3. Τα κόκκινα λουστρίνια (διήγημα)
•Περίληψη
Ο ήρωας του διηγήματος είναι ένα νεαρό παιδί που δουλεύει σ΄ένα
τσαγκαράδικο, για να βοηθήσει την οικογένειά του. Όταν γνώρισε την
όμορφη κόρη του δασκάλου, την αγάπησε και αποφάσισε να της κάνει δώρο
ένα ζευγάρι κόκκινα λουστρινένια γοβάκια, για να την κερδίσει. Στην αρχή
μάζευε χρήματα για να αγοράσει το δέρμα και στην συνέχεια διάλεξε το
σχέδιο. Αφού τα έφτιαξε, τα πήρε στο σπίτι. Ένα βράδυ, βλέποντας την
αδερφή του ντυμένη με παλιά ρούχα, συνειδητοποίησε ότι εκείνη τα είχε
περισσότερο ανάγκη. Η απόφασή του, να τα δώσει στην αδερφή του, τον
έκανε να νιώσει χαρούμενος και πιο ώριμος.
4. Το είχε βάλει από καιρό
στο μάτι. Ήταν ένα
κομμάτι κόκκινο
γυαλιστερό λουστρίνι,
καθάριο και αστραφτερό.
Ένα κομμάτι απ΄τη
λαχτάρα της καρδιας του.
5. Ο νεαρός τσαγκάρης
Ζήτησε από το αφεντικό
του να δουλέψει μονάχος
μερικές μέρες γιατί, είπε,
είχε μαζευτεί δουλειά
πολλή. Κι όπως πάντα
ήταν φιλότιμος στη
δουλεία, τ΄αφεντικό δεν
έβαλε υποψία.
6. Η κόρη του δασκάλου
Η κόρη του δασκάλου του
΄χε λαβώσει την καρδιά.
Όλοι την κοίταζαν… Είχε
σγουρά μαλλιά και
μεγάλα μάτια. Είχε στητό
κορμί και περπατησιά
περήφανη…
7. Η αδερφή του τσαγκάρη
Η αδερφή του σήκωνε το τραπέζι…Την
κοίταξε πιο προσεκτικά. Πόσο ξέθωρη
ήταν μπροστά στην άλλη!
Τα μάτια της ήταν καφετιά, ίδια με τα
μάτια των κοριτσιών όλου του κόσμου.
Το φουστάνι της ήταν ξέθωρο απ΄την
πολυκαιρία.
Έδωσε τα λουστρινένια γοβάκια στην
αδερφή του… κι εκείνη ένιωσε να
ανεβαίνει.
8. Η προσφορά των παπουτσιών στην αδερφή
του.
Το σπίτι έστραψε από το
γέλιο της… Το άλλο πρωί
πήγε στη δουλειά πιο
μεστωμένος κι έπιασε τη
φαλτσέτα και το
τραγούδι.