The period of the Francs in Greece and the Greek states
Die Frankenzeit in Griechenland und die griechischen Staaten
Η περίοδος της Λατινοκρατίας και τα ελληνικά κράτη
The period of the Francs in Greece and the Greek states
Die Frankenzeit in Griechenland und die griechischen Staaten
Η περίοδος της Λατινοκρατίας και τα ελληνικά κράτη
Η Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε από τον Κάσσανδρο και έλαβε το όνομά της προς τιμήν της συζύγου του, Θεσσαλονίκης, η οποία ήταν ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και κόρη του Φιλίππου Β΄ και της πέμπτης συζύγου του, της Θεσσαλής πριγκίπισσας Νικησιπόλης. Το όνομά της προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων Θεσσαλῶν και Νίκη, σε ανάμνηση της νίκης των Μακεδόνων και του Κοινού των Θεσσαλών έναντι του τυραννικού καθεστώτος των Φερών και των συμμάχων της, Φωκέων, στο πλαίσιο του Γ’ Ιερού Πολέμου
Η Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε από τον Κάσσανδρο και έλαβε το όνομά της προς τιμήν της συζύγου του, Θεσσαλονίκης, η οποία ήταν ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και κόρη του Φιλίππου Β΄ και της πέμπτης συζύγου του, της Θεσσαλής πριγκίπισσας Νικησιπόλης. Το όνομά της προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων Θεσσαλῶν και Νίκη, σε ανάμνηση της νίκης των Μακεδόνων και του Κοινού των Θεσσαλών έναντι του τυραννικού καθεστώτος των Φερών και των συμμάχων της, Φωκέων, στο πλαίσιο του Γ’ Ιερού Πολέμου.
Ο Μεσαίωνας στην Κρήτη, Κύπρο, Ρόδο- Εύα ΚυριάκηIliana Kouvatsou
Στα τρία μεγαλύτερα νησιά της Ελλάδας ο Μεσαίωνας διαθέτει πολλά στοιχεία δυτικής ζωής λόγω της μακροχρόνιας κατάκτησής τους από Βενετούς και Φράγκους.
Το ταξίδι της θαυμαστής πόλης ανά τους αιώνες, με εστίαση στα βυζαντινά χρόνια, καθώς η εργασία συντέθηκε στα πλαίσια της Ιστορίας της Β΄λυκείου. Υπέροχη περιήγηση στους τόπους, τους ανθρώπους και τον πολιτισμό. Η πόλη που δε σταματά να δημιουργεί και να συνθέτει πολιτισμό σαν χωνευτήρι λαών, οσμών, αντικειμένων και, κυρίως, διαχρονικά αειθαλής, όπως όταν ιδρύθηκε από τους Μεγαρείς αποίκους.
2. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΛΟΝΙΚΗΣ
Η Θεσσαλονίκη, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας. Αποτελεί έδρα της
Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης και της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Από την
ίδρυσή της από τον Κάσσανδρο ως μια ακμάζουσα ελληνιστική πόλη μέχρι την οθωμανική
κυριαρχία αξιοποιεί την στρατηγική της θέση και αναπτύσσεται σε μια πολυπολιτισμική πόλη.
Από το 1912, με τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων και την ενσωμάτωση της περιοχής στο
σύγχρονο Ελληνικό Κράτος, η Θεσσαλονίκη αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας.
Ο πληθυσμός του πολεοδομικού συγκροτήματος υπολογίζεται σήμερα στους 790.824 κατοίκους
(2011).
Η ίδρυσή της πόλης στην ελληνιστική εποχή συμπίπτει με μια κρίσιμη φάση στην ιστορία του
Μακεδονικού Βασιλείου, που ξεκινά από τον πρόωρο θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και με
την διεκδίκηση του θρόνου του Μακεδόνα βασιλιά από τους επιγόνους του. Ο στρατηγός
Κάσσανδρος για να μπορέσει να διεκδικήσει το θρόνο της Μακεδονίας, παντρεύτηκε την
ετεροθαλή αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Θεσσαλονίκη, προς τιμήν της οποίας ίδρυσε
την πόλη συνενώνοντας 26 πολίχνες, που βρίσκονταν γύρω από το Θερμαϊκό κόλπο.
Τον 2ο π.Χ. αιώνα η πόλη κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους, όπως και ο υπόλοιπος ελλαδικός
χώρος και αποτέλεσε έδρα του ρωμαϊκού θέματος της Μακεδονίας. Η στρατηγική θέση της πόλης
διαφαίνεται από την πρόθεση της μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από
τον Μεγάλο Κωνσταντίνο προς τα ανατολικά, καθώς υπήρξε μια από τις υποψήφιες πόλεις οι
οποίες είχαν προταθεί ως αντικαταστάτριες της Ρωμής, για να επιλεγεί τελικά το Βυζάντιο. Παρά
την μη επιλογή της ως πρωτεύουσα, αποκτά τον τίτλο της Συμβασιλεύουσας πόλης και κατά την
Βυζαντινή Περίοδο.
Μετά την οθωμανική κατάκτησή της από τους Οθωμανούς το 1432, παραμένει στην Οθωμανική
αυτοκρατορία για περίπου πέντε αιώνες. Με την εκδίωξη των Εβραίων από την Ιβηρική
Χερσόνησο, και τη Βόρεια Ευρώπη, η Θεσσαλονίκη αποκτά την δική της εβραϊκή κοινότητα. Η
εγκατάσταση αυτή των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη, ανέδειξε την πόλη ως τη σημαντικότερη
παγκόσμια εβραϊκή μητρόπολη μέχρι τουλάχιστον τις αρχές του 20ού αιώνα. Ιδιαίτερα από τα
μέσα του 19ου αιώνα, η πόλη υπήρξε το πλέον κοσμοπολίτικο αστικοποιούμενο κέντρο της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο σημαντικότερος πόλος πολιτικών κινήσεων και κινημάτων που
συνάντησε στην μακρόχρονη ιστορία της.
3. Με την ένταξή της στον κορμό του Ελληνικού Κράτους το 1912,
ο πληθυσμός της πόλης παρουσιάζει σημαντικές μεταβολές με
την μετακίνηση του μουσουλμανικού πληθυσμού και την
αντικατάστασή του από προσφυγικούς πληθυσμούς της Μικράς
Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Οι πληθυσμιακές μεταβολές
συνέτειναν στην αλλαγή της πληθυσμιακής κατάστασης της
πόλης με την ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου. Η πολεοδομική
και αρχιτεκτονικής της αναδιοργάνωση επιταχύνθηκε από
τηΜεγάλη Πυρκαγιά του 1917 και τις προσπάθειες της νέας
ελληνικής διοίκησης για προσθέσει αρχαιοελληνικά και
ευρωπαϊκά στοιχεία στο αρχιτεκτονικό ύφος της πόλης, που
οδήγησε στην καταστροφή αρκετών οθωμανικών λατρευτικών
και λειτουργικών κτηρίων. Οι σημαντικότερες πληθυσμιακές
μεταβολές παρατηρούνται με το ολοκαύτωμα της ακμαίας
εβραϊκής κοινότητας από τα ναζιστικά στρατεύματα την περίοδο
της τριπλής κατοχής κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με την
εγκατάσταση του μικρασιατικού και θρακιώτικου προσφυγικού
πληθυσμού έπειτα από την Μικρασιατική Καταστροφή το 1922
και με την εσωτερική μετανάστευση που παρατηρείται κατά
τηνδεκαετία του '50 και μεταγενέστερα προς τα μεγάλα αστικά
κέντρα.
4. Με βασικό άξονα την αρχαία πόλη της Θέρμης, ο Κάσσανδρος ανάγκασε
σε μετοίκηση τους πληθυσμούς 26 τοπικών, παράκτιων πολισμάτων
δημιουργώντας τη νέα πολιτεία, που ονοματοθέτησε προς τιμή της
συζύγου του, Θεσσαλονίκης. Η εμπορική σημασία της πόλης προσέλκυσε
από νωρίς (3ος αιώνας π.Χ.) διάφορους εποίκους
(Αιγύπτιους, Σύρους, Ιουδαίους) αυξάνοντας τον πληθυσμό και το
τοπογραφικό της μέγεθος, ενώ διατηρούσε εμπορικές επαφές με όλα τα
λιμάνια της Ανατολής. Από τα ιστορικά δεδομένα φαίνεται πως η πόλη
διέθετε μόνιμη φρουρά Γαλατών μισθοφόρων.
Δυστυχώς ελάχιστα μας είναι γνωστά για την ελληνιστική ιστορία της
πόλεως. Στα πρώτα χρόνια ζωής της Θεσσαλονίκης άρχισε και ο
ανταγωνισμός με την επίσης μακεδονική αποικία της Δημητριάδος στον
Παγασητικό κόλπο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ξεπέρασε σε δόξα και
αίγλη την πρωτεύουσα Πέλλα μιας και ήταν η βάση του μακεδονικού
στόλου. Οι αρχαίοι Μακεδόνες πίστευαν πως την πόλη προστάτευαν οι
θεοί του Ολύμπου. Στην σύγχρονη πλατεία Διοικητηρίου, έχει
αποκαλυφθεί τμήμα λαμπρού οικοδομήματος, το οποίο ίσως να ήταν
βασιλική κατοικία των Μακεδόνων βασιλέων.
5. Το 287 π.Χ. όταν οι βασιλείς Πύρρος και Λυσίμαχος νίκησαν
τον βασιλέα της Μακεδονίας Δημήτριο Πολιορκητή, φαίνεται
πως η Θεσσαλονίκη έπεσε προσωρινά στην κατοχή του
πρώτου και αργότερα υπό την κατοχή του δευτέρου. Το 279
π.Χ όταν οι Κέλτες επιχείρησαν να κατακτήσουν την πόλη,
λίγο πριν φτάσουν στα τείχη της αναχαιτίστηκαν και
αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν στους Δελφούς και
την Αιτωλία. Μετά από μια σειρά αναταραχών η μακεδονική
πόλη περιήλθε στους Αντιγονίδες (277 π.Χ.). Το 273 π.Χ.
στην πόλη κατέφυγε ο ηττημένος από τον Πύρρο, Αντίγονος
Β' Γονατάς σε μια προσπάθεια ανασύνταξης του στρατού για
να κτυπήσει τον εισβολέα Πύρρο. Εκεί μάλιστα ναυπήγησε
στο λιμάνι της ισχυρό στόλο και κατενίκησε τον πτολεμαϊκό.
Αυτό οφέλησε την νύμφη του Θερμαϊκού. Από τα χρόνια της
βασιλείας του, άρχισε η περίοδος πυκνής κατοίκησης της
Θεσσαλονίκης. Σε ένα διάταγμα της Ιστιαίας (270-200 π.Χ.)
αναφέρονται στην λίστα των προξένων της δύο
Θεσσαλονικείς, ενώ σε ένα άλλο του 224/3 π.Χ. αναφέρεται
ένας επώνυμος ιερέας της Θεσσαλονίκης. Παράλληλα
ανάμεσα στα έτη 239 με 221 π.Χ. αναφέρονται οι επισκέψεις
των δύο Αντιγονιδών βασιλέων στην πόλη, του Δημητρίου
Β' και του Αντιγόνου Γ΄.
6. Ρωμαϊκή κυριαρχία
Κατά τον τελευταίο προχριστιανικό αιώνα όλο και
περισσότεροι Ιουδαίοι μετοικούσαν στη Θεσσαλονίκη
δημιουργώντας μια μεγάλη ιουδαϊκή παροικία, τοποθετημένη
κοντά στο λιμάνι. Στησυναγωγή αυτής της κοινότητας κήρυξε τη
χριστιανική πίστη ο Απόστολος Παύλος το 50 μ.Χ. Οι δύο
επιστολές του προς τη μερίδα των εκχριστιανισθέντων μελών της,
αλλά και πρώην εθνικών κατοίκων της πόλης, αποτελούν τα
αρχαιότερα κείμενα της Καινής Διαθήκης.
Ωστόσο δεν υπάρχει καμία ιστορική απόδειξη ότι ο Απόστολος
Παύλος κήρυξε σε ιουδαϊκή συναγωγή και η μοναδική αναφορά
στις επιστολές του έχουν να κάνουν περισσότερο με την έννοια
της "συναγωγής" ως συνάθροιση. Επιστολές:
Η χριστιανική κοινότητα της Θεσσαλονίκης ευδοκίμησε και έγινε
υπόδειγμα για όλες τις άλλες ελλαδικές κοινότητες, όπως φαίνεται
και από την Α’ Επιστολή του Αποστόλου Παύλου, όπου εγκωμιάζει
την τοπική εκκλησία. Ωστόσο, ο χριστιανικός χαρακτήρας της
πόλης έγινε εντονότερος στη διάρκεια της βασιλείας του Γαλέριου,
όταν δίδαξε και μαρτύρησε ο πολιούχος της πόλης Άγιος
Δημήτριος (305 μ.Χ.).
7. Η Θεσσαλονίκη, όπως και ολόκληρη η Μακεδονία, ακολούθησε τη μακρά
περίοδο ευημερίας που διασφάλιζε η Pax Romana, η περιώνυμη ρωμαϊκή
ειρήνη που διήπε την Αυτοκρατορία μέχρι και το τέλος περίπου
της δυναστείας των Αντωνίνων. Το μέγεθος της αξίας της διαφαίνεται από
τους τιμητικούς τίτλους, που της αποδόθηκαν από σειρά αυτοκρατόρων.
Στο στάδιο της παρακμής του παραδοσιακού ρωμαϊκού εθνικού -
παγανιστικού κράτους και της μετατόπισης του κέντρου βάρους του στην
ανατολή προκειμένου σε λιγότερο από έναν αιώνα να μετασχηματιστεί στη
νέα κρατική οντότητα, που αργότερα αποκλήθηκε βυζαντινή, και πάλι η
Θεσσαλονίκη διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο. Αρχικά ως πρωτεύουσα
του Γαλερίου, ενός από τους Καίσαρες της τετραρχίας που εξουσίασε
το imperium λίγο πριν τη μονοκρατορική επιβολή του Μεγάλου
Κωνσταντίνου και έπειτα ως υποψήφια νέα πρωτεύουσα του
κράτους προτύπωσε τη δυναμική, που θα ενείχε στη διάρκεια της
Χριστιανικής Αυτοκρατορίας της Ανατολής.
9. Η πόλη συνδέθηκε εξ αρχής με την ιστορική προσωπικότητα, που θα
μετάλλασσε την παγανιστική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο μακροβιότερο
χριστιανικό βασίλειο, τον θεμελιωτή του Βυζαντινού κράτους, Κωνσταντίνο
τον Μεγάλο. Το 324 ο Κωνσταντίνος, στο πλαίσιο της διαμάχης του με
το Λικίνιο, χρησιμοποίησε τη Θεσσαλονίκη ως στρατιωτικό ορμητήριο
κατασκευάζοντας νέο λιμάνι, τον περιώνυμο «σκαπτό λιμένα», προκειμένου να
συγκεντρώσει σ' αυτό στόλο από 200 «τριακόντορες» γαλέρες και 2000
εμπορικά πλοία, τα οποία θα μετέφεραν τον στρατό του, δύναμης 120.000
ανδρών.
Μετά την οριστική επικράτηση του Κωνσταντίνου έναντι του Λικίνιου στηΜάχη
της Χρυσούπολης, ο δεύτερος με παρέμβαση της αδερφής του και συζύγου
του Μ. Κωνσταντίνου εστάλη εξόριστος στο φρούριο της Ακρόπολης της
Θεσσαλονίκης. Εκεί κατά τον ιστορικό Ζώσιμο δολοφονήθηκε με εντολή του
Κωνσταντίνου.
Η μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας ανατολικά, στην παλαιά
αποικία των Μεγαρέων, το Βυζάντιο, την από τούδε Κωνσταντινούπολη ή Νέα
Ρώμη (Nova Roma), θα συντελέσει στην περαιτέρω ανάδειξη της
Θεσσαλονίκης. Η παραυξάνουσα αντίληψη της γεωστρατηγικής της σημασίας
και τα έργα που κατασκευάζονται στην πόλη, με πρόνοια των
αυτοκρατόρων Ιουλιανού και Μεγάλου Θεοδόσιου, την καθιστούν «ὀφθαλμὸ
τῆς Εὐρώπης καὶ κατ'ἐξοχὴν τῆς Ἑλλάδος». Γίνεται «Συμβασιλεύουσα»,
ονομάζεται «Μεγαλούπολις» και κατέχει τη θέση της επόμενης μετά την
Κωνσταντινούπολη πόλης της Αυτοκρατορίας (Θεσσαλονίκην μετὰ τὴν
μεγάλην παρὰ Ῥωμαίων πρώτην πόλιν).
11. Σποραδικές εξεγέρσεις με κοινωνικά κυρίως αιτήματα, προερχόμενες από τους
Ελληνικούς πληθυσμούς, καταπνίγηκαν σχετικά εύκολα από τη διοίκηση.
Ιδιαίτερη, όμως, σκληρότητα επέδειξαν οι Οθωμανοί με το ξέσπασμα
της Επανάστασης της Χαλκιδικής το Μάρτιο του 1821 όταν σφαγίασαν 3.000
περίπου Έλληνες στο σημερινό διοικητήριο, σημαίνοντας την απαρχή μίας
περιόδου τρομοκρατίας, που διήρκεσε έως και το 1823, χρονιά που
κατεστάλησαν τα επαναστατικά κινήματα της Μακεδονίας. Κατά την Ελληνική
Επανάσταση του 1821 οι Οθωμανοί κρέμασαν επίσης, τους πρόκριτους (μέλη
της Φιλικής Εταιρείας) Γεώργιο Βλάλη, Χρήστο Μενεξέ, Χριστόδουλο
Μπαλάνο, Γεώργιο Πάικο, Στέργιο Πολύδωρο, Αθανάσιο Σκανδαλίδη,
Αναστάσιο Γούναρη, Δημήτριο Παππά, Αναστάσιο Κυδωνιάτη, τον Αργυρό
Ταπουχτσή από την Επανομή κ.α. στην τότε πλατεία Αλευραγοράς (σημερινή
αγορά Καπάνι - Βλάλη), στις 18 Μαΐου. Σφαγές επίσης έγιναν στην περιοχή
της Ροτόντας και στην Πύλη Αξιού.
Η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε από τον Τουρκικό κλοιό την
νύχτα της 26ης προς 27ης Οκτωβρίου 1912
13. Χρονολόγηση
Η χρονολογία ανέγερσης του ναού δεν μας είναι επακριβώς
γνωστή. Στο κείμενο των θαυμάτων του Αγίου Δημητρίου,
διαβάζουμε ότι ο πρώτος ναός οικοδομήθηκε από τον έπαρχο
του Ιλλυρικού Λεόντιο το 412-413 μ.Χ. Όταν αυτός κάηκε,
ανάμεσα στα 628-634, χτίστηκε στη θέση του πεντάκλιτη
βασιλική.
Ο αρχικός μικρός ναός
Σύμφωνα με κάποιες πηγές, πρωτοχτίστηκε πάνω από ένα
ρωμαϊκό λουτρό στο οποίο μαρτύρησε ο άγιος το 303. Σύμφωνα
με την παράδοση, από το σημείο όπου μαρτύρησε ο άγιος άρχισε
να αναβλύζει μύρο. Το 324 που ορίστηκε ο χριστιανισμός σαν
επίσημη θρησκεία του κράτους οι Θεσσαλονικείς οικοδόμησαν ένα
μικρό τρίκλιτο ναό στο σημείο αυτό. Η φήμη του ναού αυτού
σύνομα εξαπλώθηκε σε όλο τον χριστιανικό κόσμο διότι
αποδείχτηκε ότι το μύρο είχε ιαματικές ιδιότητες. Προσκυνητές
κατέφταναν από όλα τα μέρη του κόσμου για να προσευχηθούν
και να θεραπευτούν. Ανάμεσα σε αυτούς προσήλθε και ο έπαρχος
του Ιλλυρικού, Λεόντιος. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Λεόντιος
θεραπεύτηκε από κάποια ανίατη ασθένεια που τον ταλάνιζε και σε
ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον Άγιο, αντικατέστησε το μικρό
τρίκλιτο ναό με μια επιβλητική Βασιλική το 413. Η Βασιλική
στεκόταν εκεί μέχρι και τα χρόνια του αυτοκράτορα Ηρακλείου
(610-641) και κατόπιν καταστράφηκε από φωτιά.
15. Ο ναός ανοικοδομήθηκε με μερικές διαφοροποιήσεις αμέσως μετά. Το 904 όμως
λεηλατήθηκε από τους Σαρακηνούς και λίγο αργότερα το 1185 ξαναλεηλατήθηκε
από τους Νορμανδούς. Κατά τη δεύτερη λεηλασία, τα λείψανα του αγίου
μεταφέρθηκαν στην Ιταλία από καλόγερους που ήθελαν να τα διασώσουν. Το 13ο
αιώνα ο ναός επισκευάστηκε και ανακαινίστηκε. Την εποχή εκείνη χτίστηκε και
το παρεκκλήσι του Αγίου Ευθυμίου στην νοτιοανατολική πλευρά του ναού του
Αγίου Δημητρίου από τον πρωτοστράτορα Μιχαήλ Γλαβά Ταρχανειώτη, σύμφωνα
με την επιγραφή που βρίσκεται στο παρεκκλήσι. Το 1430, κατά την άλωση της
Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς, ο ναός δέχτηκε μια ακόμα πιο βάναυση
λεηλασία, σε σημείο που οι τοίχοι του έμειναν σχεδόν γυμνοί.
Το 1481 τοποθετήθηκε στην αριστερή αρχή του κεντρικού κλίτους του ναού ο
τάφος του Λούκα Σπαντούνη, ενός ανθρώπου που προσέφερε αρκετά χρήματα στο
ναό. Έπειτα από 12 χρόνια η εκκλησία μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος με
το όνομα Κασημιά Τζαμί και παρέμεινε στην κατάσταση αυτή έως την
απελευθέρωση της πόλης.
17. Στη μεγαλη πυρκαγια, η οποία κατέστρεψε τα 2/3 της πόλης τον
Αύγουστο του 1917, το μνημείο σχεδόν αφανίστηκε ακολουθώντας τη
μοίρα του σε μια ακόμη πυρκαγιά. Τέλος ο ναός αναστηλώθηκε και
παραδόθηκε στους πιστούς στις 26 Οκτωβρίου του 1949, την ημέρα της
γιορτής του άγιου,
Η σημερινή εκκλησία εγκαινιάστηκε το 1958. Είναι μια μεγάλη
εκκλησία βασιλικού ρυθμού χωρισμένη με 4 κιονοστοιχίες σε 5
διαδρόμους.
Λίγο αργότερα το 1978 τα λείψανα του Αγίου επέστρεψαν από το
αββαείο του Αγίου Λαυρεντίου στο Κάμπο της Ιταλίας και
τοποθετήθηκαν σε μια αργυρή λάρνακα όπου φυλάσσονται ως σήμερα.
Από το 1988 το υπόγειο λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, όπου
εκτίθενται συλλογή γλυπτών, κιονόκρανων, θωρακίων και αγγείων από
το ναό του Αγίου Δημητρίου.
Στην κρύπτη του ναού λειτουργεί μουσειακή έκθεση με τη γλυπτή
διακόσμηση του ναού στις διάφορες φάσεις της ιστορίας του.
18. Εκθέματα
Τα σημαντικότερα εκθέματα του μουσείου είναι:
Η Κρήνη αγιάσματος και μύρου, σε τρεις φάσεις (4ος, 6ος και 12ος - 13ος
αιώνας)
Αρχιτεκτονικά γλυπτά (επίκρανα, θωράκια κ.α.) της πρώτης φάσεως του ναού
(5ος αιώνας).
Θραύσματα κιβωρίου Αγίας Τράπεζας του 13ου αιώνα.
Θραύσματα διακόσμησης ταφικού πιθανότατα μνημείου του 14ου αιώνα
Τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες του ναού.
Στο ναό του αγίου Δημητρίου διασώζονται ελάχιστα ψηφιδωτά γιατί τα πιο
πολλά καταστράφηκαν στην πυρκαγιά του 1917. Τα πιο πολλά από αυτά
απεικονίζουν τον Άγιο αλλά και άλλα πρόσωπα, όπως τον Άγιο Σέργιο σε
στάση προσευχής.
Περίφημη είναι η τοιχογραφία που απεικονίζει τον Ιουστινιανό τον Α΄ και την
ακολουθία του και βρίσκεται στο νότιο τοίχο. Στην πρώτη δυτική τετράγωνη
κολόνα βρίσκουμε άλλη μια τοιχογραφία με τον αρχιεπίσκοπο της
Θεσσαλονίκης Γρηγόριο τον Παλαμά και με τον αυτοκράτορα Ιωάννη ΣΤ΄
Καντακουζηνό, που χρονολογείται από τον 8ο αιώνα.
19. Περίληψη ιστορίας του ναού
Αρχικά ήταν ένας μικρός ναός («οικίσκος»), τον οποίο κτίσανε οι χριστιανοί της
Θεσσαλονίκης πάνω στα ερείπια ρωμαϊκού λουτρού, για να τιμήσουν τον
συμπολίτη τους μεγαλομάρτυρα Άγιο Δημήτριο, όταν το 324 μ.Χ., ο Μέγας
Κωνσταντίνος όρισε το χριστιανισμό σαν επίσημη θρησκεία του κράτους. Ωστόσο,
δεν άργησε να μετατραπεί σε κέντρο λατρείας του Αγίου καθώς πλήθος πιστών
συνέρρεε για να προσευχηθεί και να θεραπευθεί από βαριές ασθένειες με το μύρο
που, όπως λεγόταν, ανάβλυζε από τον τάφο του.
Μεταξύ των προσκυνητών που θεραπεύθηκαν ήταν και ο έπαρχος του Ιλλυρικού Λεόντιος,
ο οποίος από ευγνωμοσύνη προς τον Άγιο Δημήτριο, έκτισε γύρω στο 413 μ.Χ. στην θέση
του ναΐσκου, ένα νέο, επιβλητικό ναό σε σχήμα τρίκλιτης βασιλικής που κάηκε το 626 και
το 634. Αμέσως μετά ο επίσκοπος Iωάννης ίδρυσε την πεντάκλιτη βασιλική. Δυστυχώς,
από τότε ο ναός υπέστη αρκετές φορές λεηλασίες και βαναυσότητες, καθώς καταλήφθηκε
από τους Σαρακηνούς Άραβες (904), τους Νορμανδούς (1185), αλλά και τους Τούρκους
κατά την άλωση της Θεσσαλονίκης το 1430.
Το 1493 μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος (τζαμί), με το όνομα «Κασημιέ Τζαμί»,
για να μείνει έτσι ως την απελευθέρωση της πόλης το 1912. Η μεγάλη πυρκαγιά του 1917
κατέστρεψε σχεδόν ολοσχερώς το ναό, ο οποίος όμως, το 1949, αναστηλώθηκε εκ βάθρων
και δόθηκε στους πιστούς στις 26 Οκτωβρίου την ημέρα της γιορτής του Αγίου.
21. Ο Λευκός Πύργος της Θεσσαλονίκης είναι ένας
οχυρωματικός πύργος του 15ου αιώνα, ο οποίος
χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια ως κατάλυμα
φρουράς Γενιτσάρων και ως φυλακή θανατοποινιτών.
Είναι ένα από πιο γνωστά κτίσματα-σύμβολα πόλεων
στην Ελλάδα. Έχει 6 ορόφους, 34 μέτρα ύψος και 70
μέτρα περίμετρο.
22. Ονομασίες
Στην αρχή ονομαζόταν Πύργος του Λέοντος, όπως αναφέρει τουρκική
επιγραφή του 1535-1536, η οποία υπήρχε στην είσοδό του εξωτερικού
περιβόλου (τώρα κατεδαφισμένος) και η οποία μάλλον αναφερόταν στη
χρονολογία κατασκευής του περιβόλου. Από τον 17ο αιώνα και μετά
ονομαζόταν ανεπίσημα Φρούριο της Καλαμαριάς και Πύργος των
Γενιτσάρων. Μετά την διάλυση του τάγματος των Γενίτσαρων αποκτά το
όνομα Πύργος του Αίματος λόγω των σφαγών των Γενιτσάρων. Το όνομα
διατηρείται και μετά το 1826 λόγω της λειτουργίας του ως φυλακή
μελλοθανάτων και τόπο βασανιστηρίων, τα οποία συχνά εκτελούνταν από
τους Γενιτσάρους γεμίζοντας με αίμα τους τοίχους. Το σύγχρονο όνομά
του το πήρε όταν ένας εβραίος κατάδικος (Nathan Guidili) τον ασβέστωσε
με αντάλλαγμα την ελευθερία του, το 1891.Μέχρι το 1912 ο χριστιανικός
πληθυσμός συνεχίζει να τον αναφέρει Πυργο του Αιματος , ενώ ο
εβραϊκός και ο τούρκικος Λευκό Πύργο .
23. Ιστορία
Κατά την Τουρκοκρατία έγιναν προσθήκες και τροποποιήσεις στα τείχη
της πόλης, στις οποίες εντάσσεται και ο Λευκός Πύργος, μαζί με το
Επταπύργιο και τον Πύργο Τριγωνίου. Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς
χτίστηκε, στη θέση προϋπάρχοντος βυζαντινού πύργου, ο οποίος συνέδεε
το ανατολικό τμήμα της οχύρωσης της Θεσσαλονίκης (που σώζεται και
σήμερα), με το θαλάσσιο (το οποίο κατεδαφίστηκε το 1867). Παλιότερα
πιστευόταν πως ήταν έργο των Βενετών αλλά αυτό έχει πια απορριφθεί
από τη σύγχρονη ιστοριογραφία. Κατά μία εκδοχή, η χρονολογία
κατασκευής του μνημείου τοποθετείται περί το 1450-1470, λίγο μετά την
κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430) και πρόκειται για
ένα από τα πρωιμότερα δείγματα οθωμανικής οχυρωματικής που λαμβάνει
υπόψη της το πυροβολικό.
27. Η ΚΑΜΑΡΑ
Η αψίδα του Γαλερίου,
γνωστή και ως
Καμάρα, είναι μαζί με
το Λευκό Πύργο, το
χαρακτηριστικότερο
μνημείο της
Θεσσαλονίκης, και
βρίσκεται στην
Εγνατία στο κέντρο
της Θεσσαλονίκης.
28. Τι είναι η καμάρα;
Η Καμάρα είναι κτίσμα της εποχής της
Ρωμαϊκής «Τετραρχίας» (αρχές 4ου μ.Χ.
αιώνα) και αποτελεί το ένα σκέλος (δυτικό)
μίας στεγασμένης στοάς, που σχηματιζόταν
από αψίδες και τόξα. Κατασκευάστηκε για να
τιμηθεί ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Γαλέριος ,
όταν αυτός επέστρεψε νικητής στην πόλη
(περί το 306 μ.Χ.) μετά από πολέμους του
κατά των Περσών. Η θριαμβική αυτή αψίδα
ήταν τοποθετημένη κάθετα στην αρχαία
Εγνατία, που διέσχιζε την πόλη (δυτικά προς
ανατολικά) και αποτελούσε μέρος του
λεγόμενου Γαλεριανού συγκροτήματος
(Ρωμαϊκά Ανάκτορα), που αναπτύσσονταν
κύρια νοτιοδυτικότερα, στις σημερινές
πλατείες Ναυαρίνου και Ιπποδρομίου.
29. Σχετικά με την Καμάρα
Χτίστηκε το 305 μ.Χ. ύστερα από την
οριστική νίκη του αυτοκράτορα κατά των
Περσών. Είχε την τυπολογία ενός
οκτάπυλου με 4 κεντρικούς ογκώδεις
πεσσούς, 4 δευτερεύοντες στα πλάγια,
ισάριθμα τόξα και χαμηλό σφαιροειδή
θόλο. Συνδεόταν με τα Ανάκτορα του
Γαλερίου (νοτιοδυτικότερα) και με τη
Ροτόντα (προς Βορρά). Η αψίδα στη
σημερινή της μορφή είναι αποσπασματική.
Λείπει ο τέταρτος πεσσός του τόξου, που
θα πατούσε στο οδόστρωμα της σημερινής
Εγνατίας, και όλο το αντίστοιχο ανατολικό
τόξο. Τα δύο αυτά τόξα ενώνονταν
σχηματίζοντας τρούλο, ενώ από κάτω
περνούσε πομπική οδός που πλαισιωνόταν
με κιονοστοιχίες δεξιά και αριστερά και
ένωνε τα ανάκτορα με τη Ροτόντα. Κάτω
από την Αψίδα περνούσε η Εγνατία, η
οποία ήταν βασιλική οδός (Via Regia), ένας
συγκεκριμένος τύπος οδού στρατηγικής
σημασίας και συγκεκριμένης νομικής
υπόστασης κατά τη Ρωμαϊκή
αυτοκρατορία.
30. ΤΑ ΑΝΑΓΛΥΦΑ ΤΗΣ
Η τέχνη των ανάγλυφων της Καμάρας είναι
αφηγηματική και συγχρόνως διακοσμητική. Το
κυριότερο χαρακτηριστικό είναι ο πληθωρισμός των
παραστάσεων και των μορφών. Και η παραμικρή
επιφάνεια γεμίζεται με θέματα που πολλές φορές
είναι επουσιώδη. Και αν έλειπαν δηλαδή αυτά δε θα
είχαμε ζημία στη σαφήνεια του αφηγηματικού
μέρους. Για τι διακοσμητική επιδίωξη συχνά
παραβλέπονται οι φυσικές αναλογίες, έτσι που οι
ελέφαντες έχουν το ίδιο ύψος με τα άλογα ή τα
άλογα να είναι μικρότερα από τους ανθρώπους ή μια
πύλη τείχους να μην ξεπερνά το ύψος ενός
ανθρώπου. Γενικά η τέχνη των αναγλύφων
αποβλέπει περισσότερο στις οπτικές αξίες παρά στις
πλαστικές, ή όπως λένε οι ιστορικοί της τέχνης, τις
απτικές, που χαρακτηρίζουν ιδίως την κλασική
εποχή. Όλα αυτά είναι γνωρίσματα της τέχνης της
Ύστερης Αρχαιότητας στην οποία ανήκει και η
εποχή της Πρώτης Τετραρχίας.
Η περιγραφή των αναγλύφων γίνεται με τη σειρά που
ακολουθεί ο C. Vermeule. Η σειρά των αριθμών του
σχεδίου αντιστοιχεί με τις ζώνες των αναγλύφων από
τα πάνω προς τα κάτω.
34. Το Φρούριο του Επταπυργίου,
γνωστό και με την οθωμανική
ονομασία Γεντί Κουλέ, βρίσκεται
στο βορειοανατολικό άκρο των
τειχών της Θεσσαλονίκης, εντός
της Ακρόπολης. Αποτελείται από
δύο ενότητες: το βυζαντινό
φρούριο, το οποίο συνθέτουν δέκα
πύργοι με τα μεταξύ τους
μεσοπύργια διαστήματα και τον
περίδρομο, καθώς και τα νεότερα
κτίσματα των φυλακών, που έχουν
κτιστεί εντός κι εκτός του
φρουρίου. Οι πύργοι της βόρεια
πλευράς αποτελούν τμήματα του
παλαιοχριστιανικού τείχους της
Ακρόπολης, ενώ αυτοί της νότιας
προστέθηκαν πιθανότατα κατά
τους μεσοβυζαντινούς χρόνους,
σχηματίζοντας τον κλειστό πυρήνα
του φρουρίου.
35.
36. Γύρω στο 1890 το μνημείο χρησιμοποιήθηκε ως ανδρικές, γυναικείες και
στρατιωτικές φυλακές.
Κατά τη δεκαετία του 1890, το φρούριο μετατράπηκε σε φυλακή. Η ακριβής
ημερομηνία δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά η φυλακή αναφέρεται σε ένα
χάρτη του 1899 της πόλης, παρέχοντας έτσι μια terminus ante quem για την αλλαγή.
Γι' αυτή τη μετατροπή συνεπάγεται η απομάκρυνση όλων των προηγούμενων κτιρίων
στο εσωτερικό του κάστρου, από τα οποία κανένα ίχνος επιζεί σήμερα. Οι αλλαγές
στις οχυρώσεις δεν ήταν σημαντικές, αν και ο πρωταρχικός τους ρόλος
αντιστράφηκε: από την προστασία των κατοίκων από την εξωτερική απειλή, τώρα
υπηρετούσε για την απομόνωση κρατουμένων από τον έξω κόσμο.
37. Η φυλακή διετέλεσε για καιρό τις κύριες εγκαταστάσεις σωφρονισμού της πόλης, όπου
κρατούνταν φυλακισμένοι ανεξαρτήτως φύλου ή εγκλήματος. Νέα κτίρια χτίστηκαν κατά
μήκος των δύο πλευρών των τειχών, ώστε να βελτιωθεί η λειτουργικότητα του νέου
σοφρωνιστικού κέντρου. Η εσωτερική αυλή ήταν χωρισμένη από φράχτες σε πέντε
ξεχωριστές μονάδες και στο κέντρο τους στεγάστηκε το κεντρικό παρατηρητήριο. Η
φυλακή διέθετε εκκλησάκι και άλλα παραρτήματα, ενώ το παράρτημα που βρισκόταν
βόρειο-ανατολικό πύργο καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου. Τα εξωτερικά κτίρια, στη νότια πλευρά του κάστρου, στεγαζόταν η διοίκηση, η
φυλακή των γυναικών, και προς τα δυτικά, τα κελιά απομόνωσης.
38. Ο εσωτερικός χώρος αναδιαμορφώθηκε και προστέθηκαν εγκαταστάσεις και εξωτερικά
του κτηρίου. Το 1989 οι φυλακές μεταφέρθηκαν και το Επταπύργιο αποδόθηκε στην
αρμοδιότητα του Υπουργείου Πολιτισμού.
Ποίημα
Στο Γεντί Κουλέ, στο Γεντί Κουλέ
στο Γεντί Κουλέ χάνομαι, καλέ.
Σκουριασμένα σίδερα, χρόνια σκοτωμένα,
η ζωή μια χίμαιρα και φωτιά για μένα.
Αχ, πού να 'σαι τώρα, τούτη δω την ώρα;
Στο Γεντί Κουλέ, στο Γεντί Κουλέ
στο Γεντί Κουλέ χάνομαι, καλέ.
Τ' άδικο δεν το μπορώ και το δίκιο χάνω
για τα σένα π' αγαπώ και που δε σε φτάνω.
Αχ, πού να 'σαι τώρα, τούτη δω την ώρα;
Το Γεντί Κουλέ, το Γεντί Κουλέ
το Γεντί Κουλέ γκρέμισ' το, καλέ.
Φυλακές και σίδερα, κάγκελα και πόρτες,
αχ, το δίκιο δεν μπορούν να κρατήσουν
πόρτες.
Λεύτερο πουλάκι, σπάστε το κλουβάκι.
39. Ποίημα
Στο Γεντί Κουλέ, στο Γεντί Κουλέ
στο Γεντί Κουλέ χάνομαι, καλέ.
Σκουριασμένα σίδερα, χρόνια σκοτωμένα,
η ζωή μια χίμαιρα και φωτιά για μένα.
Αχ, πού να 'σαι τώρα, τούτη δω την ώρα;
Στο Γεντί Κουλέ, στο Γεντί Κουλέ
στο Γεντί Κουλέ χάνομαι, καλέ.
Τ' άδικο δεν το μπορώ και το δίκιο χάνω
για τα σένα π' αγαπώ και που δε σε φτάνω.
Αχ, πού να 'σαι τώρα, τούτη δω την ώρα;
Το Γεντί Κουλέ, το Γεντί Κουλέ
το Γεντί Κουλέ γκρέμισ' το, καλέ.
Φυλακές και σίδερα, κάγκελα και πόρτες,
αχ, το δίκιο δεν μπορούν να κρατήσουν πόρτες.
Λεύτερο πουλάκι, σπάστε το κλουβάκι.