3. Το κείμενο μας μιλάει για κάποιον νεαρό
γύρω στα 17-18, ο οποίος εργαζόταν σε
κάποιο τσαγκαράδικο. Επειδή του άρεσε η
κόρη του δασκάλου, προσπαθούσε με
κάθε τρόπο να την βλέπει και έβαλε στο
μυαλό του να της χαρίσει ένα ζευγάρι
παπούτσια, μια και δούλευε κιόλας σε
τσαγκαράδικο.
Αφού τα κατάφερε και αγόρασε το δέρμα
μαζεύοντας λεφτά, για να τα φτιάξει,
κάποια μέρα που τρώγανε με την αδελφή
του την είδε να φοράει ξόφτερνα
παπούτσια , γιατί τα καλά της τα
κρατούσε για το σχολείο.
Πίσω
4. Αποφάσισε λοιπόν ότι
εκείνη τα είχε πιο πολύ
ανάγκη από την κόρη
του δασκάλου. Όταν
λοιπόν της τα χάρισε,
φάνηκε η χαρά της και
τα μάτια της φώτισαν
από την ευχαρίστηση.
Εκείνος πιο σοβαρός
πήγε την άλλη μέρα στη
δουλειά, με περισσότερη
ωριμότητα και πιο
χαρούμενος.
5. 1η ενότητα: «Τον είχε βάλει από καιρό... και
παραμόνευε την ώρα.»
Ο νεαρός τσαγκάρης και το μυστικό του σχέδιο να
κατασκευάσει ένα ζευγάρι λουστρινένια γοβάκια.
2η ενότητα: «Η κόρη του δάσκαλου... το τραπέζι.»
Η κόρη του δάσκαλου: το πρόσωπο για το οποίο
προορίζονται τα γοβάκια.
3η ενότητα: «Την κοίταξε πιο προσεκτικά... με το
τραγούδι.»
Η αδερφή του νεαρού τσαγκάρη στην οποία τελικά χαρίζει
τα γοβάκια.
Πίσω
6. Το παιδί σαν
βιοπαλαιστής
Συναισθηματική-
Ερωτική αφύπνιση ενός
εφήβου
Η ωρίμανση με την
έκφραση της αγάπης και
του καθήκοντος
απέναντι στην
οικογένεια
Πίσω
7. Μέσα από την αφήγηση δίνεται η εξέλιξη των γεγονότων της
ιστορίας που διαβάζουμε.
Με την περιγραφή παρουσιάζονται-περιγράφονται πρόσωπα, ζώα,
πράγματα, τοπία-τόποι.
Σε αντίθεση με την αφήγηση, που είναι δυναμική (με αυτήν
παρουσιάζεται η εξέλιξη της δράσης του έργου και έχουμε
αλλαγή των καταστάσεων), η περιγραφή είναι στατική (δεν
έχουμε εξέλιξη της δράσης).
Η αφήγηση στο κείμενο αυτό γίνεται σε τρίτο πρόσωπο.
Στο κείμενο υπάρχουν επίσης κάποιες περιγραφές: π.χ.
- η κόρη του δάσκαλου: «είχε σγουρά μαλλιά και μάτια μεγάλα. Είχε
στητό κορμί και περπατησιά περήφανη.»
- η αδερφή του ήρωα: «τα μαλλιά της δεν έπεφταν σγουρά στους
ώμους. Είχε μια πλεξούδα ίσια που τη σφιχτόδενε στο σβέρκο της
μ’ ένα λαστιχάκι των πακέτων.»
Πίσω
8. Ύφος: το ύφος του κειμένου είναι απλό και λιτό με λίγα
σχήματα λόγου και καλολογικά στοιχεία.
Γλώσσα: Η γλώσσα του κειμένου είναι απλή δημοτική,
εμπλουτισμένη με ιδιωματικές λέξεις και φράσεις: π.χ.
παζαριτζής (αυτός που κάνει παζάρια), μην αποφανεί (= μην
αποκαλυφθεί), απέ (= μετά), μπαξίσι (φιλοδώρημα),
ξανόσταιναν (= γίνονταν άνοστα) κ.λπ. Επίσης υπάρχουν
λέξεις από το λεξιλόγιο των τσαγκάρηδων: π.χ. φόντι (= το
πάνω μέρος του παπουτσιού), φαλτσέτα (= μικρό κοπίδι),
ψίδι (= το μπροστινό τμήμα της μύτης του).
Μεταφορές: «το είχε βάλει από καιρό στο μάτι», «μύρια
αστέρια μπερδεύτηκαν στην πλεξούδα της»
Πίσω
9. Ο βιοπαλαιστής: παιδί εργατικό,
φιλότιμο, ικανός στις συναλλαγές,
με γνώσεις του επαγγέλματος,
τολμηρός, ανυπόμονος,
ενθουσιώδης, νιώθει ενοχές,
συνειδητοποιεί τις ευθύνες του,
ωριμάζει, νιώθει στοργή για την
αδερφή του, είναι αποφασιστικός
και ευαίσθητος.
Η κόρη του δασκάλου: πλούσια,
όμορφη, ανώτερης κοινωνικής και
οικονομικής τάξης, έχοντας μια
ζωή χωρίς στερήσεις.
Η αδελφή του βιοπαλαιστή:
ταπεινή, σεμνή, υποταγμένη στη
μοίρα της, σιωπηλή, κατώτερης
κοινωνικής και οικονομικής
τάξης.
Πίσω