οποία διέθεταν προς πώληση.
8. ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ
Στη λίστα με τα προς εξαφάνιση επαγγέλματα θα
μπορούσε να προστεθεί κι εκείνο του αγγειοπλάστη,
παρόλο που κάποτε η περιοχή του Κεραμικού έβριθε από
εργαστήρια τεχνητών που κατασκεύαζαν πιθάρια,
ποτήρια, αγγεία, λυχνάρια και πολλά άλλα.
Το κύριο εργαλείο τους, σχετικά απλό, αποτελείτο από
έναν τροχό, έναν δίσκο δηλαδή στερεωμένο πάνω σε
έναν κάθετο άξονα. Εκεί τοποθετούσε ο τεχνίτης τον
πηλό και περιστρέφοντας τον, έδινε στον πηλό το
απαραίτητο σχήμα με τα χέρια.
Μόλις το δημιούργημα είχε ολοκληρωθεί, είτε έβγαινε
στον ήλιο για να ξεραθεί είτε ψηνόταν στον φούρνο ώστε
να ξεκινήσει στη συνέχεια η διαδικασία της διακόσμησης.
10. ΑΧΘΟΦΟΡΟΣ Ή ΧΑΜΑΛΗΣ
Κυκλοφορούσε στην αγορά κι όταν έβρισκε
πελάτη έβαζε τα ψώνια στην πλάτη για να τα μεταφέρει
μέχρι την πόρτα του σπιτιού.
Έπαιρνε το χαρτζιλίκι και επέστρεφε ταχύτατα στο
πόστο του, αφού το μεροκάματο ήταν ανάλογο των
δρομολογίων.
Στην εξέλιξη του επαγγέλματος η πλάτη ή το καρότσι
αντικαταστάθηκε από τα τρίκυκλα και οι μεταφορές
γινόταν γρηγορότερα και φυσικά πιο ξεκούραστα.
11. ΝΤΙΒΑΝΑΣ
Η φθαρτή φύση των κρεβατιών, που ήταν φτιαγμένα από
συρματένιο δίχτυ, επέβαλε εκτός από την ύπαρξη του
κατασκευαστή κι εκείνη του συντηρητής ή επισκευαστής τους.
Αυτός ήταν και ο λόγος που με ένα ζεμπίλι, μια κουλούρα
σύρμα, τανάλιες, πένσες, καρφιά και σφυριά, ο ντιβανάς
τριγύριζε στις γειτονιές, μέχρι να εμφανιστεί κάποια νοικοκυρά
που χρειαζόταν τις υπηρεσίες του.
Το ντιβάνι έβγαινε στην αυλή κι ο ειδικός, μετά την εκτίμηση,
όριζε το κόμιστρο της επισκευής. Η συμφωνία έκλεινε κι ο
μάστορας έπιανε δουλειά. Έσφιγγε με τη μέγγενη τις άκρες,
ώστε να τεντώσουν καλά και να μην πάρουν κάνουν γούβα.
Μετά έπαιρνε τα κάθετα σύρματα, γνωστά και ως υφάδια, τα
τέντωνε και αυτά και τα κάρφωνε στις σανίδες. Στη συνέχεια
τοποθετούσε το στρώμα και το κρεβάτι ήταν έτοιμο.
13. ΣΑΛΕΠΙΤΖΗΣ
Το σαλέπι αποτέλεσε για χρόνια το δυναμωτικό της
χώρας τόσο για τους ξενύχτηδες όσο και για τους
πρωινούς ανθρώπους του μεροκάματου.
Ο σαλεπιτζής, με τον άσπρο σκούφο και την λευκή
ποδιά του, τα πολύπλοκα και καλογυαλισμένα
μπρούτζινα σκεύη, που συνήθιζε να κουβαλά στον
ώμο κρεμασμένα από μια ξύλινη σανίδα, αποτελεί
μια γραφική και συνηθισμένη εικόνα άλλων εποχών.
15. ΛΑΤΕΡΝΑΤΖΗΣ
Ο λατερνατζής μετέφερε στην πλάτη τη λατέρνα του
και σε κάθε στάση γυρνούσε την μανιβέλα της
«ρομβίας» και διασκέδαζε τους κατοίκους της κάθε
γειτονιάς με κλασικές ή και νέες μελωδίες.
Η λατέρνα, το αυτόματο μουσικό όργανο που, αν
και ογκώδες, συνήθως χρησιμοποιείται σε
ανοιχτούς χώρους, υπήρξε απαραίτητο συστατικό
της διασκέδασης άλλων εποχών, συμβάλλοντας
μάλιστα στη διάδοση νέων, για την εποχή,
μουσικών ήχων.
17. ΛΟΥΣΤΡΟΣ
Παλιότερα που ο κόσμος περπατούσε σε χωμάτινους
δρόμους, τα παπούτσια σκονίζονταν ή λασπώνονταν
εύκολα. Τότε γνώρισε άνθηση και το επάγγελμα του
λουστραδόρου.
Αυτός μ' ένα κασελάκι μπροστά του και γύρω του να
κρέμονται οι βούρτσες και τα βερνίκια με τα διάφορα
χρώματα, καθόταν σ' ένα χαμηλό σκαμνάκι, στην αρχή μιας
πλατείας ή μπροστά από ένα καφενείο, και περίμενε
υπομονετικά.
Για να προσελκύσει τους πελάτες γίνονταν
ταχυδακτυλουργός ή χτύπαγε ρυθμικά το κασελάκι. Ο
πελάτης πλησίαζε κι άπλωνε, όπως ήταν όρθιος, πρώτα το
ένα πόδι πάνω στην ειδική μεταλλική θέση της κασέλας κι
έπειτα το άλλο. Έτσι άρχιζε η "ιεροτελεστία" του βαψίματος.
19. ΑΓΩΓΙΑΤΗΣ Ή ΚΙΡΑΤΖΗΣ
Οι αγωγιάτες εκτελούσαν επί πληρωμή ιδιωτικές
μεταφορές εμπορευμάτων, διακινούσαν ταξιδιώτες,
γιατρούς για επίσκεψη σε ασθενείς, κρατικούς
λειτουργούς για την εκτέλεση της υπηρεσίας και φυσικά
και προϊόντα.
Τις μεταφορές οι κιρατζήδες, όπως ονομάζονταν
διαφορετικά, τις έκαναν συνήθως με μουλάρια μέχρι και
την δεκαετία του '30, ενώ σε μερικές περιοχές μέχρι και
τη δεκαετία του '50.
22. ΜΕΤΑΠΡΑΤΗΣ (ΓΥΡΟΛΟΓΟΣ, ΠΡΑΜΑΤΕΥΤΗΣ)
Ο λιανοπωλητής που δεν είχε πρωτογενή παραγωγή άλλοτε
ονομαζόταν μεταπράτης.
Αγόραζε την πραμάτεια του από παραγωγούς ή
χοντρέμπορους και στη συνέχεια την μεταπωλούσε σε
γειτονιές και πανηγύρια. Κάλτσες πουκάμισα κι άλλα ήδη
ρουχισμού, είδη σπιτιού ακόμα και τρόφιμα αποτελούσαν το
εμπόρευμά του. Οι πελάτες του, μόνιμοι ή ευκαιριακοί, ήταν
κυρίως νοικοκυρές, οι οποίες αγόραζαν ακόμα και είδη
προικός για τα κορίτσια του σπιτιού, τα οποία αποπλήρωναν
με δόσεις ή και με την γνωστή μέθοδο του τεφτεριού.
Για μια καλή σταδιοδρομία στο επάγγελμα του μεταπράτη,
χρειαζόταν ισχυρή διαπραγματευτική ικανότητα, αφού το
παζάρι αποτελούσε χαρακτηριστικό της αγοραπωλησίας, και
πολυλογία, ώστε υπογραμμίζοντας ή και εφευρίσκοντας
ανάγκες να προωθεί καλύτερα τα προϊόντα.
24. ΚΑΛΑΘΟΠΟΙΟΣ
Σε περιοχές που αφθονούσαν οι λυγαριές, οι
μυρτιές, οι σφάκες (πικροδάφνες) και τα καλάμια,
ευδοκίμησε και το επάγγελμα του καλαθοποιού.
Από τις μυρτιές και κυρίως από τις λυγαριές οι
καλαθοποιοί αποσπούσαν μακριές βίτσες με το
τσερτσέτο (ειδικό μαχαίρι) και έκαναν τους
σκελετούς, για να πλέξουν με τα σχισμένα καλάμια
καλάθια, κοφίνιa, ψαροκόφινα και άλλα ενώ μόνο με
τις βίτσες έπλεκαν στουπιά για τυρί, κόφτες για τη
μεταφορά των σταφυλιών κ.ά.
26. ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ
Παλιά υπήρχαν πολλοί πεταλωτές μια και ήταν
απαραίτητοι, αφού κάθε σπίτι στο χωριό είχε και ένα ζώο
για τις δουλειές του, γαϊδούρι ή μουλάρι.
Ο πεταλωτής έβαζε στα ζώα τα πέταλα. Τα εργαλεία που
χρησιμοποιούσε ήταν τα πέταλα, το σφυρί, η τανάλια, το
σατράτσι και τα καρφιά. Στην αρχή ακινητοποιούσαν το
πόδι του ζώου και ο πεταλωτής έβγαζε το παλιό
φθαρμένο πέταλο. Μετά με το σατράτσι, που ήταν ένα
μαχαίρι σε σχήμα μικρού τσεκουριού, έκοβε την οπλή του
ζώου από κάτω, έτσι ώστε να την ισιώσει. Μετά έβαζε το
καινούργιο το πέταλο και το κάρφωνε με τα ειδικά καρφιά.
Τα καρφιά αυτά είχαν μεγάλο κεφάλι έτσι ώστε να
προεξέχουν από την πατούσα του ζώου και να μη
γλιστράει.
27. ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ
Τα πέταλα ήταν σε διάφορα μεγέθη και τα κατασκεύαζαν
από σίδερο. Τα πέταλα είχαν τρύπες γύρω - γύρω για να
μπαίνουν τα καρφιά. Το πετάλωμα γινόταν και στα
τέσσερα πόδια του ζώου. Αυτό γινόταν για να μπορεί να
περπατάει στους κακοτράχαλους δρόμους χωρίς να
πληγώνονται τα πόδια του και για να διατηρεί την
ισορροπία του.
29. ΠΑΓΟΠΩΛΗΣ
Επρόκειτο για ένα επάγγελμα εποχιακό, το οποίο άρχιζε
από τον Απρίλιο και διαρκούσε μέχρι τον Οκτώβρη
μήνα, σε γενικές γραμμές.
Για να μη λιώνει ο πάγος τον σκέπαζαν με άχυρα, με
τσουβάλια ή χοντρά πανιά και φυσικά ο διανομέας
έπρεπε να κινείται γρήγορα, να είναι σβέλτος στη
δουλειά του. Για να μη παγώνουν τα χέρια του,
φορούσε χοντρά γάντια και για εργαλεία είχε ένα πριόνι
να κόβει τον πάγο και ένα γάντζο με τον οποίο
χτυπούσε την κολόνα, για να ανοίξει και να τη μεταφέρει
στον προορισμό της, σπίτια ή μαγαζιά, ανάλογα.
30. ΠΑΓΟΠΩΛΗΣ
Οι νοικοκυρές μόλις έπαιρναν τον πάγο τον τύλιγαν
αμέσως με πανιά και τον τοποθετούσαν στην παγωνιέρα
(ξύλινο ορθογώνιο κατασκεύασμα, επενδυμένο
εσωτερικά με αλουμίνιο).
Ψυγεία με πάγο στα σπίτια συναντούμε ως τα μέσα της
δεκαετίας του ’60.Με την εμφάνιση των ηλεκτρικών
ψυγείων το επάγγελμα του παγοπώλη σιγά- σιγά άρχισε
να χάνεται.
33. ΝΕΡΟΥΛΑΣ Ή ΝΕΡΟΚΟΠΟΣ
Ο γνωστός ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης συνήθιζε να
μεταφέρει νερό στα λίγα τότε σπίτια του Αμαρουσίου. Το
επάγγελμά του ήταν νερουλάς και έπρεπε να
προμηθεύει με νερό την σταθερή του πελατεία.
Τον πρώτο καρό η μεταφορά του νερού γινόταν με
τενεκέδες ή μπακιρένια γκιούμια. Ο νερουλάς γέμιζε
τους τενεκέδες από την κεντρική βρύση, τους έδενε
έπειτα σ’ ένα γυρτό ξύλο και τους κουβαλούσε στον
ώμο. Ήταν δε στους δρόμους από το πρωί ως το
βράδυ, αφού για να εξυπηρετήσει όλη του την πελατεία
έκανε αμέτρητα δρομολόγια.
34. ΝΕΡΟΥΛΑΣ Ή ΝΕΡΟΚΟΠΟΣ
Με τον καιρό βέβαια που οι ανάγκες
πολλαπλασιάστηκαν, το νερό κουβαλούσε κάποιο ζώο,
γαϊδούρι ή μουλάρι, το οποίο φόρτωνε με μεγάλα
ξύλινα βαρέλια των 30 περίπου οκάδων.
Στα βαρέλια υπήρχε και μια κάνουλα από την οποία
γέμιζαν οι κανάτες του κάθε σπιτιού. Δεν έλειπαν
βέβαια και οι νερουλάδες με τις βοϊδάμαξες, στις
οποίες μετέφεραν βαρέλια των 100 οκάδων,
πουλώντας το νερό με τον κουβά για οικιακή κυρίως
χρήση.
37. ΓΑΛΑΤΑΣ
Ο γαλατάς ήταν επάγγελμα πλανόδιου μικροπωλητή
παλαιότερων εποχών, που διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές
του 20ού αιώνα.
Ο γαλατάς ήταν ο πρώτος πλανόδιος μικροπωλητής της
ημέρας. Φόρτωνε τα γκιούμια του με το φρέσκο γάλα
πάνω στο γαϊδουράκι και ξεκινούσε πολύ πρωί.
Το γάλα αυτό, υποχρεωτικά οι νοικοκυρές έπρεπε να το
βράσουν καλά, γιατί μπορούσε να προκαλέσει πυρετό.
Στην αρχή της δεκαετίας του 1960 η διάθεση του
γάλακτος άρχισε να γίνεται σε γυάλινες φιάλες που
διανέμονταν παστεριωμένο γάλα, κάθε πρωί στις
διάφορες γειτονιές με διάφορα μέσα, ποδήλατα ή
τρίκυκλες μοτοσικλέτες.
38. ΓΑΛΑΤΑΣ
Όμως, μετά από μια σειρά αγορανομικών
διατάξεων στη δεκαετία του 1970, απαγορεύθηκε
και ο τρόπος αυτός, της πλανόδιας διάθεσης,
προκειμένου να διασφαλισθεί περισσότερο η
ποιότητα και η υγειονομική ασφάλεια των προς
διάθεση γαλακτοκομικών προϊόντων με περιορισμό
τόσο στο χρόνο της διάθεσης, (ημερομηνία λήξης),
όσο και από συγκεκριμένα μόνο καταστήματα που
είναι εφοδιασμένα με κατάλληλα ψυκτικά μέσα.
Έτσι, το επάγγελμα του γαλατά πέρασε στην
Ιστορία...
40. ΠΑΓΩΤΑΤΖΗΣ
Ο παγωτατζής με το άσπρο καπελάκι και την άσπρη
ποδιά του ήταν γραφικός, ευχάριστος, και ο πιο
αγαπημένος πλανόδιος μικροπωλητής για τα παιδιά.
Την πρώτη εμφάνισή του την έκανε την Άνοιξη, τις μέρες
του Πάσχα, και σταματούσε το φθινόπωρο με την
εμφάνιση των καστανάδων, αν και οι περισσότεροι από
αυτούς ήταν οι ίδιοι, διότι έκαναν παράλληλα και
δεύτερο εποχιακό επάγγελμα.
Το παλιό καροτσάκι του παγωτατζή ήταν σωστό
κομψοτέχνημα , με το ωραίο σκέπαστρο, τις
παραστατικές ζωγραφιές και τα διάφορα σχέδια που
κοσμούσαν τις πλευρές του. Με το τρίτροχο ποδήλατο ή
το μηχανοκίνητο καροτσάκι έκανε την εμφάνισή του και
διαλαλούσε το παγωτό του όπου σύχναζε πολύς
κόσμος.
42. ΚΑΣΤΑΝΑΣ
Ο καστανάς ήταν εποχιακό επάγγελμα. Ξεκινούσε
τη δουλειά του στις αρχές του φθινοπώρου και δούλευε
μέχρι το τέλος του χειμώνα. Είναι από τα λίγα
παραδοσιακά επαγγέλματα που δεν τα εξαφάνισε ο
χρόνος και η «εξέλιξη».
Η φουφού (φορητό μαγκάλι) ήταν τσίγκινη και
στρογγυλή, χωρισμένη συνήθως σε τρία μέρη, όπου
τοποθετούσε κατά μέγεθος τα κάστανα. Κάθε μέγεθος
και διαφορετική τιμή. Μέχρι να πυρώσει η φωτιά,
χαράκωνε μ' ένα μαχαίρι τα κάστανα και ύστερα τα
'ριχνε στη φουφού να ψηθούν.
Μόλις άρχιζαν να σκάζουν τα κάστανα, έπιανε τη μασιά
(είδος τσιμπίδας) και τα γύριζε από την άλλη μεριά.
Αφού ψήνονταν κι από την άλλη, τα απομάκρυνε από τη
φουφού.
44. ΘΥΡΩΡΟΣ
Ο θυρωρός ήταν το πρόσωπο που είχε το καθήκον να
βρίσκεται στην είσοδο της πολυκατοικίας ή ενός
μεγάλου κτιρίου, για να επιτηρεί ποιος μπαίνει σε αυτό
ή και να δίνει πληροφορίες στους επισκέπτες καθώς και
να έχει τη γενική επίβλεψη του κτηρίου.
Ο θυρωρός σταμάτησε να υπάρχει στα τέλη της
δεκαετίας του 1970 και το μόνο που απέμεινε για να τον
θυμόμαστε είναι τα άδεια θυρωρεία στις εισόδους των
παλιών πολυκατοικιών και φυσικά η ταινία του Θανάση
Βέγγου «Ο Παπατρέχας», όπου κάνει τα πάντα ως
θυρωρός, προκειμένου να εξοικονομήσει τα προς το
ζην αλλά και να παντρέψει τις αδελφές του!
46. ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΠΩΛΗΣ
΄΄Εφημερίδες , εφημερίδες, έκτακτο παράρτημα…"
έλεγαν οι πλανόδιοι εφημεριδοπώλες που
περιφέρονταν στους δρόμους διατυμπανίζοντας τα
νέα της ημέρας.
Παραλάμβαναν τις εφημερίδες από τα Πρακτορεία
Διανομής Τύπου και προωθούσαν την καθημερινή
κυκλοφορία του ελληνικού τύπου περπατώντας
στους κεντρικούς δρόμους της πόλης το. Εκτός από
τους περαστικούς έκανε και την διανομή στα σπίτια,
που αποτελούσαν και τους μόνιμους πελάτες του.
48. ΕΙΣΠΡΑΚΤΟΡΑΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
Κάποια χρόνια πριν υπήρχε περίπτωση σε κάποια
απομακρυσμένη γραμμή λεωφορείου της
συμπρωτεύουσας να συναντήσει κανείς την γνωστή
ούρα που σχηματιζόταν κατά την είσοδο λόγω του
εισπράκτορα.
Καθισμένος συνήθως σε ειδικά διαμορφωμένη θέση
στο πίσω μέρος του λεωφορείου, έκοβε κατά την είσοδο
των επιβατών τα εισιτήρια, ανήγγειλε τις στάσεις των
λεωφορείων ή συνέβαλε στο ανεβοκατέβασμα των
επιβατών, δίνοντας οδηγίες.
Όταν η θέση θεωρήθηκε ασύμφορη, υπουργικές ή
συντεχνιακές αποφάσεις σταμάτησαν τις προσλήψεις
και εκείνοι που δεν συνταξιοδοτήθηκαν αναβαθμίστηκαν
σε οδηγούς και ελεγκτές.