1. Γιαννούλα Πολυκάρπου,
Εννέα χρόνια διήρκησε ο γάμος μας, στιγμές ήρθαν και πέρασαν,
δυσκολίες ακόμη περισσότερες μαζί τους και τα πέντε παιδιά μας.
Όταν σε είδα να περπατάς σε ηλικία δέκα έξι χρόνων στην πλατεία
του χωριού μας σε ερωτεύτηκα παράφορα, τα μαλλιά σου
ατημέλητα, μακριά, χάιδευαν το πρόσωπό σου με κοίταξες
διστακτικά και με προσπέρασες. Έμαθα το όνομά σου και σε
γύρευα παντού, κάθε ματιά σου και πειρασμός, μέχρι την στιγμή
που η φίλη σου, η Μαριώ μου αποκάλυψε ότι αισθανόσουν ότι
αισθανόμουν..! Την συνέχεια την γνωρίζεις.. Τα πράγματα
άλλαξαν μετά την γέννηση του τρίτου παιδιού μας, έγινες
απόμακρη με την δικαιολογία ότι έπρεπε να ήσουν σωστή μητέρα
παρά σύζυγος, έτσι με ξέχασες. Κατέληξα στο ποτό, μόνη λύση
για την απόδραση του μυαλού μου από τις σκέψεις. Έγινα
εχθρικός απέναντι σου ακόμη και όταν προσπάθησες να
επανορθώσεις. Μοναδική συντροφιά μου η νύχτα μαζί με το ποτό
που με οδηγούσαν σε διάφορες ασωτίες. Συμφωνώ ότι δούλευες
αδιάκοπα για να συντηρείς πλέον τα πέντε παιδιά σου, γιατί
φυσικά ο άντρας σου ήταν ένας ανίκανος αλκοολικός . Με
θεωρούσες τεμπέλη και πολύ σωστά δίκιο είχες αλλά ποτέ δεν
αναρωτήθηκες το γιατί. Κάθε μέρα σκεφτόμουν πόσο όμορφα
ήμασταν χωρίς γάμο και παιδιά, να κοιτάμε ο ένας τα μάτια του
άλλου και να υποσχόμαστε παντοτινή αγάπη. Μα ΕΣΥ είχες άλλα
σχέδια, γάμο, παιδιά και έναν άντρα που να είναι υπηρέτης σου.
Αυτό ήταν, είχα αποφασίσει να φύγω γιατί τίποτα δεν με κρατούσε
κοντά σου, αλλά όταν ήμουν έτοιμος, μια φωνή με κρατούσε πίσω.
Το ομολογώ δεν μπορούσα να ξεφύγω από το αλκοόλ που με
έκανε να σε κτυπώ, αλλά το γνωρίζεις πολύ καλά ότι δεν ήμουν
εγώ. Όλα γκρεμίστηκαν όταν ο πολυαγαπημένος κουμπάρος μας
ερχόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα να σε δει, ο μήνας έγινε
2. εβδομάδα και η εβδομάδα, ημέρα που ερχόταν. Σου έφερνε δώρα
και άλλα τόσα και εσύ τον κοίταζες στα μάτια θαυμάζοντας τον
και απομονώνοντας εμένα. Η γειτονιά έλεγε και έλεγε και νόμισαν
ότι δεν άκουγα γιατί ήμουν αλκοολικός, αλλά άκουγα και θόλωνα
μέχρι την στιγμή που γύρισα σπίτι και με αποκάλεσες άχρηστο.
Όλος ο θυμός μου ξύπνησε το τέρας του εαυτού μου κτυπώντας
εσένα μέχρι να ματώσεις και κόβοντας τα μαλλιά σου που τόσο
αγαπούσα στο παρελθόν. Από ότι φαίνεται ο χρόνος έφερε πίσω
αυτά που αξίζω, δηλαδή μια γυναίκα ονόματι Μαριώ. Ναι καλά
διαβάζεις η αγαπημένη φίλη σου που με παρηγορούσε τα βράδια
που έλειπα. Ελεύθερος πια χωρίς παιδιά και Γιαννούλα..Ο γάμος
μας τραγωδία ή παρωδία δεν με ενδιαφέρει!!..Θα συναντηθούμε
στο μακρινό μέλλον. Με ξέχασες..
Μανώλης Φλοεράκης
ΑΛΙΚΗ ΑΘΑΝΑΣΑΚΟΥ