2. Η πανίδα του βουνού είναι πλούσια σε ποικιλία ειδών: χελώνες , σκαντζόχοιροι , λαγοί, αλεπούδες, κουνάβια, φίδια, πέρδικες, κοτσύφια, τσαλαπετεινοί, νυχτερίδες αλλά και άλλα πουλιά αρπαχτικά και μη, μόνιμοι φτερωτοί κάτοικοι, ή μεταναστευτικά είδη, βρίσκουν καταφύγιο στις πλαγιές του.
3. Η κόκκινη αλεπού είναι θηλαστικό της οικογένειας κυνίδες. Είναι το πιο γνωστό και αναγνωρίσιμο είδος αλεπούς και σε πολλές περιοχές αναφέρεται απλώς ως η αλεπού. Επί του παρόντος έχουν αναγνωριστεί 45 υποείδη κόκκινων αλεπούδων, τα οποία διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τις μεγάλων διαστάσεων κόκκινες αλεπούδες των βόρειων χωρών και τις κάπως μικρότερες και πιο πρωτόγονες της Ασίας, της βόρειας Αφρικής και της μέσης ανατολής. Η κόκκινη αλεπού είναι το μεγαλύτερο είδος αλεπούς. Το βάρος της κυμαίνεται μεταξύ 3.6 κιλών με 7.6 ενώ οι πιο μεγάλες μπορεί να φτάσουν τα 14 κιλά. Το μήκος του σώματος της[ εκτός της ουράς] κυμαίνεται μεταξύ 46 και 90 εκατοστών. Η ουρά της έχει μήκος από 30 έως 55 εκατοστά και τη χρησιμοποιεί σαν μαξιλάρι, ως μέσω επικοινωνίας και για να διατηρεί την ισορροπία της. Η κόκκινη αλεπού τρέφεται κατά κύριο λόγο με φρούτα και καρπούς με κουκούτσια, με μικρά τρωκτικά, με λαγούς και με κουνέλια, με μικρά πουλιά, με έντομα, σκουλήκια και ψάρι
4. Πουλί της οικογένειας των επίπεδων, της τάξης των κορακόχορτων. Το επιστημονικό όνομα του είναι έποψ ο γνήσιος κοινώς τσαλαπετεινός ή αγριοκόκκορας και ζει το καλοκαίρι στη Ν . και Κεντρ. Ευρώπη και στις εύκρατες περιοχές της Αφρικής και της Ασίας, ενώ το φθινόπωρο μεταναστεύει στις τροπικές περιοχές της Αφρικής και της Ινδίας. Το κεφάλι του έχει στο πάνω μέρος ένα όρθιο λοφίο, που είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένο στα αρσενικά άτομα. Το χρώμα του φτερώματός του είναι καστανόφαιο, με μακριές άσπρες λωρίδες. Τρέφεται με διάφορα έντομα που συλλαμβάνει με το μακρύ και κυρτό ράμφος του και φωλιάζει μέσα σε κοιλότητες διάφορων δέντρων.
5. Η κρασπεδωτή χελώνα φτάνει μέχρι 38 cm . Τα αρσενικά είναι λίγο μεγαλύτερα από τα θηλυκά τρέφεται κυρίως με φυτά και ασπόνδυλα. Τα θηλυκά γεννάνε 2-12 αβγά σε τρύπες που σκάβουν σε μαλακό χώμα τα οποία εκκολάπτονται μετά Από δυόμιση μήνες.
6. Το κουνάβι των δασών ζει αποκλειστικά στα δάση. Η κηλίδα κάτω απ' το λαιμό του έχει χρώμα κίτρινο. Τρέφεται κυρίως με ποντικούς, πουλιά, με αβγά πουλιών (ιδιαίτερα την άνοιξη προκαλεί μεγάλες καταστροφές στ' αυγό των πουλιών). Κρύβεται μέσα σε παλιές φωλιές πουλιών, σε κουφάλες δέντρων κλπ. Τόσο το κουνάβι του δάσους όσο και το κουνάβι των βράχων αποτελούν αντικείμενο κυνηγιού για την πολύτιμη γούνα τους. Τα κουνάβια ζευγαρώνουν το καλοκαίρι και γεννούν την επόμενη άνοιξη 2 - 5 μικρά. Στον Καναδά και την Αλάσκα ζουν δύο ακόμη διαφορετικά είδη κουναβιών που έχουν πολύτιμη γούνα.
7. Όλο το κάτω μέρος του σώματός του μέχρι και το λαιμό είναι μαύρο. Η ράχη του είναι κιτρινωπή και καστανή. Μοιάζει πολύ με μεγάλο σκαντζόχοιρο ή μικρή αρκούδα. Σκάβει τη φωλιά του κάτω από το έδαφος και το χειμώνα, στα βόρεια μόνο μέρη, πέφτει σε ένα είδος χειμέριας νάρκης. Η κύρια τροφή του είναι φίδια, αρουραίοι, λαγοί, πέρδικες, βατράχια, αλλά και ρίζες και ιδιαίτερα το μέλι. Ζει περίπου 12 χρόνια και σε μικρή ηλικία εξημερώνεται. Τον κυνηγούν για το τρίχωμά του (ιδίως της ουράς) και για το νόστιμο κρέας του. Σαρκοφάγο θηλαστικό που ζει στην Ευρώπη και στη Β. Ασία. Το επιστημονικό του όνομα είναι "τρόχος", αλλά είναι γνωστός και ως "άρκαλος". Το μήκος του σώματός του είναι περίπου ένα μέτρο, ενώ τα πόδια του είναι κοντά και οπλισμένα με 5 δυνατά και σκληρά νύχια. Το βάρος του είναι περίπου 15 κιλά και το κεφάλι του είναι στενόμακρο με μικρά αυτιά και μάτια. Τα δόντια του είναι μικρά και κοφτερά. Το σώμα του σκεπάζεται από πολύ πυκνό και άγριο τρίχωμα μέχρι την ουρά του (20 εκ.). Ο χρωματισμός του είναι χαρακτηριστικός. Το κεφάλι του είναι άσπρο με δύο μαύρες λουρίδες, που αρχίζουν μπροστά από τα μάτια και καταλήγουν πίσω από τα αυτιά.
8. Πτηνό της οικογένειας των φασιανιδών. Ζει στα εύκρατα κλίματα και στην Ελλάδα. Κάποτε ήταν πολύ συνηθισμένο (σήμερα έχει λιγοστέψει εξαιτίας του κυνηγιού). Τη συναντάμε στα πετρώδη μέρη, στα βουνά και σπάνια εκεί που έχει πολύ πράσινο και δάση. Το σώμα της πέρδικας είναι κοντό και χοντρό, με μικρή ουρά, πλούσιο φτέρωμα, μικρό κεφάλι και δυνατό, κοντό ράμφος. Τα πόδια της είναι μικρά και γυμνά. Το συνηθέστερο χρώμα της είναι το καφέ που διανθίζεται με πιο σκούρες ή πιο ανοιχτόχρωμες περιοχές. Τα πόδια της και το ράμφος της έρχονται προς το κοκκινωπό. Δεν πετά συχνά, αλλά όποτε το επιχειρεί είναι πολύ γρήγορη και άνετη. Τρέφεται με σκουλήκια, έντομα, σκαθαράκια, ακρίδες, σπόρους κλπ. Οι πέρδικες ζουν κατά σμήνη κι έχουν αρκετά αναπτυγμένο το ένστικτο της συντροφικότητας. Χωρίζουν μόνο όταν ζευγαρώνουν ο πατέρας κι η μάνα των νεογνών.
9. Είναι αρπακτικό ζώο. Κυνηγάει μικρά ζώα και τους ρουφάει το αίμα. Αγαπά πολύ το μέλι. Η νυφίτσα δεν είναι μεγαλύτερη από ένα γατάκι. Το σώμα της, μακρουλό και λεπτό, με μακριά φουντωτή ουρά, σκεπάζεται από ωραίο μαλακό κανελί τρίχωμα στη ράχη κι άσπρο στην κοιλιά. Είναι ευκίνητη. Τα πόδια της έχουν μαλακά πέλματα και σουβλερά νύχια. Κάθε άνοιξη γεννάει 4-6 μικρά, που τα θηλάζει, ώσπου να μεγαλώσουν και να βρίσκουν μόνα την τροφή τους. Ζει κοντά σε κατοικημένες περιοχές, για να βρίσκει και πιο εύκολα την τροφή της, που κυρίως αποτελούν κοτόπουλα μικρά, κουνελάκια, περιστέρια, ποντίκια, σαύρες. Παλαιά οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι την εξημέρωναν και την είχαν στα σπίτια τους, όπως τη γάτα,για να κυνηγάει ποντικούς, που είναι η αδυναμία της.
10. Χαρακτηριστικό του λαγού είναι η ανισομερής ανάπτυξη του σώματός του. Το μπροστινό τμήμα είναι λιγότερο αναπτυγμένο και τα μπροστινά του πόδια, σε σχέση με τα πίσω, μοιάζουν σαν ατροφικά, πράγμα που επιτρέπει στο λαγό να τρέχει πολύ γρήγορα. Άλλωστε τα πίσω πόδια, που τελικά στηρίζουν το σώμα του και του δίνουν την κίνηση, είναι δυσανάλογα μακριά, σε σχέση με το σώμα του και πολύ δυνατά. Αυτό του επιτρέπει να κάνει μεγάλα πηδήματα και να καταφέρνει, έτσι, να ξεφεύγει από τους εχθρούς του. Το θηλυκό γεννά 4-5 φορές το χρόνο 3-5 μικρά, ύστερα από μηνιαία εγκυμοσύνη, που τα θηλάζει περίπου 15 ημέρες. Ο λαγός είναι νυκτόβιο ζώο. Την ημέρα την περνά κρυμμένος και τη νύχτα βγαίνει για να βοσκήσει. Ο λαγός ποτέ δεν κάνει στο χώμα τρύπες για φωλιές, όπως το άγριο κουνέλι. Τρέφεται με χόρτα, με φύλλα δέντρων, ενώ το χειμώνα, όταν δε βρίσκει χορτάρι, τρέφεται με φλοιούς δέντρων, κυρίως οπωροφόρων. Είναι ταχύ ζώο και ο σκύλος δύσκολα μπορεί να του παραβγεί σε ταχύτητα, ιδιαίτερα σε μεγάλες αποστάσεις.
11. Πολλά από το είδη που είδατε απειλούνται από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις Γι’ αυτό το λόγο θα ήταν καλό να προστατέψουμε την πανίδα του Υμηττού Πριν είναι πολύ αργά.