2. H δουλειά μάς προσφέρει πολύ περισσότερα από τον μισθό μας και διασφαλίζουμε το
δικαίωμα για σύνταξη, διακοπές, υγειονομική ασφάλιση και την αναγνώριση ότι
είμαστε παραγωγικά μέλη της κοινωνίας. Επιπλέον η εργασία μάς καθορίζει σε μεγάλο
βαθμό με ποιούς τρόπους και σε ποιές ομάδες ανήκουμε ή δεν ανήκουμε μέσα στην
ευρύτερη κοινωνία, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό σε τι τύπο σπιτιού ζούμε, ποιοί είναι οι
φίλοι μας, σε ποιό σχολείο θα φοιτήσουν και τι εκπαίδευση θα πάρουν τα παιδιά μας
(Σταθόπουλος Π., 1987).
Η εργασία έχει κεφαλαιώδη σπουδαιότητα για την κοινωνική ζωή του ανθρώπου.
Άλλωστε ένα μεγάλο μέρος της ανθρώπινης ζωής δαπανάται στην εργασία.
Γι’ αυτό η σωστή θεώρηση και άσκησή της είναι φυσικό να ενδιαφέρει ιδιαίτερα τον
Χριστιανό.
Βέβαια ο άνθρωπος δεν υπάρχει για την εργασία, αλλά η εργασία για τον άνθρωπο.
Έτσι η εργασία, χωρίς ν’ αποτελεί το λόγο της υπάρξεως του ανθρώπου, συνιστά
βασική λειτουργία της ζωής του και συντελεί στην καταξίωσή του.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εδώ και πολλούς αιώνες έχει αναπτύξει μία πλήρη θεολογία
για την αξία της εργασίας και τον ρόλο της για την πνευματική, συναισθηματική,
σωματική και ψυχολογική υγεία και ισορροπία του ατόμου. Τιμά δε και εξυψώνει την
εργασία, ανάγοντάς την σε κοινωνικό λειτούργημα.
3. Ο ειδωλολατρικός κόσμος δεν είχε γενικά θετική γνώμη για την εργασία. Στα
αρχαία ελληνικά συνώνυμο της εργασίας είναι ο πόνος. Έτσι τονίζεται ο οδυνηρός
και καταναγκαστικός χαρακτήρας της. Γι’ αυτό η εργασία θεωρούνταν κατάλληλη
για τους δούλους και όχι για τους ελεύθερους πολίτες. Η δουλειά και η δουλεία
συνδέονται άμεσα ως λέξεις και ως έννοιες. Η δουλειά προσιδιάζει στους δούλους.
Και η δουλεία έχει ως κύριο γνώρισμα τη δουλειά.
5. Σε αντίθεση προς τον ειδωλολατρικό κόσμο η Παλαιά Διαθήκη βλέπει θετικά την
εργασία. Ο ίδιος ο Θεός είναι Δημιουργός του κόσμου.
Στο Β’ κεφάλαιο της «Γενέσεως», ο Θεός, αφού έπλασε τον άνθρωπο, τον τοποθετεί
στον παράδεισο για να τον καλλιεργεί και να τον φροντίζει. H εργασία αποτελεί
φυσική ανάγκη και ιερή υποχρέωση κατ’ εντολήν του ίδιου του Θεού.
Στο Γ’ κεφάλαιο, στον στίχο 15, η εργασία επιβάλλεται κατά κάποιον τρόπο ως ποινή
στον άνθρωπο, ως συνέπεια της πτώσης των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο.
Όμως σ’ αυτό το σημείο η εργασία νοείται ως βιοπάλη και μόχθος και δεν πρέπει να
θεωρείται ότι αποτελεί μόνον τιμωρία για την αμαρτία.
Μια από τις εντολές του Δεκαλόγου συνιστά
την εργασία, ενώ ταυτόχρονα καθιερώνει μια
μέρα της εβδομάδας ως αργία.
«Έξι ημέρες να εργάζεσαι και να κάνεις όλα
τα έργα σου, ενώ την έβδομη (να την
αφιερώνεις), στον Κύριο και Θεό σου. Γιατί ο
Θεός σε έξι ημέρες έφτιαξε τον κόσμο και
σταμάτησε την εβδόμη».
6. Ο ίδιος ο Ιησούς εργαζόταν από την εφηβική του ηλικία δίπλα στον Ιωσήφ ως τέκτων,
γι’ αυτό μόλις τον είδαν οι συμπολίτες του να πηγαίνει στην συναγωγή και να διδάσκει,
αναρωτήθηκαν: «Αυτός δεν είναι ο ξυλουργός, ο υιός της Μαρίας;»
Την εκτίμησή Του προς την εργασία τη δηλώνει ο Χριστός και από την επιλογή των
μαθητών Του, οι οποίοι προέρχονταν από την τάξη των εργαζομένων. Το ότι ήταν
αλιείς δεν έχει μόνο συμβολικό χαρακτήρα, αλλά δηλώνει και την εκτίμηση του Ιησού
προς την εργατική τάξη (Μπρατσιώτης Παν., 1959).
Το Ευαγγέλιο, ως μήνυμα της αγάπης, τοποθετεί και την εργασία στην προοπτική της
αγάπης. Η φροντίδα του Θεού για τον άνθρωπο είναι μια συνεχής εργασία.
7. Ο Απόστολος Παύλος ασκούσε το
επάγγελμα του σκηνοποιού και
εξυπηρετούσε όχι μόνο τις ανάγκες του,
αλλά και τις ανάγκες των συνοδών του.
Προτρέπει μάλιστα τους Χριστιανούς να
εργάζονται τίμια με τα χέρια τους, για
να μπορούν να βοηθούν και αυτούς που
έχουν ανάγκη.
Μάλιστα καυτηριάζοντας τους
αργόσχολους της Θεσσαλονίκης που δεν
εργάζονταν αλλά περιεργάζονταν τους
άλλους γράφει: Όποιος δε θέλει να
εργάζεται, αυτός ας μη τρώει κιόλας.
«εἰ τὶς οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ
ἐσθιέτω» (Β΄ Θέσ. γ΄10,11).
8. Yπάρχουν άγιοι της Εκκλησίας από όλα σχεδόν τα επαγγέλματα , γεγονός που
υποδηλώνει ότι αφενός στην ζωή ενός αγίου η άσκηση του επαγγέλματος υπό την
ορθόδοξη οπτική αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την επίσκεψη της Θείας
Χάριτος, και αφετέρου ότι δεν υπάρχουν επαγγέλματα χαμηλής ή υψηλής κοινωνικής
προσφοράς. (Καντιώτης, Αυγ. 2001)
9. Την άξια της εργασίας υπογράμμισε και ο
μοναχισμός. Είναι χαρακτηριστικό ότι
εξαρχής οι χριστιανοί αναχωρητές και στη
συνέχεια οι μοναχοί στις σκήτες και τα
κοινόβια θεωρούν απαραίτητη την
εργασία.
10. Το πόσο ευλογημένη είναι η εργασία αποδεικνύεται και από την στέρησή της, όταν το
άτομο μένει άνεργο. Πέρα από τις υλικές στερήσεις, οι άνεργοι στην συντριπτική τους
πλειοψηφία σπρώχνονται στο περιθώριο. O άνεργος αισθάνεται ότι είναι ανήμπορος και
ανίσχυρος να προσαρμοστεί και να βοηθήσει το περιβάλλον με αρνητικές συνέπειες
τόσο σε κοινωνικό όσο και ατομικό επίδεδο.
Εφαρμόζοντας Ηθικά ζητήματα στο χώρο των εργασιακών σχέσεων
12. ΑΡΘΡΟ 24
Καθένας έχει το δικαίωμα στην ανάπαυση, σε ελεύθερο χρόνο, και ιδιαίτερα, σε
λογικό περιορισμό του χρόνου εργασίας και σε περιοδικές άδειες με πλήρεις
αποδοχές.
13. ΑΡΘΡΟ 25
1. Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό
επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στον ίδιο και
στην οικογένεια του υγεία και ευημερία,
και ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία,
ιατρική περίθαλψη όπως και τις
απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες. Έχει
ακόμα δικαίωμα σε ασφάλιση για την
ανεργία, την αρρώστια, την αναπηρία, τη
χηρεία, τη γεροντική ηλικία, όπως και για
όλες τις άλλες περιπτώσεις που στερείται
τα μέσα της συντήρησής του, εξαιτίας
περιστάσεων ανεξαρτήτων της θέλησης
του.
2. Η μητρότητα και η παιδική ηλικία έχουν
δικαίωμα ειδικής μέριμνας και περίθαλψης.
Όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα αν είναι νόμιμα
ή εξώγαμα, απολαμβάνουν την ίδια
κοινωνική προστασία.
15. Σκοπός εργασίας
«Ο άνθρωπος δεν είναι μόνον ο λόγος ο νοητικός, αλλά και ο λόγος ο οικονομικός του
κόσμου, ο κύριος της δημιουργίας. Έχει το δικαίωμα και το καθήκον να εργάζεται μέσα
στον κόσμο για την ίδια του την ύπαρξη , για να βοηθεί τον πλησίον του και για να
εκτελέσει το κοινό έργο της ανθρωπότητας, σύμφωνα με την παραγγελία του Θεού
‘άρχετε πάσης της γης και κατακυριεύσατε αυτής’ (Γεν.1.28). Η εργασία του ανθρώπου
αποτελεί μέρος των σχέσεών του με τη φύση και καθαγιάζεται με τη Χάρη του Αγίου
Πνεύματος…
Να εργάζεσαι σημαίνει να βγαίνεις ενεργητικά από τον εαυτό σου για να περάσεις μέσα
στον κόσμο. Κάθε πράξη εργασίας είναι μια πραγματοποίηση του σκοπού του
ανθρώπου έξω από τον εαυτό του… Το καλύτερο οικονομικό σχήμα – όποιο κι αν είναι
τ΄ όνομά του και μ΄ οποιονδήποτε τρόπο κι αν συνδέεται με τον καπιταλισμό και το
σοσιαλισμό, την ατομική ιδιοκτησία ή την κοινοκτημοσύνη – είναι εκείνο που
εξασφαλίζει καλύτερα σε κάθε δεδομένη κατάσταση πραγμάτων την προσωπική
ελευθερία, διαφυλάττοντάς την και από τη φυσική φτώχεια και από την κοινωνική
δουλεία».
Σεργκέι Μπουλγκάκωφ
Διερευνώντας Θρησκευτικές προσεγγίσεις στο ζήτημα της εργασίας
Μαρκάρισμα και υπογράμμιση κειμένου
16. Η εργασία, παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος, δεν πρέπει ν’ αποβλέπει στη συσσώρευση
πλούτου, αλλά στην άσκηση της αγάπης. Όποιος είναι σε θέση να εργάζεται, οφείλει
να προσφέρει σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη.
Αν σκεφτούμε ότι με την εργασία μας προσφέρουμε υπηρεσίες στο κοινωνικὸ
σύνολο, συνεργαζόμαστε και επικοινωνούμε με άλλους ανθρώπους για την επιτυχία
ενὸς κοινού στόχου (πχ. την ευημερία του συνόλου), τότε πρέπει να την
προσφέρουμε, με χαρὰ και με αγάπη. Ο Θεὸς μας δημιούργησε απὸ αγάπη και μας
προίκισε με μεγάλα χαρίσματα, ώστε να γίνουμε και εμείς δημιουργικοὶ και
ευτυχισμένοι.
17. Πλησίασε κάποιος μερικοὺς εργάτες λατομίου, που έσπαζαν πέτρες και ρώτησε
τον πρώτο: «πώς πάει η εργασία;», «σκλαβιά, κούραση, ιδρώτας», ήταν η
απάντηση.
Προχώρησε πιο πέρα και ρώτησε τον δεύτερο εργάτη τα ίδια: «κουράζομαι, αλλὰ
συντηρώ έντιμα την οικογένειά μου. Και όταν το βράδυ γυρίζω κουρασμένος στο
σπίτι και βλέπω τα γελαστὰ πρόσωπα της συζύγου μου και των παιδιών μου
ευφραίνομαι. Αυτὸς ο κόπος εξασφαλίζει μία άνετη και αξιοπρεπὴ ζωὴ στην
οικογένειά μου».
Ένας τρίτος λατόμος στην ίδια ερώτηση απάντησε: «σκεφθείτε ότι με αυτὲς τις
πέτρες που σπάζω, θα κτισθεί ο καθεδρικὸς ναὸς της πόλεως, μέσα στον οποίο θα
ηχούν καθημερινά δοξολογίες προς τον Θεό. Και εγὼ θα ξέρω ότι συνεργάστηκα,
για να δοξάζεται ο Θεὸς μέσα σ’ αυτὸν τον ναό. Πολλὲς απὸ αυτὲς τις πέτρες
σμιλευτήκαν απὸ τα χέρια μου».
Πόσο διαφορετικὰ αντιμετώπιζαν την ίδια εργασία οι τρεις λατόμοι ;
18. Το βιβλίο του Εκκλησιαστή γράφει ότι δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να
ευφραίνεται ο άνθρωπος με το αποτέλεσμα της εργασίας του. Και προσθέτει πως αυτή
η ικανοποίηση είναι φυσική για τον άνθρωπο, αφού εκείνο που του δόθηκε (από τον
Δημιουργό του) είναι ακριβώς αυτό: η εργασία. Ακόμη και ο μόχθος που προστέθηκε
στην εργασία του ανθρώπου, μετά την πτώση του από τον Παράδεισο, δεν εμποδίζει
την εσωτερική ικανοποίηση που μπορεί να αισθανθεί κανείς από την εργασία που
κάνει, αφού και ο μόχθος δόθηκε από τον Δημιουργό του ανθρώπου.
Η εργασία, ......, όχι μόνο δεν επιβάλλεται ως τιμωρία στον άνθρωπο, έπειτα από την
πτώση του, που εξ αιτίας της καταδικάσθηκε να φύγει από τον Παράδεισο, αλλά
συνδέεται με την εσωτερική ικανοποίηση του ανθρώπου, αυτή την ικανοποίηση
ακριβώς που συμβολίζει ο Παράδεισος».
Σινόπουλος, Π.
19. Σοβαρὴ συνέπεια της υποτιμήσεως της εργασίας, είναι η αποφυγή της, η
«οκνηρία». Επειδὴ ο άνθρωπος είναι εκ κατασκευής ον δημιουργικό, η οκνηρία
είναι κάτι «αφύσικο», που αχρηστεύει τις ικανότητες του ανθρώπου. Ο οκνηρὸς
άνθρωπος αποφεύγει την προσπάθεια, δεν δημιουργεί, δεν εξασκεί τις φυσικὲς και
διανοητικές του ικανότητες, ζει παρασιτικὰ και καταντά μειονεκτικός .
Η χριστιανικὴ ηθικὴ παράδοση, βλέπει πολὺ αρνητικὰ την οκνηρία. Την
χαρακτηρίζει ως θανάσιμο αμάρτημα. Η οκνηρία εκδηλώνεται ως αμέλεια,
αδιαφορία, ραθυμία, απονάρκωση, έλλειψη ενδιαφέροντος κλπ.
Η υποτίμηση της εργασίας
Αφού η εργασία αποτελεί πρωταρχικὴ εντολὴ του Θεού δεν πρέπει να υποτιμάται
απὸ τους χριστιανούς.
20. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει
χαρακτηριστικά: «Τίποτα πιο άχρηστο δεν
υπάρχει από τον άνθρωπο που συνεχώς ζει
μέσα στην άνεση και την πολυτέλεια. Τι πιο
αηδιαστικό από τον άνθρωπο που δεν έχει
τίποτα να κάνει; Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο
να είναι ενεργητικός, και είναι στην φύση του
να εργάζεται, ενώ είναι ανώμαλο να
τεμπελιάζει. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Θεός μας
έκανε να έχουμε ανάγκη την εργασία. Η αργία
βλάπτει το σώμα και τα πάντα… Είναι της
ψυχής συνήθεια η εργασία (πνευματική), και
όταν τελειώσει με αυτήν ο άνθρωπος, επειδή
δεν μπορεί να κάθεται, βρίσκει κάτι άλλο να
κάνει… Κανείς από όσους έχουν τέχνη να μην
ντρέπεται, αλλά αυτοί που κάθονται στο σπίτι
και τεμπελιάζουν» (PG 60, 255. 61,452.
61,168).
21. Η προσωπική εργασία αποκτά ιδιάζουσα σημασία για τον ανθρώπινο βίο και
αποτελεί υποχρέωση οποιουδήποτε μπορεί να εργαστεί.
Ο εργοδότης οφείλει να βλέπει τον άνθρωπο ως μια ολοκληρωμένη ανθρώπινη
προσωπικότητα και να μην τον αμείβει μόνο ανάλογα με την εργασία του, αλλά
και ανάλογα με τις ανάγκες του
Αναπλαισιώνοντας αποτύπωση ηθικών πλασίων με θρησκευτικά κριτήρια στην
προσέγγιση των εργασιακών σχέσεων
Η ὑπερεκτίμηση τῆς ἐργασίας
Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει εξάρτημα της μηχανής. Γίνεται αναλώσιμο και εύκολα
αντικαταστάσιμο ανθρώπινο υλικό. Η αξία του εκτιμάται ανάλογα με το είδος της
εργασίας που προσφέρει. Η αξία της θεωρείται μεγαλύτερη, όσο λιγότεροι άνθρωποι
γνωρίζουν την ίδια εργασία.
Επίσης ο οικονομικὰ ισχυρός, μπορεί να υποτιμά τους οικονομικὰ ασθενεστέρους
και να αδιαφορεί για τις ανάγκες τους. Τον ενδιαφέρουν μόνο στον βαθμὸ που
εκείνοι του είναι χρήσιμοι και εξυπηρετουν τις δικές του ανάγκες.
22. Οι Μοντέρνοι Καιροί είναι μια κινηματογραφική ταινία
του Τσάρλι Τσάπλιν που γυρίστηκε το 1936. Στην ταινία
εμφανίζεται ο γνωστός αλητάκος με το χαρακτηριστικό
καπέλο και μουστάκι, ο οποίος αγωνίζεται να επιβιώσει
στον μοντέρνο, βιομηχανοποιημένο κόσμο. Το φιλμ έχει
φόντο το μεγάλο οικονομικό και χρηματιστηριακό κραχ
του 1929 και αποτελεί ένα σχόλιο στην απεγνωσμένη
εύρεση εργασίας σε μια κοινωνία με τεράστια ανεργία
καθώς και στην οικτρή οικονομική κατάσταση των
ανθρώπων. Τέλος στην ταινία γίνονται ειρωνικές
αναφορές για την έντονη βιομηχανοποίηση και την
επιρροή που κατά τον Τσάπλιν έχει αυτή στις συνθήκες
εργασίας (πχ λωρίδα παραγωγής ).
Ο Τσάρλι Τσάπλιν σκηνοθέτησε αλλά και έγραψε το
σενάριο του φιλμ, ενώ πρωταγωνίστησε υποδυόμενος
τον αλητάκο, ο οποίος εμφανίζεται για τελευταία φορά
σε κινηματογραφική ταινία. Πολλοί συμφωνούν ότι
οι Μοντέρνοι Καιροί αποτελούν μια από τις
σπουδαιότερες ταινίες όλων των εποχών.
https://el.wikipedia.org/wikiΠροβολή αποσπάσματος
της ταινίας
23. Η ταινία μικρού μήκους «El Empleo» του Santiago "Bou" Grasso από την Αργεντινή,
περιγράφει χωρίς λόγια αυτό που βλέπουν όλοι στο καθεστώς της εργασιακής
ρουτίνας. Το animation αυτό υπογραμμίζει με συμβολικό και έντονο τρόπο, πως η
διαφορά μεταξύ δουλειάς και δουλείας είναι ίσως μικρότερη από έναν τόνο.
Μια απεικόνιση του εργασιακού τοπίου. Άνθρωποι οι οποίοι έχουν αναγκαστεί να
εργάζονται τόσο μηχανικά, που στο τέλος δε διαφέρουν και πολύ από τα αντικείμενα.
Άνθρωποι αντικείμενα που σταδιακά αντιμετωπίζουν και τους άλλους σαν τέτοια.
Η αποξένωση του σύγχρονου
ανθρώπου, η εκμετάλλευση στο χώρο
της εργασίας, η χρησιμοποίηση άλλων
ανθρώπων για την προσωπική
επιβίωση καθώς και η έλλειψη
ενδιαφέροντος για τα ουσιαστικά
πράγματα και τις αξίες της ζωής είναι
κάποια από τα θέματα που
διαπραγματεύεται.
Προβολή ταινίας
24. Όποιος από το διπλανό του τη
διατροφή του αφαιρεί, είναι το
ίδιο σαν να τον σκοτώνει·
κι όποιος δε δίνει στον εργάτη
το μισθό του, είναι φονιάς.
Σοφ Σειρ 34, 22
«Αλίμονο σ' εκείνους που στερούν από
τους εργάτες τον δίκαιο μισθό τους, γιατί
είναι όμοιοι μ' αυτούς που χύνουν
αίμα».
Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, Η Δευτέρα
Παρουσία
14 Μην εκμεταλλεύεσαι ποτέ τον μισθωτό, το δυστυχισμένο και το φτωχό
συμπατριώτη σου ή τον ξένο που ζει σε μια από τις πόλεις της χώρας σου.
15 Να του δίνεις κάθε μέρα το ημερομίσθιό του, πριν απ’ τη δύση του ήλιου· γιατί
είναι φτωχός και το έχει ανάγκη. Αλλιώς αυτός θα φωνάξει με αγανάκτηση εναντίον
σου στον Κύριο, κι αυτό θα σου καταλογιστεί για αμαρτία.
Δευτ 24, 14- 15.
Ο Μ. Βασίλειος επαινεί την ομαδική εργασία, την οποία
παρομοιάζει με το μελίσσι. Kαταδικάζει την εκμετάλλευση του
ανθρώπου από άνθρωπο και μέμφεται όσους χρησιμοποιούν τον
ιδρώτα του εργάτη για να πλουτίσουν οι ίδιοι.