9. ΒΙΟΜΟΡΙΟ (ΠΟΛΤΜΔΡΔ) ΜΟΝΟΜΔΡΔ
Πξωηεΐλεο Ακηλνμέα
Ννπθιεϊθά νμέα Ννπθιενηίδηα
Τδαηάλζξαθεο Μνλνζαθραξίηεο
Σα ιηπίδηα δελ απνηεινύληαη από κνλνκεξή καθξνκόξηα
Ο ϐροσ μακρομϐρια αναφϋρεται ςυνόθωσ ςε μϐρια υψηλοϑ μοριακοϑ
βϊρουσ, ϐπωσ ςτα πολυμερό και βιοπολυμερό.
Γενικϊ ωσ "βιολογικϊ μακρομϐρια" χαρακτηρύζονται ςϑνθετεσ οργανικϋσ
ενώςεισ μεγϊλου μοριακοϑ βϊρουσ (103 - 109.) ϐπωσ εύναι οι πρωτεϏνεσ,
τα νουκλεώκϊ οξϋα, οι πολυςακχαρύτεσ και τα λιπύδια. Οι τρεισ πρώτεσ
κατηγορύεσ, (εκτϐσ των λιπιδύων), χαρακτηρύζονται και πολυμερό,
αποτελοϑμενεσ απϐ επαναλαμβανϐμενεσ απλϋσ μονϊδεσ καλοϑμενεσ
μονομερό μακρομϐρια. υνεπώσ τα δομικϊ υλικϊ των πολυμερών
αποτελοϑν τα αντύςτοιχα μονομερό αυτών.
Ειδικϐτερα οι πρωτεϏνεσ δομοϑνται απϐ αμινοξϋα, τα νουκλεώκϊ οξϋα απϐ
νουκλεοτύδια και οι πολυςακχαρύτεσ απϐ μονοςακχαρύτεσ.
10. Οι υδατάνθρακεσ, αποτελοϑν μια ομϊδα
οργανικών ουςιών, που ωσ προσ το χημικϐ τϑπο
τουσ, εύναι ενυδατωμϋνοσ ϊνθρακασ, με γενικϐ τϑπο
Cn(H2O)ν.
Οι βιολογικόσ ςημαςύασ υδατϊνθρακεσ
ονομϊζονται και ςάκχαρα ό ακϐμα και γλυκίδια
αρχύζουν απϐ τουσ μονοςακχαρύτεσ(π.χ. γλυκϐζη,
φρουκτϐζη), και φθϊνουν μϋχρι ςϑνθετα μϐρια,
που λϋγονται πολυςακχαρύτεσ, ϐπωσ το ϊμυλο και η
κυτταρύνη
α. Γιπθόδε
β. Γιπθνγόλν
Μνλνζαθραξίηεο είλαη ε γιπθόδε θαη γ. Άκπιν
πνιπζαθραξίηεο είλαη ην άκπιν, ε θπηηαξίλε, ην δ. Κπηηαξίλε
γιπθνγόλν θ.ά.
Σν άκπιν απνηειείηαη από κόξηα γιπθόδεο ζε
ζπεηξνεηδή δηαθιαδηζκέλε αιπζίδα.
Η θπηηαξίλε απνηειείηαη από κόξηα γιπθόδεο ζε
επζείεο αιπζίδεο.
Σν γιπθνγόλν απνηειείηαη από κόξηα γιπθόδεο ζε
δηαθιαδηζκέλεο αιπζίδεο.
Άμυλο
Γλυκογϐνο
Κυτταρύνη
Γλυκϐζη
11.
12. Σα λιπύδια εύναι δομικϊ ςυςτατικϊ των
οργανιςμών και αποτελοϑν τισ αποθόκεσ
ενϋργειϊσ τουσ. Κατϊ τη διϊςπαςό τουσ
απελευθερώνεται
διπλϊςια ενϋργεια απϐ αυτό που
απελευθερώνεται κατϊ τη διϊςπαςη των
υδατανθρϊκων. Ένα μϐριο λύπουσ ςχηματύζεται
απϐ την ϋνωςη 3 μορύων λιπαρών οξϋων με ϋνα
μϐριο γλυκϐζησ. Χοληςτερύνη
ΤΔΑΣΑΝΘΡΑΚΕ Ή ΛΙΠΟ;
Επειδό το λύποσ μασ παρϋχει 9 θερμύδεσ ανϊ γραμμϊριο δε θα πρϋπει
να χρηςιμοποιεύται ωσ πηγό ενϋργειασ γιατύ ϋχει ωσ αποτϋλεςμα την
αϑξηςη του ςωματικοϑ βϊρουσ. Παρϊλληλα η μεγϊλη κατανϊλωςη
λύπουσ αποτελεύ απειλό για την υγεύα μασ αφοϑ προκαλεύ καρδιακϋσ
παθόςεισ, πρϊγμα που δε ςημαύνει ϐμωσ ϐτι πρϋπει να
καταναλώνουμε μϐνο υδατϊνθρακεσ αντύ για λύπη.
13. ΝΟΤΚΛΕΪΚΑ ΟΞΕΑ
Σα νουκλεϊκά οξέα ό νουκλεϊνικά οξέα (πυρηνικά οξέα) εύναι
ςϑνθετα βιολογικϊ μακρομϐρια, που αποτελοϑνται απϐ αλυςύδεσ
νουκλεώδύων που περιϋχουν γενετικό πληροφορύα. Σα πιο κοινϊ
νουκλεώκϊ οξϋα εύναι το Δεςοξυριβονουκλεώκϐ οξϑ (DNA) και το
Ριβονουκλεώκϐ οξϑ (RNA). Σα νουκλεώκϊ οξϋα υπϊρχουν ςτα
κϑτταρα ϐλων των ϋμβιων οργανιςμών.
Σo ριβονουκλεϊκό οξύ, ό ορθϐτερα ριβοζονουκλεώκϐ οξϑ, και
ςυντομογραφικϊ RNA, (προφϋρεται «αρ-εν-ϋι»), εύναι μύα τισ δϑο
κατηγορύεσ των πολυμερών νουκλεώκών οξϋων ςτο κϑτταρο.
Αποτελεύται απϐ μονομερό νουκλεοτύδια που παύζουν ςημαντικϐ
ρϐλο ςτη διαδικαςύα τησ μετϊφραςησ του γενετικοϑ κώδικα απϐ την
ϋτερη κατηγορύα νουκλεώκοϑ οξϋοσ, το δεοξυριβονουκλεώκϐ οξϑ
(ςυντομογραφικϊ DNA), ςε πρωτεώνικϊ προώϐντα. Σο RNA
χαρακτηρύζεται ωσ ο «αγγελιοφϐροσ» μεταξϑ του DNA και των
πρωτεώνικών ςυμπλεγμϊτων που εύναι γνωςτϊ ςαν ριβοςώματα ςτο
κυτταρϐπλαςμα του κυττϊρου (αγγελιαφϐρο RNA, mRNA). Έτςι το
RNA μαζύ με το DNA αποτελοϑν το γενετικϐ υλικϐ των οργανιςμών.