Ενδυμασία των Αρχαίων Ελλήνων - Εργασίες Α' Γυμνασίου - 2ο Γυμνάσιο Κορωπίου2gymkoroarxaia
Εργασία μαθητών της Α' Γυμνασίου στα πλαίσια του μαθήματος των αρχαίων ελληνικών
Αθανασούλια Ευαγγελία-Αργυρή, Α4
Θέμα: Ενδυμασία των Αρχαίων Ελλήνων
2ο Γυμνάσιο Κορωπίου
Σχολικό Έτος 2014-2015
Ενδυμασία των Αρχαίων Ελλήνων - Εργασίες Α' Γυμνασίου - 2ο Γυμνάσιο Κορωπίου2gymkoroarxaia
Εργασία μαθητών της Α' Γυμνασίου στα πλαίσια του μαθήματος των αρχαίων ελληνικών
Αθανασούλια Ευαγγελία-Αργυρή, Α4
Θέμα: Ενδυμασία των Αρχαίων Ελλήνων
2ο Γυμνάσιο Κορωπίου
Σχολικό Έτος 2014-2015
1. Η ΕΝΔΥΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΥΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ
Ένας τρόπος για να καλύπτουν οι Αρχαίοι Αθηναίοι το κεφάλι τους από την σκόνη
και τον ήλιο ήταν το ιμάτιο που φορούσαν και το τράβαγαν έτσι ώστε να καλύπτουν
το πρόσωπό τους. Ακόμα όταν πήγαιναν ταξίδι είχαν εναλλακτικούς τρόπους για να
προστατεύονται από τον ήλιο όπως το να φοράνε ένα τσόχινο, πλατύγυρο καπέλο που
είχε ημισφαιρικό σχήμα και ονομαζόταν πέτασο. Επιπλέον ανάλογα με το επάγγελμα
του καθενός υπήρχε και ξεχωριστό ένδυμα που έκανε την δουλειά πιο εύκολη για τον
εργάτη. Για παράδειγμα οι τεχνίτες φορούσαν ένα κωνικό κάλυμμα χωρίς γείσο ενώ
οι ναυτικοί, τα αγόρια και οι απλοί εργάτες φορούσαν την καυσία. Τέλος υπήρχε η
θολία που ήταν επίπεδο στρογγυλό καπέλο με μικρό, κεντρικό, κωνικό σχήμα και η
μίτρα που είναι ένα υφασμάτινο σκουφί που σκεπάζει τα μαλλιά ή αφήνει ελεύθερο
ένα μέρος του κότσου.
ΠΕΠΛΟΣ
Ο πέπλος ήταν ένα μάλλινο ένδυμα που φορούσαν οι γυναίκες και αποτελούσαν από
ένα ορθογώνιο ύφασμα που δεν χρειαζόταν να ραφτεί. Συνήθως αυτό το ύφασμα το
δίπλωναν στο ένα τρίτο του ύψους του μία φορά προς τα έξω με αποτέλεσμα να
σχηματιστεί ένας υφασμάτινος όγκος που ονομάζεται απότυγμα και πέφτει προς τα
έξω στην πλάτη και το στήθος. Το ύφασμα έχει και μία κλειστή πλευρά όπου
βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του σώματος. Την επάνω παρυφή του υφάσματος
την καρφιτσώνανε με πόρπες και περόνες, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα άνοιγμα
στο λαιμό και στο δεξιό βραχίονα. Ακόμα είχε δύο παρυφές κάτω και τέσσερις επάνω
στο ύψος του αποπτύγματος με αποτέλεσμα να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως
κάλυμμα για το κεφάλι. Τέλος ο πέπλος μπορούσε να φορεθεί πάνω από τον χιτώνα.
ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΥΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ
Ένας τρόπος για να καλύπτουν οι Αρχαίοι Αθηναίοι το κεφάλι τους από την σκόνη
και τον ήλιο ήταν το ιμάτιο που φορούσαν και το τράβαγαν έτσι ώστε να καλύπτουν
το πρόσωπό τους. Ακόμα όταν πήγαιναν ταξίδι είχαν εναλλακτικούς τρόπους για να
προστατεύονται από τον ήλιο όπως το να φοράνε ένα τσόχινο, πλατύγυρο καπέλο που
είχε ημισφαιρικό σχήμα και ονομαζόταν πέτασο. Επιπλέον ανάλογα με το επάγγελμα
του καθενός υπήρχε και ξεχωριστό ένδυμα που έκανε την δουλειά πιο εύκολη για τον
εργάτη. Για παράδειγμα οι τεχνίτες φορούσαν ένα κωνικό κάλυμμα χωρίς γείσο ενώ
οι ναυτικοί, τα αγόρια και οι απλοί εργάτες φορούσαν την καυσία. Τέλος υπήρχε η
θολία που ήταν επίπεδο στρογγυλό καπέλο με μικρό, κεντρικό, κωνικό σχήμα και η
μίτρα που είναι ένα υφασμάτινο σκουφί που σκεπάζει τα μαλλιά ή αφήνει ελεύθερο
ένα μέρος του κότσου.
ΠΕΠΛΟΣ
Ο πέπλος ήταν ένα μάλλινο ένδυμα που φορούσαν οι γυναίκες και αποτελούσαν από
ένα ορθογώνιο ύφασμα που δεν χρειαζόταν να ραφτεί. Συνήθως αυτό το ύφασμα το
δίπλωναν στο ένα τρίτο του ύψους του μία φορά προς τα έξω με αποτέλεσμα να
2. σχηματιστεί ένας υφασμάτινος όγκος που ονομάζεται απότυγμα και πέφτει προς τα
έξω στην πλάτη και το στήθος. Το ύφασμα έχει και μία κλειστή πλευρά όπου
βρίσκεται στην αριστερή πλευρά του σώματος. Την επάνω παρυφή του υφάσματος
την καρφιτσώνανε με πόρπες και περόνες, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα άνοιγμα
στο λαιμό και στο δεξιό βραχίονα. Ακόμα είχε δύο παρυφές κάτω και τέσσερις επάνω
στο ύψος του αποπτύγματος με αποτέλεσμα να μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως
κάλυμμα για το κεφάλι. Τέλος ο πέπλος μπορούσε να φορεθεί πάνω από τον χιτώνα.
ΙΜΑΤΙΟ
Το Ιμάτιο ήταν ένα ένδυμα που το φορούσαν την αρχαϊκή εποχή και ονομαζόταν
λοξό ιμάτιο από το 700 π.χ. και επιπλέον είχε γίνει γνωστό επειδή το φορούσαν οι
αρχαϊκές κόρες της Ακρόπολης. Ακόμα το ιμάτιο είναι ένα μακρύ ένδυμα που το
πέρναγαν κάτω από την αριστερή μασχάλη, το τύλιγαν γύρω από το στήθος και την
πλάτη και τέλος το κούμπωναν πάνω από το δεξιό βραχίονα. Μπορούσε να στερεωθεί
συμμετρικά και έπεφτε ελεύθερο στην πλάτη με τις δύο άκρες του ιματίου να περνάνε
πάνω από τους ώμους προς τα εμπρός ή να κρέμεται προς τα κάτω ή να το τυλίγουν
γύρω από τους γοφούς ή μπορεί να καλύπτει τους γοφούς και η μία άκρη του να
περνά πάνω από την πλάτη στον αριστερό ώμο και να πέφτει ελεύθερα προς τα
μπροστά. Επίσης το ιμάτιο μπορούσαν να το φορέσουν άνδρες και γυναίκες.
ΧΙΤΩΝΑΣ
Ο Χιτώναςήτανένα ένδυμα πουφοριόταν απόάνδρεςκαιαπόγυναίκεςκαιτούφασμα του
ήτανλινό.Ακόμα σεαυτότο ύφασμα τοαρχικότου σχήμα ήταν σωληνοειδέςαλλά χωρίς
απόπτυγμα.Τα σημεία που έραβανστούφασμα ήταν οιμακριέςπλευρέςκαιοιώμοι καιμε
τοντρόποπου τα έραβανσχηματίζονταν μανίκια πουονομάζονταν χειρίδες,οιοποίεςήταν
κοντέςκαιέφερνανκομβία.ΟΧιτώναςπουείχε μανίκια ονομάζονταν χειριδωτός.Υπήρχαν
δύο είδηαρχαίουχιτώνα:ο φαρδύςπουήταν ραμμένοςστην επάνωπαρυφήκαιάφηνε
ανοίγματα για τοκεφάλικαιτουςβραχίονεςήήταν κλεισμένοςμεμία σειρά απόμικρά
κουμπιά.Το άλλοείδος χιτώνα ήτανστενό,εντελώςκλειστόστην επάνωπλευρά και
αποτελούσεεξαίρεσητοάνοιγμα για τοκεφάλιενώτα ανοίγματα για τουςβραχίονεςήταν
στο επάνωμέροςτων πλαϊνώνπλευρών.Εκείνητην εποχή αν τραβούσεςτούφασμα του
φαρδύχιτώνα στούψος της μασχάληςπροςτα επάνω,δημιουργούνταν ανάλογα μετο
φάρδοςτουυφάσματοςμεγάλα ήμικρά ανοίγματα πουμοιάζουν μεχειρίδεςτα οποία στην
επάνωπλευρά τους είχανραφήή σειρά κουμπιών.Τέλοςστον στενόχιτώνα οι χειρίδες
ράβοντανξεχωριστά.Οιαρχαίοιφορούσαν τοπέπλοκαιτον χιτώνα με ζώνη στην μέση.Η
συνήθεια τωνγυναικώνήταννα μαζεύουν τούφασμα πίσω με αποτέλεσμα να πέφτειπάλι
προς τα κάτωσχηματίζονταςένανκόλπο.Αντίθεταοιάντρεςστον κοντόχιτώνα ένα τμήμα
του υφάσματοςτοπερνούσαν κάτωαπότον καβάλοαπόπίσω προςτα εμπρόςκαιέπειτα
τονστερέωνανστηζώνηώστε να σχηματιστείκάτιπου μοιάζειμε σορτς.Τον χιτώνα που
δεντον έδενανμεζώνη τονονόμαζαν ορθοστάδιο,ενώαυτόςπουέφτανεμέχριτα πέλματα
ονομάζονταν ποδήρης.Στην αρχήτον χιτώνα τον φορούσαν μόνοάντρεςενώστην συνέχεια
τονφορούσανοιηλικιωμένοικαιοι ιερείς ακόμα καιστιςγιορτές.Στην καθημερινήζωή
φορούσανκοντόχιτώνα επειδήτουςπρόσφερεελευθερίακινήσεων ιδίωςστουςοπλίτες
καιστους κυνηγούς.Οχιτώνας ήταν ετερομάσχαλος ήεξωμίς με ακάλυπτοτον ένα ώμο
καιήτανένα ένδυμα που το φορούσαν συνήθωςοι χειρωνάκτες.
3. ΧΛΑΜΥΔΑ
Η χλαμύδα ήταν ένα ένδυμα που το φορούσαν μόνο οι άντρες. Το ύφασμα της
χλαμύδας το δίπλωναν μία φορά κάθετα και το στερέωναν στον δεξιό ώμο με πόρπη
ή περόνη έτσι ώστε να καλύπτει τον αριστερό βραχίονα από την κλειστή πλευρά του
υφάσματος, έχοντας τον δεξιό βραχίονα τελείως ακάλυπτο. Την χλαμύδα την
φορούσαν κυρίως οι έφηβοι, οι ταξιδιώτες και οι στρατιώτες. Στην Αθήνα ο Σόλων
επέτρεπε σε όλες τις νύφες να έχουν μέχρι τρία ενδύματα στην προίκα τους, ενώ για
τους ιερείς υπήρχαν αυστηροί κανονισμοί σε σχέση με την ενδυμασία τους.
Ορισμένες φορές η ελληνική ενδυμασία δεχόταν επιδράσεις από κάποιους ανθρώπους
που τα ενδύματα που φορούσαν είχαν μία βάρβαρη μορφή για παράδειγμα με τον
κάνδυ που απεικονίζεται στον 5ο αιώνα στην Αθήνα ένα μακρύ πανωφόρι με μακριές
χειρίδες. Οι μέτοικοι που κατοικούσαν στα Παναθήναια φορούσαν συνήθως
ενδύματα σε πορφυρά χρώματα ενώ οι Αθηναίοι φορούσαν ενδύματα σε αποχρώσεις
του λευκού. Την εποχή εκείνη οι Αθηναίοι ιερείς οι ιέρειες τις περισσότερες φορές
ντύνονταν με άζωστο χιτώνα και κάποιες φορές φορούσαν πάνω από τον χιτώνα
επενδύτη με πλούσια διακόσμηση, ρούχα λευκά, σπάνια πορφυρά. Στην Ολυμπία οι
Ελλανοδίκες ακόμα φορούσαν ρούχα σε αποχρώσεις πορφυρών χρωμάτων ενώ στα
Νέμεα φορούσαν σκούρα. Συνήθως στις κηδείες ντύνονταν με μαύρα ή σκουρόχρωμα
ενδύματα ενώ στο Άργος με λευκά. Στην καθημερινή τους ζωή οι Αθηναίοι
φορούσαν πιο απλά ενδύματα, πράγμα που επηρεαζόταν και από το επάγγελμα του
καθενός. Οι Αθηναίοι χειρώνακτες που ζούσαν στην ύπαιθρο και οι δούλοι της
Αθήνας ντύνονταν με την εξωμίδα. Οι αγρότες φορούσαν ένα ένδυμα την κατωνάκη
που ήταν κατασκευασμένο από χοντρό μαλλί με παρυφή που την έπαιρναν από το
μαλλί των προβάτων ενώ οι αλιείς φορούσαν τον φορμό που τον έφτιαχναν από
πλεκτή ψάθα και τέλος οι βοσκοί ντύνονταν με την διφθέρα.