3. Ορισμ
ός
Θάνατος είναι η οριστική παύση όλων των βιολογικών λειτουργιών που
υποστηρίζουν τη διαβίωση ενός οργανισμού. Φαινόμενα που συνήθως
επιφέρουν το θάνατο περιλαμβάνουν τα γηρατειά, τον υποσιτισμό, την
ασθένεια, και το τραύμα το οποίο περιλαμβάνει την αυτοκτονία, τη
δολοφονία και το ατύχημα. Όλοι οι γνωστοί οργανισμοί αντιμετωπίζουν
αναπόφευκτα το θάνατο. Τα σώματα των ζωντανών οργανισμών
αρχίζουν να αποσυντίθενται λίγο μετά το θάνατο.
4. Ο θάνατος, ένα φαινόμενο αναπόφευκτο και συγκλονιστικό, αντιμετωπιζόταν
με δέος, οδύνη και θυμοσοφική κάποιες φορές διάθεση. Η καμπάνα του
χωριού σήμαινε πένθιμα επί δύο ημέρες, για να γίνει γνωστό το λυπητερό
γεγονός. Η μικρή κοινωνία του χωριού συγκλονιζόταν, ιδιαίτερα αν ο τεθνεώς
ήταν άτομο νεαρής ηλικίας.
Ο θάνατος ήταν παράλογος και στερούσε τη δυνατότητα
απόλαυσης των επίγειων αγαθών. Ο λαός στέκεται
απέναντί του με αρχαιοελληνική πολλές φορές συνείδηση, η
οποία συνυπάρχει χωρίς όμως να σχετίζεται καθόλου, με
την χριστιανική. Σε κανένα άλλο κοινωνικό γεγονός δεν
παρατηρούνται τόσα πολλά κατάλοιπα και έθιμα από το
αρχαιοελληνικό-ειδωλολατρικό παρελθόν όσο σ’αυτό του
θανάτου. Ο νεκρός μεταβαίνει στον Άδη, στον κάτω κόσμο,
έναν κόσμο ουδέτερο όπου στερείται τις χαρές του φυσικού
κόσμου. Ο χάρος, ο αρχαίος χάρων προσωποποιημένος,
όπως εμφανίζεται και στα δημοτικά τραγούδια, τον οδηγεί
ασυγκίνητος στις ικεσίες και στους θρήνους του.
5. Ο λαός και στην Κέρκυρα όπως σ’όλο τον ελληνικό κόσμο από αρχαιοτάτων
χρόνων θρηνεί το νεκρό με μοιρολόγια παρά τις απαγορευτικές διατάξεις που
έχουν εκδοθεί από την εποχή ήδη της Βενετοκρατίας. Το έργο αναλαμβάνουν οι
πονεμένες του χωριού, ενθυμούμενες και τους δικούς τους νεκρούς. Οι συγγενείς
κατά τη διάρκεια της νύχτας παραστέκουν και ξενυχτούν τον νεκρό και φορούν
πένθιμα. Οι άντρες βάζουν μια μαύρη ταινία στο μανίκι του σακακιού ή φορούν
μαύρη τρίτσα ή μαύρο πουκάμισο αν έχουν χάσει το παιδί τους και αφήνουν γένια.
Οι γυναίκες, αν είναι ανύπαντρες, φορούν στο κεφάλι μαντήλι καφέ με ρόδες στην
περιοχή της μέσης και μαύρο σ’όλη τους τη ζωή, αν το πένθος είναι βαρύ. Στην
περιοχή της βόρειας Κέρκυρας έβαζαν μια μαύρη ταινία μπροστά στο στήθος.
Μαντήλι για παντρεμένες με ελαφρύ πένθος
Μαντήλι για παντρεμένες με βαρύ πένθος
6. Τον νεκρό τον πλένουν με ξύδι, του δένουν τα χέρια σταυρωτά και τον ντύνουν. Οι
ζωντανοί παίρνουν ορισμένες προφυλάξεις. Αποφεύγουν να φταρνιστούν πάνω από
το νεκρό ή να διασκελίσουν ρούχο του «για να μη τους καλέσει στο χρόνο». Την
ώρα της εκφοράς σκεπάζουν τους καθρέφτες, για να μην απεικονιστεί σ’αυτόν ο
νεκρός και μείνει στο σπίτι. Σέρνουν επίσης τα έπιπλα, για να αποτρέψουν το
ενδεχόμενο και άλλου μελλοντικού θανάτου. Αν τύχει όμως και δεύτερος θάνατος
μέσα στον ίδιο χρόνο, για να αποφύγουν το τρίτωμα τοποθετούν μια κούκλα μέσα
στο φέρετρο για να συντελεστεί έτσι συμβολικά. Όταν απομακρυνθεί το ξόδι, οι
οικείοι ρίχνουν άφθονο νερό για να ξεπλυθεί το μίασμα και σπάνε ένα πήλινο
αγγείο, για να «σπάσει» το κακό. Όταν περάσει η κηδεία δίπλα από κάποια σπίτια,
οι νοικοκυρές πετάνε ό,τι νερό υπάρχει σε βάζα, κανάτες ή άλλα αγγεία, για να
διώξουν τα κακά πνεύματα. Για τον ίδιο λόγο εκείνη την ώρα δεν πρέπει να’χουν
έξω ρούχα να στεγνώνουν ή παράθυρα ανοικτά.
7. Αφού γίνει η νεκρώσιμος ακολουθία, κατεβάζουν το νεκρό στον τάφο. Τότε όλοι
ρίχνουν χώμα πάνω από το μνήμα ή ένα πετραδάκι, για να αποκαθαρθούν και να
ξεχάσουν τον νεκρό. Σε κάποια χωριά, ένας συγγενής του νεκρού προσφέρει
κρασί σε ποτήρι. Ο καθένας θα χύσει αυτό το κρασί στο χώμα του τάφου, κάτι
ανάλογο με τις σπονδές των αρχαίων Ελλήνων. Οι νεκροθάφτες θα πλύνουν τα
χέρια τους με κρασί. Αμέσως μετά γίνεται το «συγχώριο» από τον ιερέα ή τους
ιερείς οι οποίοι πίνουν κρασί και το χύνουν κάτω τρεις φορές. Το συγχώριο
γίνεται κάποιες φορές και στο κατώφλι του σπιτιού. Τελευταίοι στην κηδεία
ακολουθούν σε κάποια χωριά οι συγγενείς με καλάθια γεμάτα ψωμί, τηγανητά
ψάρια και κρασί. το φέρετρο καθώς και στους συγγενείς.
Σε
περιπτώσεις
φτωχών
οικογενειών ή
και για
απόδοση τιμής
στο νεκρό η
εκκλησία
αναλάμβανε τα
έξοδα της
κηδείας.
8. Και στην Κέρκυρα πιστεύουν, όπως σ’όλη την Ελλάδα, πως η ψυχή του νεκρού
γυρίζει για σαράντα μέρες στα γνώριμά της μέρη. Την Τρίτη μέρα την συνοδεύει
άγγελος-και εδώ ακριβώς κάνουν αισθητή την παρουσία τους οι χριστιανικές
αντιλήψεις-για να θυμηθεί τις καλές και κακές πράξεις της. Κατόπιν τούτου θα
κριθεί και θα πάρει μια θέση στον παράδεισο ή την κόλαση. Και στους δυο αυτούς
τόπους υπάρχουν διαβαθμίσεις. Γι’αυτό το λόγο τα μνημόσυνα ήταν απαραίτητα,
γιατί βοηθούσαν τη ψυχή να μεταβεί σε καλύτερο μέρος και την ανακούφιζαν. Η
ψυχή επανέρχεται και περιφέρεται και κατά τα τρία ψυχοσάββατα. Τότε οι
ζωντανοί οφείλουν να προσφέρουν τιμές στους νεκρούς.
Η ψυχή κάποιες φορές μπορεί να πάρει τη
μορφή πεταλούδας ή ενός άλλου εντόμου και
να επισκεφτεί το σπίτι. Τότε δεν την
πειράζουν. Ιδιαίτερα, αν είχε χρώμα λευκό,
πίστευαν πως δίκαιος ήταν ο πεθαμένος. Το
ίδιο πίστευαν και αν κάποιος πέθαινε
Σάββατο βράδυ ή Κυριακή ξημερώματα, γιατί
εκείνες τις ώρες αναστήθηκε ο Χριστός.
Τους κακούς ανθρώπους απεναντίας
παραστεκόταν ο διάβολος, που έπαιρνε την
ψυχή τους και τους μετέτρεπε σε βρικόλακες.
Γι’αυτό πολλές φορές κάποια νεκρά σώματα
έμεναν άλιωτα ή τυμπανίζονταν.
9. Θρήνος σημαίνει «έκφραση έντονου ψυχικού πόνου με κλάματα, λυγμούς και
μοιρολόγια». Στις μορφές θρήνου συναντάμε τον θρήνο της κόρης για την μάνα
που έχασε, τον ερωτικό θρήνο και τον θρήνο της μάνας για το παιδί της που
πέθανε. Άλλες μορφές θρήνου που συναντούμε στο δημοτικό τραγούδι είναι ο
θρήνος της ξενιτιάς, ο θρήνος στα νυφιάτικα τραγούδια και ο θρήνος στα
κλέφτικα τραγούδια. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι είναι πολύ δύσκολο να
αποδεχτούμε την απώλεια αγαπημένων μας ανθρώπων. Σε αντίθεση με την
γέννηση, που συνοδεύεται από το αίσθημα της χαράς και της ευτυχίας, ο
θάνατος κάποιου κοντινού μας προσώπου μας προκαλεί το πιο δυσάρεστο
αίσθημα που μπορεί να βιώσει κανείς, και ιδίως όταν ο θάνατος είναι ξαφνικός.
Ο θάνατος είναι αναπόφευκτο γεγονός στη ζωή, και από το
μυαλό των περισσότερων ανθρώπων, αν όχι όλων, έχει περάσει η σκέψη ότι
κάποια στιγμή θα μας βρει το κακό αυτό, όπως λένε και οι μοιρολογίστρες σε
κάποια από τα τραγούδια τους, όταν αναφέρονται στον θάνατο.
10. Ο θάνατος κατέχει θεμελιακή θέση στη σκέψη του δημοτικού ποιητή. Γι’ αυτό το
λόγο υπάρχει μια σημαντική κατηγορία δημοτικών τραγουδιών, τα μοιρολόγια. Ο
θρήνος στο δημοτικό τραγούδι εκφράζεται με το μοιρολόι, το οποίο δραματοποιεί
τον θάνατο, ιδίως με τον σπαραγμό που αποτελεί ακραία μορφή πένθους. Ο
πονεμένος ξεριζώνει τα μαλλιά του, φωνάζει και χτυπιέται με μανία. Με αυτό τον
τρόπο εκφράζει τον πόνο του και θρηνεί τον χαμό του αγαπημένου του ανθρώπου.
Η αντίδραση αυτή του σπαραγμού βοηθάει στην εκτόνωση και στην μετέπειτα
επούλωση του ψυχικού τραύματος. Ο θάνατος γίνεται αποδεκτός από τον
δημοτικό ποιητή/ποιήτρια, μόνο όταν ο νεκρός
έχει πεθάνει σε μεγάλη ηλικία, ευτυχισμένος, και έχει αφήσει πίσω του όλα τα
παιδιά και τα εγγόνια του.
11. ΜΟΙΡΟΛΟΓΙΑ
• Ήρθε καιρός να φύγουμε κι ώρα για να πάμε.
Είναι κακό, παιδιά μ΄, το χώρισμα κι αντάμα δεν μπορούμε.
Θα πάμε σ΄άλλο σύνορο, σε άλλο βιλαέτι.
• Ήρθε Τετάρτη θλιβερή, Πέμπτη φαρμακωμένη,
Παρασκευή ξημέρωσε, μην είχε ξημερώσει.
Μανώλης μας βαρέθηκε μες τον τροχό, στη στρούγκα.
• Αν θα σε πάρει ο πόνος και φλόγα απ΄την καρδιά σου,
για κίνα και έλα νικκλησιά, στη νικκλησιά τη μάντρα.
Φκιάσε τα νύχια σου τσαπιά, την απαλάμη φτυάρι.
Δεξά ρίξε τα χώματα, δεξά και τα σανίδια.
Αν είμαι άσπρος και καλός,σκύψε και φίλησέ με
κι αν είμαι μαύρος κι άραχνος γύρνα και σκέπασέ με.
12. ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΣΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ (ΓΕΝΝΗΣΗ-
ΒΑΦΤΙΣΗ-ΓΑΜΟΣ-ΘΑΝΑΤΟΣ) της Κας ΤΑΣΑΣ ΔΑΒΙΔΟΠΟΥΛΟΥ
Σας
ευχαριστούμε
που μας
παρακολουθήσατε
Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια