1. Δροσίστηκε ο βράχος από πόθο.
Μέχρι που έγινε θρύψαλα..
Υπήρχε πολλή απελπισία για να φυτρώσει αγάπη. Ξεράθηκαν τα συναισθήματα.
Έτοιμα να κάψουν και ύστερα να γίνουν στάχτη.
Μέσα στη θάλασσα ένιωσα σε κάθε κύτταρο τον παλμό μου.
Σαν η θαλάσσια μήτρα να τον γνώριζε από πριν. Και φρόντιζε τώρα να με ξαναγεννήσει.
Στο πηγαινέλα του λιμανιού, κοντοστάθηκα δίπλα της.
Μια στιγμή ακίνητη - αιώνιο φευγιό.
Ποιο είναι το οξυγόνο για τη μεγαλύτερη βουτιά;
Να δίνεις ή να παίρνεις έρωτα;
Τριγύρω καταστροφή. Και στη μέση έρωτας.
Αλλά ούτε εκεί γλιτώνουμε.
Δεν πήγα ταξίδι.
Αυτό με πήγαινε. Στο άγνωστο.
Με γνώση της ματαιότητας, αλλά και με τη σιγουριά του ερωτευμένου.
Πολύτιμο ο,τι έκρυβε το μαγιό.
Γι αυτό έγραφε «μην αγγιζετε».
Όπου και να κοιτάξεις βλέπεις θάλασσα.
Τέτοιες παγίδες μόνο αυτή και ο έρωτας σου στήνουν.
2. Να δραπετεύεις. Πάντα.
Αλλά τουλάχιστον να ξέρεις από πού.
Όταν τελειώσει το καλοκαίρι να θυμηθείς πώς σε λένε.
Νίκο ή Αριάδνη ή Αλεπουδέλη..
Το ποιός είσαι το θυμάται η θάλασσα - ίσως και κάποιες φωτογραφίες.
Επικίνδυνο το καλοκαίρι. Απελευθερώνονται τα όνειρα ορμητικά σαν κύματα.
Και μπορεί να σε πνίξουν.
Καύσιμο του ταξιδιού η προσδοκία.
Στερέψαμε. Κόψαμε ταχύτητα λίγο πριν μπούμε στο λιμάνι.
Και ακόμα ελπίζαμε όμως ότι αυτό θα μας περίμενε στην ίδια θέση.
Μας ξεγέλασε και το φετινό καλοκαίρι.
Mα ξέραμε από πριν την πλάνη. Και της δοθήκαμε ολοκληρωτικά.
Είπα θα ερωτευτώ.
Νόμισα ότι ο ήχος της καμπάνας σήμαινε την αγιοσύνη του έρωτα.
Τι ακούς; Η μοναξιά έχει πάντα τον ίδιο ήχο.
Τι βλέπεις; Κουράστηκα να βλέπω.
Μόνο θάλασσα..
Μόνο αυτή έμεινε στο τέλος.
Καθαρή.
3. Την ασχήμια φρόντισε να την ξεβράσει.
Και γαλήνια παρθένα.
Σαν να μην περάσαμε ποτέ από πάνω της όλοι εμείς οι ανίεροι ταξιδιώτες-εραστές.
Άκου το κύμα και τις πέτρες που κροταλίζουν..
Σαν να πλέκει μάγια η νύχτα.
Στάθηκα να προσκυνήσω.
Τον Αύγουστο.
Είπε θα μείνει δίπλα μου.