Περιγραφή μιας καλοκαιρινής βόλτας Λιαταναίων πριν το 1960 στο Δήλεσι για να απολαύσουν τη θάλασσα. Η διαδρομή με τα ζώα από τον Άγιο Θωμά στο Δήλεσι διαρκούσε πλέον των δύο ωρών.
Η Δυναστεία των Παλαιολόγων - Βυζαντινή Αυτοκρατορία
Καλοκαιρινά Μπάνια στο Δήλεσι
1. Μια Κυριακή στο Δήλεσι
(από τη συλλογή Ιστορίες της Λιάτανης που ακροβατούν ανάμεσα στον
μύθο και την πραγματικότητα)
ίγο πριν το 1960 τ' αυτοκίνητα ελάχιστα στο χωριό μας, όπως και
τα τρακτέρ. Το πιο σίγουρο μέσο μετακίνησης τα ζώα,
γαϊδουράκια, μουλάρια και άλογα. Αυτό όμως δεν ήταν εμπόδιο
για κανέναν.
Το καλοκαίρι εκείνο, αφού είχαν τελειώσει οι δουλειές στα χωράφια: το
θέρος, τα ρεβίθια, οι πατάτες και ότι άλλο είχε ο καθένας, οργάνωναν
ημερήσιες αποδράσεις. Μια μικρή εκδρομή ως τη θάλασσα ήταν το
ιδανικό.
Το σύνθημα δόθηκε στην γειτονιά και οι κυρές άρχισαν τις ετοιμασίες
από βραδύς, ενώ οι άντρες κανόνισαν το φόρτωμα και την τροφή των
ζωντανών.
Ξεκίνησαν σχεδόν αξημέρωτα, πριν ακόμη βγει ο ήλιος. Ο Μήτσος με
την Τούλια και τις δύο κόρες του, ο Τάκης με την Τσίνα, την μικρή Κούλα
και τις τρεις ανιψιές του, ο Αλέκος με την Μαρία, το μικρό Κωστάκη και
την Δημητρούλα, η Μαριγούλα με την Γιωργίτσα και ο Κίτσος με την
Ντίνα και τ αγόρια τους.
Έβαλαν τα παιδιά πάνω στα ζώα. Άλλα στο σαμάρι, άλλα στα καπούλια
και οι μεγάλοι με τα πόδια. Ξεκίνησαν κάνοντας το σταυρό, με κέφι,
χαρά και λαχτάρα για την θάλασσα και την δροσιά της.
Η ξέγνοιαστη μέρα που πρόσμεναν έδωσε ζωηράδα στα πόδια. Η
μεγάλη αυτή παρέα κατηφόρισε προς το κάμπο και το ποτάμι, ανέβηκε
στο Μαδαρό, διέσχισε το δρόμο ανάμεσα στην Οινόη και Οινόφυτα ,
όπου σήμερα είναι η βιομηχανική ζώνη και έφτασε στην διασταύρωση
για το Δήλεσι, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το ξωκλήσι της Οινόης,
αφιερωμένο στην η Αγία Παρασκευή.
Ο αέρας άλλαξε μυρωδιά και κατάλαβαν όλοι ότι κοντεύουν. Τα παιδιά
σ’ όλη τη διαδρομή τιτίβιζαν σαν μικρά χελιδόνια. Η παρέα ένα
χαρούμενο μελίσσι με αστεία και θύμισες των μεγάλων από τα παιδικά
τους χρόνια και τα μπάνια τους στον Ασωπό.
Λ
2. Λίγο πιο κάτω από την διασταύρωση απλώθηκαν μπροστά τους τα
χωράφια και μετά τα πεύκα που κυλούσαν ως τη θάλασσα. Μετά από
δύο και πλέον ώρες αντίκρισαν την μαγευτική εικόνα στο Δήλεσι, την
σημερινή παραλία της Πλάκας.
Δένουν πρώτα τα ζώα στον ίσκιο φροντίζοντας την τροφή και το νερό
τους και κατασκηνώνουν πιο κοντά στη θάλασσα, ανάμεσα στα πεύκα
και τους μεγάλους αμμόλοφους.
Οι γυναίκες στρώνουν πρόχειρα τις κουρελούδες που είχαν πάρει μαζί
τους. Η σκιά των πεύκων απολαυστική. Η αύρα της θάλασσας, ίδια
σειρήνα, τους καλεί στην αγκάλη της. Εικόνες ίδιες του τότε και του
τώρα. Παιδικές φιγούρες παντού να ουρλιάζουν από τη χαρά τους
βουτώντας στη θάλασσα. Μικρά, τα περισσότερα ξεβράκωτα, να κλαίνε
φοβισμένα. Και φυσικά οι ελληνίδες μανάδες να φωνάζουν μ' εκείνο το
ύφος που δεν το αλλάζει ο χρόνος και δεν ξεχνάει κανένα παιδί.
- να προσέχετε! Το νου σας! Είναι βαθιά. Μην πάτε πιο μέσα.
Οι άντρες συνήθως ξάπλωσαν στα στρωσίδια για λίγη ξεκούραση και
άφηναν τις γυναίκες ν αναλάβουν δράση.
Με αυτά και με τούτα έφτανε το μεσημέρι. Ήταν η ώρα ν ανοίξουν τα
ταγάρια. Ψωμί, ελιές, τυρί, ντομάτες από το περιβόλι και καμία πίτα
ήταν το πλούσιο μενού της ημέρας, χωρίς να λείπει φυσικά το κρασάκι
για τους άντρες της συντροφιάς. Μετά το χορταστικό φαγητό, πήραν
όλοι έναν υπνάκο. Γλυκό το νανούρισμα του νερού που ψιθυρίζει και
ξελογιάζει το νου.
Πώς κυλάει ο χρόνος όταν περνάς ωραία;
Έτσι έφτασε το απόγευμα και ώρα για το τελευταίο μπάνιο πριν την
αναχώρηση. Η Μαρία προσπαθεί να πείσει το μικρό Κωστάκη και την
Δημητρούλα να μπουν πάλι στη θάλασσα, όμως εκείνα ακόμη
φοβισμένα αρχίζουν να κλαίνε και να τσιρίζουν. Ο Αλέκος ξυπνάει με τις
φωνές από το λήθαργο του ύπνου- είχε βοηθήσει και το κρασάκι-
βλέπει την Μαρία που προσπαθεί να πείσει τα παιδιά και της φωνάζει:
3. - φτάνει μο'ι' Μαρίε βγήκε η βρώμα τώρα.
- τάρτε γκιε βρε λάη γι' αυτό ήρθαμε; του απάντησε και όλοι ξέσπασαν
σε γέλια!!!
Καθώς ο ήλιος έγερνε αργά προς την Δύση, η παρέα πήρε το δρόμο της
επιστροφής. Τα παιδιά πάνω στα ζώα κουρασμένα και λιγότερο
ομιλητικά τώρα.
Άρχισε να νυχτώνει όταν αντίκρισαν τα πρώτα σπίτια του χωριού. Ο
Γιωργάκης, ένα από τα αγόρια, ανακάθισε πάνω στο μουλάρι, καθώς
θυμήθηκε κάτι που είχε πει ο δάσκαλος του.
- σήμερα πήραμε αρκετό ιώδιο. λέει με περισπούδαστο ύφος.
- δεν το χρειαζόμαστε μανάρα. Δεν χτύπησε κανένας, είπε η Τσίνα και
όλοι ξέσπασαν σε γέλια.
Δεν θα μπορούσε να τελειώσει πιο ευχάριστα μια Αυγουστιάτικη μέρα
στη θάλασσα, από τις λίγες που είχαν την ευχέρεια να απολαύσουν οι
πρόγονοί μας.
καταγραφή: Σωτηρία Γ. Σύρμα
Άγιος Θωμάς Τανάγρας Αύγουστος 2020