1. ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΗΡΙΚΗ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
Αναφέρθηκα στο προηγούμενο σημείωμα στην «Οδύσ-
σεια», και θα συνεχίσω σήμερα, με την ευκαιρία της παράστα-
σης του Robert Wilson.
Θεωρείται συνήθως ότι το έπος αυτό του Ομήρου σηματοδο-
τεί ένα ρήγμα στο ακέραιο μέχρι τότε ιδεώδες της ηρωικής ε-
ποχής και στο ιδανικό του «ωραίου θανάτου», στο πεδίο της μά-
χης και της τιμής (βλ. και τη σχετική ανάλυση του Κορνήλιου
Καστοριάδη). Έτσι είναι, πράγματι, αλλά μόνο μέχρι ενός ση-
μείου. Ο Αχιλλέας, ο «άριστος των Αχαιών», εκπροσωπεί στην «Ι-
λιάδα» αυτό το πρότυπο του «ωραίου θανάτου». Επιλέγει να πε-
θάνει νέος, στην ακμή της ηλικίας του, παρά να ζήσει ως τα βα-
θιά γεράματα, ήσυχος στην ασφάλεια του σπιτιού του, αλλά α-
φανής. Ο Οδυσσέας, αντίθετα, έχει ως ιδανικό του τον «νόστο»,
δηλαδή την επιστροφή στον κόσμο του και στο σπίτι του. Είναι
αυτό μια στάση αντιηρωϊκή;
Μόνο μια επιπόλαιη ματιά θα το αντιμετώπιζε έτσι. Ο σπου-
δαίος Γάλλος μελετητής της ελληνικής αρχαιότητας Ζαν Πιερ
Βερνάν και άλλοι υποστηρίζουν τα αντίθετα. Κατ’ αρχάς στην ί-
δια την «Οδύσσεια» βλέπουμε μια διαφορετική όψη του Αχιλλέα.
Όταν ο Οδυσσέας συναντά τη σκιά του στον κάτω κόσμο, ακού-
με τον κατ’ εξοχήν ήρωα της «Ιλιάδας» να δηλώνει απερίφραστα
ότι θα προτιμούσε να είναι ζωντανός και δούλος του έσχατου
αγρότη, παρά νεκρός και βασιλιάς στον Άδη. Αυτό δικαιολογεί
ται, τονίζει ο Βερνάν, «αν λάβουμε υπόψη μας την αντίληψη των
Ελλήνων της αρχαϊκής εποχής για τη ζωή και τον θάνατο. Δεν
υπάρχει πίστη στην αθανασία της ψυχής, ο άνθρωπος είναι το
σώμα του, άρα ο μόνος τρόπος για να μείνει αθάνατος, είναι η
μνημοσύνη: να τον ψάλλουν οι μεταγενέστεροι στα τραγούδια
τους για τα ηρωικά του κατορθώματα. Ο Αχιλλέας υπάρχει μό-
νο στον επάνω κόσμο, στη φήμη του στις γενιές των ανθρώπων.
Στον κάτω κόσμο, αν και βασιλιάς, είναι ένα τίποτα, ένας ίσκιος.
Αυτό θέλει να μας πει ο ποιητής. Επειδή αυτό που είναι ο άν-
θρωπος, η ταυτότητά του, συγκροτείται και αποσυντίθεται στο
πλαίσιο της κοινωνικής σχέσης που διατηρεί με τους άλλους
και σύμφωνα με αυτό που βλέπουν οι άλλοι σε αυτόν. Και επει-
δή αυτό το φαίνεσθαι είναι το έμβλημα, η οπτική συμπύκνωση
της κοινωνικής τους θέσης, της δόξας του, της φήμης του, ή της
τιμής που οι άλλοι του αποδίδουν. Αυτό είναι που τον ορίζει».
Πρέπει, όμως, παράλληλα να δούμε την αντίστοιχη στάση του
Οδυσσέα μπροστά στη ζωή και στον θάνατο για να καταλάβου-
με ότι τα πιο πάνω λόγια του Αχιλλέα δεν αναιρούν το ηρωικό
ιδεώδες, αλλά το επανατοποθετούν. Όταν η Καλυψώ προσφέρει
στον Οδυσσέα το βοτάνι τής αθανασίας, εκείνος, παρότι έχει ε-
πισκεφθεί τον κάτω κόσμο και γνωρίζει τη φρίκη του θανάτου,
αρνείται να το πιει. Επειδή «αν παραμείνει αθάνατος στο απο-
μονωμένο νησί της Θεάς και αν δεν επιστρέψει στην πατρίδα του,
δεν θα μιλούν πια γι’ αυτόν, δεν θα γνωρίζουν την ιστορία του,
θα πέσει στη λήθη. Κανείς δεν θα μάθει τα ηρωικά του κατορ-
2. θώματα και κανείς δεν θα τον θυμάται πια. Θα χαθεί οριστικά η
φήμη του που θα διαφύλασσαν όχι μόνον η οικογένειά του, αλ-
λά οι άνθρωποι γενικά, συμπεριλαμβανομένων και των επερ-
χομένων γενεών. Αν το κάνει, δεν θα είναι πια τίποτα, θα έχει ε-
ξαφανιστεί με πολύ πιο ριζικό και οδυνηρό τρόπο από ό,τι μπρο-
στά στον Κύκλωπα. Και εφόσον δεν υπάρχει πια Οδυσσέας, δεν
υπάρχει πια Οδύσσεια, δεν υπάρχει πια η ποίηση που υμνεί τα
κατορθώματά του. Λίγο τον ενδιαφέρει, μπροστά στον κίνδυνο
αυτόν, αν θα μείνει αθάνατος, ευδαίμων, νέος για πάντα».
Αυτό, μαζί με κάτι άλλο, επίσης κρίσιμο, την ανάδυση στο τέ-
λος του έπους ενός προσχέδιου μιας δημοκρατικής «πόλεως»
είναι δυο σημεία - κλειδιά της «Οδύσσειας», που αν τα αγνοή-
σουμε το έπος του Ομήρου καταντά ένα απλό παραμυθάκι. Θα
χρειαστεί, όμως, για όλα αυτά, να συνεχίσω την επόμενη Κυ-
ριακή. Αφιέρωσα το σημείωμα της Κυριακής σε μια προσπάθεια
ανάγνωσης της «Οδύσσειας» του Ομήρου πέρα από τα καθιε-
ρωμένα. Να μπορέσουμε δηλαδή να ξεφύγουμε από την κυ-
ρίαρχη εικόνα του Οδυσσέα σαν ενός πανέξυπνου και πολύ-
στροφου ανθρώπου που ξεγλιστρά από όλες τις καταστάσεις και
είναι τελικά ο κανείς. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι η Οδύσ-
σεια δεν είναι μόνο ένας ήρως, είναι και ένα κείμενο. Σημεία - κλει-
διά του κειμένου είναι η άρνηση του Οδυσσέα να πιεί τον βοτά-
νι που θα τον έκανε αθάνατο, αλλά και ακόμη κάτι: η ανάδυση,
στο τέλος, με τη συνδρομή της Αθηνάς μιας δημοκρατικής «πό-
λεως, σαν ένα προσχεδίασμα της δημοκρατικής Αθήνας που γεν-
νιέται στο τέλος της «Ορέστειας» του Αισχύλου.
Στο τέλος της «Οδύσσειας» η Αθηνά, μετά τη μνηστηροφονία,
και την στάσιν των πολιτών της Ιθάκης παρεμβαίνει δραστικά
για να δώσει μια λύση. Αρκετοί σύγχρονοι συγγραφείς υποστη-
ρίζουν μια άποψη σχεδόν κοινή, ότι βλέπουμε, σε αυτό, να ανα-
δύεται στην αρχαιότητα για πρώτη φορά η πολιτική μέσα από τη
ρήξη του συστήματος της ηρωϊκής ηθικής ή μέσα από μια ρωγ-
μή των αξιών του ηρωϊκού παρελθόντος. Στο βιβλίο του «Ο γυ-
ρισμός του Οδυσσέα και ο νόστος της ποίησης στην Πολιτεία»,
ο Γιάγκος Ανδρεάδης βλέπει επίσης εδώ την ανάδυση του πολι-
τικού στοιχείου. Όχι όμως ως παράγοντα ρήξης, αλλά ως παρά-
γοντα συμφιλίωσης των αντιθέτων. Ο συγγραφέας μας παραπέ-
μπει με οξυδέρκεια στα όσα συμβαίνουν στην Αθήνα στο τέλος
της Ορέστειας: «Η μετάβαση από τον οίκο στην πόλιν με την πα-
ρέμβαση της Αθηνάς στην Ιθάκη και στην Αθήνα, δεν γίνεται μέ-
σα από μια καταστροφική ρήξη με το παρελθόν αλλά ομαλά, με
τη σταδιακή αλληλοκάλυψη των επιπέδων λόγου που αντιστοι-
χούν σε κάθε φάση. Γίνεται με τρόπο κατ’ εξοχήν πολιτικό».
Αν αγνοήσουμε αυτή τη δυναμική της «Οδύσσειας», δηλαδή
την ενσυνείδητη, αυτόβουλη άρνηση του Οδυσσέα να δεχτεί την
αθανασία, μια απόφαση κοινωνικά και πολιτικά διαμεσολαβημένη
όπως μας δείχνει η τελική σκηνή, τότε ο νόστος υποβιβάζεται σε
νοσταλγία και η «Οδύσσεια» καταντά ένα απλό παραμυθάκι με
χάρτινους «ήρωες» αντιμέτωπους με «τέρατα», και με καλό τέ-
λος.