3. Ορισμός
Ο Απρίλιος, ή Απρίλης, ή Απρίλτς (Ποντιακά), είναι ο
τέταρτος μήνας του έτους κατά το Ιουλιανό και το
Γρηγοριανό Hμερολόγιο, ο όγδοος κατά το Εκκλησιαστικό
που αρχίζει τον Σεπτέμβριο, ο δεύτερος κατά το παλαιό
ρωμαϊκό ημερολόγιο και ο δέκατος στο αττικό ημερολόγιο
ο οποίος ονομάζονταν Μουνιχιών και αντιστοιχούσε στο
χρονικό διάστημα 24 Μαρτίου-22 Απριλίου του
Γρηγοριανού ημερολογίου. Ο Απρίλιος περιλαμβάνει 30
ημέρες.
4. Ο Απρίλιος στην Ελληνική λαογραφία.
Ο ελληνικός λαός αποκαλεί τον μήνα αυτόν και με τα ονόματα Απρίλης,
Απρίλες, και Λαμπριάτης από την συμπτωματικά μεγάλη θρησκευτική
εορτή που τελείται συνήθως το μήνα αυτό. Ο Απρίλιος και ο Μάιος
θεωρούνται οι καθ΄ αυτού μήνες των λουλουδιών εξ ου και η ονομασία
Απριλομάης: "Ο Απρίλης με τα λούλουδα κι ο Μάης με τα ρόδα". Χάρη
στην ανοιξιάτικη σύνδεσή του ο Απρίλης τραγουδήθηκε ιδιαίτερα από τους
ποιητές αλλά κι από τον λαό μας: «Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθό
Απρίλη» και «Ο Απρίλης με τον Έρωτα χορεύουν και γελούνε». Η
ενασχόληση, επίσης, του λαού μας με την γεωργία μάς έχει κληροδοτήσει
και πολλές άλλες παροιμίες και δημώδη στιχάκια. Για τις απριλιάτικες
βροχές, για παράδειγμα, λέγεται το εξής: «Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι
ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε κείνο το ζευγά που ‘χει πολλά σπαρμένα».
5. Σ’ άλλες πάλι περιοχές ο Απρίλης αποκαλείται και «Γρίλλης» (γκρινιάρης)
επειδή στον μήνα αυτόν τελείωναν τα αποθέματα της προηγούμενης
συγκομιδής και δημιουργούνταν οικογενειακές γκρίνιες. Αποκαλείται και
τιναχτοκοφινίτης επειδή τινάζουν τα κοφίνια για να τα καθαρίσουν:
«Απρίλης, γρίλλης, τιναχτοκοφινίτης». Αναφέρεται, επίσης, και ως Αϊ-
γεωργίτης λόγω της εορτής του Αγίου Γεωργίου στις 23 του μήνα, η
οποία γιορτάζεται με διάφορους αθλητικούς και ιππικούς αγώνες. Οι
κτηνοτρόφοι, και οι Σαρακατσάνοι, θεωρούν τον Άγιο Γεώργιο προστάτη
τους, ενώ στις παραδόσεις, τα παραμύθια και τα τραγούδια συνδέεται με
τον αρχαίο μύθο του Περσέα και της Ανδρομέδας.
6. «O Απρίλης με τα λουλούδια και ο Μάης με τα ρόδα».
«Ο Μάης έχει το όνομα και ο Απρίλης τα λουλούδια».
«Ο Απρίλης έχει την δροσιά και ο Μάης τα λουλούδια».
«Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε κείνο
το ζευγά που 'χει πολλά σπαρμένα».
«Και τ' Απριλιού τις δεκαχτώ, πέρδικα ψόφησε στ' αβγό».
«Των καλών ναυτών οι γυναίκες, τον Απριλομά χηρεύουν».
«Αν ρίξει Απρίλης τρεις βροχές κι ο Μάης άλλες δύο, να δεις
σταφύλια σαν παιδιά και πίτες σαν αλώνια».
Παροιμίες του Απριλίου:
7. Πρωταπριλιά
Τις περισσότερες φορές γύριζαν φυσικά με
άδεια χέρια, κι έτσι κατέφευγαν σε ψεύτικες
ιστορίες για μεγάλα ψάρια. Στη χώρα μας
διαγωνίζονται για το ποιος θα πει το
μεγαλύτερο ψέμα, όπως το: «Έλα να πούμε
ψέματα/ ένα σακί γιομάτο/ φόρτωσα ένα
μπόντικα/ σαράντα κολοκύθια/ κι απάνου
στα καπούλια του/ ένα σακί ρεβύθια».
Η «Πρωταπριλιά» με τα αθώα ψέματά
της είναι ένα πανευρωπαϊκό έθιμο. Στην
Ελλάδα το αρχαίο αυτό έθιμο έφτασε,
μάλλον, την εποχή των Σταυροφοριών κι
έχει τις ρίζες του στους αρχαίους
Κέλτες. Επειδή τον Απρίλιο ο καιρός
καλοσύνευε συνήθιζαν την πρωταπριλιά
να πηγαίνουν για ψάρεμα.
9. Ο Απρίλης είναι ο κατ’ εξοχήν μήνας όπου γιορτάζεται το Πάσχα, αν και
ορισμένες φορές το Ορθόδοξο Πάσχα μπορεί να γιορταστεί μέχρι και στις 8
Μαΐου (όπως έγινε το 1983). Το Πάσχα έχει τις ρίζες του στην αρχαία
Αίγυπτο, όπου γιορτάζονταν η εαρινή ισημερία, κι από εκεί πέρασε στους
Εβραίους ως «Πεσάχ», σε ανάμνηση της Εξόδου τους από την αιχμαλωσία, και
τέλος έφτασε και στους χριστιανούς αφού ταυτίστηκε με τον σταυρικό θάνατο
του Ιησού Χριστού την περίοδο του Εβραϊκού Πάσχα, το οποίο γιορταζόταν
κατά την ημέρα της πρώτης εαρινής πανσελήνου.
10. Στους πρώτους τρεις αιώνες της χριστιανοσύνης, όμως, οι διάφορες εκκλησίες
γιόρταζαν την μεγάλη αυτή φεγγαρογιορτή σε διαφορετικές ημερομηνίες. Άλλες
μεν κατά το παράδειγμα των αποστόλων Ιωάννη και Παύλου, κατά την ημέρα
του θανάτου του Χριστού την 14η του Εβραϊκού μηνός Νισσάν, μία δηλαδή
ημέρα πριν από την γιορτή του Εβραϊκού Πάσχα και σε οποιαδήποτε ημέρα της
εβδομάδας και αν συνέπιπτε, άλλες δε πάντοτε κατά την Κυριακή που έπονταν
της πρώτης εαρινής πανσελήνου.
11. Οι συνήθειες και τα έθιμα της Κυριακής των Βαΐων και της Μεγάλης
Εβδομάδας έχουν ένα μοναδικό χρώμα κι ένα θρησκευτικό συναίσθημα
αντάξιο της πανηγυρικής υποδοχής του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και της
τραγικής εβδομάδας των Παθών που ακολούθησε.
ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ (Η ανάσταση του «φίλου» του Χριστού).
Συμβολίζει το φως της ανάστασης και τη σκιά της ανθρώπινης μοίρας. Ο
Λαζαρίτικος παιδικός αγερμός: Μικρά κορίτσια (σε άλλες περιοχές και μεγάλες
γυναίκες), οι ΛΑΖΑΡΙΝΕΣ, το Σάββατο του Λαζάρου, γυρνούν από σπίτι σε
σπίτι, με μια κούκλα (πάνω σε 2 ξύλα που τα δένουν σταυρωτά με λογιών-
λογιών κουρέλια, σχηματίζουν μια μεγάλη κούκλα με τα χέρια τεντωμένα στα
πλάγια, ύστερα τη ντύνουν μετά μ' ένα μωρουδίστικο φορεματάκι κι από πάνω
της ρίχνουν ένα όμορφο χρωματιστό κεφαλομάντηλο) στο χέρι & ένα
ανθοστόλιστο καλαθάκι, φέρνοντας την είδηση της ανάστασης του Λάζαρου,
τραγουδώντας:
12. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ: Ο λαός πήρε από την
εκκλησία τα έθιμα και τα ενσωμάτωσε στις συνήθειές
του. Έτσι, τα βάγια θεωρούνται ότι κλείνουν στο
φύλλωμά τους μια δύναμη γονιμότητας που τη
μεταδίδουν στα νιόπαντρα ζευγάρια.
Στην Ήπειρο οι νύφες στολίζονται με πράσινο φουστάνι
(στο χρώμα των αειθαλών κλάδων) και δέχονταν τα
"βαγιοχτυπήματα" για να γεννήσουν παιδιά γερά, χωρίς
πόνους και ταλαιπωρία.
Στη Μάνη, την Αιτωλοακαρνανία και τη Θράκη, τα
κλαδιά δάφνης, μυρτιάς ή ιτιάς (δηλ. τα βάγια) τα
φέρνουν στην εκκλησία τα ζευγάρια των νεονύμφων της
χρονιάς κι "όποιος τα φέρει πρώτος, θα
πρωτογεννήσει αγόρι".
Ο χαρακτήρας της γιορτής επιτρέπει και τη χαλάρωση
από τη νηστεία και, όπως και τη μέρα του
Ευαγγελισμού, η παράδοση επιβάλλει ψάρι. "Είναι
ανάγκη να γλείψουν έστω και κόκαλο του ψαριού για
το καλό".
14. Με την είσοδο στη Μεγάλη Εβδομάδα εντείνεται και
η νηστεία. Ειδικά τις τρεις πρώτες μέρες σε
ορισμένα μέρη της πατρίδας μας (Καστοριά) τα
κορίτσια δεν τρώνε τίποτα παρά μόνο λίγο νερό το
βράδυ και για έναν ακόμη λόγο: πιστεύουν ότι ..
"νηστικής καρδιάς πιάνει η ευκή και έτσι ελπίζουν
να βρουν το γαμπρό". Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι
εβδομάδα πένθους και συμπάθειας στο Χριστό. Οι
καμπάνες δεν χτυπούν, "χηρεύουν" και κάθε τέρψη
της ζωής σταματάει (σε πολλά μέρη της Ελλάδας
"ξέκαμναν" τον αργαλειό και μόνο οι δουλειές του
καθαρισμού του σπιτιού επιτρέπονταν).
Τη Μεγάλη Τετάρτη γινόταν το ευχέλαιο του
αλευριού και απ΄αυτό παρασκευαζόταν το προζύμι
της χρονιάς.
Τη Μεγάλη Πέμπτη ζυμώνονταν οι κουλούρες της
Λαμπρής με διάφορα μυρωδικά και στολισμένες με
ξηρούς καρπούς και στολίδια από ζυμάρι με
αμύγδαλα, σουσάμι ή γλυκάνισο. Κάθε σχήμα έχει τη
δική του ονομασία: κοφίνια, καλαθάκια, δοξάρια,
αυγούλες, κουτσούνες. Την ίδια μέρα βάφονται
κόκκινα τα αυγά.
15. ΒΑΨΙΜΟ ΑΒΓΩΝ. Το έθιμο αυτό το πήραμε μάλλον από τους
Εβραίους, αφού κι αυτοί γιορτάζοντας το δικό τους Πάσχα,
έκαναν κάτι αντίστοιχο. Τη Μ. Πέμπτη το πρωί, οι γυναίκες
έβαφαν τα αβγά κόκκινα (στις περισσότερες περιοχές, γι' αυτό
κι ο λαός μας την ονομάζει Κόκκινη Πέμπτη ή Κοκκινοπέφτη), ή
πολύχρωμα. Για το κόκκινο χρώμα δίνουν διάφορες εξηγήσεις.
Άλλοι λένε ότι θυμίζει το αίμα του Χριστού, άλλοι λένε ότι είναι
το χρώμα της χαράς κι άλλοι διηγούνται ότι όταν αναστήθηκε ο
Χριστός, η πρώτη που τον είδε, ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή.
Έτρεξε να το αναγγείλει στους μαθητές του. Την ώρα εκείνη
συνάντησε μια γνωστή της γυναίκα που γύριζε από το κοτέτσι,
κρατώντας στην ποδιά της αβγά.
- Πού τρέχεις έτσι; Τη ρώτησε η γυναίκα.
- Τρέχω να πω στους μαθητές του Κυρίου, πως
εκείνος αναστήθηκε, απάντησε η Μαγδαληνή.
- Δεν το πιστεύω. Θα το πιστέψω μόνο όταν αυτά τα
αβγά που μάζεψα, γίνουν κόκκινα.
Το πρώτο που έβαφαν, είχε ξεχωριστεί σημασία για
τη νοικοκυρά. Το ονόμαζαν «το αβγό της Παναγιάς» και το
έβαζαν στο εικονοστάσι. Το παλιό, που είχαν κρατήσει από την
προηγούμενη χρονιά (λένε μάλιστα ότι αυτό το αυγό δεν
χάλαγε), το πέταγαν στο ποτάμι. Κάποτε το κράταγαν 7 χρόνια,
μέχρι ο κρόκος του να γίνει σαν κεχριμπάρι και το είχαν σαν
φυλακτό για τις έγκυες. Αυτό το αβγό το έλεγαν Κρατητήρα.
16. «ΡΟΥΚΕΤΟΠΟΛΕΜΟΣ». Έθιμο από τα χρόνια της τουρκοκρατίας στο
Βροντάδο της Χίου. Από παλιά στο χωριό αυτό, ανάμεσα στις εκκλησίες του
Αγίου Μάρκου και την Παναγία Ερυθεανή υπήρχε ένας ανταγωνισμός με την
καλή βέβαια έννοια. Αυτή την αγάπη τους, οι ενορίτες των 2 αυτών εκκλησιών,
την εκδηλώνουν το βράδυ της Ανάστασης, με ρουκέτες προσπαθώντας να
«κανέψουν» (να στοχεύσουν) ο ένας την εκκλησία του άλλου. Στις 12 τα
μεσάνυχτα που θα σημάνουν οι καμπάνες, οι ρουκέτες θα σχίσουν τον ουρανό,
σκορπώντας τη μυρωδιά του καπνού με τους χαρακτηριστικούς ήχους της
απογείωσής τους. Και όταν τελειώνει ο πόλεμος, χωρίς νικητές και χαμένους,
τσουγκρίζουν τα αυγά της «αγάπης» και αρχίζει το γλέντι.
17. «ΛΑΜΠΡΟΚΕΡΙΑ». Σε πολλά χωριά, οι κάτοικοι έχουν έθιμο να πλάθουν μόνοι
τους τα λαμπριάτικα κεριά, δηλ. τις λαμπάδες της Λαμπρής, από αγνό κερί. Τη λαμπάδα
που ανάβουν το βράδυ της Ανάστασης, τη φέρνουν άσβηστη στο σπίτι τους, «για το
καλό» και ανάβουν μ' αυτήν το καντήλι, σχηματίζουν δε με τη κάπνα της ένα σταυρό στο
πάνω μέρος της εξώπορτας του σπιτιού.
ΚΟΥΛΟΥΡΙΑ & ΨΩΜΙΑ ΛΑΜΠΡΗΣ. Τa φτιάχνουν τη Μεγάλη Εβδομάδα. Τa
ζυμώνουν με διάφορα μυρωδικά, προσθέτουν μαστίχα, γλυκάνισο, ζουμί από βρασμένα
δαφνόφυλλα & τις στολίζουν με αμύγδαλα, σουσάμι και στολίδια φτιαγμένα με το ζυμάρι.
Τις πλάθουν στρογγυλές ή μακρουλές και στη μέση τοποθετούν ένα κόκκινο αυγό.
Ο ΛΑΜΠΡΙΑΤΗΣ ή ΠΑΣΧΑΤΗΣ. Είναι το σουβλιστό (κυρίως) αρνί που
προορίζεται για το πασχαλινό τραπέζι. Σφάζεται το Μ. Σάββατο. Έπρεπε να είναι
άσπρο, αρτιμελές, γερό και στολιζόταν με κόκκινη κορδέλα, για να ξεχωρίζει από τα
άλλα. Με το αίμα του σταυρωνόταν τα μέτωπα των παιδιών και το ανώφλι της πόρτας
για το καλό και την υγεία.
18. Λίγο πριν την γιορτή
Τη Μεγάλη Παρασκευή - ημέρα απόλυτης αργίας και νηστείας - οι πιστοί
πίνανε ξίδι και κάπνα ή αφέψημα από το φυτό αράχνη ή έτρωγαν χοχλιούς
βραστούς. Μ΄όλα τα λουλούδια της άνοιξης βιολέτες, μενεξέδες, τριαντάφυλλα,
άνθη λεμονιάς, πλέκονται στεφάνια και γιρλάντες που στολίζουν τον Επιτάφιο.
Η ακολουθία και η περιφορά του Επιταφίου και η πομπή με τις αναμένες
λαμπάδες και τις πένθιμες ψαλμωδίες είναι ίσως η πιο κατανυκτική στιγμή της
χριστιανοσύνης. Τα χριστολούλουδα τα φυλάγανε οι γυναίκες και τα λιβανίζανε
στις αρρώστιες.
Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου το πένθος μετριάζεται. Οι νοικοκυρές
φτιάχναν πίτες και ψωμιά και ο άνδρας έσφαζε το αρνί τον "λαμπριώτη ή
πασκάτη".
Σήμερα, βέβαια, το αρνί αγοράζεται από τον χασάπη για να επισφραγίσει το
γιορτασμό της Ανάστασης, συνήθως σουβλιστό.