2. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας τα τελευταία πενήντα χρόνια έχει
επηρεάσει τη ζωή μας σε κάθε επίπεδο. Η μουσική δεν θα μπορούσε
να αποτελεί εξαίρεση.
Συμβαδίζοντας με τις εξελίξεις η μουσική τεχνολογία αναπτύσσεται
και εξελίσσεται με ταχύτατο ρυθμό προσπαθώντας να καλύψει τις
ολοένα αυξανόμενες ανάγκες και απαιτήσεις της εποχής.
Η δυνατότητα ηχογράφησης είναι ίσως η μεγαλύτερη συμβολή της
τεχνολογίας στη μουσική βιομηχανία
4. Η πρώτη στην ιστορία συσκευή
που μπορούσε να καταγράψει τα
ηχητικά κύματα, δημιουργήθηκε το
1857 από τον Édouard-Léon Scott
και ονομαζόταν φωνοαυτογράφος.
Ήταν μια συσκευή που είχε την
ικανότητα να καταγράφει ηχητικό
κύμα, αλλά όχι να το αναπαράγει.
Η έξοδος του ήταν ένα χαρτί ενδεδυμένο με αιθάλη, τυλιγμένο
σεκύλινδρο, το οποία απλά αναπαριστούσε το το ηχητικό κύμα.
Μια βελόνα, χάραζε πάνω στην αιθάλη, κινούμενη απ’ τους κραδασμούς
μιας διαφραγματικής μεμβράνης .
5. Το 1877, ένας άλλος εφευρέτης, ο Κάρολος Κρος, σκέφτηκε
να αντιστρέψει τη διαδικασία του φωναυτογράφου, έτσι
ώστε να καταφέρει να παράγει ηχητικό κύμα
χρησιμοποιώντας έναν κύλινδρο φωναυτογράφου, απ’ τον
οποίον μέσω της μεθόδου της φωτοαντιγραφής, αντέγραψε
τα ίχνη της βελόνας σε αυλάκια πάνω σε μια μεταλλική
πλάκα.
Τα αυλάκια θα καθοδηγούσαν την βελόνα, η οποία θα ήταν
συνδεδεμένη με το διάφραγμα και θα έστελνε ξανά ηχητικό
κύμα στον αέρα. Τελικά το εγχείρημα ολοκληρώθηκε μόλις
το
1887 από έναν άλλον εφευρέτη, τον Αιμίλιο Μπερλινέρ.
6. Κατασκευασμένος με βάση το
φωναυτογράφο, ο φωνογράφος
τελειοποιήθηκε από τον
Τόμας Έντισον το 1878.
Σχηματίζονταν αυλάκια το
βάθος των οποίων καθοριζόταν
από την πίεση του αέρα λόγω του
ηχητικού κύματος.
Xαραγμένα πάνω σε έναν κύλινδρο
επικαλυμμένο με κερί ή άλλο παρόμοιο
υλικό καθοδηγούσαν μια βελόνα η οποία
κατέληγε σε ένα παλλόμενο διάφραγμα.
7. Μετά με μηχανικά μέσα
το ηχητικό κύμα ενισχυόταν
και διαδίδετο στον αέρα.
Η παραγωγή όμως των κυλίνδρων
φωνογράφου δεν μπορούσε να
γίνει μαζικά, καθώς από κάθε
πρωτότυπο μπορούσαν να
κατασκευαστούν μόλις
25 αντίτυπα.
Έτσι η συσκευή και γενικά η αναπαραγωγή
ήχου με τη χρήση κυλίνδρου δεν γνώρισε
ιδιαίτερη επιτυχία, και σταμάτησε μετά το
1929.
8. Επανάσταση ήρθε να φέρει το
γραμμόφωνο. Η κοσμοϊστορικής σημασίας
συσκευή ‘διάβαζε’ δίσκους κι όχι
κυλίνδρους.
Το στίγμα πάνω στο δίσκο χαρασσόταν όχι
εις βάθος αυτή τη φορά, αλλά εις πλάτος.
Και το γραμμόφωνο οραματίστηκε και
κατασκεύασε ο Αιμίλιος Μπερλινέρ.
Οι δίσκοι περιστρέφονταν με 78 στροφές
το λεπτό αρχικά, αργότερα 45 ή και 33
και
ακόμη και 16 για κάποιους λίγους δίσκους.
10. Η εξέλιξη του γραμμοφώνου είναι το σύγχρονο πικάπ το οποίο
αναπαράγει δίσκους βινυλίου .
Διαθέτει ειδικούς μηχανισμούς σταθεροποίησης της
περιστροφής και ρύθμισης της πίεσης της βελόνας πάνω στον
δίσκο.
Οι λάτρεις της υψηλής πιστότητας ( hi fi ) ισχυρίζονται ότι τα
ψηδιακά cd δεν μπορούν να συγκριθούν με τους αναλογικούς
δίσκους
11. Ως αρχή και ιδέα η μαγνητική
ηχογράφηση εμφανίστηκε
το 1898 από τον Βαλντεμάρ
Πούλσεν.
Η ηχογράφηση με μαγνητικό
καλώδιο και αργότερα μαγνητική
ταινία γινόταν με την ροή ενός
μαγνητικού υλικού πίσω από μια
κεφαλή ηχογράφησης με σταθερή
ταχύτητα.
Η κεφαλή τροφοδοτείται με
ηλεκτρικό σήμα ανάλογο του
ηχητικού κύματος που πρόκειται να
ηχογραφηθεί .
12. Για την ευρεία χρήση της
μεθόδου αυτής όμως,
χρειάστηκε η δημιουργία ενός
μέσου ηχογράφησης
εύχρηστου και οικονομικού.
Τελικά, αυτό το μέσο
αποτέλεσε η γνωστή
μαγνητική ταινία.
Για πρώτη φορά μαγνητική
ταινία παρουσίασε το 1935 η
γνωστή εταιρεία AEG, την Κ1.
13. Εξέλιξη της μαγνητικής ταινίας αποτελεί η
συμπαγής κασσέτα που αποτελείται από μια
πλαστική θήκη μικρών διαστάσεων, μέσα
στην οποία βρίσκεται μαγνητική ταινία στην
οποία εγγράφονται οι ηχητικές πληροφορίες
14. Η κασέτα είναι σχεδιασμένη να λειτουργεί με
τύλιγμα/ξετύλιγμα της μαγνητικής ταινίας σε
μικρές ενσωματωμένες μπομπίνες και να
τοποθετείται σε κασετόφωνο που είναι
εξοπλισμένο με κεφαλή ανάγνωσης
15. Η συνεργασία Philips και Sony δημιούργησε το 1979 τον οπτικό δίσκο ή
Compact Disk ή CD .
Οι δίσκοι CD, έχουν διάμετρο 12 cm και πάχος 1,2mm και
αποτελούνται, κατά σειρά, από ένα διάφανο πολυκαρβονικό υλικό, το
οποίο διαπερνάει η ακτίνα laser, από μία επίστρωση αλουμινίου που
είναι ειδικά διαμορφωμένη με προεξοχές και εσοχές. Μία προεξοχή
είναι το δυαδικό 1 και μία εσοχή αποτελεί το δυαδικό 0 . Aπό αυτή την
επίστρωση, η ακτίνα laser διαβάζει τα δεδομένα .
Επίσης, αποτελείται από μία στρώση ακρυλικού υλικού και μία στρώση
από ειδικό πλαστικό που αποτελεί την ετικέτα, και προστατεύει το cd .
Σε κάθε cd μπορούν να εγγραφούν 74 λεπτά μουσικής .
17. Η ιστορία του ραδιοφώνου
αρχίζει το 1887, όταν ο Hertz
απέδειξε πρώτος τη φυσική
ύπαρξη των ραδιοκυμάτων .
Το 1894 έγινε από τον Dodge
στην Αγγλία η πρώτη δημόσια
επίδειξη ότι τα ραδιοκύματα
μπορούσαν να μεταφέρουν
μηνύματα σε αποστάσεις
μερικών εκατοντάδων
μέτρων
18. Το 1895 ο Marconi έκανε
πρώτος επίδειξη
ραδιοφωνικής επικοινωνίας
στο Λονδίνο, σε μια
απόσταση περισσότερο
από 2km.
H πιο συναρπαστική
επίδειξή του ήταν το 1901
όταν απέδειξε ότι
μπορούσαν να σταλούν
ραδιοφωνικά μηνύματα σε
μια απόσταση 3200 km
περίπου.
19. Το πρώτο αμερικάνικο ραδιοφωνικό
πρόγραμμα μεταδόθηκε την παραμονή των
Χριστουγένων του 1906.
Στην Αγγλία, η πρώτη επιτυχημένη εκπομπή
φωνής έγινε το 1919. Το γνωστό BBC ,
άρχισε μεταδόσεις το 1922, με τρεις
σταθμούς .
Στην Ολλανδία οι τακτικές εκπομπές άρχισαν
το 1919 , στον Καναδά το 1920, στο Παρίσι το
1921 στην Αυστραλία το 1923 και στην Ινδία
το 1927.
20. Ο αριθμός των ραδιοφωνικών
σταθμών αυξήθηκε σε όλο τον
κόσμο από 600 περίπου
(κατά το τέλος του 1925),
σε 1300 το 1935, ενώ υπήρχαν
τουλάχιστο 10.000 σταθμοί
στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Η χρυσή εποχή του ραδιοφώνου κράτησε
λίγο περισσότερο από 30 χρόνια –από το
1925 έως το 1956 , οπότε η τηλεόραση
μετέτρεψε τους ακροατές σε τηλεθεατές .
21. Στην Ελλάδα το 1923 άρχισε μια
προσπάθεια εγκατάστασης
ραδιοφωνικού πομπού.
Ο πρώτος ραδιοφωνικός
σταθμός εξέπεμψε στη
Θεσσαλονίκη το 1928 με
ιδιωτική πρωτοβουλία .
Ο πρώτος εθνικός ραδιοφωνικός σταθμός
λειτούργησε στην Αθήνα το 1938 .
Το 1945 ιδρύθηκε το Εθνικό Ίδρυμα
Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.) Την τελευταία εικοσαετία
του 20ου
αιώνα εκσυγχρονίστηκε ο θεσμός της
ραδιοφωνίας.
23. Οι μεγάλες αλλαγές που συνέβησαν στον 20ο αιώνα και κυρίως οι
μεγάλες ανακαλύψεις σε πολλούς τομείς της τεχνολογίας ,
έδωσαν στους συνθέτες τη δυνατότητα να αφομοιώνουν και να
επεξεργάζονται οποιαδήποτε στοιχεία, γρηγορότερα και
καλύτερα.
Οι γενικότερες ανακατατάξεις είχαν αντίκτυπο και στην
τονικότητα, στην αρμονία, στο ρυθμό, στα ηχοχρώματα και στο
ύφος της μουσικής. Η μουσική του 20ου αιώνα χαρακτηρίζεται
από μια απέχθεια για οτιδήποτε πομπώδες και υπερβολικό
χαρακτήριζε τη ρομαντική μουσική και προσπαθεί να είναι πιο
κοντά στις καθημερινές αγωνίες του ανθρώπου.
Από τον Ντεμπυσσί (μουσικός Ιμπρεσιονισμός) και ύστερα, οι
διάφοροι συνθέτες παύουν να στηρίζονται αποκλειστικά στις
ελάσσονες και μείζονες κλίμακες και χρησιμοποιούν πολλές νέες
όπως π.χ τις αρχαίες ελληνικές, τις βυζαντινές, την
πεντάφθογγη.
24. Επίσης η μουσική του νέου
αιώνα χαρακτηρίζεται και
από την απελευθέρωση της
τυραννίας του μέτρου αλλά
και από μεγάλες
ανακατατάξεις στον τομέα
της αρμονίας. Αλλά και στην
μορφή δεν υπάρχει τίποτα το
περιττό. Τα έγχορδα παύουν
να έχουν τον
πρωταγωνιστικό ρόλο ,
εισάγονται στην ορχήστρα
νέα μουσικά όργανα, κυρίως
κρουστά και επίσης
εισάγεται η χρήση της
ανθρώπινης φωνής.
Ντε
25. Ορισμένοι συνθέτες, όπως ο Άλμπαν Μπεργκ και ο Ίγκορ
Στραβίνσκι, θέλουν να γυρίσουν σελίδα και να απαλλαγούν από
τον τρόπο έκφρασης του Ρομαντισμού.
Άλλοι, όπως ο Κλωντ Ντεμπυσσύ επηρεάζονται από την
παραδοσιακή μουσική ασιατικών πολιτισμών. Σε άλλους, όπως ο
Σεργκέι Προκόφιεφ και ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς, το σοβιετικό
καθεστώς επιβάλλει πως θα γράφουν.
Κάποιοι άλλοι, όπως ο Κουρτ Βάιλ, συνθέτουν αντιδρώντας στο
ναζιστικό καθεστώς. Στην ανατολική Ευρώπη εμφανίζονται
αρκετοί συνθέτες, όπως ο Τσέχος Λέος Γιάνατσεκ και ο Ούγγρος
Μπέλα Μπάρτοκ.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όλο και περισσότεροι αμερικανοί
συνθέτες, όπως ο Φίλιπ Γκλας και ο Τζον Άνταμς, ασχολούνται με
την όπερα.
26. Με τον όρο τζαζ αναφερόμαστε στο μουσικό είδος που αποτέλεσε
εξέλιξη της λαϊκής αμερικανικής μουσικής κατά τον 19ο αιώνα, με
αφρικανικές καταβολές. Περιλαμβάνει αρκετά μουσικά είδη που
στηρίχτηκαν σε ένα κοινό σκεπτικό κατασκευής, τον μερικό ή και
ολικό αυτοσχεδιασμό.
Γνώρισε σημαντική ανάπτυξη και διεθνή αναγνωρισιμότητα
κατά τη δεκαετία του 1920.
Αν και υπάρχει μεγάλη δυσκολία να οριστεί η Τζαζ στο σύνολό
της, ένας ορισμός που διευκρινίζει εν μέρει το περιεχόμενό της
είναι ότι πρόκειται για μία μουσική στην οποία ο μουσικός εκτελεί
μελωδικές παραλλαγές πάνω σε μία δεδομένη αρμονική βάση και
αυτό σε διάλογο με τον ρυθμικό παλμό.
Ένας σημαντικός συνθέτης
της Τζαζ, ο Τελόνιους Μονκ
είχε πει:
"Η Τζαζ είναι Ελευθερία".
27. H Folk (δηλαδή λαϊκή ) μουσική
περιλαμβάνει τόσο την παραδοσιακή
μουσική όσο και το είδος που
εξελίχθηκε κατά τη διάρκεια του 20ού
αιώνα την αναβίωση της Folk .
Ορισμένοι τύποι της Folk ονομάζονται
επίσης και world music (παγκόσμια
μουσική ) . Είναι αντίθετη με το
εμπορικό και κλασικό στυλ.
Ξεκινώντας στα μέσα του 20ου αιώνα,
μια νέα μορφή η Pop Folk μουσική
εξελίχθηκε από τη Folk. Οι πιο
γνωστοί ερμηνευτές είναι ο Woodie
Guthry τη δεκαετία του 30 , ο Johnny
Cash to 50 και οι Βοb Dylan και Joan
Baez το 60 .
Βοb Dylan
28.
Το μπούγκι είναι ένα είδος τζαζ μουσικής που είχε σημαντική
απήχηση περίπου τη δεκαετία του 1940.
Η φόρμα του μπούγκι χαρακτηρίζεται συνήθως από έναν γρήγορο
και επαναλαμβανόμενο ρυθμό και ενώ στην αρχή της εμφάνισής
του εμφανίστηκε σαν ένα στυλ για σόλο πιάνο, αργότερα
επεκτάθηκε με την χρήση πρόσθετων οργάνων ή μεγάλης
ορχήστρας.
Από πολλούς θεωρείται πως το μπούγκι αποτέλεσε τη βάση του
ροκ εν ρολ.
29. Το ροκ εντ ρολ είναι είδος μουσικής
που αναπτύχθηκε στις Ηνωμένες
Πολιτείες της Αμερικής περί τα τέλη της
δεκαετίας του 1940 και γνώρισε
μεγαλύτερη άνθιση κατά τη δεκαετία
του 1950.
Ως μουσικός όρος χρησιμοποιήθηκε για
πρώτη φορά από τον παραγωγό Άλαν
Φριντ προκειμένου να περιγράψει τη
μουσική που έπαιζε στο ραδιόφωνο, ένα
μίγμα μπλουζ και κάντρι μουσικής.
Σημαντικοί εκπρόσωποι του είδους
θεωρούνται οι ΜπιλΧάλεϊ , Φατς Ντόμινο
, Λιτλ Ρίτσαρντ , Τσακ Μπέρι και Έλβις
Πρίσλεϊ
Έλβις Πρίσλεϊ
30. Ο όρος ροκ στη μουσική, χρησιμοποιείται
για να περιγράψει τα είδη που προέκυψαν
από την εξέλιξη του είδους του Ροκ εντ
Ρολ. Η μουσική ροκ αποτελεί ένα είδος
δημοφιλούς μουσικής που χαρακτηρίζεται
συνήθως από έντονο ρυθμό και από
μελωδία φωνητικών η οποία συνοδεύεται
συνήθως από ηλεκτρικές κιθάρες,
ηλεκτρικό μπάσο και ντραμς.
Πολλές φορές χρησιμοποιούνται και πιάνο
ή συνθεσάιζερ.
Εμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην Αμερική και είχε
ως βάση την τεχνοτροπία του rock and roll των αφροαμερικάνων , και
την country μουσική.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, εμφανίζεται το ψυχεδελικό ροκ, που
φέρει στοιχεία από μουσικές της ανατολής. Στη δεκαετία του 1970, το
ροκ υποσκελίστηκε από την επικράτηση της ντίσκο που αποτελούσε
ένα μείγμα σόουλ, φανκ και λάτιν μουσικής και δέχτηκε επιρροές από τα
είδη αυτά. Παράλληλα, δημιουργούνται τα υποείδη σοφτ ροκ,
προγκρέσιβ ροκ, πανκ ροκ χέβι μέταλ και χαρντ ροκ .
31. Στη Ραπ χρησιμοποιούνται
δείγματα και στοιχεία από όλα τα
είδη μουσικής.
Η σύνθεση γίνεται κατά κύριο λόγο
ηλεκτρονικά, ενώ σπανιότερα
γίνεται και χρήση μουσικών
οργάνων.
Σκοπός της ύπαρξης της ηχητικής
υπόκρουσης στο τραγούδι, είναι
περισσότερο να δώσει έναν ρυθμό
πάνω στον οποίο θα κινηθούν οι
ρίμες του ράπερ παρά να δώσει
αισθητική ευχαρίστηση στον
ακροατή.
Εμινεμ
32. Η επτανησιακή καντάδα ήταν μια μορφή αστικού τραγουδιού, που
χρησιμοποίησε την ανθρώπινη φωνή και τον στίχο προκειμένου
να εκφράσει συναισθήματα
Μετά την ένωση των Επτανήσων (1864) ένα πλήθος μουσικών
μετακόμισαν από τα Ιόνια νησιά στην Αθήνα όπου άνοιξαν τα
πρώτα Ωδεία. Μαζί με τις θεωρητικές τους γνώσεις μετέφεραν την
αγάπη για την όπερα και για την καντάδα. Η επτανησιακή
καντάδα τελικά θα επηρεάσει τα Αθηναϊκά αστικά τραγούδια και
τότε θα γεννηθεί η αθηναϊκή καντάδα.
Παράλληλα οι επιρροές από την όπερα και την οπερέτα
δημιούργησαν το ελαφρό τραγούδι συνθέτες όπως ο Γιάννης
Σπάρτακος, ο Γιώργος Μουζάκης, ο Αττίκ , ο Τάκης Μωράκης, ο
Κώστας Γιαννίδης, ο Μιχάλης Σουγιούλ.
33. Ρεμπέτικο ονομάζεται το Ελληνικό αστικό
λαϊκό τραγούδι που εμφανίστηκε στα τέλη
του 19ου αιώνα και απέκτησε τη γνώριμη
μορφή του, περίπου μέχρι την 3η δεκαετία
του 20ου αιώνα.
Η μουσική αυτή εξελίχθηκε κυρίως στα
λιμάνια (Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Βόλο) και
στη συνέχεια πέρασε και σε άλλα αστικά
κέντρα.
Η πιθανότερη προέλευση του όρου
«ρεμπέτικο» είναι από τον τούρκικο όρο
"ρεμπέτ" , που σημαίνει υπόκοσμος. Στις
αρχές του 1900 τα ρεμπέτικα
αποτελούσαν το λαϊκό τραγούδι των
φτωχών συνοικιών των κυριότερων
πόλεων.
Μετά το 1922 με την άφιξη των
προσφύγων έγινε μίξη των τραγουδιών με
εκείνα της Μικράς Ασίας και του Βοσπόρου
Μ. Βαμβακάρης
34. Μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς το ρεμπέτικο
καταξιώνεται σαν λαϊκή μουσική ευρείας αποδοχής, ενώ μέχρι
τα μέσα της δεκαετίας του 50 δίνει τη θέση του σε μια νέα
μορφή, στο λεγόμενο αρχοντορεμπέτικο .
Στη δεκαετία του 1960 αρχίζει η πρώτη αναβίωση του
ρεμπέτικου, οπότε ηχογραφούνται ξανά παλαιότερες επιτυχίες
ενώ γίνονται και νέες ηχογραφήσεις.
Από το 1944 ο Νίκος Σκαλκώτας εισάγει τη ρεμπέτικη μουσική
στην Ελληνική συμφωνική δημιουργία.
Μερικοί από τους σπουδαιότερους δημιουργούς της ρεμπέτικης
μουσικής είναι ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο
Μπαγιαντέρας , ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Στέλιος
Καζαντζίδης η Σωτηρία Μπέλλου, ο Μανώλης Χιώτης
35. Προς το τέλος της δεκαετίας του
1950 δυο συνθέτες οι Μάνος
Χατζιδάκις και Μίκης Θεοδωράκης
έχοντας πλέον ωριμάσει συνθετικά
έκαναν αισθητή την παρουσία τους.
Κοινό τους χαρακτηριστικό ήταν ότι
επηρεάζονταν από τη δυτική λόγια
μουσική που είχαν και οι δυο
σπουδάσει, αλλά και από τη λαϊκή
μουσική, την οποία ερευνούσαν και
προσάρμοζαν στις συνθέσεις τους.
Οι δυο αυτοί συνθέτες για πρώτη
φορά, παντρεύοντας τη δυτική με
την ελληνική λαϊκή μουσική,
μελοποίησαν όχι μόνο στίχους
γραμμένους ειδικά για τον σκοπό
αυτό, αλλά και ποιήματα
καταξιωμένων ποιητών .
Μίκης Θεοδωράκης
Μάνος Χατζιδάκις
36. Έτσι διαμορφώθηκε ένα νέο είδος
τραγουδιού το λεγόμενο «έντεχνο».
Η νέα αυτή τάση ακολουθήθηκε και
από πολλούς άλλους συνθέτες
όπως:
Μίμης Πλέσσας , Λουκιανός
Κηλαηδόνης , Δήμος Μούτσης ,
Σταύρος Ξαρχάκος , Γιάννης
Μαρκόπουλος , Διονύσης
Σαββόπουλος , Μάνος Λοΐζος .
Μάνος Λοΐζος
Δ. Σαββόπουλος
Σ. Ξαρχάκος
38. Με την ανακάλυψη των μέσων ηχογράφησης και αναπαραγωγής
και αργότερα του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης , κάποιος
μπορούσε να ακούσει μουσική στο σπίτι του .
Παράλληλα η μουσική ακουγόταν ζωντανά :
Η κλασσική μουσική και η όπερα σε μεγάλα θέατρα ή μουσικές
σκηνές
Η Τζαζ σε μικρά κλαμπ και μπάρ .
Η Ροκ μουσική σε συναυλίες στα μεγάλα γήπεδα ή άλλους
ανοιχτούς χώρους .
Το ρεμπέτικο σε ταβέρνες ή λαικά κέντρα .
Το έντεχνο σε συναυλίες σε μεγάλους χώρους η γήπεδα καθώς
και σε μικρούς χώρους , τις μπουάτ .